Παρασκευή 4 Ιουλίου 2014

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΚΝΑΝΑΣ Ο ΑΘΗΝΑΙΟΣ ΗΡΩΑΣ





Μέσα στη μακρόχρονη χριστιανική ιστορία της περιωνύμου και αγιοτόκου πόλεως των Αθηνών έζησαν αγιασμένες μορφές, οι οποίες διακρίθηκαν για το αγωνιστικό τους φρόνημα και την ακλόνητη πίστη τους στον Σωτήρα Χριστό.
Ακόμα και κατά τη σκοτεινή περίοδο της Τουρκοκρατίας υπήρξαν φωτεινά παραδείγματα νεομαρτύρων που αποδεικνύουν περίτρανα ότι ο Χριστός ζει και βασιλεύει σε όλους τους αιώνες, ακόμα και σε εποχές που ασθένησε η πίστη και λιγόστεψε η ελπίδα. Ανάμεσα στους νεαρούς αθλητές της πίστεως που έζησαν και μαρτύρησαν μέσα στη ζοφώδη περίοδο της Τουρκοκρατίας, συγκαταλέγεται και ένας αγράμματος, αλλά ευσεβής Αθηναίος κηπουρός, ο Άγιος ένδοξος νεομάρτυς Μιχαήλ ο Πακνανάς ή και Μπακνανάς επονομαζόμενος, ο δι’ αποκεφαλισμού μαρτυρικώς τελειωθείς στους στύλους του Ολυμπίου Διός στις 9 Ιουλίου 1771.




Ο νεαρός και λαμπρός αυτός αθλητής της πίστεως, ο οποίος συναριθμήθη στην ευλογημένη χορεία των αθλοφόρων ομολογητών και μαρτύρων του ονόματος του Κυρίου, γεννήθηκε το 1753 στην Αθήνα και συγκεκριμένα στην ιστορική συνοικία της Βλασσαρούς που βρίσκεται στον χώρο της Αρχαίας Αγοράς των Αθηνών. Οι γονείς του ήταν φτωχοί, αλλά ιδιαίτερα ευσεβείς, κατοικούσε δε σ’ ένα μικρό σπίτι επί της οδού Αστεροσκοπείου, το οποίο συνόρευε στη βόρεια πλευρά του με τον περίφημο βυζαντινό ναό των Αγίων Αποστόλων του Σολάκη που σώζεται μέχρι σήμερα στον χώρο της Αρχαίας Αγοράς. Η μεγάλη ανέχεια των γονέων του δεν του έδωσε την ευκαιρία να μορφωθεί, γι’ αυτό και παρέμεινε αγράμματος. Ήταν όμως απλοϊκός στη συμπεριφορά του και διέθετε μεγάλη πίστη στον Ιησού Χριστό, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τους τακτικούς εκκλησιασμούς του στον ιστορικό Ιερό Ναό της Παναγίας Βλασσαρούς, ο οποίος χρονολογούνταν από τον 17ο αιώνα, αλλά δυστυχώς κατεδαφίσθηκε το 1937 κατά τη διάρκεια των ανασκαφών της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής στον χώρο της Αρχαίας Αγοράς. Μάλιστα από τον ναό αυτό πήρε τη προσωνυμία «Βλασσαρού» η ομώνυμη ιστορική αθηναϊκή συνοικία, στην οποία κατοικούσε ο ευσεβής και ενάρετος Μιχαήλ. 





Όταν άρχισε ο Μιχαήλ να μεγαλώνει, ο πατέρας του, ο οποίος ονομαζόταν Αντώνιος, τον πήρε κοντά του στους κήπους, όπου εργαζόταν, για να τον βοηθά. Έτσι ο αγράμματος, αλλά ευσεβής Μιχαήλ έγινε κηπουρός. Είχε μάλιστα και ένα γαϊδουράκι, με το οποίο μετέφερε και πουλούσε διάφορα αγροτικά προϊόντα στα χωριά που βρίσκονταν γύρω από την Αθήνα. Μία ημέρα και ενώ επέστρεφε από τη συνηθισμένη του διαδρομή, σταμάτησε σε μία βρύση για να ξαποστάσει και να πιει νερό. Εκεί συνελήφθη από τους Τούρκους με την ανυπόστατη κατηγορία ότι δήθεν μετέφερε πυρίτιδα για να ενισχύσει τους υποκινούμενους από τους Ρώσους αρματωμένους Έλληνες στα γύρω χωριά και στη Σαλαμίνα και μάλιστα σε μία περίοδο που υπήρχε επαναστατικός αναβρασμός λόγω των Ορλωφικών. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι σύμφωνα με τον συγγραφέα Δημήτριο Σισιλιάνο (1875-1974) και το βιβλίο του «Παλαιαί Αθήναι, 1205-1821», και ο ίδιος ο Μιχαήλ είχε λάβει μέρος στην εξέγερση των Ελλήνων κατά την περίοδο του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1768 -1774). 




Μετά τη σύλληψη του, τον οδήγησαν στη φυλακή χτυπώντάς τον, και επί τριάντα ημέρες τον πίεζαν να ασπασθεί τον μουσουλμανισμό, υποβάλλοντάς τον σε φρικτά βασανιστήρια. Μάλιστα τον φοβέριζαν ότι εάν δεν τουρκεύσει, τότε θα τον θανατώσουν. Όμως ο ευσεβής και πάναγνος στην ψυχή Μιχαήλ αγνόησε τις απειλές και τα δελεάσματα των λυσσαλέων Τούρκων και έμεινε σταθερός και ακλόνητος στην πίστη του Ιησού Χριστού, επιδεικνύοντας αξιοθαύμαστη καρτερία και υπέρμετρο σθένος. Στη φυλακή ερχόταν και επισκεπτόταν τον Μιχαήλ ένας θεοσεβής χριστιανός, ονόματι Γεώργιος, ο οποίος μόλις πληροφορήθηκε τη φυλάκισή του, στάθηκε αρωγός στις δύσκολες στιγμές του, εμψυχώνοντάς τον να συνεχίσει με το ίδιο θάρρος και την ίδια δύναμη τον αγώνα του για του Χριστού την πίστη την αγία. Βλέποντας οι βασανιστές το ακμαίο φρόνημα και την αδάμαστη πίστη του νεαρού Μιχαήλ, αποφάσισαν να τον βγάλουν από τη φυλακή, όπου είχε υποβληθεί σε βασανιστήρια επί τριάντα ημέρες, και να τον οδηγήσουν στον Βοεβόδα. Αυτός προσπάθησε με διάφορα δελεάσματα και κολακείες να τον πείσει να αλλαξοπιστήσει και έτσι να αποφύγει τη θανατική καταδίκη. Ο θαρραλέος όμως Μιχαήλ έμεινε και πάλι σταθερός στην πίστη του, στους δε εκφοβισμούς και τις δελεαστικές προτάσεις απαντούσε με τη χαρακτηριστική φράση: «Δεν τουρκεύω». Βλέποντας ο Βοεβόδας την αμετάβλητη στάση του νεαρού αθλητού της πίστεως, τον έστειλε στον ονομαστό Καλοπασσιά από τα Ιωάννινα, ο οποίος τις ημέρες εκείνες βρισκόταν στην Αθήνα. Αυτός προσπάθησε άλλοτε με κολακείες και υποσχέσεις για πλούσια δώρα και πολλά χρήματα και άλλοτε με απειλές ότι θα τον βασανίσει και θα τον θανατώσει, να τον πείσει να γίνει μουσουλμάνος. Αλλά ο γενναίος αθλητής του Χριστού απαντούσε με την απλότητα και την ευγένεια της ψυχής του διαρκώς με δύο λέξεις που δεν ήταν άλλες από το: «Δεν τουρκεύω». Τότε ο Καλοπασσιάς απευθυνόμενος στον νεαρό Μιχαήλ, του πρότεινε να αρνηθεί τη χριστιανική του πίστη προσωρινά για να μπορέσει να γλυτώσει τη ζωή του και κατόπιν ας πάει σε άλλο τόπο και ας ασπασθεί εκεί και πάλι την πίστη του στον Χριστό. Όμως ο λαμπρός και καλλίνικος νεομάρτυς του Χριστού έμεινε σταθερός και ακλόνητος στην πίστη του, ενώ φώναζε ακατάπαυστα: «δεν τουρκεύω, δεν τουρκεύω». Βλέποντας ο Καλοπασσιάς την αλύγιστη πίστη του Μιχαήλ στον Ιησού Χριστό, δόθηκε η εντολή να οδηγηθεί στον κριτή για να τον δικάσει. Αυτός με τη σειρά του προσπάθησε με διάφορους τρόπους να τον προτρέψει να αλλαξοπιστήσει, αλλά και πάλι ο γενναίος ομολογητής της χριστιανικής πίστεως έλεγε διαρκώς τις λέξεις: «Δεν τουρκεύω». Τότε ο κριτής αποφάσισε τη δι’ αποκεφαλισμού θανάτωσή του. 





Κατά τη διάρκεια της μετάβασης του μάρτυρος στον τόπο της εκτέλεσης και παρόλο που ήταν δέσμιος και εξουθενωμένος από τα βασανιστήρια, πήγαινε με μεγάλη προθυμία και χαρά προς τον τόπο του μαρτυρίου, ενώ από τους χριστιανούς που έβρισκε στον δρόμο του, τους ζητούσε να τον συγχωρήσουν, ευχόταν δε ο Θεός να συγχωρήσει και αυτούς. Όταν έφτασε ο γενναίος Μιχαήλ στον τόπο της εκτέλεσης, γονάτισε και αφού προσευχήθηκε στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, έσκυψε την κεφαλή του γεμάτος χαρά και ανέμενε ήρεμος και γαλήνιος τον θάνατο, ο οποίος θα τον οδηγούσε στην αιώνια και αληθινή ζωή. Ο δήμιος χτύπησε με την ανάποδη πλευρά του σπαθιού τον λαιμό του μάρτυρος για να τον κάνει να δειλιάσει και έτσι να αρνηθεί τον Χριστό, έστω και την τελευταία στιγμή. Ο Μιχαήλ όμως του απάντησε: «Χτύπα για την πίστη». Στη συνέχεια ο δήμιος γύρισε το σπαθί από την κοφτερή του πλευρά και τον χτύπησε ελαφρά με την κόψη του σπαθιού για να τον κάνει να πονέσει και να αλλαξοπιστήσει. Αλλά και πάλι ο νεαρός αθλητής της πίστεως όχι μόνο δεν δείλιασε, αλλά απεναντίας φώναζε δυνατότερα προς τον δήμιο την ίδια φράση: «Χτύπα για την πίστη». Όμως η θαρραλέα αυτή στάση του Μιχαήλ εξαγρίωσε τον δήμιο σε τέτοιο βαθμό, ώστε επέφερε στη συνέχεια στον μάρτυρα ένα τόσο δυνατό χτύπημα, ώστε αποκόπηκε η τιμία κεφαλή του. Μ’ αυτό τον τρόπο ο δεκαοχτάχρονος Αθηναίος κηπουρός Μιχαήλ ο Πακνανάς έλαβε τον αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου και προσχώρησε στη θριαμβεύουσα Εκκλησία για να δοξάζεται αιώνια ως γενναίος ομολογητής και ένδοξος μάρτυς του ονόματος του Κυρίου. Η δι’ αποκεφαλισμού μαρτυρική τελείωση του Αγίου ενδόξου νεομάρτυρος Μιχαήλ του Πακνανά έλαβε χώρα στους στύλους του Ολυμπίου Διός στις 9 Ιουλίου 1771, που είναι και η ημέρα εορτασμού της μνήμης του. Ενδεικτικό είναι ότι μέχρι σήμερα σε έναν από τους στύλους του αρχαίου ειδωλολατρικού ναού σώζεται εγχάρακτη επιγραφή που μαρτυρεί και επιβεβαιώνει τον αποκεφαλισμό του Αγίου, και γράφει το ακόλουθο: «1771 Ιουλίου 9, απεκεφαλίσθη ο Πακνανάς Μιχάλης…». 




Στις 4 Απριλίου 2003 ο Άγιος νεομάρτυς Μιχαήλ ο Πακνανάς ή και Μπακνανάς όπως ονομάζεται, ανακηρύχθηκε από την Εκκλησία της Ελλάδος προστάτης άγιος των διαιτολόγων και διατροφολόγων, αφού ως κηπουρός συνέστηνε μία διατροφή πλούσια σε φρούτα και λαχανικά. Το όνομά του φέρει τιμητικά σήμερα κεντρικός αθηναϊκός δρόμος στην περιοχή του Ν. Κόσμου, καθώς και παρακείμενη στάση του τραμ. Η πανίερη μνήμη του ενδόξου αυτού Αθηναίου νεομάρτυρος τιμάται στην Αθήνα στους Ιερούς Ναούς Αναλήψεως Κυρίου Ν. Κόσμου και Αγίου Φιλίππου Βλασσαρούς, ενώ από το 2010 τελείται κατ’ έτος στη μνήμη του υπαίθρια Θεία Λειτουργία στον αρχαιολογικό χώρο των στύλων του Ολυμπίου Διός που αποτελεί και τον τόπο του ενδόξου μαρτυρίου του, με πρωτοβουλία του Αρχιμανδρίτου π. Μαξίμου Κάππα, Προϊσταμένου του ιστορικού Ιερού Ναού Αγίας Φωτεινής Ιλισσού.









Αξιομνημόνευτη είναι και η ψηφιδωτή εικονογραφική παράσταση του Αγίου στον Ιερό Ναό Αγίου Ανδρέου Δήμου Αγίας Παρασκευής Αττικής, αλλά και η ιστορηθείσα από τον αείμνηστο Φώτη Κόντογλου τοιχογραφία του ενδόξου Αθηναίου νεομάρτυρος στο παρεκκλήσιο της Αγίας Ειρήνης της οικογένειας Πεσμαζόγλου στην Κηφισιά Αττικής. Προς τιμήν του Αγίου έχουν ποιήσει ασματικές ακολουθίες ο αείμνηστος Μέγας Υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Γεράσιμος Μοναχός ο Μικραγιαννανίτης, ο οποίος έχει ποιήσει και Παρακλητικό Κανόνα, αλλά και ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Δρ. Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, ο οποίος έχει ποιήσει και Χαιρετιστήριους Οίκους στον Αθηναίο νεομάρτυρα του 18ου αιώνα. 





Ο Άγιος νεομάρτυς Μιχαήλ ο Αθηναίος κηπουρός, ο και Πακνανάς ή Μπακνανάς επονομαζόμενος, προβάλλει στη σημερινή εποχή μας ως φωταυγής αστέρας και οδοδείκτης στην πνευματική πορεία των Ελλήνων του 21ου αιώνα, αφού διδάσκει και παραδειγματίζει με το ακμαίο αγωνιστικό του φρόνημα και την ακλόνητη πίστη του στον Ιησού Χριστό, ενώ με τη δι’ αποκεφαλισμού μαρτυρική του τελείωση και με το τίμιο αίμα του συνέβαλε αποφασιστικά στην αναζωογόνηση της χλιαρής πίστεως των χριστιανών της εποχής του και στην αποφυγή του πνευματικού αποπροσανατολισμού του ελληνορθοδόξου Γένους μας στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας. 



Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός
Η Εκκλησία της Ελλάδος λόγω του ότι ήταν κηπουρός και σύστηνε μια διατροφή πλούσια σε λαχανικά και φρούτα τον εξέλεξε στις 4 Απριλίου 2003 ως προστάτη των Διαιτολόγων - Διατροφολόγων. 
https://www.youtube.com/watch?v=zBawFgtqfaE  

Ασματική ακολουθία του Αγίου Νεομάρτυρος Μιχαήλ του Πακνανά, του εξ Αθηνών  συνέταξε ο Μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης Υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.





Απολυτίκια του νεομάρτυρος.
Ήχος τέταρτος. Ταχύ προκατάλαβε. Γερασίμου.
Νεώτητι σώματος, τον παλαμναίον εχθρόν, αθλήσας κατέβαλες, υπέρ Χριστού του Θεού, τμηθείς τον αυχένα σου’ όθεν των Αθηναίων, η περίδοξος πόλις, μέλπει την άθλησίν σου, Μιχαήλ νεομάρτυς’ εκ ταύτης γαρ ως άνθος, ευώδες εβλάστησας. 

Έτερον. Ήχος τρίτος. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, ομολογία, κατηγλάησας, την Εκκλησίαν, και αθλοφόρων την χωρείαν κατεύφρανας’ συ των ανόμων κατετρόπωσας φάλαγκας, και αριστείας βραβεία απείληφας. Μιχαήλ μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.



Κοντάκιον. Ήχος τέταρτος. Επεφάνης σήμερον. Γερασίμου.
Ευσεβείας ίθεσιν, κεκοσμημένος, μαρτυρίου ήνησας, το θείον σκάμμα Μιχαήλ, και εκ χειρός του Παντάνακτος, τον της αθλήσεως, στέφανον είληφας.



Μεγαλυνάριον. Γερασίμου.
Χαίροις Αθηναίων εύχος σεμνόν, Μιχαήλ θεόφρων, νεομάρτυς του Ιησού’ ον αεί δυσώπει, υπέρ των εκτελούντων, την μνήμην σου την θείαν, και ευφημούντων σε.



Βιβλιογραφία 
* Αττάρτ Αθανασίου Α., Πρωτοπρεσβυτέρου, Ο Άγιος Φίλιππος Αθηνών και οι περί αυτόν κατεδαφισθέντες Ιεροί Ναοί και Ναΐσκοι από του 1ου αιώνος μ.Χ. έως και σήμερον, Αθήνα 2003.
* Μπούσια Χαραλάμπους Μ., Μιχαήλ νεομάρτυς ο Κηπουρός ή και Πακνανάς, Περιοδικό «Τόλμη», Τεύχος 21, Ιούλιος /Αύγουστος 2002.
* Νέον Μαρτυρολόγιον, Εκδοτικός Οίκος Αστήρ, Δ΄ Έκδοσις, Αθήναι 1993.
* Νικολάκη Φιλοθέου Μ., Αρχιμανδρίτου, Οι Άγιοι των Αθηνών, Εκδόσεις Σαΐτης, Αθήνα 2006.
* Τασούλα Μανουήλ, Αθηναίων Σεβάσματα - Ναοί της Αρχαίας Αγοράς και ξεχασμένα εκκλησάκια της Παλιάς Αθήνας, Εκδόσεις Ατραπός, Αθήνα 2003.
* Φερούση Δημήτρη, Μιχαήλ Μπακνανάς, Εκδόσεις Αστέρος, Αθήνα 2007.
http://syndesmosklchi.blogspot.gr/2013/07/1753-1771.html





Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ ΧΩΡΑ ΗΡΩΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΑΓΙΩΝ

ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ ΧΩΡΑ ΗΡΩΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΑΓΙΩΝ




Καππαδοκία ὀνομάζεται ἡ περιοχὴ ποὺ βρίσκεται μεταξὺ τοῦ Εὐφράτη ποταμοῦ (ἀνατολικά) καὶ τοῦ Ἄλυ ποταμοῦ (δυτικά). Πρὸς βορρᾶ ἔχει τὴν Παφλαγονία καὶ κυρίως τὸν Πόντο ἐνῷ πρὸς τὸ νότο ἔχει τὴν Κιλικία καὶ τὴν ὁροσειρὰ τοῦ Ταύρου. Λόγω τῆς θέσεώς της εὑρίσκεται πάνω στὸν ἄξονα τῶν δρόμων ποὺ ἑνώνουν τὴν Μικρὰ Ἀσία, τὴν Ἀνατολία καὶ τὴ μέση Ἀνατολή. Ἡ θέση τῆς λοιπὸν εἶναι στρατηγική' γι’ αὐτὸ ὑπῆρξε πέρασμα ὅλων τῶν κατακτητῶν καὶ πεδίο σκληρῶν ἀνταγωνισμῶν μ’ ἀποτέλεσμα νὰ εἶναι ἀπὸ τὶς πιὸ αἱματοβαμμένες περιοχὲς τοῦ κόσμου.



Ἡ Καππαδοκία ὑπῆρξε ἀπὸ τὶς πιὸ ἐκλεκτὲς ἐπαρχίες τοῦ Βυζαντινοῦ κράτους. Φημισμένη γιὰ τὰ ὡραῖα τῆς ἄλογα, τὸ ἠφαιστιογενὲς τῆς ἔδαφος, τὰ καταπληκτικὰ καὶ πανέμορφά της τοπία, τοὺς πανύψηλους βράχους της, τὰ λαξευτὰ σπίτια καὶ δημόσια κτίρια, τὰ λαξευτὰ μοναστήρια καὶ ἀσκητήρια, τοὺς λαξευτούς της ναούς. Φημισμένη γιὰ τὶς ὑπόγειες, δαιδαλώδεις, καὶ πολυώροφες πολιτεῖες της μὲ τὴν πρωτότυπη ἀρχιτεκτονικὴ καὶ τὰ θαυμαστὰ στατικὰ δεδομένα' τὶς μηχανολογικές τους ἐπινοήσεις καὶ τὰ πρωτότυπα συστήματα ἀερισμοῦ καὶ ἐπικοινωνίας' ποὺ κλείνανε τὴν εἴσοδό τους μὲ μιὰ τεράστια μυλόπετρα γιὰ νὰ μὴ τοὺς βρίσκουν οἱ ἀλλεπάλληλοι ἐπιδρομεῖς. Φημισμένη καὶ γιὰ τοὺς αὐτοκράτορες καὶ στρατηγοὺς ποὺ ἀνέδειξε, τοὺς θεοσοφιστὲς (Ἀπολλώνιος ὁ Τυανεὺς 1ος αἰὼν μΧ), τοὺς γεωγράφους καὶ περιηγητὲς (Παυσανίας καὶ Στράβων 2ος αἰὼν μΧ.), τὸν ἰατρὸ Ἀρεταῖο (2ος αἰὼν μΧ), τοὺς σοφιστὲς καὶ καθηγητὲς τῶν Ἀθηνῶν Ἰουλιανὸ καὶ Προαιρέσιο(4ος αἰὼν μΧ.). Φημισμένη ὅμως καὶ γιὰ τοὺς μάρτυρες, τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς πατέρες καὶ διδασκάλους, τοὺς ἀναρίθμητους ἁγίους. Διότι δέχθηκε τὸν χριστιανισμὸ μόλις ἐκεῖνος ἐμφανίσθηκε.



Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἀναφέρει τὴν Καππαδοκία στοὺς ἀποδέκτες τῆς πρώτης του ἐπιστολῆς μαζὶ μὲ τὶς ἐπαρχίες τοῦ Πόντου, τῆς Γαλατίας, τῆς Ἀσίας, καὶ τῆς Βιθυνίας. Πιθανὸν νὰ κήρυξε στὴ νότιο Καππαδοκία καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος κατὰ τὴν δευτέρα περιοδεία του. Νωρίτερα ἡ Καππαδοκία ἀναφέρεται κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς (Πράξ.2,9). Καππαδόκες μάρτυρες ὅπως ὁ ἅγιος Γεώργιος, ὁ ἅγιος Μάμας, οἱ ἅγιοι μάρτυρες Εὐέλπιστος, Ὀρέστης, Γόρδιος, Θεόδοτος, Θεόδωρος, Ρουφίνα, ὁ Ἰωάννης ὁ Ρῶσος τοῦ ὁποίου τὸ τίμιο λείψανο φέρανε οἱ ἀδελφοὶ πρόσφυγες ἀπὸ τὸ Προκόπι στὴν Εὔβοια καὶ τόσοι ἄλλοι ποτίζουν μὲ τὸ αἷμα τοὺς τὴν φυτεία τοῦ χριστιανισμοῦ. Μεγάλοι θεολόγοι στηρίζουν μὲ τὴ διδασκαλία καὶ τὴν ποιμαντική τους τὴν Ἐκκλησία. Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, Γρηγόριος ὁ Νύσσης, Ἀμφιλόχιος Ἰκονίου, Ἀστέριος Ἀμασείας, Φίρμος Καισαρείας, ὁ ἅγιος πατριάρχης Ἱεροσολύμων Ἀλέξανδρος, ὁ ἅγιος Φιρμιλιανὸς ἐπίσκοπος Καισαρείας, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ φωτιστῆς τῶν Ἀρμενίων, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Νεοκαισαρείας καὶ τόσοι ἄλλοι. Ὁ Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης, ὁ γέροντας τοῦ πατρὸς Παϊσίου τοῦ ἁγιορείτου, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος ὁ πατὴρ Παΐσιος κατάγονται ἀπὸ τὰ Φάρασα τῆς Καππαδοκίας ἡ ὁποία δὲν ἔπαυσε νὰ ἀναδεικνύει ἁγίους μέχρι καὶ τὸν ξεριζωμὸ τῶν Ἑλλήνων τὸ 1924.



Γιὰ νὰ ἐννοήσουμε πόσο ἥρωες, μάρτυρες, καὶ ἅγιοι ὑπῆρξαν οἱ Καππαδόκες πρέπει νὰ θυμηθοῦμε ὅτι ἡ Καππαδοκία ὑποδουλώθηκε στοὺς Σελτζούκους Τούρκους τὸ 1071 μὲ τὴν ἧττα τῶν Βυζαντινῶν στὸ Μαντζικέρτ. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ἐκείνη ἡ Καππαδοκία μαζὶ μὲ τὴν ἐπαρχία τῆς Ἀρμενίας χάθηκε ὁριστικὰ γιὰ τοὺς Βυζαντινούς. Ὁ Μανουὴλ Κομνηνὸς θὰ προσπαθήσει ν’ ἀνακτήσει τὰ χαμένα ἐδάφη τὸ 1176 στὸ Μυριοκέφαλο ἀλλὰ ἡ ἧττα του θὰ ὁριστικοποιήσει τὴν ἀσέληνη νύχτα τῆς δουλείας. Ἔκτοτε συνεχεῖς προελάσεις καὶ ἐπιδρομὲς Μογγόλων, Μαμελούκων, Τουρκομάνων, καὶ Ὀθωμανῶν θὰ καταστήσουν ἀφόρητη τὴν ζωὴ τῶν χριστιανικῶν πληθυσμῶν. Τὸ 1476 ἡ Καππαδοκία περνᾶ ὁριστικὰ στὰ χέρια τῶν Ὀθωμανῶν Τούρκων.



Καὶ τώρα ἃς σκεφθοῦμε' ἀπὸ τὸ 1071 ποὺ ὑποδουλώθηκε ἡ Καππαδοκία στοὺς Σελτζούκους Τούρκους καὶ ἐν συνεχείᾳ τὸ 1476 στοὺς Ὀθωμανοὺς μέχρι τὸ 1924 ποὺ ἀναχώρησαν οἱ τελευταῖοι ΄Ἕλληνες Καππαδόκες περάσανε 853 χρόνια! Οἱ ἱστορικοὶ δέχονται ὅτι καὶ πρὶν τὴ μάχη τοῦ Μαντζικὲρτ ὁρισμένες περιοχὲς τῆς Καππαδοκίας εἶχαν χαθεῖ γιὰ τοὺς βυζαντινοὺς καὶ σ’ αὐτὲς ἡ δουλεία φθάνει καὶ τὰ 900 χρόνια! Τέτοια μακρόχρονη δουλεία καμμία ἑλληνικὴ περιοχὴ δὲν ἀντιμετώπισε. Μόνο ἡ ἐπίσης μαρτυρικὴ καὶ πολύπαθη καὶ ἁγία νῆσος τῆς Κύπρου φθάνει τὰ 768 χρόνια σκλαβιᾶς, ἀπὸ τὸ 1191 μέχρι τὸ 1959 ποὺ ἐλευθερώθηκε. Λατῖνοι καὶ Ἐνετοί(379 χρόνια), Τοῦρκοι(308 χρόνια), καὶ Ἄγγλοι(81 χρόνια) ἦταν οἱ κατακτητές της, μὲ χειρότερους καὶ σκληρότερους τοὺς Λατίνους κατὰ τὴν κυριαρχία τῶν ὁποίων οἱ ἀδελφοὶ Κύπριοι φτύσανε ὄχι μόνο αἷμα ἀλλὰ καὶ τὸ γάλα τῆς μάνας τους.



Κομπορρημονοῦμε ἐμεῖς στοὺς πανηγυρικούς της 25ης Μαρτίου γιὰ τὸ πὼς ἀντέξαμε τὰ 400 χρόνια δουλείας (ἡ νότιος Ἑλλάδα) καὶ τὰ 500 (ἡ βόρειος Ἑλλάδα) καὶ καλὰ κάνουμε' ἀλλὰ νὰ θυμώμαστε τὶς μαρτυρικὲς περιοχὲς ποὺ προαναφέραμε ποὺ τὸ χῶμα τοὺς ἔχει ὡς κύρια συστατικά του τὸ αἷμα, τὸ μαῦρο δάκρυ, τὰ πολτοποιημένα ἀπὸ τὰ μαρτύρια καὶ καμένα ἀπὸ τὴν φωτιὰ τίμια ὀστᾶ καὶ λείψανά τους. Ἦταν τόσο μακρόχρονη ἡ δουλεία τῶν Καππαδοκῶν καὶ τόσο ἀφόρητες οἱ πιέσεις ποὺ χάσανε καὶ τὴ γλῶσσα τους. Μιλούσανε τὰ «καραμανλίδικα» ποὺ ἦταν τουρκικὰ ποὺ τὰ γράφανε μὲ ἑλληνικοὺς χαρακτῆρες. Ἀναφέρουν οἱ ἱστορικοί, ὅτι τὸ 1477 ὑπάρχει Καππαδοκικὴ κοινότητα στὴν Κωνσταντινούπολη μὲ 384 οἰκογένειες οἱ ὁποῖες μιλοῦν τουρκικά, ἀκόμη καὶ στὴ θεία λειτουργία, ποὺ τελοῦν στὸν ἅγιο Κωνσταντῖνο στὰ Ψωμαθειά. Κάποιοι θὰ τοὺς κατηγορήσουν' ἃς θυμηθοῦν ὅμως, ὅτι εἶχαν περάσει ἤδη ἀπὸ τὸ 1071 ποὺ ἔγινε ἡ μάχη τοῦ Μαντζικὲρτ 406 χρόνια ἀφόρητης σκλαβιᾶς στοὺς Σελτζούκους, ὑφιστάμενοι συγχρόνως τὶς ἐπιδρομὲς ἀγρίων νομαδικῶν φυλῶν ποὺ προαναφέραμε, μὲ ἀποτέλεσμα τουλάχιστον στὰ ἀστικὰ κέντρα νὰ ἀποτελοῦν τὴν μειοψηφία ἐν μέσω τῶν ἀγρίων πιστῶν τῆς ἐρυθρᾶς ἡμισελήνου. Χάσανε λοιπὸν καὶ τὴ γλῶσσα τους. Δὲν χάσανε ὅμως τὴν ὀρθόδοξη πίστη τους καὶ τὸν ἑλληνισμό τους.


Αὐτὰ ποὺ κρατήσανε οἱ Καππαδόκες ἐν μέσω φρικτῶν μαρτυρίων καὶ ἀγώνων καὶ κατατρεγμῶν ἃς φροντίσουμε μὴ τὰ χάσουμε ἐν μέσω τῆς εὐημερίας, τῆς εὐμάρειας, καὶ τῆς ρᾳστώνης ποὺ διακρίνει τὴν ἐποχή μας. Καὶ θὰ τὸ πετύχουμε αὐτὸ ἐὰν μνημονεύουμε τῶν ἀγώνων καὶ θυσιῶν τῶν ἀειμνήστων αὐτῶν προγόνων μας, τοὺς θαυμάζουμε, τοὺς ζηλεύουμε καὶ προσπαθοῦμε νὰ τοὺς μιμηθοῦμε.




Δυστυχῶς ὅμως τὸ ἀντίθετο συμβαίνει. Τὰ σχολικὰ βιβλία τῆς ἱστορίας μας ἀποσιωποῦν ἢ διαστρέφουν ἱστορικὰ γεγονότα. Ἡ θρησκεία μας δὲν θεωρεῖται πλέον στοιχεῖο τῆς ταυτότητάς μας. Τὰ καινούργια διαβατήρια δὲν ἔχουν οὔτε μία εἰκόνα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν Ἑλλήνων στὴν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας, ἐνῷ τὴν ὑπερχιλιετὴ περίοδο τοῦ Βυζαντίου τὴν παρουσιάζουν μόνο μὲ δυὸ εἰκόνες ποὺ ἔχουν τὴ μονὴ Σιμωνόπετρας τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ τῆς ἁγίας Σοφίας τοῦ Μυστρά, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ὅμως ἀφαιρέθηκε τεχνηέντως ὁ σταυρὸς ἀπὸ τὸν τροῦλλο τῶν ἐκκλησιῶν! Δηλαδὴ ἐπειδὴ τυχαίνει τὰ κτίσματα νὰ εἶναι ναοὶ τῆς Ὀρθοδοξίας βγάλαμε τὸ σύμβολο τοῦ χριστιανισμοῦ. «Πρὸς Θεοῦ ὄχι θρησκευτικά» ποὺ ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος Παπαδιαμάντης εἰρωνευόμενος τοὺς κομπλεξικοὺς Ἕλληνες τῆς ἐποχῆς του. Κυριαρχοῦν τὰ μνημεῖα ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, γιατί «εἴμαστε κατ’ εὐθεῖαν ἀπόγονοι τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων». Καὶ μὴ χειρότερα…











ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Ο ΝΑΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ


Ο ΝΑΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ 
Ο ναός των Αγίων Αποστόλων ήταν ένας περικαλλής χριστιανικός ναός της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος χτίστηκε το 550 στον τέταρτο λόφο της Πόλης, βορειοδυτικά του υδραγωγείου του Ουάλη. Ήταν τεραστίων διαστάσεων, σχεδόν όσο ο ναός της Αγίας Σοφίας και επί αιώνες (από τον 4ο ως τον 11ο) ενταφιάζονταν εκεί Αυτοκράτορες, Πατριάρχες και επίσκοποι. Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, μεταφέρθηκε εκεί η έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Το 1461 όμως, οι Οθωμανοί τον κατεδάφισαν ολοσχερώς και στη θέση του οικοδόμησαν το Φατίχ τζαμί. 


Ο αρχικός ναός των Αγίων Αποστόλων κτίστηκε περί το 330, όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη την πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας. Το 337, όταν ο Κωνσταντίνος πέθανε, ο ναός δεν είχε τελειώσει, και ο ίδιος ενταφιάστηκε προσωρινά στο ναό του Αγίου Ακακίου στην Κωνσταντινούπολη. Όταν ολοκληρώθηκε από το γιο του, Κωνστάντιο, ο ναός των Αγίων Αποστόλων, μεταφέρθηκε εκεί και η σoρός του Κωνσταντίνου.
Σκοπός του Αυτοκράτορα ήταν να συγκεντρώσει εκεί και τα λείψανα όλων των Αποστόλων. Τελικά, έγινε εφικτό να μεταφερθούν λείψανα μόνο του Αποστόλου Ανδρέα (από την Αχαΐα το 357[1]), του Ευαγγελιστή Λουκά και του Αγίου Τιμοθέου (από την Έφεσο). Ερμηνευτικό ζήτημα έχει προκύψει κατά καιρούς για το εάν τελικά ο ναός ήταν αφιερωμένος και στους Δώδεκα Αποστόλους, ή μόνο στους τρεις, των οποίων τα λείψανα βρίσκονταν εκεί. Η επικρατούσα άποψη κλίνει προς τους δώδεκα Αποστόλους. Η άποψη αυτή ενισχύεται από ομιλία του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, από την οποία συνάγεται ότι ο ναός ετιμάτο και στους δώδεκα μαθητές του Χριστού, και πως η ιδιαίτερη αναφορά στους τρεις γινόταν λόγω του ότι εκεί φυλάσσονταν τα λείψανά τους. Επίσης, σε διάφορους κώδικες σώζεται το επίγραμμα Στίχοι στην εξωτερική πύλη των Αγίων Αποστόλων για το τέλος της ζωής τους. Αυτό ήταν γραμμένο πάνω από την κεντρική πύλη του ναού και αναφερόταν στον τρόπο θανάτου του καθενός από τους δώδεκα.
Λίγα είναι γνωστά για την όψη εκείνου του ναού, εκτός του ότι ήταν σταυρόσχημος. Ο ιστορικός Ευσέβιος Καισαρείας αναφέρει ότι ήταν ψηλό κτίριο, με προστώα και στις τέσσερις πλευρές, μαρμάρινους τοίχους και χρυσό τρούλο. Στα «Πάτρια» (Ψευδο-Κωδινός) αναφέρεται ότι η οροφή του ήταν ξύλινη. Αναφορές στη «θαυμάσια» εκκλησία κάνουν και οι Φιλοστόργιος και Θεόδωρος αναγνώστης.
Ο ναός του Ιουστινιανού 


Κατά τη βασιλεία του Ιουστινιανού διαπιστώθηκε ότι ο ναός ήταν πλέον ανεπαρκής. Έτσι, ελήφθη η απόφαση να κτιστεί νέος. Ο ιστορικός Προκόπιος αποδίδει το κτίσιμο του νέου ναού στον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό, αν και ο Ψευδο-Κωδινός αποδίδει την ανακατασκευή στην Αυτοκράτειρα Θεοδώρα.
Ο νέος ναός σχεδιάστηκε και κτίστηκε υπό την επίβλεψη των αρχιτεκτόνων της Αγίας Σοφίας, Ανθέμιου και Ισίδωρου. Ήταν σταυροειδής βασιλική, με πέντε τρούλους: ένας σε κάθε βραχίονα του σταυρού και ένας στο κέντρο, στο σημείο τομής των βραχιόνων. Ο δυτικός βραχίονας του σταυρού προεκτεινόταν, σχηματίζοντας αίθριο. Ιερό δεν υπήρχε, καθώς η Αγία Τράπεζα ήταν τοποθετημένη στο κέντρο του ναού, κάτω από τον κεντρικό τρούλο. Τα λείψανα του Μεγάλου Κωνσταντίνου και των τριών αγίων μεταφέρθηκαν στη νέα εκκλησία, ενώ κτίστηκε και σταυροειδές μαυσωλείο για τον Ιουστινιανό και την οικογένειά του, στο τέλος του βόρειου κλίτους. Τα εγκαίνια του νέου ναού έγιναν στις 28 Ιουνίου του 550.
Για πάνω από 7 αιώνες, ο ναός των Αγίων Αποστόλων ήταν ο δεύτερος σημαντικότερος ναός της Βασιλεύουσας. Ενώ η Αγία Σοφία βρισκόταν στο παλαιό μέρος της Πόλης, οι Άγιοι Απόστολοι κυριαρχούσαν στην πλευρά των νεότερων επεκτάσεων, πάνω στην ονομαζόμενη Μέση ή Κεντρική Οδό. Ήταν προσκυνηματικό κέντρο, καθώς εκτός των τριών προαναφερθέντων αγίων, των Αυτοκρατόρων, των Πατριαρχών (μεταξύ αυτών και του Ιωάννη του Χρυσοστόμου και του Γρηγορίου του Θεολόγου), των επισκόπων, αγίων και μαρτύρων που είχαν ενταφιαστεί εκεί, στην εκκλησία βρισκόταν και μέρος της Στήλης της Φραγγελώσεως, στην οποία κατά την παράδοση δέθηκε και μαστιγώθηκε ο Χριστός.[2] Κατά τη διάρκεια των ετών, ο ναός συγκέντρωσε μεγάλες ποσότητες χρυσού, αργύρου και πολύτιμων λίθων, από αφιερώσεις των πιστών.
Ο Αυτοκράτορας Βασίλειος ο Μακεδών ανακαίνισε και ενδεχομένως επέκτεινε το ναό, τον 9ο αιώνα. Τον 10ο αιώνα, ο Κωνσταντίνος της Ρόδου συνέθεσε μακροσκελή έμμετρη «Περιγραφή της εκκλησίας των Αποστόλων», την οποία αφιέρωσε στον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Πορφυρογέννητο.
Λεηλασία και παρακμή 


Ο ναός λεηλατήθηκε το 1204 από τους Σταυροφόρους της Δ' Σταυροφορίας. Λειψανοθήκες, χρυσά και αργυρά σκεύη με πολύτιμους λίθους, εικόνες, πολυτελή άμφια και άλλοι ανεκτίμητοι θησαυροί του ναού εξαφανίστηκαν. Ο ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης αναφέρει ότι ακόμη και οι τάφοι των Αυτοκρατόρων συλήθηκαν και αφαιρέθηκε ο,τιδήποτε πολύτιμο περιείχαν. Ανοίχθηκε ακόμη και ο τάφος του Ιουστινιανού, ενώ από τον τάφο του Αυτοκράτορα Ηρακλείου αφαιρέθηκε το χρυσό του διάδημα, μαζί με τα μαλλιά του, στα οποία είχε προσκολληθεί. Κάποιοι από αυτούς τους θησαυρούς μεταφέρθηκαν στη Ρώμη, ενώ οι περισσότεροι στη Βενετία και είναι σήμερα σε κοινή θέα στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου. Πριν την επέλαση των Σταυροφόρων όμως, ο αυτοκράτορας Αλέξιος Γ' Άγγελος είχε αφαιρέσει μεγάλος μέρος της πολύτιμης διακόσμησης των σαρκοφάγων του ναού και το οδήγησε στα χυτήρια, στην προσπάθειά του να εξοικονομήσει χρήματα για να εξαγοράσει τη συνεργασία του Ερρίκου Στ'.
Όταν ο Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος επανακατέκτησε την Πόλη, ανήγειρε στο ναό ένα άγαλμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ επάνω σε στήλη, σε ανάμνηση του γεγονότος, και του εαυτού του. Το άγαλμα καταστράφηκε από σεισμό το 1328. Στις αρχές του 14ου αιώνα, ο Αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β' Παλαιολόγος αναπαλαίωσε το ναό, ο οποίος όμως κατόπιν εγκαταλείφθηκε, καθώς ολόκληρη η Βυζαντινή Αυτοκρατορία παρήκμασε και ο πληθυσμός της Πόλης μειωνόταν συνεχώς. Σύμφωνα με μαρτυρία του Φλωρεντίνου καθολικού ιερέα Cristoforo Buondelmonti, το 1420 ο ναός ήταν ρημαγμένος. 


Μετά την Άλωση
Κατά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ο ναός καταστράφηκε ολοκληρωτικά. Ο ιστορικός Κριτόβουλος αναφέρει ότι φανατικοί δερβίσηδες με ρόπαλα και λοστούς κατέστρεφαν επί 14 ώρες τον ναό. Αφού δε συνέθλιψαν τα ιερά λείψανα και τα οστά των αυτοκρατόρων, έριξαν τα υπολείμματα σε ασβεστοκάμινο.
Μετά την Άλωση, ο ναός της Αγίας Σοφίας, έδρα ως τότε του Πατριαρχείου, μετατράπηκε σε τζαμί. Ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής παραχώρησε τον κατεστραμμένο πια ναό των Αγίων Αποστόλων στον Πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο, προκειμένου να μεταφερθεί εκεί το Πατριαρχείο. Η περιοχή όμως κατοικήθηκε από Τούρκους και υπήρχε αυξανόμενη εχθρότητα, καθώς ένα τόσο μεγάλο οικοδόμημα παρέμενε σε χριστιανικά χέρια. Έτσι, το 1456, ελήφθη η απόφαση για μεταφορά της έδρας του Πατριαρχείου στη Μονή Παμμακάριστου.
Το 1461, ο Σουλτάνος Μωάμεθ κατεδάφισε τον ναό και στη θέση του οικοδόμησε εντυπωσιακό μουσουλμανικό τέμενος, το Φατίχ τζαμί (Τέμενος του Πορθητή), το οποίο υπάρχει μέχρι σήμερα. Εκεί βρίσκεται ο τάφος του Πορθητή (Φατίχ) της Βασιλεύουσας Μωάμεθ Β΄.
Μορφή
Η βασιλική του Αγίου Μάρκου στη Βενετία από ψηλά: εμφανές το σταυροειδές σχήμα και οι πέντε τρούλοι
Πέραν του χειρογράφου που εξεικονίζεται παραπάνω, δεν υπάρχει άλλη οπτική αναπαράσταση του ναού. Γνωρίζουμε όμως ότι η Βασιλική του Αγίου Μάρκου στη Βενετία κτίστηκε με πρότυπο το ναό των Αγίων Αποστόλων. Ο συγγραφέας του 12ου αιώνα Νικόλαος Μεσαρίτης συνέγραψε περιγραφή του ναού, από την οποία διασώζεται μόνο ένα μέρος. 




Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014

Βάπτισμα και Νηπιοβαπτισμός + π. Αντωνίου Αλεβιζόπουλου



π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος 
Δρ. Θεολογίας Δρ. Φιλοσοφίας
Βάπτισμα και Νηπιοβαπτισμός

Βάπτισμα
Κατά την ορθόδοξη πίστη η αναγέννηση του ανθρώπου πραγματοποιείται με το άγιο βάπτισμα. Δεν πρόκειται εδώ για το βάπτισμα του Ιωάννη, γιατί αυτό διακρίνεται από το Χριστιανικό  βάπτισμα (Πράξ. ιθ' 3-5). Το Χριστιανικό βάπτισμα γίνεται εις το όνομα του Πατρός και του υιού και του Αγίου Πνεύματος (Ματθ. κη' 19)
Με το Χριστιανικό βάπτισμα ενδύεται κανείς τον Χριστό, λαμβάνει το Πνεύμα της υιοθεσίας και γίνεται κληρονόμος Θεού και συγκληρονόμος Ιησού Χριστού (Γαλ γ' 26-29. Ρωμ. η' 17). Η αγία Γραφή βεβαιώνει πώς δεν υπάρχουν δύο βαπτίσματα για τούς πιστούς το βάπτισμα με νερό, πού ακολουθείται από το άγιο Χρίσμα, είναι ή «άνωθεν αναγέννηση» του Ιω. γ' 3-5.

Το Χριστιανικό Λοιπόν βάπτισμα είναι απαραίτητο για τη σωτηρία (Μάρκ. ιστ' 16. Α' Πέτρ. γ' 20-21). Μ' αυτό αποθνήσκουμε ως προς την αμαρτία και αναγεννώμεθα πνευματικά (Πράξ. β' 38. Ρωμ. στ' 1-11. Τίτ. Υ' 5).
 Με το άγιο βάπτισμα λαμβάνουμε το Πνεύμα της υιοθεσίας και γινόμαστε «τέκνα Θεού» (Ρωμ. η' 5-11. Γαλ δ' 5-6), γιατί με το βάπτισμα εvτασσόμαστε στο σώμα του Κυρίου, στην Εκκλησία (Πράξ. β' 41.47. Α' Κορ. lβ' 13. Γαλ Υ' 26-28) «εν σώμα και εν Πνεύμα... μία πίστις, ένα βάπτισμα» (Εφεσ. δ' 4-5). Ή Εκκλησία, πού είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» (Α' Τιμ. Υ' 15), ερμήνευσε το Ιω. γ' 3-5 σε αναφορά με το άγιο βάπτισμα.
Ο άγιος Ιουστίνος (†165) συνδέει το βάπτισμα με την αναγέννηση του Ιω. γ' 3-5' μάλιστα το χαρακτηρίζει «τρόπον αναγεννήσεως» (Άπολ Α' 61). Ο Ωριγένης (185-254) Λέγει πώς το Άγιο Πνεύμα υπάρχει «εις μόνους τούς μεταλαβόvτας αυτού εν τη του βαπτίσματος δόσει» (παρά Άθαν., Πρός Σεραπ. επ. Δ', 10). Ο Τερτυλλιανός (†220) αναφέρει πώς «χωρίς το βάπτισμα δεν ανήκει σε κανένα η σωτηρία, όλως ιδιαιτέρως εξ αιτίας του Λόγου του Κυρίου, 'εάν τις δεν αναγεννηθεί εξ ύδατος', δεν έχει την Ζωήν» (Περί βαπτ. 12). Ο Μ. Άθανάσιος αναφέρει πώς ο βαπτιζόμενος «τον μεν παλαιόν απεκδύεται, ανακαινίζεται δε άνωθεν, γεννηθείς τη του Πνεύματος χάριτι» (Πρός Θεραπ., επιστ. Δ',13). (295-373) 
Αλλά και στην εποχή των μεγάλων πατέρων, η Εκκλησία με τον ίδιο τρόπο ερμήνευσε τούς Λόγους της Γραφής, ταυτίζοντας τη σωτηρία και την αναγέννηση με το βάπτισμα.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρεται στο διάλογο με τον Νικόδημο (Ίω. γ' 1-21) και ονομάζει το βάπτισμα «λοχείαν», δηλαδή τοκετόν και «νέον δημιουργίας τρόπον... εξ ύδατος και Πνεύματος», «και αν ερωτήση κανείς ‘πως από ύδωρ;', τότε πρέπει να δοθεί η απάvτηση: Όπως ακριβώς εις την αρχήν το πρώτον υποκείμενον στοιχείον ήτό το χώμα και το παν ήτο έργο του Δημιουργού, έτσι και τώρα το μεν ύδωρ είναι το υποκείμενον στοιχείον, το παν δε είναι έργον της χάριτος του Πνεύματος'» (Χρυσ., Εις τό Ιω., ομιλ ΚΕ' 2).
«Διότι τίποτε το αισθητόν δεν μας παρέδωσεν ο Χριστός αλλά με αισθητά μεν πράγματα, όλα όμως νοητά. Έτσι και το βάπτισμα, η μεν δωρεά του ύδατος γίνεται με αισθητόν πράγμα, αλλά το συντελούμενον, δηλαδή η αναγέννησις και ανακαίνισις είναι νοητά. Διότι, εάν μεν ήσουν ασώματος, γυμνά θα σου παρέδιδε τα ασώματα αυτά δώρα. Επειδή όμως η ψυχή είναι στενά συνδεδεμένη με το σώμα, με αισθητά πράγματα σου παραδίδει τα νοητά» (Χρυσ., Εις το Ματθ., όμιλ. ΠΒ' 4)
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος (381) αναφέρει τρεις γεννήσεις: «την σωματική, την δια του βαπτίσματος και την δια της αναστάσεως» (Λόγος Μ' 2, Εις το άγιον βάπτισμα).

Αλλά και οι Πατέρες της Δυτικής Εκκλησίας, όπως ο Αυγουστίνος, ονομάζουν το βάπτισμα «μυστήριον αναγεννήσεως». Γι' αυτό και όποιος αρνείται τον νηπιοβαπτισμό, βρίσκεται αντιμέτωπος με την αγία Γραφή, αλλά και με το «τυπικό της Εκκλησίας, πού παραδόθηκε από παλαιά και τηρείται πάντοτε» (Αύγουστ., Έπιστ. πρός Σίξτο VII 32. Χ 43).
Το γεγονός της ταύτισης του βαπτίσματος με την αναγέννηση δεν σημαίνει βέβαια πώς το βάπτισμα μας απαλλάσσει από τον προσωπικό αγώνα για την διατήρηση και την καρποφορία του πνευματικού δώρου. Αντίθετα η Εκκλησία εύχεται στον Κύριο να αναδείξει τον νεοφώτιστο «αήττητον αγωνιστήν κατά των μάτην έχθραν φερομένων κατ' αυτού» και να δώσει σ' αυτόν «πάντα μελετάν εν τω νόμω σου και τα ευάρεστά σοι πράττειν».

Όπως αναφέρθηκε, το βάπτισμα μας «ενδύει» τον Χριστό και μας εισάγει στο Σώμα του Χριστού, δηλαδή στη «βασιλεία του Θεού» (Ίω. γ' 3-5), όμως αυτός είναι ο «αρραβών» (Β' Κορ. ε' 5. Έφεσ. α' 14), τον οποίο ο άνθρωπος μπορεί και να χάσει. Άλλωστε η περίοδος του αρραβώνα, ακόμη και στις ανθρώπινες σχέσεις, είναι περίοδος δοκιμασίας. Γι' αυτό και απαιτείται άσκηση και αγώνας (Α' Θεσ. ε' 6-11. Α' Πέτρ. ε' 8-9).


Νηπιοβαπτισμός
 Όπως αναφέραμε, στην ορθόδοξη Εκκλησία η αναγέννηση ταυτίζεται με το άγιο βάπτισμα, δεν προηγείται του βαπτίσματος. Το βάπτισμα είναι σωτηρία, γι' αυτό και δεν το στερούμε από τα μικρά παιδιά. Ο Κύριος παρήγγειλε πώς δεν πρέπει κανείς να εμποδίζει τα παιδιά να λάβουν τη χάρη (Ματθ. ιθ' 14).
 Ο άγιος Ειρηναίος († 202), αναφέρει πώς ο Χριστός «ήλθε να σώσει δια του εαυτού τού όλους λέγω, όσοι δι' αυτού αναγεννώνται εις Θεόν, βρέφη και παιδιά και νέους και γέρους. Γι' αυτό ήλθε χάριν όλων των ηλικιών και έγινε βρέφος για τα βρέφη, αγιάζων τα βρέφη νήπιος μεταξύ των νηπίων, αγιάζων τούς έχοντας την ηλικίαν αυτήν...» (Ειρ.,MPL 7,784).
Ο Ωριγένης μας πληρoφoρεί για την πράξη της Εκκλησίας της εποχής του: «Τα παιδιά βαπτίζονται εις άφεσιν αμαρτημάτων... μήποτε επεί ουδείς καθαρός από ρύπου, τον ρύπον δε αποτίθεταί τις δια του μυστηρίου του βαπτίσματος, δια τούτο και τα παιδιά βαπτίζονται» (Ύπόμν. εις Ρωμ. ε' 9, βλ. Π. Τρεμπέλα, Δογματική, τόμος 3, σ. 114).
Ο Τερτυλλιανός, κάτω από αιρετικές επιδράσεις αντιτίθεται στην τότε πράξη της Εκκλησίας και αναφέρει: «Γιατί η αθώα ηλικία σπεύδει εις την άφεσιν των αμαρτιών; Επιθυμεί ίσως να συμπεριφερθεί σε πρόσκαιρα πράγματα με μεγαλύτερα προσοχή, και τα θεϊκά αγαθά να εμπιστευθεί σε κάποιον, στον όποιον δεν εμπιστεύεται ακόμη τα γήινα;» (Τερτυλ, Περί βαπτ. 18).


Ο άγιος Κυπριανός († 258), μας πληροφορεί οτι «δεν επιτρέπεται να αρνηθούμε σε κανένα άνθρωπο, πού γεννήθηκε, το έλεος και τη χάρη του Θεού. Διότι, αφού ο Κύριος λέγει στο ευαγγέλιό του πώς ο Υιός του ανθρώπου δεν ήλθε να Καταστρέψει τις ψυχές των ανθρώπων, αλλά να τις σώσει (Λουκ. θ' 56), δεν επιτρέπεται, καθόσον εξαρτάται από μας, να απολεσθεί καμία ψυχή. Διότι τι λείπει ακόμη σε αυτόν πού σχηματίσθηκε στην κοιλία της μητέρας του με το χέρι του Θεού;». «Εάν κάτι θα μπορούσε να εμποδίσει τούς ανθρώπους να λάβουν τη χάρη, τότε θα ήταν πιο πολύ για τούς ενήλικες και ηλικιωμένους και γέρoντες εμπόδιο οι βαρύτερες αμαρτίες. Εάν όμως παρέχεται άφεση αμαρτιών ακόμη και σε πιο βαριά αμαρτωλούς και σε εκείνους πού προηγουμένως πολλαπλά αμάρτησαν εναντίον του Θεού και δεν αποκλείεται κανείς από το βάπτισμα και τη χάρη, εάν αργότερα επιστρέψει, πόσο λιγότερο επιτρέπεται το να εμποδίζει κανείς ένα παιδί, πού είναι νεογέννητο και δεν διέπραξε καμία αμαρτία, ,αλλά έχει υποστεί μόνο με την πρώτη γέννηση τη δραστικότητα του παλαιού θανάτου, επειδή κι αυτό, όπως και ο Αδάμ εγεννήθη κατά σάρκα! Έτσι μπορεί να φθάσει στην άφεση αμαρτιών γι' αυτό το λόγο πιο εύκολα, επειδή δεν υπάρχουν για συγχώρηση προσωπικές αμαρτίες, αλλά μόνο ξένες αμαρτίες »(Κυπρ., Επιστ. πρός Φίντους (BKV 2,273. 275).
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, για να κατοχυρώσει τον νηπιοβαπτισμό αναφέρει την περιτομή, πού γινόταν την όγδοη ημέρα από τη γέννηση του παιδιού (Γεν. ιζ' 12) και την επάλειψη των θυρών με αίμα του αμνού (Έξοδ. ιβ' 7) και υπογραμμίζει:
«Έχομεν αιτιολογίαν, την οκταήμερον περιτομήν, πού ήτο μιά τυπική σφραγίς και εδίδετο εις αυτούς, στους οποίους δεν είχεν αναπτυχθεί ακόμη το λογικόν. Ομοίως και η επάλειψις των φλιών των θυρών, η οποία εφύλαττε με τα αναίσθητα, τα πρωτότοκα» (Γρηγ. Θεολογ., Λόγος μ' 28, ΕΠΕ 4,339).
 
«Έχεις νήπιον; μη δίδεις καιρόν εις την κακίαν, βάπτισέ το από την βρεφικήν ηλικίαν, αφιέρωσέ το εις το Πνεύμα από την ήλικίαν των μαλακών ονύχων» (Γρηγ. Θεολ. Λόγος , 17, ΕΠΕ 4,311).

Εγχειρίδιο αιρέσεων και παραχριστιανικών ομάδων 
π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος 
Δρ. Θεολογίας, Δρ. Φιλοσοφίας

Αναδημοσιευση:  http://www.egolpion.net/baptisma.el.aspx 

Κάποια Χριστούγεννα...

  Κάποια Χριστούγεννα... ''Πήγε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στα γραφεία της εφημερίδας «Ἀκρόπολις» για να παραδώσει ένα χριστουγεννιά...