Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2013

ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΜΠΟΥΓΙΟΥΛΕΚΑΣ 1934-2013





Στις 8 Ιανουαρίου 2013 εκοιμήθη εν Κυριω ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Παναχράντου της Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας και Προϊστάμενος του Ιερού Ναού Αγίου Ευσταθίου Περισσού ,Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Θεόφιλος Μπουγιουλέκας
Ο μακαριστός υπήρξε άνθρωπος του Θεού. Μικρασιάτης το σαρκικό γένος, Αγιορείτης το πνευματικό. Ειχε κρατήσει μέσα του οτι πιο όμορφο έχουν αυτοί οι δυο ευλογημένοι Τόποι προσφέρει στην οικουμένη.Την ευλάβεια και ακράδαντη πίστη στον Θεό και την αγάπη στην Πατρίδα.
Κατωτέρω δημοσιεύεουμαι την επικήδειο ομιλία του Αρχιμ. Ηλία Καρατζά,που εκφωνήθηκε κατά την εξόδιο Ακολουθία του μακαριστού στις 9 Ιανουαρίου στον Ι.Ναό του Αγίου Ευσταθίου Περισσού Νέας Ιωνίας.  
ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΓΕΡΟΝΤΑ .














EΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ  ΕΚΦΩΝΗΘΕΙΣ ΥΠΟ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣ. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ π. ΗΛΙΑ ΚΑΡΑΤΖΑ  ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΔΙΟΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΜΠΟΥΓΙΟΥΛΕΚΑ 

Πανοσιολογιώτατε Εκπρόσωπε της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, 
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Προικονήσου  κ. Ιωσήφ, 
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Χαλκίδος  κ. Χρυσόστομε, 
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Πειραιώς  κ. Σεραφείμ, 
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας  κ.κ. Κωνσταντίνε, 
Θεοφιλέστατε Επίσκοπε Ελαίας  κ. Θεοδώρητε, 
Τίμιον Πρεσβυτέριον, 
Αξιότιμε κ. Αντιπεριφερειάρχα Πειραιώς  κ. Χρήστου, 
Αξιότιμε Δήμαρχε Νέας Ιωνίας  κ. Γκότση, 
Αξιότιμοι κύριοι Δημοτικοί Σύμβουλοι και Εκπρόσωποι Φορέων και Σωματείων της Πόλεώς μας, 
Οσιώτατοι Μοναχοί και Μοναχαί, 

Πενθηφόρε Λαέ του Κυρίου, 
Η σημερινή συνάθροιση είναι μία συνάθροιση εξόδου και αποχαιρετισμού, που κατ΄ αρχήν φαίνεται πενθηφόρος, στην ουσία της όμως είναι πνευματική και γεμάτη από ελπίδα Χριστού, πλήρης αναστασίμου φωτός και ευωδίας ζωής αιωνίου. Σκοπός της σημερινής συνάξεώς μας είναι να προπέμψουμε στην αιωνιότητα, στην ουράνιο πατρίδα και στη βασιλεία του Θεού, με τη συνοδεία της αγάπης και της προσευχής μας, τον αείμνηστο Καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Παναχράντου και πνευματικό μας πατέρα, αείμηστο Αρχιμανδρίτη π. Θεόφιλο Μπουγιουλέκα .
Εν τω πνευματι του χαροποιού ορθοδόξου πένθους προπέμπουμε τον αγαπητό και σεβαστό Γέροντά μας και την ώρα αυτή έχουμε να απευθύνουμε σε εκείνον λόγο προσευχής, και το λόγο μας αυτό τον προσφέρουμε πρόσωπον προς πρόσωπον, μιας και είμεθα άπαντες βέβαιοι ότι η μακαρία και αγιασμένη του ψυχή είναι παρούσα ετούτη την ώρα.
Ο μακαριστός Γέροντάς μας αντιμετώπισε τον θάνατο, ΄΄τόν ἔσχατο ἐχθρό τοῦ ἀνθρώπου΄΄ (Α΄ Κορινθ. 15,26), με θάρρος που αρμόζει σε μία γνήσια χριστιανική ψυχή, σε ένα γνήσιο Λευίτη που με ακρίβεια εφήρμοσε το παράδειγμα του αρχιποίμενος Ιησού Χριστού, σε ένα όντως ΄΄τέκνον φωτός΄΄. Αυτόν τον θάνατο που εμείς φοβούμεθα και να τον αναλογιστούμε ακόμα, εκείνος τον αντίκρυσε με θάρρος και με απαράμιλλο ψυχικό σθένος. Οι περισσότεροι βιώνουμε το γεγονός της σωματικής μας απώλειας με την αγωνία που νιώθει ένα θήραμα καθώς πέφτει στα χέρια του κυνηγού• ταραχή κατακλύζει τη ψύχη καθώς εγγίζει η ώρα της εξόδου. Όμως ο αείμνηστος έχοντας βαθιά μέσα στη καρδιά του το υπόδειγμα του Κυρίου, που με την Ανάστασή του συνέτριψε την παγίδα αυτή, έκαμε πράξη το λόγο του ψαλμωδού :΄΄ἡ παγίς συνετρίβη, και εγώ ἐῤῥύσθην, διότι ἡ βοήθειά μου ἐν ὀνόματι Κυρίου΄΄ (Ψαλμ 123,7). Και πράγματι εν τω ονόματι Κυρίου, γλίτωσε από το αίσθημα της φρικτής θανατηφόρου παγίδος .
Ο θάνατος μέσα από μία τέτοια ματιά απογυμνώνεται από το φρικτό κάλυμμα του φόβου και της αγωνίας και μεταλλάσσεται σε στιγμή εξόδου, σε μία δίοδο προς την όντως ζωή και μακαριότητα. Η ορθόδοξη πράξη άλλωστε δεικνύει με τρόπο μοναδικό και αδιαμφισβήτητο πώς η ώρα της καινής ζωής, η στιγμή της δικαίωσης φθάνει. Ο ίδιος ο Κύριος αψευδώς δηλώνει : ΄΄ μὴ θαυμάζετε τοῦτο· ὅτι ἔρχεται ὥρα ἐν ᾗ πάντες οἱ ἐν τοῖς μνημείοις ἀκούσονται τῆς φωνῆς αὐτοῦ, καί ἐκπορεύσονται οἱ τὰ ἀγαθὰ ποιήσαντες εἰς ἀνάστασιν ζωῆς• ΄΄ (Ιω. 5, 28-29), ενώ ο Απόστολος απευθύνει λόγο παρηγορίας: ΄΄μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα΄΄ (Α΄ Θεσ. 4,13.).
Λυπούμεθα προς στιγμήν μαζί με τον Ιερό Υμνωδό για τον νεκρόν άνθρωπο, ΄΄τόν πλασθέντα ὡραῖον καί διά χάριν ἀθάνατον΄΄ από τα χέρια του Θεού, εκείνον που όλοι μας τον εγνωρίσαμε δοξασμένο, τίμιο λειτουργό και μεγαλοπρεπή διάκονο του ιερού Θυσιαστηρίου, εκείνον που υπέμεινε τον βαρύ αλλά χρηστό ζυγό της ιερωσύνης, εκείνον που ενθυμούμεθα ασκητικό και μέγα αθλητή των πνευματικών παλαισμάτων, να καταλήγει ΄΄ἂμορφος, ἂδοξος, μή ἒχον εἶδος΄΄. Η δική του όμως πίστη και βεβαιότητα στην Ανάσταση του Χριστού και στην επουράνιο βασιλεία Του, έρχονται να διαλύσουν την πρόσκαιρη θλίψη και να γλυκάνουν τη πικρία της απουσίας και της απώλειας. Έρχονται να δώσουν σιωπή στους λόγους προσευχής, στους λόγους της απορίας και της αγωνίας, στα ρήματα που στέκονται τόσο μάταια και ανώφελα μπροστά στη προσπάθεια ενός ανθρώπου να ξεπεράσει τα δεσμά του ανθρωπίνου πόνου, των θλίψεων της σάρκας και να αφεθεί στην αιώνια μακαριότητα. Τώρα μόνο χωρά στη σκέψη όλων μας η ηρεμία και η ανάπαυση που είναι τόσο εμφανής στη μορφή του. Η υφ΄απάντων μαρτυρουμένη αγαλλίαση του προσώπου του δηλοί και βεβαιώνει την μακαριότητα της ψυχής του.
Και καθώς προστάζει το τυπικό μίας τέτοιας ομιλίας, επιτρέψατέ μου να αναφέρω εν συντομία ορισμένα βασικά στοιχεία από το βίο του αειμνήστου.
Ο μεταστάς εγεννήθη στη Θεσσαλονίκη 1934, από τους ευσεβείς Μικρασιάτες  (Αλατσατιανούς)  γονείς Κωνσταντίνο και Μαρία. Εκεί στη βυζαντινή πόλη των Αγίων επέρασε τα παιδικά του χρόνια μέσα εις την πνευματική αγκάλη της ενορίας του Αγίου Σπυρίδωνος Τριανδρίας.
Όντας όμως από τα πρωιμότατα εφηβικά και νεανικά του χρόνια πνευματικά διψασμένος για περαιτέρω αφιέρωση στην Εκκλησία του Χριστού και για επίδοση στην άσκηση και καλλιέργεια των αγιοπνευματικών χαρισμάτων, εγγράφεται εν έτει 1947, δόκιμος μοναχός εις την Ιερά Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους, και την 8-7-1951 κείρεται μοναχός λαμβάνοντας το όνομα Θεόφιλος. Το 1953 χειροτονείται Διάκονος υπό του Μακαριστού Μητροπολίτου πρώην Μιλητουπόλεως κυρού Ιεροθέου, στο Ιερό Παντοκρατορινό Κελίον της Θείας Μεταμορφώσεως στις Καρυές.  Σοβαρά ασθένεια, τον αναγκάζει σύντομα να επιστρέψει στην εν κόσμω διακονία, διακονώντας διαδοχικά εν Θεσσαλονίκη, Τριπόλει, Αθήναις και Πειραιεί. Το 1963 χειροτονείται Πρεσβύτερος υπό του αοιδίμου Μητροπολίτου Δρυινουπόλεως και Κονίτσης κυρού Χριστοφόρου, στον Ιερό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Πειραιώς εντός δε του ιδίου έτους λαμβάνει το οφφίκιον του Αρχιμανδρίτου υπό του Μακαριστού Μητροπολίτου Σισανίου και Σιατίστης κυρού Πολυκάρπου, τη ευλογία του οποίου διακονούσε το Ιερό Παρεκκλήσιον του Αγίου Χαραλάμπους εν Πειραιεί. Στα 1968 με αφορμή την εξυπηρέτηση των τουρκοφώνων κατοίκων της Νέας Ιωνίας, μιας και ήτο γνώστης της τουρκικής, διορίζεται εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Ευσταθίου Νέας Ιωνίας και Πρόεδρος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου αυτού, ενώ λίγα έτη αργότερα με τη σύσταση της Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας, ο αοίδιμος Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κυρός Τιμόθεος τον διορίζει Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Παναχράντου. Και από τις δύο αυτές θέσεις και διακονίες ακαμάτως προσέφερε ημέρα και νύκτα υπηρεσίαν Χριστού. Ως Ηγούμενος διοργάνωσε την νεοιδρυθείσαν Ιερά Μονή Παναχράντου, κείροντας συνολικά καθ’ όλη τη διάρκεια της ηγουμενίας του δεκάδες μοναχών, οι οποίοι εν συνεχεία ως ιερομόναχοι εκάλυψαν τις λειτουργικές και ποιμαντικές ανάγκες ενοριών της εδώ μητροπόλεως αλλά και αλλαχού. Εις δε τον Ιερό Ναό του Αγίου Ευσταθίου, στο Ναό με τη θρησκευτική και πολιτισμική κληρονομιά της αλησμόνητης πατρίδος, κατέβαλε ολόψυχο κατά κυριολεξία προσπάθεια δια την αποπεράτωση και αγιογράφησή του και την εν γένει αναδιοργάνωση της ενορίας. Επί 44 έτη εθυσίασε εαυτόν πολυειδώς και πολυτρόπως δια την πνευματική στερέωση και προκοπή του ποιμνίου του. Υπήρξε ονομαστός πνευματικός της ευρυτέρας περιοχής, ανακουφίζοντας με τις πατρικές συμβουλές και υποδείξεις αλλά και με την γνήσια εν Χριστώ αγάπη του πλήθος χριστιανών. Οι λόγοι και οι παραινέσεις του πάντοτε μεστοί νοημάτων, με ασύγκριτο δυναμισμό και θεολογική ακρίβεια, κέρδιζαν το θαυμασμό και τον έπαινο των ακροωμένων.
Η μεγάλη του ευλάβεια προς την εκκλησιαστική ζωή, προς την τήρηση της τάξεως και ευπρεπείας και την ορθή τέλεση των Ιερών Ακολουθιών, τον ανέδειξαν ακριβέστατο τηρητή του τυπικού της ορθοδόξου ημών Εκκλησίας και γνήσιο συνεχιστή των εκκλησιαστικών μας παραδόσεων. Ποιος θα ξεχάσει τις ευλογημένες πολύωρες και αρτιότατες Ιερές Αγρυπνίες και Πανηγυρικές Ακολουθίες, που μετέφεραν τους μετέχοντας νοερώς στη μεγαλοπρέπεια του αθωνικού τυπικού; Ποιός μπορεί να λησμονήσει την χαρακτηριστική, την ηδύμολπη και κατανυκτική φωνή του με την οποία απέδιδε με βάθος ψυχής τα τροπάρια της ιεράς Υμνολογίας;
Μα τώρα, καθώς αναλογίζεται κανείς όλα αυτά, καθώς ο κάθε ένας από εμάς ανακαλεί εις το νου του μνήμες και στιγμές από τη συναστροφή μαζί του, όλοι βρίσκουμε έναν κοινό παρανομαστή! Την μεγάλη του ευλάβεια και αγάπη εις τον θησαυρό του Ιερού τούτου Ναού. Τον Άγιο ένδοξο Ιερομάρτυρα Γεώργιον, τον εκ Νεαπόλεως Μικράς Ασίας. Ο αείμνηστος Γέροντας υπήρξε εκείνος που ανέδειξε και πρόβαλε τη μνήμη και τιμή προς τον προστάτη της Μητροπόλεως μας, τον ΄΄παπά Γιώργη΄΄, όπως τον αποκαλούσε. Η μέριμνα και επιμέλεια δια την έκδοση Ακολουθίας δια τη μνήμη του Αγίου, ο εμπλουτισμός της με εγκώμια, μεγαλυνάρια και χαιρετιστηρίους οίκους, εντάσσονται στη συνεχή προσπάθειά του για ανάδειξη του ιερού Λειψάνου με διάκριση και σεβασμό. Ποιος μπορεί να λησμονήσει την πολύωρη και αγγελική αγρυπνία στη μνήμη του Αγίου, με τη δική του μοναδική παρουσία;
Και βέβαια ο μεγάλος του πόθος ήτο η επίσημη αγιοκατάταξη του Αγίου Γεωργίου εις τας αγιολογικάς δέλτους της Εκκλησίας μας και η εσχάτως υπογραφή του επισήμου σιγιλλίου της σχετικής Πατριαρχικής Πράξεως, το οποίο και δεσπόζει από τον περασμένο Νοέμβριο εις τον Ιερό Ναό. Το Πατριαρχικόν σιγίλλιον υπεγράφη υπό της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, στο πρόσωπον του οποίου ο αοίδιμος Γέρων απέδιδε τον προσήκοντα σεβασμό ως Πατέρα του Γένους. Δια τον λόγον αυτόν και η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, τη σεπτή προτάσει και παρακλήσει του Ποιμενάρχου μας, του απένειμε προ μηνός το οφφίκιον του Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου, το οποίο και θα του απενέμετο κατά την αυριανήν Θείαν Λειτουργίαν του εν Αγίου Πατρός ημων Γρηγορίου Επισκόπου Νύσσης.
Εν κατακλείδι, η πολύπτυχος δράση και διακονία του βρίσκει αντιστοιχία προς τον αποστολικό λόγο :΄΄ἔχοντες δέ χαρίσματα κατά τήν χάριν τήν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα΄΄. Ο Γέροντάς μας εφρόντισε να καλλιεργήσει, να επαυξήσει και να αξιοποιήσει προς όφελος του δοθέντος αυτώ ποιμνίου, κάθε χάρισμα και κάθε τάλαντον που είχε υπό του Αγίου Θεού. Τι ποιο όμορφο και πιο ουσιώδες για έναν άνθρωπο, και δη για έναν κληρικό, από το να περαιώσει το σκοπό της ζωής του! Το να αναλωθεί δηλαδή ολοψύχως εις την διακονία του Κυρίου και των αδελφών!
Όμως ο δούλος Κυρίου την πίστιν τετήρηκε• τον δρόμον τετέλεκε. Σήμερον το σκήνωμα του μεγάλου αυτού ανδρός, βρίσκεται ενώπιόν μας.
Από όλους εμάς, που ζώντας έχει τον ύστατο ασπασμό της αγάπης, της συγχώρησης και της ευγνωμοσύνης. Με δάκρυα λύπης και συνάμα αγαλλιάσεως φιλούμε το αγιασμένο χέρι του, αναμένοντας την εν ουρανώ συνάντηση, όπου, ει Κύριος επιτρέψει, θα μετέχουμε εις την ακατάπαυστον λατρεία στον αχειροποιήτο Ναό εν Παραδείσω.
Ας είναι για όλους εμάς, τα πνευματικά του τέκνα, τους αδελφούς και συλλειτουργούς του, τους ενορίτες, τους συγγενείς και οικείους του παρηγορία η σκέψη της εν ουρανώ ανταμείψεώς του και της εν Κυρίω αναπαύσεώς του.Ύπαγε οὗν ἐν εἰρήνῃ, «παράστηθι τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι» και αἰωνία ἐν τῷ Χριστῷ Ιησού τῷ Κυρίῳ ἡμῶν ἡ μνήμη σου.
 Η ευχή σου ας είναι βοηθός και φύλαξ στα βήματά μας. Καλήν ανάστασιν Γέροντα!  







    

  

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΤΙΜΟΘΕΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΕΦΕΣΟΥ Μητροπολίτου Ν.Ιωνίας Τιμοθέου





ΒΙΟΣ
ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ
ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
ΤΙΜΟΘΕΟΥΕΚ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ

Ἐκ τῆς ἐκδόσεως Ἀκολουθία καὶ Βίος τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Τιμοθέου ἐκ τῶν Ο´, ὑπὸ Ἀρχιμ. Τιμοθέου Ματθαιάκη ,*Ἀθῆναι 1951. * μετά ταύτα απο Μυρέων Μητροπολίτου Μαρωνείας και κατόπιν Ν.Ιωνίας.

 
  


Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Τιμόθεος κατήγετο ἐκ Λύστρων τῆς Λυκαονίας. Ὁ πατήρ του, Ἕλλην εἰδωλολάτρης, κατεῖχεν ἐξέχουσαν κοινωνικὴν θέσιν. Ἡ μήτηρ του Εὐνίκη καὶ ἡ μάμμη του Λωῒς ἦσαν Ἰουδαῖαι, ἁσπασθεῖσαι τὸν Χριστιανισμόν. Ὁ Τιμόθεος εἶχε τὴν εὐτυχίαν νὰ γαλουχηθῇ παρ᾿ αὐτῶν εἰς τὰ Εὐαγγελικὰ νάματα καὶ νὰ μορφωθῇ χριστιανοπρεπῶς (Β´ Τιμ. Α´, 5· Γ´ 15). Νεώτατος τὴν ἡλικίαν ἧτο ἤδη γνωστὸς εἰς ὅλους τοὺς χριστιανούς τῶν Λύστρων καὶ τοῦ Ἰκονίου διὰ τὴν εὐσέβειαν καὶ τὸν ζῆλον του. (Πράξ. ΙΣΤ´, 1-2).
Ὅτε ἦλθεν ὁ Παῦλος εἰς Λύστρα κατὰ τὴν πρώτην ἀποστολικὴν ὁδοιπορίαν του μετὰ τοῦ Βαρνάβα, ἐγνωρίσθη μετὰ τοῦ νεαροῦ Τιμοθέου, ἐφιλοξενήθη εἰς τὸν οἶκόν του καὶ προσείλκυσεν αὐτὸν εἰς τὸν Χριστιανισμόν. Ἐπειδὴ ὁ Τιμόθεος ἧτο Ἑλληνικῆς καταγωγῆς, ὑπεβλήθη ὑπὸ τοῦ Παύλου εἰς περιτομήν, ἵνα μὴ δοθῇ λαβὴ εἰς τοὺς ἐν τῇ πόλει Ἰουδαΐζοντας χριστιανοὺς νὰ διαβάλουν τὴν ἀποστολικότητά του καὶ τὴν γνησιότητα τοῦ Εὐαγγελίου του. Ὁ Τιμόθεος δὲν ἤργησε νὰ συνδεθεῖ μετὰ τοῦ Παύλου, τὸν ὁποῖον ἠκολούθησεν ἔπειτα εἰς τὰς ἀποστολικὰς ὁδοιπορίας του «καθάπερ ἀστὴρ ἡλίῳ», γενόμενος «σύσκηνος αὐτῷ καὶ τὸ πᾶν ὁμοδίαιτος». Συμμεριζόμενος τὰς κακουχίας καὶ τὰς ταλαιπωρίας τοῦ ἀποστολικοῦ ἔργου τοῦ Παύλου καὶ συγκακοπαθῶν ὡς καλὸς στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀνεδείχθη ἀντάξιος τοῦ πνευματικοῦ του πατρός, ὁ ὁποῖος μετὰ πολλῆς στοργῆς προνοεῖ περὶ τῆς σοβαρῶς κλονισθείσης ὑγείας του. Βραδύτερον ἐχειροτονήθη ὑπὸ τοῦ Παύλου διάκονος. Κατὰ τὴν τρίτην ὁδοιπορίαν ὁ Τιμόθεος ἦλθε μετὰ τοῦ Παύλου εἰς Ἔφεσον, ὁπόθεν ἀπεστάλη μετὰ τοῦ Ἐράστου εὶς Μακεδονίαν. Ἐκεῖ συνηντήθη μετὰ τοῦ Παύλου, τὸν ὁποῖον συνώδευσεν εἰς Κόρινθον, Τρωάδα καὶ Ἱεροσόλυμα, εἶτα δὲ εἰς Ῥώμην, ὅπου ἔλαβον χώραν τὰ πρῶτα δεσμὰ τοῦ Παύλου. Μετ᾿ αὐτοῦ πιθανώτατα ἐφυλακίσθη καὶ ὁ Τιμόθεος, ἀπελευθερωθεὶς ἀργότερον (Ἑβρ. ΙΓ´, 23). Κατὰ τὴν τετάρτην ὁδοιπορίαν ἐχειροτονήθη Ἐπίσκοπος ὑπὸ τοῦ Παύλου εἰς νεαρὰν ἡλικίαν, περὶ τὸ 60 μ.Χ., χρηματίσας πρῶτος Ἐπίσκοπος Ἐφέσου. Ὀλίγoν πρὸ τοῦ μαρτυρίου τοῦ Παύλου ἦλθεν ἐκ νέου εἰς Ρώμην πρὸς συνάντησίν του.
Μετὰ τὸν θάνατον τοῦ Παύλου καὶ τὴν ἅλωσιν τῆς Ἱερουσαλὴμ (70 μ.Χ.) ἦλθεν ἐκ Παλαιστίνης καὶ ἐγκατεστάθη εἰς Ἔφεσον ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὅπου συνεδέθη μετὰ τοῦ Τιμοθέου, τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε φίλος, διδάσκαλος καὶ συνεργός, παρέμεινε δὲ ἐκεῖ μέχρι τοῦ 96 μ.Χ., ὅτε ἐξωρίσθη εἰς Πάτμον κατὰ τὸν ἐπὶ αὐτοκράτορος Δομετιανοῦ (81-96 μ.Χ.) ἐγερθέντα σφοδρὸν κατὰ τῶν χριστιανῶν διωγμόν. 

ΕΦΕΣΟΣ
   
Ὁ Τιμόθεος ἐν Ἐφέσῳ εἶχε νὰ ἀντιπαλαίσῃ κατὰ φανατικῶν εἰδωλολατρῶν. Ἤδη πρὸ αὐτοῦ ὁ Παῦλος ἐκινδύνευσε σοβαρῶς, διωχθεὶς ὑπὸ τοῦ εἰδωλοποιοῦ Δημητρίου καὶ «κατὰ ἄνθρωπον ἐθηριομάχησεν ἐν Ἐφέσῳ» (Α´ Κορινθ. ΙΕ´ 32). Εἰς Ἔφεσον ἐλατρεύετο ἡ Ἄρτεμις καὶ κατὰ τὰς πρὸς τιμήν της πανδήμους ἑορτὰς ἐλάμβανον χώραν ἀνήκουστα ὄργια, τὰ ὁποῖα δικαίως ἐξήγειρον τὴν ψυχὴν τοῦ Ἀποστόλου. Κατὰ τὴν τοιαύτην πανήγυριν, ὀνομαζομένην Καταγώγιον, τὸ ἔτος 97 μ.Χ., οἱ Ἐφέσιοι εἰδωλολάτραι περιήρχοντο μετημφιησμένοι καὶ μὲ προσωπίδας τὴν πόλιν, φέροντες μικρὰ εἴδωλα εἰς χεῖρας καὶ προβαίνοντες εἰς πλεῖστα ὄργια, ἐγκλήματα καὶ ἀσελγείας καθ᾿ ὁδόν. Ὁ Τιμόθεος ἐπιχειρήσας νὰ ἐμποδίσῃ αὐτούς ἐν μέσῃ ὁδῷ καὶ ἐλέγξῃ τὴν πλάνην των, ὑπέστη σφοδρὸν καὶ ἀνηλεῆ λιθοβολισμόν ἐκ μέρους τοῦ μαινομένου πλήθους, συνεπείᾳ τοῦ ὁποίου κατέπεσεν αἱμόφυρτος ἐπὶ τοῦ ἐδάφους. Οἱ εἰδωλολάτραι τότε μὲ μεγαλυτέραν λύσσαν ἔτυπτον διὰ λίθων καὶ ῥοπάλων τὸν Ἅγιον, τὸν ὀποῖον ἐχλεύαζον καὶ ἔσυρον ἀνὰ τὰς ὁδοὺς τῆς πόλεως. Ὁ Τιμόθεος μετὰ καρτερίας ὑφίστατο τὸ μαρτύριον, εὐχαριστῶν τὸν Κύριον, διότι τὸν ἠξίωσε νὰ προσφέρῃ τὴν ζωήν του ὑπὲρ Ἐκείνου καὶ νὰ γίνῃ πιστὸς «ἄχρι θανάτου».
Ἐν τέλει ἐγκαταλειφθεὶς ἡμιθανής, περσυνελέγῃ μὲ πολλὴν εὐλάβειαν ὑπὸ χριστιανῶν καὶ μετεκομίσθῃ κρύφα πέραν τοῦ λιμένος τῆς πόλεως. Τὸ ἀσθενικὸν σῶμα τοῦ μάρτυρος ἐξαντληθὲν τελείως ἐκ τῶν κακώσεων καὶ τῶν τραυμάτων ὑπέκυψε καὶ ἡ παρθενικὴ ψυχὴ τοῦ ἁγίου τούτου ἀνδρός, ὁ ὁποῖος εἶχε τὸ αὐτό μαρτυρικὸν τέλος μὲ τὸν πρωτομάρτυρα Στέφανον, ἔσπευσεν εἰς συνάντησιν τοῦ ουρανίου αὐτῆς Νυμφίου, τὴν 22αν Ἰανουαρίου τοῦ 97μ.Χ., ἐπὶ τοῦ αὐτοκράτορος Δομετιανοῦ, ἢ κατ᾿ ἄλλην ἐκδοχήν, ἐπὶ Νέρβα, ἀνθυπατεύοντος τῆς Ἀσίας τοῦ Περεγρίνου.  
  
                 


   
Τὸ ἱερὸν σκῆνος τοῦ Ἁγίου ἐνεταφιάσθη ὑπὸ τῶν χριστιανῶν εἰς τόπον καλούμενον ὑπὸ τῶν Ἐφεσίων πίονα, ἐκεῖθεν δὲ διεκομίσθη τὸ ἱερόν του λείψανον εἰς Κωνσταντινούπολιν, τὸ 356 μ.Χ., ἐπὶ αὐχοκράτορος Κωνσταντίου, υἱοῦ τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου, ἐναποτεθὲν ὑπὸ τὴν ἁγίαν Τράπεζαν τοῦ Ναοῦ τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων, ὁμοῦ μετὰ τῶν λειψάνων τῶν Ἀποστόλων Ἀνδρέου καὶ Λουκᾶ, «ἵνα ὥσπερ αὐτοῖς κοινὰ γέγονε πάντα, ὁ τρόπος, ἡ μαθητεία, τὸ κήρυγμα, κοινὸς γένηται καὶ ὁ τάφος, ἐπεὶ κοινὴ τούτων καὶ ἡ ἐκεῖθεν κατάπαυσις», κατὰ τὴν ἔκφρασιν τοῦ Συμεῶνος τοῦ Μεταφραστοῦ.
Ὅταν ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ὁ Θεολόγος ἐπανῆλθεν ἐκ τῆς ἐξορίας, ἐπὶ αὐτοκράτορος Τραϊανοῦ, μὲ πολλὴν ὁδύνην ἐπληῥοφορήθη τὸν μαρτυρικὸν θάνατον τοῦ ἠγαπημένου μαθητοῦ του Τιμοθέου καί, ἵνα μὴ παραμείνῃ ἡ Ἐκκλησία ἄνευ Ποιμένος, διεδέχθη τοῦτον εἰς τὸν ἐπισκοπικὸν θρόνον Ἐφέσου, παραμείνας ὡς ἐπίσκοπος αὐτῆς ἀπὸ τοῦ ἔτους 97 μέχρι τοῦ τέλους του (101 μ.Χ.). Κατὰ μίαν παράδοσιν, ὁ Ἀπόστολος Τιμόθεος παρέστη ἐν Γεθσημανῇ κατὰ τὴν κηδείαν τῆς Θεομήτορος ὁμοῦ μετὰ τῶν λοιπῶν Ἀποστόλων.
Πρὸς τὸν Τιμόθεον ὁ Παῦλος ἔγραψε δύο ἐπιστολάς, τὴν πρώτην ἐκ Λαοδικείας καὶ τὴν δευτέραν ἐκ Ῥώμης, παρέχων σημαντικὰς ὑποθῆκας διὰ τὸ ἔργον τοῦ ποιμένος, ἐξ οὖ καὶ Ποιμαντορικαὶὠνομάσθησαν. Τὸ ὄνομα τοῦ Τιμοθέου ὡς ἀποστολέως καὶ συγγραφέως ἀναφέρεται μετὰ τοῦ ὀνόματος τοῦ Παύλου εἰς τὴν ἀρχὴν ἓξ ἐπιστολῶν αὐτοῦ (Β´ Κορινθίους, Φιλιππησίους, Κολασσαεῖς, Α´ Θεσσαλονικεῖς καὶ πρὸς Φιλήμονα). 

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΣ (Αντίγραφο τοιχογραφίας απο τον ΄Αγιο Νικόλαο Αχρίδος)
  
Τὸν Τιμόθεον ἀποκαλεῖ ἐν ταῖς ἐπιστολαῖς του ὁ Παῦλος «ἀδελφόν» (Β´ Κορινθ. Α´ 1, Κολασσ. Α´1, Φιλημ. 1) «δοῦλον Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Φιλημ. Α´ 1) «συνεργὸν» αὐτοῦ (Α´ Κορινθ. ΙΣΤ´ 21), «ἄνθρωπον τοῦ Θεοῦ» (Α´ Τιμοθ. ΣΤ´ 11) «γνήσιον τέκνον ἐν πίστει» (Α´ Τιμοθ. Α´ 2) καὶ ἀγαπητὸν τέκνον» (Β´ Τιμοθ. Α´ 2).
Προτρέπει δὲ τοὺς Κορινθίους ὡς ἑξῆς· «Ἐὰν δὲ ἔλθῃ Τιμόθεος, βλέπετε ἵνα ἀφόβως γενήται πρὸς ὑμᾶς· τὸ γὰρ ἔργον Κυρίου ἐργάζεται ὡς καὶ ἐγώ» (Α´ Κορινθ. ΙΣΤ´ 10-11), καὶ ἀλλαχοῦ γράφει: «Ἔπεμψα ὑμῖν Τιμόθεον, ὃς ἐστί τέκνον μου ἀγαπητόν καὶ πιστὸν ἐν Κυρίῳ, ὃς ὑμᾶς ἀναμνήσει τὰς ὁδούς μου τὰς ἐν Χριστῷ» (Α´ Κορινθ. Δ´ 17). Εἰς δὲ τοὺς Φιλιππησίους λέγει: «Ἐλπίζω δὲ ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ Τιμόθεον ταχέως πέμψαι ὑμῖν, ἵνα κἀγὼ εὐψυχῶ, γνοὼς τὰ περί ὑμῶν· οὐδένα γὰρ ἔχω ἰσόψυχον ὅστις γνησίως τὰ περὶ ὑμῶν μεριμνήσει... τὴν δὲ δοκιμὴν αὐτοῦ γιγνώσκετε, ὅτι ὡς πατρὶ τέκνον, σὺν ἐμοὶ ἐδούλευσεν εἰς τὸ Εὐαγγέλιον» (Φιλιπ. Β´ 19-22). Ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς Θεσσαλονικεῖς χαρακτηριστικῶς παρατηρεῖ: «Ἐπέμψαμεν Τιμόθεον τὸν ἀδελφὸν ἡμῶν καὶ διάκονον τοῦ Θεοῦ καὶ συνεργὸν ἡμῶν ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ, εἰς τὸ στηρίξαι ὑμᾶς καὶ παρακαλέσαι ὑμᾶς περὶ τῆς πίστεως ὑμῶν» (Α´ Θεσσαλ. Γ´ 2).
Ἐξ ὅλων τούτων καταφαίνεται ὁποίαν ἐκτίμησιν καὶ ἀγάπην πρὸς τὸν Τιμόθεον εἶχεν ὁ Παῦλος, ἀλλὰ καὶ πόσην ὑπὲρ πάντα πολύτιμον βοήθειαν προσέφερεν οὗτος εἰς τὸν μέγαν Ἀπόστολον τῶν ἐθνῶν καὶ εἰς τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Ὅθεν ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος συμπεραίνει, ὅτι οὐκ ἦν οὕτω ζηλωτὸς ὁ Τιμόθεος, εἰ Παύλου τέκνον ἦν φύσει, ὥς ἐστι θαυμαστὸς νῦν, ὅτι κατὰ σάρκα μηδὲν αὐτῷ προσήκων, διὰ τῆς κατὰ τὴν εὐλάβειαν συγγενείας εἰς τὴν υἱοθεσίαν εἰσήγαγεν ἑαυτὸν τὴν ἐκείνου μετὰ ἀκριβείας τοὺς χαρακτῆρας τῆς ἐκείνου φιλοσοφίας διασώζων ἐν ἅπασι» (Migne E π. Τόμ. 49, σελ.20). 

  
Ὁ Τιμόθεος εἶναι μία ἐκ τῶν σπουδαιοτέρων προσωπικοτήτων τῆς Καινῆς Διαθήκης, διεδραμάτισε δὲ μεγάλον ρόλον εἰς τὴν διάδοσιν τοῦ Χριστιανισμοῦ κατὰ τὸν α´ αἰῶνα. Πράγματι ὑπῆρξε μία τῶν ἐκλεκτοτέρων καὶ συμπαθεστέρων φυσιογνωμιῶν, ἐξ ὅσων ἐγνώρισεν ὁ χριστιανικὸς κόσμος κατὰ τοὺς ἀποστολικοὺς χρόνους.
Ὁ Τιμόθεος δὲν ἦτο μόνον ἀπαράμιλλος συνέκδημος καὶ συνεργὸς τοῦ Παύλου. Ὁ ἔνθεος ζῆλος του καὶ ὁ πλοῦτος τῶν ἀρετῶν του, ἡ σύνεσις, ἡ παρουσία καὶ τὸ θάρρος του, ἡ παρθενικὴ ἁγνότης καὶ ἡ ἀσκητικότης τοῦ βίου του, τὸν ἀνέδειξαν πρῶτον Ἐπίσκοπον μιᾶς τῶν ἑπτὰ Ἐκκλησιῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἡ ὁποία ἔμελλε νὰ ἐξελιχθῇ εἰς μέγα ἐκκλησιαστικόν κέντρον τῆς κατὰ Ἀνατολὰς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας, ὑπέροχον Ποιμένα καὶ δεξιὸν Κυβερνήτην τοῦ σκάφους τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄριστον πρότυπον καὶ ὑπογραμμὸν ὄχι μόνον παντὸς κληρικοῦ, ἀλλὰ καὶ τῶν πιστῶν ἐν γένει. Ὁ Ἀπόστολος καὶ Ἱεράρχης Τιμόθεος ἀνεδείχθη διὰ τοῦ μαρτυρίου του καὶ θαυματουργὸς Ἱερομάρτυς, τοσαύτης δὲ χάριτος ἀπήλαυεν, ὥστε καὶ ἐν ζωῇ καὶ μετὰ θάνατον πλεῖστα ἐτέλει θαύματα, «τὰ δὲ ὀστᾶ καὶ τὰ λείψανα αὺτοῦ δαίμονας ἀπήλαυνεν» (Ἱ. Χρυσοστ. ἐν Migne, 49, 18-19). Ὁ Συμεὼν ὁ Μεταφραστὴς τὸν ἀποκαλεῖ «χορηγὸν θαυμάτων, χαρίτων ταμίαν, θησαυρὸν ἀκένωτον, πλοῦτον μή δαπανώμενον».
Ἡ μνήμη αὐτοῦ ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ τιμᾶται τῇ 22ᾳ Ἰανουαρίου, ἐν τῇ Κοπτικῇ τῇ 23ῃ, ἐν δὲ τῇ Δυτικῇ καὶ τῇ Ἀγγλικανικῇ τῇ 24ῃ τοῦ αὐτοῦ μηνός.   
  
    

  Στίχος
Ἔρωτι θείων Τιμόθεος στεμμάτων, τυφθεὶς βάκλοις, ἔβαψε γῆν ἐξ αἱμάτων. Εἰκάδι δευτερίῃ πνεῦμ’ ἤρθη Τιμοθέοιο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Χρηστότητα ἐκδιδαχθείς, καὶ νήφων ἐν πᾶσιν, ἀγαθὴν συνείδησιν ἱεροπρεπῶς ἐνδυσάμενος, ἤντλησας ἐκ τοῦ σκεύους τῆς ἐκλογῆς τὰ ἀπόρρητα· 
καὶ τὴν πίστιν τηρήσας, τὸν ἴσον δρόμον τετέλεκας, Ἱερομάρτυς Ἀπόστολε Τιμόθεε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως
Τέκνον γνήσιον, τοῦ Παύλου ὤφθης, ὡς παρίστησι, καὶ συνεργάτης, ἀγαπητὸς κατὰ πάντα Τιμόθεε· καὶ διαπρέψας τῷ λόγῳ τῆς χάριτος, ἀθλητικῶς 
ἐδοξάσθης Ἀπόστολε. Ὅθεν πρέσβευε, Κυρίῳ τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος. 


  




΄Ετερον Απολυτίκιον Ποίημα ΜΟΝΑΧΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΟΥ
΄Ηχος δ΄
Ταχύ προκατάλαβε  
΄Ως Παύλου συνέκδημος,και μαθητής ιερός,Απόστολος ένθεος,και υπηρέτης Χριστού,εδείχθεις Τιμόθεε,όθεν την εν Εφέσω,Εκκλησίαν ποιμάνας,αίματι μαρτυρίου,την ζωήν σφραγίζεις.Και νύν Χριστόν ικέτευε,υπέρ των ψυχών ημών.





Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός
Τιμόθεον πιστοί, τὸν συνέκδημον Παύλου, καὶ θεῖον μαθητήν, καὶ πιστὸν συνεργάτην, ἐνθέως τιμήσωμεν, πρὸς αὐτὸν ἀνακράζοντες· Ἀεὶ πρέσβευε, 
τῷ Βασιλεῖ τῶν ἁπάντων, δοῦναι ἄφεσιν, ἁμαρτιῶν ἡμῖν πᾶσιν, ὡς θεῖος Ἀπόστολος.




Ἕτερον Κοντάκιον (μετὰ τοῦ Ὁσιομάρτυορος Ἀναστασίου)        

Ἦχος α’. 

Τὸν τάφον σου Σωτήρ

Τὸν θεῖον Μαθητήν, καὶ συνέκδημον Παύλου, 

Τιμόθεον πιστοί, 

εὐφημήσωμεν ὕμνοις, σὺν τούτῳ 

γεραίροντες, τὸν σοφὸν 

Ἀναστάσιον, τὸν ἐκλάμψαντα, 

ἐκ τῆς Περσίδος ὡς ἄστρον, καὶ ἐλαύνοντα, 

τὰ ψυχικὰ ἡμῶν πάθη, 

καὶ νόσους τοῦ σώματος.




Μεγαλυνάριον
Χερσὶ ταῖς τοῦ Παύλου ὁλοσχερῶς, Χριστῷ ἀνετέθης, τῷ τῶν ὅλων δημιουργῷ, καὶ τῆς ἐν Ἐφέσῳ, Ἁγίας Ἐκκλησίας, ποιμὴν σοφὸς ἐδείχθης, μάκαρ Τιμόθεε.

Ἕτερον Μεγαλυνάριον (μετὰ τοῦ Ὁσιομάρτυρος Ἀναστασίου)

Παύλου ἐχρημάτισας Μαθητής, Τιμόθεε μάκαρ, ὡς Ἀπόστολος εὐκλεής· θείων δὲ χαρίτων, ἐπλήσθης ἐναθλήσας, Χριστοῦ Ὁσιομάρτυς, ὦ Ἀναστάσιε.  



ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΙΜΟΘΕΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Ο ΠΕΡΣΗΣ 

Ο Ν.Ιωνίας Τιμόθεος  

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2013

ΤΑ ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ





  Μοναδικὴ καὶ συγκλονιστικὴ ἡ ἑορτὴ τῶν Θεοφανείων! Ἑορτὴ τὴν ὁποία ἐξαρχῆς ἑορτάζει καὶ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας, ἀφοῦ στὰ γεγονότα της ἔχουμε τὴν φανέρωση καὶ τὴν προσκύνηση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια τῆς Ἀποκαλύψεως τῆς Τριαδικῆς Θεότητος μᾶς κηρύττουν τὸ Εὐαγγελικὸ καὶ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, ἀλλὰ καὶ οἱ ἱεροὶ ὕμνοι ποὺ θὰ ἀκούσουμε καὶ πανηγυρικῶς θὰ ἀναμέλψουμε στοὺς ἱερούς μας ναούς. 

  
 «Ἄξιον καὶ δίκαιον» τὸ λοιπὸν ἀδελφοί, νὰ ἑστιάσουμε, ὅσο τὸ δυνατὸν τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά μας στὶς μεγάλες δογματικὲς ἀλήθειες ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ποὺ ἔχουν ἄμεση σχέση μὲ τὴν καθημερινή μας ζωή, ἀφοῦ, «πράξις, θεωρίας ἐπίβασις» κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο.
  Εἶναι σὲ ὅλους γνωστὸ ὅτι οἱ Ἑβραῖοι περίμεναν τὸν Μεσσία. Τὸ πρόσωπο δηλαδὴ αὐτὸ τὸ ὁποῖο σύμφωνα μὲ τὶς προφητεῖες θὰ προσέφερε τὴν σωτηρία. Καὶ εἶναι πολὺ χαρακτηριστικὸ πὼς ὅταν ὁ Κύριος συνομιλοῦσε μὲ τὴν Σαμαρείτιδα, ἐκείνη σὲ κάποια στιγμὴ τοῦ εἶπε: «Οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος...Χριστὸς» (Ἰωάν. Δ' 25). Γνωρίζω δήλ. ὅτι ἔρχεται Μεσσίας, ὁ ὁποῖος στὰ Ἑλληνικὰ λέγεται Χριστός! Ὅταν ἔλθει Ἐκεῖνος, θὰ μᾶς διδάξει ὅλα ὅσα εἶναι ἀναγκαῖα γιὰ τὴ σωτηρία μας. Αὐτὰ εἶπε ἡ Σαμαρείτιδα ἐκφράζοντας βεβαίως τὸν πόθο τῆς σωτηρίας καὶ τῆς λυτρώσεως, ὄχι μόνο τῶν Σαμαρειτῶν καὶ τῶν Ἰουδαίων, ἀλλὰ δίχως νὰ τὸ ἐννοεῖ καὶ τὴ λαχτάρα ὅλου του ἀνθρωπίνου γένους. Ἡ ἀπάντηση ὅμως ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Χριστὸ εἶναι ἄκρως ἀποκαλυπτική: «Ἐγὼ εἰμί, ὁ λαλῶν σοί»! Αὐτὸν ποὺ περιμένετε μὲ τόση λαχτάρα, Αὐτὸς εἶμαι Ἐγὼ πού σου μιλάω αὐτὴ τὴ στιγμή. Ἐγὼ εἶμαι ὁ Μεσσίας. Ἐγὼ εἶμαι ὁ Χριστός, ὁ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ!Ἀλλὰ πότε ἀκριβῶς ἀνακηρύχθηκε καὶ ἐπισήμως, αὐτὸ ποῦ ἤδη ἦταν, δηλαδὴ Μεσσίας; Τὸ θαυμαστὸ τοῦτο ἀποκαλυπτικὸ για  ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα γεγονός, πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τὸν Ἐπουράνιο Πατέρα, στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ κατὰ τὴν στιγμὴ ποὺ ἐβαπτίζετο. Καὶ ὅπως ὑπῆρχε ἡ συνήθεια νὰ χρίονται οἱ Προφῆτες, οἱ Ἱερεῖς καὶ οἱ Βασιλεῖς τῶν Ἑβραίων, ἔτσι ἀκριβῶς ἐχρίσθη καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Καὶ οἱ μὲν ἄνθρωποι χρίονταν μὲ τὸ εὐλογημένο ἔλαιον κατὰ τὴν εἰδικὴ τελετὴ ποὺ εἶχε καθιερωθεῖ, ἀναλόγως βεβαίως τοῦ ἔργου ποὺ θὰ ἀναλάμβαναν. Ὁ Κύριος ὅμως, ὁ Μέγας Ἀρχιερεὺς καὶ ἀπόλυτος Προφήτης, ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ Κύριος τῶν κυριευόντων, ἐχρίσθη ὄχι μὲ ἕνα ἀνθρώπινο εὐλογημένο ἔλαιον, ἀλλὰ μὲ ὅλο τὸ Ἅγιον Πνεῦμα! Μὲ ὅλο τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο «ἐν εἴδει περιστερᾶς» κατέβηκε καὶ ἔμεινε ἐπάνω Του, ὅταν βαπτιζόταν στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ ὑπὸ τοῦ Ἰωάννου.Ἀκριβῶς στὸ σημεῖο αὐτὸ ἔχουμε τὴν φανέρωση, τὴν ἀποκάλυψη τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ! Ὁ οὐράνιος Πατέρας, ὁ Γεννήτωρ, τρανώνει τὴ μεγάλη ἀλήθεια γιὰ νὰ γίνει γνωστὴ ἀπ' ὅλους τους ἀνθρώπους ὅτι: «Οὗτος ἐστὶν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς ἐν ὢ ηὐδόκησα». Αὐτὸς δήλ. εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς καὶ μονάκριβος, μὲ τὸν ὁποῖον καὶ διὰ τοῦ ὁποίου ἀποφάσισα νὰ σώσω τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἔνοχο κόσμο.
 Ἔχουμε πλέον αὐτὸν τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον «ὡσεὶ περιστερὰν» νὰ κατεβαίνει καὶ νὰ μένει ἐπάνω Του κατὰ τὴν στιγμὴν τῆς Βαπτίσεως, καὶ τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ Πατέρα, τὸν Γεννήτορα, τοῦ Ὁποίου ἀκούγεται ἡ Θεϊκὴ φωνὴ διατρανώνουσα στὸν ὁρατὸ καὶ ἀόρατο κόσμο τὴν ἀλήθεια τῆς ἀπολύτου καὶ μοναδικῆς υἱότητος τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ!
 Ὁπωσδήποτε ἀδελφοί μου, καὶ ἡ πλέον τολμηρὰ φαντασία θὰ ἀδυνατοῦσε νὰ συλλάβει τέτοια πραγματικότητα. Γι' αὐτὸ καὶ τονίζουμε ὅτι ἡ πίστις μας δὲν εἶναι ἀνακάλυψις ἀλλὰ ἀποκάλυψις τοῦ Θεοῦ!
 Ἀπὸ δῶ καὶ πέρα, καὶ μετὰ τὴν τεσσαρακονθήμερη ἀπόλυτη νηστεία στὴν ἔρημο, ὁ Κύριος ἀναλαμβάνει τὸ δημόσιο ἔργο τῆς Σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.
 Ὁ ἴδιος ὁ προφήτης Ἠσαΐας, ὀκτὼ αἰῶνες π.Χ., δήλ. τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον διὰ τοῦ προφήτου, εἶχε κηρύξει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ Πατρός: «Νὰ ὁ ἀγαπημένος καὶ μονάκριβος ἀπεσταλμένος μου διὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἔρχεται ἀναμάρτητος Αὐτός, καὶ ταπεινὸς καὶ πράος καὶ εἰρηνικὸς νὰ σώσει καὶ ὄχι νὰ ἀπωλέσει τοὺς τσακισμένους καὶ ἐξαθλιωμένους ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἀνθρώπους. Αὐτὸς εἶναι ὁ Μεσσίας καὶ Σωτήρας, στὸν ὁποῖον ἔχουν ἀναθέσει ὅλα τὰ Ἔθνη τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας τοὺς» (Μάτθ. ΙΒ' 18 – 21).   Ἔτσι, τὸ προαιώνιο σχέδιο τοῦ Θεοῦ περὶ τῆς σωτηρίας τοῦ ἀποστάτου ἀνθρώπου, ξεκινᾶ ἐπισήμως καὶ πραγματοποιεῖται πλέον ἕως τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. Καὶ γιὰ νὰ φανεῖ ἔτι πλέον αὐτὴ ἡ ἀλήθεια, ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἄρχισε τὸ μεσσιανικό του ἔργο καὶ ἐδίδασκε μέσα στὴ Συναγωγὴ τῆς Ναζαρέτ, στοὺς συμπατριῶτες τοῦ ἀνέγνωσε αὐτὴν ἀκριβῶς τὴν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα, ὁ ὁποῖος προφήτης ὁμιλεῖ γιὰ τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.  Ὁ θεόπνευστος Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, καταγράφει ἐπακριβῶς τὴν μεσσιανικὴ προφητεία στὸ ἱερό του Εὐαγγέλιο, ἀποδεικνύοντας ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ προφητευόμενος καὶ ἀναμενόμενος Λυτρωτὴς τοῦ κόσμου.
 Ἀλλὰ ἂς δοῦμε εὐθὺς ἀμέσως τὴν θαυμάσια αὐτὴ προφητεία ποὺ διαβάζει ὁ ἴδιος ὁ Λυτρωτὴς Χριστὸς γιὰ τὸν Ἑαυτόν Του: «Τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου μένει καὶ ἐπαναπαύεται σὲ μένα τὸν Μεσσία, διότι ὁ Κύριος μὲ ἔχρισε καὶ μ' ἔστειλε νὰ ἀναγγείλω τὸ χαρμόσυνο μήνυμα στοὺς φτωχοὺς καὶ νὰ θεραπεύσω τοὺς ψυχικὰ συντετριμμένους. Στοὺς αἰχμαλώτους νὰ κηρύξω ἀπελευθέρωση καὶ στοὺς τυφλοὺς ὅτι θὰ βροῦν τὸ φῶς τους. Νὰ φέρω λευτεριὰ στοὺς τσακισμένους, νὰ ἀναγγείλω τοῦ καιροῦ τὸν ἐρχομὸ ποὺ ὁ Κύριος θὰ φέρει σωτηρία στὸ λαό Του»! (Λούκ. Δ' 18 – 19) 

  
 Θεοφάνεια λοιπόν. Ἑορτὴ τῆς Ἐπιφανείας, τῆς φανερώσεως τοῦ Θεοῦ. Φανέρωσις τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου καὶ Ζωοποιοῦ καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος! Τὸ ἔργο τῆς Λυτρώσεως ἔχει πλέον συντελεστεῖ γιὰ ὅλους τους ἀπογόνους του Ἀδάμ. Γιὰ ὅλους, ἀρκεῖ ὅμως ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀποδεχθεῖ ἐν μετανοία τὸ λυτρωτικὸ ἔργο τῆς Σωτηρίας του ποὺ τοῦ προσφέρεται ἐντελῶς δωρεάν. Διότι, ναὶ μὲν ὁ Θεὸς Πατέρας διὰ τοῦ Υἱοῦ Τοῦ Θεανθρώπου πλέον Κυρίου Ἰησοῦ καὶ ἐν Ἁγίω Πνεύματι, παρέχει σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα τὴν Σωτηρία τῆς Λυτρώσεως, ἀλλά, δυστυχῶς, ὁ ἄνθρωπος κάνοντας κακὴ χρήση τῆς ἐλευθερίας του καὶ τοῦ αὐτεξουσίου του, σὲ ἀρκετὲς τῶν περιπτώσεων ἐπιλέγει τὴν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ. Ἄρνηση ὅμως τοῦ Θεοῦ συνεπάγεται ἄρνηση τῆς προσωπικῆς του ἐλευθερίας καὶ τελικῶς τὴν ἐπιλογὴ τῆς κολάσεως. Ἄρνηση τῆς Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ συνεπάγεται μία φρικτὴ καὶ ἀνέκφραστη ἀρνητικὴ κατάσταση ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν «ἐλεύθερη ἐπιλογὴ» τοῦ κακοῦ καὶ ποὺ περνᾶ στὴν αἰωνιότητα. Τὸ δὲ πλέον τραγικὸ γιὰ τὸν ἀποστάτη καὶ ἀνόητο ἄνθρωπο εἶναι ὅτι, ἐπειδὴ τελικῶς ἡ κόλαση εἶναι ἡ Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στὴν ἀρνητική της μορφὴ (καὶ αἰτία γίνεται ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος), λόγω του ὅτι ὁ Θεὸς οὐδέποτε παύει ν' ἀγαπᾶ τὸ πλάσμα Του, γι' αὐτὸ καὶ ἀπὸ ἀρνητικῆς πλευρᾶς οὐδέποτε παύει νὰ ὑφίσταται ἡ αἰωνιότητα τῆς κολάσεως.  Ὅλες οἱ ἄλλες γνῶμες ποὺ κατὰ καιροὺς καὶ τελευταία κυκλοφοροῦν, περὶ δῆθεν σωτηρίας ὅλων τῶν ἀνθρώπων λόγω τῆς Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, καὶ περὶ καταργήσεως τῆς κολάσεως, ξεκάθαρα εἶναι εἰσηγήσεις τοῦ διαβόλου καὶ καταδικασμένες ἐπισήμως ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία μας. Τὶς κηρύττουν δὲ πλανεμένοι ψευτοθεολόγοι καὶ ξεπεσμένοι ποιμένες ποὺ δυστυχῶς ἔχουν χάσει (ἐὰν ποτὲ εἶχαν) τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν καρδιά τους καὶ ἐπιζητοῦν τὴν εὐαρέσκεια τοῦ μακράν του Θεοῦ κόσμου. Τὰ κηρύγματά τους ὅπως καὶ οἱ ποικίλοι διάλογοι (καὶ ἂς μὴ λησμονοῦμε ὅτι μέσω τοῦ διαλόγου ἔπεσε καὶ ἡ προμήτορα Εὕα), δὲν εἶναι ἐν ἀληθεία καὶ ἀγάπη, ἀλλ' ἐν πνεύματι πλάνης καὶ ἀποστασίας. Οἱ λόγοι τους δὲν κηρύττουν μετάνοια καὶ ἀφύπνιση συνειδήσεων ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀλλ' ἕναν συμβιβασμὸ καὶ ἕνα ἰσοπέδωμα, ταυτοχρόνως «ρίχνοντας τὰ ἅγια τοῖς κυσί».   Ἔχουν δὲ τὸ κόμπλεξ τῶν ἀρχαίων γνωστικῶν, οἱ ὁποῖοι φοβόντουσαν νὰ κονταροχτυπηθοῦν μὲ τὸν κόσμο, καὶ ἔτσι ἀπέρριπταν καὶ ἀπορρίπτουν τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ, τὴν «μωρία τοῦ Σταυροῦ», μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται. Δήλ. σταύρωση τῆς σαρκὸς καὶ τῶν ἐπιθυμιῶν αὐτῆς καὶ πόλεμο μὲ τὸν διάβολο καὶ τὰ ποικίλα ὄργανά του στὸν κόσμο αὐτό. Γι' αὐτὲς ἀκριβῶς τὶς περιπτώσεις τῶν λυκοποιμένων καὶ τῶν κομπλεξικῶν «θεολόγων» - «φιλοσόφων», ἰσχύει ὁ καταπέλτης τῆς Γραφῆς: «νεφέλαι ἄνυδροι ὑπὸ ἀνέμων παραφερόμεναι, δένδρα φθινοπωρινά, ἄκαρπα, δὶς ἀποθανόντα, ἐκριζωθέντα, κύματα ἄγρια θαλάσσης ἐπαφρίζοντα τὰς εὐατῶν αἰσχύνας, ἀστέρες πλανῆται, οἶς ὁ ζόφος τοῦ σκότους εἰς τὸν αἰώνα τετήρηται» (Ἰούδα, 12 – 13). «Θεολόγοι – φιλόσοφοι» - σκοτολόγοι, τῆς ἀρᾶς φερώνυμοι... Αλλά, δόξα τῷ Θεῶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, δόξα τῷ Θεῶ, πιστεύουμε καὶ ὁμολογοῦμε τὸν Σωτήρα καὶ Λυτρωτὴ Κύριό μας Ἰησοῦν Χριστόν. «Κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας» (Ἑβρ. Δ' 14). Παρὰ τὶς ἀδυναμίες καὶ τὶς ἀστοχίες μας, βρισκόμαστε ἐντός της Κιβωτοῦ τῆς Σωτηρίας. Εἴμαστε μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Ἀνήκουμε στὴν Ἁγία μας Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὴν μοναδικὴ δήλ. Ἐκκλησία ποὺ ὑπάρχει καὶ ἔχουμε ἰσχυρὴ τὴν ἐλπίδα ὅτι ὁ ἐνανθρωπήσας καὶ νηπιάσας καὶ ἐν Ἰορδάνη Βαπτισθεῖς διὰ τὴν ἠμῶν σωτηρίαν Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, τελικῶς θὰ μᾶς χαρίσει καὶ τὴν Οὐράνια Βασιλεία Του. Θὰ κλείσουμε βλέποντας γιὰ ποιοὺς λόγους βαπτίστηκε ὁ Χριστὸς καὶ τὶς ἀπαντήσεις ποὺ δίνει ὁ κορυφαῖος θεολόγος τοῦ ὀγδόου αἰῶνος, Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «α) Βαπτίζεται ὁ Χριστός, ὄχι διότι Αὐτὸς ἔχει ἀνάγκην καθάρσεως, ἀλλὰ γιὰ νὰ δείξει ὅτι ἐγὼ χρειάζομαι κάθαρση. β)Γιὰ νὰ συντρίψει τὰ κεφάλια τῶν δαιμόνων στὸ νερό. γ) Γιὰ νὰ ἁγιάσει τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο καὶ Βαπτιστή. δ) Γιὰ νὰ ἐκπληρώσει τὸν Νόμο. ε) Γιὰ νὰ ἀποκαλύψει στοὺς ἀνθρώπους τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος. στ) Γιὰ νὰ γίνει γιὰ μᾶς τύπος καὶ ὑπογραμμὸς καὶ στὸ βάπτισμα»!
 Ἀδελφοί μου, χαίρετε ἐν Κυρίω πάντοτε. Ἔτη φωτισμένα, ἅγια, εἰρηνικὰ καὶ κατὰ πάντα εὐλογημένα καὶ κυρίως ἀγωνιστικά!
Ἀμήν!  
   
ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ
   
ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 

ΒΑΠΤΙΣΗ ΣΤΟΝ ΙΟΡΔΑΝΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ ΕΙΡΗΝΑΙΟ 

ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΚΟΣΜΑ Ν.ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ



  
πηγη Ρωμαιικο Οδοιπορικο 
 Ἀπολυτίκιον  
Ἦχος α’.
Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γάρ Γεννήτορος ἡ φωνή προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητόν σε Υἱόν ὀνομάζουσα· καί τό Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τό ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανείς Χριστέ ὁ Θεός, καί τόν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.

Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ἐπεφάνης σήμερον τῇ οἰκουμένῃ, καί τὸ φῶς σου Κύριε, ἐσημειώθη ἐφ᾽ ἡμᾶς, ἐν ἐπιγνώσει ὑμνούντάς σε· Ἦλθες, ἐφάνης, τό Φῶς τὸ ἀπρόσιτον.

Μεγαλυνάριον Ποίημα μοναχού Γερασίμου Μικραγιαννανίτου 
Ἄφεσιν πηγάζων τοῖς ἐξ Ἀδάμ, ὁ τῆς ἀφθαρσίας, ἀνεξάντλητος ποταμὸς, ἐν τῷ Ἰορδάνῃ, βαπτίζεται θελήσει· ἀντλήσωμεν οὖν πάντες, ὕδωρ σωτήριον. 


Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΣ 


ΣΤΟΝ ΙΟΡΔΑΝΗ ΠΟΤΑΜΟ Ο ΑΡΧΙΜ.ΤΙΜΟΘΕΟΣ ΗΛΙΑΚΗΣ ΜΕ ΝΕΟΥΣ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΑΙΤΩΛΟΥ Ν.ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ 

ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΣΤΟΝ ΙΟΡΑΝΗ 

ΝΕΟΙ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΑΙΤΩΛΟΥ Ν.ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΙΟΡΔΑΝΗ ΠΟΤΑΜΟ

Ο π.ΤΙΜΟΘΕΟΣ ΗΛΙΑΚΗΣ ΜΕ ΝΕΟΥΣ ΤΗΣ ΕΝΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ Ν.ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΣΤΟΝ ΙΟΡΔΑΝΗ ΠΟΤΑΜΟ
  

ΑΓΙΟΝ ΦΩΣ ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

  ΑΓΙΟΝ ΦΩΣ ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ ΣΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Ο Κώδικας 79 της Βιβλιοθήκης του Τορίνο (1149 μ.Χ.) Το συγκεκριμένο ελληνικό...