Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2014

Φώτης Κόντογλου - Ἡ Πολιοῦχος τῶν Ἀθηνῶν Ἁγία Φιλοθέη







Φώτης Κόντογλου - Ἡ Πολιοῦχος τῶν Ἀθηνῶν Ἁγία Φιλοθέη

Στις 19 Φεβρουαρίου είναι η μνήμη τῆς ἁγίας Φιλοθέης, ποὺ εἶναι πολιοῦχος τῶν Ἀθηνῶν μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο Διονύσιο τὸν Ἀρεοπαγίτη καὶ τὸν ἅγιο Ἰερόθεο.
Ἡ ἁγία Φιλοθέη γεννήθηκε στὴν Ἀθήνα ἀπὸ γονιοὺς ἄρχοντες, μοναχοπαίδι τοῦ Ἀγγέλου Μπενιζέλου καὶ τῆς Συρίγας. Φιλοθέη ὀνομάσθηκε ὅταν ἔγινε καλογρηά, ἀλλὰ τὸ πρῶτο ὄνομά της ἦταν Ρεβούλα. Ἡ μητέρα της ἤτανε στείρα καὶ παρακαλοῦσε τὸ Θεὸ νὰ τῆς δώσει τέκνο, καὶ μία νύχτα εἶδε πὼς βγῆκε ἀπὸ τὸ εἰκόνισμα τῆς Παναγίας ἕνα φῶς δυνατὸ καὶ πὼς μπῆκε στὴν κοιλιά της. Κι᾿ ἀληθινά, τὸ φῶς ἐκεῖνο ἤτανε ἡ ἁγιασμένη ψυχῆ τῆς κόρης ποὺ γέννησε σ᾿ ἐννιὰ μῆνες. Ἀπὸ μικρὴ φανέρωνε μὲ τὰ φερσίματα καὶ μὲ τὰ αἰσθήματά της ποιὰ θὰ γινότανε ὑστερώτερα, στολισμένη μὲ κάθε λογῆς ἀρετή. Στὴν εὐσέβεια εἶχε γιὰ ὁδηγό της τὴν ἴδια τὴ μητέρα της ποὺ ἤτανε εὐλαβέστατη.
Φτάνοντας σὲ ἡλικία δώδεκα χρονῶν τὴ ζήτησε γιὰ γυναῖκα κάποιος ἄρχοντας τοῦ τόπου, μὰ ἡ κόρη δὲν ἤθελε νὰ παντρευθεῖ. Ἀλλὰ ἐπειδὴ οἱ γονιοί της τὴν παρακαλούσανε, ἡ τρυφερὴ ψυχή της δὲν βάσταξε νὰ τοὺς λυπήσει καὶ νὰ τοὺς παρακούσει καὶ στὸ τέλος παραδέχθηκε νὰ πανδρευθεῖ μὲ ἐκεῖνον τὸν πλούσιο ἄνθρωπο, ποὺ ἤτανε ὅμως πολὺ φτωχὸς στὴν ψυχή, διεστραμμένος καὶ κακός. Τρία χρόνια ἔζησε μαζί του ἡ Ρεβούλα κάνοντας ὑπομονὴ στὰ ἀπότομα φερσίματά του, ὡς ποὺ ὁ ἄνδρας της πέθανε κι᾿ ἀπόμεινε χήρα. Οἱ γονιοί της θελήσανε νὰ τὴν ξαναπανδρέψουνε, μὰ αὐτὴ τοὺς εἶπε καθαρὰ πὼς ἔταξε νὰ γίνει καλόγρηα.


Σὰν πεθάνανε οἱ γονιοί της, δέκα χρόνια ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ χήρεψε, δόθηκε ἐλεύθερα στὴν ἄσκηση, μὲ νηστεῖες, προσευχές, ἀγρύπνιες καὶ ἐλεημοσύνες. Κατήχησε τὶς ὑπηρέτριές της καὶ τὶς ἔκανε δοχεῖα τοῦ Πνεύματος. Κατὰ θέλημα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα ποὺ εἶδε στὸν ὕπνο της, ἔχτισε ἕνα μοναστήρι μὲ ἐκκλησία στὄνομά του. Εἶναι ἡ ἐκκλησιὰ ποὺ σῴζεται ἀκόμα πλάγι στὸ μέγαρο τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς στὴν ὁδὸ Ἁγίας Φιλοθέης. Ἀφοῦ τελείωσε τὸ μοναστήρι, ἡ Ρεβούλα χειροθετήθηκε μοναχὴ μὲ τὄνομα Φιλοθέη. Οἱ πρῶτες ἀδελφὲς ποὺ ζήσανε μαζί της ἤτανε οἱ δουλεύτρες ποὺ εἶχε στὸ πατρικὸ σπίτι της. Μὲ τὸν καιρὸ ἔδραμαν πλῆθος ἄλλες παρθένες κι᾿ ἀπὸ ἀρχοντικὲς οἰκογένειες καὶ ντυθήκανε τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Ζήσανε ἀγωνιζόμενες τὸν καλὸν ἀγώνα μὲ ὑποταγὴ στὴν ἄξια ἡγουμένισσα ποὺ τὶς διοικοῦσε στὸν πνευματικὸ δρόμο σὰν κάποια ἁγία Συγκλητική. 

Τὰ ἁγιασμένα λόγια της ἔμπαιναν στὴν καρδιά τους σὰν δροσιὰ καὶ ἄνθιζαν μέσα τοὺς τὰ εὔοσμα ἄνθη τῶν ἀρετῶν. Καὶ τὰ ἔργα της βεβαιώνανε τὰ λόγια της κατὰ τὰ λόγια του Χριστοῦ ποὺ λέγει: «Ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. ε´, 19). Ὅπου μάθαινε πὼς βρίσκεται φτωχός, δυστυχισμένος, ἄρρωστος, χαροκαμένος, ἔτρεχε σὲ βοήθειά του μὲ περισσότερη προθυμία παρὰ ἂν ἔπαιρνε ἡ ἴδια τὴ βοήθεια ἀπ᾿ ἄλλον. Ἔχτισε νοσοκομεῖα καὶ γηροκομεῖα κοντὰ στὸ μοναστήρι της κι᾿ ἡ ἁγία Φιλοθέη δὲν φρόντιζε μοναχὰ γιὰ τὴ γιατρειά τους καὶ γιὰ τὴ σωματικὴ τροφὴ τοὺς ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν πνευματική. Μὲ τὸν καιρό, πληθύνανε τόσο πολὺ οἱ ἀδελφὲς ποὺ μπήκανε στὸ μοναστήρι της, ποὺ δυστυχούσανε ἀπὸ κάθε πρᾶγμα ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε ἡ ἡγουμένη νὰ ἀπαντήσει τὰ μεγάλα ἔξοδα, κ᾿ οἱ καλογρηὲς γογγύζανε. Μὰ ἡ ἁγία τὶς καταπράϋνε μὲ λόγια ὑπομονετικά, κι᾿ ὁ Θεὸς ἔστελνε τὴ βοήθειά του πότε μ᾿ ἕναν τρόπο καὶ πότε μὲ ἄλλον ὡς ποὺ περνοῦσε ἡ στενοχώρια.

Ἐξὸν ἀπὸ τὰ ντόπια κορίτσια ποὺ συμμάζευε στὸ μοναστήρι της, ἔδινε προστασία καὶ σὲ ξένες γυναῖκες ποὺ ἐρχόντανε στὴν Ἀθήνα ἀπὸ διάφορα μέρη σκλαβωμένες ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Μὲ τί κινδύνους καὶ μὲ τί βάσανα τὶς προστάτευε δὲν εἶναι μπορετὸ νὰ γράψουμε καταλεπτῶς σὲ τοῦτο τὸ σύντομο σημείωμα. Τέσσερες ἀπ᾿ αὐτὲς τὶς σκλάβες εἴχανε ἀκουστὰ τὴν ἁγία Φιλοθέη κι᾿ ἐπειδὴ τὶς βασανίζανε οἱ ἀφεντάδες τους νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους, φύγανε κρυφὰ καὶ καταφύγανε στὸ μοναστήρι. Ἡ ἁγία τὶς πῆρε μέσα καὶ τὶς στερέωσε στὴν πίστη τους καὶ περίμενε εὔκαιρη περίσταση γιὰ νὰ μπορέσει νὰ τὶς στείλει στὸν τόπο τους. Μὰ οἱ Τοῦρκοι, ποὺ εἴχανε τὶς σκλάβες, μάθανε πὼς τὶς εἶχε περιμαζέψει ἡ Φιλοθέη καὶ μπήκανε σὰν θηρία στὸ κελλί της ποὺ κειτότανε ἄρρωστη καὶ τὴν τραβήξανε καὶ τὴν πήγανε στὸν πασά. Καὶ κεῖνος πρόσταξε νὰ τὴ ρίξουνε στὴ φυλακή. Ἡ ἁγία δὲν φοβήθηκε, ἀλλὰ ἑτοιμάσθηκε νὰ χύσει τὸ αἷμα της γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Τὴν ἄλλη μέρα μαζευθήκανε πολλοὶ Τοῦρκοι καὶ φωνάζανε νὰ σκοτώσουνε τὴν ἁγία. Κι᾿ ὁ πασᾶς πρόσταξε νὰ τὴ βγάλουνε ἀπὸ τὴ φυλακὴ καὶ νὰ τὴν παρουσιάσουνε μπροστά του, καὶ τῆς εἶπε νὰ διαλέξει ἀνάμεσα στὰ δυό, ἢ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη της ἢ νὰ κοπεῖ τὸ κεφάλι της. Μὰ ἡ ἁγία ἀπάντησε μὲ ἀφοβία πὼς εἶναι ἕτοιμη νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό. Ὁ πασᾶς θἄβγαζε τὴν ἀπόφαση νὰ κόψουνε τὸ κεφάλι της, ἀλλὰ προφθάσανε κάποιοι ἐπίσημοι χριστιανοὶ καὶ μὲ τὰ παρακάλια τοὺς ἀλλάξανε τὴ γνώμη τοῦ πασᾶ καὶ πρόσταξε νὰ τὴ βγάλουνε ἀπὸ τὴ φυλακή. 



Γυρίζοντας στὸ μοναστήρι της ἡ ὁσία, δὲν ἔπαψε νὰ πορεύεται ὅπως καὶ πρὶν στὸ δρόμο τοῦ Χριστοῦ. K᾿ ἐπειδὴ πληθαίνανε ὁλοένα οἱ μαθήτριές της, ἔχτισε κι᾿ ἄλλο μοναστήρι στὴν τοποθεσία Πατήσια, κι᾿ αὐτὸ στὄνομα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα. Ἀλλὰ ἔχτισε μετόχια καὶ στὴ Τζια καὶ στὴν Αἴγινα, κι᾿ ἐκεῖ ἔστελνε τὶς ἀδελφὲς ποὺ ἔπρεπε νὰ μακρύνουνε ἀπὸ τὴν Ἀθήνα γιὰ κάποια αἰτία.
Σ᾿ ὅλα αὐτὰ τὰ ἀσκητήρια οἱ καλογρηὲς δουλεύανε στοὺς ἀργαλειοὺς καὶ σὲ ἄλλα ἐργόχειρα, σὰν τὶς προκομμένες μέλισσες μέσα στὸ κουβέλι. Φτωχὰ κι᾿ ὀρφανὰ κορίτσια βρήκανε προστασία κ᾿ ἐργασία μέσα σ᾿ ἐκεῖνα τὰ καταφύγια. Σὲ ὅ,τι κτήματα εἶχε ἡ ἁγία ἀπὸ τοὺς γονιούς της, ἔχτισε μοναστήρια καὶ φτωχοκομεῖα. K᾿ εἶχε πολλὴ περιουσία. Ἕνας προπάππος τῆς εἶχε πάρει τὴ «δεχατέρα τοῦ ἀφέντη τῆς Ἀθήνας καὶ πῆρε προίκα ὅλη τὴν Κηβισιὰ καὶ τὸν Ἀχλαδόκαμπο ποὺ εἶναι πρὶν ἀπὸ τὸ Χαλιάντρι». Στὸ κτῆμα ποὺ εἶχε στὸν Περισὸ ἔχτισε ἄλλο μοναστήρι στὸ μέρος ποὺ τὸ λένε τώρα Καλογρέζα. Ὅλη ἡ φτωχολογιὰ τὴν εἶχε σὰν πονετικιὰ μάνα. Μὲ κάθε τρόπο πάσχιζε νὰ ἀνακουφίσει τοὺς δυστυχισμένους, τοὺς τάιζε, τοὺς ἄνοιγε πηγάδια γιὰ νάχουνε νερό, τοὺς γιάτρευε, τοὺς ἔβρισκε δουλειά. Ὁ κόσμος τὴν ἔλεγε «κυρὰ δασκάλα».

Τὴν παραμονὴ τοῦ ἁγίου Διονυσίου στὰ 1589 ἡ ἁγία Φιλοθέη βρισκότανε στὸ μοναστηράκι ποῦχε χτισμένο στὰ Πατήσια. Τὸ βράδυ συναχθήκανε οἱ ἀδελφὲς γιὰ νὰ κάνουνε ἀγρυπνία. Κάποιοι Ἀγαρηνοί, ποὺ τὴν ἐχθρευόντανε ἀπὸ καιρό, πηδήσανε ἀπὸ τὴ μάντρα καὶ πιάνοντας τὴν ἁγία ἀρχίσανε νὰ τὴ χτυπᾶνε ὡς ποὺ τὴν ἀφήσανε μισοπεθαμένη. Τὴν ἄλλη μέρα τὴ σηκώσανε οἱ ἀδελφὲς καὶ τὴν πήγανε στὸ μετόχι ποῦχε στὸν Περισό. Σὰν συνέφερε λίγο, ἔπιασε τὴν προσευχή, εὐχαριστώντας τὸ Θεὸ γιατὶ ἀξιώθηκε νὰ πληρωθεῖ μὲ κακία γιὰ τὰ καλὰ ποὺ ἔκανε στοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ μοιάσει σ᾿ αὐτὸ μὲ τὸν Χριστό, κατὰ τὰ λόγια του ἀποστόλου Πέτρου ποὺ λέγει: «καθὸ κοινωνεῖτε τοῖς τοῦ Χριστοῦ παθήμασι, χαίρετε» (Α´ Πέτρ. δ´ 13). Στὶς 19 Φεβρουαρίου τοῦ 1589 παρέδωσε τὴν καθαρὴ ψυχή της στὸν Κύριο, ποὺ ὑπόμεινε τόσα βάσανα γιὰ τὴν ἀγάπη του.
Τὸ ἅγιο σκήνωμά της θάφτηκε στὸ μοναστηράκι τῆς Καλογρέζας κι᾿ ἀπὸ κεῖ ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων στὴν ἐκκλησιὰ τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα ποὺ βρίσκεται στὴ σημερινὴ Ἀρχιεπισκοπή. Μετὰ πολλὰ χρόνια, ἐπειδὴ αὐτὴ ἡ ἐκκλησιὰ κόντευε νὰ γκρεμνισθεῖ, τὸ πήγανε στὸν ἅγιο Ἐλευθέριο κι᾿ ἀπὸ κεῖ στὴ σημερινὴ μητρόπολη, μέσα στ᾿ ἅγιο βῆμα. Στὸ μνῆμα της ἀπάνω βρεθήκανε γραμμένα τοῦτα τὰ λόγια:

«Φιλοθέης ὑπὸ σῆμα τόδ᾿ ἁγνῆς κεύθει σῶμα,
ψυχὴν δ᾿ ἐν μακάρων θήκετο Ὑψιμέδων».

Ἡ Φιλοθέη ἀνακηρύχθηκε ἁγία ἐπὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ματθαίου B´ (1595-1600). Νεόφυτος ὁ μητροπολίτης Ἀθηνῶν, ἀφοῦ ἐξήτασε καὶ ἐρεύνησε τὰ κατὰ τὸν βίον καὶ τὸ μαρτύριον τῆς ὁσίας, σύνταξε ἀναφορὰ στὸ Πατριαρχεῖο μαζὶ μὲ τοὺς ἐπισκόπους Κορίνθου καὶ Θηβῶν καὶ μὲ τοὺς προκρίτους τῆς Ἀθήνας γιὰ νὰ τάξει τὴν ὁσία Φιλοθέη στοὺς χοροὺς τῶν ἁγίων. Σ᾿ αὐτὸ τὸ συνοδικὸ ἔγγραφο εἶναι γραμμένα καὶ τοῦτα: «Ἐπειδὴ ἐδηλώθη ἀσφαλῶς ὅτι τὸ θειότατον σῶμα τῆς ὁσιωτάτης Φιλοθέης εὐωδίας πεπληρωμένον ἐστι καὶ μύρον διηνεκῶς ἐκχεῖται, ἀλλὰ καὶ τοῖς προσιοῦσί τε ἀσθενέσι τε καὶ θεραπείας δεομένοις τὴν ἴασιν δίδωσι... τούτου χάριν ἔδοξε ἡμῖν τε καὶ πάσῃ τῇ ἱερᾷ Συνόδῳ τῶν καθευρεθέντων ἐνταῦθα ἀρχιερέων συγγραφῆναι καὶ ταύτην ἐν τῷ χορῷ τῶν ὁσίων καὶ ἁγίων γυναικῶν, ὥστε κατ᾿ ἔτος τιμᾶσθαι καὶ πανηγυρίζεσθαι».
Αὐτὸς εἶναι μὲ ὀλιγολογία ὁ βίος τῆς Ἀθηναίας ἁγίας Φιλοθέης, ποὺ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μυρίπνοα ἄνθη τοῦ γένους μας στὸν τυραννισμένον καιρὸ τῆς σκλαβιᾶς. Δὲν στάθηκε αὐστηρὴ μονάχα στὸ νὰ κάνει τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, μὰ ἀγωνίσθηκε καὶ πνευματικὰ γιὰ νὰ στερεωθεῖ ἡ ἁγιασμένη παράδοση τῆς Ὀρθοδοξίας σὰν κάστρο ποὺ θὰ ἀποσκέπαζε τὸν Ἑλληνισμὸ ἀπὸ τὸν πνευματικὸ ἐκφυλισμὸ καὶ τὴν ἀποβαρβάρωση. Ὅλα τὰ θυσίασε, πλούτη, ἀνάπαυση, ζωή, γιὰ τὴν πίστη τῶν πατέρων της. «Θλίψις συνέχει τὴν ψυχήν της» βλέποντας οἱ χριστιανοὶ νὰ μὴν ἔχουνε στὰ «πάτρια» τὴν ἀγάπη ποὺ ἔπρεπε, ἀλλὰ νὰ ζοῦνε μουδιασμένοι, ἀδιάφοροι, μὲ ψυχὴ γεμάτη δειλία, μικροψυχία, πονηριά. 

Τὴν Ἀκολουθία της τὴν ἔγραψε κάποιος σοφὸς καὶ εὐλαβὴς ἄνθρωπος Ἱέραξ λεγόμενος. Ἀνάμεσα στὰ ὡραῖα ἐγκώμια εἶναι καὶ τοῦτο: «Δαυῒδ γὰρ τὸ πρᾶον ἔσχες καὶ Σολομῶντος, σεμνή, τὴν σοφίαν, Σαμψῶν τὴν ἀνδρείαν, καὶ Ἀβραὰμ τὸ φιλόξενον, ὑπομονήν τε Ἰώβ, τοῦ Προδρόμου δὲ θείαν ἄσκησιν...».
Τὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα ποὺ βρισκότανε στὸ σημερινὸ δρόμο τῆς Ἁγίας Φιλοθέης τὴν ἐγκρέμνισε ὁ μητροπολίτης Ἀθηνῶν Γερμανὸς Καλλιγᾶς, παρ᾿ ὅτι εἶχε μεγάλο σέβας στὴν ἁγία, ἐπειδὴ ἤτανε ραγισμένοι οἱ τοῖχοι, κ᾿ ἔχτισε στὰ ἴδια θεμέλια τὸ παρεκκλήσι ποὺ ὑπάρχει τώρα, ἐνῷ μποροῦσε νὰ στερεώσει τὴν παλιὰ ἐκκλησία ποὺ εἶχε ὡραῖες τοιχογραφίες. Ἐκεῖνον τὸν καιρὸ (ὁ Γερμανὸς στάθηκε μητροπολίτης ἀπὸ τὰ 1889 ἕως τὰ 1896) δὲν γνωρίζανε οἱ ἄνθρωποι τὴν ἀξία τῆς βυζαντινῆς τέχνης. Ἡ καινούρια ἐκκλησιὰ ποὺ χτίσθηκε εἶναι ψυχρή, κακότεχνη, γυμνή. Ὅποιος μπαίνει μέσα, δὲν αἰσθάνεται κατάνυξη. Ἀλλ᾿ ἡ ἐκκλησιὰ τοῦ μετοχιοῦ ποὺ εἶχε χτίσει ἡ ὁσία στὰ Πατήσια γκρεμνίσθηκε καὶ κείνη ἀπὸ τὴν πολυκαιρία καὶ γιατὶ δὲν μπορούσανε οἱ χριστιανοὶ νὰ τὴν περιποιηθοῦνε ἀπὸ τὸ φόβο τῶν Τούρκων πρὶν νὰ σηκωθεῖ ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Ὡς πρὸ ὀλίγα χρόνια κειτόντανε οἱ κολόνες μέσα στὰ ἀγριάγκαθα, στεκότανε ὄρθια μοναχὰ ἡ χυβάδα (κόγχη) τοῦ ἱεροῦ κ᾿ ἡ πόρτα μὲ τὸ δυτικὸ τοῖχο. Κάποιοι εὐλαβεῖς χριστιανοὶ τὴν ἀναστηλώσανε μὲ τὴν ὁδηγία τοῦ κ. Ὀρλάνδου καὶ τώρα βρίσκεται πάλι ἀπαράλλαχτη ὅπως ἤτανε στὰ χρόνια της ἁγίας Φιλοθέης, ἕνα ταπεινὸ μὰ ἀτίμητο στόλισμα ἀνάμεσα στὰ ἀκαλαίσθητα καὶ ξενόμορφα σπίτια ποὺ χτισθήκανε γύρω στὸ γηραλέο αὐτὸ ἐκκλησάκι. Ὁ Θεὸς μὲ ἀξίωσε καὶ τὸ στόλισα μὲ ἁγιογραφίες, ὅπως ἤτανε ὁ πόθος μου. Ἀνάμεσα σὲ ἄλλα ζωγράφισα καὶ τὸ μοναστήρι, ὅπως ἤτανε τότε, μὲ τὴν ἡγουμένη ἁγία Φιλοθέη καὶ τὶς ἀδελφὲς ποὺ πηγαίνουνε στὴν ἐκκλησία. 

Φαίνεται πῶς ὅλη ἡ οἰκογένεια τῶν Μπενιζέλων ἤτανε ἄνθρωποι φιλόθρησκοι. Στὸ νάρθηκα τῆς Καισαριανῆς εἶναι γραμμένη ἀπὸ τὸ ζωγράφο ποὺ τὸν ἁγιογράφησε τούτη ἡ ἐπιγραφή:
«Ἰστόρηται ὁ πρόναος οὗτος ἤτοι νάρθηξ διὰ δαπάνης τῶν προσδραμόντων τῇ μονῇ φόβῳ λοιμοῦ τῇ κραταιᾷ χειρὶ τῆς πανυμνήτου Τριάδος καὶ σκέπῃ τῆς μακαρίας Παρθένου, οἵτινες εἰσὶν ὁ εὐγενὴς καὶ λογιώτατος Μπενιζέλος υἱὸς Ἰωάννου, ἅμα ταῖς εὐγενέσιν ἀδελφαῖς καὶ τῇ τεκούσῃ καὶ τῇ λοιπῇ αὐτοῦ συνοδείᾳ. Ἐπὶ ἡγουμένου Ἰεροθέου τοῦ σοφωτάτου ἱερομονάχου. Διὰ χειρὸς δὲ Ἰωάννου Ὑπάτου του ἐκ Πελοποννήσου. Ἔτει αϠχβ´ (1682) μηνὶ Αὐγούστω κ´ (20)».
Ἕνας Μπενιζέλος, ὁ Νικόλας, γίνηκε κι᾿ ἁγιογράφος, μαθητὴς τοῦ Γεωργίου Μάρκου τοῦ Ἀργείου ποὺ ζωγράφισε πολλὲς ἐκκλησιὲς στὰ μέρη τῆς Ἀττικῆς, ἀπὸ τὰ 1727 ὡς τὰ 1740 ἀπάνω-κάτω. Στὴν παλιὰ ἐκκλησιὰ τῆς Παναγίας στὸ Κορωπὶ εἶναι γραμμένο: «Ἱστορήθη δὲ κατὰ τὸ αψλβ´ (1732) διὰ χειρὸς Γεωργίου Μάρκου καὶ τοῦ μαθητοῦ αὐτοῦ Νικολάου Μπενιζέλου». Μαζὶ μὲ τὸ μάστορά του δούλεψε ὁ Μπενιζέλος καὶ στὸ τελευταῖο ἔργο του, τὴν ἁγιογράφηση τῆς Μονῆς τῆς Φανερωμένης στὴ Σαλαμίνα, ὅπως φανερώνει ἡ ἐπιγραφὴ ποὺ σῴζεται καὶ ποὺ λέγει: «ΑΨΛE (1635). Ἱστορήθη ὁ θεῖος καὶ πάνσεπτος Ναὸς οὗτος τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου, Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν διὰ συνδρομῆς κόπου τὲ καὶ δαπάνης... Ἱστορήθη δὲ διὰ χειρὸς Γεωργίου Μάρκου ἐκ πόλεως Ἄργους καὶ τοῦ μαθητοῦ αὐτοῦ Νικολάου Μπενιζέλου, Γεωργάκης καὶ Ἀντώνιος». 
  

Ἀπολυτίκιον 
  Ποίημα Μοναχού Γερασίμου Μικραγιαννανίτου 
Ἀθηναίων ἡ πόλις ἡ περιώνυμος Φιλοθέην τιμᾷ τὴν ὁσιομάρτυρα καὶ ἀσπάζεται αὐτῆς τὸ θεῖον λείψανον, ὅτι ἐβίωσε σεμνῶς καὶ μετήλλαξε τὸ ζῆν ἀθλήσει καὶ μαρτυρίῳ, καὶ πρεσβεύει πρὸς τὸν Σωτῆρα, διδόναι πᾶσι τὸ θεῖον ἔλεος. 









(ἀπὸ τὸ Ἀσάλευτο Θεμέλιο, Ἀκρίτας 1996)

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ο Μαρωνείας Τιμόθεος

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ο Μαρωνείας Τιμόθεος ο 

μετά ταύτα Μητροπολίτης Ν.Ιωνίας και Φιλαδελφείας 


Η στάση του Ιεράρχου στην εφαρμογή

της Πατριαρχικής και Συνοδικής Πράξεως του 1928 
Γράφει ο θεολόγος, εκκλησιαστικός ιστορικός και νομικός Ιωάννης Ελ. Σιδηράς





 Ο περισπούδαστος αοίδιμος μητροπολίτης Μαρωνείας Τιμόθεος Ματθαιάκης (1954 – 1974), έπειτα Ν. Ιωνίας και Φιλαδελφείας (1974 – 1992), υπήρξε ο αυστηρός και υποδειγματικός τηρητής της πατριαρχικής και συνοδικής πράξεως του 1928 περί των λεγομένων νέων χωρών. Ο ιεράρχης αυτός του Οικουμενικού Πατριαρχείου σε πολλές περιπτώσεις αμφισβητήσεως των κανονικών εκκλησιαστικών δικαίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου από την ελλαδική εκκλησία αναφορικά με τις πατριαρχικές επαρχίες των νέων χωρών ή άλλως της Βορείου Ελλάδος (Ηπείρου, Μακεδονίας, Θράκης, Νήσων και Αρχιπελάγους), εστάθη στο ύψος των περιστάσεων και εφάρμοσε το κανονικό δίκαιο και τους όρους της πατριαρχικής πράξεως του 1928.

Τούτο θα καταδείξουμε στο παρόν άρθρο μας, το οποίο βασίζεται στα αδιάψευστα γραπτά τεκμήρια που σώζονται και φυλάσσονται στο αρχείο του Οικουμενικού Πατριαρχείου και φέρουν την υπογραφή του μακαριστού και αλησμόνητου μητροπολίτου Μαρωνείας Τιμοθέου.  











Πρώτη απόδειξη της αφοσιώσεως του μητροπολίτου Τιμοθέου προς το Πατραρχείο 


Η πρώτη απόδειξη της αφοσιώσεως του μητροπολίτου Τιμοθέου προς την Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως αναφέρεται στην εφαρμογή του Η’ όρου της πατριαρχικής και συνοδικής πράξεως του 1928, ο οποίος ορίζει ότι: «Δια της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος οι αρχιερείς των πατριαρχικών επαρχιών αποστέλλουσιν ωσαύτως κατ’ έτος προς τον Οικουμενικόν Πατριάρχην αντίγραφον των προς την Ιεράν Σύνοδον της Ελλάδος τακτικών ετησίων εκθέσεων αυτών περί της εν ταις επαρχίαις αυτών εκκλησιαστικής καταστάσεως».
Ο μητροπολίτης Τιμόθεος σε πολλές περιπτώσεις ετήρησε τον όρο αυτό της πατριαρχικής πράξεως και συγκεκριμένα απέστειλε «εκθέσεις πεπραγμένων» στο Οικουμενικό Πατριαρχείο κατά τα έτη 1954 – 1956, 1970 και 1971, ενώ είχε συχνά δι’ αλληλογραφίας επικοινωνία για φλέγοντα εκκλησιαστικά ζητήματα με το Φανάρι και κυρίως κατά την περίοδο που ήταν αρχιεπίσκοπος Αθηνών ο Ιερώνυμος (1967 – 1973), ο οποίος, ως γνωστόν, εμφορούμενος από τις απόψεις του Κοραή και του βαυαρόπληκτου αρχιμανδρίτου Θεοκλήτου Φαρμακίδη προσπάθησε κατά την περίοδο της χούντας στην Ελλάδα να μειώσει την θέση και το κύρος του Πατριαρχείου αναφορικά με τα απαράγραπτα δίκαια του Φαναρίου επί των πατριαρχικών επαρχιών του στην βόρεια Ελλάδα. Το αποτέλεσμα; Απέτυχε παταγωδώς. Σε εκείνη λοιπόν την κρίσιμη περίοδο ο μητροπολίτης Τιμόθεος απέστειλε δύο επιστολές στον αοίδιμο πατριάρχη Αθηναγόρα του Α’ (1948 – 1972) με ημερομηνία 25-11-1971 και 17-1-1972 και μια επιστολή στον μακαριστό πατριάρχη Δημήτριο τον Α’ (1972 – 1991) με ημερομηνία 28-2-1973.
Στα έγγραφα εκείνα του Τιμοθέου φαίνεται ξεκάθαρα και χωρίς ασάφειες η αφοσίωση και πίστη του στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, που συνεχώς εδέχετο τις προκλήσεις του εχθρικού Ιερωνύμου Κοτσώνη, στον οποίο ο Μαρωνείας Τιμόθεος πολλές φορές στις συνεδριάσεις της Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος επεσήμανε με έμφαση την απολύτως λανθασμένη εκκλησιαστική τακτική του να υπονομεύει απροκάλυπτα το Οικουμενικό Πατριαρχείο και να αμφισβητεί επικινδύνως τα δίκαια και προνόμια του οικουμενικού θρόνου στις επαρχίες του στην βόρεια Ελλάδα.
Δεύτερη απόδειξη αφοσιώσεως προς το Πατριαρχείο

Η δεύτερη ισχυρά απόδειξη της αφοσιώσεως και ειλικρινούς αγάπης του Μαρωνείας Τιμοθέου προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι μια επιστολή την οποία απέστειλε (25-5-1973) προ τον τότε οικουμενικό πατριάρχη Δημήτριο, όταν από την αρχή του έτους 1973 ο Αθηνών Ιερώνυμος, κατά πραξικοπηματικό και αντικανονικό τρόπο, προσπαθούσε να αλλοιώσει την σύνθεση της δωδεκαμελούς Ιεράς Συνόδου, η οποία, σύμφωνα και με την πατριαρχική και συνοδική πράξη του 1928, αποτελείται από 6 αρχιερείς των Νέων Χωρών (δηλαδή πατριαρχικούς) και από 6 αρχιερείς της Παλαιάς Ελλάδας. Τελικώς, το Συμβούλιο της Επικρατείας, ύστερα από την προσφυγή σε αυτό των μητροπολιτών Ελευθερουπόλεως Αμβροσίου και Φλωρίνης Αυγουστίνου, τον Δεκέμβριο του 1972, κατά της αποφάσεως του Ιερωνύμου να αποκλείσει τους ιεράρχες των Νέων Χωρών ως συνοδικών, ακύρωσε (5-4-1973) την αντικανονική σύνθεση της διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Έτσι απεκατεστάθη η κανονική τάξη, σύμφωνα και με το κείμενο της πράξεως του 1928, όπως απαιτούσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο.



Γράμμα προς τον πατριάρχη Δημήτριο
Ύστερα από τις εξελίξεις αυτές, ο Μαρωνείας Τιμόθεος, όπως και ο μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης Κωνσταντίνος, απέστειλε στις 25 Μαΐου του 1973 ευλαβές απαντητικό γράμμα προς τον πατριάρχη Δημήτριο, στο οποίο αναφέρει τα εξής:
«Προς την Αυτού θειοτάτην παναγιότητα, τον οικουμενικόν πατριάρχην κύριον Δημήτριον. Φανάριον.
Παναγιώτατε δέσποτα,
Ευλαβώς αναφέρω τη υμετέρα θειοτάτη παναγιότητα την λήψιν του υπ’ αριθ. 367 από 26 Απριλίου ε.έ. πατριαρχικού γράμματος, δι’ ου ηγαθύνθη Αύτη κοινοποιείσαι και ημίν προς πληροφόρησιν αντίγραφον ταυταρίθμου γράμματος προς τον μακαριώτατον αρχιεπίσκοπον Αθηνών κ. Ιερώνυμον και την Ιεράν Σύνοδον της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Το ιστορικόν όντως και βαρυσήμαντον περιεχομένου του Σεπτού Υμών Γράμματος σενεκίνησέ με βαθέως, από πολλών ετών δοκιμάζοντα πικρίαν και δεδικαιολογημένην ανησυχίαν εκ της παρατεινομένης, ως μη ώφειλε, εν τω χώρω της Ελλαδικής Εκκλησίας ανωμαλίας.
Καίτοι το σεπτόν πατριαρχικόν γράμμα, δι’ ου διηυκολύνετο ο επανεντροχιασμός της διοικήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος εις την κανονικήν και παραδοσιακήν τάξιν, επιμελώς απεκρύβη, μη αναγνωσθέν επί συνόδου, παρά τας καταβληθείσας προσπαθείας, εν τούτοις η πλειοψηφία της ιεραρχίας, δια της τιμίας αυτής ψήφου, ανεστήλωσε τα δίκαια του πατριαρχικού οικουμενικού θρόνου και ανέδειξε νέαν διαρκή Ιεράν Σύνοδον, κατά τα πρεσβεία της αρχιερωσύνης, συνωδά τω πατριαρχικώ και συνοδικώ τόμω του 1850 και τη πατριαρχική και συνοδική πράξει του 1928, σημειωθέντος ούτω του πρώτου σημαντικού βήματος δια την επανίσχυσιν των συμπεφωνημένων, ει και μήπω κατοχυρωμένου νομοθετικώς.
Εν συνεχεία της ουτωσεί γενομένης εκλογής νέων συνοδικών, εν οις και η ημετέρα ταπεινότης, από κοινού μετά των εν τη νέα διαρκεί Ι. Συνόδω ομοφρόνων σεβασμιωτάτων συνέδρων, παρακολουθούμεν αγρύπνως την κατάστασιν, ελπίζοντες εις την επικράτησιν νηφαλιωτέρων σκέψεων και πλήρους αποκαταστάσεως των διαταραχθεισών προσκαίρως αγαθών σχέσεων μετά της μητρός Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας δια του σεβασμού πασών των ανειλημμένων από κοινού υποχρεώσεων.
Χάριτας ομολογώ και μετ’ εμού πάντες οι το αυτό φρονούντες αδελφοί, προς την υμετέρα θειοτάτην και προσφιλεστάτην παναγιότητα και την περί Αυτήν σεβασμίαν Σύνοδον, δια το θάρρος και την έγκαιρον, σοφήν και γενναίαν συμπαράστασιν και σωστικήν ενέργειαν, προς τας επαρχίας του κλίματος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και τους εν αυταίς ιεράρχας, μετά θλίψεως παρακολουθούντας την άνισον, μέχρι τούδε και μεροληπτικήν μεταχείρισιν και τον παραγκωνισμόν εν τη διοικήσει της όλης Εκκλησίας της Ελλάδος.
Επί πάσι τούτοις, καθυποβάλλων βαθυσεβάστως θερμοτάτας ευχαριστίας, δια την ταχινήν βοήθειαν και συναντίληψιν, παρακαλώ την υμετέραν θειοτάτην παναγιώτητα, όπως αγαθυνομένη επιδαψιλεύση μοι τας πατριαρχικάς αυτής ευλογίας και ευχάς επί τη αναλήψει των υπό της ιεραρχίας εμπιστευθέντων μοι συνοδικών καθηκόντων και διατελώ μετ’ αφοσιώσεως, σεβασμού και αγάπης εν Κυρίω.
Εν Κομοτηνή, τη 25η Μαΐου 1973.
+Ο Μαρωνείας Τιμόθεος».



Νομίζουμε ότι από όλα τα παραπάνω αποδεικνύεται περίτρανα η πιστή, αμετακίνητη και ειλικρινής αφοσίωση του πατριαρχικού μητροπολίτου Μαρωνείας Τιμοθέου προς το ιερό κέντρο της ορθοδοξίας, το οικουμενικό μας πατριαρχείο. Αυτός υπήρξε ο μητροπολίτης Τιμόθεος, ο οποίος όταν χρειάστηκε, ύψωσε το ανάστημά του στον χουντικό αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ιερώνυμο που ως άλλος «Εφιάλτης» ηθέλησε να θάψει κάθε τι το πατριαρχικό στην Ελλάδα. Τι κατάφερε; Ουδέν. Αυτό ας το έχουν υπόψιν τους και οι τυχόν μελλοντικοί μωροφιλόδοξοι υβριστές και υπονομευτές του Πατριαρχείου εν Ελλάδι.
Το Φανάρι ζει και θα ζήσει.



Σημείωση: Περισσότερα στοιχεία
για τα παραπάνω γεγονότα
βλ. Μητροπολίτου Σεβαστείας Δημητρίου,
«Η Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη του 1928. Παρακωλυόμενη τοις Όροις»,
Θεσσαλονίκη 2006



Προσφωνητήρια ομιλία Μητροπολίτου Τιμοθέου προς τον Πατριάρχη Αθηναγόρα κατά την επίσκεψή του στην Κομοτηνή

Στο πλαίσιο της επετείου Μνημοσύνης και τιμής για τα είκοσι έτη (1992- 2012) από της εκδημίας του αοιδίμου Μητροπολίτου Μαρωνείας (1954 -1974)- μετέπειτα Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας (1974-1992), δημοσιεύουμε την προσφωνητήρια ομιλία του προς τον αοίδιμο Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα Α΄ (1948-1972), όταν εκείνος επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη από το Άγιο Όρος, όπου είχε παραστεί των εορταστικών εκδηλώσεων για τα 1000 έτη από της ιδρύσεως της Αγιωνύμου Πολιτείας, επεσκέφθη την Μητρόπολη Μαρωνείας στην Κομοτηνή (1963). Το μνημειώδες αυτό κείμενο του μακαριστού Τιμοθέου έχει ως εξής:
«Παναγιώτατε Δέσποτα,
Με ανυπόκριτον χαράν και βαθύτατον σεβασμόν υποδεχόμεθα σήμερον εις την πόλιν μας, κλήρος και λαός της αρχαίας και ιστορικής ταύτης Μητροπόλεως, την Υμετέραν Θειοτάτην Παναγιότητα.
Εξεκινήσατε από το Όρος της Ορθοδοξίας, την Κωνσταντινούπολιν, και αφού ηυλογήσατε αυτοπροσώπως το Αγιώνυμον Όρος κατά τον ιστορικόν σταθμόν της χιλιετηρίδος Αυτού, αναλάβατε ιεράν πορείαν ανά την Ελλάδα και εκομίσατε εις τον φιλόχριστον λαόν αυτής την ευλογίαν και την στοργήν της Μητρός Εκκλησίας. Δια πρώτην ήδη φοράν ο Ορθόδοξος κόσμος εδοκίμασε τόσην συγκίνησιν και ησθάνθη τόσην αγαλλίασιν εκ της επιβλητικής παρουσίας εν μέσω αυτού της Υμετέρας Σεπτής Κορυφής. Και εδονήθησαν αι καρδίαι πάντων από το μήνυμα της Ορθοδοξίας, το οποίον επανειλημμένως ηκούσθη από των σεπτών Πατριαρχικών χειλέων.
Παρηκολουθήσαμεν τους ιερούς μόχθους και τους ευγενείς αγώνας Σας δια την ανύψωσιν και την προβολήν της Ορθοδοξίας και δια την ενότητα των Ορθοδόξων Εκκλησιών και της χριστιανωσύνης γενικώτερον, όπερ αποτελεί τον ανύστακτον πόθον και το μεγαλόπνοον πρόγραμμα της Υμετέρας Παναγιότητος. Και συνεπορεύθημεν μετ’ Αυτής νοερώς, με καιομένην την καρδίαν, εις την Πατριαρχικήν περιοδείαν, η οποία δεν περιωρίσθη εις τα τυπικά πλαίσια απλών επισκέψεων και φιλοφροσύνης, αλλά εσφυρηλάτησεν ακαταλύτους δεσμούς και προήγαγε το πνεύμα της συνεργασίας των Αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Η καρδία και η σκέψεις όλων των Ορθοδόξων, η ψυχή του Γένους, ευρίσκεται πάντοτε εστραμμένη και προσηλωμένη εν αφοσιώσει προς το Οικουμενικόν Θρόνον και προς τον Σεπτόν Προκαθήμενον της Ορθοδοξίας. Ήδη ο Πατριάρχης ήλθε προς ημάς και η ακτινοβολία του κατηύγασε τας ψυχάς μας.
Εις τα «ίδια ήλθε», εις περιβάλλον και χρώμα και χώρον γνώριμον και οικείον. Είναι δια τούτο δεδικαιολογημένη η χαρά και η αγαλλίασις κλήρου και λαού, διότι ατενίζομεν την φωτεινήν, ηγετικήν και βιβλικήν φυσιογνωμίαν της Υμετέρας Παναγιότητος, τον Κορυφαίον της Εκκλησίας, με την διαίσθησιν και διορατικότητα των Προφητών, την αυταπάρνησιν των Μαρτύρων, την ένθεον παρρησίαν των Αποστόλων.
Περιβάλλομεν, κατά την ώρα ταύτην τον μέγαν Πατριάρχην, τον άξιον Αρχιποίμενα, τον φορέα των μεγάλων εμπνεύσεων και των ιστορικών αποφάσεων, τον συνεχιστήν των μεγάλων Πατριαρχών, τον βαθύν την σκέψιν και απλούν την καρδίαν, τον σοφόν Ηγέτην με την απέραντον καλωσύνην, τον έμπειρον κυβερνήτην της Θεοκτίστου Κιβωτού. «Αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος, αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή».
Η σημερινή ημέρα, την οποίαν η παρουσία Σας, Παναγιώτατε, ηγίασε και μετέβαλεν εις εορτήν, θα παραμείνη δι’ ημάς ιστορική.
Προτού επιστρέψητε εις τον Οίκον Σας, ηθελήσατε να επισκεφθήτε, ως ένα των τελευταίων σταθμών της εν Ελλάδι Αποστολικής Σας πορείας, και την Κομοτηνήν, την Πρωτεύουσαν της Δυτικής Θράκης, και να επιδαψιλεύσητε την Πατριαρχικήν Σας ευλογίαν εις το επί θεοσεβεία και βαθεία προσηλώσει εις τας θρησκευτικάς και Εθνικάς παραδόσεις διακρινόμενον χριστεπώνυμον πλήρωμα της ακριτικής ταύτης Μητροπόλεως, η οποία έχει ιδιαιτέρους λόγους να καυχάται δια τον μετά της Μητρός Εκκλησίας στενόν και ακατάλυτον αυτής σύνδεσμον.
Εν τη ευσήμω ταύτη ώρα χαιρετίζων ευλαβώς, ως Ποιμενάρχης της Θεοσώστου ταύτης επαρχίας, την Υμετέραν Πολυσέβαστον και πεφιλημένην μοι Παναγιότητα, υποβάλλω Αυτή εξ ονόματος Κλήρου και Λαού τα αισθήματα του βαθυτάτου σεβασμού και της υιικής αγάπης και αφοσιώσεως μετά των ταπεινών ευχών, όπως οι υπέρ της Εκκλησίας αδιάλειπτοι κόποι της Υμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος, κατά κύριον λόγον διαχειριζομένης υπευθύνως μετά θαυμαστής δεξιότητος το μέλλον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στεφθώσιν υπό πλήρους επιτυχίας.
Κύριος ο Θεός, ο της Εκκλησίας Θείος Δομήτωρ, διαφυλάττοι εν υγεία και ημερών μακρότητι την Υμετέραν Θοτίμητον και Χριστομίμητον Κορυφήν.
Καλώς ήλθατε εις την επαρχίαν μας, Παναγιώτατε». 






Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

ΣΤΟ ΠΛΕΥΡΟ ΤΩΝ ΣΕΙΣΜΟΠΛΗΚΤΩΝ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ Ν.ΙΩΝΙΑΣ-ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ



ΣΤΟ ΠΛΕΥΡΟ ΤΩΝ ΣΕΙΣΜΟΠΛΗΚΤΩΝ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ Ν.ΙΩΝΙΑΣ-ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ  
Δέηση υπέρ καταπαύσεως των σεισμών  στην Κεφαλλονιά εψάλλει την Κυριακή 16 Φεβρουαρίου σε όλους τους Ιερούς Ναούς της Ι.Μητροπόλεως Ν.Ιωνίας και Φιλαδελφείας ,ενώ παράλληλα αναγνώσθηκε η ακόλουθη εγκύκλιος του Σεβ. Μητροπολίτου κ.Κωνσταντίνου.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΦΙΛΔΕΛΦΕΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ 
 Προς το Χριστεπώνυμον πλήρωμα της Ιεράς Μητροπόλεως  
Αδελφοί μου αγαπητοί εν Κυρίω ,
είναι γνωστόν εις πάντας ότι κατά τας τελευταίας ημέρας σείεται συνεχώς από καταστρεπτικούς σεισμούς το όμορφο νησί της Κεφαλληνίας, το οποίον είχε υποστεί πάλιν κατά το παρελθόν την καταστρεπτικήν μήνιν του σεισμού,ο οποίος είχε ισοπεδώσει και κατακρημνίσει τα πάντα. Ο λαός της Κεφαλληνίας ευρίσκεται άστεγος και στερείται σχεδόν των πάντων.
 Κατά καθήκον ιερόν,στοιχών εις τον λόγον του Κυρίου δια το καθήκον της αγάπης και της φιλαλληλίας  ,απευθύνω θερμοτάτην έκκλησιν προς την αγάπην σας και ζητώ και πάλι να έλθετε βοηθοί και αρωγοί εις τους δοκιμαζομένους αδελφούς μας και προσφέρετε κατά δύναμιν έκαστος ο,τι δύνασθε εις είδη τροφίμων ζυμαρικά, όσπρια, ζάχαρη,γάλα,εμφιαλωμένο νερό,καθώς επίσης και αμεταχείριστες κουβέρτες. 
Τα είδη αυτά σας παρακαλούμεν θερμώς όπως παραδώσητε εις τον Ιερόν Ναόν της ενορίας σας μέχρι τέλους της προσεχούς εβδομάδος 22/2 , ώστε να προωθηθούν και παραδοθούν εις τους έχοντας ανάγκην αδελφούς μας. 
 Προς ενίσχυσιν  των σεισμοπλήκτων αδελφών μας της Κεφαλληνίας εις το τέλος της θείας Λειτουργίας θα ψαλλεί δέησις προς τον Κύριον δια την κατλαπαυσιν των σεισμών. Εις την δέησιν αυτήν επιβεβλημένον είναι να παραμείνετε οι πάντες δια να προσευχηθώμεν προς Κύριον. 
Είμαι βέβαιος,ότι,όπως και κατά το παρελθόν,θα ανταποκριθήτε  εις την παράκλησιν μου αυτήν. 
 Μετ ενθέρμων πατρικών ευχών 
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ  
+ Ο Ν.Ιωνίας και Φιλαδελφείας Κωνσταντίνος 





Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ ΣΤΗΝ ΣΚΗΤΗ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΑΣ




Στο ησυχαστικό Σπήλαιο των Αγίων Πατέρων Διονυσίου του Ρήτορος και Μητροφάνους στη μικρή Αγιάννα, κατά την ετήσια μνήμη της εορτής των ( 9 Ιουλίου) το έτος 1958,ο π.Γεράσιμος ο Υμνογράφος με την Συνοδεία του κανόνισαν κι αγόρασαν ψάρια για τριάντα ως σαράντα το πολύ άτομα. 
Στην πανηγυρική αυτή αγρυπνία των Αγίων Πατέρων αυτών,επειδή είναι μετά την πανήγυρη του Αγίου Αθανασίου της Μεγίστης Λαύρας (5 Ιουλίου) παραβρέθηκαν και συλλειτούργησαν δύο Αρχιερείς,ο Κοζάνης Κωνσταντίνος και ο Ξάνθης Αντώνιος,οι οποίοι μαζί τους παρέσυραν και άλλους προσκυνητές και πανηγυριστές
 λαϊκούς και Μοναχούς,τόσους,που υπερέβησαν τα εκατό και πλέον άτομα. 
Μάγειρα είχαν τον Γέροντα Δαμασκηνό των Δανιηλαίων , ο οποίος βλέποντας την αθρόα και απρόβλεπτη προσέλευση των προσκυνητών,βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση και δεν ήξερε πως και με ποίο τρόπο να οικονομήσει την κατάσταση αυτή,και ρώτησε τον πατέρα Γεράσιμο περί του πρακτέου.  Ο π.Γεράσιμος γεμάτος αγωνία και ανησυχία αλλά και ακράδαντη πίστη είπε :Οι πανηγυριστές μας,όπως βλέπεις Γέροντα Δαμασκηνέ ,υπερβαίνουν τους εκατό θα τα οικονομήσουν όμως οι Άγιοι και όλοι θα φάγουν κάμε την προσευχή σου και ξεκίνα το διακόνημα .Οι Άγιοι έφεραν τους Αρχιερείς και τους προσκυνητές στην χάρη τους,οι Άγιοι θα τους περιποιηθούν. Εμείς τώρα,αυτή την περασμένη ώρα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. 
Ο Γέρο-Δαμασκηνός άνθρωπος με μεγάλη πίστη και πεποίθηση στο Θεό και τους εορταζομένους Αγίους , είπε στον Γέροντα Γεράσιμο,μ όλη την απλότητα που τον χαρακτήριζε:Ναι Γεροντά μου έτσι θα κάμουμε , μην ανησυχείς ούτε εσύ ,ούτε η Συνοδεία σου,ούτε κι εγώ θα τα οικονομήσουν όλα η Παναγία και οι Α γιοι και δεν θα μείνει κανείς παραπονούμενος.  Και όταν είπε αυτά στην π.Γεράσιμο,ο Γέρο-Δαμασκηνός με βαθιά πίστη,όπως είπαμε,πήρε το καντήλι που κρεμόταν μπροστά στην εικόνα των εορταζομένων Αγίων Διονυσίου και Μητροφάνους και όπως ήταν το άδειασε όλο μέσα στον "Νταβά" - ταψί μεγάλο- που βράζαν τα ψάρια .  

 ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ 
Όταν ήρθε η ώρα να κενώσουν  σε μερίδες τα ψάρια, ο Γερό-Δαμασκηνός λέγοντας ακατάπαυστα την ευχή, το "Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελεησόν με και βοήθησον την ώραν αυτήν" και παρακαλώντας και τους εορταζομένους Αγίους,άρχισε να κενώνει και να δίνει τις μερίδες στους διακονητές- σερβιτόρους-που υπηρετούσαν στην τράπεζα. 
Έδινε συνέχεια τις μερίδες,οι οποίες πέρασαν τις σαράντα,πενήντα,ογδόντα,εκατό κι ο "νταβάς" δεν εννοούσε να αδειάσει,τόσο που έφτασαν να φάνε περισσότεροι από εκατό άνθρωποι μεσημέρι και βράδυ και στο τέλος είχαν και περισσευούμενα ψάρια για την άλλη μέρα ! 
Οι γνωρίζοντες την πραγματικότητα Γέροντες Γεράσιμος με την Συνοδεία του,και ο μάγειρος Γέρο-Δαμασκηνός,άλλα και άλλοι Πατέρες που γνώριζαν πόσα ψάρια είχαν προμηθευτεί για την πανήγυρη,που όπως είπαμε ήταν πολύ λίγα και μ απορία λέγανε, τι θα φάει ο κόσμος; Όταν είδαν ότι όχι μόνον φτάσανε τα ψάρια,αλλά και περίσσεψαν για την άλλη μέρα,έκαναν  ιδιαίτερη δοξολογία στο Θεό και ευχαριστία στους Αγίους για το εξαίσιο αυτό θαύμα και εδώ πληρώθηκε το ευαγγελικό ρητό που λέγει:"Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιόσυνην αυτού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν", και  "Οίδε ο Πατήρ  υμών ο Ουράνιος ών χρείαν έχετε και προτού αιτείσθε δίδωσιν υμίν"( Ματθ.Στ΄32-33) . 


π.Τιμόθεος Ηλιάκης από το "Γεροντικό του Αγίου Όρους" Ανδρέου Μοναχού Αγιορείτου.       















Κάποια Χριστούγεννα...

  Κάποια Χριστούγεννα... ''Πήγε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στα γραφεία της εφημερίδας «Ἀκρόπολις» για να παραδώσει ένα χριστουγεννιά...