Δευτέρα 22 Ιουλίου 2019

Πατριάρχης Βαρθολομαίος : " Τα δένδρα ομιλούν "



Το κείμενο που ακολουθεί είναι μια έκθεση του Οικουμενικού Πατριάρχη 
κ. Βαρθολομαίου που την έγραψε σαν μαθητής και συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο 
" 'Οτε ήμν Παιδίον " - Εκθέσεις  από την Ε τάξη του Δημοτικού ως την τελευταία του Γυμνασίου - Εκδόσεις Καστανιώτη Αθήνα 2003 .Το επιλέξαμε ανάμεσα σε πολλά υπέροχα κείμενα που υπάρχουν στο βιβλίο - τετράδιο του Πατριάρχη γιατί όπως λέει ο κ. Κώστας Γεωργουτσόπουλος στο "Επίμετρο", "Ο νηφάλιος,προσηνής, λιτός, απλός, ανεπιτήδευτος λόγος του Παναγιωτάτου κατάγεται κατ΄ευθείαν από τα αρτεσιανά ύδατα της παιδικής ψυχής που μας δροσίζει " Και πράγματι αυτό είναι που χρειαζόμαστε στον " καύσωνα " τον ημερών που διερχόμαστε .
Αρχιμ. Τιμόθεος Ηλιάκης 



Αυτός ο χειμώνας ήταν πολύ σκληρός. Πέρασε, αλλά κατάστρεψε πολλά δένδρα. Μιά πελώρια γέρικη ελιά δεν μπόρεσε ν΄ αντέξει στο κρύο. Πεθαίνει. Σα να θέλει να εξομολογηθεί για τελευταία φορά λέγει την ιστορία της, περιγράφει τη ζωή της στο διπλανό νεαρό πεύκο .
Ήμουν λέγει, μια μικρή αγριελιά στο δάσος, όπου μ΄έσπειρεν η μοίρα μου. Έζησα εκεί κάμποσο. Μιά μέρα ήλθε ξαφνικά ένας  αγρότης και με ξερίζωσε. Μ΄έφερε και με τοποθέτησε σ΄αυτό εδώ το μέρος. Εσύ ακόμα, νεαρό μου πεύκο, δεν είχες δει τον ήλιο. Πέρασε λίγος καιρός, και μια μέρα ήρθε και μ΄έσχισε μ΄ένα μαχαιράκι κι έβαλε στο κορμί μου κάτι ξένο, κάτι που δεν ήταν δικό μου.  Με είχε εμβολιάσει. Έγινα ήμερη ελιά. Ύστερα από μερικά χρόνια άρχισα να δίνω τους πρώτους μου καρπούς. Με τον καιρό μεγάλωνα. Τα κλαδιά μου απλωνόταν ολοένα και πιο μακρυά. Το κορμί μου χόντραινε. Έφθασα σ΄αυτή την κατάσταση μου με βλέπεις. Αυτός ο χειμώνας μ΄έκαψε με το κρύο του. Με κατέστρεψε. Ο Θεός να του το πληρώσει. Κατά το διάστημα της ζωής μου είδα κι έπαθα πολλά. Θυμάμαι με καμάρι τον Νοέμβριο, που ήμουν φορτωμένη με βελούδινους καρπούς γεμάτους λάδι. Ερχόταν τότε τ΄αφεντικά μου και σκαρφαλώνοντας επάνω μου με σκάλες έριχναν τις ελιές μου και τις έπαιρναν. Αυτό μου ήταν ευχάριστο, γιατί μου έκαναν την τιμή να με επισκεφθούν οι άνθρωποι και γιατί ήμουν άξια να τους προσφέρω " πλούσια τα ελέη μου ". Αλλά μου ήταν και δυσάρεστο, γιατί πονούσα, όταν σκαρφάλωναν επάνω μου και μαδούσαν μαζί με τις ελιές και πολλά μου φύλλα και επομένως με ολιγόστευαν την ομορφιά και την πρασινάδα μου. 
Κατά την διήγηση της " ψυχορραγούσης " ελιάς ακουγόταν κάπου κάπου και κανένα επιφώνημα θαυμασμού η συμπόνοιας του νεαρού γείτονά της. 
- Είχα την ευτυχία, συνέχισε η ελιά, να φιλοξενήσω πολλές φορές μέσα στα κλαδιά μου τα πουλάκια που τραγουδούσαν τις ομορφιές μου και που έχτιζαν κάποτε και τις φωλιές τους κι έτσι τα είχα συντρόφους για κάμποσο καιρό. Κάποτε φύτρωσες εσύ πλάι μου κι από τότε σ΄έκανα παντοτινό μου γείτονα. 
Στο άκουσμα του "εσύ" το πεύκο κούνησε λίγο τα κλαδιά του περήφανα. 
- Κάποτε κάποτε ερχόταν ο κύριός μου και έκοβε πολλά από τα κλαδιά μου με τη δικαιολογία ότι κάνει κάτι καλό για τον εαυτό του και για μένα. Δεν μπόρεσα όμως ποτέ να καταλάβω τι είδους καλό ήταν αυτό που μου έκανε. Το καλοκαίρι τα φύλλα μου γέμιζαν σκόνη κι έχαναν κάπως το πράσινό τους χρώμα. 
Και πάλι ο ακροατής της ελιάς τεντώθηκε σα να ήθελε να πει: εγώ είμαι πάντα καταπράσινος, ας μην είχε και δίκιο. 
- Αλλά με τα πρωτοβρόχια του φθινοπώρου έπαιρναν και πάλι την παλιά τους λαμπρότητα και πρασινάδα. Έχω φάγει βροχές, ζέστες και κρύα αμέτρητα. Την άνοιξη που τα κλαδιά μου λουλούδιζαν ήμουν σαν νυφούλα ντυμένη στ΄ άσπρα. Το χειμώνα όταν σκεπαζόμουν ολόκληρη με χιόνι ήμουν - χωρίς να θέλω να καυχηθώ - εξαιρετικά όμορφη. 
Το πεύκο λίγο κατσούφιασε και αφού πρώτα ζήτησε συγνώμη από την ομιλήτρια, της είπε : - Όσο για τη ομορφιά και το εξαίσιο θέαμα που παρουσιάζω εγώ όταν είμαι χιονισμένο δεν μπορείς να πεις τίποτα και νομίζω πως σε περνώ.
Το πεύκο το δικαιώνω, αλλά δεν έπρεπε να προσβάλει  έτσι την πιστή συντρόφισσα και γειτόνισσά του ελιά στις τελευταίες της στιγμές. Η ελιά δεν φάνηκε να θύμωσε με την παρατήρηση του πεύκου αλλά συνέχισε :
- Τώρα στο τέλος της ζωής μου φέρνω στη θύμησή μου τη σκιά που χορηγούσα απλόχερα σε πολλούς όταν ο ήλιος του καλοκαιριού έκαιε δυνατά. Επίσης πρόσφερνα καταφύγιο κάτω από τα μεγάλα κλαδιά μου εις τους " προστρέχοντας εις εμέ " όταν άνοιγαν οι καταρράκτες  του ουρανού. Τώρα όλα για μένα έχουν σβήσει. 
Σ ευχαριστώ για την συντροφιά που μου έκανες όσο καιρό ζήσαμε μαζί και την ευχαρίστηση που είχες να με ακούσεις. Σ΄ αφήνω γειά και σου εύχομαι να ευτυχίσεις.
- Η ελιά σώπασε πια. Το πεύκο δεν μπόρεσε ν΄απαντήσει γιατί ήταν πολύ συγκινημένο. Σε λίγο καιρό η γέρικη ελιά που δε ζούσε πια έγινε ξύλα για να ζεστάνει το χειμώνα τ΄αφεντικά της και να προσφέρει έτσι την τελευταία της ωφέλεια...
 Και το κάθε πουλάκι στο μεθύσι 
της αγάπης πιπίζοντας ανοίγει 
στο κλαρί σου ερωτιάρικο κυνήγι, 
στο κλαρί σου που δε θα ξανανθίσει.





Ο Παναγιώτατος Παιδίον 






Κάποια Χριστούγεννα...

  Κάποια Χριστούγεννα... ''Πήγε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στα γραφεία της εφημερίδας «Ἀκρόπολις» για να παραδώσει ένα χριστουγεννιά...