Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

Μήνυμα της Α.Θ.Παναγιότηος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου επι τη Εορτή της Ινδίκτου του έτους 2020

 


Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α  Ι Ο Σ

ΕΛΕΩ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ 

ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΠΑΝΤΙ ΤΩ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ 

ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ

ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Προσφιλείς αδελφοί ιεράρχαι και τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Αποτελεί κοινήν πεποίθησιν, ότι εις την εποχήν μας το φυσικόν περιβάλλον απειλείται όσον ποτέ άλλοτε εις την ιστορίαν της ανθρωπότητος. Το μέγεθος της απειλής αποκαλύπτεται εις το γεγονός ότι το διακύβευμα δεν είναι πλέον η ποιότης της ζωής, αλλά η διατήρησις αυτής εις τον πλανήτην μας. Δια πρώτην φοράν εις την ιστορίαν, ο άνθρωπος δύναται να καταστρέψη τους όρους της ζωής επί της γης. Τα πυρηνικά όπλα είναι το σύμβολον του προμηθεϊκού τιτανισμού του ανθρώπου, απτή έκφρασις του «συμπλέγματος παντοδυναμίας» του συγχρόνου «ανθρωποθεού».

Εις την χρήσιν της πηγαζούσης εκ της επιστήμης και της τεχνολογίας ισχύος, αποκαλύπτεται σήμερον η αμφισημία της ελευθερίας του ανθρώπου. Η επιστήμη υπηρετεί την ζωήν, συμβάλλει εις την πρόοδον, εις την αντιμετώπισιν των ασθενειών και πολλών καταστάσεων αι οποίαι εθεωρούντο μέχρι σήμερον «μοιραίαι», δημιουργεί νέας θετικάς προοπτικάς δια το μέλλον. Όμως, ταυτοχρόνως, δίδει εις τον άνθρωπον πανίσχυρα μέσα, η κακή χρήσις των οποίων δύναται να αποβή καταστροφική. Βιούμεν την εξελισσομένην καταστροφήν του φυσικού περιβάλλοντος, της βιοποικιλότητος, της χλωρίδος και της πανίδος, την ρύπανσιν των υδατίνων πόρων και της ατμοσφαίρας, την προϊούσαν ανατροπήν της κλιματικής ισορροπίας και άλλας υπερβάσεις ορίων και μέτρων εις πολλάς διαστάσεις της ζωής. Ορθώς και προσφυώς απεφάνθη η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Κρήτη 2016), ότι «η επιστημονική γνώσις δεν κινητοποιεί την ηθικήν βούλησιν του ανθρώπου, ο οποίος, καίτοι γνωρίζει τους κινδύνους, συνεχίζει να δρα ως εάν δεν εγνώριζεν» (Εγκύκλιος, § 11).

Είναι προφανές ότι η προστασία του κοινού αγαθού, του ακεραίου φυσικού περιβάλλοντος, είναι κοινή ευθύνη όλων των κατοίκων της γης. Η σύγχρονος κατηγορική προστακτική δια την ανθρωπότητα είναι να ζώμεν χωρίς να καταστρέφωμεν το περιβάλλον. Ενώ όμως εις προσωπικόν επίπεδον και από πολλάς κοινότητας, ομάδας, κινήματα και οργανώσεις επιδεικνύεται μεγάλη ευαισθησία και οικολογική ευθύνη, τα κράτη και οι οικονομικοί παράγοντες αδυνατούν, εν ονόματι γεωπολιτικών σχεδιασμών και της «ιδιονομίας της οικονομίας», να λάβουν τας ορθάς αποφάσεις δια την προστασίαν της κτίσεως και καλλιεργούν την ψευδαίσθησιν ότι τα περί «παγκοσμίου οικολογικής καταστροφής» είναι ιδεολόγημα των οικολογικών κινημάτων και ότι το φυσικόν περιβάλλον έχει την δύναμιν να ανανεώνεται αφ' εαυτού. Το κρίσιμον ερώτημα, όμως, παραμένει: Πόσον θα ανθέξη η φύσις τας ακάρπους συζητήσεις και τας διασκέψεις, την περαιτέρω καθυστέρησιν εις την ανάληψιν αποφασιστικών δράσεων δια την προστασίαν της;

Το γεγονός ότι κατά την διάρκειαν της πανδημίας του νέου κορωνοϊού Covid-19, με τον επιβληθέντα περιορισμόν των μετακινήσεων, το κλείσιμον εργοστασίων και την μείωσιν της βιομηχανικής δραστηριότητος και παραγωγής, παρετηρήθη μείωσις των ρύπων και της επιβαρύνσεως της ατμοσφαίρας, απέδειξε τον ανθρωπογενή χαρακτήρα της συγχρόνου οικολογικής κρίσεως. Κατέστη εκ νέου σαφές ότι η βιομηχανία, ο σύγχρονος τρόπος μετακινήσεως, το αυτοκίνητον και το αεροπλάνον, η αδιαπραγμάτευτος προτεραιότης των οικονομικών δεικτών και άλλα συναφή, επηρεάζουν αρνητικώς την περιβαλλοντικήν ισορροπίαν και ότι η αλλαγή πορείας προς την κατεύθυνσιν μιας οικολογικής οικονομίας αποτελεί αδήριτον αναγκαιότητα. Δεν υπάρχει αληθής πρόοδος, η οποία στηρίζεται εις την καταστροφήν του φυσικού περιβάλλοντος. Είναι αδιανόητον να λαμβάνωνται οικονομικαί αποφάσεις χωρίς να συνυπολογίζωνται αι οικολογικαί επιπτώσεις των. Η οικονομική ανάπτυξις δεν είναι δυνατόν να παραμένη εφιάλτης δια την οικολογίαν. Είμεθα βέβαιοι ότι υπάρχει εναλλακτική οδός οικονομικής οργανώσεως και αναπτύξεως έναντι του οικονομισμού και του προσανατολισμού της οικονομικής δραστηριότητος εις την μεγιστοποίησιν της κερδοφορίας. Το μέλλον της ανθρωπότητος δεν είναι ο homo oeconomicus.

Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, το οποίον κατά τας τελευταίας δεκαετίας πρωτοστατεί εις τον χώρον της προστασίας της κτίσεως, θα συνεχίση τας οικολογικάς του πρωτοβουλίας, την οργάνωσιν οικολογικών συνεδρίων, την κινητοποίησιν των πιστών και πρωτίστως της νεολαίας, την ανάδειξιν της προστασίας του περιβάλλοντος εις βασικόν θέμα του διαθρησκειακού διαλόγου και των κοινών πρωτοβουλιών των θρησκειών, τας επαφάς με πολιτικούς ηγέτας και θεσμούς, την συνεργασίαν με περιβαλλοντικάς οργανώσεις και οικολογικά κινήματα. Είναι προφανές ότι η σύμπραξις δια την προστασίαν του περιβάλλοντος δημιουργεί διαύλους επικοινωνίας και δυνατότητας δια νέας κοινάς δράσεις.

Επαναλαμβάνομεν, ότι αι περιβαλλοντικαί δραστηριότητες του Οικουμενικού Πατριαρχείου είναι προέκτασις της εκκλησιολογικής αυτοσυνειδησίας του και δεν αποτελούν απλώς περιστασιακήν αντίδρασιν εις εν νέον φαινόμενον. Η ιδία η ζωή της Εκκλησίας είναι εφηρμοσμένη οικολογία. Τα μυστήρια της Εκκλησίας, σύνολος η λατρευτική ζωή, ο ασκητισμός και ο κοινοτισμός, η καθημερινότης των πιστών, εκφράζουν και παράγουν βαθύτατον σεβασμόν προς την κτίσιν. Η οικολογική ευαισθησία της Ορθοδοξίας δεν εδημιουργήθη, αλλά ανεδείχθη από την σύγχρονον περιβαλλοντικήν κρίσιν. Ο αγών δια την προστασίαν της δημιουργίας είναι κεντρική διάστασις της πίστεώς μας. Ο σεβασμός του περιβάλλοντος είναι έμπρακτος δοξολογία του ονόματος του Θεού, ενώ η καταστροφή της κτίσεως είναι προσβολή του Δημιουργού, όλως ασύμβατος με τας βασικάς παραδοχάς της χριστιανικής θεολογίας.

Τιμιώτατοι αδελφοί και προσφιλέστατα τέκνα,

Αι οικοφιλικαί αξίαι της Ορθοδόξου παραδόσεως, η πολύτιμος παρακαταθήκη των Πατέρων, αποτελούν ανάχωμα κατά της κουλτούρας, αξιολογική βάσις της οποίας είναι η κυριαρχία του ανθρώπου επί της φύσεως. Η πίστις εις Χριστόν εμπνέει και ενισχύει την ανθρωπίνην προσπάθειαν ενώπιον και των μεγίστων δυσκολιών. Υπό το πρίσμα της πίστεως, δυνάμεθα να ανακαλύπτωμεν και να αξιολογώμεν όχι μόνον τας προβληματικάς πτυχάς, αλλά και τας θετικάς δυνατότητας και προοπτικάς του συγχρόνου πολιτισμού. Καλούμεν τους ορθοδόξους νέους και τας νέας να συνειδητοποιήσουν την σημασίαν του να ζουν ως πιστοί χριστιανοί και σύγχρονοι άνθρωποι. Η πίστις εις τον αιώνιον προορισμόν του ανθρώπου κρατύνει την μαρτυρίαν μας εν τω κόσμω.

Εν τω πνεύματι τούτω, ευχόμενοι εκ Φαναρίου πάσιν υμίν αίσιον και παντευλόγητον το νέον εκκλησιαστικόν έτος, καρποτόκον εις έργα χριστοπρεπή, επ’ αγαθώ της κτίσεως όλης και προς δόξαν του πανσόφου Ποιητού των απάντων, επικαλούμεθα εφ  ὑμᾶς, πρεσβείαις της Παναγίας της Παμμακαρίστου, την χάριν και το έλεος του Θεού των θαυμασίων.

,βκ’ Σεπτεμβρίου α’

† Ο Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος

διάπυρος προς Θεόν ευχέτης πάντων υμών.







Παναγία Βουρλιώτισσα : Η θαυμαστή ιστορία της διάσωσης της Ιεράς Εικόνας εκ πηγών αψευδών

Όθων Κυπριωτάκης : ΠΑΝΑΓΙΑ ΒΟΥΡΛΙΩΤΙΣΣΑ Η θαυματουργή διάσωση της εικόνας .








Τρεις λόγοι υπήρξαν για τη σύνταξη του παρόντος: Πρώτον, η μεταφορά και εγκατάσταση της πατρογονικής εικόνας της Παναγίας Βουρλιώτισσας, με ευλογία του σεβασμιωτάτου μητροπολίτη Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κκ Γαβριήλ, σε προσκύνημα παρά το βόρειο κλίτος του ιερού ναού της Παναγίας στον προσφυγικό δήμο Νέας Φιλαδελφείας Αττικής, Δεύτερον, η επικοινωνία με την «Ένωση Βουρλιωτών» και τον πρόεδρό της Φώτη Καραλή, ο οποίος ανέλυσε τις υπάρχουσες ιστορικές πηγές και ειδικά το βιβλίο του Νίκου Ε. Μηλιώρη, «Τα Βουρλά της Μικράς Ασίας», Μέρος Α’, Ιστορικά, σειρά εξ Ανατολών εκδόσεις Μπαλτά, Τρίτη έκδοση 2015, με μέριμνα της Ένωσης Βουρλιωτών Μικράς Ασίας, Τρίτον, το γεγονός ότι και οι Βουρλιώτες δεύτερης γενεάς, ιδίως οι γεννημένοι στην Ελλάδα αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, φθάνουν στα όρια της βιολογικής τους αντοχής και είναι κρίμα να χαθούν οι πολύτιμες μαρτυρίες τους, αφού άκουσαν πολλά από προγόνους, που δεν υπάρχουν πια. ( Υπάρχει και τέταρτος λόγος, η αμφισβήτηση από ορισμένους της αυθεντικότητας της ιερής εικόνας που βρίσκεται στην Ν. Φιλαδέλφεια ). Η ιστορία της διάσωσης της εικόνας και οι ιστορίες των εμπλεκόμενων οικογενειών μεταφέρθηκαν στο συντάκτη του παρόντος από δύο πρόσωπα εν ζωή και με σώας τας φρένας τον Οκτώβριο του 2017: α. Τη Μερσίνα χήρα Παναγιώτη Θωμάκου, κόρη του Όθωνα Γερμακοπούλου και της Αρχοντίας, το γένος Ζαχαριόγλου, όλων από τα Βουρλά. Γεννημένη το 1930, έζησε επίσης τα παιδικά της χρόνια στη Νέα Χαλκηδόνα, οδός Μαραθώνος αριθμός 17, όπου ζη ακόμη. Άκουσε τις ίδιες ιστορίες τόσο από τους γονείς της, όσο και από τους παραπάνω παπούδες και θείες της. β. Τον Εμμανούηλ Λιμογιάννη του Παναγιώτη και της Μαρίας, το γένος Εμμανουήλ και Στυλιανής Γερμακοπούλου ή Γερμανοπούλου , όλων από τα Βουρλά. Γεννημένος το 1930, έζησε τα παιδικά του χρόνια στη Νέα Χαλκηδόνα Αττικής, οδός Δεκελείας αριθμός 28. Άκουσε τις ιστορίες από τη μητέρα του Μαρία και τις αδελφές της ηρωίδες του ιστορικού δράματος, Λυγερή και Ελπίδα Γερμακοπούλου και τους Γερμακόπουλους παπούδες του, που ζούσαν μαζί του μέχρι την εκδημία τους. Κατοικεί στον Άλιμο, οδός Κανάρη 51, Καλαμάκι. και από ένα πρόσωπο που έχει εκλείψει: Την Αρχοντία χήρα Όθωνα Γερμακοπούλου, κόρη του Παναγιώτη Ζαχαριόγλου. ή Ζαχαριά και της Δέσποινας το γένος Παπασταματιάδη. Γεννήθηκε στα Βουρλά Μικράς και Φοίτησε στο Παρθεναγωγείο της Αναξαγορείου (ήταν συμμαθήτρια για κάποια χρόνια με τη Φιλιώ Χαϊδεμένου-Σιδερή). Η διαφορά στο επίθετο οφείλεται στην αρχική λάθος καταγραφή του από τη Δημογεροντία Βρυούλλων στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν η οικογένεια Γερμανοπούλου μετακόμισε από το χωρίο Απείρανθος της Νάξου. Ο ηρωικός νεκρός Κίμων Γερμανόπουλος ή Γερμακόπουλος, αδελφός των Γερμακοπουλαίων που αναφέρονται στο παρόν (Βασιλείου, Όθωνα, Ευαγγέλου, Μαρίας, Λυγερής, Ελπίδας και Μερσίνας), ο οποίος σκοτώθηκε σε μάχη τον Αύγουστο 1922, αναφέρεται και με τα δύο επίθετα στο «Υπουργείο Στρατιωτικών, Ειδική Επιτροπή Εκατονταετηρίδος, “Αγώνες και Νεκροί, 1830-1930”, Αθήναι 1930, τόμος Δεύτερος 1919-1930», σελ 308 κε. 2. Ο Παναγιώτης Ζαχαριόγλου είχε σπουδάσει ιατρική στο πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως γύρω στο 1850. Επειδή ήταν Έλληνας υπήκοος (είχε ζήσει ένα διάστημα ως πρόσφυγας στη Νάξο), δεν του επιτρεπόταν να ασκήσει το επάγγελμα στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Γι’ αυτό από το 1860 που επέστρεψε στα Βουρλά, έγινε κτηματίας. Το 1919 με την απελευθέρωση της Σμύρνης και των Βουρλών, προσέφερε υπηρεσίες σε ελληνικά νοσοκομεία. Εκεί αρρώστησε από την ασιατική γρίπη και πέθανε. 2 Ασίας το 1899. Η Αρχοντία μετά την καταστροφή, εγκαταστάθηκε αρχικά στην περιοχή Σφαγείων Αθηνών (Ταύρο) και μετά στην περιοχή της στάσης Καμπά Ρουφ. Το 1927 νυμφεύθηκε με τον Όθωνα Γερμακόπουλο και εγκαταστάθηκαν στο σπίτι, που εκείνος έκτισε στην περιοχή Συντριβάνι (μετά Νέα Χαλκηδόνα). Απέκτησαν δύο κόρες, στις οποίες έδωσαν τα ονόματα των χαμένων αδελφών του, Ελένης και Μερσίνας. Η Αρχοντία απεβίωσε το 1981 και η Ελένη χήρα Κωνσταντίνου Κυπριωτάκη το 2008. Τις ημέρες της Μικρασιατικής Καταστροφής οι οικογένειες Γερμακοπούλου και Ζαχαριόγλου βρίσκονταν στα σπίτια τους στα Βουρλά: Οι Γερμακόπουλοι3 από τη βόρεια πλευρά στο Φαρδύ Σοκάκι, μεταξύ Παναγίας και αγίου Χαραλάμπους, νότια του αγίου Ευστρατίου. Οι Ζαχαριόγλου επίσης στο Φαρδύ σοκάκι από τη μεριά και ανατολικά της οικίας Μανωλά, κοντά στην Αγορά (Τσαρσί). Το δεύτερο κτήριο επεβίωσε της καταστροφής. Υπήρχε και φωτογραφήθηκε από το συντάκτη του παρόντος το Πάσχα του 1993. Η συνδυασμένη διήγηση των τριών ιστοριών από τους παραπάνω έχει ως εξής: «Την 20 Αυγούστου 1922 τις πρωινές ώρες διήλθε από τα Βουρλά η οικογένεια Αριστείδη και Αναστασίας Καμπακλή με τα παιδιά τους, που έμεναν πριν την Καταστροφή στην περιοχή Σμύρνης. Όταν ο Αριστείδης πληροφορήθηκε το γεγονός της κατάρρευσης του μετώπου από ένα Τούρκο συνεταίρο του, αποφάσισε να φύγει με την οικογένειά του. Περνώντας από τα Βουρλά, ενημέρωσε την πεθερά του Δέσποινα χήρα Παναγιώτη Ζαχαριόγλου, που ζούσε με τη μικρή της κόρη Αρχοντία. Η Δέσποινα Ζαχαριόγλου τους αποπήρε και τους συνέστησε να μείνουν στα Βουρλά, ελπίζοντας ότι, όπως γινόταν κάθε φορά, οι Τούρκοι θα εξαγοράζονταν με δώρα και μπαξίσια. Οι Καμπακληδες δεν τους άκουσαν και έφυγαν οικογενειακώς μέσω Τσεσμέ και Χίου στον Πειραιά, ενόσω υπήρχε ακόμη συγκοινωνία. Τις ίδιες ημέρες και η Λυγερή χήρα Δημητρίου Τσεσμελή κόρη των Ζαχαριόγλου έφυγε με τα ορφανά από τη Σμύρνη και εγκαταστάθηκε στα Σφαγεία Αθηνών, όπου ζουν ακόμη απόγονοί της Τα μεγάλα αγόρια της οικογένειας Γερμακοπούλου είχαν υπηρετήσει στον Ελληνικό Στρατό: Ο Βασίλειος ήταν από το 1912 στην Ελλάδα και διατηρούσε εμπορικό κατάστημα στην οδό Αιόλου. Ο Κίμων σκοτώθηκε στον πόλεμο στη Μικρά Ασία. Ο Όθων και ο Ευάγγελος πολεμούσαν στη Μικρά Ασία, πέταξαν τις στολές για να μην εκτελεσθούν ως Οθωμανοί υπήκοοι, πιάστηκαν ως φυγόστρατοι και δούλεψαν στα χωράφια. Γλύτωσαν από θαύμα και επαναπατρίσθηκαν το 1925. Μόνο ο μικρός, ο Νικολάκης έμενε με τους γονείς του. Όσον αφορά στα κορίτσια: Η Ελένη πέθανε στη Μικρά Ασία. Η Μερσίνα βιάσθηκε από Τούρκους κατά την Καταστροφή και από την ντροπή πέθανε λίγα χρόνια μετά την άφιξή της στην Ελλάδα. Η Λυγερή, η Ελπίδα και η Μαρία ζούσαν στα Βουρλά H οικογένεια Ζαχαριόγλου είχε δύο γυιούς: Τον Ιωάννη που είχε εγκατασταθεί στον Πειραιά από το 1914 και είχε σανοπωλείο στη σημερινή οδό Σκυλίτση (περιοχή Εστίας Ναυτικών). Και τον Ευάγγελο που είχε ενταχθεί σε απόσπασμα εναντίον του τουρκικών συμμοριών, που δρούσαν πίσω από τις ελληνικές γραμμές. Συνελήφθη από τους Τσέτες και εκτελέσθηκε. Όσον αφορά στις άλλες κόρες Ζαχαριόγλου, εκτός της Αναστασίας Καμπακλή: Η Λυγερή χήρα Δημητρίου Τσεσμελή ζούσε στη Σμύρνη με τα παιδιά της. Η Αθανασία είχε απομακρυνθεί από την οικογένειά της λόγω του γάμου της το 1905 στη Σμύρνη με Ρωμαιο-Καθολικό, με τον οποίο γλύτωσαν από την Καταστροφή και εγκαταστάθηκαν στην Ιταλία. Μόνο η Αρχοντία, η μικρότερη, ζούσε με τη μητέρα της και τον αδελφό της Ευάγγελο, όταν ο τελευταίος ήταν στα Βουρλά Οι Καμπακλήδες ήσαν Βουρλιώτες και έμεναν στον Σειρά μαχαλέ και το επάγγελμά τους ήταν μυλωνάδες. Αγόραζαν σιτάρι από τις τοπικές και μικρασιατικές αγορές, το άλεθαν στην περιοχή «Δέκα Μύλοι» και το πωλούσαν επί τόπου, στη Σμύρνη και στη Χίο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, εισήγαγαν σιτάρι από τη Θεσσαλία και Μακεδονία, μέσω της Σκάλας των Βουρλών. Ορισμένοι Καμπακλήδες είχαν φούρνους, όπως ο Αριστείδης στη Σμύρνη. Επίσης πωλούσαν στάχυα για σανό Η Αρχοντία Ζαχαριόγλου ενημέρωσε τις φίλες και μελλοντικές της κουνιάδες, κόρες του Εμμανουήλ και της Στυλιανής Γερμακοπούλου. Όταν οι Λυγερή και η Ελπίδα Γερμακοπούλου πληροφορήθηκαν τα προβλήματα, εγκατέλειψαν τα σπίτια τους στην Κάτω Λότζια (ήσαν νιόνυφες, χωρίς παιδιά) και κατέφυγαν για ασφάλεια στο σπίτι των Γερμακόπουλων στο Φαρδύ σοκάκι. Εκεί είδαν την 28 Αυγούστου να περνά το Σύνταγμα του Πλαστήρα. Ατυχώς, οι Βουρλιώτες δεν άκουσαν τον Πλαστήρα και δεν τον ακολούθησαν να σωθούν. Η Στυλιανή Γερμακοπούλου αρνήθηκε να φύγει, μάλιστα είπε «τί λέει αυτός ο μουστάκας» (ο Πλαστήρας)! Σχεδόν όλοι πίστευαν ότι ήσαν ασφαλείς και ότι, με χρήματα, θα εξαγόραζαν τους Τούρκους. Όταν μπήκαν οι Τσέτες, πρώτα κατέσφαξαν τους ιερείς και τους προκρίτους. Για ημέρες περιέρχονταν τα σπίτια, εκβίαζαν για να τους δώσουν «πετέλια» (αντισήκωμαδωροδοκία), άρπαζαν αγαθά (ο τρύγος ήταν σε εξέλιξη και τα υπόγεια ήσαν γεμάτα με καρπούς, γιατί το προηγούμενο έτος ήταν πολύ παραγωγικό), επισήμαιναν τα όμορφα κορίτσια και τα άρπαζαν ή τα «κατέστρεφαν» επί τόπου. Επειδή τα τουρκικά στρατεύματα (τακτικά και άτακτα) δεν μπορούσαν να ελέγξουν τη μεγάλη πόλη (35.000 πληθυσμός), έβαλαν φωτιά για να υποχρεώσουν τους Έλληνες να βγουν από τα σπίτια και τα καταφύγιά τους. Στην αρχή, άναψαν στάχυα από την πίσω μεριά για να δημιουργήσουν καπνό και να τους αναγκάσουν να αφήσουν τα σπίτια και τα αγαθά τους. Ήταν, όμως, ένας ζεστός Σεπτέμβριος και σύντομα οι φωτιές ξέφυγαν από κάθε έλεγχο. Την 3 προς 4 Σεπτεμβρίου, ο δυνατός νότιος άνεμος οδήγησε στην καταστροφή των κεντρικών και βόρειων συνοικιών. Μητέρα και κόρη Ζαχαριόγλου, με τη βοήθεια της Τουρκάλας που τους έπλενε τα ρούχα, δραπέτευσαν από την ανατολική πλευρά περνώντας πρώτα μέσα από το ρέμα, τον «Ντερέ». Εκείνες τις ώρες οι Τούρκοι πυροβολούσαν αδιάκριτα όποιον περπατούσε. Η Αρχοντία (22 ετών) είχε βάψει το πρόσωπό της για να φαίνεται γριά και συνόδευε ένα τυφλό για να μην την πειράζουν οι Τούρκοι .Ακολούθησαν τις λοφοσειρές στα ανατολικά των Βουρλών και έφθασαν σε ασφαλές απόμερο καταφύγιο, ένα «γιατάκι», όπου υπήρχε και αποθήκη τροφίμων. Εκεί από τον Αλή, έμπιστο Τούρκο «ζέμπρο» (επιστάτη) στην περιουσία της οικογένειας, έμαθαν για το θάνατο του Ευάγγελου Ζαχαριόγλου. Παρά ταύτα, ως το θάνατό της η Δέσποινα Ζαχαριόγλου τον περίμενε να τη βρεί στην Ελλάδα. Από πλευράς της, η Λυγερή Γερμακοπούλου παρότρυνε την οικογένειά της να φύγει άμεσα. Οι σχετικά μεγάλοι σε ηλικία γονείς Εμμανουήλ και Στυλιανή, με το γυιό τους Νικολάκη και τις κόρες τους Μαρία και Μερσίνα, καθώς και τη νύφη τους Λαμπρή σύζυγο Ευαγγέλου Γερμακόπουλου το γένος Βενιέρη, κινήθηκαν νότια και δυτικά, μέσω της περιοχής «Δέκα Μύλοι», όπου δεν υπήρχε φωτιά. Η Λυγερή με την αδελφή της Ελπίδα, το γείτονα και συγγενή Παραρά και τη Σοφία ψυχοκόρη της οικογένειας Τσούτση (δεν ήταν Βουρλιώτισσα) μπήκαν στην εκκλησία της Παναγίας, που είχε προηγουμένως λεηλατηθεί από τους Τσέτες, είχε γεμίσει καπνό από την πυρκαγιά, αλλά δεν είχε πιάσει ακόμη φωτιά. Βρήκαν τη «Χάρη Της» πεσμένη κάτω. Η Λυγερή και ο Παραράς έβγαλαν την εικόνα από το κτήριο και τη μετέφεραν στο σπίτι των Γερμακόπουλων. Οι τρεις κοπέλες φόρεσαν αντρικά ρούχα και τραγιάσκες. Έντυσαν την εικόνα με ένα παπλωματάκι. Η ψιλόλιγνη και δυνατή Λυγερή Την φορτώθηκε στην πλάτη της, με το εικόνισμα προς τα μέσα, ώστε το ξύλο να είναι από την έξω μεριά, και για να μην είναι Τότε σε Ελλάδα και Οθωμανική Αυτοκρατορία ίσχυε το παλαιό ημερολόγιο και οι ημερομηνίες δεν ταιριάζουν. Αρχή Σεπτεμβρίου ήταν η τωρινή 14 Σεπτεμβρίου. Η Αρχοντία, ως απόφοιτος του Παρθεναγωγείου της Αναξαγορείου, γνώριζε ότι, σύμφωνα με το Κοράνι, ο πιστός πολεμιστής δεν πειράζει τη συνοδό τυφλού. εύκολα ορατή μέσα στους καπνούς και ξεκίνησαν προς τα νότια. Σε κάποιο σημείο, με σκαρπέλο αφαίρεσαν το «πουκάμισο» της εικόνας και τα τάματα και άφησαν μόνο το ξύλο και την απεικόνιση. Η Ελπίδα και η Σοφία την ξεκούραζαν που και που. Ο Παραράς άφησε τις κοπέλες κάποια στιγμή για να γυρίσει στην οικογένειά του. Όπως προχωρούσαν μόνες, οι τρεις κοπέλλες έμεναν κατάπληκτες από το αποτρόπαιο θέαμα. Όπου δεν υπήρχε φωτιά, υπήρχαν Τούρκοι που άρπαζαν τα αγαθά και σκότωναν τους ανθρώπους. Είδαν με φρίκη κάποιους Τούρκους να βιάζουν Ελληνίδες κοπέλλες. Έδωσαν, λοιπόν, μαλάματα στους εγκληματίες για να αφήσουν τα κορίτσια. Το ίδιο έγινε αρκετές φορές. Ακόμη και Τούρκοι του μαχαλά μετάνοιωσαν που πρόδωσαν τους Έλληνες, γιατί Ντονμέδες (εξισλαμισμένοι Εβραίοι) κατέδιδαν όσους ντόπιους Τούρκους είχαν σχέσεις με τους «Ελληνίν». Θαυματουργικά όμως, οι κοπέλλες δεν αντιμετώπιζαν κανένα πρόβλημα. Έμειναν νότια προς τη μεριά των Αλατσάτων για λίγες μέρες και διατρέφονταν με φρούτα. Τα βράδυα, η Λυγερή κοιμόταν πάνω στην εικόνα, τυλιγμένη με το παπλωματάκι. Όταν ειδοποιήθηκαν από συγγενικό ζεύγος, που έμενε στη Σκάλα (μάλλον τη Μαριάνθη και το Γιωργή Βενιέρη, αδελφό της νύφης τους Λαμπρής), ότι εκεί επικρατούσε κάποια ηρεμία και είχαν έλθει καράβια για να τους πάρουν στην Ελλάδα, άρχισαν μια τρομακτική πορεία προς τα βόρεια. Έμειναν μια νύκτα στο δρόμο του Τσεσμέ στο ύψος του «Πεπεή» και άλλη νύκτα στους «Τρεις Μύλους». Τότε παράχωσαν τα υπόλοιπα μαλάματα, πιστεύοντας ότι θα κατόρθωναν να γυρίσουν και να τα πάρουν. Οι Βενιέρηδες μπήκαν πρώτοι σε κάποιο καράβι και πέρασαν στη Χίο. Άλλοι Βουρλιώτες συγγενείς των Γερμακόπουλων, όπως οι Πετρά, οι Κονδύλη και οι Κοτζανικόλα, πρόλαβαν και αναχώρησαν με ίδια μέσα τις ημέρες της Καταστροφής και επίσης μέσω Χίου πέρασαν στον Πειραιά. Οι Πετρά και Κοτζανικόλα τελικά εγκαταστάθηκαν στο συνοικισμό Αγίου Ιωάννη ή Τεκέ στο Ηράκλειο Κρήτης. Το τελευταίο ξημέρωμα, μάλλον 12 Σεπτεμβρίου, οι τρεις κοπέλλες (Λυγερή, Ελπίδα και Σοφία) προχώρησαν προς τη Σκάλα. Πάντα θαυματουργικά, κανένας δεν τις ενόχλησε. Πέρασαν από το καρνάγιο, δυτικά από την Καραντίνα, και μπήκαν σε μια βάρκα που τους πήγε σε γαλλικό πλοίο. Όταν ανέβηκαν στην ασφάλεια, η Λυγερή αφαίρεσε την εικόνα από επάνω της. Δεν Την έδειξε, όμως, σε κανένα. Τα δύο βράδυα που απαιτήθηκαν για να φθάσει το πλοίο στον Πειραιά, τα πέρασαν κάτω από μια σκάλα. Στο ίδιο γαλλικό βαπόρι ανέβηκαν και βρήκαν τα τρία κορίτσια (Λυγερή, Ελπίδα και Σοφία) οι γονείς Εμμανουήλ και Στυλιανή Γερμακοπούλου και οι άλλες κόρες Μαρία και Μερσίνα, ο γυιός Νικολάκης και η νύφη Λαμπρή. Επίσης, στο ίδιο πλοίο από τη Χίο επιβιβάσθηκαν οι Βενιέρηδες. Η πρόσβαση στο γαλλικό πλοίο γινόταν με βάρκες από δύο πλευρές: από τη Σκάλα (καρνάγιο) και από την Καραντίνα. Έτσι, υπήρξαν συγγενείς και φίλοι που δεν συναντήθηκαν ούτε πάνω στο σκάφος. Αυτό συνέβη με τις οικογένειες Γερμακοπούλου και Ζαχαριόγλου. Παρ’ ότι η Δέσποινα και η Αρχοντία Ζαχαριόγλου ήσαν στο ίδιο πλοίο, πέρασαν εν πλω περίπου 40 ώρες χωρίς να δουν τους Γερμακόπουλους. Όλοι κατέβηκαν στον Πειραιά και οι δύο οικογένειες ακολούθησαν διαφορετικούς δρόμους. Οι Γερμακοπούλου βρήκαν τον αδελφό τους Βασίλειο, που τους μετέφερε στο διαμέρισμά του στην οδό Μαιζώνος 9 στο κέντρο της Αθήνας. Οι Ζαχαριόγλου δεν βρήκαν τον αδελφό τους Ιωάννη και «φιλοξενήθηκαν» αρχικά στα Σφαγεία (Ταύρος Αθηνών) με την οικογένεια Τσεσμελή. Μετά εγκαταστάθηκαν σε σπίτι στη στάση Καμπά Ρουφ. Η οικογένεια Εμμανουήλ και Στυλιανής Γερμακοπούλου αγόρασε το 1927 ένα σπίτι στην περιοχή Συντριβάνι (σημερινή Νέα Χαλκηδόνα), το οποίο υπάρχει μέχρι τώρα. Μέχρι τότε, η εικόνα της Παναγίας Βουρλιώτισσας έμεινε στο διαμέρισμα του Βασιλείου Γερμακοπούλου επί της οδού Μαιζώνος 9, πάνω σε μια καρέκλα. Όταν ο Όθων Γερμακόπουλος συνάντησε συμπτωματικά την παλαιά του οικογενειακή φίλη Αρχοντία Γερμακοπούλου, της ζήτησε να τον στεφανωθεί. Αγόρασε ένα οικόπεδο επίσης στο Συντριβάνι στο πίσω δρόμο από τους γονείς του, όπου μόνος του ανοικοδόμησε σπίτι. Εκεί τελέσθηκε το μυστήριο του γάμου τους (τέλος του 1927). Στο σπίτι εγκαταστάθηκε και η μητέρα της Αρχοντίας, Δέσποινα Ζαχαριόγλου. Την ίδια εποχή, άρχισε τις εργασίες της η επιτροπή ανταλλαξίμων περιουσιών. Στις δύο οικογένειες δόθηκαν κάποια ποσά από το πλεόνασμα8 , με τα οποία ολοκλήρωσαν την κατασκευή των οικιών τους. Οι δύο πλέον εξ αγχιστείας συγγενείς και γείτονες ξεκίνησαν τις νέες οικογένειες. Η αδελφή του Όθωνα, Μαρία Γερμακοπούλου, νυμφεύθηκε τον πατριώτη της Παναγιώτη Λιμογιάννη και εγκαταστάθηκε στο νέο σπίτι με τους γονείς της Εμμανουήλ και Στυλιανή Γερμακοπούλου και τις αδελφές της Λυγερή, Ελπίδα και Μερσίνα, που πέθανε πολύ σύντομα από καρδιακό πρόβλημα. Μαζί τους έμεινε και η Αργυρούλα, μητέρα του Παναγιώτη Λιμογιάννη, έως τότε υπάλληλος καθαριστηρίου στην Καλλιθέα. Με ενέργειές της, οι Λιμογιάννη συνεταιρίσθηκαν με τον ιδιοκτήτη του καθαριστηρίου. Πιθανώς τον ίδιο καιρό, η εικόνα της «Χάρης Της» παραδόθηκε από τη Λυγερή Γερμακοπούλου στον αρχιμανδρίτη Κύριλλο, πατριώτη από τα Βουρλά, για να τοποθετηθεί σε ιερό ναό προς τιμή Της, ο οποίος θα χτιζόταν στο νέο προσφυγικό οικισμό στον Ποδονίφτη, όπου είχαν καταφύγει και άλλοι γνωστοί τους Βουρλιώτες (οικογένειες Τρυπιά, Μισυρλή, Βιτζηλαίου, Κλειδαρά, Παπασταματιάδη, Τσιριγώτη, κα). Ο πατήρ Κύριλλος κράτησε την εικόνα. Όταν χτίσθηκε ο πρόχειρος ξύλινος ναός, με υλικά του Στρατού από το Εργοστάσιο Βάσης στους Αγίους Αναργύρους, είχε ξεκινήσει μια απογραφή των προσφυγικών κειμηλίων από επιτροπή της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Την προεδρία της επιτροπής είχε ο επίσκοπος Σεβαστείας Γερβάσιος , πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία. Για να μη φανεί ότι κατακρατούσε την εικόνα, ο αρχιμανδρίτης Κύριλλος κατέθεσε την εικόνα, χωρίς να αποκαλύψει την προέλευσή της. Μετά την ονομασία των συνοικισμών, του Ποδονίφτη σε Νέα Φιλαδέλφεια και του Συντριβανιού σε Νέα Χαλκηδόνα, ξεκίνησε και η ανοικοδόμηση των νέων πέτρινων ναών της Παναγίτσας (των Βουρλών), που στέκεται έως τώρα εκει, όπως και της αγίας Ευφημίας στη Νέα Χαλκηδόνα. Τότε, με πρωτοβουλία του Βουρλιώτη Κοπελούσου ξεκίνησε συλλογή χρημάτων για την κατασκευή νέου «πουκαμίσου» για την εικόνα της «Χάρης Της». Πρώτοι συνεισέφεραν ο έμπορος Βασίλειος Γερμακόπουλος και το ζεύγος Γεωργίου και Ουρανίας Κονδύλη, που είχαν σπίτι και κάβα πίσω από το ιερό της Παναγίτσας, επί της νυν οδού Τρυπιά. Η εικόνα φυλάχθηκε για κάποιο καιρό στο γειτονικό σπίτι του Κλειδαρά γιατί υπήρχε φόβος ότι θα Την έκλεβαν. Κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών, στην Ελλάδα ήλθε περισσότερο από 1,5 εκατομμύριο Ελλήνων και Χριστιανών γενικά. Αντίστροφα, στην Τουρκία μετακινήθηκαν 600.000 μουσουλμάνων. Λόγω αυτής της αριθμητικής διαφοράς και της πλεονεκτικής οικονομικής κατάστασης των Ελλήνων έναντι των μουσουλμάνων, η διεθνής επιτροπή προσδιόρισε ένα ποσό αποζημίωσης, το οποίο κατέβαλε η Τουρκία στην Ελλάδα. Η διαφορά διανεμήθηκε στους πρόσφυγες με βάση την περιουσιακή τους κατάσταση στη Μικρά Ασία και Ανατολική Θράκη. 

Ο Σεβαστείας Γερβάσιος ήταν Έξαρχος στη μητρόπολη Κολωνείας. Το 1921 εκτοπίστηκε από την κυβέρνηση του Κεμάλ στην Καππαδοκία και κατόπιν στη Μαλάτια. Τον Οκτώβριο του 1924 κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών ανεχώρησε από την Καισάρεια και εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Διατέλεσε μητροπολίτης Γρεβενών (1934-43). Ο Ναός υπέστη μεγάλες ζημιές κατά το σεισμό του 1999, αλλά επισκευάσθηκε με απόφαση του τότε μητροπολίτη Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας Κωνσταντίνου, που είχε διατελέσει επί 20 έτη πρωτοσύγκελλος στη μητρόπολη και προϊστάμενος του ναού της αγίας Ευφημίας στη Νέα Χαλκηδόνα και είχε προσωπική γνώμη για τη σημασία του ναού και της εικόνας. Τα θυρανοίξια του ναού της Παναγίτσας των Βουρλών έγιναν το 1940 με εφημέριο τον πατέρα Καλλίνικο και ψάλτες τους Νίκο Κοτζαεφέ και Νίκο Κολλία. Η εγκατάσταση της εικόνας έγινε με ενέργειες του εφημερίου του ναού, ο οποίος είχε επιμείνει να αναλάβει τη διακονία αυτή στον αρχιεπισκοπικό επίτροπο στους Ποδαράδες (Νέα Ιωνία) πρόσφυγα επίσκοπο Πατάρων Μελέτιο, τον οποίο γνώριζε από τη Μικρά Ασία Πλην της Αρχοντίας Γερμακοπούλου, τα πρόσωπα που συνδέθηκαν με τη σωτηρία της εικόνας της “Χάρης Της” έφυγαν από τούτη τη ζωή μέχρι τα τέλη της 10ετίας του 1950. Η Αρχοντία ήταν η τελευταία που είχε γεννηθεί στα Βουρλά και έζησε μέχρι το 1981». Η παρούσα εξιστόρηση δεν έχει ως σκοπό να προσπορίσει καμία δόξα στις γυναίκες, που διέσωσαν την πατρογονική εικόνα, αλλά να φανερώσει ότι η εικόνα που βρίσκεται στον ιερό ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Παναγίας των Βουρλών) στη Νέα Φιλαδέλφεια Αττικής είναι η αυθεντική και διασώθηκε θαυματουργικά για να μείνει σε αιώνια ευλογία τόσο των προσφύγων, σε ανάμνηση των αγαπημένων τους πατρίδων, όσο και της φιλόξενης γης, που την υποδέχθηκε. Συντάχθηκε την 31 Οκτωβρίου 2017 και αναγνώσθηκε στο σύνολό της στους δύο παραπάνω εν ζωή μάρτυρες. Οι υποσημειώσεις τέθηκαν από το συντάκτη του κειμένου για πληροφοριακούς λόγους μόνο. 

Ο Συντάξας Όθων Κυπριωτάκης Ο συντάκτης του κειμένου είναι γυιός του Κωνσταντίνου και της Ελένης, το γένος Όθωνα και Αρχοντίας Γερμακοπούλου. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1958 και έζησε τα παιδικά του χρόνια στο σπίτι της οδού Μαραθώνος 17 στη Νέα Χαλκηδόνα. Άκουσε τις ιστορίες αυτές από τη γιαγιά του Αρχοντία, τη μητέρα του Ελένη, το θείο και κουμπάρο του Μανώλη Λιμογιάννη (νονό της κόρης του Ελένης Κυπριωτάκη), τη θεία του Μερσίνα Θωμάκου και άλλους πρόσφυγες πρώτης και δεύτερης γενεάς. Είναι πτυχιούχος της Νομικής Θεσσαλονίκης και σταδιοδρόμησε ως αξιωματικός Διερμηνέας του Στρατού. Έφθασε στο βαθμό του Ταξιάρχου και αποστρατεύθηκε το 2017. 

































Πέμπτη 20 Αυγούστου 2020

Ο Άγιος Νεομάρτυς Θεοχάρης ο Καππαδόκης + 20 Αυγούστου 1740

 



Ο Νεομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Θεοχάρης γεννήθηκε ἀπό Ρωμηούς γονεῖς στήν Καππαδοκία, πρίν ἀπό τήν ἵδρυση τῆς Νεάπολης (Νέβσεχιρ), στό ἐξισλαμισμένο χωριό, τά ὀνομαστά Μόσχαρα. Ἦταν ὀρφανός καί ἀπό τούς δύο γονεῖς ἀπό τήν παιδική του ἡλικία, γι’ αὐτό καί οἱ συγγενεῖς του ἐπεδίωξαν νά ἐνταχθεῖ στό σουλτανικό παιδομάζωμα κατά τούς χρόνους τοῦ Ἀχμέτ τοῦ Γ΄, ὁπότε καί νομοτύπως δέχθηκε περιτομή, προκειμένου νά γίνει γενίτσαρος. Ὁ φιλόχριστος Θεοχάρης ποτέ του δέν ἀρνήθηκε τόν Κύριό του Ἰησοῦ Χριστό, παραμένοντας κρυπτοχριστιανός καί ἀρχικά στό στρατόπεδο καί κατόπιν στό ἱπποστάσιο τοῦ Ἰσμαήλ ἐφέντη, πού ἦταν δικαστής τοῦ στρατοπέδου καί τόν πῆρε μαζί του στή Νεάπολη. Λόγῳ δέ τῆς σώφρονας βιοτῆς καί τῆς σωματικῆς του ὠραιότητας, ὁ Θεοχάρης ἦταν ζηλευτός γαμπρός γιά τή θυγατέρα τοῦ δικαστοῦ Ἰσμαήλ. Μετά τή σχετική πρόταση ἀπό πλευρᾶς τῆς μητέρας τῆς νύφης, ὁ Ἅγιος Θεοχάρης ἀπεκάλυψε ὅλη τήν ἀλήθεια γιά τό γεγονός ὅτι ὑπῆρξε τέκνο Χριστιανῶν γονέων καί ὅτι ὁ ἴδιος δέχθηκε τήν περιτομή ἀλλά ὄχι τήν πίστη στόν Μωάμεθ. Ὀργισμένος ὁ δικαστής παρέδωσε τόν Θεοχάρη στούς δημίους, γιά νά τοῦ ἀλλάξουν τή γνώμη. Στήν ὑγρή φυλακή μέ νηστεία καί προσευχή συνομιλοῦσε μέ ἀγγέλους, πού φώτιζαν τό πρόσωπό του. Προπηλακίστηκε, λιθοβολήθηκε, μαστιγώθηκε καί τελείωσε τόν βίο μέ ἀγχόνη, κρεμώμενος ἀπό λεύκα στή Νεάπολη στις20 Αυγούστου 1740. Τό σημεῖο τοῦ μαρτυρίου του ὀνομάστηκε «Λεύκα αἵματος» ἤ «Κανλί καβάκ». Συγχρόνως μέ τήν ἐκδημία του οὐράνιο φῶς τόν περιέλουσε, ἐνῶ ἀστραπές καί βροντές ἀνάγκαζαν τούς δημίους σέ «ἥμαρτον». Ὅσοι ἀπό τούς Νεαπολίτες χρίσθηκαν μέ τό τίμιο αἷμα τοῦ Νεομάρτυρα Θεοχάρη, θεραπεύθηκαν ἀπό κάθε νόσο καί ἀσθένεια, καθώς καί ἡ θυγατέρα τοῦ δικαστῆ Ἰσμαήλ, ἡ ὁποία εἶχε ἀσθενήσει. Τά λείψανα τοῦ Ἁγίου τά περιέσωσαν συγγενεῖς του Καππαδόκες καί κάποια ἀπό αὐτά βρέθηκαν στή Θεσσαλονίκη καί τή Λάρισα. Ἡ Ἑταιρεία Καππαδοκικῶν Σπουδῶν, πού ἑδρεύει στή Λάρισα, τά διέσωσε καί τμῆμα τους, διά τοῦ Προέδρου της Δημητρίου Καππαδόκη, δωρίσθηκε στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό Ἁγίου Γεωργίου, ὅπου καί θά παραμένει ἐσαεί πρός εὐλογία καί ἁγιασμό ὅλων τῶν προσκυνητῶν.







Πηγή Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως 

 http://www.imnst.gr/wp/%CF%84%CE%BF%CF%80%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B1%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1/

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2020

Μητροπολίτου Ν.Ιωνίας Κωνσταντίνου : Η θέσις της Παναγίας εις την Ορθόδοξον Πίστιν


 Μητροπολίτου Ν.Ιωνίας Κωνσταντίνου : Η θέσις της Παναγίας εις την Ορθόδοξον Πίστιν . Από τον βιβλίο " Αλήθειες της πίστεώς μας" Ν.Ιωνία 2013 


Δεν υπάρχουν χριστιανικά χείλη πού να μήν επικαλούνται το άγιον όνομα της Παναγίας Μητέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Εις τας ώρας της χαράς και της λύπης μας, εις την ευτυχίαν και την δυστυχίαν μας οι Χριστιανοί όλοι δοξάζομεν και υμνούμεν  το άγιον όνομά της καθώς η ίδια η Παναγία μας το είχε προφητεύσει κατά την επίσκεψίν της εις την συγγενή της Ελισάβετ, την μητέρα του Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, εις την Ορεινήν της Ιουδαίας. " Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γεννεαί, ότι εποίησέ με μεγαλεία ο δυνατός" ( Λουκ. Α΄48 ). Ποία όμως είναι η Παναγία Παρθένος; Είναι παιδί της προσευχής των αγίων Θεοπατέρων, του Ιωακείμ και της Άννης, οι οποίοι κατήγοντο από την βασιλικήν γενεάν του Δαβίδ και απέκτησαν αυτήν εις βαθύτατον γήρας εις αμοιβήν της αρετής και των προσευχών των από τον Παντοδύναμον Θεόν. Η Παναγία Παρθένος είναι το πρόσωπον που εξέλεξε ο Θεός μέσα εις το άπειρον πλήθος των γυναικών, δια να υπουργήσει εις το μέγα μυστήριον της θείας οικονομίας δια την σωτηρίαν του γένους των ανθρώπων από την αμαρτίαν. Διά τούτο ο Κύριος εχάρισε αυτήν εις τους γονείς της ως αμοιβήν της αρετής και της προσευχής των. Η Παναγία ήτο  " η μόνη άμωμος εν γυναιξί και καλή" ( Κανών Ακαθίστου ). δια το μέγα αυτό μυστήριον. Εις ηλικίαν τριών μόλις ετών οι γέροντες γονείς της την αφιέρωσαν εις τον ναόν του Θεού, και εκεί, κατά την παράδοσιν της Εκκλησίας μας, η νεαρά εκείνη κόρη ετρέφετο από τους αγίους Αγγέλους και εδιδάσκετο τον Νόμο του Θεού.  Εις νεαράν ηλικίαν, πιθανόν κατά το δωδέκατον έτος της, οι αρχιερείς του ναού των Ιεροσολύμων παρέδωσαν την αγίαν Παρθένον εις τον Δίκαιον Ιωσήφ, άνδρα χήρον, μεγάλης ηλικίας, ο οποίος ανέλαβε να προστατεύσει την Μαρίαν, όταν πλέον έπρεπε να φύγει από τον ναόν του Θεού. Ο Δίκαιος Ιωσήφ είχε από προηγηθέντα γάμον του έξι παιδιά, τέσσερα αγόρια και δύο κορίτσια. Τα παιδιά αυτά αργότερον ονομάσθηκαν " αδελφόθεοι ", χρησιμοποιούν δε την περίπτωσιν αυτή οι διάφοροι αιρετικοί δια να υποστηρίξουν πως η Παναγία Παρθένος απέκτησε εκτός από τον Κύριον μας με γάμον της με τον Ιωσήφ αυτά τα παιδιά και επομένως αφού εκτός από τον Κύριο απέκτησε και αυτά τα παιδιά δεν ήτο Παρθένος, όπως διδάσκει και πιστεύει η Ορθόδοξος Εκκλησίας μας. Η Παναγία όμως ήτο πάντοτε και παρέμεινε Παρθένος και το γεγονός αυτό είχε προτυπωθεί με πολλάς εικόνας από την προχριστιανικήν εποχήν. Το πρόσωπον της Παναγίας Παρθένου εσυμβόλιζε π.χ. η άφλεκτος βάτος, την οποίαν είδε ο Μωυσής επάνω εις το θεοβάδιστον όρος Σινά. Επίσης η Ερυθρά θάλασσα, την οποίαν διέβει ο Ισραηλιτικός Λαός ως επί ξηράν κατά την άξοδον αυτού από την Αίγυπτον. Λόγω της μεγάλης αρετής και των πολλών χαρισμάτων της η Παναγία Παρθένος αξιώθηκε να γεννήσει ως άνθρωπον, τον Υιόν και Λόγον του Θεού, και δι αυτό το θαυμάσιον γεγονός ονομάσθει και είναι Θεοτόκος. Δια τούτο η συγγενής της Ελισάβετ την προσεφώνησε, φωτιζομένη από το 'Αγιον Πνεύμα  " Μητέρα του Κυρίου". Αλλά και οι άγιοι Απόστολοι εσέβοντο την Παναγίαν μας ως Μητέρα του Κυρίου, πράγμα που συνέβη και με τους Διαδόχους των Αγίων Αποστόλων, όπως είναι ο Θεοφόρος Ιγνάτιος, καθώς και η χορεία όλων των Αγίων Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων, αί αποίαι μάλιστα αναθεματίζουν όσους τολμούν να αμφισβητήσουν την ιδιότητα αυτή της Παναγίας μας. Η Παναγία Παρθένος ανεχώρησε από τον κόσμον αυτόν, παραδώσασα την αγίαν ψυχήν της εις τα χέρια του Υιού της, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο οποίος τιμών και το σώμα αυτής μετέστησε αυτό άφθορον εις τους ουρανούς. Εκεί ευρισκομένη η Παναγία Παρθένος μεσιτεύει αδιαλείπτως πρός τον Υιόν της υπέρ της σωτηρίας ολοκλήρου του χριστιανικού κόσμου, ιδιαιτέρως δε προστατεύει  το ευσεβές έθνος μας, το οποίον πολλές φορές έσωσε και διεφύλαξε από παντοίους κινδύνους. Η Εκκλησίας μας τιμά και ευλαβείται την Παναγίαν Θεοτόκον ως Μητέρα του Σωτ'ηρος μας, χωρίς να φθάνει εις τας ακρότητας ορισμένων χριστιανικών παρατάξεων πού λατρεύουν την Παναγίαν μας ως Θεόν. Δια τούτο και απονέμει προς αυτήν τιμητικήν και όχι λατρευτικήν προσκύνησιν. Λατρευτικήν προσκύνησιν η Ορθόδοξος Εκκλησία μας απονέμει μόνον εις τον Πανάγιον Τριαδικόν Θεόν μας, ενώ εις τους Αγίους, καθώς και εις την Παναγίαν Παρθένον, αποδίδει μόνο τιμητικήν προσκύνησιν.







Παρασκευή 3 Ιουλίου 2020

Γιατί η Αγία Σοφία δεν έγινε και πάλι Χριστιανικός Ναός το 1918



ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ

Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος
Την σημαντική αποκάλυψη ότι μετά την κατάληψη στις 13 Νοεμβρίου του 1918 της Κωνσταντινούπολης από τα συμμαχικά στρατεύματα της Αντάντ οι Βρετανοί σκόπευαν να επιστρέψουν την αγία Σοφία  στους χριστιανούς της Πόλης  αλλά την τελευταία στιγμή έκαναν πίσω, κάνει η τουρκική εφημερίδα Zaman στις 30/6. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι αν συνέβαινε κάτι τέτοιο και αν ο σταυρός θα δέσποζε ξανά μεγαλοπρεπής  στον τρούλο της αγίας Σοφίας, αυτό θα ήταν ένα γεγονός μεγάλης ιστορικής συμβολικής αλλά και ψυχολογικής σημασίας και  θα επηρέαζε αποφασιστικά στην οριστική επαναφορά της Πόλης στα ελληνικά χέρια. Η εμφάνιση ξανά του σταυρού στον τρούλο της αγίας Σοφίας θα ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ιστορικά χτυπήματα για τους Τούρκους και θα έδινε το έναυσμα για την εκκένωση της Πόλης από το ισλαμικό στοιχείο, όπως υπολόγιζαν τότε και τα συμμαχικά στρατεύματα, σύμφωνα πάντα με την τουρκική εφημερίδα.
Και ενώ όλα ήταν έτοιμα και είχαν ήδη καταστρωθεί τα σχέδια για την εκ νέου μετατροπή της αγίας Σοφίας σε χριστιανική εκκλησία, σημειώθηκε   αντίδραση από τα μουσουλμανικά στρατεύματα της βρετανικής αυτοκρατορίας και διατυπωθήκαν κάποιες απειλές ότι αν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα ξεσηκώνονταν στις Ινδίες οι μουσουλμάνοι εναντίων των Βρετανών καθώς και σε άλλες περιοχές όπου η βρετανική αυτοκρατορία εξουσίαζε μουσουλμανικούς πληθυσμούς.
Όπως αποκαλύπτει η Zaman, οι πρώτες σκέψεις του τότε βρετανού πρωθυπουργού, Lloyd George, μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τα στρατεύματα της Αντάντ τον Νοέμβριο του 1918, ήταν η άμεση παράδοση της αγίας Σοφίας στους χριστιανούς. Με την κίνηση αυτή, όπως υπολόγιζε ο Βρετανός πρωθυπουργός, θα σημειώνονταν μια μεγάλη τάση φυγής των μουσουλμάνων προς την Μικρά Ασία καθώς θα φαίνονταν πως η Πόλη οριστικά περνούσε ξανά στα χέρια των χριστιανών και θα επανέρχονταν στο πρωταρχικό της όνομα, δηλαδή από İstanbul στην Κωνσταντινούπολη.  Όσον αφορά το μουσουλμανικό χαλιφάτο που είχε μέχρι τότε την έδρα του στην Κωνσταντινούπολη, θα μεταφέρονταν στην Προύσα ή στο Ικόνιο και έτσι μεγάλο μέρος και του μουσουλμανικού ιερατείου θα έφευγε από την Πόλη. Εξ άλλου, όπως ανέφεραν τότε οι βρετανικές πηγές, στην Κωνσταντινούπολη ήδη υπήρχαν εκατοντάδες τζαμιά και έτσι η αλλαγή του καθεστώτος της αγίας Σοφίας και η εκ νέου μετατροπή της σε χριστιανικό ναό δεν θα επηρέαζε τα θρησκευτικά καθήκοντα των μουσουλμάνων που θα παρέμεναν στην Πόλη. Διαφωνία υπήρξε στο θέμα σε ποιους θα παραδίδονταν η αγία Σοφία. Φυσικά την πρώτη προτεραιότητα την είχαν οι Έλληνες της Πόλης, όπως ανέφεραν οι βρετανικές πηγές, καθώς η αγία Σοφία αποτέλεσε επί χίλια χρόνια το σύμβολο της ελληνικής ορθοδοξίας και τώρα την διεκδικούσε με σοβαρές αξιώσεις το ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο. Υπήρξαν όμως και διεκδικήσεις από ρωσικής πλευράς ήδη από το 1915 από τον Ρώσο Trubetskoy και  σχετικές αναφορές από τον γνωστό Ρώσο συγγραφέα, Dostoyevski.
Τίποτα όμως από όλα αυτά δεν έγινε εξ’ αιτίας των δεύτερων σκέψεων του Λονδίνου, δηλαδή της κέντρου της τότε μεγάλης βρετανικής αυτοκρατορίας που την εποχή εκείνη διοικούσε το μεγαλύτερο μέρος του ισλαμικού κόσμου και μάλιστα είχε υπό την κατοχή της τις μεγάλες ιερές πόλεις των μουσουλμάνων, δηλαδή την Μέκκα και την Μεδίνα. Το θέμα έμεινε χωρίς καμία εξέλιξη για να φτάσουμε στην μικρασιατική καταστροφή και την κατάληψη της Πόλης από τα στρατεύματα του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, στις 6 Οκτωβρίου του 1924. Έτσι  χάθηκε μια μοναδική ευκαιρία για τον χριστιανισμό αλλά και για τον ελληνισμό που θα επέστρεφε μετά από τεσσεράμισι αιώνες στον ιστορικό αυτό ναό. Παρ’ όλα αυτά η αγία Σοφία δεν έμεινε σαν τζαμί καθώς ο Κεμάλ, όπως αναφέρει η τουρκική εφημερίδα, αποδέχτηκε κάποια νέα βρετανικά σχέδια για την μετατροπή της σε μουσείο.  Το σκεπτικό ήταν ο ιστορικός αυτός ναός να γίνει, όπως και έγινε, παγκόσμιο αξιοθέατο που κάθε χρόνο δίνει στην τουρκική οικονομία εκατομμύρια σε συνάλλαγμα από τους επισκέπτες που έρχονται από παντού για να θαυμάσουν αυτό το αριστούργημα της ελληνικής ορθοδοξίας.






Τρίτη 30 Ιουνίου 2020

Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος για την Αγία Σοφία


                                                 
                                                     Φωτογραφία: Νικόλαος Μαγγίνας

Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος για την Αγία Σοφία
[Εκκλησία 12 Αποστόλων στο Φερίκι, 30 Ιουνίου 2020]
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος χοροστάτησε σήμερα, Τρίτη 30 Ιουνίου 2020, κατά την Θεία Λειτουργία στον πανηγυρίζοντα Ι. Ναό Αγίων Αποστόλων Φερίκιοϊ, και στην ομιλία του αναφέρθηκε στο ζήτημα των ημερών, δηλ. στην πρόθεση της Τουρκικής Κυβέρνησης να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τέμενος.Μεταξύ άλλων, ο Πατριάρχης είπε: «Το έτος 2016 απεστείλαμεν Γράμμα εις τον τότε διευθυντήν Θρησκευτικών Υποθέσεων και εκφράσαμε την ανησυχία μας για την αλλαγή του καθεστώτος της Αγίας Σοφίας. Δεν θα πρέπει αυτός ο Ναός να γίνει αιτία συγκρούσεων μεταξύ των δύο λαών. Δεν ανήκει μόνο σε αυτόν που κατέχει το μνημείο, αλλά και σε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Και ο τουρκικός λαός έχει την ευθύνη της ανάδειξης αυτής της οικουμενικότητας του μνημείου. Η Αγία Σοφία ως μουσείο αποτελεί τόπο και σύμβολο συναντήσεως, αλληλεγγύης και αλληλοκατανοήσεως Χριστιανισμού και Ισλάμ.Η τυχόν μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος θα στρέψει εκατομμύρια χριστιανών σε όλο τον κόσμο εναντίον του Ισλάμ. Το ζητούμενο, όμως, είναι η ενότητα.Έχουμε την προσδοκία ότι στο τέλος θα επικρατήσει η σύνεση και η λογική.» 
Στη συνέχεια ο Πατριάρχης μίλησε για το θέμα της Αγίας Σοφίας και στα αγγλικά, λόγω της παρουσίας ξένων δημοσιογράφων. 
 Πηγή Φως Φαναρίου 


Μετάφραση εκ της Αγγλικής 
Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί είναι ένα ευρέως συζητημένο θέμα. Στο πλαίσιο των διαφόρων συζητήσεων που έχουν γίνει για το θέμα αυτό, η Ταπεινότητά  μας έχει εκφράσει επανειλημμένα τη θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των πνευματικών του παιδιών σε όλο τον κόσμο. Το 2016, στείλαμε ακόμη και επιστολή στον τότε Διευθυντή Θρησκευτικών Υποθέσεων, καθ. Ο Μεχμέτ Γκιρμέζ, στον οποίο εκφράσαμε την ανησυχία μας για την προτεινόμενη τροποποίηση του καθεστώτος της Αγίας Σοφίας και υπογραμμίσαμε ότι αυτό το μοναδικό μνημείο απέκτησε ιερή αξία και για τις δύο μονοθεϊστικές θρησκείες, επειδή είχε λειτουργήσει ως τόπος λατρείας του Θεού για το 900 χρόνια για τους Χριστιανούς και για 500 χρόνια για τους Μουσουλμάνους. Συμπληρώσαμε ότι η επιστολή λέγοντας ότι θεωρούμε ως επιζήμια την Αγία Σοφία, η οποία λόγω της αφοσίωσής της στη Σοφία του Θεού αποτελεί σημείο συνάντησης και πηγή γοητείας για τους πιστούς και των δύο θρησκειών, να γίνει, το 21 ο πρώτος αιώνας, αιτία αντιμετώπισης και σύγκρουσης.
Ο ναός της Σοφίας του Θεού είναι αναμφίβολα ένα από τα σημαντικότερα κλασικά μνημεία του οικουμενικού πολιτισμού. ′′ Κλασικό ′′ είναι εκείνο που ξεπερνά πάντα τα όρια του λαού και τον χρόνο της δημιουργίας του και εκείνο που δεν ανήκει μόνο στον κάτοχό του, αλλά σε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Υπό αυτή την έννοια, ο τουρκικός λαός έχει τη μεγάλη ευθύνη και την ύψιστη τιμή να δώσει την καθολικότητα αυτού του εξαίσιου μνημείου. Ως μουσείο, η Αγία Σοφία μπορεί να λειτουργήσει ως τόπος και σύμβολο συνάντησης, διαλόγου και ειρηνικής συνύπαρξης των λαών και πολιτισμών, αμοιβαία κατανόηση και αλληλεγγύη μεταξύ Χριστιανισμού και Ισλάμ, το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό και ωφέλιμο για τον σύγχρονο κόσμο.
Κατά τη διάρκεια αυτών των ημερών των έντονων συζητήσεων για το θέμα αυτό, ένας αξιοσημείωτος Τούρκος δημοσιογράφος έγραψε ότι ενώ ζητείται η επιστροφή της Αγίας Σοφίας στη λατρεία του Θεού, φαίνεται ότι η νεολαία στρέφεται πιο εντατικά προς τις τέχνες και τον πολιτισμό. Δεν θα έπρεπε αυτή η στροφή της νεολαίας να είναι θέμα ανησυχίας για όλους μας; Δεν θα έπρεπε να στραφούμε και εμείς προς τις κοινές αρχές, προς τα ιδανικά που ενώνουν τη νεολαία και των δύο θρησκειών, μια πρωτοβουλία που θα διασφάλιζε ένα καλύτερο μέλλον για την ανθρωπότητα, αντί να αναδεικνύει και να επαναφέρει στο προσκήνιο ζητήματα που προκαλούν διαχωρισμούς και εντάσεις; Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί θα απογοητεύσει εκατομμύρια Χριστιανούς σε όλο τον κόσμο, και η Αγία Σοφία, η οποία λόγω της ιερότητας της είναι ένα ζωτικό κέντρο όπου η Ανατολή αγκαλιάζεται με τη Δύση, θα καταραγίσει αυτούς τους δύο κόσμους, περισσότερο σε μια ώρα που η ταλαιπωρημένη ανθρωπότητα, λόγω της θανατηφόρου πανδημίας του νέου κορονοϊού, χρειάζεται ενότητα και κοινό προσανατολισμό. 

Πέμπτη 18 Ιουνίου 2020

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης για την καταστροφή της ιστορικής Μονής Παναγίας Βαρνάκοβας



Την βαθύτατη λύπη και την οδύνη Του για την ολοσχερή καταστροφή που υπέστη η ιστορική Ι.Μονή Παναγίας Βαρνάκοβας εκφράζει ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, με επιστολή Του, προς τον Σεβ. Μητροπολίτη Φωκίδος κ. Θεόκτιστο.
“Δυσάγγελος κατέφθασεν εις Φανάριον η είδησις ότι η σεβασμία και ιστορική Ιερά Μονή Παναγίας Βαρνάκοβας εγένετο εκ νέου βορά εις την λαίλαπα του πυρός. Την οδύνην ημών ενέτεινεν η πληροφορία ότι εκάησαν ολοσχερώς τιμαλφή της πίστεως με κορωνίδα την περίπυστον και θαυματουργόν ομώνυμον Ιεράν Εικόνα της Θεομήτορος, ενώπιον της οποίας γόνυ έκλινε πολλάκις κατά τον ρουν της Ιστορίας το ευσεβές ημών Γένος εκζητούν την μητρώαν Εκείνης ενίσχυσιν”, επισημαίνει ο Παναγιώτατος στο Γράμμα Του και συνεχίζει: “Διό και εκ της Πόλεως της Θεοτόκου, συναλγούντες και συμπάσχοντες μετά του Ποιμενάρχου της Επαρχίας Φωκίδος, ήτοι της υμετέρας φιλτάτης Ιερότητος, της Αδελφότητος της Μονής αλλά και του ποιμνίου υμών, εκφράζομεν την συμπάθειαν και την θλίψιν της Μητρός Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως και ημών προσωπικώς, διότι η Ιερά αυτή Μονή, η “Αγία Λαύρα της Ρούμελης”, ο Κομνήνιος Παρθενών των Βαρδουσίων Ορέων, συνδέεται μεγάλως μετά των σεβαστοκρατόρων του ενδόξου ημών παρελθόντος.
Εκφράζοντες και αύθις τα πατρώα αισθήματα λύπης και οδύνης ως εκ της επισυμβάσης μεγάλης καταστροφής, ως και την ολόθυμον ημών συμπαράστασιν, επικαλούμεθα επί την υμετέραν Ιερότητα και επί τους υπ’ αυτήν κλήρον, λαόν και μοναστάς την άνωθεν ενίσχυσιν και πλουσίαν την Χάριν του εν Τριάδι Θεού των Πατέρων ημών, Ωι η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας. Αμήν.” 






ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ
Γραφείο Τύπου και Επικοινωνίας

Τα Δώρα των Τριών Μάγων, ανεκτίμητο κειμήλιο της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου του Αγίου Όρους

«Και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού, και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ, και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυ...