|
ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΚΕΡΙΑ ΣΤΗΝ ΚΛΕΙΣΤΗ ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ Ε |
Ό άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε το 1745 στήν Δημητσάνα. Οί γονείς του, Ιωάννης Αγγελόπουλος και Ασημίνα, ήσαν πτωχοί. Στο άγιο Βάπτισμα έλαβε το όνομα Γεώργιοςς, έμαθε τά πρώτα του γράμματα από τον θείο του ιερομόναχο Μελέτιο και κατόπιν έφυγε και εγκαταστάθηκε μαζί του στήν Σμύρνη.
|
Το σπίτι του Πατριάρχη αγίου Γρηγορίου Ε΄στη Δημητσάνα |
Έκάρη μοναχός σε μονή στήν νήσο των Στροφάδων και ολοκλήρωσε τήν θεολογική μόρφωση του στήν Πατμιάδα Σχολή. Επιστρέφοντας στήν Σμύρνη, ο μητροπολίτης Προκόπιος, ο όποιος έτρεφε γιά τον Γρηγόριο πατρική αγάπη, τον χειροτόνησε άρχιδιάκονο και κατόπιν πρεσβύτερο και οταν ανήλθε στον οικουμενικό θρόνο (1788) τον χειροτόνησε διάδοχο του στήν Μητρόπολη Σμύρνης.
|
Η ΜΟΝΗ ΣΤΡΟΦΑΔΩΝ |
Επί δώδεκα έτη, ο όσιος ιεράρχης διακυβέρνησε μέ σύνεση και αποστολικό ζήλο την μεγάλη και πλούσια πόλη τής Σμύρνης, μητρόπολης του μικρασιατικού Ελληνισμού. Αναστήλωσε διάφορους ναούς, ίδρυσε σχολεία και διοργάνωσε σύστημα προνοίας για τους πτωχούς και δεινοπαθούντες. Το 1797, εξελέγη οικουμενικός πατριάρχης. Πάραυτα ανέλαβε να ανυψώσει την τιμή του Πατριαρχείου, αναστηλώνοντας το πατριαρχικό μέγαρο στο Φανάρι. “Ιδρυσε επίσης τυπογραφείο πού εξέδιδε βιβλία στήν δημοτική γλώσσα, τα όποΤα συνέβαλαν τά μέγιστα, στήν πολιτιστική και πνευματική αφύπνιση του ελληνικού λαού. ο άγιος ιεράρχης επαγρυπνούσε για τήν πιστή τήρηση των εκκλησιαστικών Κανόνων και για τήν ηθική ακεραιότητα του κλήρου. Τήν εποχή εκείνη των μεγάλων ζυμώσεων, όταν οι Έλληνες, μετά από σχεδόν τέσσερεις αιώνες υποδούλωσης στους Τούρκους, είχαν αρχίσει να προετοιμάζουν τήν εξέγερση τους, ο πατριάρχης, έχοντας πλήρη συνείδηση τής ποιμαντικής του ευθύνης, προσπαθούσε νά μετριάσει τα οξύθυμα πνεύματα, στερεώνοντας κρυφίως το εθνικό φρόνημα.
Μετά μόλις ενάμιση χρόνο, τον κατήγγειλαν στον σουλτάνο κάποιοι επίσκοποι, τους οποίους είχε τιμωρήσει γιά τήν διαγωγή τους, και εξορίστηκε στήν Χαλκηδόνα και κατόπιν στήν Μονή Ιβήρων στο Αγιον Όρος. Κατά τήν διάρκεια τής εξορίας του στον ΄Αθω, ο άγιος ιεράρχης επισκέφθηκε όλες τις μονές, κήρυττε τον λόγο του Θεού και ήταν γιά όλους υπόδειγμα μοναχικής βιοτής. Έδωσε τήν ευλογία του στον άγιο Ευθύμιο νά ομολογήσει τον Χριστό διά του μαρτυρίου κα’ι εξέφρασε χαρά και καύχηση μαθαίνοντας το μαρτύριο του αγίου Αγαθαγγέλου, καταδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο ότι θεωρουσε τον θάνατο γιά τήν αγάπη του Χρίστου ώς τον υπέρτατο στόχο και τήν κορωνίδα τής χριστιανικής ζωής.
Ανακλήθηκε στο Πατριαρχείο το 1806 όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από τους χριστιανούς τής Πόλης και ανέλαβε έκ νέου το εργο τής διαποίμανσης και τής ανόρθωσης του εκκλησιαστικού ήθους. Το 1808, όμως, ένα πραξικόπημα έφερε στήν εξουσία τον σουλτάνο Μαχμούτ Β’, οπότε ο Γρηγόριος υποχρεώθηκε νά παραιτηθεί και νά άποσυρθει στήν Πρίγκιπο και μετά έκ νέου στο Αγιον Όρος. Εκεί εξακολούθησε νά μελετά τους αγίους Πατέρες, συνέχισε τους ασκητικούς αγώνες και ενημερωνόταν αδιάκοπα για τήν κατάσταση τής Εκκλησίας και του λαού.
Τό 1818, τον πλησίασαν μέλη τής Φιλικής Εταιρείας, πού προετοίμαζαν τήν Επανάσταση προσπαθώντας νά συγκεντρώσουν και νά συντονίσουν τις διάσπαρτες δυνάμεις του Ελληνισμού. ο Γρηγόριος με ενθουσιασμό υποστήριξε τήν υπόθεση τής ελευθερίας, αλλά κρίνοντας ότι ο καιρός δεν ήταν ακόμη ώριμος, τους συμβούλευσε νά κάνουν υπομονή. Λίγο αργότερα, ανακλήθηκε γιά τρίτη φορά στον πατριαρχικό θρόνο και δραστηριοποιήθηκε έκ νέου, ενθαρρύνοντας τήν ίδρυση σχολείων όπου τά παιδιά μπορούσαν νά λάβουν ελληνική παιδεία. Διοργάνωσε επίσης ενα φιλόπτωχο ταμείο, το οποίο μέ χρήματα πλουσίων Ελλήνων βοηθουσε τους δεινοπαθούντες χριστιανούς.
Όταν ξέσπασε, πλήρως απροετοίμαστη, ή εξέγερση των Ελλήνων στις παραδουνάβιες ηγεμονίες (10η Φεβρουαρίου 1821), ακολούθησαν αμέσως φρικτά και αιματηρά αντίποινα στήν Κωνσταντινούπολη και σε όλες τις μεγάλες πόλεις τής Όθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έσφαξαν όλους τους Έλληνες προύχοντες πού είχαν δεσμούς με τις ηγεμονίες και συνέλαβαν τέσσερεις επισκόπους. Ο σουλτάνος διέταξε νά συγκεντρωθούν στο Φανάρι όλες οι διαπρεπείς ελληνικές οικογένειες τής Πόλης και ο πατριάρχης, γιά νά αποφευχθεί ή σφαγή, εγγυήθηκε στήν Υψηλή Πύλη τήν αφοσίωση τους. Ή εγγύηση αυτή δεν ικανοποίησε τον σουλτάνο, ο όποιος υποχρέωσε τον άγιο Γρηγόριο νά υπογράψει τον αφορισμό του πρωτεργάτη τής εξέγερσης Αλέξανδρου Υψηλάντη και των συντρόφων του.
Στις 31 Μαρτίου, μαθεύτηκε ή γενική εξέγερση στήν Πελοπόννησο, και τρεις μέρες αργότερα, τήν Μεγάλη Δευτέρα, αποκεφαλίστηκε ο Μέγας Διερμηνέας Κωνσταντίνος Μουρούζης, πού εκπροσωπούσε τήν ελληνική κοινότητα στήν Υψηλή Πύλη, μαζι μέ άλλους επιφανείς Έλληνες. Προβλέποντας ποια θά ήταν ή μοίρα του και αρνούμενος τις προτάσεις πού του έκαναν νά διαφύγει γιά νά σωθεί, ο πατριάρχης έλεγε: «Πώς νά εγκαταλείψω το ποίμνιο μου; Είμαι πατριάρχης γιά νά σώσω τον λαό μου και όχι γιά νά τον παραδώσω στά ξίφη των γενίτσαρων. Ο θάνατος μου θά ωφελήσει περισσότερο από τήν ζωή μου, γιατί θά κάνει τους Έλληνες νά αγωνιστούν μέ τήν απελπισία εκείνη πού συχνά φέρνει τήν νίκη. Όχι, Οχι, δεν θά γίνω περίγελως του κόσμου βάζοντας το στά πόδια, ώστε νά μέ δείχνουν με το δάχτυλο και νά λένε: Νά, ο φονιάς πατριάρχης!»
Τήν Κυριακή του Πάσχα, 10 Απριλίου, ο άγιος Γρηγόριος τέλεσε με γαλήνη και μεγαλοπρέπεια τήν Αναστάσιμη Λειτουργία, που τήν διέκοπταν μόνον οι λυγμοί του. Στο τέλος της Λειτουργίας, του επιβεβαίωσαν τήν είδηση της επανάστασης στήν Πελοπόννησο. Απάντησε τότε: «Νυν και αεί γενηθήτω το θέλημα Κυρίου!» Λίγες ώρες αργότερα, εκπρόσωποι του σουλτάνου του ανήγγειλαν τήν έκπτωση του και αμέσως γενίτσαροι τον έσυραν βάναυσα στήν φυλακή. Υπεβλήθη σε ανάκριση και φρικτά βασανιστήρια στήν διάρκεια τών οποίων παρέμεινε μεγαλοπρεπώς σιωπηλός. Διέκοψε τήν σιωπή του μόνο όταν του πρότειναν να αρνηθεί τήν πίστη του, λέγοντας: «Ό πατριάρχης τών χριστιανών χριστιανός αποθνήσκει!» Λίγο αργότερα, μόλις εξελέγη από τήν ιερά Συνοδό ο διάδοχος του, τον άπαγχόνισαν στήν πύλη του Πατριαρχείου, ή οποία έκτοτε παραμένει κλειστή εις μνήμην του φρικτού αύτου άνοσιουργηματος.
Τήν ύστατη στιγμή, ο άγιος Γρηγόριος ύψωσε τά χέρια στον ουρανό, ευλόγησε τους χριστιανούς και είπε: «Κύριε Ίησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου!» Και ενώ Τούρκοι και Εβραίοι λιθοβολούσαν το πτώμα του πατριάρχη, ο πασάς πού ανέλαβε τήν εκτέλεση καθόταν μπροστά στήν σορό και κάπνιζε άρειμανίως.
Τρεις ημέρες έμεινε το τίμιο σκήνωμα κρεμασμένο εκεί με μιά πινακίδα γύρω άπό τον λαιμό πού έγραφε το κατηγορητήριο. Τέλος οι Εβραίοι το αγόρασαν γιά 800 γρόσια, το έσυραν ανά τις όδούς με γιουχαίσματα και θριαμβικές κραυγές και κατόπιν το έριξαν στον Βόσπορο. Παρά τήν βαρειά πέτρα πού του έδεσαν, το σώμα επέπλεε καί το περισυνέλεξε ένα ελληνικό πλοίο υπό ρωσική σημαία και το μετέφερε στήν ‘Οδησσό. Επί πολλές ημέρες, πλήθος κόσμου προσκυνούσε το τίμιο λείψανο, το όποιο δεν εμφάνισε κανένα σημείο φθοράς.
Τό 1871, στήν πεντηκοστή επέτειο της ελληνικής Επανάστασης, το τίμιο λείψανο του αγίου πατριάρχη μεταφέρθηκε,με την μέριμνα της βασίλισσας Όλγας και της ελληνικής Κυβερνήσεως, στήν Αθήνα και κατετέθη με μεγάλες τιμές στον μητροπολιτικό ναό.
|
Οι τέως Βασιλείς της Ελλάδος Κωνσταντίνος και Άννα-Μαρία προσκυνούν τα λείψανα και το κενοτάφιο του αγίου Γρηγορίου Ε΄στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών |
|
Η Μονή Παναγίας Ντομάτας στη Κεφαλλονιά όπου φυλάσσεται το φέρετρο του απαγχονισμένου Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε^ της Κωνσταντινουπόλεως, Ο Κεφαλλονίτης καπετάνιος Νικόλαος Σκλάβος βρήκε το ιερό λείψανο του Αγίου Ιερομάρτυρα και το μετέφερε στην Οδησσό για ενταφιασμό. Εκεί του δόθηκε ως ευλογία το φέρετρο αυτού, το οποίο εν συνεχεία το απέθεσε με τιμές στο ναό της Παναγίας όπου και υπάρχει μέχρι σήμερα
|
|
Εικόνα του αγίου Γρηγορίου Ε΄στο τέμπλο του Ι.Ναού αγίου Κοσμά Αιτωλού Ν.Φιλαδελφείας |
Ἀπολυτίκιον Αγίου Γρηγορίου
Ποίημα Μοναχού Γερασίμου Μικραγιαννανίτου
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Δημητσάνης τὸν γόνον βυζαντίου τὸν πρόεδρον, καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἁπάσης, γέρας θεῖον καὶ καύχημα. Γρηγόριον τιμήσωμεν πιστοί, ὡς Μάρτυρα Χριστοῦ πανευκλεῆ, ἶνα λάβωμεν πταισμάτων τὸν ἱλασμόν, παρὰ Θεοῦ κραυγάζοντες. Δόξα τῷ δεδωκότι σου ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐν εὐκλείᾳ οὐρανῶν, δοξασαντᾶ σε Ἅγιε.
|
Πατριαρχικά άμφια του αγίου Γρηγορίου Ε΄στη Μονή Ιβήρων του Αγίου Ορους |
Κοντάκιον
Ἦχος δ'. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀθροισθέντες ἅπαντες, γνήσιοι παῖδες, τῆς Ἑλλάδος σήμερον, ἐπὶ τὴν πόλιν Ἀθηνῶν, τὸν Πατριάρχην Γρηγόριον, ἄσμασι θείοις, λαμπρῶς ἑορτάσωμεν.
|
Ο Ναός του αγίου Γρηγορίου Ε στο Αγιο Ορος κάθισμα Προφήτου Ηλιού πλησίον της Μονής Ιβήρων |
Μεγαλυνάριον
Τῆς Πελοποννήσου θείος βλαστὸς, καὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλήσιας ὁ θησαυρὸς, καῖ τοῦ Πανελληνίου, τὸ καύχημα τὸ μέγα, Πατριαρχῶν τὸ κλέος, νέε Γρηγόριε.
|
Το εσωτερικό του Ναού του αγίου Γρηγορίου Ε στο Αγιο Ορος |
Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Δεῦτε εὐφημήσωμεν οἱ λαοὶ, τὸν θεῖον Ποιμένα, καὶ ὑπέρμαχον τῶν πιστῶν, τὸν ὑπὲρ τοῦ Ἔθνους, καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐν ξύλῳ ἠρτηθέντα, ὡς ὁ Δεσπότης Χριστὸς.
|
Μανδύας του αγίου Γρηγορίου Ε΄στο Εκκλησιαστικό Μουσείο Σάμου
Οι τιμές της Ρωσίας και της Ελλάδος προς το λείψανο του πατριάρχου
|
Μετά τον απαγχονισμό επί τρεις ημέρες έμεινε το άγιο σκήνωμα του εθνομάρτυρος στα χέρια του αγρίου όχλου και των Εβραίων, μέχρις ότου στις 13 Απριλίου το έρριξαν στη θάλασσα του Κερατίου κόλπου. Το Σάββατο του Θωμά, 16 Απριλίου, ανέλπιστα προσκολλήθηκε στο πλοίο του εκ Κεφαλληνίας Νικ. Σκλάβου και μέσα στη γενική του πληρώματος συγκίνηση μεταφέρθηκε στην Οδησσό. Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει η θαυμαστή ιστορία της αποδόσεως πρωτοφανών στο λείψανο του πατριάρχου τιμών. Ο Γρηγόριος ξεφεύγει πλέον από τα πλαίσια των ανθρωπίνων νόμων, της ανθρωπίνης εκτιμήσεως, και εισάγεται από την πρόνοια του Θεού στα άγια των αγίων του Γένους. Αντί των χλευασμών και της καταφρόνιας που εδοκίμασε ζων, απολαμβάνει τώρα νεκρός τις τιμές που του άξιζαν.
Συνεγείρεται η Οδησσός στο άκουσμα ότι έρχεται το λείψανο του πατριάρχου. Η αυτοκρατορική Ορθόδοξη Ρωσία σε συμφωνία με το λαϊκό αίσθημα οργάνωσε την υποδοχή και ετίμησε το λείψανο, όπως ταίριαζε στον οικουμενικό της Ορθοδοξίας πατριάρχη. Στην Οδησσό εξεφώνησε δύο θαυμασίους προς τον πατριάρχη λόγους, επικήδειο και μετά ένα χρόνο επιμνημόσυνο, ο μεγάλος ρήτωρ και διδάσκαλος του Γένους Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων9. Ο πρώτος αρχίζει ως εξής:
" Έμελλες άρα, Παναγιώτατε Πατριάρχα Γρηγόριε, αφ’ ου μοι έδωκας πολλάς πολλών λόγων υποθέσεις και αφορμάς, έμελλες τέλος να κινήσης την ασθενή μου γλώσσαν και εις επιτάφιον λόγον σου ".
Πενήντα χρόνια αργότερα, το ελεύθερο πλέον ελληνικό κράτος ενέκρινε με απόφαση της Βουλής αίτημα του μητροπολίτου Αθηνών Θεοφίλου, το 1871, να μεταφερθούν από τη Ρωσία τα λείψανα του πατριάρχου στην ελεύθερη πατρίδα, διότι, όπως εγράφετο, «η εθνική ευγνωμοσύνη επιβάλλει ημίν το ιερόν καθήκον να εκπληρώσωμεν ήδη τον αγνόν και φυσικόν τούτον πόθον της αγίας εκείνης ψυχής».
Πολυμελής αντιπροσωπεία επιβιβασθείσα στο πλοίο «Βυζάντιον» έφθασε στην Οδησσό, όπου επί τη αναχωρήσει του λειψάνου επανελήφθησαν οι λαμπρές τελετές, που έλαβαν χώρα κατά την άφιξή του. Στην Αθήνα ήταν συγκινητική στο έπακρο και πάνδημη η υποδοχή. Είχαν φθάσει στον Πειραιά στις 14 Απριλίου του 1871. Οι βασιλείς, η ιερά σύνοδος, η κυβέρνηση, και πλήθη παραληρούντος λαού απέδωσαν τιμές και υποδέχθηκαν σε ελεύθερο έδαφος τον πρωτομάρτυρα της ελευθερίας, όπως προφητικά και πάλι είχε προβλέψει. Το λείψανο τοποθετήθηκε στον μητροπολιτικό ναό Αθηνών, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα, το επόμενο δε έτος επανελήφθησαν οι τιμητικές εκδηλώσεις, όταν έγινε η αποκάλυψη του ανδριάντος στα προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών, οπότε απήγγειλε, το συγκλονιστικό του ποίημα ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης. Έτσι όπως παρατηρεί στην εξαίρετη για τον πατριάρχη μονογραφία του ο Τάκης Κανδηλώρος:
"Τον πατριάρχην εστέγασε νεκρόν η αγάπη συμπάσης της Ορθοδοξίας. τους εμπτυσμούς του σεπτού προσώπου του εκάθηρε το αίμα τόσων χιλιάδων Τούρκων, πεσόντων εν τω ελληνικώ αγώνι. Η πανελλήνιος Μούσα τω έψαλλε τόσα θούρια, μία μεγάλη αυτοκρατορία τω απένειμεν υπερόχους επικηδείους τιμάς, το δε ελεύθερον Ελληνικόν Κράτος τον υπεδέχθη και τον ενεθρόνισε εσαεί εις το άφθιτον Πάνθεον των ελληνικών καρδιών.
Επιστέγασμα δε αυτής της τιμής ήταν η απόφαση της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία συνελθούσα στις 8 Απριλίου του 1921 εις έκτακτον συνεδρίαν αποφάσισε την ένταξη του Γρηγορίου εις το αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας με αφορμή τη συμπλήρωση εκατονταετίας από του μαρτυρικού του θανάτου, ενώ το ίδιο έτος ο σοφός καθηγητής Χρ. Ανδρούτσος εξεφώνησε θαυμάσιο πανηγυρικό που τον δημοσιεύσαμε στο ανθολόγιο του σχετικού με τον πατριάρχη έργου μας. Η πράξη της ιεράς συνόδου μεταξύ άλλων λέγει:
Ορθώς έγνω συνευδοκούντος και του συμπαρισταμένου κατ’ αυτήν πατριάρχου Αλεξανδρείας Φωτίου καθιερωθήναι από του νυν και επισήμως την έως τούδε αυθορμήτως αναφερομένην τιμήν τω αοιδίμω Αρχιεπισκόπω Κωνσταντινουπόλεως και Οικουμενικώ Πατριάρχη Γρηγορίω τω δι’ αγχόνης υπέρ Χριστού και του ποιμνίου μεμαρτυρηκότι τη ι’ Απριλίου του σωτηρίου έτους ,αωκα’ και συντετάχθαι του λοιπού το ιερόν αυτού όνομα εν ταις μνήμαις των κηρύκων, ευαγγελιστών, μαρτύρων, ομολογητών, εγκρατευτών, ιερομαρτύρων, ως αγίου εορταζομένου εν πάσι τοις ιεροίς ναοίς της ανά την Ελλάδα πάσαν Εκκλησίας αυτή δε τη ημέρα του μαρτυρίου, τη δεκάτη δήλον ότι Απριλίου παντός έτους, εις αιώνα τον άπαντα εις δόξαν του αγιάσαντος αυτόν ουρανίου της Εκκλησίας Νυμφίου, μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. "
"Χτυπάτε, πολεμάρχοι..
Πως μας θωρείς ακίνητος; που τρέχει ο λογισμός σου, τα φτερωτά σου τα όνειρα;
Γιατί στο μέτωπό σου να μη φυτρώνουν, γέροντα, τόσες χρυσές αχτίδες,
όσες μας διδ' η όψη σου παρηγοριές κ' ελπίδες;
Γιατί στα ουράνια χείλη σου να μη γλυκοχαράζει, πατέρα, ένα χαμόγελο;
Γιατί να μη σπαράζει μέσα στα στήθη σου η καρδιά,
και πως στο βλέφαρό σου ούτ' ένα δάκρυ επρόβαλε, ούτ' έλαμψε το φως σου;
Ολόγυρά σου τα βουνά κ' οι λόγγοι στολισμένοι το λυτρωτή τους χαιρετούν.
Η θάλασσ' αγριωμένη από μακρά σ' εγνώρισε και μ' αφρισμένο στόμα φιλεί,
πατέρα μου γλυκέ, το ελεύθερο το χώμα, που σε κρατεί στα σπλάχνα του.
Θυμάται την ημέρα που, πατέρα μου, σ' εδέχτηκε.
Θυμάται στο λαιμό σου, το ματωμένο το σχοινί,
και στ' άγιο πρόσωπό σου τ' άτιμα τα ραπίσματα,
το βόγγο, τη λαχτάρα, του κόσμου την ποδοβολή.
Θυμάται την αντάρα, την πέτρα που σου εκρέμασαν,
τη γύμνια του νεκρού σου,
το φοβερό το ανέβασμα του καταποντισμού σου.
Το μάρμαρο μένει βουβό και θε να μείνει ακόμα,
ποιος ξέρει ως πότ' αμίλητο το νεκρικό σου στόμα.
Κοιμάται κι ονειρεύεται και τότε θα ξυπνήσει,
όταν στα δάση, στα βουνά, στα πέλαγα, βροντήσει το φοβερό μας κήρυγμα.
"Χτυπάτε, πολέμαρχοι! Μη λησμονείτε το σχοινί, παιδιά, του πατριάρχη!"
Α.ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ
Πηγές: Νέος Συναξαριστής της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Εκδόσεις Ίνδικτος
Πρωτ. Θεοδωρος Ζησης Ο Πατριαρχης Γρηγοριος Ε ΄και Η επιχειρηθείσα αλλοίωση της ιστορίας
Αρχιμ.Τιμόθεος Ηλιάκης