ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
Αρχιμανδρίτης Τιμόθεος Ηλιάκης
Ένα από τα επτά μυστήρια της Εκκλησίας μας είναι και το μυστήριο της Μετανοίας η της Ιεράς Εξομολογήσεως. Καλείται επίσης «λουτρό δακρύων» η «λουτρό πνευματικό». Το μυστήριο αυτό είναι υποχρεωτικό για τους Χριστιανούς και επαναλαμβανόμενο είναι δε δεκτό σαν μυστήριο και από τους Ρωμαιοκαθολικούς. Είναι το μυστήριο, στο οποίο ο Θεός δια του Πνευματικού συγχωρεί όλες τις μετά το βάπτισμα αμαρτίες εκείνων των Χριστιανών, οι οποίοι μετανοούν ειλικρινά και εξομολογούνται τις αμαρτίες τους στον Ιερέα - εξομολόγο.
Το μυστήριο ίδρυσε ο Ιησούς Χριστός μετά την Ανάσταση Του, όταν εμφανίστηκε στους μαθητές του και τους είπε: «Λάβετε Πνεύμα Άγιο, σε όποιους συγχωρέστε τις αμαρτίες, τους συγχωρούνται και από τον Θεό και σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα είναι για πάντα κρατημένες» (Ιωαν. κ' 22-23).
Και σε άλλη περίπτωση είχε πει ο Κύριος στους μαθητές του: «Σας διαβεβαιώνω ότι όσα δέσετε στη γη, θα είναι δεμένα και στον ουρανό και όσα λύσετε στη γη θα είναι λυμένα και στον ουρανό» (Ματθ. ιη' 18).Εξάλλου είναι γνωστό ότι ο Κύριος σε μετάνοια κάλεσε πάντας τους ανθρώπους και το σωτηριώδες Αυτού κήρυγμα ξεκίνησε με την προτροπή σε μετάνοια και σε όλη την επίγεια ζωή Του καλούσε «αμαρτωλούς εις μετάνοιαν».
Τη μετάνοια κήρυτταν οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, και ο Ιωάννης ο Πρόδρομος . Η μετάνοια είναι αναγκαία για όλους, γιατί κανένας δεν είναι αναμάρτητος, ακόμη και μια μέρα αν είναι η ζωή του. Αληθινά μετανοεί, όποιος συναισθάνεται πραγματικά το βάρος της αμαρτίας, όποιος λυπάται γιατί πρόσβαλε τον Πανάγαθο Θεό και παίρνει την ηρωική απόφαση να διορθωθεί. Ο άσωτος γιος, όταν ήρθε σε συναίσθηση, είπε:
«Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του ειπώ: πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σε σένα και δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι παιδί σου, κάνε με σαν ένα από τους μισθωτούς σου» (Λουκ. ιε' 18-19). Η απόφαση της επιστροφής και εξομολόγησης είναι μια πράξη γενναία και σωτήρια.
Όπως σε όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας μας έτσι και σε αυτό της Μετανοίας «δια ορατών, αισθητών σημείων ,αοράτως επέρχεται η Θεία Χάρις», η Οποία και ενεργεί δια των χειρών του Κληρικού.
Τα αισθητά σημεία του μυστηρίου είναι: 1) η εξομολόγηση των αμαρτιών ύστερα από ειλικρινή μετάνοια ενώπιον του πνευματικού, 2) η επίθεση του δεξιού χεριού του πνευματικού στην κεφαλή του εξομολογούμενου και 3) η ανάγνωση της συγχωρητικής ευχής. Για την τέλεση του Ιερού Μυστηρίου της Εξομολογήσεως προβλέπεται ειδική Ακολουθία στο Μέγα Ευχολόγιο της Εκκλησίας μας και δεν είναι σωστό αυτή «χάρη συντομίας» να μην τελείτε επ ακριβώς. Καλό είναι ο Πνευματικός κατά την διάρκεια του Μυστηρίου να είναι όρθιος.Επίσης το Μυστήριο δεν είναι σωστό να γίνεται, πάντα χάρη συντομίας, ομαδικά. Ενώ δεν είναι απαραίτητο να τελεσθεί εντός του Ιερού Ναού Απαγορεύεται όμως αυστηρά η «δια αλληλογραφίας» εξομολόγηση. Άλλο είναι οι πνευματικές συμβουλές δια αλληλογραφίας και άλλο η εξομολόγηση, γι αυτό και ο Πνευματικός οφείλει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός σε αυτό το θέμα.
Με το μυστήριο της εξομολογήσεως συγχωρούνται όλες οι αμαρτίες του εξομολογουμένου, που έγιναν μετά το Βάπτισμα, ακόμη και οι μεγαλύτερες και βαρύτερες. Βέβαια η Αγία Γραφή και οι Πατέρες διακρίνουν τις αμαρτίες σε συγγνωστές και θανάσιμες, αλλά το ασυγχώρητο των τελευταίων προέρχεται από την έλλειψη της μετάνοιας και εξομολογήσεως του αμαρτωλού ανθρώπου. Σύμφωνα με την Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν υφίσταται κανένας απολύτως περιορισμός επί της εξουσίας της αφέσεως των αμαρτιών. Ο εντεταλμένος Πνευματικός οφείλει να είναι ιδιαίτερα κατηρτισμένος επάνω στα όσα οι Θείοι και Ιεροί Κανόνες κελεύουν για κάθε περίπτωση «πτώσεως» και να ενεργεί όχι μόνο με το γράμμα αλλά και το πνεύμα αυτών, εξετάζοντας με ιδιαίτερη προσοχή και αγάπη την κάθε περίπτωση σαν Πατέρας στοργικός και ποτέ σαν δικαστής πολλώ δε μάλλον σαν Ιεροεξεταστής. Εκείνο που προέχει είναι η με κάθε τρόπο σωτηρία του ανθρώπου και όχι η τιμωρία του. Βέβαια για κάθε περίπτωση υπάρχουν τα επιτίμια που έρχονται όπως τα φάρμακα να βοηθήσουν στην θεραπεία .Όπως όμως ο ιατρός δεν δίνει ανεξέλεγκτα τις θεραπευτικές αγωγές και χωρίς να λάβει υπ όψιν του τυχόν παρενέργειες που θα προέλθουν από αυτές ,έτσι και ο Πνευματικός οφείλει να είναι πολύ προσεκτικός και διακριτικός όταν αποφασίζει να επιβάλλει κάποιο επιτίμιο εξηγώντας πάντα στον εξομολογούμενο τον λόγο που το κάνει και προβλέποντας αυτό να είναι πράγματι θεραπευτικό και όχι θανατηφόρο. Υπάρχουν περιπτώσεις πιστών που έφυγαν κλαίγοντας από το εξομολογητήριο με την απελπισία εγκαταστημένη στην ψυχή τους αντί της ελπίδας και της προσδοκίας της συγνώμης και τούτο γιατί το «φάρμακο» ήταν πολύ ισχυρό για τα δικά τους μέτρα. Βέβαια υπάρχουν περιπτώσεις που ο Πνευματικός βρίσκεται σε αδιέξοδο ,τότε ακριβώς έρχεται η Θεία Χάρις και ενεργεί. Στις δύσκολες περιπτώσεις μόνο με διακαή προσευχή ο Πνευματικός θα πάρει τις σωστές αποφάσεις και θα δώσει τις σωστές κατευθύνσεις και αγωγές, ενώ στις ακόμα δυσκολότερες, επιβάλλεται η γνώμη τρίτου που αυτός είναι η ο Επίσκοπος η ο Πνευματικός του Ιερέα, στους οποίους, διατηρώντας πάντα το απόρρητο της εξομολογήσεως και χωρίς την αναφορά ονομάτων, καταφεύγει ζητώντας γνώμη και συμβουλή. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε πως ο καλός Πνευματικός έχει ανάγκη ενός Καλού Πνευματικού γιατί αλλοίμονο στον Κληρικό, όποιον βαθμό κι αν έχει, που δεν εξομολογείται. Που δεν ταπεινώνεται στο πετραχήλι ενός Γέροντος Κληρικού η του Επισκόπου ,που δεν ομολογεί την αμαρτωλότητά του.
Η αμαρτία είναι προδοσία της θείας αγάπης και φιλίας και θεοποίηση του εγώ μας. «Η αμαρτία, γράφει ο ιερός Χρυσόστομος, είναι σκοτάδι και σκοτάδι πυκνό. Καθώς μέσα στο σκοτάδι δεν μπορεί κανείς να γνωρίσει φίλο ή εχθρό και καθετί, που είναι μπροστά του, έτσι και όταν ο άνθρωπος βρίσκεται στο σκοτάδι της αμαρτίας. Ο πλεονέκτης δεν ξεχωρίζει τον φίλο από τον ξένο, ο φθονερός και τον πιο στενό συγγενή του τον μισεί, σαν τον πιο μεγάλο αντίπαλο του. Και γενικά κάθε άνθρωπος που ζει στην αμαρτία δε διαφέρει από τους μεθυσμένους και τρελούς».
Από τα παραπάνω δεν εξαιρούνται οι Κληρικοί για τούτο και θα πρέπει να είμαστε πρώτα αυστηροί με τον εαυτό μας και ύστερα με τους άλλους. Θα πρέπει πρώτα να διατηρούμε καθαρή την δική μας ψυχή και συνείδηση και ύστερα να ζητάμε από τους άλλους να κάνουν το ίδιο.
Όπως αναφέραμε το έργο του Πνευματικού ανατίθεται από τον Επίσκοπο στον Πρεσβύτερο με ειδική χειροθεσία και έγγραφο «Ενταλτήριον» .Αν και δεν υπάρχει όριο ηλικίας για τον Πνευματικό η Παράδοση και η πράξη της Εκκλησίας ορίζουν να μην είναι αυτός νέος στην ηλικία αλλά και στην διακονία της Εκκλησίας . Όσα πτυχία και αν κατέχει κάποιος δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την πείρα που είναι απαραίτητη στην διακονία του μυστηρίου της εξομολογήσεως. Η ποιμαντική εμπειρία και η διάκριση πρέπει να αποτελούν τα πνευματικά εφόδια του καλού Πνευματικού χωρίς βέβαια να υποτιμούνται η να αποκλείονται και οι ειδικές επιστημονικές γνώσεις που όμως αν δεν δοκιμασθούν στην πράξη λίγα μπορούν να προσφέρουν στην επίτευξη του ιερού σκοπού του Μυστηρίου που είναι η σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου. Επίσης είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως ο Πνευματικός πρέπει να έχει άριστη σωματική και ψυχική υγεία για να μπορεί απρόσκοπτα να εκτελεί το έργο του. Ακόμα θα πρέπει να τονισθεί πως το Μυστήριο της εξομολογήσεως τελείτε αυστηρά μόνο από τον εντεταλμένο Πνευματικό η και από τον ίδιο τον Επίσκοπο ποτέ όμως από Διάκονο η Γέροντα Μοναχό έστω κι αν αυτός είναι Ηγούμενος Μονής η Αδελφότητος.
Με γνώμονα το αξίωμα πως κάθε άνθρωπος αποτελεί μια και μοναδική προσωπικότητα κατ εικόνα και ομοίωση του Θείου Δημιουργού ο Πνευματικός πρέπει να σκύβει με τον απαιτούμενο σεβασμό στα όσα ο πιστός θα του εμπιστευθεί. Για κάθε πιστό είναι αναγκαίο να ακολουθούμε διαφορετική ποιμαντική τακτική ανάλογα με την κατάστασή του .
Διαφορετική ποιμαντική θα ασκήσουμε στο παιδί, διαφορετική στον έφηβο, στην νέα κοπέλα, στην μητέρα ,στους σπουδαστές, στους ώριμους άνδρες, στους πενθούντες , στους μελλονύμφους, στους νεόνυμφους , στους έχοντας εξουσία, στους στρατιωτικούς, στους επιστήμονες, στους ηλικιωμένους, σε όσους ζουν κάτω από άσχημες συνθήκες ,στους φυλακισμένους, στους ασθενείς ,στους ανέργους , στους πρόσφυγες κ.λπ. Η αγκαλιά του Πνευματικού πρέπει να είναι το ίδιο ανοικτή και ζεστή για όλους από τον πρώτο δίκαιο μέχρι τον έσχατο αμαρτωλό. Ο Πνευματικός δεν επιπλήττει αλλά νουθετεί πάντα με πατρική αγάπη και στοργή.
Υπεύθυνος για την αμαρτία είναι ο άνθρωπος, ο οποίος είναι ελεύθερος να ακολουθήσει «τη ζωή ή το θάνατο, την ευλογία ή την κατάρα». Λυτρωτής είναι μόνο ο Ιησούς Χριστός. Αυτό πρέπει να έχει στη σκέψη του κάθε Πνευματικός για να μην πέσει στην παγίδα του κακώς νοημένου «Γεροντισμού», επιτρέποντας στον εαυτό του να πιστέψει πως «λυτρωτής» είναι ο ίδιος και μόνο όσοι τον ακολουθούν θα σωθούν. Ο Πνευματικός είναι μόνο ο αγωγός μέσα από τον οποίο περνά η Θεία Χάρις που ευλογεί ,αγιάζει και σώζει τον πιστό.
Σε καμία περίπτωση ο Πνευματικός δεν πρέπει να εκμεταλλευτεί τον πόνο η την απελπισία του πιστού προς ίδιον όφελος για τούτο και απαγορεύεται αυστηρά τόσο η λήψη χρημάτων κατά την τέλεση του μυστηρίου ,έστω και υπό μορφή «ονομάτων προς μνημόνευση», όσο και η προτροπή υπό μορφή «κανόνος» της τελέσεως στο σπίτι του πιστού αγιασμού η ευχελαίου από τον ίδιο τον Πνευματικό. Είναι γεγονός πως στις δύσκολες μέρες που ζούμε ο άνθρωπος είναι φορτισμένος ψυχολογικά. Η αβεβαιότητα του αύριο λόγω της δεινής οικονομικής κρίσεως συντελεί στην δημιουργία μεγάλων και πολύ σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων που πολλές φορές τραυματίζουν ανεπανόρθωτα τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου και τον οδηγούν σε απελπισμένα διαβήματα. Δεν είναι όμως λίγοι οι απελπισμένοι και ψυχολογικά πεσμένοι συνάνθρωποί μας που καταφεύγουν στην εκκλησία και δη στο μυστήριο της εξομολογήσεως χωρίς να γνωρίζουν τι ακριβώς είναι το μυστήριο αυτό. Πηγαίνουν απλά γιατί θέλουν κάπου να μιλήσουν . Στις περιπτώσεις αυτές χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή εκ μέρους του Πνευματικού γιατί ένα λάθος του μπορεί να αποβεί μοιραίο . Ο ψυχολογικά τραυματισμένος άνθρωπος χρήζει ιδιαιτέρας προσοχής και αντιμετώπισης που κάποιες φορές ίσως χρειασθεί η βοήθεια της επιστήμης μέσω της ψυχιατρικής . Ο καλός και έμπειρος Πνευματικός οφείλει να διακρίνει αμέσως τον κίνδυνο και να προσπαθήσει πρώτα να κερδίσει την εμπιστοσύνη του συνομιλητή του ,να τον κάνει να πιστέψει πως είναι πραγματικός του φίλος και αδελφός και πως μαζί, με την βοήθεια του Θεού και της επιστήμης , θα ξεπεράσουν τον σκόπελο της φουρτουνιασμένης ζωής του .Ο Εξομολόγος στις περιπτώσεις αυτές γίνεται ψυχαναλυτής και ψυχοθεραπευτής ,όχι με την κοσμική έννοια , αλλά σύμφωνα με το ψυχωφελές παράδειγμα και την διδασκαλία του Σωτήρος Ιησού Χριστού . Αν ο Πνευματικός καταφέρει και συνεγείρει τα συναισθήματα του απελπισμένου ανθρώπου και του δώσει ελπίδα τότε έχει κερδίσει μια ψυχή που αν χρήζει και ιατρικής παρακολούθησης μπορεί σε συνεργασία διακριτική με την επιστήμη να ξαναδεί τον κόσμο κάτω από διαφορετικό πρίσμα και να ξεκινήσει μια νέα ζωή κοντά στον Χριστό και στην μεγάλη Του οικογένεια την Εκκλησία.
Η εξομολόγηση είναι το πολυτιμότερο χάρισμα της Εκκλησίας στα παιδιά της γιατί μέσα από αυτήν ο κουρασμένος από την αμαρτία άνθρωπος βρίσκει την γαλήνη της συνειδήσεως , βρίσκει την σωτηρία και την θεραπεία της ψυχής και του σώματος πολλές φορές , επανασυνδέεται με τον Ουράνιο Πατέρα ,επιστρέφει κοντά Του και ενδύεται την «στολήν την πρώτην» . Για τούτο και καθήκον όλων των Κληρικών, πνευματικών και μη , είναι να προτρέπουν τους Χριστιανούς να προσέρχονται συχνά σε αυτήν.
π.Τιμόθεος Ηλιάκης