Παρασκευή 22 Μαρτίου 2013

Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ

 


 














 Ο δημοφιλέστερος ύμνος της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ο δημοφιλέστερος εκκλησιαστικός ύμνος σε παγκόσμιο επίπεδο.

   
 

Πρόκειται για τον δημοφιλέστερο ύμνο (ακολουθία) της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Πρόκειται για τον δημοφιλέστερο ύμνο σε παγκόσμιο επίπεδο.
Κατά την έναρξη Των Νηστειών ή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και κατά τις πρώτες πέντε εβδομάδες, αμέσως μετά την Καθαρή Δευτέρα και κάθε Παρασκευή, ψάλλεται σε τμηματική διαδικασία.
Κατά τις πρώτες τέσσερεις Παρασκευές και ολόκληρος την πέμπτη Παρασκευή.
Ο ύμνος είναι χωρισμένος σε τέσσερεις στάσεις:
α΄ στάση – β΄ στάση – γ΄ στάση – δ΄ στάση + την «ολοκληρωμένη» ε΄ στάση .
Κάθε στάση περιλαμβάνει και ένα τμήμα του Ύμνου κατά την αλφαβητική ανάπτυξη αυτού: Α-Ω (ο ύμνος αποτελεί ακροστιχίδα που σχηματίζεται και ολοκληρώνεται με τα είκοσι τέσσερα γράμματα της Ελληνικής Αλφαβήτου) και ως εξής:
Α΄ ΣΤΑΣΗ: περιλαμβάνει το μέρος της ακροστιχίδας από Α μέχρι και Ζ
Β΄ ΣΤΑΣΗ: περιλαμβάνει το μέρος της ακροστιχίδας από Η μέχρι και Μ
Γ΄ ΣΤΑΣΗ: περιλαμβάνει το μέρος της ακροστιχίδας από Ν μέχρι και Σ και την
Δ΄ ΣΤΑΣΗ: περιλαμβάνει το μέρος της ακροστιχίδας από Τ μέχρι και Ω.
Ε΄ ΣΤΑΣΗ: περιλαμβάνει όλα τα μέρη της ακροστιχίδας από Α μέχρι και Ω.
Κάθε Στάση, λαμβάνει χώρα (κατ’ αντιστοιχία), σε κάθε μία από τις πρώτες πέντε Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ή Των Νηστειών.
  

Ο Ακάθιστος Ύμνος «ποιητικά» ανήκει στα Κοντάκια.
Σε κοντό ξύλο τύλιγαν τη μεμβράνη που ήταν αναγραμμένος ο ύμνος.
Το πρώτο τροπάριον του κοντακίου ονομάζεται «προοίμιον» ή «κουκούλιον», ενώ, όλα τα τροπάρια που ακολουθούν και τα οποία συναποτελούν το κοντάκιον, ονομάζονται οίκοι. Η ονομασία «οίκοι», ίσως να προέρχεται λόγω της οικοδομικής έννοιας, που πιθανόν εδίδετο, αποτελούσε δε ένα ολοκληρωμένο οικοδομικό έργο, προς τιμή κάποιου τιμωμένου προσώπου, Αγίου.
Το Κοντάκιον είναι ο συνήθης όρος, που αφορά στην εισαγωγική αρχή (προοίμιο), των εκκλησιαστικών ύμνων, αποτελείται δε από μία και μόνη στροφή.
Το Κοντάκιον ακολουθείται από απεριόριστους οίκους (στροφές).
Κάθε Οίκος (υποχρεωτικά), καταλήγει σε διακριτό «εφύμνιον», αποτελούμενο από ένα δύο ή και τρεις στίχους, που υποχρεωτικά επαναλαμβάνονται,  κατά τον αυτό τρόπο και ολόκληροι,  σε όλους τους οίκους,  σε ολόκληρο τον ύμνο.
Σε διάφορους ύμνους απαντάται το φαινόμενο της ακροστιχίδας, που άλλοτε φανερώνει ολόκληρο, (απλά), το αλφάβητο ή ένα ρητό ή κάποια φράση ή το δηλωτικό του δημιουργού ποιητή του Κανόνος αυτού ή την υπόθεση της γιορτής.
Οι δύο μελωδίες, είναι το ιδίωμα αυτό, που χαρακτηρίζει το Κοντάκιο:
μία μελωδία για την είσοδο και μόνο του αρχικού κοντακίου και
μία (η ίδια) για όλες τις στροφές - οίκους που ακολουθούν ίδιες και μέχρι τέλους.
Ο Ακάθιστος Ύμνος ή οι Χαιρετισμοί της Παναγίας, αρχίζει με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου Παρθένου και στη συνέχεια αναφέρεται στα ακολουθούμενα (χρονικά) γεγονότα:
  
  
Η επίσκεψη του αρχαγγέλου Γαβριήλ
Η απορία της Θεοτόκου για το παράδοξο της σύλληψης
Η εξήγηση του Γαβριήλ περί του απορρήτου
Η επισκίαση της Παρθένου από την Θεϊκή δύναμη και η σύλληψη
Η επίσκεψη της Μαρίας προς την κυοφορούσα τον Πρόδρομο Ελισάβετ
Η του Ιωσήφ υποψίες του προστάτη - μνηστήρα της Μαρίας
Η γέννηση και η προσκύνηση των βοσκών
Η υπόδειξη του δρόμου σημείου στους μάγους από το άστρο
Η προσκύνηση των Μάγων στον νεογέννητο Ιησού
Η επιστροφή των Μάγων στη Βαβυλώνα
Η φυγή του Ιησού στην Αίγυπτο
Η αγκαλιά του Συμεώνος στο βρέφος

Όλα αυτά στο πρώτο μισό του Ύμνου,
Ήτοι στα μέρη Α-Μ, που αποτελεί:
το Ιστορικό Διηγηματικό Μέρος αυτού.

  

Στο δεύτερο μισό του Ύμνου,
Ήτοι στα μέρη Ν-Ω, που αποτελεί:
το Δογματικό – Θεολογικό μέρος αυτού,
όπου γίνεται αναφορά στα θέματα:

Η Σάρκωση του Κυρίου
Η Θέωση των ανθρώπων
Η ταπείνωση μέσω της ενανθρώπισης και η εξύψωση του νου
Η των αγγέλων έκπληξη για την ενανθρώπιση
Η απορία των Σοφών του κόσμου
Η ταπείνωση του Θεού προβάτου
Η Παρθένος γίνεται τείχος προστασίας
Η ανεπάρκεια των Ύμνων για την ύμνηση του Σαρκωθέντος
Η καθοδηγήτρια λαμπάδα Θεοτόκος για τη Θεογνωσία
Η έλευση του Ιησού για τη χάρη του κόσμου
Η έμψυχος ναός Θεοτόκος για τη δόξα του Ιησού
Η ύμνηση και η Ικεσία για την Παρθένο.
  

Έχει δε δύο εφύμνια:
1. - Το «Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε», για τους (περιττούς-μονούς) Οίκους ήτοι:
Α – Γ – Ε – Η – Ι – Λ – Ν – Ο – Ρ – Τ – Φ – Ψ και
2. – Το «Αλληλούια», για τους (άρτιους-ζυγούς) Οίκους ήτοι:
Β – Δ – Ζ – Θ – Κ – Μ – Ξ – Π – Σ – Υ – Χ – Ω.

Οι ύμνοι των μονών στροφών, Α – Γ – Ε – Η – Ι – Λ – Ν – Ο – Ρ – Τ – Φ – Ψ, που είναι και μεγαλύτεροι, είναι αφιερωμένοι στη Θεοτόκο.
Αρχίζουν με μικρό, (5 - πέντε στίχων) προοίμιο και ακολουθούν οι χαιρετισμοί (12 - δώδεκα στίχων), καταλήγοντας με το (1 – ενός στίχου) εφύμνιο «Xαίρε Nύμφη Aνύμφευτε», σύνολο (18) δεκαοχτώ στίχοι.
  

Οι χαιρετισμοί των ύμνων Α+Γ απευθύνονται από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ
Οι χαιρετισμοί του ύμνου Ε απευθύνονται από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο που ακόμα είναι έμβρυο
Οι χαιρετισμοί του ύμνου Η απευθύνονται από τους ποιμένες
Οι χαιρετισμοί του ύμνου Ι απευθύνονται από τους Τρεις Μάγους
Οι χαιρετισμοί του ύμνου Λ απευθύνονται από τους πιστούς που ερύσθησαν (ξέφυγαν) από τα είδωλα
Οι χαιρετισμοί των ύμνων Ν+Ο+Ρ+Τ+Φ+Ψ απευθύνονται από τους πιστούς (γενικά)
  

Οι ύμνοι των ζυγών στροφών, Β – Δ – Ζ – Θ – Κ – Μ – Ξ – Π – Σ – Υ – Χ – Ω, που είναι και μικρότεροι, είναι αφιερωμένοι στο Θεό.
Αρχίζουν με μικρή (5 - πέντε στίχων) διήγηση, καταλήγοντας με το (1 – στίχου) εφύμνιο «Αλληλούια», σύνολο (6) έξι στίχοι.

Τα εφύμνια έψαλλε ολόκληρος ο λαός…
  

Σχετικά τώρα με το χρόνο συγγραφής, αλλά και για τον Ποιητή του Ύμνου αυτού, τα πράγματα δεν είναι ξεκάθαρα, παρ’ όλο που, δογματικά, υπάρχει μία θεωρητική χρονολογική και μόνο τοποθέτηση, αφού πιστεύεται και από κοινού είναι αποδέξιμη,  η θεωρία αυτή, πως η όλη ιδεολογική σύνθεση του συνόλου του Ύμνου, φαίνεται να έχει προσαρμοστεί στις αποφάσεις και στις δογματικές θέσεις της Γ΄ Οικουμενικής Συνόδου, άρα όχι πριν του 431 μ.Χ. οπότε και η πλέον καταληκτική ημερομηνία συγγραφής του.
Με βάση αυτή τη χρονική στιγμή υπάρχουν και οι προσεγγίσεις όπως:
η θεωρία της συγγραφής του Ύμνου, παλαιότερα και μάλιστα κατά την περίοδο που συνεορτάζονταν ο Ευαγγελισμός και η Γέννηση των Χριστουγέννων και μέχρι της αυτοκρατορίας του Ιουστινιανού (527-565), οπότε, τότε και διαχωρίστηκαν οι γιορτές αυτές.
Ο Συναξαριστής (χωρίς αναφορά σε χρόνο τόπο και μελωδό), συνδέει τον Ύμνο με τα γεγονότα του Αυγούστου του 626, όταν ο Ηράκλειος βρισκότανε σε εκστρατεία κατά των Περσών, ενώ κατά την 6ην του ιδίου μηνός Αυγούστου η Κωνσταντινούπολη δέχεται αιφνιδιαστική επίθεση από τους Αβάρους.
Η απουσία του στρατού και η απόλυτη έλλειψη συμφωνίας εκεχειρίας, είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη της Παναγίας των Βλαχερνών. 

  
Συνεργαζόμενοι οι Άβαροι με τους Πέρσες, την επομένη και μεθεπομένη, 7 και 8 Αυγούστου, ετοιμάζονται για την τελική επίθεση, με τον Πατριάρχη Σέργιο να περιφέρεται, τρέχοντας, στα τείχη της Κωνσταντινούπολης, κρατώντας την εικόνα της Βλαχερνιώτισσας Παναγίας, καλώντας το λαό, σε ξεσηκωμό κι αντίσταση. Η ακολουθούμενη σφοδρή ανεμοθύελλα και η  καταστροφική, εξ αυτής, -για την αρμάδα του Άβαρο–Περσικού  στόλου, - τρικυμία, που προξενήθηκε, είχε σαν αποτέλεσμα την καταστροφή αυτού και σε συνδυασμό με την λυσσαλέα αντεπίθεση των αμυνομένων, έφερε οικτρό αποτέλεσμα, για τους εχθρούς και τη λύση της πολιορκίας. Το φυσικό φαινόμενο θεωρήθηκε ως θαυματουργή παρέμβαση της Παναγίας, Πολιούχου της Πόλης.
Οι Χαιρετισμοί Της Παναγίας ή Ο Ακάθιστος Ύμνος
Από τις 8 Αυγούστου του 626 ο λαός έψαλλε όρθιος, τον Ύμνο, «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ Τα Νικητήρια», καθιστώντας τον πλέον, από τον διηγηματικό ιστορικό δογματικό του τόνο ύμνο, σε δοξολογικό και εγκωμιαστικό ύμνο.
Σε κάθε πολιορκία και κάθε νικηφόρα λύση αυτής, ο ύμνος εμπλέκει την ιστορία του, μιας και οι εποχές ηρωικές, οι Έλληνες έχοντας την ανάγκη να υπάρξουν, μέσα από την αφάνειά τους, έστω και μέσω της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, δημιουργούν θρύλους, οι θρύλοι ανοίγουν τα φτερά τους, γίνονται ύμνοι, μπερδεύουν τη γνώση δημιουργούν σύγχυση στην έρευνα. Όπως και να χει όμως, το θέμα υπάρχει, η ιστορία υπάρχει, όπως υπάρχει και ο σπουδαίος αυτός, Ακάθιστος Ύμνος, -(που δεν είναι ο μόνος ακάθιστος – μιας και πολλοί άλλοι άδονται και ψάλλονται με το εκκλησίασμα όρθιο)-, που γράφει ακόμα, μέχρι σήμερα, την καλλιτεχνική του ιστορία, με την ποιητική του υπέρ-δυναμική, με όλον αυτό τον συγκριτικό και υπερθετικό βαθμό, που χρησιμοποιεί σε όλα τα αναφερόμενα, καταγραμμένα επίθετα, που περιλαμβάνει, με τις απέραντες λογοτεχνικές μεταφορές, παρομοιώσεις, με τα ασύλληπτα καλολογικά του στοιχεία, ώστε αβίαστα να υπερβάλλει, σε τέτοιο υψηλό επίπεδο, που να τον καθιστά μοναδικό, όχι μόνο σε εθνικό, θρησκευτικό, θεολογικό, λογοτεχνικό, παραληρηματικό, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, να καθίσταται μοναδικός και αξεπέραστος. 


Ο ποιητής, δεν είναι ξεκάθαρος. Κάποιοι τον χρεώνουν στον σπουδαίο Ρωμανό το Μελωδό.
Το τάλαντον του ανθρώπου αυτού ήταν τέτοιο, που κάποιοι βρίσκουν συγκλίσεις, στον ύμνο με το υπόλοιπο έργο του. όμως η πιο ήρεμη μελέτη φανερώνει στοιχεία τα οποία δε συνάδουν στην εξ αυτού συγγραφή.
Η ιστορική περιπέτεια της περιοχής, της πίστης, της γεωγραφίας, του κόσμου τότε, φέρνει το τοπίο, μπροστά σε καταστάσεις και γεγονότα, τέτοια, όπου:
Οι Εικονόφιλοι κ’ οι εικονομάχοι – η επανάκτηση του Τιμίου Σταυρού – η αλλοίωση του Συναξαριστή – ο Πατριάρχης Γερμανός Α΄ – οι μοναχοί του Στουδίου – ο Λέων ο Γ΄ - ο Ηράκλειος – ο Λέων ο Ίσαυρος – ο Επίσκοπος Βενετίας και η λατινική του μετάφραση – η εικόνα με το ειλητάριο – ο μοναχός - ο Κοσμάς ο Μελωδός ή ο Άγιος Κοσμάς – ο Πατριάρχης Σέργιος – ο Γεώργιος Πισίδης – ο Ιερός Φώτιος – ο Απολινάριος ο Αλεξανδρεύς – ο Μητροπολίτης Νικομήδειας – ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός – ο Ιωσήφ Ξένος ο Υμνογράφος – οι ποιητές του πριν και του μετά, συμβάντα – ονόματα – καταστάσεις, που εμπλέκονται, διπλοσφίγγοντας κάθε πτυχή, διπλοκλειδώνοντας, κάθε πόρτα, τριπλομανταλώνοντας κάθε παράθυρο και παραθυράκι, προκειμένου να αποκρυφτεί η δικαιολόγηση της συγγραφής, αλλά και η πατρότητα του Ακαθίστου Ύμνου. 


Το προοίμιο τροπάριο πάντως, «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ», αναμφιβόλως συνετάχθη κατ’ εκείνες τις ώρες, αντικαθιστώντας το προϋπάρχον, «Το προσταχθέν μυστικώς».
[{Παρ’ όλο που τα γεγονότα δεν συνέπεσαν με την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ο Ακάθιστος Ύμνος, ψάλλεται, αυτή ακριβώς την περίοδο. Στις 8 Αυγούστου λύεται η πολιορκία επί Ηρακλείου, Σεπτέμβριο λύεται η πολιορκία επί Πωγωνάτου, στις 16 Αυγούστου εορτάζεται η ανάμνηση της σωτηρίας της Πόλης επί Λέοντος Ισαύρου, στις 18 Ιουνίου λύεται η πολιορκία επί Μιχαήλ Γ΄. Γεννάται το ερώτημα:
Τότε γιατί ψάλλεται αυτή την περίοδο;
Μέσα στην Μεγάλη, αυτή, Περίοδο των Νηστειών, της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, συμπίπτει και η Μεγάλη Γιορτή, του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Παρ’ όλο που η Γιορτή αυτή, του Ευαγγελισμού, είναι πραγματικά Μεγάλη, λόγω της περιόδου εορτασμού της, είναι και η μόνη μεγάλη εορτή, που στερείται προεορτών και μεταγιορτών, επειδή δεν το επιτρέπει το πένθιμο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Έτσι, αποφασίστηκε η αναφορά του, του Ακαθίστου Ύμνου, μετά τα Μικρά Απόδειπνα, των τεσσάρων πρώτων Παρασκευών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (αφού από τελετουργικής απόψεως, τα βράδια των Παρασκευών, ανήκουν στα Λειτουργικά των Σαββάτων – και σε αυτές τις μέρες -Σάββατα- όπως και στις Κυριακές, είναι οι μόνες ημέρες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που επιτρέπονται οι εορτασμοί χαρμόσυνων γεγονότων. Ίσως αυτή να είναι η πιθανότερη εξήγηση.).]}
Εκτός από Κοντάκιον ο Ακάθιστος Ύμνος έχει και Κανόνα.
Αυτός προηγείται του Ύμνου…
  
  
«Κανών» σημαίνει χάρακας, ευθεία ράβδος, για την καταμέτρηση, αλλά και τον καθορισμό άλλων πραγμάτων. Αλλιώς και μέτρο, υπόδειγμα, ρυθμιστής.
Στην υμνολογία, Κανών, λέγεται ο μακρύς, μεγάλος ύμνος, που αποτελείται από Ωδές. Οι Ωδές στον αριθμό δεν είναι ίδιες, αλλά δεν μπορούν να υπερβούν τις εννέα.
Κάθε Ωδή (εκ του άδω, ύμνος - άσμα – τραγούδι), αποτελείται από τον «ειρμό» και τρία ή τέσσερα, συνήθως, ακολουθούμενα τροπάρια. Ειρμός, (εκ του είρω, συνάπτω – συνδέω – συμπλέκω – πλέκω – δένω - συνθέτω – αρμαθιάζω – {και όχι εκ του είρω, λέω – μιλάω}), λέγεται η πρώτη στροφή κάθε Ωδής, βάσει της οποίας ρυθμίζονται οι υπόλοιπες στροφές - τροπάρια. Τονικά, μετρικά, μουσικά, ακολουθούν τον τρόπο, (τροπάρια), των ειρμών. 

  





 









Σάββατο 16 Μαρτίου 2013

ΛΙΓΟ ΜΟΣΧΟΘΥΜΙΑΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ






                               

  "Νῦν αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν σὺν ἡμῖν ἀοράτως λατρεύουσιν ἰδοὺ γὰρ εἰσπορεύεται ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης. Ἰδοὺ θυσία μυστικὴ τετελειωμένη δορυφορεῖται• πίστει καὶ πόθῳ προσέλθωμεν, ἵνα μέτοχοι ζωῆς ἀιωνίου γενώμεθα. Ἀλληλούϊα." 
                                                                                                        



Τί είναι η Προηγιασμένη Θεία    Λειτουργία
 
Η Εκκλησία μας καθόρισε όλες τις Τετάρτες και Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής να τελείται μία άλλη Λειτουργία η Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων.Κατά τη Λειτουργία αυτή δεν τελείται Θυσία, δε γίνεται δηλαδή μεταβολή του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Τα Τίμια Δώρα, ο Άρτος και ο Οίνος είναι έτοιμα, έχουν προαγιασθή (γι' αυτό και λέγεται Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων) κατά την προηγηθείσα θεία Λειτουργία της Κυριακής, είναι πλέον Σώμα και Αίμα Χριστού, και απλώς προσφέρονται προς μετάληψη στους πιστούς.   

 


Ο Ιερέας καθ' εκάστη Κυριακή κόπτει από το πρόσφορο τον λεγόμενο «Αμνόν», δηλαδή το τετράγωνο εκείνο τεμάχιο της σφραγίδας που γράφει ΙΣ-ΧΣ ΝΙ-ΚΑ, και το τοποθετεί επάνω στο ιερό Δισκάριο. 
Μετ' ολίγο,κατά τη στιγμή του «Σε υμνούμεν...», το τεμάχιον αυτό του άρτου θα μεταβληθεί δια της ευλογίας του Ιερέως σε αυτό τούτο το Σώμα του Κυρίου, όπως και ο οίνος, που είναι στο ιερό Ποτήριο, θα μεταβληθεί και αυτός σε αυτό τούτο το Αίμα του Κυρίου.
Όταν όμως βρισκόμαστε στη πένθιμο περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής,  ο Ιερέας, κατά τη Θ. Λειτουργία της Κυριακής, δεν θα κόψει ένα μόνο τεμάχιο εκ της σφραγίδας του προσφόρου, ωσάν αυτό που είπαμε ανωτέρω, αλλά περισσότερα (συνήθως τρία), ανάλογα προς τον αριθμό των Λειτουργιών των Προηγιασμένων που θα τελέσει κατά την εβδομάδα. 

  
Τα τεμάχια αυτά (που δεν κόπτονται όλα από ένα πρόσφορο, αλλ' ένα από κάθε πρόσφορο), θα τα ευλογήσει κατά την ώρα που πρέπει και αυτά θα μεταβληθούν σε Σώμα Χριστού. Από αυτά το ένα θα χρησιμοποιηθεί για τη θεία Μετάληψη της ημέρας εκείνης (Κυριακής), τα άλλα (συνήθως δύο) θα εμβαπτισθούν στο ιερό Ποτήριο, όπου το άγιο Αίμα του Κυρίου, και θα φυλαχθούν σε ειδικό κιβωτίδιο, το ιερό Αρτοφόριο, για τις Λειτουργίες των Προηγιασμένων Δώρων που θα γίνουν εντός της εβδομάδας. 
Κατ' αυτές τις Λειτουργίες ο Ιερέας θα προσφέρει στους πιστούς προς μετάληψη τα Προηγιασμένα αυτά Δώρα. 
  


Η Λειτουργία των Προηγιασμένων είναι συνυφασμένη με Εσπερινό, είναι δηλαδή βραδινή. Αυτό έχει θεσπιστεί, διότι οι παλιοί Χριστιανοί κατά τις ημέρες της Μ. Τεσσαρακοστής διετέλουν τελείως άσιτοι (νηστικοί) μέχρι των εσπερινών ωρών. Μπορούσαν λοιπόν να εκκλησιαστούν και να κοινωνήσουν κατά τις εσπερινές ώρες. Σήμερα η Λειτουργία των Προηγιασμένων τελείται και κατά την εσπέρα συνηθέστερα όμως τελείται κατά τις πρωινές ώρες προς διευκόλυνση των πιστών.  Εκτός από τον γνωστό τύπο της Θείας των Προηγιασμένων  Λειτουργίας,που αποδίδεται στον άγιο Γρηγόριο τον Διάλογο, υπάρχουν ακόμα η του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου και του αγίου Αποστόλου Μάρκου του Ευαγγελιστού. 



  
Η Λειτουργία αυτή δεν έχει τον πανηγυρικό και θριαμβευτικό τόνο των άλλων Λειτουργιών, αλλά δεσπόζει σε αυτή το πένθιμο και κατανυκτικό στοιχείο.
Η Λειτουργία των Προηγιασμένων τελείται όλες τις Τετάρτες και Παρασκευές της Μ. Τεσσαρακοστής. Κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα τελείται μόνο τις τρεις πρώτες μέρες αυτής (Μ. Δευτέρα, Μ. Τρίτη και Μ. Τετάρτη). Επίσης τελείται και κατά τις ημέρες εορτών ευρισκομένων εντός της περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής. Δεν τελείται κατά τα Σάββατα και τις Κυριακές της Μ. Τεσσαρακοστής.  Επίσης, κατά τη Λειτουργία των Προηγιασμένων δε γίνονται μνημόσυνα .
Ο Ιερέας, και αν κρατήσει τα ονόματα, δεν θα τα μνημονεύσει, στην Πρόθεση, αλλά θα τα αφήσει για τη Λειτουργία του Σαββάτου ή της Κυριακής.  
Η Προηγιασμένη τελείται υποχρεωτικώς στον Ι.Ναό και την αγία Τράπεζα όπου ετελέσθη  η Θ.Λειτουργία και εκρατήθη ο Αμνός  ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ η μεταφορά του Αμνού σε άλλο Ναό η Θυσιαστήριο -παρεκκλήσιο του ίδιου Ναού. Σε περίπτωση που λειτουργήσει Αρχιερεύς φορεί φελώνιον αντί σάκου  με μικρό ωμοφόριο  , ενώ σε έκτακτη ανάγκη μπορεί να τελεσθεί χειροτονία Διακόνου.
Η Προηγιασμένη Θ. Λειτουργία δεν έχει πανηγυρικό χαρακτήρα,
Στο Τυπικό διαβάζουμε για την Αρχιερατική Προηγιασμένη Θ. Λειτουργία: "....γίνεται η Μεγάλη Είσοδος, καθ' ήν ο Αρχιερεύς παραδίδει τα Άγια εις τον Ιερέα, λέγων Δι' ευχών... Ο Διάκονος φέρων λαμπάδα και θυμιών τα άγια, προπορεύεται του Ιερέως. Αμφότεροι δε εξέρχονται του Ιερού Βήματος εν σιωπή. Ο Αρχιερεύς παραλαμβάνει Αυτά εκ της Ωραίας Πύλης εν άκρα σιγή...". Ακόμα να πούμε πως οι οφικιούχοι  Πρεσβύτεροι  και Ιερομόναχοι δεν φέρουν τα διάσημα τους κατά την τέλεση της Προηγιασμένης Θ.Λειτουργίας. 





ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΣΤΟ ΦΑΝΑΡΙ 






Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου·
έπαρσις των χειρών μου θυσία εσπερινή, εισάκουσόν με, Κύριε.





  


Πέμπτη 14 Μαρτίου 2013

ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ



 ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΕΚΓΑΤΑΛΕΙΨΗ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΙΔΡΥΤΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΑΝΔΡΕΑ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΣΤΟ Α ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ.ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΕΣΠΑΣΑΝ ΤΗΝ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΣ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΘΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ Η ΕΙΚΟΝΑ ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ Ο ΤΑΦΟΣ( ΦΩΤΟ) ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ. ΠΟΛΛΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΆ ΠΡΟΚΎΠΤΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ   ΑΦΟΥ Ο ΤΑΦΟΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΕ ΕΜΦΑΝΕΣ ΣΗΜΕΙΟ ΚΑΙ ΜΙΑ ΤΕΤΟΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΜΕΣΩΣ ΑΝΤΙΛΗΠΤΉ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΦΥΛΑΚΕΣ. ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΥΛΑΞΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ ΕΧΕΙ ΠΡΩΤΑ Ο ΔΗΜΟΣ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ   ΚΑΙ ΤΟ ΙΔΡΥΜΑ "ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ" ΚΑΘΩΣ ΕΠΙΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΣΟΚ. ΕΔΩ ΑΞΙΖΕΙΝΑ ΠΟΥΜΕ ΟΤΙ Ο ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΝΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΠΙΣΚΕΦΘΗΚΕ ΠΟΤΕ ,ΣΑΝ ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ,ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΗΓΕΤΗ .ΕΠΙ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΤΟΥ ΜΑΛΙΣΤΑ, ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΕΤΗΣΙΟ ΕΠΙ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΠΟΥ ΤΕΛΟΥΣΕ  ΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟ ΠΑΣΟΚ. 


Ο ΤΑΦΟΣ ΣΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ


Ο ΤΑΦΟΣ ΠΡΙΝ  ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
ΕΠΙ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΚΑΤΗΡΓΗΣΑΝ ΚΑΙ ΤΑ ΜΝΗΜΟΣΥΝΑ
 π.Τιμόθεος Ηλιάκης

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2013

Η ΑΓΙΑ ΥΠΟΜΟΝΗ-ΕΛΕΝΗ ΔΡΑΓΑΣΗ-ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΙΝΑ

 





 Η Αγία Υπομονή, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση, και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β' Παλαιολόγου, «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν θυγατέρα του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς ηγεμόνες - κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου κράλη (=βασιλιά) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν (π.χ. ο Στέφανος Νεμάνια, σέρβος βασιλέας και κτίτορας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους = όσιος Συμεών ο Μυροβλύτης). Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία του σημερινού βουλγαρικού τμήματος της βορειο - ανατολικής Μακεδονίας, στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνος. 
ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ Ι.ΜΟΝΗ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ 


Η γέννησή της τοποθετείται στα αμέσως μετά τον θάνατο το Δουσάν χρόνια. Η ανατροφή, η μόρφωση, η αγωγή της, ήταν διαποτισμένα με ό,τι ανώτερο υπαγόρευε το βυζαντινό ιδεώδες, διότι οι Σέρβοι είχαν επηρεαστεί πολύ από τον βυζαντινό πολιτισμό. Ένοιωθε τον εαυτό της περισσότερο ταυτισμένο με τον πολιτισμό και κυρίως με την εθνική συνείδηση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Συναισθηματικά και ουσιαστικά έρρεπε μάλλον προς το Βυζάντιο, του οποίου επέπρωτο να γίνει Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα, περά προς την γενέθλιο σερβική πατρίδα.
Κοντά σ' αυτά και πάνω απ' αυτά, γαλουχήθηκε με την πατροπαράδοτη στην οικογένειά της, ακράδαντη ορθόδοξη πίστη στο Θεό. Αυτή η πίστη είναι που θα την οδηγεί, θα την φωτίζει, και θα την εμπνέει στην πολυτάραχη γεμάτη θλίψεις και δοκιμασίες ζωή της. 
Υπολογίζεται νάταν 19 περίπου χρονών όταν παντρεύτηκε τον Μανουήλ Β' Παλαιολόγο (τέλη του 1390), λίγους μήνες πριν γίνει Αυτοκράτορας. 


Η καινούργια ζωή της Ελένης - αγίας Υπομονής, από την αρχή της έδειξε ότι θα ήταν Γολγοθάς. Πολλές ήταν οι φορές που χρειάστηκε να πιει το ποτήρι της προσβολής και του εξευτελισμού στο πλευρό του συζύγου της όχι μόνο από τους αλλόθρησκους, αλλά και από τα κατ' όνομα χριστιανικά κράτη της Δύσεως, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να βρει τρόπους σωτηρίας της ετοιμοθάνατης Αυτοκρατορίας.

Η Ελένη - αγία Υπομονή απεδείχθη εξαιρετικός άνθρωπος που συγκέντρωνε πολλές και μεγάλες αρετές, και ψυχική δύναμη. Έδειξε ότι είχε απόλυτη συναίσθηση τόσο της θέσης της και των περιστάσεων, όσο και του ρόλου που αυτές της υπαγόρευαν, σε όλα τα επίπεδα. 


Αγαπούσε το λαό. Ήταν η μεγάλη μάννα που ο καθένας μπορούσε να προστρέξει. Συμμεριζόταν τις αγωνίες του και ανησυχίες του ενώπιον των φοβερών εθνικών κινδύνων και προσπαθούσε πάντοτε με την προσευχή, με την πραότητά της και με γλυκά και παρηγορητικά της λόγια να τον ενισχύσει. Είναι πολύ χαρακτηριστικά και εύγλωττα μέσα στην λακωνικότητά της τα όσα γράφει για την Αυτοκρατόρισσα, ο σύγχρονός της φημισμένος φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός - Πλήθων: «Η Βασιλίς αύτη με πολλήν ταπείνωσιν και καρτερικότητα εφαίνετο να αντιμετωπίζει και τας δύο μορφάς της ζωής. Ούτε κατά τους καιρούς των δοκιμασιών απεγοητεύετο, ούτε όταν ευτυχούσε επανεπαύετο, αλλά εις κάθε περίπτωσιν έκανε το πρέπον. Συνεδύαζε την σύνεσιν με την γενναιότητα, περισσότερον από κάθε άλλην γυναίκα. Διεκρίνετο δια την σωφροσύνην της. Την δε δικαιοσύνην την είχε εις τελειότατον βαθμόν. Δεν εμάθαμε να κάμνει κακόν εις ουδένα, ούτε μεταξύ των ανδρών, ούτε μεταξύ των γυναικών. Αντιθέτως εγνωρίσαμε να κάμνει πολλά καλά και εις πολλούς. Με ποίον άλλον τρόπον δύναται να φανεί εμπράκτως η δικαιοσύνη, εκτός από το γεγονός του να μη κάμνει κανείς ποτέ θεληματικά και σε κανέναν κακό, αλλά μόνον το αγαθόν σε πολλούς;»
Στάθηκε αντάξια του φιλόσοφου και φιλόχριστου συζύγου της Μανουήλ. Στάθηκε άξια δίπλα του για 35 χρόνια, «συνευδοκόντας», σύμφωνα με σύγχρονή τους μαρτυρία, δηλ. όλα γινόντουσαν με συμφωνία, ομόνοια, συναπόφαση, εν πνεύματι Χριστού και αγωνιστική αγιότητα. Κατόρθωναν να τιμούν την αρετή με λόγια και έργα. «Λόγω μεν διδάσκοντας το πρακτέον, έργω δε γενόμενοι πρότυπα και εικόνες εφηρμοσμένης αγάπης». 


Στο ευλογημένο ζευγάρι ο Θεός χάρισε οκτώ παιδιά. Έξι αγόρια από τα οποία τα δύο ανέβηκαν στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο Ιωάννης Η' και ο Κωνσταντίνος ΙΑ', ο τελευταίος θρυλικός αυτοκράτορας. Ο Θεόδωρος, ο Δημήτριος και ο Θωμάς διετέλεσαν δεσπότες του Μυστρά, και ο Ανδρόνικος της Θεσσαλονίκης. Και δύο κορίτσια, τα οποία όμως πέθαναν σε μικρή ηλικία. Η πολύτεκνη και φιλότεκνη μητέρα γαλούχησε τα παιδιά της με τα νάματα της πίστεως και τη γλυκύτατη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, τα οδηγούσε σε ιερά προσκυνήματα και σεβάσμια Μοναστήρια της Βασιλεύουσας, και επιζητούσε υπέρ αυτών τις ευχές των αγίων ασκητών και Γερόντων. Τα ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», και ποτέ δεν «έπαυσε μετά δακρύων προσευχής και αγάπης να νουθετή ένα έκαστον».Με υπομονή και επιμονή, με προσοχή και προσευχή σμίλεψε τους χαρακτήρες τους, τους έδωσε μαζί με το «ζην»και το «εύ ζην». Έτσι, κατάφερε, μεταξύ άλλων, να θέσει τέρμα στις επί 90 περίπου χρόνια συγκρούσεις μεταξύ των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας για την εξουσία που είχαν εξαντλήσει την αυτοκρατορία. Οι όποιες διαφορές απόψεων η διενέξεις παρουσιάζονταν (μετά το θάνατο του Μανουήλ), ξεπερνιόνταν ήσυχα με το κύρος της μητρικής της παρέμβασης και της προσευχής της. 


Ιδιαίτερη ήταν η αγάπη της για τα Μοναστήρια. Εκεί αναπαυόταν, ξεκουραζόταν η ψυχή της, αντλούσε δύναμη και κουράγιο για τη συνέχεια. Αυτό, το ενέπνευσε σε όλη την οικογένειά της. Ο σύζυγός της αφού παρέδωσε τον θρόνο στον πρωτότοκο Ιωάννη, δύο μήνες πριν τον θάνατό του (29 Μαρτίου 1425), απεσύρθη στη Μονή του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκάρη μοναχός με το όνομα Ματθαίος. Η ίδια, μετά το θάνατο του συζύγου της έγινε μοναχή (1425) στη Μονή της κυράς Μάρθας, με το όνομα Υπομονή. Και τρία από τα παιδιά τους επίσης έγιναν μοναχοί, ο Θεόδωρος και ο Ανδρόνικος (μ. Ακάκιος) στη Μονή του Παντοκράτορος, και ο Δημήτριος (μ. Δαυίδ) στο Διδυμότειχο


Ακόμα, εν όσω βρισκόταν στην πατρίδα της, μαζί με τον πατέρα της έκτισαν την Ι.Μ. Παναγίας Παμμακαρίστου στο Πογάνοβο της πόλης Δημήτροβγκραντ της Ν.Α. Σερβίας. Στην Κωνσταντινούπολη είχε συνδεθεί με την Ι. Μ. του Τιμίου Προδρόμου της Πέτρας, όπου φυλαγόταν το ιερό λείψανο του οσίου Παταπίου του θαυματουργού, στον οποίο η αγία Υπομονή έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια. Η Μονή είχε ιδρυθεί από τον συνασκητή του οσίου Παταπίου στην Αίγυπτο, όσιο Βάρα, έξω από την πύλη του Ρωμανού πριν από το 450μ.Χ. Με την συμβολή της αγίας ιδρύθηκε στη Μονή γυναικείο γηροκομείο με την επωνυμία «Η ελπίς των απηλπισμένων». Η ευλάβειά της προς τον όσιο Πατάπιο φαίνεται από το γεγονός ότι ο αγιογράφος του σπηλαίου του οσίου Παταπίου στα Γεράνεια όρη της Κορινθίας θεώρησε απαραίτητο να ιστορήσει την αγία Υπομονή δίπλα από το σκήνωμα του οσίου.
Άνθρωπος φωτεινός και φωτισμένος η αγία Υπομονή, προικισμένη με πολλά τάλαντα, που τα «εμπορεύθηκε» με σύνεση και σωφροσύνη και τα πολλαπλασίασε, κατάφερε με την αρετή, την άσκηση και την καρτερία της να φθάσει σε δυσανάβατα μέτρα αρετής. Μια σημαντική φυσιογνωμία εκείνης της εποχής ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο πρώτος Οικουμενικός Πατριάρχης μετά την άλωση, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνο ΙΑ', «Επί τη κοιμήσει της μητρός Αυτού αγίας Υπομονής», αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:


«Την μακαρίαν εκείνην Βασίλισσαν όταν την επεσκέπτετο κάποιος σοφός, έφευγεν κατάπληκτος από την ιδικήν της σοφίαν. Όταν την συναντούσε κάποιος ασκητής, αποχωρούσε, μετά την συνάντηση, ντροπιασμένος δια την πτωχείαν της ιδικής του αρετής, συγκρινομένης προς την αρετήν εκείνης. Όταν την συναντούσε κάποιος συνετός, προσέθετεν εις την ιδικήν του περισσοτέραν σύνεσιν. Όταν την συναντούσε κάποιος νομοθέτης, εγινόταν προσεκτικώτερος. Όταν συνομιλούσε μαζί της κάποιος δικαστής, διεπίστωνε ότι έχει ενώπιόν του έμπρακτον Κανόνα Δικαίου. Όταν κάποιος θαρραλέος (τη συναντούσε), ένοιωθε νικημένος, αισθανόμενος έκπληξιν από την υπομονήν, την σύνεσιν και την ισχυρότητα του χαρακτήρος της. Όταν την επλησίαζε κάποιος φιλάνθρωπος, αποκτούσε εντονώτερο το αίσθημα της φιλανθρωπίας. Όταν την συναντούσε κάποιος φίλος των διασκεδάσεων, αποκτούσε σύνεσιν, και, γνωρίζοντας την ταπείνωσιν εις το πρόσωπόν της, μετανοούσε. Όταν την εγνώριζε κάποιος ζηλωτής της ευσεβείας, αποκτούσε μεγαλύτερον ζήλον. Κάθε πονεμένος με τη συνάντηση μαζί της, καταλάγιαζε τον πόνο του. Κάθε αλαζόνας αυτοτιμωρούσε την υπερβολικήν του φιλαυτίαν. Και γενικά κανένας δεν υπήρξε, που να ήλθεν εις επικοινωνίαν μαζί της και να μην έγινε καλύτερος».


Ο Θεός ευδόκησε να μην ζήσει τις τελευταίες τραγικές στιγμές της Αυτοκρατορίας. Την κάλεσε κοντά Του στις 13 Μαρτίου 1450, έχοντας διανύσει 35 χρόνια ως Αυτοκρατόρισσα και 25 ως ταπεινή μοναχή. Ο σύγχρονός της διάκονος Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός του Μάρκου του Ευγενικού Αρχιεπισκόπου Εφέσου, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Κων/ νον Παλαιολόγον επί τη κοιμήσει της Μητρός του αγίας Υπομονής συνοψίζει:
       «Ως προς δε την αοίδιμον, εκείνην Δέσποινα Μητέρα σου, τα πάντα εν όσω ζούσε, ήσαν εξαίρετα, η πίστις, τα έργα, το γένος, ο τρόπος, ο βίος, ο λόγος και όλα μαζί ήσαν σεμνά και επάξια της θείας τιμής και, όπως έζησε μέτοχος της θείας Προνοίας, έτσι και ετελεύτησεν». 

       Η «Αγία Δέσποινα»,όπως την ονομάζει ο Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε την έννοια του μοναχικού της ονόματος (Υπομονή) με τον τρόπον αντιμετωπίσεως και των ευτυχών στιγμών και των απείρων δυσκολιών της όλης ζωής της. Υπομονή κατά βίον, πράξιν και μοναχικό όνομα. «Τη υπομονή αυτής εκτήσατο την ψυχήν αυτής».

Η ΤΙΜΙΑ ΚΑΡΑ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ -ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΑΠΙΟΥ ΛΟΥΤΡΑΚΙΟΥ

(Από το ημερολόγιο του 2006 της Ιεράς Μητροπόλεως Μονεμβασίας και Σπάρτης).

Σύγχρονο θαύμα της Αγίας

       Είναι αρκετές οι εμφανίσεις της αγίας Υπομονής τα τελευταία χρόνια σε ευσεβείς και μη χριστιανούς. Επιλεκτικά καταχωρούμε ένα συμβάν που περιγράφει την θαυμαστή εμφάνισί της και θεραπεία κάποιου ασθενή.
       «Η αγία Υπομονή εμφανίσθηκε ως μοναχή σε κάτοικο των Αθηνών που εργαζόταν σε ταξί. Το σταμάτησε και ζήτησε να κατευθυνθή προς το Λουτράκι. Ο ταξιτζής είχε καρκίνο του δέρματος στα χέρια του και βρισκόταν σε μεγάλη απελπισία. Καθ' οδόν η μοναχή που φορούσε ένα κουκούλι με κόκκινο σταυρό τον ρώτησε.
       Γιατί είσαι μελαγχολικός;
       Και εκείνος δεν εδίστασε να ομολογήσει όλη την αλήθεια. Μετά τον ρώτησε αν θέλη να τον σταυρώσει για να γίνει καλά και εκείνος δέχθηκε. Σε λίγο όμως τον έπιασε υπνηλία και παρεκάλεσε την μοναχή να σταθούνε λίγο για να μην σκοτωθούνε. Είχαν φθάσει κοντά στα διόδια και εύκολα θα έβρισκαν άλλο ταξί αν εκείνη βιαζόταν. Κάθησε στην άκρη του δρόμου και τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε διαπίστωσε ότι τα χέρια του είχαν γίνει καλά, αλλά η μοναχή είχε εξαφανιστή. Ρώτησε τους ανθρώπους των διοδίων μήπως είδανε καμμιά μοναχή εκεί κοντά, αλλά κανείς δεν την είχε δει. Τότε συγκλονισμένος γύρισε στο ταξί του και κατάλαβε ότι κάποια αγία ήταν κι' έγινε άφαντη. Κατευθύνθηκε μετά στον γιατρό του και του διηγήθηκε το περιστατικό. Την στιγμή εκείνη έπεσε το μάτι του σε μια εικόνα που ήταν κρεμασμένη στον τοίχο του ιατρείου. Πετάχθηκε απ' το κάθισμά του και φώναξε : ‘Αυτή ήταν'.
       Σημειωτέον ότι η εικόνα ήταν της αγίας Υπομονής. Έτσι έμαθε ποια ήταν εκείνη που τον θεράπευσε και τον γλύτωσε και απ' την απελπισία. Το κουκούλι με τον κόκκινο σταυρό έδειχνε την καταγωγή πριν γίνει αυτοκρατόρισσα του Βυζαντίου και με αυτό το μοναχικό σχήμα τελείωσε και την επίγεια ζωή της. Εκ των υστέρων γίνηκε γνωστό ότι η ημέρα που γίνηκε το θαύμα ήταν 13 Μαρτίου, ημέρα που η αγία γιορτάζει».

(Από το βιβλίο εκδόσεως Ι. Μ. Οσίου Παταπίου Λουτρακίου).

  
Απολυτίκιον.
Ήχος πλ. α'.
Τον συνάναρχον Λόγον.
Την κλεινήν βασιλίδα εγκωμιάσωμεν, Υπομονήν την οσίαν, περιστεράν ευλαβή εκ του κόσμου πετασθείσαν της συγχύσεως προς τας σκηνάς του ουρανού, εν αγάπη ακλινεί, ασκήσει και ταπεινώσει βοώντες, θραύσον, λιταίς σου ημών δεσμούς ανόμους, άνασσα.
Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ'. Τη Υπερμάχω.
Υπομονής θεοστηρίκτου την ομώνυμον και βασιλίδων θεοσόφων την υπέρτιμον, την εκλάμψασαν ως άστρον εν Βυζαντίω και χορούς μοναζουσών καταπυρσεύσασαν, ταπεινώσεως βολαίς ανευφημήσωμεν, πόθω κράζοντες. Χαίροις, Μήτερ πανεύφημε.
Μεγαλυνάριον.
Χαίροις εκμαγείον υπομονής, στήλη σωφροσύνης, αδιάσειστον αρετών, τείχος και ταμείον, Υπομονή, αγάπης, ενθέων βασιλίδων κέρας περίδοξον.







Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

Περὶ Μνημοσύνων




Περὶ Μνημοσύνων

α) Σῶμα καὶ ψυχή

Ἡ Ἐκκλησία μας διατηρεῖ ἀπὸ τὰ πρῶτα της χρόνια τὴν συνήθεια νὰ θυμᾶται καὶ νὰ τιμᾶ τὰ πρόσωπα ποὺ ἔχουν φύγει ἀπὸ τὴν ζωὴ ποὺ ζοῦμε. Βασικὴ Χριστιανικὴ διδασκαλία εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὡς ζῶν ὀργανισμὸς πλασμένος ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο συστατικά: ἕνα ὑλικὸ καὶ ἑπομένως, φθαρτὸ καὶ προσωρινὸ καὶ ἕνα ἄϋλο, ἑπομένως, καὶ αἰώνιο, καὶ ἄφθαρτο, καὶ πνευματικό, ποὺ τὸ ὀνομάζουμε καὶ «πνοὴ ζωῆς» δανειζόμενοι ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη τὴν εἰκόνα ποὺ παρουσιάζει ὁ θεόπνευστος Μωϋσῆς τὸν Πλάστη μας Θεό, νὰ πλάθει τὸ σῶμα ἀπὸ πηλὸ χῶμα καὶ μετὰ νὰ φυσᾶ κατὰ πρόσωπο στὸ δημιούργημά Του αὐτό, τὴν «πνοὴ τῆς ζωῆς» καὶ νὰ σημειώνει: «...καὶ ἐγένετο εἰς ψυχὴν ζῶσαν...». Δηλαδὴ τὸ προσωρινὸ καὶ φθαρτὸ καὶ ὑλικὸ εἶναι τὸ ἀνθρώπινο σῶμα, αὐτὸ ποὺ φέρουμε ὅλοι μας καὶ βλέπουμε καὶ μὲ τὸ ὁποῖο ἐργαζόμαστε, διασκεδάζουμε καὶ ψηλαφοῦμε. Τὸ ἄλλο τὸ ἄϋλο ποὺ τὸ ὀνομάσαμε καὶ «πνοὴ Ζωῆς» εἶναι ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἄϋλη, ἡ ἀόρατη, ἡ αἰώνια, ἡ ἄφθαρτη, ποὺ ἐνῶ ἔχει ἀρχὴ δὲν ἔχει τέλος.
Ἔτσι τὸ σῶμα μας ὡς ὑλικὸ καὶ ὑπακούοντας στοὺς νόμους τῆς φύσης, φθάνει κάποια στιγμὴ στὸ τέλος του, ἔχοντας ἐκτελέσει τὸν προορισμό του, ἄλλοτε σύντομα, ἄλλοτε ἀργότερα. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐπιγείας ζωῆς του εἶναι πάντοτε συνδεδεμένο μὲ τὴν ψυχή. Ὅταν ὅμως φθάνει στὸ σημεῖο τοῦ ἀποχωρισμοῦ, τότε λέμε πὼς ἐπέρχεται ὁ θάνατός του, ἢ πιὸ σωστὰ ἡ κοίμησή του. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη ὁ ὑμνογράφος τὴν χαρακτηρίζει «ὡς βίαιο χωρισμό». Καὶ τὸ σῶμα τότε ἐπιστρέφει στὴν γῆ ἀπὸ τὴν ὁποία προέρχεται καὶ ταυτόχρονα ἡ ψυχὴ συνεχίζει τὴ νέα της ζωὴ κοντὰ στὸ Δημιουργό της.
Ὁλοκληρώνοντας τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, πρέπει νὰ σημειώσουμε πῶς τὸ πλήρωμα τῶν πιστῶν στὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, χωρίζεται σὲ δύο τάξεις. Ἡ πρώτη ἀποτελεῖται ἀπὸ ὅσους ἀνθρώπους ζοῦν στὸν κόσμο καὶ ὀνομάζονται ΣΤΡΑΤΕΥΟΜΕΝΗ Ἐκκλησία καὶ ἡ δεύτερη περιλαμβάνει ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν ἐπίγεια ζωὴ καὶ συνεχίζει νὰ ζεῖ ἡ ψυχή τους κοντὰ στὸν Πλάστη της Θεό, καὶ ἀποτελοῦν τὴν ΘΡΙΑΜΒΕΥΟΥΣΑ Ἐκκλησία.
Ἡ διδασκαλία αὐτὴ γίνεται φανερὴ σὲ ὅλους μας, ποὺ μπαίνοντας στοὺς Ναούς, βλέπουμε τὶς ἁγιογραφίες τῶν ἁγίων νὰ ἀρχίζουν ἀκριβῶς πάνω ἀπὸ τὶς θέσεις μας καὶ ὅσο ἀνεβαίνει τὸ μάτι μας πρὸς τὰ πάνω καὶ μέχρι νὰ συναντήσουμε τὸν Παντοκράτορα στὸν τροῦλο, ἔχουμε δεῖ τοὺς Μάρτυρες, τοὺς Ὁσίους, τοὺς Ἀποστόλους, τοὺς Προφῆτες, τοὺς Ἀγγέλους καὶ τέλος τὴν ἀπεικόνιση τοῦ Κυρίου, στὸ ὑψηλότερο μέρος τοῦ Ναοῦ.
Μὲ τὸν τρόπο αὐτό, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν διδασκαλία τῆς Πίστεώς μας γίνεται ἀντιληπτό, ὅτι, οἱ συνάνθρωποί μας ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν ζωὴ καὶ ὑπηρέτησαν πιστὰ καὶ χωρὶς ταλαντεύσεις τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔχουν ξεχωριστὴ θέση στὸ θρησκευτικὸ βίο καὶ τοὺς τιμοῦμε γιορτάζοντας τὴν ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς τους (θανάτου) ἢ τὴν ἡμέρα τοῦ Μαρτυρίου τους, δοξολογώντας τους γιὰ τὴν τιμὴ ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ Κύριος, ἢ καὶ ζητώντας τὴν βοήθειά τους στὴν ζωή μας καὶ στὰ προβλήματα ποὺ ἀντιμετωπίζουμε. 

  

β) Ὅταν ἡ ψυχὴ ἀναχωρεῖ...

Ἡ δύσκολη, γιὰ ὅσους ζοῦν στιγμὴ τοῦ ἀποχωρισμοῦ, τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα, δημιουργεῖ συναισθήματα λύπης, ποὺ συνοδεύονται ἀπὸ δάκρυα καὶ κοπετούς, μοιρολόγια καὶ ἀναστεναγμούς. Αὐτὸ εἶναι ἀνθρώπινο καὶ φυσιολογικό, διότι ἀποχωριζόμαστε ἀπὸ ἕνα ἀγαπημένο μας πρόσωπο, ποὺ προσμέτρησε τὴν ἐπίγεια ζωή του καὶ πλέον ὁδεύει πρὸς τὴν μόνιμη κατοικία του. Ἡ διαφορὰ βρίσκεται, ὅταν ἐμεῖς ποὺ μένουμε πίσω, ξεπερνοῦμε τὸ μέτρον τῆς θλίψεως, τῆς εὐπρεπείας καὶ τῆς πίστεως στὴν αἰώνια ζωή, ποὺ καὶ μᾶς περιμένει, ὅταν τοῦτο τὸ ὁρίσει, ἢ τὸ ἐπιτρέψει ὁ Κύριος της ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου.
Ἡ πίστη στὴν αἰωνιότητα τῆς ψυχῆς ἦταν πολὺ ζωντανὴ καὶ στοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτό, μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ δικοῦ τους προσώπου τελοῦσαν θρησκευτικὲς τελετὲς πρὸς ἐξαγνισμό του.
Μὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ καὶ μετὰ τὴν Ἀναστάσιμη Θεανθρώπινη παρουσία του, γιὰ ἐμᾶς ποὺ θέλουμε νὰ λεγόμαστε ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ, ἡ πίστη μας ἑδραιώνεται στὴν μετὰ τὸν θάνατο ζωὴ καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτό, τὸν τόπο ποὺ ἐναποθέτουμε τὸ σῶμα τοῦ ἀδελφοῦ μας ποὺ ἔφυγε ἀπὸ κοντά μας τὸν ὀνομάζουμε «ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ» καὶ ὄχι νεκροταφεῖο, καὶ λέγουμε πὼς αὐτὸς «κοιμήθηκε». Ἑπομένως δὲν εἶναι ὀρθὴ ἡ λέξη «πέθανε», διότι καὶ στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας ὁμολογοῦμε συνειδητά: «...προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Χαρακτηριστικὸς εἶναι καὶ ὁ ἀποχαιρετισμὸς τοῦ μοναχοῦ ποὺ κοιμήθηκε στὸ Ἅγιον Ὄρος· ὅταν τὸν συνοδεύουν στὴν ἐπίγεια κατοικία του, εὔχονται ὁ ἕνας μοναχὸς στὸν ἄλλο: «καὶ στὰ δικά μας» καὶ πρὸς τὸν κοιμηθέντα «καλὴ ἀντάμωση». 


γ) Τὰ καθήκοντά μας πρὸς τοὺς κοιμηθέντες...

Περὶ τῶν καθηκόντων μας πρὸς τοὺς κοιμηθέντας ἔχομε τὴν διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀπ᾿ αὐτὴν θὰ ἀντλήσουμε μερικὰ διδάγματα. Βασικὸ καθῆκον μας εἶναι νὰ προσευχόμαστε γιὰ τοὺς κοιμηθέντες ἀδελφούς μας, εἴτε κατὰ τὰ μέτρα τὰ δικά μας ἔζησαν δίκαιο καὶ ἐνάρετο βίο, εἴτε ἁμαρτωλὸ καὶ μακρὰν τῆς Πίστεως. Στὴν περίπτωση αὐτή, οἱ προσευχές μας πρέπει νὰ εἶναι συχνότερες, θερμοτέρες καὶ ἐντονώτερες, πρὸς τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς τοῦ κοιμηθέντος χωρὶς μετάνοια.
Οἱ προσευχὲς λοιπὸν ποὺ ἀπευθύνονται ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ζῶντες πρὸς τὸν Σωτῆρα, Κύριο καὶ Θεό μας γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς τοῦ κοιμηθέντος προσφιλοῦς μας προσώπου, ὀνομάζονται ΜΝΗΜΟΣΥΝΑ.
Ἔτσι λοιπόν, ὅταν συμμετέχουμε στὴν Ἀκολουθία τοῦ Μνημόσυνου, πρέπει νὰ προσευχόμαστε μὲ εὐλάβεια καὶ θερμὴ πίστη, ἀπευθύνοντας πρὸς τὸν Θεὸ ἱκεσία γιὰ ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς του, καὶ ὄχι νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὴν ἀκολουθία αὐτὴ ὡς κοινωνικὴ ὑποχρέωση, προσερχόμενοι μέσα στὸ Ναὸ τὴν τελευταία στιγμὴ τῆς Θείας Λειτουργίας, καθισμένοι μὲ ἀσέβεια καὶ κάποιες φορὲς «σταυροπόδι», συνομιλώντας, γελώντας καὶ ἐνίοτε ἀγανακτώντας γιὰ τὴν παράταση τῆς Θείας Ἀκολουθίας. Καὶ τὸ χειρότερο; Μένοντας στὸν προαύλιο χῶρο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ ἢ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς καὶ ἐκτὸς ὅλων τῶν παραπάνω διαπιστώσεων καὶ ἐνεργειῶν μας, καπνίζοντας καὶ ἀσχημονώντας τὴν ὥρα αὐτὴ κατὰ τὴν ὁποία ἔπρεπε, σὲ στάση ὄρθια καὶ μὲ περισσὴ προσοχή, νὰ προσευχόμεθα ἂς τὸ ἐπαναλάβουμε ἀκόμα μιὰ φορὰ γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς τοῦ συγγενοῦς μας, τοῦ οἰκείου μας, τοῦ φίλου μας, τοῦ γνωστοῦ μας ἢ τέλος πάντων, ὁποιουδήποτε ἄλλου προσώπου, γιὰ τὸ ὁποῖο τελεῖται ἡ ὁμαδικὴ αὐτή, ἱκετευτικὴ προσευχή, τὸ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ.
Κατὰ τὴν ὥρα λοιπὸν ποὺ ὁ Ἱερέας τελεῖ τὴν ἐπιμνημοσύνη δέηση, ἐμεῖς πρέπει νὰ εἴμαστε προσηλωμένοι καὶ μὲ μεγάλη προσοχὴ νὰ στέλνουμε πρὸς τὸν Δίκαιο κριτὴ Κύριο, μηνύματα προσευχῆς ὑπὲρ τῆς ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς τῶν ἀδελφῶν μας ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὴν πρόσκαιρη ζωή, γιὰ τὴν οὐράνια καὶ αἰώνια.
Στὴν συνέχεια θὰ δοῦμε, τί διδάσκει ἡ Ἐκκλησία καὶ οἱ Θεοφόροι Πατέρες γιὰ τὴν Ἀκολουθία αὐτή.
1. Οἱ Ἀποστολικὲς Διαταγὲς ποὺ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ παλαιότερα βιβλία τῆς Πίστεώς μας, διδάσκουν πῶς πρέπει νὰ τελοῦνται τὰ μνημόσυνα, ὡς τρίτα, ἔνατα, τεσσαρακοστὰ καὶ ἐνιαύσια.
2. Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος, τελοῦσε κάθε ἡμέρα τὴν Θεία Λειτουργία εἰς μνήμην τοῦ Θεοδοσίου, τοῦ Σατύρου καὶ τοῦ Οὐαλεντιανοῦ.
3. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος μᾶς διδάσκει: «Δὲν ὁρίστηκαν τὰ μνημόσυνα στὴν τύχη ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους, ἀλλὰ γνωρίζοντας ὅτι προκύπτει πολὺ ὄφελος στὴν ψυχὴ καὶ μεγάλη ἀνάπαυση».
4. Ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Μητροφάνης Κριτόπουλος σημειώνει: «Ἐπενόησε ἡ Ἐκκλησία νὰ προσφέρει εὐχὲς καὶ ἱκεσίες γιὰ τοὺς κεκοιμημένους, ὥστε ὁ Θεὸς νὰ τοὺς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὰ δεινὰ ἢ νὰ εὕρουν κάποια ἄνεση καὶ παρηγοριά...»
5. Ἀναφέρεται γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Διάλογο, ὅτι προσευχόμενος θερμὰ καὶ καθημερινά, ἔσωσε τὸν αὐτοκράτορα Τραϊανό, πλὴν ὅμως ἄκουσε φωνὴ ἀπὸ τὸν Θεὸ ποὺ τοῦ ἔλεγε: «Τῆς εὐχῆς σου ἤκουσα καὶ συγγνώμην Τραϊανῷ δίδωμι».
Πολλὰ εἶναι τὰ καταγεγραμένα Πατερικὰ καὶ μὴ περιστατικὰ ποὺ ἀναφέρουν ὅτι οἱ ὅσιοι καὶ θεοφόροι Πατέρες μὲ τὶς συνεχεῖς καὶ ἀληθινὲς προσευχές τους καὶ δεήσεις, βοήθησαν πολλοὺς «ἀδίκους» καὶ ἰδιαιτέρως μέσῳ τῆς ἀναιμάκτου Θυσίας.
6. Ὁ Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης ἀναφέρει ὅτι τὰ μνημόσυνα πρέπει νὰ τελοῦνται, «τὴν Τρίτην (3ην) ἡμέραν, εἰς ἀνάμνησιν τῆς τριημέρου Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, την Ἐνάτην (9ην) εἰς τύπον τῶν ἐννέα Ἀγγελικῶν Ταγμάτων, τὴν Τεσσαρακοστὴν (40ήν), διότι κατὰ πρῶτον λόγον, οἱ Ἰουδαῖοι μετὰ τὴν κοίμησιν τοῦ Μωϋσέως ἐπένθησαν διὰ τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ δεύτερον καὶ σπουδαιότερον, διὰ τὴν τεσσαρακονθήμερον νηστείαν τοῦ Ἰησοῦ εἰς τὴν ἔρημον».
7. Τέλος, πολλοὶ ἐπώνυμοι καὶ ἀνώνυμοι Πατέρες καὶ Γέροντες, μᾶς διδάσκουν ὅτι μεγάλη ὠφέλεια δέχεται ἡ ψυχὴ τοῦ ἀδελφοῦ συνανθρώπου μας ποὺ κοιμήθηκε, ὅταν ἡ οἰκογένεια τοῦ τελεῖ πρὸς ἀνάπαυσή του τὸ λεγόμενο ΣΑΡΑΝΤΑΛΕΙΤΟΥΡΓΟ. Δηλαδή, ἐπὶ σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν κοίμησή του, τελεῖται καθημερινὰ Θεῖα Λειτουργία στὴν μνήμη του.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ παραπάνω, ἡ Ἐκκλησία ὅρισε καὶ τὰ δύο ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΑ γιὰ νὰ μνημονεύονται ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ ἀπὸ ἀρχῆς τοῦ κόσμου μέχρι τῶν ἡμερῶν μας. Τὸ ΠΡΩΤΟ Ψυχοσάββατο τὴν Κυριακὴ πρὸ τῆς Κρίσεως (Ἀπόκρεω). Αὐτὴ τὴν ἡμέρα τελεῖται τὸ μνημόσυνο γιὰ ὅσους κοιμήθηκαν σὲ ξένη γῆ, εἴτε στὴ θάλασσα, εἴτε στὴν ἔρημο καὶ γιὰ ὅσους δὲν ἔχουν γίνει κανονικὰ μνημόσυνα καὶ ἔχουν στερηθεῖ τὴν ὠφέλειά τους. Τὸ ΔΕΥΤΕΡΟ Ψυχοσάββατο τελεῖται ἐννέα ἡμέρες μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ μας, δηλαδὴ τὸ Σάββατο πρὸ τῆς Πεντηκοστῆς. Σ᾿ αὐτὸ μνημονεύονται ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ μέχρι καὶ σήμερα. Ἀλλά, ἐπειδὴ πρὸ τοῦ Χριστοῦ δὲν ὑπῆρχαν Χριστιανοί, γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, γιὰ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. 

  

δ) Ἀναγκαῖα ὑλικὰ καὶ πράξεις...

Τὰ μνημόσυνα πρέπει νὰ συνδυάζονται μὲ τὴν τέλεση τῆς ἀναίμακτου θυσίας ποὺ πραγματοποιεῖται κατὰ τὴν Θεία Λειτουργία.Ἔτσι τὸν σπουδαιότερο ρόλο ἔχει, ἡ συμμετοχὴ τῶν τελούντων τὸ μνημόσυνο, στὸ Μυστήριον τῶν Μυστηρίων, μεταλαμβάνοντας τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Δεσπότου Ἰησοῦ, καλὰ καὶ πνευματικὰ προετοιμασμένοι μὲ μετάνοια, προσευχὴ καὶ νηστεία. Αὐτὴ ἡ πράξη εἶναι ἡ ἐξοχώτερη γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν τῶν κοιμηθέντων συγγενῶν, φίλων, συνανθρώπων, ἀλλὰ καὶ τὴν δική μας. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ πρέπει νὰ προσφέρουμε στὸν λειτουργὸ Ἱερέα, ἀπὸ τὴν παραμονή, τὸ ΠΡΟΣΦΟΡΟ, τὸ ΚΡΑΣΙ, τὸ ΛΑΔΙ, τὸ ΘΥΜΙΑΜΑ καὶ τὸ ΚΕΡΙ. Μέχρι τὸν 4ον αἰώνα μετὰ τὸ μνημόσυνο καὶ τὴν Θεία Κοινωνία, προσφερόταν στοὺς Χριστιανοὺς ψωμί, κρασί, ἐλιὲς ἢ τυρὶ ἢ ρύζι, καὶ εὔχονταν οἱ πιστοὶ «Μακάρια ἡ μνήμη αὐτοῦ». Κατάλοιπα τῆς συνηθείας αὐτῆς εἶναι σήμερα τὰ ἀρτίδια καὶ ὁ καφές, ποὺ προσφέρονται στοὺς συμμετέχοντες στὸ μνημόσυνο. Ἀργότερα ἄρχισε ἡ προσφορὰ ἀπὸ βρασμένο σιτάρι καὶ ἄλλους καρπούς. Τοῦτο συμβολίζει τὴν κοίμηση καὶ ἀνάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ὅπως ὁ καρπὸς γιὰ νὰ βλαστήσει πρέπει πρῶτα νὰ θαφτεῖ μέσα στὸ χῶμα, ἔτσι καὶ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα θάπτεται καὶ περιμένει τὴν ἀνάστασή του καὶ τὴν ὁριστικὴ κρίση ἀπὸ τὸν δικαιοκρίτη Θεό. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, οἱ πιστοὶ δὲν δέχονται τὴν καύση τῶν κοιμηθέντων προσώπων τους, ἡ ὁποία δὲν στηρίζεται στὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.

ε) Ἐλεημοσύνη ἀντὶ μνημοσύνου. Στέκει;

Ὑπάρχουν μερικοὶ ἀπὸ ἐμᾶς ποὺ «ἀντὶ μνημόσυνου» κάνουν κάποια ΔΩΡΕΑ στὴν μνήμη τοῦ κοιμηθέντος προσώπου. Ἄλλο ὅμως τὸ μνημόσυνο καὶ ἄλλο ἡ ἐλεημοσύνη. Τίποτε καὶ καμμία ἐλεημοσύνη δὲν μπορεῖ νὰ ἀντικαταστήσει τὴν Θεία Λειτουργία, κατὰ τὴν ὁποία προσφέρεται «ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου». Γι᾿ αὐτὸ καὶ προσφέρουμε στὴν Ἐκκλησία τὸ Πρόσφορο καὶ τὸ Νάμα, ποὺ μεταβάλλονται σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ. Νὰ μὴν λησμονοῦμε ὅτι, ἀπὸ αὐτὸ τὸ πρόσφορο, θὰ βγάλει ὁ Λειτουργὸς καὶ τὴ μερίδα τοῦ κοιμηθέντος, ποὺ θὰ τοποθετηθεῖ πάνω στὸ Δισκάριο, δίπλα στὶς μερίδες τῶν Ἅγιων καὶ τῶν Δικαίων. Ἐκεῖ, τὴ στιγμὴ τοῦ Μυστηρίου, εἶναι παροῦσα ὅλη ἡ Ἐκκλησία, ἡ Στρατευόμενη καὶ ἡ Θριαμβεύουσα. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος τονίζει: «Εἶναι μεγάλη τιμὴ νὰ ἀναφέρεται καὶ τὸ ὄνομα τοῦ δικοῦ μας ἀνθρώπου, ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς καὶ ὁλόκληρη ἡ Ἐκκλησία. Καὶ τοῦτο διότι ἀναγγέλλεται, ὅτι ὁ Θεός μας, ἔδωσε τὸν Ἑαυτόν Του γιὰ τὴ σωτηρία τῆς Οἰκουμένης ὅλης...». 

  

στ) Ὠφελοῦν τὰ μνημόσυνα; Ποιοὺς ὠφελοῦν καὶ ποιοὺς δὲν ὠφελοῦν;

Ὅλοι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, κοινὰ μαρτυροῦν, ὅτι ὠφελοῦν. Ὁ Ἰωάννης Δαμασκηνός, ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ὁ Συμεὼν Θεσσαλονίκης, ὁ Γρηγόριος Νύσσης, ὁ Κύριλλος Ἱεροσολύμων, ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, γιὰ νὰ ἀναφέρουμε μερικούς, ὁμολογοῦν τὴν ὠφέλειά τους. Ὁ Πανεπιστημιακὸς διδάσκαλος τῆς Δογματικῆς ἀείμνηστος Χρῆστος Ἀνδροῦτσος σημειώνει: «Ὡς δὲν δυνάμεθα νὰ καθορίσωμεν πῶς ὁ Θεός, ὁ διέπων τὸν κόσμον καθ᾿ ὁρισμένους νόμους, προσδιορίζεται ὑπὸ τινος εὐχῆς καὶ ἐπεμβαίνει τῆς πορείας τῶν φυσικῶν καὶ τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων, οὕτως ἀδύνατον νὰ κατανοήσωμεν, πῶς αἱ εὐχαὶ ὠφελοῦσι τοὺς κεκοιμημένους». Ὠφελοῦν λοιπόν, ὅταν γίνονται μὲ πίστη, εὐλάβεια, καὶ εὐσέβεια, καὶ ὅταν οἱ ἀναχωρήσαντες ἦταν δεκτικοὶ τοῦ θεϊκοῦ ἐλέους.
Δὲν ὠφελοῦν, ὅταν ὁ ἄνθρωπος διώχνει τὴν Θεία Χάρη καὶ μεταβάλλεται σὲ ἀμετανόητο. Γιὰ ἐκεῖνον ποὺ ἔφυγε ἀπὸ τὴ γῆ τελείως ἀμετανόητος, δὲν ὑπάρχει μεγάλη ὠφέλεια. Ὅμως καὶ ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ τύχει κάποιας ἀναψυχῆς, ὅπως διδάσκουν οἱ Πατέρες. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀναφέρει, ὅτι οἱ ψυχὲς τῶν ἁμαρτωλῶν «μετέχουν εὐεργεσίας τινος» ἀπὸ τὴν τέλεση τῆς ἀναίμακτης Θυσίας. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος, ἂν καὶ πιὸ αὐστηρὸς τονίζει: «Ἂς τοὺς βοηθήσουμε ὅσο μποροῦμε, προσφέροντας σ᾿ αὐτοὺς κάποια βοήθεια, μικρὴ μέν, ἀλλὰ ἱκανὴ νὰ τοὺς βοηθήσει. Μὲ ποιὸν τρόπο;» ρωτᾶ ὁ ἴδιος, καὶ ἀπαντᾶ: «Εὐχόμενοι καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι καὶ παρακαλοῦντες καὶ τοὺς ἄλλους συμμετέχοντες, νὰ προσεύχονται γι᾿ αὐτούς. Μὲ τὴ συμμετοχή μας στὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ κατὰ πρῶτον, μὲ ἐλεημοσύνες καὶ προσευχές, ποὺ θὰ κάνουμε γι᾿ αὐτοὺς ποὺ κοιμήθηκαν ἀμετανόητοι. Αὐτὰ ὅλα τὰ κάνουμε, γιὰ νὰ λάβουν κάποια παρηγοριά». Παρακάτω χρησιμοποιεῖ ἕνα παράδειγμα γιὰ νὰ μᾶς διδάξει: «Φαντάσου ἕνα Βασιλέα ποὺ ἐξόρισε τοὺς ὑπηκόους του ποὺ ἐπαναστάτησαν ἐναντίον του. Στὸν Βασιλέα παρεμβαίνουν οἱ ἐνδιαφερόμενοι, φίλοι τῶν ἐξόριστων, ποὺ ἀφοῦ πλέξουνε στεφάνι ἀπὸ ἐκλεκτὰ μυρωδάτα ἄνθη, τοῦ τὸ προσφέρουν «ὑπὲρ τῶν ἐν ἐξορίαις». Καὶ ὁ Ἅγιος ἐρωτᾶ: «Ὁ Βασιλέας, δὲν θὰ ὑποχωρήσει στὶς ἐπαναλαμβανόμενες καὶ ἐπίμονες παρακλήσεις, ὥστε νὰ δώσει στοὺς ἐξορίστους κάποια ἄνεση τῶν κολάσεων; Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς, προσφέρουμε στὸν Θεὸ δεήσεις καὶ «Χριστὸν ἐσφαγιασμένον» ὑπὲρ τῶν ἁμαρτημάτων τους, καὶ ζητοῦμε νὰ λάβουν κάποια συγγνώμη οἱ κοιμηθέντες ἐν ἁμαρτίᾳ».
Πηγή: Ἐγκόλπιον Ἑορτολόγιον τοῦ ἔτους 2011, ἔκδ. Ἱερὰ Μητρόπολις Καλαβρύτων καὶ Αἰγιαλείας, σελ. 204-217 


  

Ο Άγιος Νεκτάριος και η χειροθεσία Υποδιακονισσών.

  Ο Άγιος Νεκτάριος και η χειροθεσία Γυναικών Υποδιακονισσών. Στο Μοναστήρι της Αγίας Τριάδος, που είχε ιδρύσει ο Άγιος στην Αίγινα  είχε ο ...