Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

ΜΑΘΕ ΝΑ ΖΥΜΩΝΕΙΣ ΠΡΟΣΦΟΡΟ -Συνταγές



   Όπως όλοι γνωρίζουμε  για την Θεία Λειτουργία χρειάζονται ,ανάμεσα στα άλλα ,και τα πρόσφορα από τα οποία θα εξέλθει ο "Αμνός " και οι "Μερίδες " της Θεοτόκου ,των Αγίων και των ζώντων  και κεκοιμημένων Χριστιανών.
Στις ημέρες μας παρατηρείται το φαινόμενο οι Χριστιανοί να προσκομίζουν στον Ναό πρόσφορα που αγόρασαν από τον φούρνο και που βέβαια ειναι ακατάλληλα για να χρησιμοποιηθούν στην Θεία Λειτουργία.
Αυτό συμβαίνει γιατί οι νέες κυρίως γυναίκες δεν γνωρίζουν τον τρόπο παρασκευής μιας "λειτουργιάς", όπως είναι η άλλη ονομασία του πρόσφορου.
Στα παλαιότερα χρόνια κάθε νοικοκυρά μάθαινε από την μητέρα της την συνταγή και σε κάθε σπίτι μοσχοβολούσε συχνά το θυμίαμα και το άρωμα του φρέσκου ζυμωτού πρόσφορου που θα πήγαινε στην Εκκλησία να λειτουργηθεί.
Πιστεύουμε ότι αυτή η ευλογημένη συνήθεια πρέπει να συνεχισθεί και επειδή γνωρίζουμε πως πολλές ευσεβείς γυναίκες,αλλά και άνδρες,επιθυμούν να φτιάξουν το δικό τους πρόσφορο παραθέτουμε τις συνταγές όπως αυτές μας τις παρέδωσε ο σεβαστός Ηγούμενος της Ιεράς Πατριαρχικής Μονής της Παναγίας Τατάρνης Ευρυτανίας Αρχιμανδρίτης Δοσίθεος.    
ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ 





Χρειάζεται να έχουμε:
α) Μια ειδική λεκάνη (πλαστική ή ανοξείδωτη) για το ζύμωμα,
β) ένα μικρότερο αλλά βαθύ δοχείο για το προζύμι,
γ) ένα μικρό σφραγιστό δοχείο (τάπερ π.χ.) για την φύλαξη του προζυμιού για το ή τα επόμενα πρόσφορα, επειδή η χρήσις μαγιάς απαγορεύεται,
δ) μια καλή σφραγίδα (ξύλινη και όχι πλαστική) που να έχη καλά σκαλισμένα τα γράμματα (ΙΣ-ΧΣ-ΝΙ-ΚΑ, ΜΡ-ΘΕΟΥ και τα εννέα τάγματα των αγίων). Τέτοιες σφραγίδες μόνον στο Άγιον Όρος κατασκευάζονται. Μπορείτε να τις βρήτε στην Αθήνα ή σε άλλες μεγάλες πόλεις στα θρησκευτικά Βιβλιοπωλεία, ή σε καταστήματα εκκλησιαστικών ειδών. Οι πλαστικές σφραγίδες που κυκλοφορούν στο εμπόριο δεν είναι κατάλληλες γιατί «κολλούν» στο ζυμάρι. Επίσης οι ξύλινες του εμπορίου είναι της μηχανής γι' αυτό δεν έχουν καλές τις εκτυπώσεις των γραμμάτων.
ε) Ειδικό ταψάκι ή ταψάκια αρκετά βαθειά, αλλά που να χωρούν μόνον ένα πρόσφορο, αλουμίνια ή ανοξείδωτα (καλύτερα είναι τα αλουμίνια γιατί τα ανοξείδωτα «αρπάζουν» εύκολα και καίνε το πρόσφορο),
στ) ένα ειδικό πλατύ πινελάκι (καλής ποιότητος για να μην αφήνει τρίχες) για το άλειμμα του ταψιού,
ζ) 3-4 βαμβακερές πετσέτες, πού θα χρησιμοποιούνται μόνον για τα πρόσφορα,
η) 1 χοντρό μάλλινο κάλυμμα για το «γίνωμα» και
θ) μια λευκή καθαρή λινή πετσέτα για την μεταφορά του πρόσφορου στον Ναό.
Όλα αυτά τα διατηρούμε καθαρά σ' ένα ειδικό χώρο ή σε ερμάριο (ντουλάπι) χωρίς να τα χρησιμοποιούμε για τίποτε άλλο. Για ταραμοσαλάτες και σκορδαλιές έχουμε άλλα δοχεία. Και για καθαριότητα έχουμε άλλες πετσέτες. 






Α' Παρασκευή νέου προζυμιού

Εδώ πέραν της πράξεως χρειάζεται πίστις και καθαρότης βίου.
Περνούμε ένα κλαδί βασιλικό από την ύψωσι του Τιμίου Σταυρού (εκ των χειρών του Ιερέως και όχι απ' τον δίσκο ή απ' τον επίτροπο).
Πριν ξεραθή, ένα απόγευμα, ρίχνουμε στο δοχείο που «αναπιάνουμε» το προζύμι, λίγο χλιαρό νερό. Σ' αυτό εμβαπτίζουμε τον κλάδο του βασιλικού σταυρώνοντας μέσα στο νερό τρεις φορές και ψάλλοντας συγχρόνως το «Σώσον Κύριε, τον λαόν Σου» και το «Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ εκουσίως».
Αφαιρούμε τον βασιλικό και ρίχνουμε σκληρό αλεύρι λίγο-λίγο, ανακατεύοντας μ' ένα κουτάλι, ώσπου να γίνη ένας παχύρευστος χυλός. Τυλίγουμε το δοχείο με μια καθαρή πετσέτα και με το μάλλινο κάλυμμα καί τοποθετούμε σε μέρος ζεστό.
Το πρωί αναπιάνουμε το προζύμι με λίγο χλιαρό νερό και λίγο αλεύρι ακόμη και το αφήνουμε και πάλι τυλιγμένο στο ίδιο ζεστό μέρος.
Το βράδι κάνουμε πάλι το ίδιο με λίγο χλιαρό νερό και λίγο αλεύρι και το αφήνουμε τυλιγμένο στο ίδιο ζεστό μέρος έως το πρωί.
Επαναλαμβάνουμε δηλ. το ίδιο πράγμα τρεις φορές.
Το πρωί ζυμώνουμε το ή τα πρόσφορα με σκληρό αλεύρι, χλιαρό νερό και άλας όπως θα περιγράψουμε πιο κάτω.
Υπ' όψιν ότι απ' το ζυμάρι του πρόσφορου θα κρατήσουμε ένα κομμάτι για προζύμι για το επόμενο ζύμωμα. Το αφήνουμε μέσα στο μικρό ειδικό δοχείο να φούσκωση καλά (αυτό πρέπει πάντοτε να γίνεται μετά από κάθε ζύμωμα) καί κατόπιν σκεπασμένο το τοποθετούμε στην συντήρησι του ψυγείου.
Αν αυτά όλα μας φαίνονται δύσκολα (για τους λόγους πού προαναφέραμε) υπάρχει απλούστερος τρόπος:
Δανειζόμαστε προζύμι απ' την γειτόνισσα ή από άλλη Χριστιανή και όταν ζυμώσουμε το επιστρέφουμε.
Σημειώστε ότι σε πολλά χωριά οι Χριστιανές «αναπιάνουν» νέο προζύμι την στιγμή που θα χτυπήσουν οι καμπάνες για τον όρθρο των Χριστουγέννων (οι λόγοι είναι προφανείς).

Β' «Ανάπιασμα» του προζυμιού
Για το «ανάπιασμα» και το ζύμωμα του προσφόρου χρησιμοποιούμε αλεύρι σκληρό και εί δυνατόν κίτρινο. Τέτοιο αλεύρι κυκλοφορεί στην αγορά χύμα στους φούρνους ή σε συσκευασία του ενός κιλού στα καταστήματα τροφίμων. Εάν έχουμε μόνον μαλακό αλεύρι τότε προσθέτουμε 1/4 της ποσότητος σιμιγδάλι ψιλό.
Δεν λησμονούμε ποτέ να κοσκινίσουμε το αλεύρι.
Και αρχίζουμε το «ανάπιασμα».
Κατά το απόγευμα βγάζουμε το προζύμι από το ψυγείο καί τοποθετούμε σε ζεστό μέρος ώστε να αρχίση να «κινείται».
Το βράδυ περνούμε το 1/4 της ποσότητας του αλεύρου πού θα χρησιμοποιήσουμε για την παρασκευή του πρόσφορου (εάν θα χρησιμοποιήσουμε 1 κιλό για το ζύμωμα, περνούμε απ' αυτό τα 250 γρ. περίπου) καί «αναπιάνουμε» το προζύμι.
Ζεσταίνουμε ελαφρά (χλιαραίνουμε) λίγο νερό καί το ρίχνουμε στο ειδικό δοχείο αναπιάσματος του προζυμιού. Ρίχνουμε το προζύμι και το ανακατεύουμε καλά να λειώση και να διαλυθή. Ρίχνομε σιγά-σιγά το αλεύρι και ανακατεύουμε καλά ώστε να γίνη ένας παχύρευστος χυλός. Προσέχουμε το δοχείο να έχη αρκετό περιθώριο για το φούσκωμα (τουλάχιστον διπλάσιο). Σκεπάζουμε με καθαρή πετσέτα και το μάλλινο κάλυμμα καί τοποθετούμε σε ζεστό μέρος (κάτω όμως από 50°) όλη την νύχτα.





Γ΄ Ζύμωμα προσφόρου
Το πρωί στην ειδική λεκάνη του ζυμώματος ρίχνουμε το περισσότερο αλεύρι (κρατούμε λίγο, μήπως πέσει πολύ το νερό) μέσα, κάνουμε μια λακκουβίτσα καί ρίχνομε μέσα το γινωμένο προζύμι.
Χλιαραίνουμε λίγο νερό, ρίχνοντας μέσα και μια πρέζα αλάτι (αυξομειώνοντας την ποσότητα, αναλόγως ποσότητος αλεύρου) ψιλό για να λειώσει αμέσως.
Κάνουμε το σημείο του Τ. Σταυρού, σταυρώνουμε τρις και την λεκάνη, λέγοντας καί το «Πάτερ ημών» καί αρχίζουμε να ζυμώνουμε (λέγοντας μέσα μας την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέηοόν με»).
Ρίχνουμε λίγο-λίγο το νερό και μετά προσοχής μην πέσει πολύ. Η ποσότης του νερού εξαρτάται από το αλεύρι. Άλλες ποιότητες «τραβούν» πολύ νερό, άλλες όχι, έστω κι αν προέρχονται από σκληρές ποικιλίες.
Ζυμώνουμε καλά έως ότου «γυαλίση» το ζυμάρι.
Προσοχή! Το πρόσφορο δεν ζυμώνεται, όπως το ψωμί.
Πρέπει η ζύμη να γίνη σκληρή, ώστε να αποτυπώνεται καλά η σφραγίδα, και να μη σβήνει κατά το «ανέβασμα», αλλά και να μη κάνη μεγάλες «φουσκάλες».
Επίσης δεν πρέπει η ζύμη να γίνη πολύ σκληρή γιατί σκάει στο ψήσιμο και στο κόψιμο τρίβεται σε ψίχουλα.
Με την πράξι θα μάθετε. Εξ άλλου 4 με 5 αποτυχίες στην αρχή επιτρέπονται καί δικαιολογούνται.
Όταν ζυμωθεί καλά, λοιπόν, αφήνουμε για 5-10 λεπτά την ζύμη στην λεκάνη σκεπασμένη με μια καθαρή πετσέτα.
Στο διάστημα της αναμονής αλείφουμε το ή τα ταψάκια με το πινελλάκι με λίγο λάδι, προσέχοντας να αλειφθούν στεγνά.
Μπορούμε αντί για λάδι να αλείψουμε το ταψάκι με καθαρό κηρί. Βάζουμε ένα κομματάκι καθαρό κηρί στο κέντρο του ταψιού και ζεσταίνουμε λίγο από κάτω. Το κηρί λειώνει καί σκορπίζεται, κουνάμε και μεις λίγο να αλειφθούν καί τα χείλη του ταψιού καί στραγγίζουμε τυχόν περισσεύματα.
Κατόπιν κόβουμε από την ζύμη ένα κομμάτι (το 1/20 περίπου) για να παραμείνη στο ψυγείο για προζύμι (το αφήνουμε όπως προείπαμε 5-6 ώρες εκτός ψυγείου για να «ανέβη»). Οι παληοί διατηρούσαν το προζύμι μέσα στο αλεύρι, ελλείψει ψυγείου.
Πλάθουμε την ζύμη καλά επάνω σ' ένα καθαρό μάρμαρο ή σε οποιαδήποτε καθαρή λεία επιφάνεια, και την κάνουμε ένα κύλινδρο, ισιώνοντας τις δύο άκρες με τις παλάμες μας.
Σηκώνουμε τον κύλινδρο όρθιο και τον σφίγγουμε στην μέση ώστε να γίνη στενότερος. Στρίβουμε μια στροφή την ζύμη και κατόπιν πατούμε τα δύο άκρα ώστε να ενωθούν. Τοποθετούμε στο ταψί και πατάμε με την παλάμη ώστε η ζύμη να κάλυψη όλο το ταψί.
Αν δεν το καταφέρνουμε αυτό (γιατί τον τρόπο αυτό πρέπει να τον δούμε με τα μάτια μας) υπάρχουν άλλοι δύο τρόποι ευκολότεροι. Κάνουμε δύο μπαλίτσες με την ζύμη (χωρίς όμως να την αλευρώσουμε, γιατί δεν σμίγουν, δεν ενώνονται), τις πατάμε την μία με την άλλη καί τοποθετούμε στο ταψί πατώντας με την παλάμη. Ο άλλος τρόπος είναι ακόμη απλούστερος. Κάνουμε την ζύμη μία σφαίρα, ενωμένη καλά, τοποθετούμε στο ταψί και πατάμε με την παλάμη.
Σε πολλά μέρη δεν χρησιμοποιούν ταψάκια.
Φουρνίζουν τα πρόσφορα ελεύθερα στην πλάκα του φούρνου.
Έτσι όμως υπάρχει φόβος να «στραβώσουν». Υπάρχουν επίσης φόρμες χωρίς πάτο για πολλά πρόσφορα ο' ένα ταψί.
Τα χωρίς φόρμες πρόσφορα μέσα σ' ένα ταψί κολλούν μεταξύ τους καί όταν τα ξεκολλούν μετά το ψήσιμο είναι «οικτρόν ιδέσθαι».
Και επανερχόμεθα:
Κάνουμε το σημείον του Τ. Σταυρού, περνούμε την σφραγίδα και την πατάμε στο μέσον της ζύμης, ώστε να χωθή καλά στο ζυμάρι. Κρατάμε 2-3 δευτερόλεπτα και μετά την αποσύρουμε με προσοχή. Προσέχουμε να μη υπερεκχειλίση η ζύμη γύρω από την σφραγίδα γιατί τότε η σφραγίδα δεν αποκολλάται.
Αν φοβούμεθα ότι η σφραγίδα θα «κολλήσει» την πασπαλίζουμε πρώτα με λίγο αλεύρι, την τινάζουμε καλά και μετά σφραγίζουμε. Δεύτερο σφράγισμα απαγορεύεται. Αν αποτύχουμε στην πρώτη, ξαναζυμώνουμε την ζύμη.
Μετά απ' αυτό σκεπάζουμε με καθαρή πετσέτα καί με το μάλλινο ρούχο, προσέχοντας να μη βαρύνει επάνω και χαλάση το αποτύπωμα της σφραγίδας (βλογερό το λένε στα βουνά) φουσκώνοντας.
Τοποθετούμε σε θερμό μέρος.
Όταν φουσκώσει και αρχίζει να σκάζει ολίγον στα χείλη είναι έτοιμο. Ανάβουμε τον φούρνο στους 180° ολίγον ενωρίτερα ώστε να έχη προθερμανθεί. Εάν το βάλουμε στον φούρνο την ώρα πού τον ανάβουμε, τότε θα εξακολουθήσει να φουσκώνη οπότε θα χαλάση η σφραγίδα.
Με μια οδοντογλυφίδα τρυπάμε το πρόσφορο σε μέρη πού δεν αλλοιώνονται οι παραστάσεις της σφραγίδας, (τρυπάμε κυρίως στις γωνίες του ΙΣ-ΧΣ-ΝΙ-ΚΑ, της Θεοτόκου καί των εννέα ταγμάτων και γύρω από την σφραγίδα).
Εάν κατά την διάρκεια του φουσκώματος έχουν πιάση σκληρή κρουστά (κυρίως όταν ό καιρός είναι ξηρός, ή το θέρος), πριν το φουρνίσουμε ψεκάζουμε με λίγο νερό κρύο (με τον ψεκαστήρα του σιδηρώματος γίνεται ενιαίο το ψέκασμα).
Ψήνουμε για 3/4 της ώρας ή και μία ώρα (αναλόγως μεγέθους).
Προσέχουμε να μη σκουρίνουν από πάνω, μόνον να ροδίσουν. Το πρόσφορο δεν ψήνεται πολύ όπως το ψωμί. Χρειάζεται μόνον ρόδισμα καί στράγγισμα. Σε περίπτωση που ροδίση πρόωρα καλύπτουμε με ένα κομμάτι λαδόκολλα ή χαρτιού περιτυλίγματος.
Όταν το βγάλουμε από την φωτιά, το τυλίγουμε με μια καθαρή πετσέτα και το τοποθετούμε σε μια νάϋλον σακκούλα, την οποία δένουμε. Το αφήνουμε έως ότου κρυώση (αυτό γίνεται για να γίνη η άνω κόρα μαλακή, και να μπορεί ό ιερεύς ευχερώς να εξαγάγη τον Αμνόν, την Θεοτόκον και τα εννέα τάγματα των αγίων).
"Αν θέλουμε να γυαλίση, μόλις το βγάλουμε απ' τον φούρνο, το περνάμε με κρύο νερό απ' το πάνω μέρος, με το πινελλάκι μας, τιναχτό όμως για να μη έχη πολύ νερό καί για μία φορά μόνον.
Όταν κρυώσει είναι έτοιμο για τον ναό. Τυλίγουμε το πρόσφορο σε λευκή και καθαρή πετσέτα και το προσφέρουμε «ως ζεύγος τρυγόνων ή νεοσσούς περιστερών», τω υπέρ ημών προσφορά καί θυσία γενομένω υπέρ των «ημετέρων (ιερατικών) αμαρτημάτων καί των του λαού αγνοημάτων».
  








Δ' Μέθοδος Ταχυτέρα
Δια την παρασκευήν πρόσφορου υπάρχει και άλλη μέθοδος «ταχύτερα» (αιών ταχύτητος):
Αναπιάνουμε το προζύμι καί τοποθετούμε το δοχείο που το περιέχει μέσα σε άλλο μεγαλύτερο που έχει ζεστό (όχι καυτό) νερό. Αν χρειασθή ξαναζεσταίνουμε πάλι το νερό (χωριστά απ' το δοχείο του προζυμιού, για να μην «καή»)"
Σε δύο με τρεις ώρες είναι έτοιμο (φούσκωμα καί φουσκάλες). Ζυμώνουμε, όπως έχουμε περιγράψει. Τοποθετούμε το ταψί επάνω σε καυτό αλλ' όχι βραστό νερό. Ο ατμός θα ανεβάση το ζυμάρι γρήγορα.
Άλλος τρόπος:
Μπορούμε να τοποθετήσουμε (χωρίς νερό βέβαια) το προζύμι καί το ταψί σκεπασμένα με πετσέτα στον ηλεκτρικό φούρνο σε πολύ χαμηλή (την πιο χαμηλή) θερμοκρασία (οπωσδήποτε κάτω των 50ο), αφήνοντας την πόρτα του φούρνου λίγο ανοιχτή. Προζύμι και πρόσφορο ανεβαίνουν ταχύτατα. Για να μη «ξεραθή» το πρόσφορο από πάνω, ανάβουμε μόνον την κάτω αντίστασι του φούρνου.
Αν θέλομε να έχουμε πρόσφορα έτοιμα «εις πρώτην ζήτησιν», μπορούμε να τα βάλουμε μόλις κρυώσουν στην κατάψυξι τυλιγμένα σε χαρτί κουζίνας καί σε νάϋλον σακκούλα. Όταν χρειασθούμε αποψύχουμε από βραδύς. Στα παλαιά χρόνια η προσκομιδή εγίνετο με πέντε πρόσφορα (ανάμνηση του θαύματος των 5 άρτων). Επειδή αυτό ήταν δύσκολο συνδέθηκαν τα 5 σε ένα. Γι' αυτό η συνήθης σφραγίδα έχει πέντε τεμάχια.
Στο κέντρο είναι το ΙΣ-ΧΣ-ΝΙ-ΚΑ, από όπου εξάγεται ο Αμνός δια την μεταβολήν εις Σώμα Χριστού.
Στα δεξιά του Αμνού (αριστερά όπως βλέπουμε το πρόσφορο) είναι η μερίδα της Θεοτόκου (ΜΡΘΟΥ).
Αριστερά τα εννέα τάγματα των Αγίων (Άγγελοι, Προφήται, Απόστολοι, Ιεράρχαι, Μάρτυρες, Όσιοι, Ανάργυροι, Θεοπάτορες και άγιος της ημέρας και Ιεράρχης, ου την Θ. Λειτουργίαν επιτελούμεν (Ι. Χρυσόστομος ή Μέγας Βασίλειος).
Στο άνω μέρος είναι η μερίδα των ζώντων.
Στο κάτω μέρος είναι ημερίδα των κεκοιμημένων.
Αυτά βέβαια για τους ενοριακούς ναούς.
Για τα Μοναστήρια υπάρχει (ή πρέπει να υπάρχη) άλλη Τάξις.
Για τους Ορθοδόξους η παρασκευή πρόσφορου δεν είναι προαίρεσις, είναι καθήκον. Είναι κρίμα σε ενορίες χιλιάδων Χριστιανών να μην υπάρχη λειτουργία «σπιτική» για την Θ. Λειτουργία και να καταφεύγουν οι ιερείς στους φούρνους.  












π. ΤΙΜΟΘΕΟΣ ΗΛΙΑΚΗΣ 

Από το βιβλίο ΚΑΛΟΓΗΡΙΚΗ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗ του Αρχιμ. Δοασιθέου, έκδ. ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΑΤΑΡΝΗΣ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ, έκδ. ΕΝΑΤΗ, ΣΕΛ. 20-27.  






Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ Η ΑΓΙΟΤΟΚΟΣ

GOREME Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΣΤΕΦΑΝΩΝ
Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΣΤΗΝ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ

ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ( ΣΙΝΑΣΟΣ-MOYSTAFAPASA) π.Τιμόθεος Ηλιάκης
 

 
Η Καππαδοκία (στα Τουρκικά Kapadokya, από το Ελληνικό: Καππαδοκία / Kappadokía, που με τη σειρά του προέρχεται από το Περσικό: Κατπατούκα που σημαίνει "η χώρα των όμορφων αλόγων") είναι μία από τις μεγαλύτερες περιοχές της ανατολικής Μικράς Ασίας. Σήμερα αποτελεί τουρκική επαρχία και περιλαμβάνει τέσσερεις διοικήσεις, την Καισάρεια, τη Νίγδη, το Γκιοζγκάτ και το Κιρ-Σεχίρ.
Μέχρι το 1922 και τη Μικρασιατική Καταστροφή, οπότε και η ανταλλαγή πληθυσμών, οι κάτοικοι της Καππαδοκίας κατά θρήσκευμα και εθνικότητα ήταν:
Ομιλούμενες γλώσσες ήταν η Ελληνική με πολλές παραφθορές, η Τουρκική, η Αρμενική και η Κουρδική. Κάτοικοι μετά το 1922: 700.000.
Φυσικά όρια της Καππαδοκίας είναι προς Β. ο Εύξεινος Πόντος, προς Α. ο ποταμός Ευφράτης, προς Ν. το όρος Ταύρος και προς Δ. ο ποταμός Κιζίλ Ιρμάκ (Άλυς). Χώρες παλαιότερες που συνόρευαν με την Καππαδοκία ήταν προς Δ. η Παφλαγονία, η Λυκαονία και η Γαλατία, προς Ν. η Κιλικία και η Συρία και προς Α. η Αρμενία και η Συρία.Ψηλότερο βουνό είναι ο Αργαίος (τουρκ. Erciyes) (4.000 μ.), συνεχώς χιονοσκεπής, και η μεγάλη οροσειρά του Ταύρου. Κύριοι ποταμοί είναι ο Άλυς (από το ορυκτό αλάτι στις όχθες του), ο Ευφράτης, ο Γεσίλ Ιρμάκ (Ίρις) και ο Σάρος (Σεϊχάν). Το έδαφος στα υψίπεδα σχηματίζει κυρίως βοσκοτόπους, είναι εύφορο προς τον Πόντο και τον Ευφράτη και δασώδες προς την οροσειρά του Ταύρου.

http://el.wikipedia.













ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ: Μαγευτική φύση!
Το τοπίο θυμίζει άλλον πλανήτη: ένα απέραντο οροπέδιο γεμάτο φαράγγια και αβυσσαλέα χάσματα, σπαρμένο με κούφιους παράξενους βράχους. Είναι αμέτρητοι, φαλλόσχημοι, κωδωνόσχημοι ή πυραμιδοειδείς και στέκουν επί αιώνες ακλόνητοι. Είναι ο παράδεισος του γεωλόγου, του τυμβωρύχου ή κάποιου που θα ήθελε να κρυφτεί...
Ξεχωριστή περιοχή της γειτονικής μας χώρας, ιδιαίτερη μαγεία και παιχνιδίσματα της φύσης που ξαφνιάζουν. Αξίζει να τη γνωρίσετε.
Νοτιοανατολικά της Άγκυρας, σημερινής πρωτεύουσας της Τουρκίας, υπήρχε κάποτε το κέντρο της αυτοκρατορίας των Χιττιτών. Η περιοχή αυτή έγινε με το πέρασμα του χρόνου αυτόνομο βασίλειο, αλλά και επαρχία της τεράστιας ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Τα ίχνη όλων των πολιτισμών που μέσα στους αιώνες πάτησαν στο χώμα αυτού του τόπου είναι ακόμη εμφανή. Γι’ αυτόν το λόγο, αλλά και επειδή διαθέτει ασυνήθιστη, τραχιά φυσική ομορφιά, η Καππαδοκία αποτελεί σήμερα έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς της Τουρκίας.


Γνωριμία με την περιοχή


Υπάρχουν δύο τρόποι για να επισκεφθείτε την Καππαδοκία. Είτε να κάνετε μια μονοήμερη εκδρομή από την Άγκυρα, οπότε και θα πάρετε μια γερή αλλά σε καμία περίπτωση ολοκληρωμένη γεύση της τεράστιας περιοχής, είτε να παρατείνετε την παραμονή σας εκεί για μερικές ημέρες γυρίζοντάς την όσο περισσότερο γίνεται.
Στο Ακσαράι, μια κωμόπολη 100.000 κατοίκων που απέχει περίπου τέσσερις ώρες οδικώς από την Άγκυρα, θα θαυμάσετε το τζαμί Ουλού Καμί (χτίστηκε το 1408) με τον εντυπωσιακό ξυλόγλυπτο άμβωνά του καθώς και το ενδιαφέρον για την ιστορία της περιοχής μουσείο της πόλης. Συνεχίζοντας πιο νότια, σε τρία τέταρτα της ώρας θα βρεθείτε στην κοιλάδα Ιχλαρά, όπου θα δείτε εκκλησίες σκαμμένες μέσα σε βράχους. Η μαγευτική φύση της περιοχής είναι ιδανική για πεζοπορία.

Από εσάς εξαρτάται το πόσο μακριά θα φτάσετε, αφού οι αποστάσεις συχνά είναι πολύ μεγάλες. Από τις εκκλησίες που θα συναντήσετε στο δρόμο σας ξεχωρίζουν εκείνη του Αγίου Γεωργίου καθώς και η Ευωδιαστή Εκκλησία, η εκκλησία του Φιδιού και η εκκλησία του Υακίνθου. Το μοναστήρι Σελίμε, το οποίο αξίζει και με το παραπάνω να επισκεφθείτε, είναι επίσης σκαμμένο μέσα στο βράχο. Οι δε πηγές Ζίγκα σάς περιμένουν για μια βουτιά στα ιαματικά νερά τους, αρκεί να αντέχετε την υψηλή θερμοκρασία τους: από 40 έως 50 βαθμούς Κελσίου! Πέτρινα σπίτια, περιστεριώνες και εκκλησίες λαξεμένες στους βράχους θα βρείτε και στο χωριό Γκιιουζελγιούρτ. Πρόκειται για την τοποθεσία όπου κάποτε ήταν χτισμένη η πόλη Καρβάλη με τους εκατοντάδες Έλληνες κατοίκους. Επισκεφθείτε την Κόκκινη Εκκλησία με τους τρεις κυρίως ναούς της λίγο έξω από το χωριό. Θα σας εντυπωσιάσει, παρότι είναι πολύ παραμελημένη.
Κτίρια σκαμμένα στους βράχους (πρόκειται για τη σημαντικότερη «ατραξιόν» της περιοχής) θα βρείτε και στην πόλη Γκιουλσεχίρ, ενώ στο Ουσιζάρ θα βρεθείτε μπροστά σε ένα τοπίο μοναδικό στον κόσμο, ένα τοπίο για το οποίο είναι περήφανη όλη η Τουρκία. Από εδώ ξεκινάει ένα μαγικό αμμώδες χαλί μέσα στο οποίο δεσπόζουν οι περίφημες παραμυθένιες «καμινάδες», κάτι περίεργοι, εντυπωσιακοί, τεράστιοι βράχοι, δημιουργήματα ηφαιστειογενών υλικών.


Το εντυπωσιακό τοπίο συνεχίζεται και στο δρόμο προς το Γκόρεμε με τους κωνικούς σχηματισμούς από πορώδη πέτρα και τις διάσημες Υπόγειες Πολιτείες ( πάνω από τριάντα στον αριθμό!). Ειδικά οι τελευταίες είναι ένα σπάνιο αξιοθέατο της περιοχής το οποίο δεν πρέπει με τίποτα να χάσετε!
Σήραγγες και βραχόσπιτα θα βρείτε και στο γραφικό Ζελβέ. Στο Άβανος θα επισκεφθείτε την υπόγεια πόλη του Οζκονάκ και τις θερμές πηγές Μπαίραμχασιλάρ. Στις δίδυμες κοιλάδες του Σογκανλί θα βρείτε κι άλλες εξαιρετικές εκκλησίες, ενώ στα Έλη του Σουλτάνου θα δείτε από κοντά σπάνια είδη πουλιών και θα θαυμάσετε το μαγευτικό τοπίο.

Εκδρομή

Να κάνετε μια ημερήσια εκδρομή από το Γκόρεμε ή το Άβανος στις Υπόγειες Πολιτείες.








ΦΑΓΗΤΟ-ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ-ΑΓΟΡΕΣ

Σε όποια περιοχή της Καππαδοκίας και να πάτε θα απολαύσετε νοστιμότατες τοπικές σπεσιαλιτέ, κυρίως υπέροχα μαριναρισμένα κρέατα, τα οποία πολλές φορές συνοδεύονται με γιαούρτι. Το τσάι, ένα ρόφημα το οποίο αγαπούν ιδιαίτερα οι Τούρκοι, θα συνοδεύει το γεύμα ή το δείπνο σας, εκτός αν επιλέξετε κάποιο από τα ενδιαφέροντα τουρκικά κρασιά.
Σίγουρα δεν πρόκειται για μια περιοχή που
υπόσχεται ξέφρενο γλέντι τα βράδια. Παρόλα αυτά θα βρείτε μερικά καλά μπαρ, κυρίως στο Γκόρεμε. Επίσης, θα απολαύσετε φολκλορικά σόου σε πολλά εστιατόρια.
Από την Καππαδοκία μπορείτε να αγοράσετε είδη λαϊκής τέχνης, ξυλόγλυπτα, κεραμικά, χαλιά, υφάσματα, τοπικά γλυκά του κουταλιού και λικέρ.


ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ



Υπήρχε μια πληθώρα ηθών και εθίμων που συνόδευαν την καθημερινή ζωή των κατοίκων ης Καππαδοκίας σε όλες της σχεδόν τις εκδηλώσεις. Τα περισσότερα από αυτά έχουν λατρευτικό χαρακτήρα λόγω του έντονου θρησκευτικού συναισθήματος που διακατείχε τους Καππαδόκες. Ελάχιστα είναι τα εξωχριστιανικά έθιμα και αυτά αναφέρονται στην απομάκρυνση κακών πνευμάτων και δαιμόνων. Καταγράψαμε τα ήθη και τα έθιμα και τα συνθέσαμε κατά ενότητες παρακολουθώντας τα παράλληλα με το χρόνο που τελούνταν. Τα Χριστούγεννα τα έλεγαν οι Καππαδόκες Μικρό Πάσχα. Από την παραμονή 24 Δεκεμβρίου άρχιζαν οι προετοιμασίες, Έσφαζαν κοτόπουλα ή μεγαλύτερα ζώα που τα μοιράζονταν περισσότερες οικογένειες. Σ' όλα τα σπιτικά ζύμωναν πίττες με αλεύρι, γάλα, αυγά, ζάχαρη και βούτυρο. Οι γυναίκες πήγαιναν στους στάβλους όπου άναβαν κεριά στα παχνιά των ζώων και θυμιάτιζαν. Τη νύχτα της παραμονής, περασμένα μεσάνυχτα κτυπούσε η καμπάνα της εκκλησίας. Αν δεν υπήρχαν καμπάνες χρησιμοποιούσαν σήμαντρα ή ακόμη και συνεργεία από ιεροδρόμους με επικεφαλή τον κανδηλανάφτη που διάβαιναν το χωριό απ' άκρη σ' άκρη και ειδοποιούσαν τους πιστούς πως ήρθε η ώρα της εκκλησίας κτυπώντας τις πόρτες τους. Οι άνδρες φορούσαν γιορτινά και οι γυναίκες τις κεντημένες φορεσιές από τσόχα. Πήγαιναν όλοι μαζί οι γείτονες και για να βλέπουν στο σκοτάδι κρατούσαν πυρσούς. Η Λειτουργία, τελείωνε, πριν ξημερώσει και γύριζαν στα σπίτια τους Ασπάζονταν οι μικρότεροι τα χέρια των μεγαλυτέρων και ευχόταν «Χριστός γεννάται», «Αληθώς γεννάται», «Χρόνια Πολλά» κ.α. Έστρωναν το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι που περιελάμβανε σούπα τραχανά και γιουβαρλάκια. Απαραίτητα έπρεπε να υπάρχει στο τραπέζι την ημέρα αυτή και το " χερσέ" πιλάφι από ψιλοκομμένο στάρι που είχε βράσει σε ζωμό από κόκαλα. Το φαγητό αυτό το έδωσαν και στην Παναγία να φαει όταν ήταν λεχώνα. Δεν είχε ξημερώσει και οι περισσότεροι έπεφταν πάλι για να κοιμηθούν. Όλες τις μέρες από τα Χριστούγεννα μέχρι του Αγίου Βασιλείου γιόρταζαν, συγκεντρωμένοι στα σπίτια διασκέδαζαν χορεύοντας χωριστά οι άντρες και χωριστά. οι γυναίκες, στα δώματα, στις στέγες που ήταν επίπεδες, σε μικρές πλατείες αν ο καιρός το επέτρεπα.. Το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς τα παιδιά γύριζαν στα σπίτια και έλεγαν τα κάλαντα Ομάδες, συνήθως από έξι αγόρια η καθεμιά σκόρπιζαν στο χωριό. Τα τρία παίδια από την κάθε ομάδα ανέβαινα στο δώμα των σπιτιών και από το φεγγίτη (πετζέ) κρατούσαν με σκοινί ένα φανάρι δικής τους κατασκευής και το άφηναν να κατέβει μέσα στο σπίτι. Ανεβοκατέβαζαν μέσα στο δωμάτιο του σπιτιού το φανάρι τους και έψελναν το τροπάριο του Αγίου Βασιλείου " Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος σου ...» και πολλές φορές στο τέλος πρόσθεταν : Καλησπέρα στη βραδιά σας, όποιος δώσει να κάμει αγόρι, όποιος δε δώσει, να κάνει κορίτσι, κι αυτό ως το πρωί καμπουριασμένο. Την ίδια στιγμή τα άλλα τρία παιδιά είχαν μπει μέσα στο σπίτι, για να πάρουν τα δώρα που θα τους προσφέρουν, αυγά, πλιγούρι, βούτυρο, ξηρούς καρπούς. Και στoν Τούρκων τα σπίτια πήγαιναν παιδιά για να ψάλουν τα κάλαντα τα παιδιά τα έτρωγαν μαζί σε ένα σπίτι . Τη νύχτα εκείνη γινόταν από πολλούς προσκύνημα στα λαξευτά παρεκκλήσια του Αη-Βασίλη και των 40 Μαρτύρων. Οι δρόμοι φωταγωγημένοι από τα κεριά των προσκυνητών που πήγαιναν και έρχονταν παρουσίαζαν υπέροχο θέαμα. Πίστευαν πως τα μεσάνυχτα της Πρωτοχρονιάς ανοίγει ο ουρανός. Αν τη νύχτα της παραμονής γεννιόταν παιδιά, θα ήταν τυχερά. Αν ήταν αγόρια, τους έδιναν στη βάφτιση το όνομα Βασίλης. Ξημερώματα Πρωτοχρονιάς οι γυναίκες έτρεχαν στη βρύση να φέρουν νερό τον Αη-Βασίλη «σουγιού». Γέμισε η κάθε μία τη στάμνα της και κρατούσε ύστερα κάτω από τη βρύση σακούλα μικρή με νομίσματα, για να τρέξει μέσα το νερό και να πολλαπλασιαστούν τα νομίσματα. Ιδιαίτερη ήταν η φροντίδα για το γεύμα το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς. Στο τραπέζι έπρεπε να έχουν κότα γεμιστή με πλιγούρι, ρόδια που επάνω τους κολλούσαν μικρά κεριά και τα άναβαν, μέσα σε ταψί με ξηρούς καρπούς και κεριά αναμμένα, στημένα στη μέση. Το είχαν σε κακό να δανείσουν ή να δώσουν ελεημοσύνη την ημέρα της Πρωτοχρονιάς, θα έφευγε η σοδειά, το μπερεκέτι του σπιτιού. Σαράντα μέρες συνέχεια μετά την Πρωτοχρονιά πολλοί συνήθιζαν να πηγαίνουν στο παρεκκλήσι του Αη-Βασίλη να ανάβουν το καντήλι και να παρακαλούν να τους βοηθήσει. Μια παράδοση αποδίδει την καθιέρωση της βασιλόπιτας στην επινοητικότητα του Αγίου Βασιλείου. Κάποτε κάποιος πολύ σκληρός έπαρχος της Καππαδοκίας πλησίασε την Καισαρεία με άγριες διαθέσεις. Ήθελε να βασανίσει τους χριστιανούς. Τότε ο Μέγας Βασίλειος ζήτησε να του προσφέρουν ότι νόμισμα ή κόσμημα είχε ο καθένας τους, και να τον συνοδεύσουν στην υποδοχή του άρχοντα. Ο έπαρχος αντικρίζοντας το θησαυρό θαμπώθηκε αλλά για λόγους που δε γνωρίζουμε δεν πήρε την προσφορά τους. Ο Αγιος ανακουφίστηκε αλλά βρέθηκε μπροστά σε αδιέξοδο, γιατί δε θυμόταν σε ποιον ανήκε το κάθε αντικείμενο. Βρήκε όμως τη λύση. Έκανε παραγγελία τόσες πίτες όσα ήταν και τα νομίσματα-κοσμήματα και τοποθέτησε σε καθεμία από ένα. Κατόπιν τα μοίρασε στους πιστούς. Σύμφωνα με το θρύλο καθένας έτυχε στην πίτα του ό,τι είχε δωρίσει. Έτσι λένε ότι γεννήθηκε το έθιμο της βασιλόπιτας που κόβουμε την παραμονή ή ανήμερα την Πρωτοχρονιά.

Οι αποκριές στο Μιστί γιορταζόταν με χορούς και μεταμφιέσεις. Τα παιδιά γινόταν μασκαράδες. Σπάνια ντυνόταν οι μεγάλοι. Είχαν δύο Κυριακές αποκριάς που ονομαζόταν Κυριατ' κρεισή τσι Τυριού Τσέρεται δηλ. κρέατος και τυριού. Την πρώτη έτρωγαν κρέατα, τη δεύτερη αβγά και τυριά. Όταν ξημέρωνε η Καθαρή Δευτέρα μέσα στα σπίτια, πάνω στους τοίχους έκαναν σκίτσα καμήλας με αλεύρι, το είχανε για καλό αυτό. Αν τα παιδιά ήθελαν να φάνε κρέας στο διάστημα της σαρακοστής τα φοβέριζαν με τη φράση: «Παπάς κοφτ' τα' αυτιά σ'». Όταν υπήρχε αρραβωνιασμένη στο σπίτι μαζευόταν συγγενείς του αρραβωνιαστικού και έτρωγαν όλοι μαζί. Όσοι πάλι είχαν παντρεμένα παιδιά πήγαιναν και έτρωγαν όλοι μαζί στο πατρικό σπίτι. Έτρωγαν κρέας, αβγά, πίτες, γαλατόπιτες, γλυκά, και χυλοπίτες, χόρευαν και απόκρευαν. Τελευταία έτρωγαν ένα αβγό. Τα παιδιά αυτή τη μέρα έπαιζαν τζαρτζούτ, την τραμπάλα, που είδαμε στο κεφάλαιο «Λιπίδια» Έστηναν μια σε κάθε μικρογειτονιά και έπαιζαν «μυτερεύοντας ένα τζαρτζούτ»,ξύνοντας το μυτερό. Οι εβδομάδες της αποκριάς στην Ανακoύ ήταν δύο, της Κρεατινής που έτρωγαν μόνο κρέας και της Τυρινής που έτρωγαν μόνο μακαρόνια, τυρόπιτες, αβγά, ψάρια και όχι κρέας. Τις δύο Κυριακές της Αποκριάς οι νέοι, μόνο οι άνδρες, ποτέ οι γυναίκες, γινόταν μασκαράδες. Φορούσαν σαλβάρια, έπαιρναν νταούλια από τους Τούρκους και τα κτυπούσαν, γινόταν νυφάδες, μουτζουρωνόταν, υποκρινόταν τις έγκυες, έκαναν ότι θα γεννήσουν, φώναζαν και ο κόσμος γελούσε. Το βράδυ της δεύτερης Αποκριάς μαζευόταν οι συγγενικές οικογένειες κι έτρωγαν μαζί, με τελευταίο φαγητό ένα σφιχτοβρασμένο αβγό. Τη Μεγάλη εβδομάδα, νήστευαν και πήγαιναν κάθε μέρα στην εκκλησία. Τη Μ. Τετάρτη σταματούσαν τις δουλειές των χωραφιών. Τη Μ. Πέμπτη έβαφαν κόκκινα αυγά με κρεμμυδόφλουδες και το βράδυ πήγαιναν στην εκκλησία από ένα αυγό για κάθε μέλος της οικογένειας. Στο Μιστί έπαιρναν ένα σακούλι όπου έβαζαν αυγά για τα μέλη της οικογένειας και ένα επιπλέον για τους φτωχούς. Επίσης άφηναν τσουρέκι, μέλι, βούτυρο, γιαούρτι, γάλα, και το κουλούρι του Ευαγγελίου (ψωμί με κόκκινο αυγό πάνω) πάνω στο στασίδι και τα έπαιρναν την Ανάσταση. Στην Ανακού είχαν ένα μανουάλι για δώδεκα μεγάλα κεριά και όταν ο παπάς έλεγε ένα-ένα τα ευαγγέλια, για κάθε ευαγγέλιο έσβηναν και ένα κερί. Τα κεριά που έμεναν τα έκοβαν και τα μοίραζε ο παπάς και οι άνθρωποι τα χρησιμοποιούσαν ως φυλακτά. Επίσης για φυλαχτό έπαιρναν κομματάκι από το σεντόνι του Χριστού. Πολλοί άρρωστοι κοιμόταν αποβραδίς στην εκκλησία για να γιατρευτούν. Στο Μιστί μάλιστα έρχονταν άρρωστοι Τούρκοι από τα γύρω χωριά Καρατλί, Ζάνζαμα, ξάπλωναν μπροστά στο ιερό πριν τα δώδεκα ευαγγέλια, για να γίνουν καλά. Αλλοι γεροί πάλι, στεκόταν κοντά στο παγκάρι και παρακολουθούσαν τη λειτουργία. Οι νοικοκυρές ζύμωναν λοχούμια, παξιμάδια με αυτά, γάλα και βούτυρο, αχλάδια, κουλούρια στρογγυλά ή πλεχτά. Πάνω έκαναν σταυρό χαραγμένο ή φτιαγμένο με προζύμι. Ημέρα του μεγαλύτερου πένθους ήταν Μεγάλη Παρασκευή. Ήταν όλα κλειστά, θεωρούσαν μεγάλη αμαρτία να πιάσει κανείς σφυρί ή καρφί αυτή τη μέρα. Οι γυναίκες στόλιζαν το Επιτάφιο με γκι, ζουμπούλια και σουσάμια (αυτά υπήρχαν εκείνη την εποχή). Όλοι προσκυνούσαν τον επιτάφιο, περνούσαν και τρεις φορές από κάτω για να είναι γεροί. Το βράδυ ο δάσκαλος με τα παιδιά διάβαζαν τον επιτάφιο θρήνο, έψελναν τα εγκώμια και μετά περιέφεραν τον Επιτάφιο με κατάνυξη στους δρόμους κρατώντας κεριά αναμμένα ψάλλοντας το «Κύριε ελέησον». Στο Μιστί, Γκέλβερι και Ανακού περιέφεραν τον επιτάφιο μόνο στο προαύλιο της εκκλησίας για το φόβο των Τούρκων. Το Μεγάλο Σάββατο ήταν η μέρα των πεθαμένων. Πήγαιναν στα νεκροταφεία, άναβαν κεριά και καντήλια και έκαναν τρισάγιο. Στην Αξό, ανήμερα της Λαμπρής γινόταν μεγάλη γιορτή των νεκρών. Στο Τσαρικλί Νίγδης γύριζαν και την Ανάσταση στο νεκροταφείο, όπου οι γυναίκες έκλαιγαν. Στο Μιστί στο τέλος της Σαρακοστής έβγαιναν τα παλικάρια κάθε βράδυ και μάζευαν ξύλα, άχυρα, καύσιμα τα οποία αποθήκευαν τραγουδώντας και σφυρίζοντας μέχρι τη Μ. Πέμπτη. Τη νύχτα του Σαββάτου τα μάζευαν στην πλατεία της γειτονιάς και άναβαν φωτιά. Μαζεύονταν γύρω και γελούσαν, φώναζαν, ώσπου να χτυπήσει η καμπάνα για την Ανάσταση. Συμβόλιζε τη φωτιά που είχαν ανάψει οι Απόστολοι και ζεσταίνονταν όταν ανέκριναν το Χριστό. Το Μ. Σάββατο οι άνδρες έσφαζαν μεγάλα ζώα και οι γυναίκες έφτιαχναν πίτες με αλεύρι, βούτυρο, ζάχαρη ή μέλι. Τα μεσάνυχτα χτυπούσε η καμπάνα για τη λειτουργία. Όλοι με τα καλά τους πήγαιναν στην εκκλησία. Μόλις ο παπάς έλεγε «Χριστός Ανέστη» τσούγκριζαν το αβγό και το έτρωγαν. Με αβγό άνοιγαν τη νηστεία και με αυγό την έκλειναν. Μετά τη λειτουργία της Ανάστασης έπαιρναν αυτά που είχαν αφήσει στην εκκλησία και πήγαιναν το «άγιο φως» στο σπίτι τους. Αναβαν το καντήλι και έτρωγαν σούπα, κρέας, πιλάφι, τυρί, πίτες, καϊμάκι. Την ημέρα της Ανάστασης νωρίς το απόγευμα γινόταν η Λειτουργία της Δεύτερης Ανάστασης. Μετά τη δοξολογία έβγαιναν για τη λιτανεία. Περνούσαν από τα κεντρικά σημεία του χωριού και γυρνούσαν στην εκκλησία όπου διαβάζονταν τα Ευαγγέλια σε επτά γλώσσες. Μετά τη δεύτερη Ανάσταση άρχιζε ο χορός και το γλέντι που κρατούσε όλη την εβδομάδα της διακαινησίμου. Σε πολλά μέρη γινόταν πανηγύρια στην εξοχή και αγώνες πάλης,, δρόμου και λιθαριού. Μεγάλη γιορτή ήταν του Αη- Γιωργιού, στις 23 Απριλίου, οδηγού και προστάτη των ταξιδιωτών και των ζώων. Στο Γκέλβερι η συντεχνία των γεωργών έκανε λειτουργία στην εκκλησία του Αγίου Γρηγορίου. Στα Κενάταλα γινόταν μεγάλο πανηγύρι όπου στόλιζαν την εικόνα του Αγίου Γεωργίου με στάχυα που έφερναν οι φτωχοί αγρότες από τα χωράφια τους.. Ύστερα κατέβαιναν στους κήπους του χωριού έσφαζαν αρνιά, έψηναν, διασκέδαζαν, έκαναν αγώνες πόλης Χριστιανοί και Τούρκοι και έστηναν κούνιες στα δένδρα και κουνιόταν. Στο Σιβρίχισαρ γιορταζόταν στο λαξευτό παρεκκλήσι του Αη-Γιώργη, όπου πρόσφεραν οι πιστοί διάφορα τάματα και προπάντων καϊκανά, δηλαδή σφουγγάτο με μέλι. Έσφαζαν κουρμπάνι και οι αρραβωνιασμένες δέχονταν δώρα από τις πεθερές και τους χωριανούς. Τον Αγιο τιμούσαν και οι Τούρκοι, χωριστά από τους Χριστιανούς. 
Πηγη  http://sottovoce6.blogspot.com/2010/12/blog-post_14.html

Σάββατο 24 Μαρτίου 2012

ΞΕΧΩΡΙΣΤΑ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ 25ης ΜΑΡΤΙΟΥ

 


Υπάρχουν ορισμένες περιοχές στην Ελλάδα που δίνουν μια άλλη διάσταση στον εορτασμό της 25ης Μαρτίου και δεν περιορίζονται σε θείες λειτουργίες, καταθέσεις στεφάνων και παρελάσεις, αλλά διοργανώνουν ξεχωριστές εκδηλώσεις που έχουν τις "ρίζες" τους σε βάθος χρόνου.

Στο
Ελατοχώρι του νομού Πιερίας, την παραμονή του Ευαγγελισμού, ομάδες μικρών παιδιών και νεαρών ατόμων, έχοντας κρεμασμένα στο λαιμό κουδούνια από τα κοπάδια των προβάτων και κρατώντας στα χέρια φωτιές, γυρίζουν στους δρόμους του χωριού.

Σε κάθε σπίτι
χτυπούν δυνατά τα κουδούνια, κάνοντας εκκωφαντικό θόρυβο και φωνάζοντας δυνατά να "φύγουν τα φίδια, να φύγουν οι σαύρες, έρχεται ο Ευαγγελισμός με το σπαθί στο χέρι", ενώ στη συνέχεια συγκεντρώνονται στην πλατεία του χωριού και στήνουν μεγάλο γλέντι με κρασί και εδέσματα.

«Το έθιμο
κρατάει από την εποχή της τουρκοκρατίας έως και σήμερα. Τα παιδιά γυρνούν σε όλο το χωριό, ενώ οι μεγαλύτεροι μαζεύουμε κέδρα στην πλατεία του χωριού. Εκεί ανάβουμε μεγάλες φωτιές και πηδάμε πάνω από τις φλόγες, ενώ καλωσορίζουμε την άνοιξη με χορούς και παραδοσιακά τραγούδια" δήλωσε ο πρόεδρος της τοπικής κοινότητας Ελατοχωρίου Νικόλαος Γκλάρας.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και σε περιοχές της
Ηπείρου, την παραμονή του Ευαγγελισμού. Τα παιδιά ξεχύνονται στα χωράφια, χτυπώντας κατσαρόλες και ό,τι άλλο μαγειρικό σκεύος έχουν. Με το θόρυβο που κάνουν πιστεύουν πως διώχνουν τα φίδια, που εκείνη την ημέρα ξυπνούν από τη χειμερία τους νάρκη.




Αντίθετα, στη Σκιάθο, το νησί των Σποράδων, τα τελευταία χρόνια αναβιώνουν την 25η Μαρτίου τα έθιμα "εωθινό" και "λαμπαδηφορία". Το εωθινό σημαίνει το εορταστικό ξύπνημα του νησιού, ανήμερα της γιορτής, στις 5 η ώρα το πρωί. Σε αυτή την εκδήλωση γιορτάζεται η Απελευθέρωση του Γένους.

Η
λαμπαδηφορία γίνεται στις 8:30 το βράδυ, όπου μαθητές και ενήλικες ξεχύνονται στους δρόμους με λαμπάδες και κεριά. Πρόκειται για ένα έθιμο που πηγάζει από τα χρόνια της τουρκοκρατίας και συνδυάζει την ανάσταση του Χριστού με την ανάσταση του Γένους, παραλληλίζοντας το Άγιο Φως με το φως της ελευθερίας.




Η ιστορία του μπακαλιάρου 

Ως έθιμο για τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου καθιερώθηκε και ο μπακαλιάρος με σκορδαλιά. Κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής, η Εκκλησία επέτρεπε στους πιστούς να φάνε ψάρι μόνο δύο φορές, του Ευαγγελισμού και την Κυριακή των Βαΐων.




Η ιστορία του μπακαλιάρου ξεκινάει με την εποχή των Βίκινγκς, όπου πρωτοεμφανίστηκε σαν εμπορικό προϊόν περί το 800 μ.Χ. Μάλιστα, λέγεται ότι κυνηγώντας βακαλάους, οι Βίκινγκς ανακάλυψαν κατά λάθος το "νέο κόσμο".

Πρώτοι τον πάστωσαν οι
Βάσκοι, που ξεκίνησαν το εμπόριο του μπακαλιάρου από το Μεσαίωνα και τον ονόμασαν "ψάρι του βουνού", ενώ στη χώρα μας, ήρθε τον 15ο αιώνα και στο ελληνικό τραπέζι μπήκε κατά τη διάρκεια της σαρακοστιανής νηστείας.

Με εξαίρεση τα νησιά
, όπου υπήρχε πάντα φρέσκο ψάρι, στην υπόλοιπη Ελλάδα ο παστός μπακαλιάρος ήταν η φθηνή και εύκολη λύση.

Ιστορικά, εκείνοι που
έστελναν στην Ελλάδα μεγάλες ποσότητες μπακαλιάρου ήταν οι Άγγλοι, οι οποίοι τον αντάλλασσαν με σταφίδεςΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΑ 

ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ !!!
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2012

Η 25η ΜΑΡΤΙΟΥ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ


Η 25η ΜΑΡΤΙΟΥ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

Iταλοί έφιπποι καραμπινιέροι επιτίθενται για να διαλύσουν διαδήλωση πατριωτών στην Πλατεία Συντάγματος την 25η Mαρτίου 1943, κατά τον εορτασμό της Eθνικής Eπετείου  

Στα χρόνια της φασιστικής Κατοχής ο λαός των Αθηνών γιόρταζε τη μεγάλη Εθνική Επέτειο της 25ης Μαρτίου, μαχόμενος εναντίον των κατακτητών και έβαφε με το αίμα του την Αθηναϊκή άσφαλτο δείχνοντας έτσι σε όλο τον κόσμο και στους ίδιους τους κατακτητές ότι το 1821 δεν είναι κάτι που ανήκει στο παρελθόν και στα βιβλία, αλλά είναι η ίδια η αθάνατη ψυχή του Ελληνικού Έθνους, που γράφει την ιστορία του μέσα στους αιώνες με αγώνες και μάχες για την Ελευθερία. 


Η άνοιξη του 1942 ήλθε ύστερα από έναν φοβερό χειμώνα πείνας με χιλιάδες θύματα, ενώ λίγο νωρίτερα το δολοφονικό μαχαίρι της προδοσίας είχε χτυπήσει από τα νώτα το Έθνος και το είχε ρίξει σε ένα μούδιασμα παθητικότητας, από την οποία μόλις τότε άρχισε να βγαίνει. Η 25η Μαρτίου ήρθε τότε σαν εγερτήριο σάλπισμα που καλούσε «στα όπλα». 
ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ Ο ΤΡΑΧΥΛΟΣ ΖΥΓΟ ΔΕΝ ΥΠΟΜΕΝΕΙ

1942
Η τρομοκρατία ήταν μεγάλη. Πάνοπλοι καραμπινιέροι είχαν κατακλύσει από ενωρίς το πρωί τους δρόμους. Οι κατακτητές είχαν απαγορεύσει κάθε εκδήλωση και ετοιμάζονταν να «τιμήσουν» αυτοί την επέτειο, με τελετή στη Μητρόπολη και στον Άγνωστο Στρατιώτη! Ένιωθαν το ξύπνημα του λαού και προσπαθούσαν να τον κρατήσουν στον ύπνο, υποκρινόμενοι ότι σέβονται τις εθνικές του παραδόσεις και ισχυριζόμενοι ότι ο «Άξων» του Φύρερ και του Ντούτσε πασχίζει για την … ελευθερία και την ευημερία της Ελλάδος! Διέταξαν γενικό σημαιοστολισμό και ο «πρωθυπουργός» Τσολάκογλου, με τη στολή του στρατηγού τόλμησε να στεφανώσει τον Άγνωστο Στρατιώτη και να γονατίσει μπροστά του, αφού προηγουμένως στη Μητρόπολη έγινε η «τελετή» στην οποία παρέστησαν και εκπρόσωποι των Γερμανικών και Ιταλικών αρχών κατοχής.
Παράλληλα ο «αντιπρόεδρος» της Κυβερνήσεως κ. Λογοθετόπουλος μετέβη εις το Μνημείο των Γερμανών στρατιωτών και κατέθεσε δάφνινο στεφάνι εξ ελληνικών χρωμάτων, ο δε Υπουργός Οικονομικών κ. Γκοτζαμάνης κατέθεσε αντίστοιχο στεφάνι στο Μνημείο των Ιταλών στρατιωτών. Μάλιστα ο «πρωθυπουργός» απηύθυνε και διάγγελμα στον λαό και εκφώνησε ραδιοφωνικό λόγο προς την ελληνική νεολαία, την οποία κάλεσε να σταθεί στο πλευρό των «επαναστάσεων του φασισμού και το εθνικοσοσιαλισμού», γιατί «μόνο με τας νέας ιδέας το έθνος μας δύναται να ευτυχήσει εντός της νέας Ευρωπαϊκής και Μεσογειακής τάξεως»!
Η νεολαία απάντησε με έναν εξαιρετικά συγκινητικό εορτασμό στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο Τσολάκογλου αναγκάστηκε να φύγει συνοδευόμενος από την κατάρα των σπουδαστών και των καθηγητών τους. Οι Έλληνες νέοι ξεχύθηκαν στους δρόμους των Αθηνών με πρώτους τους ηρωικούς ανάπηρους της πρόσφατης Εποποιίας. Φοιτητές, εργάτες και χιλιάδες λαού ακολούθησαν σε εκείνη την πρώτη μαχητική εκδήλωση. Οι Ιταλοί επετέθησαν, πολλοί Έλληνες τραυματίστηκαν, αλλά η διαδήλωση δεν διαλύθηκε. Ο Άγνωστος Στρατιώτης στεφανώθηκε, πραγματικά αυτή την φορά, και στεφανώθηκαν και οι προτομές του Ρήγα, του Ξάνθου και των άλλων ηρώων στο Πεδίο του Άρεως.
Η Εθνική αντίσταση κέρδισε την πρώτη μάχη της σε ανοιχτή αναμέτρηση με τις δυνάμεις της φασιστικής βίας. Οι Ιταλοί εγκατέλειψαν την προσπάθεια. Όλη την ημέρα μια ατελείωτη σειρά από μαυροντυμένες γυναίκες, θύματα πολέμου, από άντρες και από παιδιά περνούσε μπροστά από το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, ώσπου σκεπάστηκε ολόκληρο από έναν τεράστιο σωρό από στέφανα και λουλούδια.
ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΠΡΟ ΤΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΟΥ

1943

Η αντίσταση έχει πια φουντώσει. Το αντάρτικο πολεμάει στα βουνά. Είκοσι μέρες νωρίτερα το αίμα έχει βάψει τα πεζοδρόμια και πολλοί άφησαν στον αγώνα την τελευταία τους πνοή. Αλλά η νίκη ήταν μεγάλη : είχε ματαιωθεί η πολιτική επιστράτευση. Για την 25η Μαρτίου οι Γερμανοί διέταξαν να μην γίνει καμία εορταστική εκδήλωση ούτε και η «επίσημη» τελετή της Μητρόπολης. Μάλιστα η «Κυβέρνηση» των Κουίσλιγκς έστειλε στον Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό απειλητικό, απαγορευτικό έγγραφο οστόσο οι Οργανώσεις της Εθνικής Αντίστασης δήλωσαν: «Ο εορτασμός θα γίνει». Τα μυστικά τυπογραφεία δούλευαν ακατάπαυστα. Η Αθήνα πλημμύρισε από προκηρύξεις. Οι τοίχοι γέμισαν από συνθήματα και τοιχοκολλήθηκαν μεγάλες αφίσες με πατριωτικές εικόνες, ακόμη και με γελοιογραφίες του Χίτλερ και του Μουσολίνι.
Στις εκκλησίες υψώθηκε η γαλανόλευκη και χιλιάδες λαού ζητωκραύγασαν τους ομιλητές των εθνικοαπελευθερωτικών οργανώσεων και έψαλλαν τον Εθνικό Ύμνο. Πριν από το μεσημέρι εκατό χιλιάδες λαού, ξεχύθηκαν και πάλι στους δρόμους με τεράστιες σημαίες και με την κραυγή «Ζήτω η Λευτεριά!».
Στο Πεδίο του Άρεως 50.000 λαού κατέκλυσαν το πάρκο και τους γύρω δρόμους. Τότε έγινε κάτι που δεν έχει ξαναγίνει στην Ελλάδα και ίσως σε ολόκληρο τον κόσμο: Μια σάλπιγγα χτύπησε «Προσοχή» και όλοι στάθηκαν ακίνητοι και κράτησαν την αναπνοή τους. Μέσα σε εκείνη την κατανυκτική σιγή νεανικές φωνές άρχισαν να ψάλλουν τον Εθνικό Ύμνο. Το αίμα δεν άργησε να τρέξει. Οι Iταλοί επιτέθηκαν ωστόσο οι ζώνες των Καραμπινιέρων έσπασαν πολλές φορές. Έφιππες Ιταλικές δυνάμεις εξαπέλυσαν απανωτές εφόδους για να διαλύσουν το πλήθος αλλά κανένας δεν έφυγε. Γυναίκες αφόπλισαν Ιταλούς που έριχναν στο «ψαχνό».
Ο απολογισμός: 4 νεκροί και δεκάδες τραυματιών. Αλλά όλος ο κόσμος πληροφορήθηκε για άλλη μια φορά ότι εδώ είναι η Ελλάδα.
1944
ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΠΡΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ

Οι ένοπλες δυνάμεις των αντιστάσεων κυριαρχούν σε ολόκληρη την ύπαιθρο. Οι Σύμμαχοι σημειώνουν θριαμβευτικές νίκες σε όλα τα μέτωπα και οι Γερμανοί περιμένουν από στιγμή σε στιγμή μία απόβαση στην Ευρώπη.
Στις 24 Μαρτίου όλη η Αθήνα γέμισε συνθήματα για τον εορτασμό, που θα είναι πια εορτασμός νίκης.
Στις 25 Μαρτίου το «κράτος» των Γερμανών και των προδοτών πάλι γιορτάζει και αυτό! Διέταξε «γενικό σημαιοστολισμό» αλλά η εξουσία του αρχίζει από τους στύλους του Ολυμπίου Διός και τελειώνει στην Ομόνοια. Γίνεται η καθιερωμένη τελετή στη Μητρόπολη ενώ ο Άγνωστος Στρατιώτης ατιμάζεται άλλη μια φορά καθώς από μπροστά του παρελαύνουν οι λεγεώνες των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Την ίδια ώρα σε ολόκληρη η Αθήνα ο εορτασμός γίνεται στις αδούλωτες συνοικίες. Τα σπίτια και τα καταστήματα είναι σημαιοστολισμένα και οι εικόνες των Ηρώων είναι στεφανωμένες με δάφνινες γιρλάντες. Η Αθήνα γιορτάζει ελεύθερη ενώ όλη η Ευρώπη είναι σκλαβωμένη! Το βράδυ γίνονται λαμπαδηφορίες. Η μεγάλη μέρα τελείωσε χωρίς οι κατακτητές να τολμήσουν να εγκαταλείψουν τα οχυρά τους. Ήταν φανερό πως είχαν κιόλας νικηθεί…
1945
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΝΤΙΒΑΣΙΛΕΥΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΚΑΙ ΟΥΙΣΤΟΝ ΤΣΟΡΣΤΙΛ

Ο επίλογος εγράφη. Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ενώ ακόμη συνεχιζόταν ο πόλεμος εναντίον της Χιτλερικής Γερμανίας, έστειλε τηλεγράφημα στον Αντιβασιλεά Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Αυτή είναι μια αξιομνημόνευτη επέτειος, διότι είναι η πρώτη φορά από της εχθρικής κατοχής που οι Έλληνες εορτάζουν ελεύθεροι.»
Αντίστοιχα σε ένα εορταστικό γεύμα της Ελληνικής Κοινότητος στην Νέα Υόρκη ο Γερουσιαστής Γκρεν είπε μεταξύ άλλων: «Με την διαρκή αντίστασή τους οι Έλληνες κέρδισαν τον θαυμασμό όλων των εθνών του κόσμου που αγαπούν την ελευθερία. Ο όρος κατεχόμενη χώρα δεν άρμοζε διά την Ελλάδα.». Ανάλογα λόγια ακούστηκαν και από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Μόσχας. 
Ο ΑΝΤΙΒΑΣΙΛΕΥΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ΚΑΤΑΘΕΤΕΙ ΣΤΕΦΑΝΙ ΠΡΟ ΤΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΟΥ ΑΜΕΣΩΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ

http://edopanepistimio.uoa.gr/index.php?p=university-history&id=95

Κάποια Χριστούγεννα...

  Κάποια Χριστούγεννα... ''Πήγε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στα γραφεία της εφημερίδας «Ἀκρόπολις» για να παραδώσει ένα χριστουγεννιά...