Τρίτη 22 Μαρτίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΗΜΑΙΑΣ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΗΜΑΙΑΣ




Η αρχή της ιστορίας της σημαίας ανάγεται στην Αρχαιότητα. Έτσι, πολύ πριν από τον 6° αιώνα π.Χ., διάφοροι ανατολικοί λαοί (Ασσύριοι, Αιγύπτιοι, Πέρσες, Χετταίοι κ.ά.) χρησιμοποιούσαν κατά τη διάρκεια του πολέμου διάφορα σύμβολα που συνήθως είχαν θεία προέλευση, τα οποία μεταβλήθηκαν σε εμβλήματα (π.χ. η Κιβωτός των Ιουδαίων, ο αετός ή ο λευκός ίππος των Περσών κ.ά). Τα εμβλήματα αυτά τοποθετούνταν σε κοντάρια, τους «εμβληματοφόρους κοντούς». Στην αρχή τα εμβλήματα ήταν μεταλλικά, αλλά με την πάροδο του χρόνου παριστάνονταν σε τεμάχια υφάσματος. Με τον τρό­πο αυτό δημιουργήθηκαν οι πρώτες σημαίες των αρχαίων χρόνων.


Οι Αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν ( τέλος 7ου αι. π.Χ. και εξής) τα σημεία ή επισήματα στις ασπίδες τους και στην πρώρα των πλοίων, για ν’ αναγνωρίζονται εύκολα μεταξύ τους οι στρατιώτες των μονάδων (Λ=Λακεδαιμόνιοι, Σ=Σικυώνιοι, παραστάσεις θεών ή συμβόλων τους, ζώων, μυθικών όντων κλπ). Ο Μέγας Αλέξανδρος χρησιμοποιούσε στο στράτευμα του σημαίες πορφυρού (=κόκκινου) υφάσματος, που ονομάζονταν φοινικίδες και τοποθετούνταν στην κορυφή των σαρισ(σ)ών (=επιμήκων δοράτων). Αργότερα οι Ρωμαίοι χρησιμοποιούσαν ανάλογα διακριτικά εμβλήματα, τα signa (=σημεία). Ιδιαιτέρως το Ιππικό της Ρώμης είχε σημαίες από ρούσσισν (δηλ. ερυθρό) ύφασμα, ονομαζόμενες vexilla.


Το κυριότερο ρωμαϊκό έμβλημα, ο αετός (aquila) χρησιμοποιούνταν μέχρι το φθινόπωρο του 312 μ.Χ., οπότε αντικαταστάθηκε κατόπιν διαταγής του Μεγάλου Κωνσταντίνου με το μονόγραμμα του Χριστού (σύμπλεγμα των γραμμάτων Χ και Ρ). Τη σημαία αυτή (labarum-λάβαρον) χρησιμοποίησε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία επί μεγάλο διάστημα. Εξέλιξη αυτού του λαβάρου ήταν η σημαία της εποχής της δυναστείας των Παλαιολόγων, δηλ. λευκή με γαλάζιο σταυρό και 4 χρυσές ακτίνες που στα άκρα τους είχαν ισάριθμα γαλάζια Β που σήμαιναν «Βασιλεύς βασιλέων βασιλεύων βασιλευόντων». Ο Δικέφαλος Αετός, από το 1300 μ.Χ. και εξής, ήταν το έμβλημα των Βασιλέων της Νικαίας και μελών του Αυτοκρατορικού Οίκου των Παλαιολόγων.



Κατά την Τουρκοκρατία οι επαναστατικές σημαίες έφεραν παράσταση με τον Δικέφαλο Αετό ή με Σταυρό. Στις 26 Φεβρ. 1821 υψώθηκε στο Ιάσιο της Μολδαβίας η πρώτη σημαία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, που χρησιμοποίησε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στον ηρωικό αγώνα του κατά των Τούρκων. Στη μία όψη έφερε την εικόνα του Σταυρού και των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και την επιγραφή «Εν τούτω νίκα» και στην άλλη παράσταση του Φοίνικος και την επιγραφή «Εκ της κόνεώς μου αναγεννώμαι». Σχεδόν ένα μήνα αργότερα ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε στη Μονή Αγίας Λαύρας το περίφημο λάβαρο της Επαναστάσεως. Είχε ορθογώνιο σχήμα και απεικόνιση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.




Κατά την Επανάσταση του 1821 χρησιμοποιήθηκαν ποικίλες σημαίες, στις οποίες σημαίνουσα παράσταση είναι αυτή του Σταυρού. Η Α' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου (1 Ιανουαρίου 1822) καθόρισε ως «χρώματα του Εθνικού σημείου» το «κυανούν και λευκόν» και ως παράσταση αυτή του Σταυρού. Ο αριθμός των 9 λωρίδων της Ελληνικής Σημαίας ανταποκρίνεται, κατά την επικρατέστερη άποψη, στις συλλαβές της γνωστής φράσεως «Ελευθερία ή θάνατος» που αναγραφόταν σε μερικές σημαίες, όταν εξερράγη η Επανάσταση του 1821.


Ο λεπτομερής καθορισμός της Σημαίας μας έγινε κατά καιρούς με διάφορα Διατάγματα, όπως αυτό της 30.7.1828 (Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας) της 4/16 Απρ. 1833 και 28 Αυγ. 1858 (Βασιλεύς Όθων), 28 Δεκ. 1863 (Βασιλεύς Γεώργιος Α') κ.ά. Ο πλέον πρόσφατος σχετικός Νόμος είναι ο υπ' αρ. 851 της 21 Δεκ. 1978, με τον οποίο σαφώς καθορίζονται το σχήμα και οι διαστάσεις του Σταυρού και το πλάτος των εννέα ταινιών (λωρίδων). Βάσει του Νόμου αυτού έχουν καθορισθεί συνολικώς 8 μεγέθη σημαιών και ισάριθμα ύψη κοντών, αναλόγως του προορισμού κάθε σημαίας (επί φρουρίων, δημοσίων και δημοτικών κτηρίων, πρεσβειών, κρατικών οχημάτων και οικιών). Έτσι, το μεν μέγεθος των σημαιών κυμαίνεται από 6,48μ. Χ 4,32μ. μέχρι 0,27μ. Χ 0,18μ. και το ύψος των κοντών μεταξύ 12μ. και 2,6μ. Όταν η σημαία υψώνεται σε δημόσια κτήρια, στρατόπεδα, εκπαιδευτικά ιδρύματα κλπ, ο κοντός φέρει στην κορυφή του λευκή σφαίρα και επ' αυτής Σταυρό. Αν η σημαία υψώνεται σε ιδιωτι­κά γραφεία, οικίες, καταστήματα κλπ. τότε ο κοντός φέρει στην κορυφή του κυλινδρικό τεμάχιο που καμπυλώνεται στο άνω μέρος του. Σε περίπτωση αποκαλυπτηρίων προτομών ή αγαλμάτων, αυτά καλύπτονται με κυανόλευκες ταινίες και όχι με τη σημαία. Σε περίπτωση φθοράς της, η σημαία κατα­στρέφεται διά πυρός, βάσει σχετικής διαδικασίας.


Η Ελληνική Σημαία, ως το πλέον ιερό σύμβολο, μας υπενθυμίζει το χρέος μας έναντι του Έθνους και την υποχρέωση μας να θυσιάζουμε τη ζωή μας, υπερασπιζόμενοι την Ελλάδα. Η μεγαλύτερη, λοιπόν, τιμή για κάθε Έλληνα και Ελληνίδα είναι ο θάνατος για την Πατρίδα και τη Σημαία μας. 
























Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016

ΤΟ ΙΕΡΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ


ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΥΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
 Αρχιμανδρίτης Τιμόθεος Ηλιάκης 



Ένα από τα επτά μυστήρια της Εκκλησίας μας είναι και το μυστήριο της Μετανοίας η της Ιεράς Εξομολογήσεως. Καλείται επίσης «λουτρό δακρύων» η «λουτρό πνευματικό». Το μυστήριο αυτό είναι υποχρεωτικό για τους Χριστιανούς και επαναλαμβανόμενο είναι δε δεκτό σαν μυστήριο και από τους Ρωμαιοκαθολικούς. Είναι το μυστήριο, στο οποίο ο Θεός δια του Πνευματικού συγχωρεί όλες τις μετά το βάπτισμα αμαρτίες εκείνων των Χριστιανών, οι οποίοι μετανοούν ειλικρινά και εξομολογούνται τις αμαρτίες τους στον Ιερέα - εξομολόγο.
 Το μυστήριο ίδρυσε ο Ιησούς Χριστός μετά την Ανάσταση Του, όταν εμφανίστηκε στους μαθητές του και τους είπε: «Λάβετε Πνεύμα Άγιο, σε όποιους συγχωρέστε τις αμαρτίες, τους συγχωρούνται και από τον Θεό και σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα είναι για πάντα κρατημένες» (Ιωαν. κ' 22-23).
 Και σε άλλη περίπτωση είχε πει ο Κύριος στους μαθητές του: «Σας διαβεβαιώνω ότι όσα δέσετε στη γη, θα είναι δεμένα και στον ουρανό και όσα λύσετε στη γη θα είναι λυμένα και στον ουρανό» (Ματθ. ιη' 18).Εξάλλου είναι γνωστό ότι ο Κύριος σε μετάνοια κάλεσε πάντας τους ανθρώπους και το σωτηριώδες Αυτού κήρυγμα ξεκίνησε με την προτροπή σε μετάνοια και σε όλη την επίγεια ζωή Του καλούσε «αμαρτωλούς εις μετάνοιαν».   
 Τη μετάνοια κήρυτταν οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, και ο Ιωάννης ο Πρόδρομος . Η μετάνοια είναι αναγκαία για όλους, γιατί κανένας δεν είναι αναμάρτητος, ακόμη και μια μέρα αν είναι η ζωή του. Αληθινά μετανοεί, όποιος συναισθάνεται πραγματικά το βάρος της αμαρτίας, όποιος λυπάται γιατί πρόσβαλε τον Πανάγαθο Θεό και παίρνει την ηρωική απόφαση να διορθωθεί. Ο άσωτος γιος, όταν ήρθε σε συναίσθηση, είπε:
«Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του ειπώ: πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σε σένα και δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι παιδί σου, κάνε με σαν ένα από τους μισθωτούς σου» (Λουκ. ιε' 18-19). Η απόφαση της επιστροφής και εξομολόγησης είναι μια πράξη γενναία και σωτήρια.
 Όπως σε όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας μας έτσι και σε αυτό της Μετανοίας «δια ορατών, αισθητών σημείων ,αοράτως επέρχεται η Θεία Χάρις», η Οποία και ενεργεί δια των χειρών του Κληρικού.   
Τα αισθητά σημεία του μυστηρίου είναι: 1) η εξομολόγηση των αμαρτιών ύστερα από ειλικρινή μετάνοια ενώπιον του πνευματικού, 2) η επίθεση του δεξιού χεριού του πνευματικού στην κεφαλή του εξομολογούμενου  και 3) η ανάγνωση της συγχωρητικής ευχής. Για την τέλεση του Ιερού Μυστηρίου της Εξομολογήσεως προβλέπεται ειδική Ακολουθία στο Μέγα Ευχολόγιο της Εκκλησίας μας και δεν είναι σωστό αυτή «χάρη συντομίας» να μην τελείτε επ ακριβώς. Καλό είναι ο Πνευματικός κατά την διάρκεια του Μυστηρίου να είναι όρθιος.Επίσης το Μυστήριο δεν είναι σωστό να γίνεται, πάντα χάρη συντομίας, ομαδικά. Ενώ δεν είναι απαραίτητο να τελεσθεί εντός του Ιερού Ναού Απαγορεύεται όμως αυστηρά η «δια αλληλογραφίας» εξομολόγηση. Άλλο είναι οι πνευματικές συμβουλές δια αλληλογραφίας και άλλο η εξομολόγηση, γι αυτό και ο Πνευματικός οφείλει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός σε αυτό το θέμα. 
 Με το μυστήριο της εξομολογήσεως συγχωρούνται όλες οι αμαρτίες του εξομολογουμένου, που έγιναν μετά το Βάπτισμα, ακόμη και οι μεγαλύτερες και βαρύτερες. Βέβαια η Αγία Γραφή και οι Πατέρες διακρίνουν τις αμαρτίες σε συγγνωστές και θανάσιμες, αλλά το ασυγχώρητο των τελευταίων προέρχεται από την έλλειψη της μετάνοιας και εξομολογήσεως του αμαρτωλού ανθρώπου. Σύμφωνα με την Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας δεν υφίσταται κανένας απολύτως περιορισμός επί της εξουσίας της αφέσεως των αμαρτιών. Ο εντεταλμένος Πνευματικός οφείλει να είναι ιδιαίτερα κατηρτισμένος επάνω στα όσα οι Θείοι και Ιεροί Κανόνες κελεύουν για κάθε περίπτωση «πτώσεως» και να ενεργεί όχι μόνο με το γράμμα αλλά και το πνεύμα αυτών, εξετάζοντας με ιδιαίτερη προσοχή και αγάπη την κάθε περίπτωση σαν Πατέρας στοργικός και ποτέ σαν δικαστής πολλώ δε μάλλον σαν Ιεροεξεταστής. Εκείνο που προέχει είναι η με κάθε τρόπο σωτηρία του ανθρώπου και όχι η τιμωρία του. Βέβαια για κάθε περίπτωση υπάρχουν τα επιτίμια που έρχονται όπως τα φάρμακα να βοηθήσουν στην θεραπεία .Όπως όμως ο ιατρός δεν δίνει ανεξέλεγκτα τις θεραπευτικές αγωγές και χωρίς να λάβει υπ όψιν του τυχόν παρενέργειες που θα προέλθουν από αυτές ,έτσι και ο Πνευματικός οφείλει να είναι πολύ προσεκτικός και διακριτικός όταν αποφασίζει να επιβάλλει κάποιο επιτίμιο εξηγώντας πάντα στον εξομολογούμενο τον λόγο που το κάνει και προβλέποντας αυτό να είναι πράγματι θεραπευτικό και όχι θανατηφόρο. Υπάρχουν περιπτώσεις πιστών που έφυγαν κλαίγοντας από το εξομολογητήριο με την απελπισία εγκαταστημένη στην ψυχή τους αντί της ελπίδας και της προσδοκίας της συγνώμης και τούτο γιατί το «φάρμακο» ήταν πολύ ισχυρό για τα δικά τους μέτρα. Βέβαια υπάρχουν περιπτώσεις που ο Πνευματικός βρίσκεται σε αδιέξοδο ,τότε ακριβώς έρχεται η Θεία Χάρις και ενεργεί. Στις δύσκολες περιπτώσεις μόνο με διακαή προσευχή ο Πνευματικός θα πάρει τις σωστές αποφάσεις και θα δώσει τις σωστές κατευθύνσεις και αγωγές, ενώ στις ακόμα δυσκολότερες, επιβάλλεται η γνώμη τρίτου που αυτός είναι η ο Επίσκοπος η ο Πνευματικός του Ιερέα, στους οποίους, διατηρώντας πάντα το απόρρητο της εξομολογήσεως και χωρίς την αναφορά ονομάτων, καταφεύγει ζητώντας γνώμη και συμβουλή. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε πως ο καλός Πνευματικός έχει ανάγκη ενός Καλού Πνευματικού γιατί αλλοίμονο στον Κληρικό, όποιον βαθμό κι αν έχει, που δεν εξομολογείται. Που δεν ταπεινώνεται στο πετραχήλι  ενός Γέροντος Κληρικού η του Επισκόπου  ,που δεν ομολογεί την αμαρτωλότητά του.     
Η αμαρτία είναι προδοσία της θείας αγάπης και φιλίας και θεοποίηση του εγώ μας. «Η αμαρτία, γράφει ο ιερός Χρυσόστομος, είναι σκοτάδι και σκοτάδι πυκνό. Καθώς μέσα στο σκοτάδι δεν μπορεί κανείς να γνωρίσει φίλο ή εχθρό και καθετί, που είναι μπροστά του, έτσι και όταν ο άνθρωπος βρίσκεται στο σκοτάδι της αμαρτίας. Ο πλεονέκτης δεν ξεχωρίζει τον φίλο από τον ξένο, ο φθονερός και τον πιο στενό συγγενή του τον μισεί, σαν τον πιο μεγάλο αντίπαλο του. Και γενικά κάθε άνθρωπος που ζει στην αμαρτία δε διαφέρει από τους μεθυσμένους και τρελούς».
Από τα παραπάνω δεν εξαιρούνται οι Κληρικοί για τούτο και θα πρέπει να είμαστε πρώτα αυστηροί με τον εαυτό μας και ύστερα με τους άλλους. Θα πρέπει πρώτα να διατηρούμε καθαρή την δική μας ψυχή και συνείδηση και ύστερα να ζητάμε από τους άλλους να κάνουν το ίδιο. 
Όπως αναφέραμε το έργο του Πνευματικού ανατίθεται από τον Επίσκοπο στον Πρεσβύτερο με ειδική χειροθεσία και έγγραφο «Ενταλτήριον» .Αν και δεν υπάρχει όριο ηλικίας για τον Πνευματικό η Παράδοση και η πράξη της Εκκλησίας ορίζουν να μην είναι αυτός νέος στην ηλικία αλλά και στην διακονία της Εκκλησίας . Όσα πτυχία και αν κατέχει κάποιος δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την πείρα που είναι απαραίτητη στην διακονία του μυστηρίου της εξομολογήσεως. Η ποιμαντική εμπειρία και η διάκριση πρέπει να αποτελούν τα πνευματικά εφόδια του καλού Πνευματικού χωρίς βέβαια να υποτιμούνται η να αποκλείονται και οι ειδικές επιστημονικές γνώσεις που όμως αν δεν δοκιμασθούν στην πράξη λίγα μπορούν να προσφέρουν στην επίτευξη του ιερού σκοπού του Μυστηρίου που είναι η σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου. Επίσης είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως ο Πνευματικός πρέπει να έχει άριστη σωματική και ψυχική υγεία για να μπορεί απρόσκοπτα να εκτελεί το έργο του. Ακόμα  θα πρέπει να τονισθεί πως το Μυστήριο της εξομολογήσεως τελείτε αυστηρά μόνο από τον εντεταλμένο Πνευματικό η και από τον ίδιο τον Επίσκοπο ποτέ όμως από Διάκονο η Γέροντα Μοναχό έστω κι αν αυτός είναι Ηγούμενος Μονής η Αδελφότητος.  
Με γνώμονα το αξίωμα πως κάθε άνθρωπος αποτελεί μια και μοναδική προσωπικότητα κατ εικόνα και ομοίωση του Θείου Δημιουργού ο Πνευματικός πρέπει να σκύβει με τον απαιτούμενο σεβασμό στα όσα ο πιστός θα του εμπιστευθεί. Για κάθε πιστό είναι αναγκαίο να ακολουθούμε διαφορετική ποιμαντική τακτική ανάλογα με την κατάστασή του . 
Διαφορετική ποιμαντική θα ασκήσουμε στο παιδί, διαφορετική στον έφηβο, στην νέα κοπέλα, στην μητέρα ,στους σπουδαστές, στους ώριμους άνδρες, στους πενθούντες , στους μελλονύμφους, στους νεόνυμφους , στους έχοντας εξουσία, στους στρατιωτικούς, στους επιστήμονες, στους ηλικιωμένους, σε όσους ζουν κάτω από άσχημες συνθήκες ,στους φυλακισμένους, στους ασθενείς ,στους ανέργους , στους πρόσφυγες  κ.λπ. Η αγκαλιά του Πνευματικού πρέπει να είναι το ίδιο ανοικτή και ζεστή για όλους από τον πρώτο δίκαιο μέχρι τον έσχατο αμαρτωλό. Ο Πνευματικός δεν επιπλήττει αλλά νουθετεί πάντα με πατρική αγάπη και στοργή.    
 Υπεύθυνος για την αμαρτία είναι ο άνθρωπος, ο οποίος είναι ελεύθερος να ακολουθήσει «τη ζωή ή το θάνατο, την ευλογία ή την κατάρα». Λυτρωτής είναι μόνο ο Ιησούς Χριστός. Αυτό πρέπει να έχει στη σκέψη του κάθε Πνευματικός για να μην πέσει στην παγίδα του κακώς νοημένου   «Γεροντισμού», επιτρέποντας στον εαυτό του να πιστέψει πως «λυτρωτής» είναι ο ίδιος και μόνο όσοι τον ακολουθούν θα σωθούν. Ο Πνευματικός είναι μόνο ο αγωγός μέσα από τον οποίο περνά η Θεία Χάρις που ευλογεί ,αγιάζει και σώζει τον πιστό.
Σε καμία περίπτωση ο Πνευματικός δεν πρέπει να εκμεταλλευτεί τον πόνο η την απελπισία του πιστού προς ίδιον όφελος για τούτο και απαγορεύεται αυστηρά τόσο η λήψη χρημάτων κατά την τέλεση του μυστηρίου ,έστω και υπό μορφή «ονομάτων προς μνημόνευση», όσο και η προτροπή υπό μορφή «κανόνος» της τελέσεως στο σπίτι του πιστού αγιασμού η ευχελαίου από τον ίδιο τον Πνευματικό. Είναι γεγονός πως στις δύσκολες μέρες που ζούμε ο άνθρωπος είναι φορτισμένος ψυχολογικά. Η αβεβαιότητα του αύριο λόγω της δεινής οικονομικής κρίσεως συντελεί στην δημιουργία μεγάλων και πολύ σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων που πολλές φορές τραυματίζουν ανεπανόρθωτα τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου και τον οδηγούν σε απελπισμένα διαβήματα. Δεν είναι όμως λίγοι οι απελπισμένοι και ψυχολογικά πεσμένοι  συνάνθρωποί μας που καταφεύγουν στην εκκλησία και δη στο μυστήριο της εξομολογήσεως χωρίς να γνωρίζουν τι ακριβώς είναι το μυστήριο αυτό. Πηγαίνουν απλά γιατί θέλουν κάπου να μιλήσουν . Στις περιπτώσεις αυτές χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή εκ μέρους του Πνευματικού γιατί ένα λάθος του μπορεί να αποβεί μοιραίο . Ο ψυχολογικά τραυματισμένος άνθρωπος χρήζει ιδιαιτέρας προσοχής και αντιμετώπισης που κάποιες φορές ίσως χρειασθεί η βοήθεια της επιστήμης μέσω της ψυχιατρικής . Ο καλός και έμπειρος Πνευματικός οφείλει να διακρίνει αμέσως τον κίνδυνο και να προσπαθήσει πρώτα να κερδίσει την εμπιστοσύνη του συνομιλητή του ,να τον κάνει να πιστέψει πως είναι πραγματικός του φίλος και αδελφός και πως μαζί, με την βοήθεια του Θεού και της επιστήμης , θα ξεπεράσουν τον σκόπελο της φουρτουνιασμένης ζωής του .Ο Εξομολόγος στις περιπτώσεις αυτές γίνεται ψυχαναλυτής και ψυχοθεραπευτής ,όχι με την κοσμική έννοια , αλλά σύμφωνα με το ψυχωφελές παράδειγμα και την διδασκαλία του Σωτήρος Ιησού Χριστού . Αν ο Πνευματικός καταφέρει και συνεγείρει τα συναισθήματα του απελπισμένου ανθρώπου και του δώσει ελπίδα τότε έχει κερδίσει μια ψυχή που αν χρήζει και ιατρικής παρακολούθησης μπορεί σε συνεργασία διακριτική με την επιστήμη να ξαναδεί τον κόσμο κάτω από διαφορετικό πρίσμα και να ξεκινήσει μια νέα ζωή κοντά στον Χριστό και στην μεγάλη Του οικογένεια την Εκκλησία.
Η εξομολόγηση είναι το πολυτιμότερο χάρισμα της Εκκλησίας στα παιδιά της γιατί μέσα από αυτήν ο κουρασμένος από την αμαρτία άνθρωπος βρίσκει την γαλήνη της συνειδήσεως , βρίσκει την σωτηρία και την θεραπεία της ψυχής και του σώματος πολλές φορές , επανασυνδέεται με τον Ουράνιο Πατέρα ,επιστρέφει κοντά Του και ενδύεται την «στολήν την πρώτην» . Για τούτο και  καθήκον όλων των Κληρικών, πνευματικών και μη , είναι να προτρέπουν τους Χριστιανούς να προσέρχονται συχνά σε αυτήν.          
π.Τιμόθεος Ηλιάκης  






Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

ΑΠΆΝΤΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΝΏΝΥΜΟ "ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ (;) ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ"


Στην εφημερίδα "Το Παρόν" την Κυριακή 21 Φεβρουαρίου, είδε το φως της δημοσιότητος ένα άρθρο με την υπογραφή "Μητροπολίτης της Βορείου Ελλάδος",που αναφέρεται στους λόγους για τους οποίους ο Μακ. Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ.Ιερώνυμος δεν παρέστει στην Σύναξη των Προκαθημένων στην Γενεύη κατά τον παρελθόντα μήνα.   Επειδή το εν λόγω κείμενο είναι γεμάτο ανακρίβειες μας δίνει το δικαίωμα να σκεφθούμε ότι ανακριβέστατη είναι και η υπογραφή του.
Δεν είναι δυνατόν στους κόλπους της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος να υπάρχει πρόσωπο τέτοιας χαμηλής πνευματικής ,ηθικής και θεολογικής στάθμης. Αν όμως πράγματι υπάρχει τότε μαύρα τα μαντάτα για το μέλλον της ελλαδικής εκκλησίας . Αν υπάρχει Μητροπολίτης που δεν έχει το θάρρος και τον ανδρισμό να βάλει το όνομά του κάτω από ένα κείμενο που δημοσιεύει και με το οποίο καθυβρίζει την Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και προσωπικά τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο,παραποιεί γεγονότα,αλλοιώνει Κανόνες και Νόμους,τότε δυστυχώς έχουμε φθάσει σε ημέρες απόλυτης ηθικής παρακμής .Αν ο Μητροπολίτης αυτός είναι πράγματι Επίσκοπος της Ορθοδόξου Εκκλησίας πρέπει να καταθέσει αμέσως το ωμοφόριο και το εγκόλπιο του και να μας αφήσει ησύχους. 
Όμως πολύ φοβάμαι ότι ο συντάκτης του λιβελογραφήματος  ΔΕΝ είναι Μητροπολίτης αλλά κάποιος που νομίζει ότι είναι Μιτροφόρος.
Κάποιος που πιστεύει ότι είναι Κριτής της Οικουμένης και αρχιερέας αρχιερέων ,μόνο που αντί για ράβδο κρατάει μαύρη σαν την ψυχή του κουτάλα και ανακατεύει την κόλαση.
Πολύ φοβάμαι πως οι γνωστοί άγνωστοι φουστανελλοπαντελονάδες ,αυτοί οι παράξενοι τύποι που ασχολούνται συνεχώς με τα ράσα των παπάδων, που αρθρογραφούν πάντα ανώνυμα ,οι "ευλαβέστατοι" (από το ευ-λαμβάνω), αυτοί που φοράνε παντελονάκια την ημέρα και το βράδυ φουστίτσα ,βρήκαν πεδίο δράσης και ξεκίνησαν το αγαπημένο τους χόμπι ελπίζοντας να λάβουν  τον "επί γης μισθό τους" .
 Η καλοπροαίρετη και επώνυμη κριτική είναι και αποδεκτή και πολλές φορές αναγκαία ,η κακοπροαίρετη και ανώνυμη όμως είναι ανήθικη, άνανδρη καταδικαστέα και απορριπτέα. 





(Από την Εφημερίδα "Το Παρόν" Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016)
Στο Ανακοινωθέν της Σύναξης, 28 Ιανουαρίου 2016, δηλώνεται ότι η απουσία του Αρχιεπισκόπου ήταν «διά προσωπικούς λόγους». Η δήλωση είναι αναληθής. Ο Αρχιεπίσκοπος ουδεμία προσωπική διαφορά έχει έναντι όλων. Είναι πολύ φιλικός, ευγενής και διαλλακτικός.
Η απουσία του οφείλεται σε «κανονικούς λόγους». Αφορούν το κύρος του θεσμού της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Προκαθημένου της. Κάποιοι λόγοι δημοσιοποιήθηκαν στο «ΠΑΡΟΝ» της 17ης Ιανουαρίου 2016, με τίτλο: «Ο Αρχιεπίσκοπος απαιτεί σεβασμό προς την Εκκλησία της Ελλάδος από τον Οικουμενικό Πατριάρχη».
Πρώτος κανονικός λόγος: Η αντικανονική εμπλοκή του Πατριάρχη στην εκλογή Μητροπολίτη Ιωαννίνων. Στην κανονική γλώσσα αυτό ορίζεται ως «εισπήδηση» ή «επίβαση» στη διοίκηση άλλης τοπικής Εκκλησίας. Εδώ, της Διοικούσης Εκκλησίας της Ελλάδος. Αυτή συγκροτείται από τους «εν ενεργεία Αρχιερείς» (άρθρο 3 του Συντάγματος) των Παλαιών και των Νέων Χωρών της Ελλάδος (πλην μίας εξαιρέσεως: Κρήτης, Δωδεκανήσων και Αγίου Όρους, που διοικούνται από τον Πατριάρχη), κατά τον Καταστατικό Χάρτη του 1977 και τα κανονικά κείμενα των δύο Εκκλησιών, Κωνσταντινουπόλεως και Ελλάδος, σεβαστά και από την Πολιτεία της Ελλάδος. Ανωτάτη Διοικητική Αρχή, η Σύνοδος της Ιεραρχίας, υπό την προεδρία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, του και Προκαθημένου της Εκκλησίας. Έτσι μνημονεύεται ο Αθηνών στα Δίπτυχα από τον Πατριάρχη και τους άλλους Προκαθημένους των επίσημων τοπικών Εκκλησιών. Κορυφαία διοικητική πράξη της Ιεραρχίας είναι η εκλογή Αρχιερέων. Κάθε άλλη ξένη θεσμικά εμπλοκή -πολιτικής ή εκκλησιαστικής Αρχής- στο κορυφαίο αυτό γεγονός είναι νομικά και κανονικά απορριπτέα. Η κατάληξη της εκλογής Ιωαννίνων είναι γνωστή, σε σχέση με την εμπλοκή Πατριάρχη. Όμως το γινάτι βγάζει μάτι.
( ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Κάποιος να πει στον συντάκτη ότι σύμφωνα με τις διατάξεις του Τόμου του 1928  που έχει κατοχυρωθεί τόσο από το Σύνταγμα όσο και από την ομόφωνη απόφαση της Ιεραρχίας (28 Μαΐου 2004) ο Πατριάρχης διατηρεί το δικαίωμα να προτείνει υποψηφίους για τις Μητροπόλεις των λεγομένων"Νέων Χωρών". ( Η  ΠΣΠ 28 ἀναλύει τό ἀνώτατο αὐτό κανονικό δικαίωμα.  Ἀναφέρει, δηλαδή, τούς ὅρους ὑπό τούς ὁποίους τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἀναθέτει τήν διοίκησι τῶν Μητροπόλεών του. Οἱ ὅροι αὐτοί συνοπτικῶς διευκρινίζουν τά: 
1.-Περί τῆς συμμετοχῆς τῶν Μητροπολιτῶν τῶν Νέων Χωρῶν εἰς τήν Ἱερά Σύνοδο καί τά λοιπά διοικητικά σώματα τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ὅροι Α´ , Β´ , Γ´ καί Δ´ )·
2.-Περί τοῦ τρόπου ἐκλογῆς τῶν Μητροπολιτῶν αὐτῶν καί περί τοῦ δικαιώματος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου νά προτείνῃ ὑποψηφίους καί νά ἐγκρίνῃ τόν κατάλογο ὑποψηφίων Ἀρχιερέων (ὅρος Ε´ )·
3.-Περί τοῦ ἐκκλήτου, τοῦ τελεσιδίκου, δηλαδή, δικαστικοῦ δικαιώματος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, (ὅρος ΣΤ´ )·
4.-Περί τῆς ὑποχρεώσεως τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά ἀναγγέλλῃ εἰς τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τήν χηρεία καί τήν πλήρωσι τῶν Μητροπόλεων αὐτῶν, νά ἀποστέλλῃ εἰς τό Πατριαρχεῖο τά ὑπομνήματα ἐκλογῆς καί τίς Ἀρχιερατικές ὁμολογίες τῶν νέων Ἀρχιερέων καί νά ἀνακοινώνῃ καί τίς προσκλήσεις πού ἀπευθύνει εἰς αὐτούς πρός συμμετοχήν των εἰς τήν Σύνοδο τῶν Ἀθηνῶν, ἀκόμη δέ καί περί τῆς ὑποχρεώσεως τῶν ἰδίων τῶν Μητροπολιτῶν νά ἀνακοινώνουν εἰς τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τήν ἀνάληψι τῶν ποιμαντορικῶν τους καθηκόντων (ὅρος Ζ´ )·
5.-Περί τῆς ἀποστολῆς εἰς τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο τῶν ἐτησίων ἐκθέσεων πεπραγμένων τῶν Μητροπολιτῶν τῶν Νέων Χωρῶν (ὅρος Η´ )·
6.-Περί τοῦ Πατριαρχικοῦ μνημοσύνου, τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀναφορᾶς, δηλαδή, τοῦ Πατριαρχικοῦ ὀνόματος εἰς τήν Θεία Λειτουργία ἀπό τούς Μητροπολίτας τῶν Νέων Χωρῶν (ὅρος Θ´ )· καί
7.-Περί τῆς διατηρήσεως τῶν κανονικῶν δικαιωμάτων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ἐπί τῶν Πατριαρχικῶν καί Σταυροπηγιακῶν Μονῶν τῶν Νέων Χωρῶν (ὅρος Ι´ ) .
Ολα αυτά δεν τα γνωρίζει ο λαλίστατος "Μητροπολίτης της Βορείου Ελλάδος";
Δεύτερος κανονικός λόγος: Ο Πατριάρχης, αντί να προβληματισθεί ορθά, προχωρεί σε δεύτερη πρόκληση. Τον αποτυχόντα αλλά εκλεκτό του Πατριάρχη εκλέγει η Σύνοδος του Πατριαρχείου Μητροπολίτη Αδριανουπόλεως. Ως εδώ, ουδέν μεμπτόν. Αντί όμως ο Πατριάρχης τον νέο Μητροπολίτη του να τον ποδηγετήσει πώς να αναδείξει την ιστορική Μητρόπολη Αδριανουπόλεως, το όνομα και την ουσία της οποίας σφετερίζεται, κακώς, η τοπική Εκκλησία Βουλγαρίας, τον τοποθετεί, χωρίς προηγούμενη συνεννόηση προς επιτυχία του σκοπού, διευθυντή του Πατριαρχικού Γραφείου Αθηνών. Στην άμεση δικαιοδοσία του Αρχιεπισκόπου. Ο οποίος, εύλογα, δεν τον αναγνωρίζει. Τον θέτει σε ακοινωνησία μη προσωπικής επικοινωνίας. Να επικοινωνεί με τον αρχιγραμματέα της Συνόδου για τα διεκκλησιαστικά και με τον πρωτοσύγκελό του για να λαμβάνει άδεια ιεροπραξίας στην αρχιεπισκοπική περιφέρεια, αν το επιθυμούσε ο νέος διευθυντής του Γραφείου Αθηνών. Πάλι καλά. Πολλή η επιείκεια. Ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ αυτά προφήτευε όταν αρνιόταν την ίδρυση του Γραφείου αυτού. «Αντιπρόσωπος - Γραφείο του Πατριάρχη στην Αθήνα είναι ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος», έλεγε και πρόσθετε: «Οι Φαναριώτες θέλουν ανεξάρτητο Γραφείο, να αλωνίζουν στην Αρχιεπισκοπή μου και να προκαλούν έριδες». Η έξωθεν πρόκληση έριδας και διαίρεσης μιας άλλης τοπικής Εκκλησίας τιμωρείται πολύ αυστηρά από τους Ιερούς Κανόνες. Εμείς, όμως, δεν χαμπαρίζουμε από αυτά. Κανόνες είμαστε οι ίδιοι.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ : Ο Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Σεραφείμ (1974-1998), κατέβαλε ὄντως πολλές προσπάθειες, προκειμένου νά ὁμαλοποιηθοῦν οἱ ταραγμένες σχέσεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μετά τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Συνέβαλε δέ ἀποφασιστικῶς, προκειμένου ἡ ἐκκλησιαστική ζωή στήν Ἑλλάδα νά εὕρῃ τόν κανονικό της ρυθμό. Τοῦτο δέ ἐπετεύχθη διά τε τῆς προβολῆς, διά τῆς Συνταγματικῆς καί καταστατικῆς κατοχυρώσεως ἀλλά καί διά τῆς ἐκκλησιαστικῆς τηρήσεως τῶν ὅρων τοῦ Πατριαρχικοῦ καί Συνοδικοῦ Τόμου τοῦ 1850 (τοῦ ἱδρυτικοῦ Τόμου τῆς Αὐτοκεφαλίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος) καί τῆς ΠΣΠ 28.
Διά τῆς ἐπιμονῆς, λοιπόν, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί τῆς καλοπροαιρέτου τότε συνεργασίας μετ᾿ αὐτοῦ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Σεραφείμ, ἐπιτυγχάνεται ἡ συμπερίληψις τοῦ ΠΣΤόμου τοῦ 1850 καί τῆς ΠΣΠ 28 εἰς τό ἰσχῦον Ἑλληνικό Σύνταγμα τοῦ 1975 καί τόν ἐν συνεχείᾳ ψηφισθέντα νέο Καταστατικό Χάρτη τῆς ΕΕ τοῦ 1977.
Ἡ ΠΣΠ 28 ἔκτοτε ἤρχισε νά ἐφαρμόζεται ὁμαλῶς μέχρις ὅτου ἡ ἡγεσία τῆς ΕΕ ἐπηρεασθῇ ἀπό τήν μή ἔχουσα σχέσι μέ τήν ἱστορία καί τήν παράδοσι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐθνοκεντρική ἀντίληψι καί νοοτροπία. Σημειωτέον ὅτι ἡ ἀντίληψις καί νοοτροπία αὐτή ποτέ δέν ἔπαυσε ὑφισταμένη εἰς τούς κόλπους τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας καί ποτέ δέν ἠνέχθη, δυστυχῶς, ἐντός τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπικρατείας τήν ὕπαρξι καί λειτουργία ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.

Ούτε αυτά τα γνωρίζει ο λαλίστατος;
Τρίτος κανονικός λόγος: 
Ο Πατριάρχης, «σαν τσάμικος ταμπάκος στα ρουθούνια του Αρχιεπισκόπου», όπως λέει ο λαός, επιμένει στο ίδιο ζήτημα. Εισηγείται νομοθετική πρωτοβουλία επί κειμένου στον πρωθυπουργό και σε υπουργούς που είχαν επισκεφθεί την Κωνσταντινούπολη για πολιτικές συζητήσεις με την Τουρκία, ώστε το Πατριαρχικό Γραφείο των Αθηνών να προαχθεί νομοθετικά σε «Πατριαρχική Εξαρχία» Αθηνών. Η κυβέρνηση, νόμιμα και με σεβασμό της κανονικής τάξης, θέτει το ζήτημα, πριν από τη νομοθέτηση, υπ' όψιν του Μακαριωτάτου, για να πεταχθεί στον κάλαθο των αχρήστων. Η νέα μεθόδευση εισπήδησης, εν αγνοία του Προκαθημένου της Εκκλησίας της Ελλάδος, τέλη του 2015, συνιστά επανάληψη, υπό άλλες συνθήκες και σκοπούς, της ιδρύσεως Βουλγαρικής Εξαρχίας στην Κωνσταντινούπολη, το 1870, με πολιτική παρέμβαση του σουλτάνου, εν αγνοία και αρνήσει του Πατριαρχείου. Διότι στην έδρα του Πατριάρχη θα δρούσε και άλλη Εκκλησιαστική Αρχή, ως Εξαρχία. Τότε προέκυψε η μεγάλη διαίρεση και έριδα μεταξύ πατριαρχικών και εξαρχικών. Τώρα τα σπέρματα διαιρέσεως μεταξύ πατριαρχικών και ελλαδικών στο κλίμα της Διοικούσης Εκκλησίας της Ελλάδος. Κάποιοι Αρχιερείς διερωτώμεθα: Πώς ακόμη ο Αρχιεπίσκοπος εξακολουθεί και μνημονεύει τον Βαρθολομαίο στα Δίπτυχα; Ο Πατριάρχης διέκοψε το μνημόσυνο του Χριστόδουλου γιατί ενέργησε, το 2004, το αυτονόητο, βάσει του κανόνος και του νόμου, ως προς το μεταθετό για τη Θεσσαλονίκη.
Πέραν όμως της αντικανονικής μεθοδεύσεως, ο Πατριάρχης ελέγχεται και για ανακολουθία θέσεων επισήμων, γραπτώς. Στη δημοσιευθείσα ομιλία του «Νόμοι και Ιεροί Κανόνες», στις 22 Σεπτεμβρίου 2005, ενώπιον των δικαστών των Αθηνών (βλ. περιοδικό «Ορθοδοξία», Ιουλ. - Σεπτ. 2005), αντιτίθεται σφόδρα στην προτίμηση της εννόμου έναντι της κανονικής τάξεως. Είναι υπέρμαχος των ιερών κανόνων έναντι των νόμων. Στην εδώ περίπτωσή μας, όμως, το λησμόνησε. Άρα και ο νόμος είναι καλοδεχούμενος όταν μας συμφέρει, γι' αυτό και τον εισηγούμεθα, άσχετα από τον κανόνα. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί η εισήγησή του για νομοθετική ρύθμιση ιδρύσεως Πατριαρχικής Εξαρχίας, εν αγνοία της κανονικής τάξεως των Αθηνών, ως προς την Εκκλησιαστική Διοίκηση; Ο προκάτοχός του Φώτιος τα διδάσκει τόσο καθαρά. Ποιος διοικεί την Εκκλησία σε μια τοπική πολιτική επικράτεια και διοίκηση; Διδάσκει: «Τα εκκλησιαστικά, και δη τα περί ενοριών δίκαια, ταις πολιτικαίς επικρατείαις και διοικήσεσι συμμεταβάλλεσθαι έωθεν». Άλλο πνευματική αναφορά και άλλο διοικητική αναφορά. Συμφυρμός και αλλοίωση δεν χωρούν εδώ. Κάθε νοικοκύρης είναι κυρίαρχος στο σπίτι του.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ :Αν ο ανώνυμος συντάκτης του άρθρου έχει ανδρισμό να δημοσιεύσει αμέσως που και πότε ο Πατριάρχης ζήτησε από την Κυβέρνηση νομοθετική ρύθμιση για την δημιουργία Εξαρχίας στη Αθήνα εν αγνοία της Ιεράς Συνόδου και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών. Στα κουτσομπολιά δεν μπορεί κάποιος να απαντήσει όταν μάλιστα αυτά δημιουργούνται από αρρωστημένα μυαλά με σκοπό τον διχασμό.
Τέταρτος κανονικός λόγος: Ο Πατριάρχης και Μητροπολίτες του Θρόνου, προσκαλούμενοι από Μητροπολίτες της Βορείου Ελλάδος, τονίζουν επί κειμένου ότι οι Μητροπόλεις αυτές είναι του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Είναι σωστή η θέση ως προς την πνευματική αναφορά. Ως εδώ, όμως, εκφέρουμε τη μισή αλήθεια.Η πλήρης αλήθεια είναι ότι οι Μητροπόλεις της Βορείου Ελλάδος είναι μέρος αναπόσπαστο της Διοικούσης Εκκλησίας της Ελλάδος. Έχουν διοικητική αναφορά στην Αθήνα. Προωθείται ηθελημένη σύγχυση. Η πρόθεση, εμφανής. Επιδιώκεται σιγά σιγά η γεωγραφική διχοτόμηση της Διοικούσης Εκκλησίας της Ελλάδος.Η Παλαιά Ελλάδα να ταυτισθεί με την τ. Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος του 1850, του 1866, του 1882, ως «Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος». Η δε Νέα Ελλάδα, που απελευθερώθηκε από τον οθωμανικό ζυγό το 1912-1913 κ.ε., να υπαχθεί και διοικητικά -όχι μόνο πνευματικά- στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, με την έδρα του, δηλαδή εκτός ελληνικής Επικράτειας.Η Αθήνα δεν μπορεί να διοικήσει εκκλησιαστικά τη Β. Ελλάδα. Μπορεί το Πατριαρχείο, και δη ο Πατριάρχης, που δεν είναι σε θέση 25 χρόνια τώρα μια Θεολογική Σχολή της Χάλκης να επιτύχει να λειτουργήσει; Θέλει να διοικήσει τη Θράκη, τη Μακεδονία, την Ήπειρο και τα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου.«Θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου και θύραν περιοχής περί τα χείλη μου». Άθελά μας, αλείφουμε βούτυρο στο ψωμί των Ερντογάν - Νταβούτογλου. Υπερβολή; Καθόλου. Αυτοί ονειρεύονται και επιχειρούν σε γεωπολιτικό και γεωστρατηγικό επίπεδο τη διχοτόμηση της νησιωτικής Ελλάδος, του Αιγαίου, με τις συνεχείς αναχαιτιζόμενες παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου υπεράνω του Αιγαίου, αλλά θέλουν -και κόπτονται- τα προς Συρία σύνορα της Τουρκίας απαραβίαστα από τους Ρώσους.Από την άλλη, σε εκκλησιαστικό πεδίο, επιχειρείται για άλλους λόγους το ίδιο: Η διχοτόμηση του διοικητικού εκκλησιαστικού χάρτη της Ελλάδος, με την επιποθούμενη και μεθοδευμένη συρρίκνωση της τοπικής δικαιοδοσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος στα μέχρι το 1882 σύνορα της Ελλάδος. Επιχειρήθηκε πρόσφατα (Σεπτέμβριος 2015) η διχοτόμηση της μίας και ενιαίας Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Προσκλήσεις του Πατριάρχη για μια σύσκεψη επί τρεχόντων θεμάτων απευθύνθηκαν μόνο στους Μητροπολίτες της Ν. Ελλάδος.Υπάρχουν και άλλα τέτοια, αλλά δεν είναι του παρόντος. Προωθητές της νοσηρής, άκριτης και επιπόλαιης αυτής μεθοδεύσεως, πέραν κάποιων Φαναριωτών, και κάποιοι -μετρημένοι, ευτυχώς, στα δάκτυλα μισού χεριού- Μητροπολίτες των Νέων Χωρών.Έχουν τη μητροπολιτική τιμή, συνδιοικούν την Εκκλησία της Ελλάδος, αλλά θέλουν να είναι και βοηθοί επίσκοποι του Πατριάρχη, για πολύ προσωπικούς λόγους, που δεν είναι του παρόντος. «Τίκτουν και παρθενεύουν» και «αλλού τρώνε, αλλού πίνουν και αλλού το δίνουν». Πρέπει όλοι να γνωρίζουν, προπαντός η πολιτική και η εκκλησιαστική ηγεσία, ότι η πατρίδα, η Ελλάδα, είναι μη διαιρετή γεωπολιτικά και γεωεκκλησιαστικά.Για όλους, λοιπόν, τους παραπάνω βασικούς κανονικούς λόγους -υπάρχουν και άλλοι- και όχι «για προσωπικούς λόγους» απουσίαζε ο Αρχιεπίσκοπος από τη Γενεύη, ενώ προς τιμήν του, παρ' όλα τα παραπάνω, απέστειλε αντιπροσωπεία Αρχιερέων της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το Πατριαρχείο είναι η Διοικούσα Εκκλησία της Δ. Ευρώπης, της Αμερικής, της Αυστραλίας και της Ασίας, κατά τους Ιερούς Κανόνες. Να αφήσει τη Διοικούσα Εκκλησία της Ελλάδος ήσυχη. Έχουμε ανάγκη μια ισχυρή Εκκλησία της Ελλάδος για την κοινωνική και πνευματική συνοχή μας και για στήριγμα της μητρός Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, ως Πανορθοδόξου Κέντρου, κάτι που το πράττει, και όχι μια Εκκλησία μαριονέτα-υποτακτικό δορυφόρο του Πατριάρχη.
Ένας Μητροπολίτης της Βορείου Ελλάδος
ΑΠΑΝΤΗΣΗ «Τίκτουν και παρθενεύουν» και «αλλού τρώνε, αλλού πίνουν και αλλού το δίνουν». Από τις φράσεις αυτές και μόνο του λαλίστατου βγαίνει και το συμπέρασμα για τον χαρακτήρα και το ηθικό του υπόβαθρο. Γιαυτό και δεν πιστεύουμε πως ο Συντάκτης είναι πράγματι Μητροπολίτης αλλά κάποιος ανήθικος λιβελλογράφος  η καλοπληρωμένο παπαγαλάκι.

 Δεν χρειάζονται περισσότερα,όποιος και να είναι, τον παραδίνουμε στη χλεύη και τους γέλωτας κάθε καλοπροαίρετου αναγνώστη .
π.Τιμόθεος Ηλιάκης


Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

ΤΟ ΑΒΑΤΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ Κωνσταντίνου Μητροπολίτου Ν.Ιωνίας και Φιλαδελφείας


ΤΟ ΑΒΑΤΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ 
Κωνσταντίνου Μητροπολίτου Ν.Ιωνίας και Φιλαδελφείας 
(Εκ του τόμου Κωνσταντίνος Δωρ.Μουρατίδης Πρόμαχος της Ορθοδοξίας ,Αθήνα 2004 ) 

Τον τελευταίον καιρόν επανήλθεν εις το προσκήνιον το θέμα του "Αβάτου" του Αγίου Όρους. Υπό τον όρον "Άβατον" νοείται η υπάρχουσα αιωνόβιος παράδοσις, ανερχομένη εις αυτόν τον Μ. Κωνσταντίνον,με την οποίαν απαγορεύεται να εισέρχονται γυναίκες εις την περιοχήν του Αγίου Όρους,διότι η περιοχή του ολόκληρος είναι αφιερωμένη εις την "μόνην άμωμον εν γυναιξί και καλήν",την Υπεραγίαν Θεοτόκον. Τό θέμα τούτο, με το οποίον αμφισβητείται η αξία και η ισχύς της παραδόσεως περί αβάτου,αλλά και των διαφόρων περί αυτού διατάξεων,εδημιουργήθη πρό  μερικών ετών από γυναίκας της Δύσεως,τας Υπουργούς Εξωτερικών των Χωρών Σουηδίας και Φιλανδίας,αι οποίαι επηρεασμέναι από τα κηρύγματα περί ισότητος των δύο φύλων,δεν ηδύναντο να εννοήσουν διατί απαγορεύεται εις τας γυναίκας η είσοδος εις το Άγιον 'Ορος. Με την κίνησιν των δύο αυτών γυναικών ευθυγραμμίσθη προσφάτως και Ελληνίς βουλευτής, η οποία επανέφερε το θέμα καταργήσεως του αβάτου δια τας γυναίκας,ίσως διότι δεν εγνώριζε,ότι το άβατον του Αγίου Όρους είναι κατοχυρωμένον και ανεγνωρισμένον από την Πράξιν προσχωρήσεως της Χώρας μας εις την Ευρωπαϊκήν Ένωσιν. Το θέμα του αβάτου του αγίου Όρους είναι θέμα ιστορικόν και Θεολογικόν,το οποίον δεν δύνανται να προσεγγίσουν οι μη έχοντες Θεολογικήν γνώσιν και μη γνωρίζοντες πως και διατί εθεσπίσθη το άβατον,το οποίον εσεβάσθησαν οι αιώνες. 
Το άβατον έχει θεσπισθεί με ένα πλήθος διατάξεων,ήδη από των πρώτων χρόνων εμφανίσεως του Μοναχισμού,δια την αποφυγήν αφορμής σκανδάλων.( βλ. Α΄Κορ.1,31-33,11,1, 18ον κανόνα της Β΄ εν Νικαία Οικ.Συνόδου κ.λ.π.).
Το άβατον ανάγεται εις τον ιδρυτήν του Μοναχικού βίου Μέγαν Αντώνιον,ο οποίος εις τον Ι' Κανόνα του προς
 Μοναχούς παραγγέλει : " Μη συγχώρει να σε πλησιάση γυνή,μηδέ ανέχου ίνα θέση τον πόδα αυτής εις την κατοικίαν σου". Ούτω εις τας ανδρώας Μονάς απαγορεύεται αυστηρώς η είσοδος όχι μόνον των γυναικών,αλλά και ζώων θηλυκού γένους,ενώ εις τας Γυναικείας Μονάς απαγορεύεται η είσοδος των ανδρών. Κατά των παραβατών της απαγορεύσεως αυτής επισείονται ποιναί αφορισμού και καθαιρέσεως με Χρυσόβουλον του Αυτοκράτορος Αλεξίου Ά του Κομνηνού του έτους 1088 και με πολλάς άλλας Αυτοκρατορικάς και Πατριαρχικάς διατάξεις, καθώς και με  Κανόνας Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων.
Η Μοναστική πολιτεία του Αγίου Όρους ήρχισε να διαμορφούται ήδη από του 5ου αιώνος.Έκτοτε ήρχισαν να εγκαθίστανται εις την Χερσόνησον του Αγίου Όρους μεμονωμένοι Μοναχοί,οι οποίοι συν τω χρόνω απετέλεσαν μικράς Μοναστικάς μονάδας.Κατά τον 7ον ή 8ον μ.Χ αιώνα εγκαθίσταται εισ το Άγιο Όρος ο Όσιος Πέτρος ο Αθωνίτης, ο οποίος κατά την παράδοσιν,είδε καθ' ύπνους την Υπεραγίαν Θεοτόκον, η οποία είπε προς αυτόν,ότι εζήτησε και έλαβε το Άγιον Όρος από τον Υιόν της ως κλήρον αυτής.Το γεγονός τούτο έλαβε χώραν τον 7ον ή 8ον μ.Χ αιώνα ως εξής:Εμφανισθείσα η Παναγία Παρθένος εις τον Άγιο Πέτρον,είπε προς αυτόν,ότι εξέλεξε το Άγιο Όρος ως τον καταλληλότερον τόπον διαμονής Μοναχών.Τον τόπον τούτον εξέλεξε και ως ιδικόν της ενδιαίτημα,και ως εκ τούτου ο τόπος αυτός θα ονομασθή άγιος,θα προστατεύη δε τους εν αυτώ εγκαταβιούντας εις πάσαν τας ανάγκας αυτών και θα υποδεικνύη εις αυτούς όσα πρέπει να εκτελούν και όσα πρέπει να αποφεύγουν.Κατά τον 9ον αιώνα ένας νέος τύπος Μοναχισμού εμφανίζεται εις το Άγιο Όρος ,ο οποίος διοργανούται εις Μοναστικήν πολιτείαν με συγκεκριμένα όρια και διοικητικήν διοργάνωσιν.
Ιδρύεται το Μέγα Κοινόβιον της Αγίας Λαύρας, με επικεφαλής τον Άγιον Αθανάσιο τον Αθωνίτην,τον οποίον ενισχύει οικονομικώς ο πνευματικός υιός του,Αυτοκράτωρ του Βυζαντίου Νικηφόρος Φωκάς.
Το Άγιον Όρος είναι ένας πνευματικός τρόπος και μόνον υπ' αυτό το πρίσμα πρέπει να το αντικρύζωμεν και το προσεγγίζωμεν.Εάν κανείς αντιμετωπίση το Άγιον Όρος και τας αιωνίους παραδόσεις και τα έθιμα που το περικοσμούν με άλλα κριτήρια,ασφαλώς δεν θα δυνηθή να το προσεγγίση.Οι άνθρωποι της Δυτικής Ευρώπης και δυστυχώς πολλοί από τους ημετέρους,στερούμενοι της Ορθοδόξου πνευματικότητος,αντιμετωπίζουν τα πάντα με ορθολογιστικά κριτήρια.Βεβαίως κανείς δεν αρνείται οτι και η Δύσις έχει την δικήν της πνευματικότητα,η οποία όμως είναι 
εντελώς διάφορος από την Ορθόδοξον.
Το Άγιον Όρος δεν είναι,όπως θέλουν πολλοί να φαντάζωνται και να πιστευόυν,ένας μουσειακός τόπος,ένα κατάλοιπον του μεγαλείου και του πλούτου της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.Βεβαίως εις τα διάφορα Μοναστήρια του διασώζονται και διαφυλάσσονται πολλά και ιερά κειμήλια της Ορθοδόξου πιστεώς μας και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μας.Αυτό όμως που είναι κυρίως το Άγιο Όρος είναι,ότι είναι τόπος προσευχής,αυτοσυγκεντρώσεως,αφιερώσεως,μετανοίας,και ολοψύχου αφοσιώσεως εις τον Θεόν όλων εκείνων,που έχουν αποφασίσει να απαρνηθούν τον κόσμον και τα εν τω κόσμω,δια να φθάσουν εις τον ουρανόν και ενωθούν με τον αιώνιον και αναλλοίωτον Δημιουργόν του παντός.
Το Άγιο Όρος είχε ετοιμασθή από αιώνων,από τους πρώτους αιώνας του Χριστιανισμού,να γίνει το κέντρον της Ορθοδόξου πνευματικότητος.
 Η ψυχή των Ορθοδόξων έζη  από της γεννήσεώς της μέσα εις την ατμόσφαιραν της Ορθοδόξου πνευματικότητος  και δια τούτο παραμερίζοντας τον κόσμον και τα εγκόσμια,ησθάνετο ότι απεδεσμεύετο από τα βάρη της και προεσπάθει να φθάσει εις τους ουρανούς.
 Έτσι εδημιουργήθη η Μοναστική Πολιτεία του Αγίου Όρους.
Εκεί ευρήκαν την ανάπαυσιν της ψυχήν των και την πνευματικήν των ηρεμίαν Ασκηταί και Ερημίται και Μοναχοί,οι οποίοι με την δύναμιν της προσευχής των κατόρθωσαν να ενούνται με τον Θεόν και να ευρίσκονται εις άμεσον επικοινωνίαν μαζί Του. Εντελώς διαφορετικός ο Μοναχισμός που ανεπτύχθη εις τα διάφορα Μοναστικά Κέντρα της Δύσεως,μαζί με την προσευχήν και την διωκωμένην υπέρβασιν των εγκοσμίων,επεδίωκε και την σύσφιγξιν των σχέσεων του με τον κόσμον,και δια τούτο πολλάκις ανεμείχθη εις τα εγκόσμια. Αντιθέτως,ο Ορθόδοξος Μοναχισμός είναι αποχωρισμένος από τον κόσμον,και τα διαφέροντά του αποβλέπουν μόνον εις την ένωσίν του με τον Θεόν.Αυτόν τον σκοπόν υπηρετούν και αι τέχναι που ανεπτύθχησαν εις το Άγιον Όρος και εις ολόκληρον τον Βυζαντινόν χώρον,να ανυψώσουν τους πάντας και τα πάντα εις τον ουρανόν.Υπ΄αυτό το πρίσμα εθεσπίσθη το πολυσυζητημένον άβατον του άγιου Όρους,με το οποίον επιδιώκεται ο τέλειος,ει δυνατόν,αποχωρισμός των Μοναχών,από τον κόσμον και τα εν αυτώ υπάρχοντα και η ένωσις με τον Θεόν.
Το άγιον Όρος είναι πελώριον πνευματικόν μέγεθος,το οποίον ίσταται πέραν από τον χρόνον και εκπέμπει πρός όλας τας κατευθύνσεις το ιλαρόν φώς της πνευματικότητος του.
Ας το σεβασθώμεν με όλας τας παραδόσεις και τα εθιμά του και ας αφήσωμεν τους εν αυτώ ασκουμένους και εγκαταβιούντας Μοναχούς να συνεχίσουν απερίσπαστοι την αφιέρωσίν των εις τον Θεόν.










Κάποια Χριστούγεννα...

  Κάποια Χριστούγεννα... ''Πήγε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στα γραφεία της εφημερίδας «Ἀκρόπολις» για να παραδώσει ένα χριστουγεννιά...