Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

Αρχιμ. Ρωμανός Αναστασιάδης : Θαρραλέα Ελληνική απάντηση σε ανθελληνικό παραλήρημα Ρώσου Ιεράρχη



Αρχιμ. Ρωμανός Αναστασιάδης : Θαρραλέα Ελληνική απάντηση σε ανθελληνικό παραλήρημα Ρώσου Ιεράρχη 

( Κείμενο πάνυ ελληνικό συνιστάται η μη ανάγνωση του από ανθελληνικά φιλορωσικά κέντρα των ιδίων αντιλήψεων με τον Τσερνομπίλ Παύλο παρ εκτός και διαθέτουν γερά νεύρα )

Σάββατο, 13 Ιουλίου 2019


Ας ανοίξουμε το Ευαγγέλιο να δούμε τι γράφει...

Διάβασα με πολλή προσοχή μια συνέντευξη μεταφρασμένη στα ελληνικά, ή τουλάχιστον αποσπάσματά της, στο πρακτορείο Romfea.gr και ως Χριστιανός της Εκκλησίας θέλω να γράψω και εγώ τις σκέψεις μου. 

Ο Μητροπολίτης που τιτλοφορείται από το Πατριαρχείο Μόσχας ως Τσερνόμπιλ κ. Παύλος μιλά τόσο απαξιωτικά για την Κωνσταντινούπολη. Αυτό που με στενοχώρησε είναι το ότι ξέχασαν οι Βόρειοι αδελφοί μας από ποιον πήραν το Βάπτισμα, την πίστη, τον πολιτισμό, τη γραφή! Ξέχασαν ότι κράτησαν δυο χρόνια αιχμάλωτο τον Οικουμενικό Πατριάρχη για να αποσπάσουν την υπογραφή του ώστε να λάβουν Πατριαρχική αξία! Τότε στα Ευαγγέλια αναφερόταν η Κωνσταντινούπολη και μετά διαγράφηκε, Σεβασμιώτατε;

Θέλετε να μιλήσουμε για την Ιερουσαλήμ; Τα λέει ο ευαγγελιστής Λουκάς όπως τα είπε ο Κύριός μας: «Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτείνουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυνάξαι τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ὄρνις τὴν ἑαυτῆς νοσσιὰν ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε! ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐ μή με ἴδητε ἕως ἂν ἥξῃ ὅτε εἴπητε· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.» (Λουκ. 13, 34-35)

Και αλλού σημειώνει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος: «Ἦσαν δέ τινες Ἕλληνες ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ. οὗτοι οὖν προσῆλθον Φιλίππῳ τῷ ἀπὸ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· κύριε, θέλομεν τὸν Ἰησοῦν ἰδειν. ἔρχεται Φίλιππος καὶ λέγει τῷ Ἀνδρέᾳ, καὶ πάλιν Ἀνδρέας καὶ Φίλιππος λέγουσι τῷ Ἰησοῦ, ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίνατο αὐτοῖς λέγων· ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» (Ιωάν. 12, 20-23).

Και ευεργετηθήκατε από το Γένος μας και λάβατε όλα τα φώτα και συνεχίζετε να φέρεστε με αγνωμοσύνη σε ό,τι ιερώτερο έχει αυτό το Γένος μας, που δεν είναι άλλο από τη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Εκεί χτυπάει η καρδιά όλων των Ρωμιών. Εκεί είναι στραμμένα τα βλέμματα και οι ελπίδες μας. Από εκεί ξεκίνησαν οι Έλληνες Κύριλλος και Μεθόδιος! Τους θυμάστε; 

Με εντολή του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ξεκίνησε ο Μάξιμος ο Γραικός να σας επαναφέρει στην πίστη! Το θυμάστε; 

Για όλα αυτά τα πολλά δεν θέλουμε το ευχαριστώ σας! Είμαστε η Μητέρα Εκκλησία και είστε τα παιδιά μας, αυτό δεν μπορεί να αλλάξει κι αν ακόμη ο ήλιος ανατείλει από τη Δύση! Όμως φτάνει πια να μας ποτίζετε αντί του ύδατος όξος! Φτάνει! Δεν φοβείσθε τον Θεό; Το έχω απορία μέσα μου! 

Αν δεν ήταν η Κωνσταντινούπολη δεν θα ξέρατε καν τι είναι το Ευαγγέλιο! Πολύ περισσότερο να μας κάνετε και μάθημα τι γράφει μέσα!!! Σε ποιους; Σε εμάς που σας το διδάξαμε έχοντας ήδη χίλια χρόνια στην πίστη! Ήρθατε στην Εκκλησία μας και δεν ξέρατε αν βρίσκεστε στον Ουρανό ή στην γη! Τη Θεία Λειτουργία που τελείτε, στο Ευαγγέλιο τη διαβάσατε; Μήπως είναι κάποιου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως; Τους Κανόνες της Εκκλησίας, των Οικουμενικών Συνόδων, στο Ευαγγέλιο τους διαβάζετε; Μήπως έγιναν στα εδάφη της Πόλεως ή στις γύρω περιοχές; 

Το ότι έχετε γραφή για να γράφετε το Ευαγγέλιο αλλά και όλες τις συκοφαντίες προς τη Μητέρα σας Εκκλησία και προς τον Πατριάρχη μας, μήπως θυμάστε σε ποιον το οφείλετε; Όταν στην Κωνσταντινούπολη γινόταν μόλις τον 5ο αιώνα Πατριαρχείο η Ιερουσαλήμ εσείς που ήσαστε; Τώρα έφθασε και σε σας η σειρά να κρίνετε την Κωνσταντινούπολη; Τόσο πολύ θράσος και αγνωμοσύνη πια; 

Αλλά ευτυχώς από το περίσσευμα της καρδιάς σας μιλάτε και έτσι καταλαβαίνουν και οι αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος ότι κλείνετε το μάτι στο παλαιό ημερολόγιο! Όμως μάθετε ότι εμείς και για αυτούς τους αδελφούς μας νοιαζόμαστε. Δεν τους έχουμε για πέταμα! Δεν τους χαρίζουμε στο δήθεν ενδιαφέρον σας! Είναι αδέλφια μας! Τους αγαπάμε! Όσοι πιστεύουν ότι από σας θα περιμένουμε τη λύτρωση πλανώνται! Ποτέ στην ιστορία δεν βοηθήσατε το Γένος μας! Γιατί; Μα διότι ζηλεύετε την αίγλη του! Τη ζηλεύετε ακόμη και τώρα που λέτε ότι μια αγροτική ενορία σας έχει περισσότερους πιστούς από τον Πατριαρχικό Ναό! Ζηλεύετε διότι όσο χρυσό κι αν ντύσετε κτίρια και ανθρώπινες συνειδήσεις, όσους κι αν αγοράσετε, ΠΟΤΕ δεν πρόκειται να έχετε τις πανορθόδοξες ευθύνες του Κωνσταντινουπόλεως. Θα είστε έως της συντελείας του αιώνος μια τοπική Εκκλησία που θα περιμένει μια Οικουμενική Σύνοδο να συγκληθεί από κάποιον Κωνσταντινουπόλεως για να επικυρώσει το Αυτοκέφαλο και την Πατριαρχική αξία σας! Και μάλιστα, τώρα που επιλέξατε να αποκοπείτε από τη Μητέρα σας να δω εκεί πόση ισχύ και ευλογία έχουν τα Μυστήρια της Εκκλησίας! Διότι στην Εκκλησία έχουμε συνέπεια και συνέχεια, Σεβασμιώτατε! 

Καυχιέστε με καμάρι ότι μπορείτε να ιδρύετε ενορίες παντού! Ποιος σας έδωσε αυτό το δικαίωμα! Ο Τόμος της Πατριαρχικής αξίας σας, σας δίνει συγκεκριμένα όρια! Εκτός αυτών των ορίων δεν μπορείτε να δράτε ή αν το κάνετε είστε υπόλογοι ενώπιον του Θεού και της ιστορίας! Αντίθετα, η Κωνσταντινούπολη επειδή είχε την μέριμνα των εν τοις βαρβαρικοίς ανέλαβε τον δικό σας φωτισμό και βέβαια είδε... τα αποτελέσματα! 

Σε ποιο σημείο δεν είναι αυτοκέφαλη η Εκκλησία της Ουκρανίας; Πότε είδατε να παίρνει εντολές από το Φανάρι; Ίσα ίσα! Το μόρφωμα το δικό σας είναι εξαρχία της Μόσχας στην Ουκρανία διότι ο Μητροπολίτης Ονούφριος συμμετέχει στη Σύνοδο της Μόσχας ενώ κοροϊδεύετε τους ανθρώπους ότι είστε ανεξάρτητοι! 

Δεν θέλω να πω για τον ρόλο που επιτελείτε σε πολιτικό επίπεδο... δεν είναι δουλειά μου αυτή. Δουλειά μου είναι να εύχομαι να μας επισκεφτεί η Χάρη του Θεού με τη μετάνοια! 

Καλή μετάνοια, Σεβασμιώτατε.

Συνέλληνες ξυπνήστε επιτέλους! Μας φτύνουν και νομίζουμε ότι βρέχει. 

Με πολύ σεβασμό στην αρχιερωσύνη σας.

Αρχιμανδρίτης Ρωμανός Αναστασιάδης





Σάββατο 22 Ιουνίου 2019

ΕΝΘΡΟΝΙΣΤΗΡΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΕΒ. ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ κ. ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΥ

ΕΝΘΡΟΝΙΣΤΗΡΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΕΒ. ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ κ. ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΥ




Αρχιεπισκοπικός Καθεδρικός Ναός Αγίας Τριάδος Νέας Υόρκης
Νέα Υόρκη, 22 Ιουνίου 2019


Εντιμότατε Κύριε Υπουργέ,
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Γερμανίας κ. Αυγουστίνε, Εκπρόσωπε της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου,

Σεβασμιώτατε Αρχιεπίσκοπε Δημήτριε, αγαπητέ και σεβάσμιε προκάτοχε,

Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Βοστώνης κ. Μεθόδιε, Τοποτηρητά της Ιεράς Αρχιεπισκοπής και αγαπητοί αδελφοί μέλη της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου και Επίσκοποι της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αμερικής,

Σεβασμιώτατοι και Θεοφιλέστατοι Ιεράρχες των αδελφών Ορθοδόξων Εκκλησιών και των Αρχαίων Ανατολικών Εκκλησιών,

Σεβάσμιοι Ηγούμενοι των Μονών του Αγίου Όρους και των ημετέρων Μονών της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αμερικής,

Ευλαβέστατοι και Αιδεσιμώτατοι κληρικοί και πρεσβυτέρες της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αμερικής,

Αξιότιμα μέλη των οικουμενικών, διαθρησκειακών και ακαδημαϊκών κοινοτήτων,

Αξιότιμοι εκπρόσωποι του Διπλωματικού Σώματος,

Εντιμολογιώτατοι Άρχοντες, μέλη της Τάξης του Αγίου Ανδρέα, του Αρχιεπισκοπικού Συμβουλίου, της Εθνικής Φιλοπτώχου, της ΑΧΕΠΑ και του Ελληνικού Κολλεγίου του Τιμίου Σταυρού,

Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Ίσταμαι σήμερα ενώπιόν σας με ταπείνωση και ευγνωμοσύνη δηλώνοντας μαζί με τον προφήτη και ψαλμωδό Δαβίδ:

Ἑτοίμη ἡ καρδία μου ὁ Θεός. Ἑτοίμη ἡ καρδία μου! (Ψαλμ. 57, 7)

Πράγματι, η καρδιά μου, η ψυχή μου και η διάνοιά μου είναι έτοιμες και ανυπομονούν να αναλάβουν αυτή τη μεγάλη πρόκληση και ευθύνη, την οποία μου δώρισε η χάρη του Τριαδικού Θεού με την εκλογή μου μετά από εισήγηση της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. κ. Βαρθολομαίου, από τα σεβάσμια μέλη της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, ώστε να διακονήσω εσάς, τους αγαπητούς πιστούς της Αμερικής, ως ο πνευματικός σας πατέρας και ποιμένας, ως ο έβδομος Αρχιεπίσκοπος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αμερικής. Το ότι το ιερό αυτό γεγονός έλαβε χώρα στις 11 Μαΐου –συμπίπτοντας με την εορτή των Αγίων Ισαποστόλων και φωτιστών των Σλάβων Κυρίλλου και Μεθοδίου– μου υπενθυμίζει τη θεμελιώδη πεποίθηση και δέσμευση του Πρώτου Θρόνου της Κωνσταντινούπολης σε μία οικουμενική θέαση του κόσμου και αποστολή. Αυτό το σημείο με εμπνέει, επιπλέον,  να διατηρήσω τη θεία χάρη που ρέει προς τη Μητέρα και τις θυγατέρες Εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης, όπως επίσης και προς την Αρχιεπισκοπή μας εδώ στην Αμερική, αλλά και να επαυξήσω το δώρο, κατά τους λόγους του Ευαγγελιστή Ιωάννη, “χάριν ἀντί χάριτος” (Ιω. 1, 16), με τις πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου, της οποίας η Πόλη, η Κωνσταντινούπολη, εορτάζει στις 11 Μαΐου τα εγκαίνια από το 330 μ. Χ.  μέχρι και σήμερα!

Ως εκ τούτου, ευγνωμόνως “ἀναμιμνήσκομαι ἐν πρώτοις” του Αρχιεπισκόπου και Πατριάρχου μου Βαρθολομαίου, ο οποίος φέρει το μεγαλύτερο βάρος και την κύρια ευθύνη για την ενότητα της Εκκλησίας. Είναι εκείνος που με δίδαξε κατά τη δική του “καθ’ ἡμέραν μέριμναν πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν” (Β΄ Κορ. 11, 28). Είναι εκείνος που με εμπιστεύτηκε και με ενθάρρυνε από τα πρώτα βήματα της διακονίας μου. Είναι εκείνος που με προετοίμασε και μου γέννησε τον πόθο να υπηρετήσω το λαό του Θεού.

Ως νεαρό Διάκονο στην Πατριαρχική Αυλή, ο Πατριάρχης με ενθάρρυνε να αξιοποιήσω κάθε ικανότητα για τη διακονία της Εκκλησίας. Ως Ιερέα, μου εμπιστεύτηκε την Αρχιγραμματεία της Αγίας και Ιεράς Συνόδου. Και ως Μητροπολίτη Προύσης και Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος Χάλκης μου ανέθεσε τη φροντίδα μιας αρχαίας Επισκοπικής Έδρας και τη μέριμνα για την Ιερά Μονή και την πολύτιμη Θεολογική Σχολή, η οποία παραμένει αδίκως κλειστή από το 1971. Επί 150 έτη, η ιστορική και πρωτοποριακή αυτή Σχολή μόρφωσε και εκπαίδευσε τον κλήρο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας – της Ιεράς Καθέδρας της Κωνσταντινουπόλεως –, όπου συγκλήθηκαν Οικουμενικές Σύνοδοι, διατυπώθηκε η δογματική διδασκαλία, διαμορφώθηκαν λειτουργικές παραδόσεις, αναγνωρίστηκαν άγιοι και ομολογητές και ετιμάτο όλως ιδιαιτέρως η Παναγία Μητέρα του Θεού.

Η απαράμιλλη ιστορία της διακονίας και της θυσίας της Μητέρας Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως δια μέσου των αιώνων αποτελεί πηγή έμπνευσης και αναγέννησης για όλες τις θυγατέρες Εκκλησίες και τις Επαρχίες της ανά τον κόσμο. Αυτή είναι μία σχέση, την οποίαν καλούμαστε να καλλιεργούμε και να ενισχύουμε αδιάκοπα όλο και περισσότερο. Κατά την επίσημη αυτή ώρα, ο ιερός αυτός δεσμός συνοψίζεται και εκφράζεται στο σεβαστό πρόσωπο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γερμανίας κ. Αυγουστίνου, ο οποίος αναδείχθηκε μέντορας και προστάτης μου καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών και της εν γένει διαμόρφωσής μου. Του είμαι προσωπικά και βαθύτατα υπόχρεος για την πολύτιμη παρουσία του σήμερα μαζί μας.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον αδελφό μας στην Ορθόδοξη Πίστη, τον υπουργό Υγείας και Κοινωνικών Υπηρεσιών, Alexander Azar,  ο οποίος σήμερα μας δίνει τη μεγάλη τιμή να εκπροσωπεί  τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών. Κύριε Υπουργέ, τα λόγια σας γεμίζουν αυτόν τον καθεδρικό ναό με τις αιώνιες αλήθειες του Ευαγγελίου και τα υψηλότερα ιδανικά του Aμερικανικού ονείρου. Σας ευχαριστώ για τη δέσμευσή σας - στην Αθήνα και την Ιερουσαλήμ, διότι είναι το θεμέλιο του πολιτισμού μας.

Επιπροσθέτως, μνημονεύω τους προκατόχους μου στην όμορφη και ευλογημένη αυτή Αρχιεπισκοπή, όλους εκείνους που διαμόρφωσαν και προσδιόρισαν την εξαιρετική αυτή Εκκλησία. Μεταξύ αυτών, πρώτο τον Σεβασμιώτατο Δημήτριο, ο οποίος με τιμά με τη σημερινή παρουσία του και μου παραδίδει την Εκκλησία που διακόνησε με πίστη και επιμέλεια επί δύο δεκαετίες. Επίσης, τον Αρχιεπίσκοπο Ιάκωβο, ο οποίος με τόλμη περπάτησε στο πλάι του Martin Luther King Jr. ενάντια στο πολιτιστικό ρεύμα της εποχής και ακόμη ενάντια στις συμβουλές των ομολόγων του. Και πάνω απ’ όλα τον εμπνευσμένο πρωτοπόρο Αθηναγόρα, ο οποίος συνειδητοποίησε τη σημασία της άρσης των φραγμών με τις άλλες Ομολογίες και θρησκευτικές κοινότητες. Φιλοδοξία μου είναι να φυτέψω και να πολλαπλασιάσω τα ποικίλα δώρα τους στο εύφορο έδαφος αυτής της Εκκλησίας και αυτής της γης, καθώς απλώνω το χέρι μου για έναν διάλογο αγάπης και αλήθειας με τους αδελφούς και τις αδελφές μας των άλλων Εκκλησιών και θρησκευτικών κοινοτήτων. Η καρδιά μου είναι έτοιμη και αποφασισμένη να ακολουθήσει το ρηξικέλευθο και λαμπρό παράδειγμά του.

Θα ήθελα να εκφράσω την ταπεινή ευγνωμοσύνη και την ειλικρινή εκτίμησή μου στους αγαπητούς αδελφούς μου Μητροπολίτες και Επισκόπους, όπως και στον ευσεβή κλήρο και τον πιστό λαό, άνδρες και γυναίκες –όλους εκείνους που εκπροσωπούν και απαρτίζουν τις πολλές υπηρεσίες και τα ποικίλα τμήματα της Αρχιεπισκοπής μας– για την ολόψυχη υποδοχή και την ειλικρινή ζεστασιά από την πρώτη στιγμή της εκλογής μου. Η αλληλεγγύη και η υποστήριξή τους σηματοδοτούν μια πολλά υποσχόμενη και θετική συνεργασία στις μέρες, τους μήνες και τα χρόνια που έρχονται.

Ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί, φυσικά, –για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Συμβόλου Πίστεως Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως– είμαστε πραγματικά “καθολικοί καί ἀποστολικοί”, μόνο όταν θυμόμαστε και συνειδητοποιούμε ότι είμαστε, επίσης,  “ἕνας καί ἅγιος”. Η καρδιά μου είναι έτοιμη και σταθερή στο ευαίσθητο και κρίσιμο θέμα της ορθόδοξης ενότητας. Δεσμεύομαι, ειλικρινά, να αφιερώσω τον εαυτό μου –με όλη μου την καρδιά, την ψυχή και το μυαλό– στην επαναβεβαίωση και αναζωογόνηση της Συνέλευσης των Κανονικών Ορθοδόξων Επισκόπων, ώστε να μπορούμε να συνεργαστούμε με μεγαλύτερη ενότητα και να δίνουμε τη μαρτυρία μας με μεγαλύτερη αξιοπιστία στην ευρύτερη αμερικανική κοινωνία. Η διδασκαλία μας είναι μία στα μυστήρια και στην ζωή της Εκκλησίας. Επομένως, το κήρυγμά μας θα πρέπει να αντανακλά την ίδια ομοφωνία και συναίνεση εντός του πολιτιστικά ποικιλόμορφου και πλουραλιστικού κόσμου, στον οποίον ζούμε και τον οποίον μοιραζόμαστε. Με τον τρόπο αυτό, θα είμαστε έτοιμοι και σταθεροί πάντα “εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς…κηρύξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καί τυφλοῖς ἀνάβλεψιν, ἀποστεῖλαι τεθραυσμένους ἐν ἀφέσει, κηρύξαι ἐνιαυτόν Κυρίου δεκτόν” (Λκ. 4, 18 – 19). Και θα είμαστε “ἕτοιμοι ἀεί πρός ἀπολογίαν παντί τῷ αἰτοῦντι ἡμᾶς λόγον περί τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος μετά πραΰτητος καί φόβου” (Α΄ Πέτρ. 3, 15).

Επιπλέον, αναγνωρίζω και χαιρετίζω εγκάρδια κατά την παρούσα περίσταση τους εκπροσώπους των ανωτάτων πολιτικών αρχών αυτού του έθνους και τους εκπροσώπους των τοπικών αρχών αυτής της πόλης, καθώς επίσης και τους διακεκριμένους ηγέτες και τα μέλη των οικουμενικών και ακαδημαϊκών κοινοτήτων. Αποτελείτε μία ισχυρή υπενθύμιση ότι κανείς μας δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας χωρίς την αλληλεγγύη και τη στήριξη όλων ανεξαιρέτως, δίχως αποκλεισμούς και διακρίσεις. Σας ευχαριστώ όλους και τον καθένα χωριστά για τη σημαντική και επιβαλλόμενη αυτή επιβεβαίωση.

Ευχαριστώ, ακόμη, τους εκπροσώπους της Εθνικής Κυβέρνησης, της Πολιτείας και της Πόλης της Νέας Υόρκης, καθώς επίσης και εκείνους που προσήλθαν από την Ελλάδα, την Κύπρο και την Τουρκία. Η συμμετοχή σας τιμά τόσο το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και την Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αμερικής. Είμαι ιδιαίτερα συγκινημένος, καθώς βλέπω –και εκφράζω τις ευχαριστίες μου γι’ αυτό– τη μητέρα μου και τα μέλη της οικογένειάς μου που ταξίδεψαν απ’ όλο τον κόσμο για να είναι μαζί μου σήμερα και μαζί με τους πολλούς φίλους μου από την Ελλάδα, την Κύπρο, την Τουρκία και την Ευρώπη. Η αγάπη σας και η στήριξή σας όλα αυτά τα χρόνια μ’ έχουν κάνει αυτό που είμαι σήμερα. Από τώρα και στο εξής ελπίζω να εμπνεύσω σε όλους τους εμπεπιστευμένους στην ποιμαντική μου μέριμνα ως Αρχιεπίσκοπος την ίδια αγάπη και στήριξη που μου δείξατε σε όλη μου τη ζωή.



Αγαπητοί και εκλεκτοί φίλοι,

Η καρδιά μου είναι έτοιμη και σταθερή να υπηρετήσω αυτήν την Αρχιεπισκοπή και αυτό το έθνος, τα οποία θαύμαζα από την παιδική μου ηλικία και από τη διακονία μου στο Φανάρι. Στο διάβα των δεκαετιών, παρατήρησα την ανάπτυξη της Εκκλησίας εδώ, τις προκλήσεις που αντιμετώπισε και τους δρόμους που άνοιξε. Είμαι, λοιπόν, εδώ –ο νέος Αρχιεπίσκοπός σας– για να σας ακούσω, για να διαλεχθώ μαζί σας και για να εργαστώ μαζί σας. Η προσευχή μου είναι να στέκομαι μπροστά σας και δίπλα σας, να ηγούμαι με το παράδειγμα και τις παραινέσεις μου και να σας διακονώ με πνεύμα θυσίας. Ας προχωρήσουμε μαζί ως Σώμα Χριστού και σώμα πιστών, ως μία ενωμένη Αρχιεπισκοπή και Εκκλησία και ως μία πολύτιμη Επαρχία του πανσέπτου Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Δεν μπορώ να σκεφτώ ανώτερη και τελειότερη κλήση για το βίο μου από το να είμαι μαζί σας στις χαρές και στις λύπες σας, στις επιτυχίες και στις δοκιμασίες σας. Η καρδιά μου είναι έτοιμη, σταθερή και πρόθυμη να σας υπηρετήσω κάθε στιγμή και σε κάθε περίσταση.  Από τους πολλούς τομείς που έχουν ανάγκη άμεσης ποιμαντικής φροντίδας, θα ήθελα να υπογραμμίσω τη διακονία της αγάπης προς τη νεολαία μας, την ενίσχυση της θεολογικής μας εκπαίδευσης, καθώς επίσης και την ολοκλήρωση της ανέγερσης του Ιερού Ναού στο “Σημείο Μηδέν”. Σε όλους αυτούς τους τομείς, ζητούμε –πέρα και πάνω από οτιδήποτε άλλο– τη δύναμη και τη στήριξη της χάριτος του Θεού, διότι “ἐάν μή Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες” (Ψαλμ. 128, 1).

Υπάρχει ένα πολύτιμο μάθημα και ένα διαρκές όραμα σχετικά με την ηγεσία ως διακονία που μου μετέδωσε ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης και αυτό έγκειται στη σημασία να κτίζουμε γέφυρες και να δημιουργούμε σχέσεις. Τέτοιου είδους σύνδεσμοι αποτελούν αυτό που στην πραγματικότητα είναι η Εκκλησία. Κανείς μας δεν γεννιέται και δεν αναπτύσσεται σε κενό. Ειδικότερα, στην Ορθόδοξη Εκκλησία αναπνέουμε και κληρονομούμε τον πλούτο μιας μακράς και ιερής παράδοσης. Αυτό σημαίνει ότι οι Επίσκοποι είναι εις διαδοχήν πίστεως των Αποστόλων. Πραγματική πρόοδος στην Εκκλησία υπάρχει, όταν υφίσταται ακατάλυτη αποστολική συνέχεια. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε τους προπάτορες και τους πατέρες μας, τους πατριάρχες και τους προφήτες, τους αποστόλους και διδασκάλους, τους αγίους και τους μάρτυρες, τους ομολογητές και τους ασκητές – όλους εκείνους τους άνδρες και τις γυναίκες, γνωστούς και αγνώστους, που έθεσαν τα θεμέλια της Εκκλησίας και άνοιξαν το δρόμο ώστε εμείς να ανήκουμε στο Σώμα του Χριστού.

Αυτό σημαίνει για μια Εκκλησία να κοιτάζει πίσω στις παραδόσεις της και να προσβλέπει στο να μοιραστεί τους θησαυρούς της θεμελιώνοντας τις ρίζες της στα τοπικά περιβάλλοντα και τις τοπικές συνθήκες. Αυτό σημαίνει να δημιουργείς συνδέσμους μεταξύ του παγκόσμιου και του περιφερειακού, προκειμένου να αντανακλάται το παγκόσμιο στο τοπικό. Αυτό, τελικά, σημαίνει να ενσωματώνεις τα πολιτιστικά και πνευματικά στοιχεία μιας ζωντανής κοινότητας. Τότε θα μπορέσουμε να απευθύνουμε τη γλώσσα του ουρανού στην πραγματικότητα αυτού του κόσμου. Γιατί τότε μπορούμε να μεταφράσουμε τον αιώνιο λόγο του Θεού με έναν τρόπο που πραγματικά μεταμορφώνει την παροδική φύση του κόσμου. Πώς, όμως, θα προετοιμαστούμε και θα ανταποκριθούμε σ’ αυτή την κλήση;

Πρώτον, αν θέλουμε να είμαστε πιστοί στις ευαγγελικές μας ρίζες και τις πνευματικές μας παραδόσεις, πρέπει να είμαστε μία Εκκλησία που αγκαλιάζει τους νέους μας, που αγκαλιάζει τους ξένους, που αγκαλιάζει όλα τα μέλη της κοινότητάς μας και της χώρας μας. Οι νέοι μας αντιμετωπίζουν έναν συνεχώς αυξανόμενο καταιγισμό πληροφοριών και μία άνευ προηγουμένου πρόσβαση στη γνώση. Η Εκκλησία, δηλαδή όλοι μας, πρέπει να είναι έτοιμη να συναντήσει τους νέους ανθρώπους εκεί που ζούνε και εκεί που μαθαίνουν: στις κοινότητές μας, στους χώρους των κολλεγίων με όλο το φάσμα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που έχουμε στη διάθεσή μας. Δεν μπορούμε να χάσουμε χρόνο και δεν μπορούμε να περιμένουμε να έρθουν οι νέοι σε μας. Πρέπει να τους προσφέρουμε μία γεύση της μυστηριακής ζωής, του ζωντανού Σώματος του Χριστού. Πρέπει να τους καλωσορίσουμε και να τους αγκαλιάσουμε, συναντώντας τους –όπως έκανε ο ίδιος ο Κύριος με τους μαθητές Του– με τους όρους τους, με τις καρδιές τους και με τους τρόπους τους.

Δεύτερον, η διακονία μας προς τη νεολαία και το μήνυμά μας προς τον κόσμο πρέπει να στηριχτούν στην ανάπτυξη και επέκταση της Θεολογικής μας Σχολής, που είναι η καρδιά της εκπαίδευσης του κλήρου και της διαμόρφωσης ηγετών για την Αρχιεπισκοπή μας, αλλά και πέραν αυτής. Δεν θα λησμονήσω ποτέ το εξαιρετικό εξάμηνο που πέρασα διδάσκοντας στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού την άνοιξη του 2004. Βλέπετε, αγαπητοί μου αδελφοί και αδελφές, οι προκλήσεις της διοίκησης της Εκκλησίας δεν είναι απλώς κοσμικές ανησυχίες. Αγγίζουν τη βαθύτατη ανταπόκρισή μας στην κοινωνία των δώρων που έχουμε λάβει από το Θεό. Με όλη τη σημασία της φράσης, είμαστε όλοι διάκονοι! Είμαστε όλοι υπεύθυνοι διαχειριστές των πόρων των πιστών. Και αν αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις και τα εμπόδια ταπεινά και συλλογικά, τότε είμαι βέβαιος ότι θα τα ξεπεράσουμε. Αν ο Κύριος είναι η δύναμή μας και η σωτηρία μας –η παρηγοριά μας και ο φωτισμός μας– τότε οι πιο λαμπρές μέρες μας βρίσκονται σίγουρα μπροστά μας.

Τρίτον, καθώς ίσταμαι σε τούτο το θρόνο –αντικρύζοντας όλους εσάς σ’ αυτόν τον υπέροχο καθεδρικό ναό και απευθυνόμενος σε πολύ περισσότερους από σας με τα μέσα των σύγχρονων επικοινωνιών– βλέπω την ιερή εικόνα και τα λείψανα του Αγίου Νικολάου του θαυματουργού. Επειδή ακριβώς πιστεύουμε στα θαύματα, επειδή ακριβώς ο Άγιος Νικόλαος θαυματουργεί και επειδή ακριβώς το ίδιο το όνομα “Νικόλαος” σημαίνει “νίκη του λαού”, είμαστε σε θέση να επαναλάβουμε τα λόγια της προς Ρωμαίους επιστολής, η οποία διακηρύσσει: “ἀλλ’ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διά τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς” (Ρωμ. 8, 37).

Είναι αυτή η νίκη και αυτό το θαύμα που εκπροσωπεί και συμβολίζει ο ναός του Αγίου Νικολάου στο Διεθνές Κέντρο Εμπορίου –όχι μόνο για την Αρχιεπισκοπή μας, αλλά και για την Πόλη της Νέας Υόρκης και στην πραγματικότητα για ολόκληρο το Αμερικανικό Έθνος. Την πικρή εκείνη μέρα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 χάθηκαν τόσες ανθρώπινες ζωές, προκλήθηκαν τόσα πολλά δεινά και ο μικρός ναός μας του Αγίου Νικολάου καταστράφηκε ολοσχερώς με την κατάρρευση των Δίδυμων Πύργων. Παρ’ όλα αυτά, το μίσος ξεπεράστηκε με την ελπίδα, η βία με τη συγχώρεση και η απελπισία με το έλεος, τη συμπόνια και την αγάπη.

Αποτελεί καθήκον και υποχρέωσή μας ως Ορθοδόξων Χριστιανών –αλλά επίσης ευθύνη και δέσμευση απέναντι στο Θεό και το λαό Του– να ολοκληρώσουμε και να ανοίξουμε τις θύρες του ναού του Αγίου Νικολάου ως μία μαρτυρία και ένα όραμα για το τί είναι άριστο και όμορφο σε όλους τους ανθρώπους της πίστης. Σας διαβεβαιώ ότι η καρδιά μου είναι, επίσης, έτοιμη και σταθερή γι’ αυτό το καθήκον.

Αγαπητοί φίλοι, αδελφές και αδελφοί,

Σήμερα, γιορτάζουμε την απόδοση της εορτής της Πεντηκοστής, κατά την οποίαν η Ορθόδοξη Εκκλησία προσκαλεί όσους βαπτίσθηκαν και ενεδύθησαν το Χριστό να γίνουν παιδιά που καθοδηγούνται και φωτίζονται από το πυρ και τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, το οποίο καλεί όλους τους ανθρώπους σε ενότητα αποβάλλοντας τις διαιρέσεις και τις αμφιβολίες τους. Όπως ψάλλουμε στο κοντάκιο της ημέρας: “Ας δοξάσουμε όλοι μαζί το Πανάγιο Πνεύμα”. Και όπως διακηρύσσουμε στο κοινωνικό της ημέρας: “Τό πνεῦμα σου τό ἀγαθόν ὁδηγήσει ἡμᾶς ἐν γῇ εὐθειᾳ” (Ψαλμ. 144, 10).

Αύριο, με προσδοκία και ανυπομονησία θα μοιραστώ μαζί σας τη Θεία Ευχαριστία επί τη εορτή των Αγίων Πάντων. Θα έχουμε την ευκαιρία να θυμηθούμε όλους τους Αγίους –τους αρχαιότερους, όπως ο Άγιος Νικόλαος ο θαυματουργός και τους νεότερους, όπως ο Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης. Ταυτόχρονα, όμως, θα θυμηθούμε ότι όλοι έχουμε κληθεί να γίνουμε μέλη της κοινωνίας των Αγίων –συνταξιδιώτες σε τούτο το υπέροχο ταξίδι που ο Θεός με τόση χάρη και γενναιοδωρία προετοίμασε για μας σ’ αυτή την Αρχιεπισκοπή, την Εκκλησία και τη χώρα.

Ας παραμείνουν, λοιπόν, οι καρδιές μας έτοιμες και σταθερές. Αμήν! 








Τρίτη 28 Μαΐου 2019

ΕΓΚΏΜΙΟΝ ΜΕΓΑΛΟΜΆΡΤΥΡΟΣ ΣΕΒΑΣΤΟΚΡΆΤΟΡΟΣ ΚΑΙ ΕΛΈΩ ΘΕΟΎ ΠΙΣΤΟΎ ΒΑΣΙΛΈΩΣ ΡΩΜΗΏΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝΟΥ ΙΑ΄ ΠΑΛΑΙΟΛΌΓΟΥ (+29 ΜΑΪ́ΟΥ 1453)









ΕΓΚΏΜΙΟΝ ΜΕΓΑΛΟΜΆΡΤΥΡΟΣ ΣΕΒΑΣΤΟΚΡΆΤΟΡΟΣ ΚΑΙ ΕΛΈΩ ΘΕΟΎ ΠΙΣΤΟΎ ΒΑΣΙΛΈΩΣ ΡΩΜΗΏΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝΟΥ ΙΑ΄ ΠΑΛΑΙΟΛΌΓΟΥ (+29 ΜΑΪ́ΟΥ 1453)
Γράφει ο Ιωάννης Ελ. Σιδηράς Θεολόγος – Εκκλησιαστικός Ιστορικός – Νομικός
«Το δε την Πόλιν σοι δούναι ουτ’ εμόν εστί ουτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών» (Απόκριση Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στον Μωάμεθ Β΄, την 21η Μαΐου 1453 μ.Χ.)
Η μέχρι θανάτου υπεράσπιση της Θεοτοκοσκεπάστου και Αγιοτόκου Κωνσταντινουπόλεως υπό του φιλοχρίστου και ευσεβεστάτου Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου αποτελεί διαχρονική πράξη αυτοθυσίας «υπέρ πίστεως και πατρίδος»
Η Πολίτικη Ρωμιοσύνη συνεχίζει να ζει στους μητρικούς σωστικούς κόλπους της μαρτυρικής και καθαγιασμένης Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας
Το χρονόμετρο της ιστορίας έπαυσε να χρονομετρά το κλέος της Αγίας Ρωμαϊκής (ουχί της λεγόμενης Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας κατά τις μεσημβρινές «Μεγάλες Ώρες» της απαφράδος ημέρας Τρίτης, της 29ης Μαΐου του 1453, όταν «απ’ άκρου εις άκρον ηκούσθη η σπαραξικάρδια ιαχή, εάλω η Πόλις». 



Ο Μυρίπνοος μήνας Μάιος και το αυτοκρατορικό όνομα Κωνσταντίνος εσφάγισαν ανεξίτηλα στο διάβα των αιώνων την ιστορία της Παναγιοσκεπάστου Θεοτοκουπόλεως Κωνσταντινουπόλεως. Ήταν 11 Μαΐου του 330 μ.Χ., ημέρα μνήμης του μαρτυρίου του Αγίου Μωκίου, ο οποίος ήταν ο πολιούχος του αρχαίου Βυζαντίου, όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος εγκαινίασε την «Νέα Ρώμη», την Κωνσταντινούπολη, ως τη νέα πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας για να μένει στους αλήκτους αιώνες η άληστος υπενθύμιση: «Γενεθλίων σων δει τιμάν ημέραν, εν σοι Πόλις τυχόντα των γενεθλίων», καθώς και για να διακηρύττεται ψαλλόμενο το Απολυτίκιο: «Της Θεοτόκου η Πόλις, τη Θεοτόκω προσφόρως, την εαυτής ανατίθεται σύστασιν, εν αυτή γαρ εστήρικται διαμένειν, και δι’αυτής περισώζεται και κραταιούται, βοώσα προς αυτήν, Χαίρε η ελπίς πάντων των περάτων της γης».
Ήταν 29η και πάλι του μυρίπνοου μηνός Μαΐου του 1453 μ.Χ. και επί των ημερών της Βασιλείας του μεγαλομάρτυρος Ελέω Θεού πιστού Σεβαστοκράτορος των Ρωμηών Κωνσταντίνου ΙΑ’ του Παλαιολόγου όταν «εάλω η Πόλις και επάρθεν η Ρωμανία», κατά την ημέρα της εορτίου μνήμης της Αγίας Θεοδοσίας της οποίας ο ιερός ναός και η εφέστιος εικών εφέραν τα ανοιξιάτικα ρόδα (Γκιουλ) της προσευχής και των δεήσεων των πολιορκημένων Ρωμηών που έκαμαν ολονυκτία ικετεύοντας για τη σωτηρία τους. Εκείνα τα «έσχατα ρόδα» πρωταντίκρισαν οι Οθωμανοί όταν εισήλθαν στο ναό της και αφού τον μετέτρεψαν σε Τζαμί, έδωσαν την ονομασία «Γκιουλ Τζαμί», που σημαίνει «Τέμενος των Ρόδων».
Η ιστορική ιχνηλασία ως «εγκώμιον τιμής» μάς ανακαλεί στη μνήμη πρόσωπα και γεγονότα που συνθέτουν το «κύκνειον άσμα» της Βασιλεύουσας. Φθινόπωρο 1448/ Άνοιξη 1449: Πεθαίνει ο Αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος (Οκτώβριος) και διάδοχός του στο θρόνο της Βασιλευούσης ορίζεται ο αδερφός του Κωνσταντίνος, «δεσπότης του Μορέως», ο οποίος στέφεται στον Μυστρά (6 Ιανουαρίου) και γίνεται «δεκτός παρά πάντων ασπασίως» στην Κωνσταντινούπολη. Όταν τον Χειμώνα ή Φθινόπωρο του 1451 πεθαίνει ο Τούρκος Σουλτάνος Μουράτ Β΄, ανακηρύσσεται στην Αδριανούπολη ως διάδοχός του ο υιός του Μωάμεθ Β΄, ο Μεχεμέτ, Μεχέμετις, Μεχμέτης, Μεεμέτης των βυζαντινών πηγών, ο οποίος από το Φθινόπωρο του 1452 διαμένοντας στην Αδριανούπολη «οίκοι διάγων ουκ εδίδου ανάπαυσιν τοις βλεφάροις, αλλά και εν νυκτί και ημέρα την πάσαν φροντίδα της πόλεως είχε, πώς αυτήν λάβοι, πώς κύριος αυτής γένοιτο».
Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, άνθρωπος βαθύτατης πίστεως, ταπεινοφροσύνης και ανιδιοτελούς αγάπης και αφοσιώσεως προς την Εκκλησία και τον λαό του αντιλαμβάνεται ότι εγγίζει η «Μεγάλη Ώρα» της πολεμικής συγκρούσεως με τον «υπέρ άγαν» φιλόδοξο νεανίσκο Σουλτάνο, Μωάμεθ, ενώ η χριστιανική Δύση ίσταται απαθώς ως άλλος «Πόντιος Πιλάτος».
Όταν ο Κωνσταντίνος αντελήφθη ότι «ήγγικεν η ώρα», έκλεισε την 2α Απριλίου με την τεράστια αλυσίδα την είσοδο (το στόμιον) του Κερατίου Κόλπου προκειμένου να παρεμποδίσει τα πλοία των οθωμανών να πλησιάσουν τα θαλάσσια τείχη της Βασιλεύουσας. Την 5η Μαΐου άρχεται η πολιορκία της Πόλεως, η οποία διήρκησε επί 54 ή κατ’ άλλους 57 ημέρες και οι επιθέσεις των οθωμανών ήταν σφοδρές και καθημερινές, ενώ οι Ρωμηοί υπερασπιστές της Κωνσταντινουπόλεως υπεραμύνονταν του πατρίου εδάφους μέχρις εσχάτων βλέποντας τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο να μένει νυχθημερόν άγρυπνος και ως αεικίνητος ιπτάμενος αετός να διέρχεται ανά τας ρύμας και τας οδούς της Πόλεως καθώς και σε όλα τα σημεία των χερσαίων και θαλασσίων μακρών τειχών, εμψυχώνοντας τους ακατάβλητους μαχόμενους κάθε ηλικίας υπεραμύντορες της Βασιλίδος και τον άμαχο πληθυσμό αυτής.
Οι Βυζαντινοί χρονογράφοι Φραντζής (ή Σφραντζής), Δούκας, Κριτόβουλος και Χαλκοκονδύλης διασώζουν στα πολύτιμα ιστορικά πονήματά τους «περι την άλωση της Πόλεως» διάφορα ιστορικά γεγονότα και τους κατά περίσταση λόγους του τελευταίου Σεβαστοκράτορος και Μεγαλομάρτυρος του Ρωμαίηκου γένους Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου και του νεαρού Σουλτάνου Μωάμεθ Β’ μέσα από τους οποίους σκιαγραφείται η προσωπικότητα των δύο πρωταγωνιστών στην τραγωδία της ψυχορραγούσης Κωνσταντινουπόλεως. Έτσι στις καταγεγραμμένες «δημηγορίες» των δύο ανδρών διαπιστώνουμε ότι ο Μωάμεθ πολεμούσε για «δόξα και φήμη», ενώ ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος για «Πίστη και Πατρίδα». Η μάχη για την Κωνσταντινούπολη αποκαλύπτει ότι συγκρούονταν δύο κόσμοι, η «ύλη με το πνεύμα», το «σκότος με το φως», τα «επίγεια με τα ουράνια».   
Ο ιστορικός βυζαντινός χρονογράφος Μιχαήλ Δούκας αναφέρει ότι το μεγαλύτερο πλήγμα στην άμυνα της Βασιλεύουσας ήταν η καταστροφή των μέχρι τότε ακατάβλητων τειχών από το κανόνι του Ουρβανού. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος αντιληφθείς την σοβαρότητα της καταστάσεως «και κακόν σημείον κατά της Πόλεως και κατ’ αυτού κρίνων την πτώσιν (των τειχών)… απήλπισεν», οπότε απέστειλε πρέσβεις στον Σουλτάνο και του ζήτησε να αποχωρήσει για να συναφθεί ειρήνη υπό τους όρους που αμφότερα τα μέρη θα συμφωνούσαν.
Ο πείσμων και φιλόδοξος νεαρός Μωάμεθ απαντά στον αυτοκράτορα: «Δεν είναι δυνατόν να αποχωρήσω. Είτε θα λάβω την Πόλη είτε η Πόλη θα με λάβει ζωντανό ή νεκρό. Εάν όμως θέλεις να αναχωρήσεις απ’ αυτή με ειρήνη, θα σου δώσω την Πελοπόννησο και στους αδερφούς σου θα δώσω άλλες επαρχίες και θα είμαστε φίλοι. Εάν όμως δεν μου παραχωρήσεις την είσοδο ειρηνικώς και δια μάχης εισέλθω, όλους τους μεγιστάνες σου μαζί και εσένα θα πατάξω με ρομφαία καθώς και άπαντα τον λαό… καμοί η Πόλις αρκεί μοι κενή…». Ο δε αυτοκράτορας ακούγοντας την πρόταση του επίμονου Σουλτάνου ουδέ κατ’ ελάχιστον εσκέφθη να παραδώσει την Πόλη και όπως γράφει ο Μιχαήλ Δούκας: 
«… δεν ήταν δυνατόν να παραχωρηθεί η Πόλη στους Τούρκους από τα χέρια των Ρωμαίων. Γιατί εάν μπορούσε να γίνει αυτό, ποιά οδό ή ποιό τόπο ή πόλη είχαν για να μετοικήσουν οι χριστιανοί χωρίς να καταπτύονται, να ονειδίζονται και να σφακελίζονται οι Ρωμαίοι;».
Όταν ξημέρωσε η 21η Μαΐου, εόρτιος και πανεύσημος ημέρα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, κατά την οποία ο Αυτοκράτορας εόρταζε τα σεπτά ονομαστήριά του, σύμφωνα με τα γραφόμενα του Μιχαήλ Δούκα, ο Μωάμεθ απέστειλε πρόσωπα της εμπιστοσύνης του προς τον Κωνσταντίνο, τα οποία ομίλησαν εξ ονόματος του Σουλτάνου: «Τί λέγεις; Θέλεις να εγκαταλείψεις την Πόλη και να αποχωρήσεις, όπου επιθυμείς, μαζί με τους άρχοντές σου και τα υπάρχοντά τους, αφήνοντας αζήμιο τον λαό και μαζί μας και μαζί σου; ή (θέλεις) να αντισταθείς και να απολέσεις μαζί με τη ζωή σου και τα υπάρχοντά σου, και συ και οι δικοί σου, ο δε λαός αφού αιχμαλωτισθεί από τους Τούρκους να διασπαρεί σε όλη τη γη». Στη δε νέα πρόταση του Μωάμεθ ο αυτοκράτορας ομοφώνως μετά της Συγκλήτου απήντησε απερίφραστα και ανδροπρεπώς: «Εάν μεν θέλεις, καθώς και οι πατέρες σου έζησαν, και συ συζήσε μαζί μας ειρηνικώς, χάρις στο Θεό. Διότι εκείνοι τους γονείς μας ως πατέρες θεωρούσαν και τοιουτοτρόπως τιμούσαν, την δε πόλη αυτή (τιμούσαν) ως πατρίδα τους. Και σε έκτακτες περιστάσεις εντός αυτής αφού εισήλθαν, εσώθησαν… Έχε επιπλέον και τα αδίκως από εμάς αρπαγέντα κάστρα και την γη… και απόκοψε φόρους, σύμφωνα με την δύναμή μας, για να σου δίνω κατ’ έτος και άπελθε εν ειρήνη… Το δε την Πόλιν σοι δούναι, ουτ’ εμόν εστίν ουτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών».
Στις 23 Μαΐου, ημέρα Τετάρτη, μία ώρα πριν από τα ξημερώματα, επιστρέφει από τα Δαρδανέλια το μπριγιαντίνι που είχε στείλει ο αυτοκράτορας προς αναζήτηση του Βενετικού στόλου. Οι ναύτες πηγαίνουν στον αυτοκράτορα και του αναφέρουν ότι ούτε ένα κατάρτι πλοίου χριστιανικού φάνηκε στον ορίζοντα. Ο Κωνσταντίνος δακρύζει πικρά και τους ευχαριστεί. Δύο ημέρες αργότερα, την Παρασκευή της 25ης Μαΐου, οι σύμβουλοι του αυτοκράτορος προσέρχονται στα ανάκτορα και τον ικετεύουν να εγκαταλείψει την Πόλη και να οργανώσει αντίσταση έξω από αυτή, να συσπειρώσει όλους τους χριστιανούς της Δύσεως και της Ανατολής σε μία εκστρατεία εναντίον των Οθωμανών. Ενώ τους ακούει, λιποθυμά από την εξάντληση. Οι φρουροί του σπεύδουν να τον στηρίξουν. Μόλις συνέρχεται, απαντά στους συμβούλους του: «Δεν θα εγκαταλείψω τον λαό μου. Αν είναι να χαθεί η Πόλη, τότε ας χαθώ και εγώ μαζί της».
Κατά το απόγευμα της 28ης Μαΐου (ημέρα Δευτέρα) μία μακρά πομπή, η οποία αποτελούνταν από το λαό και τον κλήρο της Κωνσταντινουπόλεως, άνδρες και γυναίκες, γέρους και μικρά παιδιά, με τις άγιες εικόνες και τα ιερά  λάβαρα, κάνει λιτανεία γύρω από τα τείχη, ψάλλοντας με δάκρυα στα μάτια το «Κύριε Ελέησον». Ευστόχως και προσφυώς έχει γραφεί ότι ο δημόσιος λόγος (Δημηγορία) του αυτοκράτορος ήταν ένα «μυστήριο» που συντελούνταν «εν κοινωνία προσώπων». Μετά το τέλος λοιπόν της πομπής ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος αφού συγκέντρωσε τους άρχοντες της πόλης και τους αξιωματικούς του στρατού του, απηύθυνε τους εξής λόγους: «Ευγενέστατοι άρχοντες, εκλαμπρότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί, γενναιότατοι στρατιώτες, τιμημένοι και πιστοί πολίτες, γνωρίζετε όλοι πολύ καλά ότι έφθασε η ώρα που ο εχθρός της πίστεώς μας απεφάσισε να μας πιέσει ακόμη περισσότερο με όλα τα πολεμικά μέσα και τεχνάσματα που διαθέτει. Θέλει να αρχίσει γενική επίθεση και πόλεμο από την ξηρά και από την θάλασσα, έτοιμος να μας δαγκώσει σαν φαρμακερό φίδι και να μας καταβροχθίσει σαν ανήμερο λιοντάρι.
Γι’ αυτό το λόγο, σας παρακαλώ να φερθείτε με γενναιότητα και θάρρος, όπως κάνατε μέχρι τώρα, απέναντι στους εχθρούς της πίστης μας. Αφήνω στα χέρια σας την τύχη της δοξασμένης και λαμπρής πατρίδας μας, της μεγαλοπρεπεστάτης και ευγενούς Βασιλεύουσας όλων των πόλεων. Ξέρετε πολύ καλά, αδέλφια μου, ότι για τέσσερις λόγους είμαστε υποχρεωμένοι να προτιμήσουμε το θάνατο παρά τη ζωή. Πρώτον, για την πίστη και τη θρησκεία μας, δεύτερον, για την πατρίδα, τρίτον, για τον Βασιλέα, τον αντιπρόσωπο του Κυρίου μας, και, τέταρτον, για τους συγγενείς και τους φίλους μας.
Αν, λοιπόν, αδέλφια μου, πρέπει να αγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου για έναν από τους παραπάνω λόγους, τότε έχουμε υποχρέωση να πολεμάμε ακόμα σκληρότερα όταν πρόκειται για και για τα τέσσερα μαζί, διαφορετικά θα χάσουμε τα πάντα.
Αν ο Θεός, εξαιτίας των αμαρτιών μας, δώσει τη νίκη στους απίστους, διατρέχουμε τον κίνδυνο να χάσουμε την άγια πίστη που μας έδωσε ο Χριστός με το αίμα Του και είναι το σημαντικότερο πράγμα απ’ όλα. Τί όφελος μπορεί να έχει κανείς αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο αλλά χάσει την ψυχή του; Δεύτερον, θα χάσουμε την ένδοξη πατρίδα και την ελευθερία μας. Τρίτον, το άλλοτε ένδοξο κράτος μας, που τώρα πια είναι εξασθενημένο και ταπεινωμένο, θα πέσει στα χέρια του απίστου τυράννου. Τέλος, θα χάσουμε τα αγαπημένα μας παιδιά, τις γυναίκες και τους υπόλοιπους συγγενείς μας.
Ο Βάρβαρος Σουλτάνος μάς έχει αποκλείσει 57 μέρες τώρα με όλες τις δυνάμεις του και μάς πολιορκεί μέρα-νύχτα με κάθε μέσο που διαθέτει, αλλά καταφέραμε να τον αποκρούσουμε με τη βοήθεια του Κυρίου μας Χριστού που βλέπει τα πάντα. Είδατε ότι, ακόμα και στα μέρη όπου έπεσε το τείχος από τα τηλεβόλα και τις πολιορκητικές μηχανές, καταφέραμε να τον επισκευάσουμε με τον καλύτερο τρόπο. Έχουμε στηρίξει όλες τις ελπίδες μας στην ακαταμάχητη δόξα του Θεού. Οι εχθροί μας διαθέτουν όπλα, ιππικό, δύναμη και πλήθος, αλλά εμείς έχουμε εμπιστοσύνη στο όνομα του Κυρίου και Σωτήρα μας, στα χέρια μας και στη γενναιότητα που μας χάρισε ο Θεός.
Ξέρω ότι η τεράστια αγέλη των απίστων θα επιτεθεί εναντίον μας, όπως συνηθίζει, με βάναυση ορμή, αλαζονεία και θράσος, επειδή είμαστε λίγοι, ώστε να μας τρομάξουν, να μας κουράσουν και να μας κάνουν να χάσουμε το ηθικό μας με τις φωνές και τους αλαλαγμούς τους…
Ήρθε λοιπόν, αδέρφια μου, ο Σουλτάνος, μας πολιόρκησε και έχει ορθάνοιχτο το τεράστιο στόμα του για να καταβροχθίσει τόσο εμάς όσο και την πόλη που έχτισε ο αείμνηστος μεγάλος αυτοκράτορας, ο Κωνσταντίνος, ο οποίος αφιέρωσε στην Παναγία Δέσποινα Θεοτόκο και αειπάρθενο Μαρία, εκφράζοντας την ευχή να την έχουμε πάντα βοηθό και προστάτη της πατρίδας μας, που αποτελεί καταφύγιο των χριστιανών, ελπίδα και χαρά των Ελλήνων και καύχημα όλου του κόσμου.
Ο άπιστος όμως Σουλτάνος θέλει να υποδουλώσει την πόλη που ήταν κάποτε ένδοξη, ανθούσε σαν τριαντάφυλλο του αργού και είχε υποτάξει ολόκληρη σχεδόν την υφήλιο. Αυτή, λοιπόν, την πόλη θέλει να υποδουλώσει και να την έχει υπό την εξουσία του. Θέλει να πάρει τις άγιες Εκκλησίες μας, όπου προσκυνάμε την Αγία Τριάδα και δοξολογούμε το Άγιο Πνεύμα του Θεού και όπου οι άγγελοι υμνούν τον Θεό και την ενανθρώπισή του, για να τις κάνει τόπο λατρείας και ψεύτικης θρησκείας του ανοήτου ψευτοπροφήτη Μωάμεθ και στάβλο για άλογα και καμήλες. Αδέρφια και συμπολεμιστές μου, θέλω να τα σκεφτείτε αυτά καλά, για να μείνουν το όνομα, η δόξα, η ελευθερία σας στην αιωνιότητα».
Στη συνέχεια ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος απευθύνεται σθεναρώς προς τους Βενετούς και τους Γενουάτες, ζητά στο όνομα του Χριστού να πολεμήσουν με ανδρεία και γενναιότητα φανερώνοντας εμπράκτως την αγάπη τους στο Χριστό και βοηθώντας να σωθεί η αγιοτόκος και θεοτοκούπολη Βασιλεύουσα.
Όταν περάτωσε τον δημόσιο λόγο του (δημηγορία), ευχαρίστησε τον Θεό με αναστεναγμούς και δάκρυα στα μάτια ενώ οι ακούοντες παριστάμενοι απήντησαν συγκινημένοι «εν ενί στόματι και μιά καρδία»: «Ας πεθάνουμε όλοι για την πίστη του Χριστού και για την πατρίδα μας». Ο αυτοκράτορας άκουσε τα λόγια τους με χαρά, τους ευχαρίστησε εκ μέσης καρδίας και τους υποσχέθηκε πλούσια δώρα. Πριν αποχωρήσει, τους είπε τον έσχατο λόγο του: «Λοιπόν, αδέρφια και συμπολεμιστές μου, να είστε όλοι έτοιμοι το πρωί. Με τη δύναμη που μας δίνει ο Θεός και τη βοήθεια της Αγίας Τριάδος, στην οποία στηρίζουμε όλες μας τις ελπίδες, ας κάνουμε τους εχθρούς μας να φύγουν νικημένοι από την πόλη μας».
Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος για τελευταία φορά εισέρχεται στην «Μεγάλη Εκκλησία» της Του Θεού Σοφίας και με δάκρυα στα μάτια και συντετριμμένη καρδία προσεύχεται και κοινωνεί από χειρών Ορθοδόξου Ιερέως τα άχραντα μυστήρια. Ο βυζαντινός χρονογράφος Φραντζής (ή Σφραντζής) αναφέρεται στην τελευταία κοινωνία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και γράφει: «Ο δε βασιλεύς, εν τω πανσέπτω ναώ της Του Θεού Λόγου Σοφίας ελθών και προσευξάμενος μετά κλαυθμού τα άχραντα και θεία μυστήρια μετέλαβεν. Ομοίως και έτεροι πολλοί εν τη νυκτί εποίησαν. Είτα ελθών εις τα ανάκτορα ολίγον σταθείς και εκ πάντων συγχώρησιν αιτήσας εν τήδε τη ώρα, τις διηγήσεται  τους τότε κλαυθμούς και θρήνους τους εν τω παλατίω, ει και από ξύλου άνθρωπος, ή εκ πέτρας ην, ουκ ηδύνατο μη θρηνήσαι».
Μετά από μακρά πολιορκία και ηρωϊκή αντίσταση των γενναίων υπερασπιστών της Πόλεως, ο Θεός  ανέτειλε την 29η Μαΐου του 1453, ημέρα Τρίτη, και ακόμη εκυμάτιζε επί της Πύλης του Ρωμανού η σημαία του δικέφαλου αετού. Ο αυτοκράτορας ακούραστος και ακατάβλητος έτρεχε ενθαρρύνοντας τον στρατό και λέγοντας: «ημών εστίν η νίκη, ο Θεός υπέρ ημών πολεμεί». Οι Οθωμανοί πολεμούσαν λυσσαλέως, ενώ οι ημέτεροι ανθίστατο ερρωμένως. Ένα Αλλάχ! Ακουγόταν με άγρια φωνή και οι ορμητικές επιθέσεις στρατιωτών, σοφτάδων, γενιτσάρων επήρχοντο ως κύματα θαλάσσης, τα οποία συντρίβονταν επάνω στον βράχο του ηρωϊσμού των Ελλήνων. Παντού αντηχεί βοή, κρότοι, αλληλοσπαραγμοί. Ο αυτοκράτορας με πέδιλα χρυσά τα οποία έφεραν τον δικέφαλο αετό και με την σπάθη στα χέρια εμάχετο ηρωϊκότατα στην Πύλη του Ρωμανού και ανέκραζε: «συστρατιώται αδελφοί… στήτε ανδρείως δια τους οικτιρμούς του Θεού!»…
Στο τέλος ήλθε η φοβερά και φρικώδης στιγμή, όταν ο Κωνσταντίνος, ο οποίος επί τέσσερις ήδη ώρες είχε αποκρούσει τέσσερις μεγάλες εφόδους και ήλπιζε ότι θα κατίσχυε της επιμονής Μωάμεθ του Β’, είδε απροσδοκήτως να εισορμούν εντός των τειχών οι πολέμιοι και να περικυκλώνεται πανταχόθεν ακούγοντας την απαίσια κραυγή του πλήθους, «η Πόλις εάλω, εάλω η Πόλις». Απελπισθείς εκέντησε τον ίππο και όρμησε στο πυκνότερο μέτωπο του εχθρού, αγωνιζόμενος ως ο έσχατος των στρατιωτών «και το αίμα ποταμηδόν εκ των ποδών και των χειρών αυτού έρρεεν»… Παρά ταύτα η σπάθη του Βασιλέως πολλούς εχθρούς είχε θερίσει έως ότου εθραύσθη και τότε βλέποντας ο ίδιος τον επικείμενο θάνατό του από χείρες αλλοθρήσκων κατακτητών ή ακόμη χειρότερο φοβούμενος μήπως πέσει ζωντανός στα χέρια των αλλοφύλων, ανέκραξε γοερώς: «Ουκ έστι τις των χριστιανών του λαβείν την κεφαλήν μου απ’ εμού;» Ο δε Μιχαήλ Δούκας γράφει: «είχε απομείνει μονώτατος. Τότε ένας από τους Τούρκους τον έπληξε με χτύπημα στο πρόσωπο, όπως και ο ίδιος ανταπέδωσε το χτύπημα, ενώ άλλος Τούρκος από πίσω κατάφερε καίριο πλήγμα κατ’ αυτού, όποτε έπεσε κατά γης. Δεν γνώριζαν ότι είναι ο Βασιλεύς, αλλά ως κοινό στρατιώτη αφού τον εθανάτωσαν, τον εγκατέλειψαν». Σύμφωνα με άλλη γραφή, κατά την κρίσιμη εμπλοκή, κάποιος φοβερός αράπης αφού όρμησε από πίσω, απέκοψε την κεφαλή του.
Άξιο μνείας είναι το γεγονός ότι ο αυτοκράτορας όταν είδε την είσοδο των γενιτσάρων από την πύλη του Ρωμανού, επεδίωξε να πεθάνει μαχόμενος παρά να ζήσει και να γευθεί το πικρόν ποτήριον της αλωθείσης πόλεως: «είλετο ξυναποθανείν τη πατρίδι τε και τοις αρχομένοις, μάλλον δε και προαποθανείν αυτοίς, όπως μη ταύτην τε αλούσαν επίδοι». Τούτο πιστοποιείται και από την ύστατη φωνή του: «η Πόλις αλίσκεται καμοί ζην έτι περίεστιν;».
Ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής αφού εζήτησε να μεταφερθεί η αποκοπείσα κεφαλή του μεγαλομάρτυρος αυτοκρατόρος Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ενώπιόν του και αφού αναγνωρίσθηκε από τον Μέγα Δούκα και τους Οθωμανούς στρατιώτες που τον εθανάτωσαν, σύμφωνα με τα γραφόμενα του Μιχαήλ Δούκα: «Τότε προσήλωσαν αυτήν εν τω κίονι του Αυγουσταίου και ίστατο έως εσπέρας. Μετά δε ταύτα εκδείρας και αχύροις το δέρμα στοιβάσας, έπεμψε πανταχού δεικνύων το της νίκης σύμβολον, τω των Περσών αρχηγώ και των Αράβων και τοις άλλοις Τούρκοις».
Σύμφωνα με τον Σκαρλάτο Βυζάντιο, κάποιος τάφος που σώζεται στον τοίχο του Ιερού Βήματος της Εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής στην συνοικία Τζιμπαλί (Αγιά) ανήκει στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, ενώ σύμφωνα με άλλη παράδοση η οποία βασίζεται στα γραφόμενα του Φραντζή, αφού το άψυχο σώμα του αποκεφαλισθέντος αυτοκράτορος ανεγνωρίσθη από τους δικεφάλους αετούς στα πέδιλά του, όπως είχε βρεθεί στη Πύλη του Ρωμανού, ο Σουλτάνος με εντολή του επέτρεψε οι χριστιανοί να ενταφιάσουν με όλες τις τιμές τον τελευταίο Βασιλέα τους και εκείνοι τον ενταφίασαν στο ναό της Αγίας Θεοδοσίας, επειδή κατά την 29η Μαΐου επανηγύριζε ο ναός αυτής και την ίδια ημέρα «εάλω η Πόλις» και μαρτυρικώς εκοιμηθή ο αυτοκράτορας.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση, ο τάφος του τελευταίου αυτοκράτορος βρίσκεται στην ίδια συνοικία αλλά κοντά στο «Βεφά Μεϊντάνι», μέσα σε ένα Χάνι, στην αυλή, όπου είναι θαμμένος ο Βασιλιάς. Άλλοτε είχαν αναμμένη και μια κανδήλα πάνω στο μνήμα του, τώρα είναι πολύς καιρός που δεν την ανάβουν…
Το ελάχιστο τούτο «Εγκώμιον» προς τον τελευταίο μεγαλομάρτυρα «Ελέω Θεού» πιστό Βασιλέα και Σεβαστοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ’ τον Παλαιολόγο κατακλείουμε με την ανεπανάληπτη ιστορική γραφή του αοιδίμου Μητροπολίτου Τραπεζούντος Χρυσάνθου, ο οποίος γράφει: «ούτω δια του μαρτυρικού αίματος επισφραγίζει ο αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ο Δραγάτσης την ιστορία του Βυζαντίου, της οποίας και η τελευταία αύτη σελίς θα παραμείνη δια την ελληνικήν φυλήν χρυσή και αθάνατος ιδία δια την ηρωϊκήν αντίστασιν χιλιάδων τινών γενναίων ανδρών, προπάντων και κατά το πλείστον Ελλήνων, οι οποίοι επί δύο μήνας και δια μόχθων ατελευτήτων επολέμουν εναντίον εχθρού εικοσάκις υπερτέρου κατά τον αριθμόν, εναντίον των πρώτων στρατευμάτων του κόσμου κατά την εποχήν εκείνην, και μέχρι τελευταίας πνοής υπερήσπισαν τα φρούρια της βασιλίδος των πόλεων, του θεοφρουρήτου Βυζαντίου, της ακροπόλεως ταύτης του χριστιανικού πολιτισμού εν τη Ανατολή.
Και την αθανασίαν της τελευταίας ταύτης χρυσής σελίδος της βυζαντινής ιστορίας επιστέφει ο ένδοξος θάνατος του ήρωος μάρτυρος αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, ηρωϊκώς υπέρ της πατρίδος πεσόντος παρά την Πύλην του Ρωμανού την πρωΐαν της 29ης Μαΐου 1453, εν ηλικία 49 ετών, τριών μηνών και είκοσιν ημερών.
Ο τάφος του αυτοκράτορος Κωνσταντίνου παραμένει άγνωστος, «αλλ’ ανδρών αγαθών πάσα γη τάφος», το δε ευκλεές αυτού όνομα περιφέρεται από γενεάς εις γενεάν εν τη διανοία και τη καρδία πάντων και παραμένει αθάνατον…».
Υ.Γ. Το παρόν επετειακό ιστορικό κείμενο πάνυ ευλαβώς αφιερούται στους ανά τους αιώνες «ανυστάκτους φύλακες» της πατρώας πίστεως και των ιερών ναμάτων του ευσεβούς Ρωμαίϊκου Γένους, ήτοι στους Φαναριώτες κληρικούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο ζει και θα ζει ως «παρεμβολή Θεού» επί της γης και ως «εύλαλον αντίφωνον» Ορθοδοξίας εν μέσω αλλοτρίων…    








Τετάρτη 24 Απριλίου 2019

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ: ΠΑΣΧΑΝΙΝΟ ΜΗΝΥΜΑ 2019




† Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ 
ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ 
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ – ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ 
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ 
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ EΛΕΟΣ 
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ 
* * * 
Τιμιώτατοι ἀδελφοί καί προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ, 
Διατρέξαντες ἐν νηστείᾳ καί προσευχῇ τόν δόλιχον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρα-κοστῆς, φθάσαντες δέ τό σωτήριον πάθος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καθιστάμεθα σήμερον κοινωνοί τῆς χαρᾶς τῆς λαμπροφόρου Ἐγέρσεως Αὐτοῦ. 
Τό βίωμα τῆς Ἀναστάσεως ἀνήκει εἰς τόν πυρῆνα τῆς ταυτότητος τῶν Ὀρθοδόξων. Ἑορτάζομεν τήν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου ὄχι μόνον κατά τό Ἅγιον Πάσχα καί τήν πασχάλιον περίοδον, ἀλλά κάθε Κυριακήν καί εἰς κάθε Θείαν Λειτουργίαν, ἡ ὁποία εἶναι πάντοτε ὁλόφωτος πανήγυρις. Ἡ χριστιανική ζωή εἰς ὅλας τάς πτυχάς της, εἰς τήν θείαν λατρείαν, εἰς τήν βιοτήν καί μαρτυρίαν μας ἐν τῷ κόσμῳ, ἔχει ἀναστάσιμον πνοήν, δονεῖται ἀπό τήν νίκην τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ἐπί τοῦ θανάτου καί ἀπό τήν προσδοκίαν τῆς αἰωνίου Βασιλείας Του. 
Ὁ ἄνθρωπος δέν δύναται ἀφ᾿ ἑαυτοῦ νά διαχειρισθῇ τόν φόβον καί τό ἀναπόφευκτον τοῦ θανάτου, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου εὑρίσκεται καθ᾿ ὅλην τήν διάρκειαν τῆς ζωῆς του καί ὄχι μόνον εἰς τό τέλος της. Ἡ αἴσθησις ὅτι ἡ ζωή του εἶναι «πορεία πρός τόν θάνατον», ἄνευ ἐλπίδος διαφυγῆς, δέν ὁδηγεῖ εἰς τόν ἐξανθρωπισμόν τῆς ἀναστροφῆς του καί εἰς ἐνίσχυσιν τῆς εὐθύνης καί τῆς μερίμνης του διά τό παρόν καί τό μέλλον. Μᾶλλον, ὁ ἄνθρωπος συρρικνώνεται, ἀποκόπτεται ἀπό τά οὐσιώδη τοῦ βίου, καταλήγει εἰς τόν κυνισμόν, τόν μηδενισμόν καί τήν ἀπόγνωσιν, εἰς τήν φενάκην τῆς ἀκωλύτου αὐτοπραγματώσεως καί εἰς τόν ἀχαρίτωτον εὐδαιμονισμόν τοῦ «φάγωμεν καί πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν». Ἡ ἐπιστήμη, ἡ κοινωνική καί πολιτική δρᾶσις, ἡ οἰκονομική πρόοδος καί ἡ εὐημερία δέν δύνανται νά προσφέρουν διέξοδον. Ὅ,τι εἶναι δημιούργημα τοῦ ἀνθρώπου φέρει τό στίγμα τοῦ θανάτου, δέν σώζει, ἀφοῦ καί αὐτό ἔχει ἀνάγκην σωτηρίας. Ὁ πόθος τῆς αἰωνιότητος δέν καλύπτεται μέ ἐπίγεια ἀγαθά, δέν ἱκανοποιεῖται μέ τήν παράτασιν τῆς ζωῆς μας καί μέ ὑποσχέσεις ψευδῶν παραδείσων. 
Ἡ Ὀρθοδοξία προσφέρει εἰς τόν σύγχρονον λογοκρατούμενον ἄνθρωπον τήν Ἀλήθειαν τοῦ σωτηριώδους Εὐαγγελίου τῆς Ἀναστάσεως. Δι᾿ ἡμᾶς τούς Ὀρθοδόξους, τό Πάσχα δέν εἶναι ἁπλῶς ἀνάμνησις τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά βίωσις καί τῆς ἰδικῆς μας ἀναγεννήσεως ἐν Χριστῷ Ἀναστάντι, πρόγευσις καί βεβαιότης τῆς ἐσχατολογικῆς πληρώσεως τῆς θείας Οἰκονομίας. Ὁ πιστός γνωρίζει ὅτι ἡ ὑπαρξιακή πληρότης εἶναι δῶρον τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἐν Χριστῷ, ἡ ζωή μας μεταμορφώνεται, μετατρέπεται εἰς πορείαν πρός τήν θέωσιν. Οἰ χριστιανοί διακρίνονται, κατά τόν Ἀπόστολον Παῦλον, ἀπό τούς «λοιπούς», τούς «μή ἔχοντας ἐλπίδα» (πρβλ. Α’ Θεσσ. δ’, 13). Ἐλπίζουν είς Χριστόν, ὁ ὁποῖος εἶναι, «ἡ ζωή καί ἡ Ἀνάστασις ἡμῶν», «ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος καί ὁ ζῶν» (Ἀποκ. α’, 17 – 18). 
Ἡ σωτήριος παρουσία τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν ζωήν μας καί ἡ ἐλπίς τῆς ἐπουρανίου Βασιλείας εἶναι ἀρρήκτως συνδεδεμέναι εἰς τήν χριστιανικήν ὕπαρξιν, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ καί πραγματώνεται ὡς δημιουργική καί μεταμορφωτική δύναμις ἐν τῷ κόσμῳ. Δέν εἶναι καθόλου τυχαῖον, ὅτι πρίν ὁ νεωτερικός πολιτισμός κατανοήσῃ καί ἐγκαθιδρύσῃ τόν ἄνθρωπον ὡς δημιουργόν τῆς ἱστορίας, οἱ πιστοί ἐκλήθησαν νά καταστοῦν «Θεοῦ συνεργοί» (πρβλ. Α’ Κορ. γ’, 9). Ἀποτελεῖ πλήρη παρανόησιν τῆς Ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας καί τοῦ κοινωνικοῦ καί φιλανθρώπου ἔργου τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ὑποστηρίζηται ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἐσωστρεφής, ἀκοσμική καί ἀδιάφορος διά τήν ἱστορίαν καί τόν πολιτισμόν. 
Ἱερώτατοι ἀδελφοί καί τέκνα ἀγαπητά, 
Τό Πάσχα δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ μεγαλυτέρα ἑορτή καί πανήγυρις τῶν Ὀρθοδόξων. Ἀνάστασις εἶναι ὅλη ἡ πίστις, σύνολος ἡ ἐκκλησιαστική ζωή, ὁλόκληρος ὁ πολιτισμός τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ἀνεξάντλητος πηγή, ἐκ τῆς ὁποίας ἀντλεῖ καί τρέφεται ἡ ἐσχατολογική ὁρμή τῆς ὀρθοδόξου βιοτῆς καί μαρτυρίας. Ἐν τῇ Ἀναστάσει καί ἐκ τῆς Ἀναστάσεως γνωρίζομεν οἱ πιστοί τόν αἰώνιον προορισμόν μας, ἀνακαλύπτομεν τό περιεχόμενον καί τήν κατεύθυνσιν τῆς ἀποστολῆς μας ἐν τῷ κόσμῳ, εὑρίσκομεν τό νόημα καί τήν ἀλήθειαν τῆς ἐλευθερίας μας. Ὁ κατελθών ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς καί συντρίψας τάς πύλας τοῦ Ἅδου καί τό κράτος τοῦ θανάτου, ἀναδύεται ἐκ τοῦ τάφου ὡς ἐλευθερωτής τοῦ ἀνθρώπου καί ἁπάσης τῆς κτίσεως. Αὐτό τό δῶρον τῆς ἐλευθερίας καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά ἀποδεχθῇ ἐλευθέρως, ἐντασσόμενος εἰς τήν «κοινότητα τῆς θεώσεως», τήν Ἐκκλησίαν, ἐν τῇ ὁποίᾳ ἡ ἐλευθερία εἶναι θεμέλιον, ὁδός καί προορισμός. Ἡ χριστοδώρητος ἐλευθερία βιοῦται καί ἐκφράζεται ὡς «ἀληθεύειν ἐν ἀγάπῃ» (πρβλ. Ἐφεσ. δ’, 15), ὡς γεγονός κοινωνίας καί ἀλληλεγγύης. «Ὑμεῖς γάρ ἐπ᾿ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθητε, ἀδελφοί. μόνον μή τήν ἐλευθερίαν εἰς ἀφορμήν τῇ σαρκί, ἀλλά διά τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις» (Γαλ. ε’, 13). Ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ «ὑπάρχομεν μέ τόν τρόπον τῆς Ἀναστάσεως», ἀφορῶντες εἰς τήν «κοινήν ἀνάστασιν» ἐν τῇ ἀνεσπέρῳ ἡμέρᾳ τῆς Βασιλείας. 
Μέ αὐτάς τάς σκέψεις, δοξάζοντες ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ τόν Ἀναστάντα καί «ἀνατείλαντα πᾶσι τήν ζωήν» Κύριον, τόν Θεόν «μεθ᾿ ἡμῶν» καί «ὑπέρ ἡμῶν», τόν ἐπαγγειλάμενον ἔσεσθαι μεθ᾿ ἡμῶν μέχρι τερμάτων αἰῶνος, καί ἀναβοῶντες τόν πασχάλιον πανευφρόσυνον χαιρετισμόν «Χριστός Ἀνέστη!», δεόμεθα τοῦ πανδώρου Ποιητοῦ καί Λυτρωτοῦ τοῦ κόσμου, ὅπως καταυγάζῃ τήν ζωήν πάντων ἡμῶν διά τοῦ φωτός τῆς πανσωστικῆς Ἀναστάσεως Αὐτοῦ καί χαρίζηται τοῖς πᾶσι χαράν πεπληρωμένην καί πάντα τά σωτήρια δωρήματα, ἵνα ὑμνῆται καί εὐλογῆται τό πανάγιον καί ὑπερουράνιον ὄνομα Αὐτοῦ. 
Φανάριον, 
Ἅγιον Πάσχα ,βιθ´ 
† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως 
διάπυρος πρός Χριστόν Ἀναστάντα 
εὐχέτης πάντων ὑμῶν. 






Δευτέρα 22 Απριλίου 2019

Ν.Ιωνίας Γαβριήλ : Πασχάλιον μήνυμα 2019





«Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής της αιωνίου, απαρχήν» (Ζ’ Ωδή του Κανόνος της Αναστάσεως)
Αγαπητοί μου αδελφοί, παιδιά μου αγαπημένα,
Τη νέκρωση του θανάτου εορτάζουμε… μα πόσο οξύμωρο μήνυμα; Δε χωρά ο φθαρτός νους το γεγονός της Αναστάσεως. Μικρός ο άνθρωπος μπροστά στο μέγιστο και θαυμαστό σημείο της αιωνίου ζωής. Ο Χριστός μας νικάει τον θάνατο και εγκαθιστά την βεβαιότητα της ελπίδος, κατατροπώνει την αμαρτία και προσφέρει την γλυκύτητα της συγχώρησης για κάθε αμαρτωλό άνθρωπο.
Καθαιρεί τον Άδη και σαλπίζει τον ερχομό μιας άλλης βιωτής. Μιας άλλης ζωής. Αιώνιας. Καινούριας. Φωτισμένης από το ανέσπερο φως του Θεανθρώπου Ιησού, του άλλοτε φτωχού ξυλουργού από τη Ναζαρέτ και νυν Βασιλέως των βασιλέων. Ενός πνευματικού βασιλείου, που συνέδεσε τη γη με τον Ουρανό και εξύψωσε τον φθαρτό και πεσόντα άνθρωπο, οδηγώντας τον στην κατά χάριν Θεότητα με στόχο να τον ανακαινίσει, να τον αναβαπτίσει εν Χριστώ και να τον οδηγήσει με σιγουριά στην αγιότητα.
Έτσι, νικώντας τον θάνατο, κατατρόπωσε τον φόβο. Τον φόβο των Μυροφόρων γυναικών μπροστά στους Ρωμαίους στρατιώτες, τον φόβο των μαθητών του Κυρίου από την μανία των Ιουδαίων, τον φόβο καθενός από εμάς ενώπιον της συναντήσεώς μας με τον Θεό, με την ύπαρξή Του, με την Ανάστασή Του, με την παρουσία Του στη ζωή μας.
Όπου και αν γυρίζουμε σήμερα το βλέμμα μας αντικρίζουμε αυτόν τον απροκάλυπτο και απαίσιο φόβο. Την ανασφάλεια της ανεργίας, την αβεβαιότητα του μέλλοντος, τον εκφοβισμό των αδυνάτων, τον διωγμό των προσφύγων, την μανία του ανθρώπου για να εξουσιάσει χωρίς αναστολές και προϋποθέσεις. Παντού κυριαρχεί ὁ φόβος. Παντού προβάλλει η ρηχή πραγματικότητα. Παντού εξαφανίζεται η ειλικρίνεια και η ντομπροσύνη. Παντού το σκοτάδι προσπαθεί να καλύψει το φως.
Η πίστη μας όμως, η βεβαιότητα της Αναστάσεως, η δύναμη της συγγνώμης και η βαθιά μας πεποίθηση για τη νίκη του θανάτου από τον Κύριό μας, μεταμορφώνει την οικουμένη και δημιουργεί στον άνθρωπο τη δύναμη για να αποβάλλει κάθε ρανίδα φόβου, κάθε ψήγμα εγωισμού. Τον ετοιμάζει για να καταφέρει να αγαπήσει. Να αγαπήσει τον Θεό και τούς ανθρώπους. Ολόκληρη τη δημιουργία. Να αγαπήσει χωρίς προϋποθέσεις, να δείξει πως κάθε φόβος μπορεί να νικηθεί από την αγάπη, μπορεί να μετατραπεί σε ευκαιρία για την σωτηρία μας, για την πορεία μας προς την αιωνιότητα.
Αδελφοί μου,
«Η αγάπη έξω βάλλει τον φόβον». Ο Χριστός νικά τον θάνατο και μας θωρακίζει από την φθορά της αμαρτίας και την ανασφάλεια της καθημερινότητας. Ας πορευθούμε γεμάτοι με αγάπη και θάρρος… χωρίς φόβο και πάθη. Χωρίς μικρότητες και μισαλλοδοξίες. Ας δεχθούμε το δώρο του Αναστάντος Κυρίου μας στη ζωή μας. Όποιος καταφέρει να μας φοβίσει, μας έχει νικήσει. «Η αγάπη έξω βάλλει τον φόβον».
Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη!
† Ὁ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ Ν.ἸΩΝΙΑΣ και ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΓΑΒΡΙΗΛ 








Τετάρτη 17 Απριλίου 2019

Μήνυμα συμπαθείας του Οικουμενικού Πατριάρχου για την καταστροφική πυρκαγιά στον Καθεδρικό Ναό της Παναγίας των Παρισίων



Μήνυμα συμπαθείας του Οικουμενικού Πατριάρχου για την καταστροφική πυρκαγιά στον Καθεδρικό Ναό της Παναγίας των Παρισίων
Με επιστολές του προς τον Ρωμαιοκαθολικό Αρχιεπίσκοπο Παρισίων και τον Πρόεδρο της Γαλλίας
* * *

Την βαθύτατη λύπη του για την καταστροφική πυρκαγιά που έπληξε τον ιστορικό Καθεδρικό Ναό της Παναγίας των Παρισίων, ένα από τα σημαντικότερα σημεία αναφοράς της ιστορίας και της πνευματικής ταυτότητας της γαλλικής πρωτεύουσας, και τη συμπάθειά του προς τους ρωμαιοκαθολικούς πιστούς της πόλης και συνολικά προς τον λαό της Γαλλίας εκφράζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, με επιστολές του προς τον Ρωμαιοκαθολικό Αρχιεπίσκοπο Παρισίων Michel Aupetit και τον Πρόεδρο της Γαλλίας Emmanuel Macron.

Η Παναγία των Παρισίων δεν ήταν απλώς ένας Καθεδρικός Ναός, τονίζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αλλά αποτελεί ένα ορατό σημείο «συνάντησης» της χριστιανικής πίστης και της ανθρώπινης μεγαλοφυΐας, ένα σύμβολο των κοινών ιδανικών της ανθρωπότητας, μία «φωνή» από την οποία πηγάζει μια ηχηρή έκκληση για ειρήνη και αγάπη.
«Ο κόσμος είναι σήμερα τραυματισμένος, βιώνει ένα ιδιαίτερο πένθος, συλλογικά, πέρα από ομολογιακές και θρησκευτικές δεσμεύσεις», σημειώνει ο Οικουμενικός Πατριάρχης και εύχεται για την ταχεία αποκατάσταση του ιστορικού Ναού. 




Κάποια Χριστούγεννα...

  Κάποια Χριστούγεννα... ''Πήγε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στα γραφεία της εφημερίδας «Ἀκρόπολις» για να παραδώσει ένα χριστουγεννιά...