Σάββατο 14 Μαΐου 2016

Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΡΑΛΛΕΩΝ ΙΣΙΔΩΡΟΣ Ο ΠΑΤΜΙΟΣ





Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΡΑΛΛΕΩΝ ΙΣΙΔΩΡΟΣ 


῾Ο μακαριστὸς ᾿Επίσκοπος Τράλλεων κυρὸς ᾿Ισίδωρος (κατὰ κόσμον Κωνσταντῖνος Στ. Κρικρῆς) γεννήθηκε στὸ ἁγιασμένο νησὶ τοῦ Δωδεκα­νη­σιακοῦ συμπλέγματος τὴν Πάτμο στὶς 14 ᾿Οκτωβρίου τοῦ 1938 ἀπὸ τὸν Σταῦρο Κρικρῆ καὶ τὴν σύζυγό του ῾Ελένη τὸ γένος Μαγουλᾶ.  ῾Ο πατέρας του χρημάτισε Δήμαρχος τοῦ νησιοῦ, ἐνῷ ὁ ἀδελφὸς τοῦ πατέρα του ᾿Αρ­χι­μαν­δρίτης Θεο­φάνης Κρικρῆς χρημάτισε ῾Ηγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Θεο­λό­γου. Τελει­ώ­νοντας τὴν φοίτησή του στὴν Πατμιάδα ᾿Εκκλησιαστικὴ Σχολὴ σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν εἰσῆλθε ὡς δόκιμος μοναχὸς στὸ Μεγάλο Μοναστήρι, καὶ τὸ ἑπόμενο ἔτος ἐκάρη μοναχὸς ἀπὸ τὸν τότε Καθηγούμενο τῆς Πάτμου ᾿Αρχιμανδρίτη Μελέτιο Μαριόλο, μετονομασθεὶς Γερμανός.  Δύο χρόνια με­τά, τὸ 1959, χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Λέρου, Κα­λύ­μνου καὶ ᾿Αστυπαλαίας ᾿Ισίδωρο, ὁ ὁποῖος τὸν μετονόμασε σὲ ᾿Ισίδωρο.Τελειώνοντας τὴν Λογιστικὴ Σχολὴ ᾿Αθηνῶν εἰδικεύθηκε γιὰ δυὸ χρόνια στὸ τότε περίφημο Κέντρο τῆς Grotta Ferrata τῆς ᾿Ιταλίας στὴ συν­τήρηση τῶν χειρογράφων. ᾿Επιθυμοῦσε νὰ συνεχίσει τὶς σπουδές του στὴ Θε­ο­λογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης, καὶ γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ ἔγραψε πρὸς τὴ Μονὴ καὶ ὁ Πατριάρχης ᾿Αθηναγόρας, ἀλλὰ ἡ ᾿Αδελφότης τῆς Μονῆς τὸν κάλεσε νὰ ἐπιστρέψει πίσω καὶ τοῦ ἀνέθεσε καθήκοντα Γραμματέως καὶ Λογιστοῦ. ᾿Οργάνωσε μεθοδικὰ τὴν Γραμματεία, ἐνῷ παράλληλα ἀσχο­λή­θηκε καὶ τακτοποίησε τὴν περίφημη Βιβλιοθήκη καὶ τὸ Σκευ­οφυλάκιο τῆς Μονῆς. 
῾Ως Διάκονος, ᾿Εφημέριος, Λογιστής, Γραμματεύς, Βιβλιοφύλαξ καὶ Σκευοφύλαξ τῆς Μονῆς διακόνησε μὲ ἰδιαίτερο μεράκι καὶ ἀξιοζήλευτη ἐρ­γα­τικότητα. Γιὰ ὅλα αὐτὰ ἡ ᾿Αδελφότητα τῆς Μονῆς, παρὰ τὸ σχετικὰ νε­α­ρὸ τῆς ἡλικίας του, ἦταν 37 χρονῶν, τὸ 1975 τὸν ἐξέλεξε Καθηγούμενο καὶ Πατριαρχικὸ Ἔξαρχο Πάτμου.  ῾Η πρώτη ἡγουμενεία του ἀπὸ τὸ 1975 μέχρι τὸ 1982 ἦταν μιὰ περίοδος ἀνακαινιστικὴ γιὰ τὴν Μονή.  Τὸ ῾Ηγου­με­νεῖο, τὰ Γραφεῖα, τὸ μικρὸ Σκευοφυλάκιο, ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ κελλιὰ καὶ πολλοὶ ἄλλοι χῶροι τῆς Μονῆς ἀνακαινίσθηκαν· ἡ δὲ ᾿Αδελφότητα ἐμπλου­τί­στηκε μὲ νέα μέλη. Τὸ 1982 παραιτήθηκε τῆς ῾Ηγουμενείας, γιὰ νὰ ἐπανεκλεγεῖ τὸ 1986.  ῾Η δεύτερη ἡγουμενεία του, ποὺ διήρκεσε ἀπὸ τὸ 1986 μέχρι τὸ 1997, θὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηρισθεῖ ὡς ἡ λαμπρότερη περίοδος τῆς νεώ­τε­ρης ἱστο­ρίας τοῦ αἰωνόβιου μοναστηριοῦ. Συνέχισε τὸ ἀνακαινιστικὸ ἔρ­γο τῶν χώρων τῆς Μονῆς, συνέστησε τὰ δύο ἐργαστήρια συντήρησης τῶν χει­ρογράφων καὶ τῶν εἰκόνων.  Οἱ τοιχογραφίες τοῦ Καθολικοῦ καθαρί­στη­καν, ἐνῷ τὰ τέμπλα τοῦ Καθολικοῦ καὶ τῶν παρεκκλησίων τοῦ ῾Οσίου Χριστοδούλου καὶ τῆς Παναγίας ξαναπέκτησαν τὸ ἀρχικό τους κάλλος.  ᾿Εξασφάλισε τὴν ἰατροφαρμακευτικὴ περίθαλψη τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς.Πέτυχε τὴν ἀνανέωση καὶ ἐπαύξηση τῶν προνομίων τῆς Μονῆς καθὼς καὶ τὴν ἁγιοκατάταξη τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Πατμιάδος Σχολῆς ῾Αγίου Μακαρίου τοῦ Καλογερᾶ. ᾿Επανέφερε τὸ Κοινοβιακὸ σύστημα στὴ Μονή. ᾿Ανακαίνισε καὶ επαύξησε τὰ Καθίσματα, ἐνῷ πέτυχε τὴν ἀπόκτηση Μετοχίου στὴν ᾿Αθήνα.᾿Αγωνίσθηκε γιὰ τὴν ἐπάνδρωση τῆς Μονῆς μὲ νέους ἀδελφούς ( ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῆς β΄ ἡγουμενικῆς του θητείας οἱ ἐγκαταβιοῦντες ᾿Αδελφοὶ ξεπερ­νοῦ­σαν τοὺς εἴκοσι), χωρὶς νὰ ὑπολείπεται τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὰ δύο γυναικεῖα Μοναστήρια τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς καὶ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ «Μη­τρὸς τοῦ ᾿Ηγαπημένου», τὰ ὁποῖα ἔτυχαν τῆς ἰδιαίτερης φροντίδας του.  Εὐαισθησία μεγάλη ἔδειχνε ἐπίσης γιὰ τὰ θέματα τῆς ᾿Εξωτερικῆς ῾Ιερα­πο­στολῆς. Νοικοκύρεψε τὰ οἰκονομικὰ τῆς Μονῆς καὶ πέτυχε καλύτερα ἔσοδα ἀξιοποιώντας μὲ τὸν καλύτερο δυνατὸ τρόπο τὴν περιουσία τῆς Μονῆς, ἐνῷ ἀσκοῦσε μὲ ἰδιαίτερη εὐαισθησία τὸ τεράστιο Φιλανθρωπικὸ ἔργο τῆς Μονῆς. ᾿Οργάνωσε καὶ ἔφερε σὲ αἴσιο πέρας, λόγῳ τῆς πείρας, τοῦ ζήλου καὶ τῶν ἱκανοτήτων του, τοὺς δύο μεγάλους ἑορτασμούς, τῆς ᾿Ενακο­σαε­τη­ρί­δος ἀπὸ τὴν ἵδρυση τῆς Μονῆς τὸ 1988, καὶ τῆς Χιλιενακοσαετηρίδος ἀπὸ τὴν συγγραφὴ τῆς ᾿Αποκαλύψεως τὸ 1995, με την βοήθεια του τότε Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου και μὲ τὴν συμμετοχὴ ὅλων τῶν ᾿Ορθοδόξων ᾿Εκκλησιῶν καὶ τῆς ῾Ελληνικῆς Πολιτείας.Τὸ 1990 ἡ Μήτηρ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησία τῆς Κωνσταν­τι­νου­πόλεως ἐκτιμώντας τὴν μεγάλη του προσφορὰ τὸν ἐξέλεξε ᾿Επίσκοπο Τράλλεων, τιμώντας ἔτσι τὸ πρόσωπό του, χωρὶς ὅμως νὰ καταλύεται ἡ καθεστηκυῖα τάξη τῆς Μονῆς.᾿Οξύνους, ἐπιβλητικὸς καὶ μεγαλοπρεπὴς στὴν ὄψη, εὐπροσήγορος καὶ ἀρχοντικὸς στοὺς τρόπους, εὐγενής, φιλακόλουθος στὸ ἔπακρον, φιλό­ξενος, πονόψυχος, ἐλεήμων, στοργικός, παραδοσιακός, ἀνεξίκακος καὶ συγ­χω­ρητικός, γνώστης ἱκανὸς τῆς θύραθεν καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς Γραμ­μα­το­λο­γίας (μαθήτευσε κοντὰ στὸν ἀείμνηστο Γέροντά του ᾿Αρχιμανδρίτη Με­λέτιο Μαριόλο, Προηγούμενο τῆς ῾Ιερᾶς Μονῆς Πάτμου), ἀναδείχθηκε ἄρι­στος χειριστὴς τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, τὸ ὕφος, τὸν λυρισμό, τὴν πλαστι­κό­τητα καὶ τὸ πλούσιο λεξιλόγιο τῆς ὁποίας γνώριζε νὰ χρησιμοποιεῖ μὲ πολ­λὴ ἄνεση.  Ἄφησε πίσω του κείμενα, τὰ ὁποῖα ἀναδίδουν τὸ ἄρωμα τῆς μα­κραίωνης Πατμιακῆς παράδοσης καὶ τὰ ὁποῖα χαρακτηρίζονται ἀπὸ εὔ­στοχες σκέψεις, εὐσεβεῖς στοχασμούς, ἱερὰ συναισθήματα καὶ θεολογικὴ ἀ­κρίβεια. Τὸ 1997 παραιτήθηκε ἀπὸ τὴν θέση τοῦ Καθηγουμένου καὶ Πα­τρι­αρ­χικοῦ ᾿Εξάρχου Πάτμου γιὰ λόγους ὑγείας καὶ ἀποσύρθηκε στὴν ᾿Αθήνα, γιὰ νὰ παρακολουθεῖται ἀπὸ τοὺς θεράποντας ἰατροὺς τὸ εὔθραυστον τῆς ὑγείας του, μέχρι ποὺ στὶς 14 Μαΐου τοῦ 2007 ἀπεβίωσε ἀπὸ καρδιακὴ προσ­βολή. ῾Η ἐξόδιος ἀκολουθία ψάλθηκε στὴν ᾿Αθήνα ἀπὸ τὸν μακαριστὸ ἤδη ᾿Αρχιεπίσκοπο ᾿Αθηνῶν κυρὸ Χριστόδουλο, μὲ τὸν ὁποῖο συνδεόταν μὲ μακροχρόνια φιλία, καὶ τὴν ἑπομένη στὸ Καθολικὸ τῆς Μονῆς Πάτμου ἀπὸ πλειάδα ᾿Αρχιερέων, ἐνῷ ἡ ταφή του ἔγινε στὴν ἀγαπημένη του ᾿Εψιμιὰ στὸν ναὸ τοῦ ἁγίου ᾿Ισιδώρου, τὸν ὁποῖο ἔκτισε μὲ δικές του δαπάνες καὶ στὸν ὁποῖο, ὅσο ζοῦσε, ἀποσυρόταν γιὰ μόνωση, περισυλλογὴ καὶ προσευ­χή.



   









Ομιλία Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στον Ι. Καθεδρικό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Ν. Φιλαδελφείας

    ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΙΣ  τῆς Α.Θ.Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, κατά τήν Δοξολογίαν ἐπί τῇ ἐπισήμῳ ὑποδοχῇ Αὐτοῦ εἰς τ...