Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

ΟΣΙΟΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΗΣ Ο ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΣ













 Τον μακαριστό Γέροντα Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη τον γνώρισα όταν ήμουν στην ηλικία των 17 ετών και για πρώτη φορά τα βήματα μου έφθασαν στο '' περιβόλι της Παναγίας" τον ευλογημένο 'Αθωνα. Ήταν καλοκαίρι και η Αθωνική Πολιτεία εόρταζε, σύμφωνα με το πάτριο εορτολόγιο, την Κοίμηση της Θεοπρομήτορος Αγίας ΄Αννης. Στις Καρυές ,την πρωτεύουσα του Αγίου ΄Ορους, μας συμβούλεψαν να πάμε στην Σκήτη της Αγίας ΄Αννης που πανηγύριζε κάτι που κάναμε με μεγάλη χαρά αφού πρώτα επισκεφθήκαμε τον άγιο Γέροντα Παίσιο  στο κελλάκι που ζούσε τότε κοντά στη Μονή Σταυρονικήτα , θυμάμαι τον Όσιο Παίσιο να μας λέει όταν μας αποχαιρετούσε να μεταφέρουμε τα σέβη του στον Υμνογράφο Μοναχό Γεράσιμο που κλείνει μέσα του όλο το άγιο Όρος, όπως χαρακτηριστικά μας είπε. Ξεκινήσαεμε, εγώ, ο αείμνηστος Δάσκαλος μου στο Δημοτικό Σχολείο και ο γιος του,  που ήταν και η συντροφιά μου στο πρώτο μου ταξίδι στον ΄Αθωνα. Με το παλιό λεωφορείο, " αυτό που έφερε τον ΄Οθωνα στην Ελλάδα" , όπως έλεγαν χαριτολογώντας  οι επιβάτες κατά την διαδρομή, φθάσαμε στην Δάφνη και από εκεί με το πλοιάριο στον αρσανά της Αγίας ΄Αννης. Ανηφορίσαμε προς  το " Κυριακό ", ξεδιψάσαμε στις γάργαρες πηγές και θαυμάσαμε το υπέροχο και μοναδικό τοπίο της άγριας αλλά ευλογημένης φύσης, άγνωστο σε εμάς του κάτοικους της τσιμεντούπολης Αθήνας. Με δέος και κατάνυξη μπήκα για πρώτη φορά στον Ναό της Αγίας ΄Αννης και προσκύνησα το σεπτό λείψανό της που έχει θερμοκρασία ζωντανού οργανισμού. Δεν θα περιγάψω εδώ τα συναισθήματα αυτής της πρώτης μου επαφής με τον Αγιορείτικο μοναχισμό και το μεγαλείο της Βυζαντινής μας παράδοσης και τούτο για να μη παρασυρθώ και ξεφύγω από το θέμα μας. Θα πω όμως πως αυτή η πρώτη γνωριμία έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στην μετέπειτα ζωή μου. Πλησίαζε η δύση του ηλίου και οι Μοναχοί απο τα κελιά και τα κοντινά Μοναστήρια της Μεγίστης Λαύρας που ειναι και το κυρίαρχο Μοναστήρι της Σκήτης, και το Αγίου Παύλου , είχαν αρχίσει να φθάνουν για την μεγάλη αγρυπνία στην μνήμη της Θεοπρομήτορος ,αγίας Άννης, της "γιαγιάς" όπως την αποκαλούν στο άγιο Όρος. Ξαφνικά ένας αναβρασμός επικράτησε οι Πατέρες μιλούσαν έντονα μεταξύ τους ,ο γερό- Άνθιμος Αγιαννανίτης, που ήταν τότε Δικαίος στην Σκήτη, έδειχνε αναστατωμένος και ιδιαίτερα ανήσυχος. 
Κάτι θα έχει άσχημο συμβεί σκέφθηκα και η παιδική περιέργεια με έσπρωχνε να μάθω γρήγορα τι ήταν αυτό που είχε αναστατώσει τόσο πολύ τους Μοναχούς σε σημείο που, όπως έλεγαν ήταν έτοιμοι να κλείσουν τον Ναό. Δεν άργησα να γίνω γνώστης του προβλήματος που είχε προκύψει και αυτό ήταν η χωρίς πρόσκληση και ειδοποίηση άφιξη στον αρσανά της Σκήτης του τότε Μητροπολίτη Ιερισσού μακαριστού Παύλου ! Στο ΄Αγιο Όρος ,τότε, αρκετά Μοναστήρια και Σκήτες, δεν μνημόνευαν το όνομα του Οικουμενικού Πατριάρχη Αθηναγόρα, σαν ένδειξη διαμαρτυρίας για τα ανοίγματά του προς τους Λατίνους, και η παρουσία του Μητροπολίτη Παύλου στην εορτή δημιουργούσε θέμα ως προς τον τρόπο μνημονεύσεως ,αφού ο Μητροπολίτης ήταν υποχρεωμένος να μνημονεύσει τον Πατριάρχη .Ακόμα εκείνο που επίσης καταδίκασαν οι Μοναχοί, ήταν η χωρίς πρόσκληση άφιξη του Μητροπολίτη για τούτο και αποφάσισαν να μην του επιτρέψουν ούτε στον Ναό να μπει για να προσκυνήσει, αλλά και ούτε να διανυκτερεύσει στους ξενώνες του Κυριακού ! Εν τω μεταξύ έφθασε ο Μητροπολίτης ο οποίος δεν έτυχε και της καλύτερης υποδοχής .Οι Μοναχοί του ανακοίνωσαν έντονα την απόφασή τους, αρνήθηκαν να ανοίξουν τον Ναό, του πρόφεραν "στο πόδι " ένα λουκούμι κι ένα ποτήρι νερό και του είπαν να πάει στο καλό αδιαφορώντας αν είχε νυχτώσει και η αναχώρηση από την Σκήτη ήταν αδύνατη  . Όλα αυτά μου έκαναν πολύ άσχημη εντύπωση ήμουν παιδί τότε και δεν μπορούσα να καταλάβω, δεν είχα και τις απαιτούμενες γνώσεις κι έτσι έπεσα σε μια μεγάλη θλίψη. Ξαφνικά μια ησυχία επικράτησε όλοι είχαν στρέψει τα μάτια τους στην είσοδο του Κυριακού, " ήρθε ο Γέροντας " άκουσα να λένε," θα γίνει ότι πει  ο π. Γεράσιμος" ,άκουσα τον Δεσπότη να λέει. Και τότε τον είδα. Μια επιβλητική αρχοντική μορφή ξεπηδούσε μέσα από το μαύρο ράσο που το ανέμιζε το δροσερό αεράκι εκείνου του δειλινού. Η κατάλευκη γενειάδα του θύμιζε τον αγιογραφικό Προφήτη και το ιλαρό του προσώπου του φανέρωνε αμέσως την υπέροχη καρδιά που έκρυβε μέσα του το ασκητικό του σώμα. Έμεινα έκθαμβος να τον παρατηρώ. Ποιος είναι άραγε έλεγα μέσα μου , πως θα λύσει το πρόβλημα ; Εκείνος προχώρησε μεγαλόπρεπα και ταπεινά συνάμα. Αγκάλιασε και φίλησε τον Δεσπότη και στην συνέχεια ενημερώθηκε για τα όσα είχαν προηγηθεί . Ανοίξτε την Εκκλησία να προσκυνήσει  ο Επίσκοπος, ανοίξτε και το αρχονταρίκι για να ξαποστάσει λίγο , είπε και στην συνέχεια θα αποφασίσουμε για τα υπόλοιπα. Η Εκκλησία άνοιξε , ο Επίσκοπος προσκύνησε και στην συνέχεια ο Γέροντας αφού πρώτα μίλησε ιδιαιτέρως με τον Μητροπολίτη παρουσία του Δικαίου της Σκήτης, έδωσε εντολή σε ένα από τα καλογέρια του , τον τότε δόκιμο Γεώργιο και μετά Μοναχό αείμνηστο Σπυρίδωνα και μετέπειτα Γέροντα της Συνοδείας,  να τον οδηγήσει  στην Νέα Σκήτη με τα μουλάρια τους για να διανυκτερεύσει εκεί και το πρωί με το πλοιάριο να γυρίσει στην Ιερισσό. Η λύση που έδωσε ήταν η καλύτερη και η εορτή έγινε χωρίς εμπόδια και ο Επίσκοπος τιμήθηκε και η τάξη δεν διασαλεύτηκε. Αυτή ήταν η πρώτη μου γνωριμία με τον Γέροντα Γεράσιμο και την ευλογημένη του Συνοδεία. Από τότε μέχρι σήμερα δεσμοί αγάπης και ευγνωμοσύνης με συνδέουν με τους Μικραγιαννανίτες Πατέρες που συν Θεω θα περιγράψω σε άλλη δημοσίευση μου. Εκείνο που θέλω να τονίσω είναι πως ο αείμνηστος πατέρας Γεράσιμος έκλεινε μέσα του μια παιδική καρδιά γεμάτη αγάπη για όλους τους ανθρώπους, το χάρισμα που απλόχερα του δώρισε ο Θεός το χρησιμοποίησε μόνο για την Δόξα του Θεού και την Σωτηρία των ανθρώπων. Ο ίδιος κράτησε για τον εαυτό του μόνο την αγάπη και τον σεβασμό των όσων ευεργετήθηκαν από την αγνή του ψυχή και , ειλικρινά, δεν ήταν λίγοι. Η Ορθοδοξία ευτύχησε να έχει στο σώμα της στους δύσκολους τούτους χρόνους αυτή την Μεγάλη μορφή. Ο Αγιορείτικος Μοναχισμός καυχάται για τον εκφραστή της γνησιότητός του. Κι εμείς που μείναμε ελπίζουμε στις προσευχές του προς τον Κύριο, για την Ελλάδα μας, την Βόρειο Ήπειρο και όλο τον πονεμένο κόσμο που τόσο πολύ αγάπησε. Κλείνουμε γόνυ στην μνήμη του και τον ευχαριστούμε για όσα μας πρόσφερε και όσα μας άφησε. Πολλές είναι οι ενδείξεις αγιότητας του Γέροντα μετά την Κοίμηση του για τούτο και ταπεινά υποβάλλουμε την ευχή σύντομα να ξεκινήσουν οι απαιτούμενες ενέργειες για την Κατάταξη του υπό της Μητρός Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, στη χορεία των Αγίων τους οποίους αγάπησε και ύμνησε με την καλλικέλαδο πένα του. Η Αγιοκατάταξη τουΟσίου Γέροντα έγινε από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις 10 Ιανουαρίου 2023,κατόπιν εισηγήσεως του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου. Τον Δεκέμβριο του 2022 έγινε η ανακομιδή των ιερών αυτού Λειψάνων.
  Με άπειρο σεβασμό και ευγνωμοσύνη .
Αρχιμ . Τιμόθεος Ηλιάκης 
Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος Ι. Μητροπόλεως Ν. Ιωνίας και Φιλαδελφείας .







Με τον μακαριστό Γέροντα Γεράσιμο Υμνογράφο
  


    




Τώρα τον λόγο έχει ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π . Γεώργιος Χρυσοστόμου , Πρωτοσύγκελος της Ι.Μητροπόλεως Βεροίας  , ( νυν Μητροπολίτης Κίτρους και Κατερίνης )που θα μας παρουσιάσει το Βιογραφικό και το  ΄Εργο του Γέροντα ,καθώς και ο  μακαριστός πλέον Γέροντας της Συνοδείας π. Σπυρίδων Μικραγιαννανίτης που θα καταθέσει κι εκείνος λίγα απο όσα θαυμαστά έζησε κοντά στην μεγαλύτερη  Αγιορείτικη προσωπικότητα των τελευταίων χρόνων.

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΕ ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗ ΚΑΙ ΝΥΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΒΕΡΟΙΑΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΤΟΤΕ ΔΙΑΚΟΝΟ ΚΑΙ ΝΥΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΚΙΤΡΟΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑ 

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΔΙΟΝΥΣΙΟ ΤΟΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ

 «Από το Καρούλι, ανηφορίζων προς δυσμάς, προχωρείς εις τα ανώμαλα υψώματα, κατά μήκος της μεσημβρινής παραλίας της Αγιορειτικής Χερσονήσου και, μετά ημίσειαν περίπου ώραν, φθάνεις εις το κελλίον του Μοναχού Γερασίμου Μικραγιαννανίτου, ήγουν του ανήκοντος εις την Σκήτην της Μικράς Αγίας Άννης. Ούτος ο ευλογημένος μοναχός Γεράσιμος κατάγεται από την Βόρειον Ήπειρον και ασκητεύει επί 3Ο έτη εις το Άγιον Όρος, κέκτηται δε παρά Θεού το χάρισμα του υμνογράφου ...».
(Απόσπασμα από προσκυνηματικό οδηγό του Αγίου Όρους, 1950).

Ο ΤΙΜΙΟΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ 
          Ο κατά κόσμον Αναστάσιος-Αθανάσιος γεννήθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 1905 στην Δρόβιανη της επαρχίας Δελβίνου Βορείου Ηπείρου. Έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο δημοτικό σχολείο της γενέτειράς του. Με το τέλος του δημοτικού σχολείου ο έφηβος πλέον Αναστάσιος έμελλε να εγκαταλείψει το περιβάλλον του χωριού. Ήδη ο πατέρας του είχε εγκατασταθεί στον Πειραιά, όπου εργαζόταν. Και ο ίδιος έπρεπε να τον ακολουθήσει για να εργαστεί κοντά του. Έτσι, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την μητέρα και τον μικρότερο αδελφό του.Ο ίδιος περιγράφει την αναχώρησή του από το χωριό: «Από την Δρόβιανη δεν θυμούμαι αν έφυγα με σκοπό να ξαναγυρίσω». Ο χωρισμός αυτός κόστισε σε όλα τα μέλη της οικογένειας. Ιδιαίτερα στην μητέρα του Αθηνά. Ο ανηψιός του μας πληροφορεί σχετικά: «Για πρώτη φορά άκουσα για τον γέροντα το 1941, όταν επιστρέψαμε από Ελλάδα, εγώ, η μαμά μου Ευθαλία και ο πατέρας μου Κίμων,  όπου με είχαν φέρει για κάποια χειρουργική επέμβαση. Όταν, λοιπόν, επιστρέψαμε στο σπίτι, με ρώτησε η γιαγιά μου· τον θείο σου τον είδες; Τον αντάμωσες; Εγώ με απορία την κοίταξα στα μάτια και ρώτησα· ποίον; Και μου λέει· τον Γεράσιμο. (Ήξερε ότι έγινε μοναχός, γιατί είχαν αλληλογραφία). Όχι, της λέω. Ήμουν 5-6 χρονών τότε. Έκτοτε άρχισα να ζω την αγωνία της γιαγιάς μου, μήπως κλείσει τα μάτια της μη βλέποντάς τον ποτέ, πράγμα που έγινε κιόλας».

   Αρχικά εγκαταστάθηκε στον Πειραιά, κοντά στον πατέρα και την θεία του, Φωτεινή Χαρμπάτση-Γεωργίου. Στην συνέχεια μετακόμισαν στην Αθήνα. Στην νέα του διαμονή συνέχισε τις σπουδές του στο γυμνάσιο. Ο ζήλος του για τα γράμματα εντυπωσιακός. Μετά το γυμνάσιο συνέχισε τις σπουδές του σε κάποια ανώτερη σχολή ελληνικής παιδείας. Στην Αθήνα φρόντισε και για την πνευματική του ζωή και εκκλησιαζόταν τακτικά. Θυμάται ο ίδιος: «Η ενορία μας ήταν ο Άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης. Συνήθως πηγαίναμε επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, όπου ήτο η παλαιά Ριζάρειος Σχολή, στον Άγιο Γεώργιο της Ριζαρείου, επειδή ήταν κοντά. Εκεί κατ επανάληψη λειτούργησε και ο Πενταπόλεως Νεκτάριος, τον οποίο είδα. Ήρχετο από την Αίγινα καμμιά φορά. Ένας πολύ σεβάσμιος, πολύ ... Που να ξέρω εγώ ότι αυτός είναι άγιος! Ήταν όπως στο ύψος μου· ταπεινός, γεμάτος χάρη· όταν ομιλούσε ολίγα "άλατι ηρτυμένα", αυτά τα θυμούμαι. Δεν θυμούμαι άλλους λειτουργούς».
    Στην Αθήνα καλλιέργησε την σκέψη να γίνει μοναχός και σκέφθηκε να φύγει εγκαιρα, πριν αναλάβει άλλες υποχρεώσεις. Και δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο για να πραγματοποιήσει την κλίση του. Έτσι έρχεται στο Άγιον Όρος στις 15-8-1922 σύμφωνα με δική του διήγηση, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία του Μοναχολογίου του αρχείου της Μονής Μεγίστης Λαύρας στις 15-8-1923.
    Στο Άγιον Όρος εγκαταβιώνει ως δόκιμος στην σκήτη της Αγίας Άννης. Συγκεκριμένα στην Μικρά Αγία Άννα, στο κελλί του Τιμίου Προδρόμου, έχοντας ως γέροντα τον μικρασιάτη ιερομόναχο Μελέτιο Ιωαννίδη. Εδώ, σ' αυτή την ερημική, άνυδρη, αιχμηρή και άγονη τοποθεσία της Μικράς Αγίας Άννης, βρίσκει απόλυτη πνευματική χαρά και εκπλήρωση του ονείρου της ζωής του. Μπορεί πλέον απερίσπαστα να επιδοθεί στην άσκηση της πνευματικής ζωής και στην μελέτη των ιερών εκκλησιαστικών κειμένων. Στις 20 Οκτωβρίου του 1924 κατά την διάρκεια της αγρυπνίας στην μνήμη του αγίου Γερασίμου Κεφαλληνίας έγινε η μοναχική κουρά του παίρνοντας το όνομα του αγίου.
Ο μοναχός Γεράσιμος, προσαρμοσμένος πλήρως στην νέα του ζωή, αποτέλεσε πρότυπο υπακοής, ταπεινώσεως και κάθε αρετής. Παράλληλα με την τέλεση των καθημερινών μοναχικών ακολουθιών και την μελέτη, οι δύο μοναχοί της καλύβης, γέροντας και υποτακτικός, εργάζονταν για την επιβίωσή τους ως άνθρωποι. Ο Γέροντας Μελέτιος γνώριζε καλά και ασκούσε από χρόνια την τέχνη κατασκευής ξυλόγλυπτων σφραγίδων που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή προσφορών για την θεία Λειτουργία. Κοντά σ αυτόν και ο νέος μοναχός Γεράσιμος έμαθε την τέχνη αυτή, την οποία και ασκούσε φίλεργα. Εκείνο, όμως, το οποίο τον γοήτευε ήταν η ενασχόληση με τα γράμματα. Μας λέει σχετικά: «Εδώ, όταν ήρθα, καλλιέργησα και ανακεφαλαίωσα τις γνώσεις μου. Τους αρχαίους συγγραφείς, όλα τα χόρτασα, όλα τα χώνεψα. Είχα μερικά βιβλία απ'έξω, που τα έδωσα σε ορισμένα πτωχά παιδιά που μ' επισκέφθηκαν από την Συκιά απέναντι». Μετά την παρέλευση λίγων ετών, ο γέροντας Μελέτιος φεύγει οριστικά για την Αθήνα, αφήνοντας τελείως μόνο του τον νέο μοναχό Γεράσιμο. Ο τελευταίος εξηγεί τους λόγους: «Ο γερο-Μελέτιος έφυγε το 1924-1925.1 Ήμουν 24-25 ετών. Εκείνος έφυγε, επειδή τον παραπλάνησαν οι ζηλωταί, για να κάνει τον παπά έξω. Δεν με πήρε μαζί του. Εγώ έφυγα από τον κόσμο για να ‘ρθει εδώ· όχι να γυρίσω πάλι πίσω». Κάτω από την καλύβη του Τιμίου Προδρόμου βρίσκεται η καλύβη Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Σε αυτήν εγκαταβιούσε ο ασκητής Γέροντας Αβιμέλεχ († 1965). Το 1946 υποτάχθηκε σ' αυτόν ο μετέπειτα ιερομόναχος Διονύσιος. Με τον π. Διονύσιο συνδέθηκε ο π. Γεράσιμος και αργότερα, το 1966, ενώθηκαν σε μία μόνη συνοδεία. Ο μοναχός Γεράσιμος γίνεται κτίτορας του ναού των αγίων Πατέρων Διονυσίου του ρήτορος και Μητροφάνους. Συγκεκριμένα, το 1956 στο σπήλαιο όπου ασκήτευσαν οι δύο όσιοι κτίζει μικρό ναΐδριο και το 1960 το συμπληρώνει με την λιτή. Στο μεταξύ, η συνοδεία αυξάνει. 
  

    Ο Γέροντας Γεράσιμος, εκτός των άλλων, φημιζόταν για την διάθεση φιλοξενίας, την οποία ενέπνευσε και στους υποτακτικούς του. Είναι άξιο λόγου ότι η ασκητική και αναχωρητική του βιοτή σε τίποτα δεν έπληξε την κοινωνικότητά του. Οι προσερχόμενοι σ' αυτόν λαϊκοί επισκέπτες πάντοτε έφευγαν ωφελημένοι και γοητευμένοι, καθώς ο λόγος του ήταν πάντοτε προσεγμένος. Συνετός στις αποκρίσεις του, απέφευγε συστηματικά τις άκαιρες συζητήσεις και φλυαρίες· επιδίωκε πάντοτε την σιωπή, την οποία και θεωρούσε «μητέρα σοφωτάτων εννοιών». Εκτός από τους λαϊκούς, οι επισκέπτες ήταν πολλές φορές κληρικοί η και μοναχοί, που έρχονταν με τον ίδιο σκοπό: να ακούσουν τον γέροντα, να ωφεληθούν πνευματικά και να διδαχθούν από την ενάρετη ζωή του. Κατά την διάρκεια της ζωής του, του ανατέθηκαν μοναχικά διακονήματα. Διετέλεσε βιβλιοθηκάριος και τυπικάρης του Κυριακού της σκήτης Αγίας Άννης. Ως βιβλιοθηκάριος μάλιστα ασχολήθηκε με την σύνταξη και δημοσίευση καταλόγου των χειρογράφων κωδίκων της βιβλιοθήκης του κυριακού της σκήτης. Με την ιδιότητα αυτή βοήθησε πολλούς επιστήμονες στην εύρεση και απόκτηση αντιγράφων των χειρογράφων. Ο ίδιος συνέταξε αξιόλογες μελέτες και άρθρα. 

   
    Ο Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης είναι μια από τις σπάνιες περιπτώσεις υμνογράφων, που το μεγαλύτερο μέρος του έργου του χρησιμοποιήθηκε αμέσως στην λειτουργική ζωή της Εκκλησίας. Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος του έργου είναι προσιτό, παρά το γεγονός ότι ένα μικρό μόλις τμήμα του έχει εκδοθεί. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι πολλές ακολουθίες κυκλοφορούν ευρύτατα σε δακτυλογραφημένα φωτοαντίγραφα. Αλλά και την ίδια την υμνογραφία την θεωρεί προέκταση της προσευχής, κοινωνία με τον Θεό και τους αγίους: «Έχω τον άγιο μπροστά. Γι' αυτό και δεν θέλω επικοινωνία με κανέναν. Η υμνογραφία, η πνευματική αυτή εργασία, είναι ένωση της ψυχής μετά του Θεού· είναι μία θαυμασία προσευχή· είναι μία μεταρσίωσις του νοός· είναι μία μυστική θεωρία· είναι ένα μυστήριον, που δεν ερμηνεύεται και με λόγους δεν εξωτερικεύεται. Η υμνογραφία είναι η υπάτη φιλοσοφία. Δεν εκφράζεται με αυτά τα λόγια. Πρέπει κανείς να την δοκιμάση για να την αισθανθή».







       Ο Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης αναδείχθηκε ως ο μεγαλύτερος υμνογράφος της μεταβυζαντινής εποχής. Το έργο του γνώρισε μεγάλη απήχηση και η φήμη του ως υμνογράφου ξεπέρασε σύντομα το ασκητικό κελλί και διαδόθηκε σε ολόκληρο το Άγιον Όρος. Ιδιαίτερα αξιομνημόνευτο είναι το γεγονός ότι η αναγνώριση του έργου δεν συνέβη κατά το τέλος η έστω την διάρκεια της υμνογραφικής  παραγωγής, αλλά ήδη από τα πρώιμα στάδιά της.
    Η Εκκλησία αποδέχθηκε πολύ νωρίς το έργο του νέου υμνογράφου της και το ενέταξε στις εκκλησιαστικές ακολουθίες. Επανειλημμένα επαινεί το έργο και τιμά το πρόσωπο του υμνογράφου. Οι ύμνοι ψάλλονται στις εκκλησιαστικές ακολουθίες, εντάσσονται δηλαδή στην λειτουργική χρήση, παράλληλα με τα έργα των προγενέστερων μεγάλων υμνογράφων της. Η ευρεία απήχηση του έργου
φαίνεται και από την μεγάλη ζήτηση των διαφόρων ακολουθιών, από ολόκληρο τον κόσμο, προκειμένου να συμπληρωθούν τα εκκλησιαστικά βιβλία. Όπως ήταν φυσικό, η πανθομολογούμενη αναγνώριση της αξίας του έργου του υμνογράφου προκάλεσε και την, συνδεόμενη με αυτήν, απονομή διαφόρων διακρίσεων, τόσο από την Εκκλησία όσο και από την Πολιτεία. Η Εκκλησία τίμησε τον υμνογράφο με πολλές διακρίσεις. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο του απονέμει την ευαρέσκειά του. Η ανώτατη εκκλησιαστική διάκριση δόθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, όταν ο π. Γεράσιμος ονομάστηκε Υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Στην  απόφαση αυτή οδηγήθηκε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως αναφέρει το σχετικό πατριαρχικό γράμμα με ημερομηνία 25 Αυγούστου 1955. 

ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΓΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ 
  
    Πέρα από τις παραπάνω εκκλησιαστικές διακρίσεις ο υμνογράφος έλαβε και πολλά μετάλλια και παράσημα. Το 1963 του απονεμήθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη ο σταυρός της χιλιετηρίδας του Αγίου Όρους, για την συμβολή του στην διοργάνωση και επιτυχία των εορτών που είχαν προγραμματισθεί. Εκτός από την Εκκλησία και η Ελληνική Πολιτεία τίμησε τον υμνογράφο. Η ύψιστη τιμή και ταυτόχρονα αναγνώριση του έργου του προέρχεται από την Ακαδημία Αθηνών. Στις 3 Δεκεμβρίου 1953 από το βήμα του ανώτατου πνευματικού ιδρύματος της χώρας έγινε ιδιαίτερος λόγος για το έργο του  υμνογράφου. Ύστερα από 15 χρόνια η Ακαδημία Αθηνών απονέμει το αργυρό της μετάλλιο στον υμνογράφο, «δια το υπέροχον υμνογραφικόν του έργον το οποίον τιμά την ελληνικήν γραμματείαν και την θρησκευτικήν ποίησιν». 


ΣΤΗΝ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ 
   
    Ο υμνογράφος Γεράσιμος δεν ήταν «φρέαρ συντετριμμένον», αλλά πηγή «ύδατος ζώντος, αλλομένου εις ζωήν αιώνιον» (Ιω. δ 14). Το καθαρό του στόμα ήταν η διέξοδος των πολλών υδάτων της εκκλησιαστικής υμνογραφικής παραδόσεως, στην οποία ήταν ταπεινά ενταγμένος και την οποία με καθαρή καρδιά και  συντετριμμένη ψυχή βίωνε σε όλη την ασκητική του ζωή. Έτσι εξηγείται η ασύγκριτη σε ποσότητα (37.000 σελίδες) και εκλεκτή σε ποιότητα υμνογραφική του παραγωγή. Το δοθέν από τον Θεό τάλαντο φιλοπόνως καλλιέργησε και γρηγορών χρησιμοποίησε, ψάλλοντας προς δόξαν Θεού και την τιμή της Θεοτόκου και των αγίων, αλλά και για την οικοδομή και την στήριξη της Εκκλησίας του Χριστού. Ο Γέροντας Γεράσιμος αποτελεί χαρακτηριστική και γραφική μορφή του σύγχρονου αθωνικού μοναχισμού και δεν λείπει από τις αναφορές των διαφόρων οδοιπορικών και προσκυνηματικών οδηγών του Αγίου Όρους. Παρά το γεγονός ότι ποτέ δεν τον εγκατέλειψαν η σωματική ευρωστία και η πνευματική διαύγεια, που τον χαρακτήριζαν, τα τελευταία χρόνια διαισθανόταν τον θάνατό του. Έτσι, φρόντισε να καταγράψει τις τελευταίες πατρικές του υποθήκες προς τους υποτακτικούς του και να επιλέξει τον τόπο ταφής του, κοντά στο σπήλαιο των αγίων Διονυσίου και Μητροφάνους. Δεν αντιμετώπιζε ιδιαίτερα προβλήματα υγείας. Μέχρι και την παραμονή της εκδημίας του έγραφε, χωρίς κανένα πρόβλημα. Η τελευταία του μάλιστα επιστολή, με ημερομηνία 30 Νοεμβρίου 1991, απευθύνεται προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Το μεσημέρι της Παρασκευής 6 Δεκεμβρίου 1991, έπειτα από αναπνευστική δυσφορία, έμεινε κλινήρης και ξημερώματα Σαββάτου 7 Δεκεμβρίου άφησε στο μοναχικό του κελλί την τελευταία του πνοή, ενώ βάδιζε ήδη το 86ο έτος της επίγειας ζωής του. 
   
Η ΕΞΟΔΙΟΣ ΑΚΟΛΟΙΘΙΑ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΗ 
  
    Η είδηση του θανάτου του προκάλεσε βαθειά συγκίνηση σε ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο, ελληνόφωνο και μη. Η νεκρώσιμη ακολουθία τελέστηκε την επομένη με την παρουσία λίγων ιερέων, μοναχών και λαϊκών, που μπόρεσαν να βρεθούν εκεί. Σε ένδειξη σεβασμού και εκτιμήσεως η μονή Αγίου Παύλου πρόσφερε τον τάφο. Η σφοδρή κακοκαιρία, που έπληξε την περιοχή την ημέρα εκείνη, δεν επέτρεψε την παρουσία όλων όσοι θα επιθυμούσαν να παραστούν στην νεκρώσιμη ακολουθία. 

ΤΡΙΣΑΓΙΟ ΕΠΙ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ Π.ΤΙΜΟΘΕΟ ΗΛΙΑΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ ΜΑΝΩΛΗ ΜΠΕΤΕΝΙΩΤΗ 
  
Ο Γέροντας Γεράσιμος έμεινε βέβαια περισσότερο γνωστός ως υμνογράφος. Διακρίθηκε, όμως, και ως μοναχός. Δεν θα ήταν υπερβολή να λέγαμε πως ήταν υμνογράφος επειδή ήταν μοναχός. Στο πρόσωπό του η υμνογραφία δεν ήταν κάτι εξωτερικό η επίκτητο, αλλά προέκταση του ζωντανού βιώματος ενός δοκιμασμένου και παραδοσιακού αγιορείτη μοναχού, όπως ακριβώς ήταν ο ίδιος.
    Διατηρούσε σε ολόκληρη την ζωή του αμείωτη την προθυμία προς τους πνευματικούς αγώνες, και άσβεστη την φλόγα της αγάπης προς την μοναχική ζωή. Ο ίδιος θεωρούσε δωρεά της Θεοτόκου το να είναι κανείς αγιορείτης μοναχός και, κάθε φορά που τύχαινε να βρίσκεται εκτός Αγίου Όρους, διακατεχόταν από έντονη αγωνία μήπως αρρωστήσει και δεν προλάβει να επιστρέψει πίσω. Ιδιαίτερα διακρίθηκε για την υπακοή και την ταπείνωση. Θεωρούσε πως η τέλεια και αδιάκριτη υπακοή είναι το θεμέλιο της πνευματικής ζωής, γεννήτρια της ταπεινώσεως, πηγή ειρήνης και πνευματικής χαράς στην καρδιά του καλού και υπάκουου μοναχού. Και αυτό συνιστούσε πάντοτε στους υποτακτικούς του.Πράος, ειρηνικός και ήσυχος, δεν έχασε, μέχρι και τα βαθιά του γεράματα, την γλυκύτητα του προσώπου του, παρά την αγριότητα και σκληρότητα του τόπου που κατοικούσε. Αναδείχθηκε, κατά γενική μαρτυρία, «των αρετών θησαυρός, των εν τω Άθω μοναστών θείον καύχημα, ο πράξει και θεωρία καταλαμπρύνας τον νουν και πλησθείς των θείων επιλάμψεων ... ως πραύς και ακέραιος».  
   
 " Ο ΠΑΤΗΡ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΗΡΩΑΣ "
  Θυμάμαι χαρακτηριστικά το γερο-Γερόντιο των Δανιηλαίων να μου λέει: «Άκου, πάτερ, ο Γεράσιμος είναι ήρωας γιατί κάθισε μόνος και εγκαταλελειμένος στην ερημιά και γι’ αυτό τον ευλόγησε ο Θεός. Αν δεν έχεις κότσια δεν κάθεσαι. Λοιπόν να τον σέβεσαι και να τον ακούς». Πως να ξεχαστούν αυτά; Πως να ξεχάσω την ώρα της Μεταλήψεως που έκλαιγε και έλεγε λόγια που μόνος αυτός τα καταλάβαινε; Πως να ξεχάσω τα δάκρυα στο κελλάκι του που τα δικαιολογούσε με την στερεότυπη φράση, «κλαίω τις αμαρτίες μου»; Άραγε αυτή ήταν η αιτία η κάτι άλλο; Ουκ οίδα, ο Κύριος οίδε. Εγώ μόνον εξωτερικά γνωρίσματα αντιλαμβανόμουν.Δυστυχώς για εμάς, ευτυχώς για εκείνον, κρατούσε μυστικότητα ζωής. Μετά δυσκολίας θα του έβγαζες λόγο για τον εαυτόν του, και αυτόν θα τον κάλυπτε τεχνικά να μη φανή ότι προέρχεται άπ’ αυτόν. Εάν ενίοτε παραχωρούσε ο Θεός για να στηριχθούμε εμείς, τότε ως εκ θαύματος, έστω και μετρημένες φορές, μαθαίναμε κάτι για την ζωή του. Της χάριτος όμως τα σημεία ουδέποτε απεκάλυψε. Ιδιοτροπία, παραξενιά, φόβος μη χάση άπ’ αυτά που κέρδισε; Πάντως όσα είπε νομίζω ότι μας αρκούσαν. Εδώ δεν κρύβω ότι στα γεράματά του, ευδοκία Θεού, μας αποκάλυψε μια και μοναδική περίπτωση Θεοφανείας. Ποιος ξέρει πως και από που πιέστηκε; Το συμβάν το μεταφέρω στην αγάπη σας. Στα πρώτα χρόνια της εγκαταλείψεως από τον Γέροντά του πειράχθηκε δυνατά. Λογισμοί διάφοροι και ποικίλοι τον «εκύκλωσαν ώσπερ μέλισσαι κηρίον». Η μοναξιά συνέτεινε στην όλη κατάσταση και ο ίδιος ήταν μια φουρτουνιασμένη θάλασσα. Τα κύματα των λογισμών χτυπούσαν τον βράχο Γεράσιμο. Δεν τον χωρούσε ούτε το κελλάκι του, ούτε το εργαστήριό του. Φαγητό και νερό δεν κατέβαιναν. Ο ύπνος κόπηκε, η διάθεση άλλαξε. Το εργόχειρο δεν προχωρούσε. Ο πειρασμός δεν έφευγε. Μόνο καταφύγιο η προσευχή. Μόνη ανάπαυση το ταπεινό Εκκλησάκι του Τιμίου Προδρόμου. Μπαίνει στον ναό, γονατίζει, και με το κεφάλι κάτω κλαίει, κλαίει ασταμάτητα και παρακαλεί. Παρακαλεί για το έλεος του Θεού, για την ενίσχυση του, για την παραμονή του, για την υπομονή του. Το ξύλινο πάτωμα μούσκευε από τα καυτά δάκρυα και η καρδιά του επιζητούσε δροσιά. Ποιος ξέρει πόσην ώρα μένει γονατιστός, κλαίγοντας. Ξαφνικά στα κλειστά δακρυσμένα μάτια του κάποια λάμψη περνάει, σαν αστραπή. Μια ανταύγεια. Ένα παράδοξο φως όχι γνωστό, άλλο, παράξενο. Τολμά και ανοίγει τα μάτια του με φόβο και τρόμο και συστολή, και, ω των θαυμάσιών Σου, Χριστέ μου, χωρίς να σηκωθή αισθάνεται απέναντι του ότι υπάρχει κάτι το φωτεινό, το ηλιόλουστο, το χιονοφεγγές. Συγκεντρώνει τον εαυτό του και παρατηρεί δειλά-δειλά δύο πόδια γυμνά, έναν ολόλευκο χιτώνα. Τα πόδια έχουν πληγές, άλλ’ ο χιτώνας είναι καθαρός. Λίγο ακόμα και αντικρύζει δύο παλάμες, δύο παλάμες με πληγές. Δεν προχωρά στο ανασήκωμα. Φτάνει έως εδώ. «Ο Κύριος μου και ο Θεός μου! Είδον οι οφθαλμοί μου τον Σωτήρα μου. Είδα τους τύπους των ήλων, το φως της Μεταμορφώσεως με τα στίγματα της σωτηρίας μας». Τι άλλο ήθελε; Γέμισε η ψυχή του, «ηγαλλίασε το πνεύμα αυτού επί τω Θεώ τω Σωτήρι αυτού». Σηκώνεται με ανείπωτη χαρά, με ψυχική αγαλλίαση, με σωματική δύναμη. Άλλος άνθρωπος. Τι ήταν αυτό που ένιωσε! Η απερίγραπτη δύναμή του σ’ αυτό οφείλεται. Η όλη του ζωή εξαρτήθηκε άπ’ αυτή την Θεοφάνεια. Τον αγάπησε ο Θεός και δεν τον εγκατέλειψε. Απομακρύνθηκε για δοκιμή και πάλι επέστρεψε και τον στερέωσε. Τον ήθελε˙ τον ήθελε Υμνογράφο Του, υπηρέτη Του και υμνητή των αγίων Του.
 
Πηγή: Σπυρίδωνος Μοναχού Μικραγιαννανίτου, Ο Γερασιμάκης – Είκοσι χρόνια από την κοίμηση του Μοναχού Γερασίμου Μικραγιαννανίτου Υμνογράφου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.








 ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ ΤΗΝ ΕΠΙΣΗΜΗ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΣΥΝΟΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΗ 
http://www.mikragianna.gr/video-mikragiannanitis 
 ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΗΣ Ι.ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΒΕΡΡΟΙΑΣ 
http://www.youtube.com/watch?v=xQk3IPivXuI 

Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης

Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος (1905-1991)
(Φωτογραφία: Douglas Little)
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος (1905-1991) 
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος,
με τον ιερομόναχο Διονύσιο
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος,
με τον ιερομόναχο Δονύσιο και τον μοναχό Αβιμέλεχ
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος (1905-1991) 
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος (1905-1991) 
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος (1905-1991) 
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος (1905-1991) 
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος (1905-1991) 
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος (1905-1991) 
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος (1905-1991) 
Γεράσιμος μοναχός Μικραγιαννανίτης, ο υμνογράφος (1905-19

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

      

                                      Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ


    
  Ο Απόστολος Ανδρέας, αδελφός του Σίμωνος Πέτρου, που φέρει ελληνικό όνομα, σύμφωνα με την κοινή συνήθεια πολλών Ιουδαίων της εποχής του, καταγόταν από την Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας. Οι γονείς του ονομάζονταν Ιωνάς ή Ιωάννης και Ιωάννα. Μαζί με τον αδελφό του, Πέτρο, εργαζόταν ως αλιέας στη λίμνη της Τιβεριάδος. Η Βίβλος δεν μας δίνει πολλές πληροφορίες για το πρόσωπό του, ενώ οι παραδόσεις εμφανίζονται από τα μέσα του 3ου αιώνα και έπειτα.
Γνωρίζουμε πάντως από το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον ότι και τα δύο αδέλφια διετέλεσαν πρωτύτερα μαθητές του Ιωάννου του Βαπτιστή. H παλαιότερη εξωβιβλική πληροφορία για τον Απόστολο προέρχεται από τον Ωριγένη (254 μ.Χ.), ο οποίος αναφέρει ότι ο Ανδρέας κήρυξε στη Σκυθία (Νότια Ρωσία). Ο Ανδρέας μαζί με τον Πέτρο ήταν οι πρώτοι που κλήθηκαν και ακολούθησαν τον Χριστό. Έτσι, ο Ανδρέας αποκαλείται και «Πρωτόκλητος».

  
 
ΟΙ ΠΕΡΙΟΔΕΙΕΣ: Μετά την Πεντηκοστή και την ίδρυση της Εκκλησίας, με τον Πέτρο και άλλους μαθητές κήρυξε στη Σινώπη του Πόντου σε Έλληνες και Ιουδαίους της διασποράς, έχοντας ως ορμητήριο μια νησίδα κοντά στη Σινώπη.
Αργότερα ο Ανδρέας με τον Απόστολο Ματθία πήγαν στη Σαμψούντα (Αμισό), όπου ίδρυσαν Εκκλησία. Από εκεί περιπλανήθηκε κυρήσσοντας σε άλλες περιοχές του Πόντου, της Ιβηρίας (Γεωργίας) και της χώρας των Πάρθων (Ιράν). Το 34 μ.Χ., πιθανόν, επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα για να εορτάσει το Πάσχα με τους υπολοίπους μαθητές. Μετά από αυτό ακολούθησε μια δεύτερη περιοδεία με σταθμούς την Αντιόχεια, την Εφεσο, τη Λαοδίκεια, τη Νίκαια της Βιθυνίας, τη Χαλκηδόνα, με κατάληξη και πάλι στη Σινώπη. Στην τρίτη του περιοδεία πέρασε στο Βυζάντιο, την Ηράκλεια της Θράκης, τη Μακεδονία και την Πελοπόννησο. Τελικός σταθμός του υπήρξε η Πάτρα. 
     
Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ ΣΤΟ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ
( ΘΡΟΝΙΚΗ ΕΟΡΤΗ )
      
ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ: Στοιχεία για τη δράση του Αποστόλου στην περιοχή μας δίδει το απόκρυφο κείμενο “Πράξεις Ανδρέου” (250 μ.Χ.). Με ιεραποστολικό κέντρο την Πάτρα ο Ανδρέας κήρυττε σε όλη την Αχαϊα την εποχή των ανθυπάτων Λεσβίου και Αιγεάτη. Εκεί η διδασκαλία του καρποφόρησε ιδιαίτερα, ενώ με την προσευχή του έκανε πολλά θαύματα, κυρίως θεραπείες ασθενών. Μάλιστα η Μαξιμίλλα, σύζυγος του Αιγεάτη, αφού τη θεράπευσε ο Απόστολος από βαρειά αρρώστια, πίστεψε στο Χριστό. Το γεγονός αυτό έκανε τον ανθύπατο να οργιστεί και, με την παρότρυνση ειδωλολατρών ιερέων, συνέλαβε τον Ανδρέα και τον οδήγησε στο μαρτύριο του σταυρικού θανάτου, στα χρόνια των διωγμών του παρανοϊκού Νέρωνα. Το λείψανό του έθαψε με ευλάβεια ο πρώτος επίσκοπος Πατρών, Στρατοκλής. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Κωνσταντίου, γιου του Μ. Κωνσταντίνου, το άγιο λείψανο του Ανδρέα μαζί με τα άγια λείψανα Τιμοθέου και Λουκά του Ευαγγελιστού αποθησαυρίστηκαν στον ιερό Ναό των Αγίων Αποστόλων της Κωνσταντινούπολης. Η παράδοση για τον χιαστί σταυρό του μαρτυρίου του Αποστόλου Ανδρέα είναι μεταγενέστερη (9ος ή 10ος αι.) και προέρχεται από δυτικές πηγές. Ο Απόστολος Ανδρέας είναι πολιούχος και προστάτης της Πάτρας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 30 Νοεμβρίου. 
     
   
Ο ΑΠ. ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΑΛΛΩΝ ΛΑΩΝ: Η παράδοση της Σκωτίας θεωρεί τον Ανδρέα προστάτη άγιό της ήδη από το 750 και θέλει το λείψανό του να μετακομίστηκε στη Σκωτία. Η σημαία των Σκώτων έφερε τον χιαστό σταυρό, σύμβολο του μαρτυρίου του Αγίου Ανδρέα, ο οποίος μετά την (αναγκαστική) ένωση της Σκωτίας με την Αγγλία συμπεριελήφθη και στην Αγγλική σημαία. Υπάρχει επίσης αρχαία ρωσική παράδοση για την εισαγωγή του χριστιανισμού στη Ρωσία από τον Απόστολο Ανδρέα, καθώς πιστεύεται ότι έφτασε κηρύττοντας μέχρι το Κίεβο, αρχαιότατη κοιτίδα των Ρώσων. 
    
Απολυτίκιο: Ως των Αποστόλων Πρωτόκλητος και του κορυφαίου αυτάδελφος τον Δεσπότην των όλων, Ανδρέα,ικέτευε, ειρήνην, τη οικουμένη δωρήσασθαι και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.   

πηγή http://aktines.blogspot.gr/2012/11/3011.html
   
Ο ΠΕΡΙΚΑΛΗΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ ΠΑΤΡΩΝ
  

Η ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΑ 
  
   

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΜΗΝΑΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

 


 Ο Άγιος Μηνάς γεννήθηκε στην Αίγυπτο στα μέσα περίπου του 3ου αιώνα μ.Χ. από γονείς ειδωλολάτρες. Ωστόσο, το ειδωλολατρικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωνε, δεν κατάφερε να σκληρύνει την καρδιά του η οποία, όταν ήλθε η στιγμή, σκίρτησε ακούγοντας την φωνή του «ετάζοντος καρδίας και νεφρούς» (Ψλμ.7,10) Θεού και έτσι ο, έφηβος ακόμη, Μηνάς έγινε χριστιανός.
Μεγαλώνοντας, επέλεξε να σταδιοδρομήσει στον Ρωμαϊκό στρατό, στο ιππικό τάγμα των Ρουταλικών, υπό την διοίκηση του Αργυρίσκου. Η έδρα της μονάδας του ήταν στο Κοτυάειον (σημερινή Κιουτάχεια) της Μικράς Ασίας. Εκεί ο Μηνάς διακρίθηκε και για την φρόνησή του αλλά και για το ανδρείο του φρόνημα και γι’ αυτό έχαιρε εκτιμήσεως στο κύκλο των στρατιωτικών.
Δυστυχώς όμως, τρεις αιώνες μετά την έλευση του Χριστού και ο παλαιός κόσμος ακόμη δεν ήθελε να δεχθεί το λυτρωτικό μήνυμα της Αναστάσεως, παραμένοντας αυτάρεσκα, εγωιστικά και αυτοκαταστροφικά προσκολλημένος στη φθορά και το σκοτάδι. Οι αυτοκράτορες της Ρώμης άρχισαν και πάλι «προς κέντρα λακτίζειν» (Πράξεις 26,14). Ο Διοκλητιανός και ο Μαξιμιανός διέταξαν διωγμό εναντίον των λογικών προβάτων του Χριστού, διωγμό ο οποίος κράτησε από το 303 έως το 311 μ.Χ. Έτσι, οι Ρωμαίοι στρατιώτες διατάχθηκαν να συλλαμβάνουν και να τυραννούν τους χριστιανούς προσπαθώντας να τους κάνουν να αλλαξοπιστήσουν. Αυτή ήταν και η πρώτη κρίσιμη στιγμή κατά την οποία ό Μηνάς κλήθηκε να πει «το μεγάλο ναι ή το μεγάλο όχι». Η πίστη του στον Χριστό νίκησε την κοσμική «σύνεση» και λογική.

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΗΝΑΣ ΕΙΣ ΤΟ ΟΡΟΣ 
  
Ο Άγιος δεν άντεξε, πέταξε στη γη την στρατιωτική του ζώνη απεκδυόμενος μ’ αυτόν τον τρόπο την ιδιότητα του στρατιώτη - διώκτη των χριστιανών, και διέφυγε στο παρακείμενο όρος. Εκεί ασκήτευε, προτιμώντας την συντροφιά των θηρίων της φύσης από την συντροφιά των αποθηριωμένων ειδωλολατρών. Εκεί, «εν ερημίαις πλανώμενος και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης» (Εβρ. 11,38), έζησε επί αρκετό διάστημα με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή. Η ασκητική ζωή και η ησυχία εθέρμαναν την καρδιά του ανάβοντας τον θείο έρωτα και τον πόθο του μαρτυρίου.
Έτσι, σε ηλικία πενήντα περίπου ετών, μετά από θεία αποκάλυψη ότι είχε φτάσει η ώρα του μαρτυρίου, κατέβηκε στην πόλη, σε μέρα ειδωλολατρικού πανηγυριού και με παρρησία, εν μέσω των μαινομένων ειδωλολατρών, ομολόγησε τον Χριστό ως τον ένα και αληθινό Θεό, μυκτηρίζοντας τα κωφά και αναίσθητα είδωλα. Συνελήφθη και σύρθηκε δερόμενος μπροστά στον Πύρρο, τον διοικητή της πόλεως. Εκεί, μιλώντας με θάρρος, αποκάλυψε το όνομά του, την καταγωγή του, το στρατιωτικό του παρελθόν και, φυσικά, διεκήρυξε με τόλμη και αταλάντευτη επιμονή την πίστη του στον Χριστό. Οδηγήθηκε στη φυλακή και το πρωί της επομένης ημέρας, μετά το πέρας του ειδωλολατρικού πανηγυριού, τον παρουσίασαν και πάλι ενώπιον του ηγεμόνος ο οποίος τον κατηγόρησε ότι εξύβρισε τους θεούς και μάλιστα μπροστά του και ότι λιποτάκτησε από τον στρατό. Ο Άγιος αποδέχθηκε τις κατηγορίες χωρίς δισταγμό.
  
  
Ο Πύρρος, ευλαβούμενος στην αρχή την ηλικία και την ευκοσμία του, προσπάθησε με λόγια και υποσχέσεις αλλά και με απειλές στη συνέχεια, να τον αποσπάσει από την πίστη του Χριστού. Όταν οι προσπάθειές του προσέκρουσαν στην σταθερή άρνηση του Αγίου, διέταξε να τον υποβάλουν σε ανυπόφορα βασανιστήρια. Οι δήμιοι τον μαστίγωσαν τόσο πολύ ώστε άλλαξαν δύο και τρεις φορές οι μαστιγωτές του. Τον κρέμασαν και τον έγδερναν μέχρι που άρχισαν να φαίνονται τα εσωτερικά όργανα του Αγίου. Έπειτα, σαν να μην έφθαναν αυτά, έτριβαν το καταπληγωμένο του σώμα με τρίχινο ύφασμα και στο τέλος τον έσερναν γυμνό και κατακρεουργημένο πάνω σε μεταλλικά αγκάθια. Όλα τα υπέμενε με γενναιότητα και καρτεροψυχία ο Μάρτυς του Χριστού, εφαρμόζοντας το Ευαγγελικό «και μη φοβηθήτε από των αποκτεννόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι» (Ματθαίος 10,28).
Μάλιστα, την ώρα του μαρτυρίου, κάποιοι παλιοί συστρατιώτες του τον προέτρεπαν να θυσιάσει στα είδωλα λέγοντας ότι ο Θεός του θα τον δικαιολογήσει βλέποντας τα βασανιστήρια στα οποία τον υπέβαλλαν. Ο Άγιος αρνήθηκε αποφασιστικά και τους απάντησε ότι προσφέρει θυσία ακόμη και τον εαυτό του στον Χριστό, ο οποίος τον ενδυναμώνει για να υπομένει τις πληγές.
Ο ηγεμόνας, θαυμάζοντας την ευστοχία και την σοφία των απαντήσεων του Μάρτυρα, τον ρώτησε απορημένος πώς είναι δυνατόν ένας τραχύς στρατιώτης σαν αυτόν να μπορεί να απαντά κατ’ αυτόν τον τρόπο. Και ο Άγιος, με τη φώτιση του Θεού, του αποκρίθηκε ότι αυτή την ικανότητα την χαρίζει στους μάρτυρές του ο Χριστός, όπως έχει υποσχεθεί στο Ευαγγέλιο: «όταν δε προσφέρωσιν υμάς επί τας συναγωγάς και τας αρχάς και τας εξουσίας, μη μεριμνάτε πώς ή τι απολογήσησθε ή τι είπητε. Το γαρ Άγιον Πνεύμα διδάξει υμάς εν αυτή τη ώρα ά δει ειπειν» (Λουκά ιβ’, 11-12).
Τότε, απελπισμένος ο τύραννος, διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Βαδίζοντας προς τον τόπο της εκτέλεσης ο Άγιος πρόλαβε να ζητήσει από κάποιους κρυπτοχριστιανούς να μεταφέρουν το λείψανό του στην Αίγυπτο.
Ο αποκεφαλισμός του έγινε την 11η Νοεμβρίου στις αρχές του 4ου αι. μ.Χ. και έτσι η ψυχή του πέταξε χαρούμενη προς τον Σωτήρα Χριστό τον οποίο τόσο επόθησε ο Άγιος και για τον οποίο θυσιάσθηκε. Οι δήμιοι άναψαν φωτιά για να κάψουν το σώμα του.
  
   Ότι κατάφεραν οι χριστιανοί να περισώσουν από την πυρά το μετέφεραν στην Αίγυπτο και το έθαψαν κοντά στην Μαρεώτιδα λίμνη, νοτιοδυτικά της Αλεξάνδρειας.
Στο σημείο εκείνο σταμάτησε, κατά την παράδοση, η καμήλα που μετέφερε τα λείψανα αρνούμενη πεισματικά να προχωρήσει. Έτσι οι χριστιανοί κατάλαβαν ότι ήταν θέλημα Θεού να ενταφιασθούν εκεί τα λείψανα του Αγίου.
Η περιοχή του τάφου πολύ σύντομα εξελίχθηκε σε προσκυνηματικό - λατρευτικό κέντρο.Ο Μέγας Κωνσταντίνος, όταν ήταν Πατριάρχης Αλεξανδρείας ο Μέγας Αθανάσιος, ανήγειρε ναό πάνω στον τάφο του Αγίου. Σε λίγα χρόνια δημιουργήθηκε εκεί εκτεταμένο κτιριακό συγκρότημα το οποίο περιελάμβανε δύο ναούς, μοναστήρι, ξενώνες και άλλες εγκαταστάσεις.


ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΗΝΑ
Κάποιος χριστιανός από την Κωνσταντινούπολη, οδεύοντας για το πανηγύρι του Αγίου Μηνά και έχοντας μαζί του αρκετά χρήματα, κατέλυσε σε ένα ξενοδοχείο. Ο ξενοδόχος είδε τα ξένα χρήματα και, κυριευμένος από απληστία, σκότωσε τον προσκυνητή, τον διεμέλισε και έβαλε τα κομμάτια  του σε μία σπυρίδα (ζεμπίλι). Ενώ σκεφτόταν πού να θάψει τα μέλη του θύματός του για να μην αποκαλυφθεί το έγκλημα, καταφθάνει στο ξενοδοχείο ένας έφιππος στρατιώτης, ο Άγιος Μηνάς, και τον ρωτάει επίμονα πού βρίσκεται ο προσκυνητής. Ο ξενοδόχος τον διαβεβαιώνει ότι δεν γνωρίζει τίποτε αλλά ο Άγιος ξεπεζεύει, εισέρχεται στα ενδότερα του ξενώνα, βρίσκει την σπυρίδα, την φέρνει μπροστά του και τον ρωτάει με φοβερό και άγριο βλέμμα να του πει ποιος είναι ο νεκρός.
Τότε ο φονιάς έφριξε, πέφτοντας άφωνος και τρέμων στα πόδια του άγνωστου ιππέα. Ο Άγιος συνάρμοσε τα μέλη του
θύματος, προσευχήθηκε και ανέστησε το νεκρό προσκυνητή παραγγέλνοντάς του να δοξάζει τον Θεό. Ο αναστημένος, σαν να είχε εγερθεί από τον ύπνο, κατάλαβε όσα έπαθε, εδόξασε τον Θεό και προσκύνησε τον Άγιο.
Μόλις ο φονιάς συνήλθε από τον τρόμο του και σηκώθηκε, του πήρε ο Άγιος τα κλεμμένα χρήματα και τα επέστρεψε στον προσκυνητή λέγοντάς του να συνεχίσει τον δρόμο του.
Έπειτα, για να ολοκληρώσει την ευεργεσία του Θεού, στράφηκε προς τον ξενοδόχο, τον έδειρε όπως του άξιζε, τον ενουθέτησε, του έδωσε συγχώρηση για το έγκλημά του προσευχόμενος γι’ αυτόν, καβάλησε το άλογό του και έγινε άφαντος. Τότε μόνο κατάλαβε ο ξενοδόχος ότι ο στρατιώτης αυτός ήταν ο Άγιος Μηνάς, γεγονός που θυμίζει την εμπειρία των δύο Αποστόλων κατά την πορεία τους προς Εμμαούς, με την συντροφιά του αναστημένου Χριστού. (Λουκά κδ’,31).
Κάποιος πλούσιος χριστιανός έταξε στον Άγιο Μηνά να προσφέρει έναν ασημένιο δίσκο στο ναό του. Παρήγγειλε λοιπόν στον αργυροχόο δύο δίσκους και του ζήτησε στον μεν ένα να γράψει το όνομα του Αγίου στον δε άλλον το όνομα το δικό του. Επειδή όμως ο δίσκος ο προορισμένος για τον Άγιο έγινε λαμπρότερος και ωραιότερος, ο χριστιανός, από απληστία κινούμενος, δίχως να ντραπεί τον κράτησε για τον εαυτό του.
Ταξιδεύοντας λοιπόν στη θάλασσα, δείπνησε στο πλοίο χρησιμοποιώντας ασυλλόγιστα και χωρίς ευλάβεια τον δίσκο του Αγίου. Μετά το δείπνο ο υπηρέτης του ανευλαβούς χριστιανού προσπάθησε να πλύνει τον δίσκο στη θάλασσα με αποτέλεσμα να του πέσει στο νερό και να βυθισθεί. Τότε ο νεαρός υπηρέτης φοβήθηκε  πολύ, σάστισε και, προσπαθώντας να πιάσει τον δίσκο, έπεσε κι αυτός στη θάλασσα.
   
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΗΝΑΣ ΒΙΚΤΩΡ ΚΑΙ ΒΙΚΕΝΤΙΟΣ 
    Όταν ο κύριός του αντελήφθη το συμβάν, συναισθάνθηκε ότι πλήρωνε τα επίχειρα της απληστίας του και τυπτόμενος από την συνείδησή του, παρακαλούσε τον Θεό να βρει έστω το λείψανο του μικρού υπηρέτη του, τάζοντας να δώσει στο ναό του Αγίου Μηνά και τον δεύτερο δίσκο, και τα χρήματα που άξιζε ο χαμένος στη θάλασσα δίσκος. Αφού βγήκε στη στεριά περίμενε με αγωνία στην ακρογιαλιά μήπως και εκβρασθεί το πτώμα του υπηρέτη. Και ενώ παρατηρούσε τη θάλασσα, βλέπει τον μικρό να βγαίνει ζωντανός από το νερό κρατώντας στα χέρια του και τον ασημένιο δίσκο του Αγίου!
Ο πλούσιος έφριξε από το θαύμα και έβγαλε φωνή μεγάλη την οποία ακούγοντας οι επιβάτες του πλοίου βγήκαν όλοι έξω και, βλέποντας το συμβάν, ρωτούσαν τον υπηρέτη, που τους διηγήθηκε τα εξής: «Μόλις έπεσα στη θάλασσα, παρουσιάσθηκαν μπροστά μου τρεις άνθρωποι. Ο μεγαλύτερος  από αυτούς φορούσε στρατιωτική στολή, ο άλλος ήταν νεαρός και ο τρίτος ήταν Διάκονος. Αυτοί οι τρεις με πήραν μαζί τους από τον βυθό και  περπατώντας χθες και σήμερα, με έφεραν μέχρι εδώ».
Ο κύριος του παιδιού και οι επιβάτες του πλοίου ακούγοντας το εξαίσιο θαύμα, εδόξαζαν τον Θεό και εθαύμαζαν για τους τρόπους που χρησιμοποιεί προκειμένου οι άνθρωποι  «εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (2 Τιμόθ. 3,7).
Οι τρεις που έσωσαν τον υπηρέτη ήταν ο Άγιος Μηνάς (ο στρατιωτικός), ο Άγιος Βίκτωρ (ο νεαρός) και ο Άγιος Βικέντιος (ο Διάκονος).
   Οι δύο τελευταίοι Άγιοι εμαρτύρησαν την ίδια ημέρα με τον Άγιο Μηνά. Τον 2ο αι. μ.Χ.. ο Άγιος Βίκτωρ γδάρθηκε ζωντανός από τους ειδωλολάτρες και τον 3ο αι. μ. Χ. ο Άγιος Βικέντιος πέθανε έπειτα από σταύρωση και εξάρθρωση των μελών στην οποία τον υπέβαλαν οι βασανιστές του. Τιμώνται μαζί με τον Άγιο Μηνά την 11η  Νοεμβρίου.

Ο Ι.ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ 
  

Ακόμη ένα θαύμα του Αγίου Μηνά έλαβε χώρα το 1826 στο Ηράκλειο της Κρήτης, πόλη στην οποία ιδιαιτέρως τιμάται ο Άγιος. Το 1821, μετά την έκρηξη της μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης εναντίον των Τούρκων, οι κατακτητές προχώρησαν σε σφαγές χιλιάδων αμάχων σε πολλές περιοχές. Από τους πρώτους που πλήρωσαν με το αίμα τους την επανάσταση ήταν και οι κάτοικοι της Κρήτης. Μεταξύ των χιλιάδων θυμάτων ήταν ο Μητροπολίτης Κρήτης, οι Επίσκοποι Χανίων, Κνωσού, Χεροννήσου, Λάμπης, Σητείας κ.α. οι οποίοι εσφάγησαν, την 24η Ιουνίου 1821, στον περίβολο του Μητροπολιτικού Ναού του Ηρακλείου. Μάλιστα ο ιερουργών ιερέας εσφάγη πάνω στην Αγία Τράπεζα!
Πέντε χρόνια αργότερα, το 1826, οι Τούρκοι του Ηρακλείου σχεδίαζαν να προβούν σε σφαγή των Χριστιανών, και πάλι στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Μηνά, στις 18 Απριλίου, ημέρα του Πάσχα, την ώρα της Αναστάσιμης Θείας Λειτουργίας για να πιάσουν τους Χριστιανούς απροετοίμαστους. Για αντιπερισπασμό έβαλαν φωτιά σε διάφορα  απομακρυσμένα σημεία της πόλης, ενώ οπλισμένα στίφη είχαν συγκεντρωθεί έξω από το ναό, περιμένοντας την ώρα της αναγνώσεως του Ευαγγελίου για να εισβάλουν και να αρχίσουν την σφαγή.
Μόλις όμως άρχισε η ανάγνωση εμφανίσθηκε ένας ασπρομάλλης ηλικιωμένος ιππέας που έτρεχε γύρω από το ναό κραδαίνοντας το ξίφος του και κυνηγώντας τους επίδοξους σφαγείς οι οποίοι τράπηκαν πανικόβλητοι σε φυγή. Έτσι σώθηκαν οι πολύπαθοι Χριστιανοί του Ηρακλείου από τον φοβερό κίνδυνο.
Οι Τούρκοι νόμισαν ότι ο καβαλάρης ήταν μουσουλμάνος πρόκριτος απεσταλμένος από τον Διοικητή της πόλης για να ματαιώσει την σφαγή. Όταν διαμαρτυρήθηκαν στον Διοικητή, αυτός τους διαβεβαίωσε ότι δεν γνώριζε τίποτε και μάλιστα διαπιστώθηκε ότι ο συγκεκριμένος πρόκριτος δεν είχε βγει καθόλου από το σπίτι του.



Κατάλαβαν τότε οι Τούρκοι ότι επρόκειτο για θαύμα του Αγίου Μηνά, κοινοποίησαν το γεγονός στους Έλληνες και από τότε οι Mουσουλμάνοι ηυλαβούντο πολύ τον Άγιο, προσφέροντας μάλιστα και δώρα στο ναό του. Το θαύμα αυτό του  Αγίου Μηνά καθιερώθηκε να τιμάται στο Ηράκλειο την Τρίτη της Διακαινησίμου, οπότε και εκτίθεται σε προσκύνηση, κατά τον εσπερινό, λείψανο του Αγίου.
«Μεταξύ των αδικημένων Πατέρων της Εκκλησίας μας είναι και ο Οσιώτατος πατήρ Γεώργιος, ο Χατζη-Γεώργης, ο οποίος είναι ένας σύγχρονος Άγιος  της εποχής μας, αλλά, μπορούμε να πούμε, και μεγάλος Άγιος, ανάλογα με την εποχή μας.», γράφει ο Γέρων Παϊσιος ο Αγιορείτης.Ο Γέρων Χατζη-Γεώργης (1809-1886), «ο μέγας και περιβόητος ασκητής», ασκήτευσε στο Άγιον Όρος επί μακρό χρονικό διάστημα. Επί αρκετά χρόνια έμενε στην Κερασιά, στο μεγάλο Κελί του Αγίου Δημητρίου και Αγίου Μηνά, ως υποτακτικός του Παπα-Νεόφυτου στην αρχή και ως Γέρων της Συνοδείας από το 1848 και έπειτα. «Κάποτε, ενώ ο Γέροντας ησχολείτο με το εργόχειρο, κατά λάθος κατάπιε μεγάλη βελόνα και προσευχήθηκε προς τον μεγαλομάρτυρα Μηνά.Στάθηκε τότε ο άγιος ενώπιόν του, έβαλε το χέρι στον λαιμό του και έβγαλε την βελόνα.».



Το 1942, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι υπό τον Ρόμμελ δυνάμεις του Άξονα στην Αφρική είχαν καταφέρει να προελάσουν τόσο ώστε να είναι ορατός ο κίνδυνος να φθάσουν στην Διώρυγα του Σουέζ. Στην περιοχή του Ελ Αλαμέιν  (αραβική παραφθορά του ονόματος του Αγίου Μηνά), όπου βρισκόταν τα ερείπια ναού του Αγίου Μηνά και ίσως και ο τάφος του, οι αντίπαλες δυνάμεις προετοιμάζονταν για την αποφασιστική σύγκρουση η οποία θα έκρινε το αν οι Σύμμαχοι θα κατάφερναν να παραμείνουν στην Αφρική.
  Μεταξύ των συμμαχικών στρατευμάτων βρισκόταν και ελληνική στρατιωτική δύναμη, η οποία πήρε μέρος στη μάχη. Ένα από τα βράδια εκείνα, πολλοί στρατιώτες είδαν τον Άγιο Μηνά να βγαίνει από τα ερείπια του ναού του οδηγώντας  ένα καραβάνι με καμήλες, όπως απεικονίζεται σε μία από τις παλαιές αγιογραφίες του ναού του, και να μπαίνει μέσα στο στρατόπεδο των εχθρικών δυνάμεων. Η εμφάνιση αυτή κατατρόμαξε τους Γερμανούς και υπονόμευσε καίρια το ηθικό τους, πράγμα που συνέβαλε καθοριστικά στη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων.
 Το Ελ Αλαμέϊν σημαίνει "ο τόπος του Μηνά" καθώς από εκεί καταγόταν ο Άγιος Μηνάς.  Οι μαρτυρίες είναι πολλές και διασταυρωμένες από δικούς μας στρατιώτες αλλά και ξένους οι οποίοι , παραμονές της μεγάλης μάχης, έβλεπαν έναν περίεργο καβαλάρη να γυρνά στα στρατόπεδα και να δίνει θάρρος στους στρατιώτες.
Ήταν ο Άγιος Μηνάς έφιππος όπως στην εικόνα.
Σε ανταπόδοση της ευεργεσίας αυτής του Αγίου παραχωρήθηκε στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας ο τόπος εκείνος και ξανακτίστηκε ο ναός καθώς και μοναστήρι του Αγίου Μηνά. 
Στην Αττική υπάρχει Παρεκκλήσιο του αγίου Μηνά στον Ιερό Ναό του αγίου Κοσμά του Αιτωλού Ν.Φιλαδέλφειας, όπου φυλάσσεται απότμημα από το ιερό του Λείψανο. 










ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ ΑΓΙΟΥ ΜΗΝΑ Ποίημα Οσίου Γερασίμου Μικραγιαννανίτου 

Ἦχος πλ. α΄. Τόν συνάναρχον Λόγον.
Τούς μέγιστους ἀγώνας τοῦ μαρτυρίου σου, καρτεροψύχως ἀνύσας Μεγαλομάρτυς Μηνᾶ, οὐρανίων δωρεῶν λαμπρῶς ἠξίωσαι, καί θαυμάτων αὐτουργός, ἐκ Θεοῦ ἀναδειχθεῖς, προστάτης ἠμίν ἐδόθης, καί βοηθός ἐν ἀναγκαις, καί ἀντιλήπτωρ ἐναργέστατος.  








Έτερον Απολυτίκιον. Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.

Στρατείαν κατέλιπες την κοσμικήν, αθλητά, ουράνιον είληφας την κληρουχίαν, σοφέ, και στέφος αμάραντον, δόξαν αποδιώξας βασιλέως γήινου, άθλους δε διανύσας μαρτυρίου γενναίου. Διό, μεγαλομάρτυς Μηνά, πρέσβευε σωθήναι ημάς 




Κοντάκιον. Ήχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Της στρατείας ήρπασε, της επικήρου, και αφθάρτου έδειξε, σε Αθλοφόρε κοινωνόν, Μηνά Χριστός ο Θεός ημών, ο των Μαρτύρων ακήρατος στέφανος.


Μεγαλυνάριον
Φύλαξ καί θερμοτατος ἀρωγός, πέλων Ἀθλοφόρε, τῶν καλούντων σέ ἐν παντί, πλήρου τάς αἰτήσεις, Μηνᾶ θαυματοβρύτα, τῶν πόθω ἐκζητούντων, τήν σήν ἀντίληψιν. 

















Τα Δώρα των Τριών Μάγων, ανεκτίμητο κειμήλιο της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου του Αγίου Όρους

«Και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού, και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ, και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυ...