Δευτέρα 26 Ιουνίου 2023

Αρχιμ. Τιμόθεος Ηλιάκης : Αναμνήσεις από τον Όσιο Γεράσιμο Υμνογράφο

 




Αναμνήσεις από τον Όσιο Γεράσιμο Υμνογράφο

 Σεβασμιώτατε άγιε Σμύρνης κ. Βαρθολομαίε, εκπρόσωπε της Α.Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, Σεβασμιώτατε άγιε Βεροίας και Ναούσης κ. Παντελεήμονα, Πανοσιολογιώτατε εκπρόσωπε της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους, Ελογιμώτατε κ. Καθηγητά, σεβαστοί Πατέρες, κυρίες και κύριοι.  Χρέος ιερό μας συγκέντρωσε σήμερα στην όμορφη και  ιστορική τούτη Πόλη της Βέροιας, την μικρή Ιερουσαλήμ της ξακουστής Μακεδονίας,  που την καθιέρωσαν μεγάλες και γενναίες της ιστορίας μας Προσωπικότητες, που την προστατεύει και αγιάζει η Χάρη της Βασίλισσας του Πόντου Παναγίας Σουμελιώτισσας , που την ευλόγησαν και στερέωσαν  Μορφές Μεγάλες της Εκκλησίας μας με Πρώτο τον Θείο Απόστολο των Εθνών Παύλο προς τιμή του Οποίου έχουν καθιερωθεί οι εκδηλώσεις των Παυλείων που μέσα στα πλαίσια τους παρουσιάζονται και τιμούνται μορφές σπουδαίες που έθεσαν με την παρουσία τους σφραγίδα ανεξίτηλη στα Εθνικά και Θρησκευτικά δρώμενα του Τόπου μαςΥπάρχουν στη ζωή των Εθνών και των Λαών κάποιες προσωπικότητες που αποτελούν φωτεινό ορόσημο και σημαδεύουν την ιστορική τους πορεία. Συνήθως τέτοια ορόσημα είναι σπάνια και αναφαίνονται που και που, αλλά η επίδραση τους είναι τόσο μεγάλη που ξεπερνάει τα στενά πλαίσια του χρόνου και του χώρου, γίνεται διαχρονική και υπερόρια. Οι λαοί, που έχουν το προνόμιο να διαθέτουν στην ιστορία τους είτε φυσιογνωμίες, από όποιον χώρο κι αν αυτές προέρχονται, είτε συμβάντα που μπορούν να παίξουν το ρόλο τέτοιων οροσήμων, λογίζονται ευτυχείς, γιατί μπορούν με αυτά να προσδιορίζουν την πορεία τους μέσα στην ιστορική κονίστρα, να διδάσκονται, να πορεύονται σωστά, μακριά από παρεκκλίσεις και επικίνδυνες λοξοδρομήσεις, που κοστίζουν ακριβά και πληρώνονται αδυσώπητα. Ένας τέτοιος Λαός είμαστε κι εμείς οι Έλληνες που κατοικούμε σε τούτη την όμορφη και χιλιοτραγουδισμένη γωνιά της γης. Στο στερέωμα μας λάμπουν κατά καιρούς, αστέρια πολύφωτα και λαμπρά, που άλλο λιγότερο, άλλο περισσότερο καταυγάζουν τον ορίζοντα του Γένους μας, και οριοθετούν την πορεία του. Μια πορεία πλήρως συνυφασμένη με την μητέρα Ορθοδοξία που κράτησε στους αιώνες ακοίμητη την κανδήλα του Γένους ιδιαίτερα σε μέρες δύσκολες και σκοτεινές.  Μια τέτοια μορφή ορόσημο αποτελεί και ο σήμερα τιμώμενος σύγχρονος Άγιος της Εκκλησίας μας, ο υψιπέτης  αετός του Άθωνα, το καμάρι της μαρτυρικής Βορείου Ηπείρου, ο νέος Προστάτης των Γραμμάτων των Ελληνικών και της Παιδείας, ο γλυκύς μελωδός της Ερήμου, ο όσιος Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης Μοναχός και Υμνογράφος. Χρέος λοιπόν ιερό η τιμή στο σεπτό πρόσωπο του και η προβολή , ιδιαίτερα στη νέα γενιά, του σπουδαίου έργου του. Ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Βεροίας και Ναούσης κ. Παντελεήμονα για την μεγάλη τιμή να με καλέσει στην εσπερίδα αυτή που την περίμενα πολλά χρόνια ζώντας  με την ελπίδα και το όνειρο να δω γραμμένο στους αγιολογικούς δέλτους της Ορθοδοξίας τον τιμώμενο σήμερα όσιο Γεράσιμο κάτι που επετεύχθη με την ευλογία, γνώση και θέληση του Πατριάρχη του Γένους, του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως και Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου και της περί Αυτόν Αγίας και Ιεράς Συνόδου της Μητρός Μεγάλης Εκκλησίας της Βασιλίδος των Πόλεων, αλλά και τις άοκνες και πολύπονες ενέργειες του Σεβασμιωτάτου Βεροίας κ. Παντελεήμονος, τις επιστημονικές έρυνες του Σεβασμιωτάτου Κίτρους και Κατερίνης κ. Γεωργίου, αμφοτέρων πνευματικών τέκνων του Οσίου Γερασίμου και τις μαρτυρίες τόσο των Μελών της ευλογημένης Συνοδείας του Οσίου όσο και των πολυαρίθμων πνευματικών αυτού τέκνων.  Με τις ασθενείς πνευματικές μου δυνάμεις θα προσπαθήσω να καταθέσω στην ομήγυρη κάποιες προσωπικές μου εμπειρίες και μαρτυρίες της αγιότητας του Γέροντα όπως τις έζησα από την ημέρα που 16χρονο παιδί αξιώθηκα να τον συναντήσω για πρώτη φορά, όταν τα νεανικά μου βήματα με οδήγησαν στο «περιβόλι της Παναγίας», τον ευλογημένο Άθωνα, το Άγιο Όρος. Ήταν καλοκαίρι, Ιούλιος μήνας, όταν ο αείμνηστος δάσκαλός μου με πήρε μαζί του στο του ταξίδι στην Αθωνική Πολιτεία. Όνειρο άπιαστο για μένα τότε αυτό το ταξίδι που σημάδεψε τη ζωή μου, πρωτόγνωρες εικόνες από ένα άγνωστο κόσμο που ζούσε στους ρυθμούς και τις συνήθειες της Βυζαντινής εποχής άρχισαν να εξελίσσονται στα παιδικά μου μάτια από την ώρα που το μικρό πλεούμενο μας παρέλαβε από την Ουρανούπολη και μας αποβίβασε στο μικρό λιμανάκι της Δάφνης, από εκεί ένα παμπάλαιο λεωφορείο, που χαριτολογώντας  οι επιβάτες Μοναχοί έλεγαν πως ήταν αυτό που έφερε τον Όθωνα στην Ελλάδα, μας μετέφερε στις Καρυές, μέσω ενός δύσβατου δρόμου που είχε χαραχθεί για την μεταφορά των επισκεπτών στις εορτές τις χιλιετηρίδας της Μοναστικής Πολιτείας το 1963,στην επιτυχή διεξαγωγή των οποίων σπουδαίο ρόλο είχε διαδραματίσει ο Όσιος Γεράσιμος που συνέταξε ειδική προς τούτο Ακολουθία και ως Μέλος της Επιτροπής των εορτασμών τιμήθηκε από τον Πατριάρχη Αθηναγόρα με τον Χρυσό Σταυρό της Χιλιετηρίδος, ενώ είχε προηγηθεί η απονομή  του οφφικίου του Υμνογράφου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας,  από τις Καρυές και μετά τις απαιτούμενες τυπικές διαδικασίες στην Ιερά Κοινότητα και προσκύνημα στο ιερό Πρωτάτο και την πανσεβάσμια εικόνα ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ, κατηφορίσαμε προς την Μονή Ιβήρων όπου προσκυνήσαμε την Παναγία την Πορταίτισσα και από εκεί περπατήσαμε προς τη Μονή Σταυρονικήτα πλησίον της οποίας, στο κελί του Τιμίου Σταυρού, ζούσε τότε ένας άλλος μεγάλος και σύγχρονος άγιος της Εκκλησίας μας ο όσιος Παίσιος που τον επισκεφθήκαμε για να πάρουμε την ευχή του. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το απαλό του χάδι, το στοργικό του βλέμα και την πατρική του αγκαλιά, τις όμορφες συμβουλές του, το δροσερό νερό και το λουκούμι της φιλοξενίας του ενώ το δωράκι του ένας μικρός ξύλινος σταυρός κατασκευασμένος από τον ίδιο με συντροφεύει και με προστατεύει από τότε μέχρι σήμερα. Ο Όσιος Παίσιος ήταν ο πρόδρομος της φανέρωσης του Οσίου Γερασίμου στη ζωή μου, εκείνος μας προέτρεψε να επισκεφθούμε οπωσδήποτε, όπως είπε, την Σκήτη της Αγίας Άννας που πανηγύριζε, για να ζήσουμε την πανδαισία του Αγιορείτικου πανηγυριού και να γνωρίσουμε την γνήσια ασκητική ζωή του Άθωνα. Αποχαιρετώντας μας ο Άγιος άνθρωπος του Θεού μας είπε κάτι που χαράχθηκε βαθειά στη μνήμη μου. « Σας παρακαλώ αν δείτε και θα τον δείτε σίγουρα, τον Γέροντα Γεράσιμο τον Υμνογράφο τον Μικραγιαννανίτη, να του μεταφέρετε τα σεβάσματα και την αγάπη μου, ο π. Γεράσιμος κλείνει μέσα του όλο το Άγιο Όρος». Αγαπητική κοινωνία Αγίων; λόγος προφητικός μα τόσο αληθινός, «κλείνει μέσα του όλο το Άγιο Όρος»! Αυτός ήταν πράγματι ο όσιος Γεράσιμος έκλεινε μέσα του τον γνήσιο και ανόθευτο Αγιορείτικο Μοναχισμό όπως τον διδάχθηκε και τον παρέλαβε από τους Γεροντάδες του στη κακοτράχαλη αλλά ευλογημένη έρημο της Μικραγιάννας.  Επιστρέψαμε στις Καρυές και από εκεί στη Δάφνη πήραμε το πλοιάριο και φτάσαμε στον αρσανά της Αγίας Άννας, ανηφορίσαμε προς το Κυριακό, θαυμάσαμε το υπέροχο και μοναδικό τοπίο της άγριας φύσης, ξεδιψάσαμε στις γάργαρες πηγές, ακούσαμε φωνές πουλιών να μας καλωσορίζουν και φτάσαμε στον προορισμό μας. Με δέος και κατάνυξη μπήκα για πρώτη φορά στον Ναό της Αγίας Άννας, της « Γιαγιάς», όπως την αποκαλούν οι Πατέρες στο Άγιο Όρος και προσκύνησα το άφθαρτο και με θερμοκρασία ζωντανού οργανισμού ιερό της λείψανο που θησαυρός ανεκτίμητος φυλάσσεται εκεί. Δεν θα επεκταθώ, όπως δεν το έπραξα και παραπάνω, περιγράφοντας τα συναισθήματα από την πρώτη μου επαφή με τον Αγιορείτικο Μοναχισμό και το μεγαλείο της Βυζαντινής παράδοσης και τούτο για να μην με παρασύρουν οι αναμνήσεις και ξεφύγω από το θέμα μας. Το μόνο που θα πω είναι πως τούτη η επαφή έπαιξε σημαντικότατο ρόλο στη μετέπειτα ζωή μου. Πλησίαζε η δύση του ηλίου και οι Μοναχοί από τα ασκηταριά και τα κοντινά Μοναστήρια της Μεγίστης Λαύρας, που είναι και το κυρίαρχο Μοναστήρι της Σκήτης και του Αγίου Παύλου, έφταναν για την αγρυπνία στη μνήμη της Θεοπρομήτορος κρατώντας αγνό μελισοκέρι και θυμίαμα εύοσμο. Ξαφνικά επικράτησε ανάμεσα στους Πατέρες ένας περίεργος αναβρασμός, μια  αναστάτωση  θα έλεγα, πολλοί απειλούσαν να φύγουν και άλλοι έλεγαν να κλείσουν τον Ναό. Λογικό ήταν να μας δημιουργηθούν απορίες και ερωτηματικά για την αιτία όλων αυτών που κατά κάποιο τρόπο άλλαζαν το μέχρι τότε γαλήνιο σκηνικό. Δεν αργήσαμε να μάθουμε τι είχε συμβεί. Είχε έρθει είδηση από τον αρσανά πως είχε φτάσει ο τότε Μητροπολίτης Ιερισού μακαριστός Παύλος χωρίς πρόσκληση η προηγούμενη συνεννόηση με τον Δικαίο της Σκήτης. Την εποχή εκείνη πολλά Μοναστήρια και Σκήτες του Αγίου Όρους είχαν διακόψει την μνημόνευση του ονόματος του Πατριάρχη Αθηναγόρα σαν ένδειξη διαμαρτυρίας για την συνάντηση του με τον Πάπα Παύλο ΣΤ , ενώ οι "ουκ κατ επίγνωση ζηλωτές" δημιουργούσαν θέματα με την προβληματική τους συμπεριφορά για τούτο και απέφευγαν τότε να καλούν Αρχιερείς στις πανηγύρεις αφού ο Αρχιερεύς ήταν υποχρεωμένος να μνημονεύσει το όνομα του Πατριάρχη. Εκείνο όμως που ενόχλησε  περισσότερο  ήταν η χωρίς πρόσκληση άφιξη του Μητροπολίτη, που προσωπικά πιστεύω δεν το έπραξε όχι για να προκαλέσει αλλά με το θάρρος των συχνών επισκέψεων του στο Άγιο Όρος. Όπως και να έχει η αναστάτωση  κορυφώθηκε όταν έφτασε ο Επίσκοπος στο Κυριακό όπου βέβαια δεν έτυχε της καλύτερης υποδοχής. Η πόρτα του Ναού έκλεισε και μόνη πόρτα που έμεινε ανοιχτή ήταν η πόρτα της εξόδου που του έδειχναν. Ξαφνικά η ένταση έπεσε, όλοι είχαν στρέψει την προσοχή τους στη είσοδο του Κυριακού από όπου ξεπρόβαλε μια επιβλητική, ασκητική και συνάμα αρχοντική μορφή που ξεπηδούσε μέσα από το μαύρο ράσο που το ανέμιζε το δροσερό αεράκι εκείνου του δειλινού. Η κατάλευκη γενειάδα του θύμιζε αγιογραφικό Προφήτη και η ιλαρότητα του προσώπου του φανέρωνε αμέσως την γεμάτη αγάπη καρδιά που έκρυβε μέσα στο ασκητικό του κορμί. Έμεινα έκθαμβος να τον παρατηρώ ενώ αναρωτιόμουν ποιος είναι ο Μοναχός αυτός που η παρουσία του και μόνο επέβαλε αμέσως τη σιωπή και τον σεβασμό όλων στο πρόσωπο του. Εκείνος, συνοδευόμενος από τρείς σεβάσμιους Μοναχούς, που αργότερα έμαθα πως αποτελούσαν την Συνοδεία του, τους αειμνήστους παπα Διονύση τον Πνευματικό, τον τότε Μοναχό Μητροφάνη και τον τότε Δόκιμο Γεώργιο τον μετέπειτα Μοναχό Σπυρίδωνα, προχώρησε ταπεινά μα συνάμα μεγαλόπρεπα, έβαλε μετάνοια και ασπάσθηκε τον Επίσκοπο  και στη συνέχεια μίλησε για λίγο κατ ιδία μαζί του και με τον Δικαίο της Σκήτης προκειμένου να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση, ενώ παράλληλα ζήτησε και άνοιξαν την Εκκλησία για να προσκυνήσει ο Επίσκοπος και το Αρχονταρίκι για να ξαποστάσει. Η σκέψη να παραμείνει ο Επίσκοπος ως απλός προσκυνητής δεν καρποφόρησε και τότε μετά από παράκληση του ίδιου του Αρχιερέως, που είχε συγκινηθεί από την ευγενική στάση του Γέροντα ειδοποιήθηκε η Νέα Σκήτη να παραμείνει ανοικτό το Κυριακό για να πάει, με ζώα που του παραχώρησαν,  να διανυκτερεύσει εκεί  αφού όλοι οι Πατέρες της Αγίας Άννας ήταν στην αγρυπνία και δεν μπορούσε να φιλοξενηθεί σε ένα από τα κελιά. ‘Ετσι η εορτή έγινε χωρίς εμπόδια και ο Επίσκοπος τιμήθηκε και η τάξη δεν διασαλεύθηκε. Αυτή ήταν η πρώτη μου εξ αποστάσεως επαφή με τον Όσιο Γεράσιμο. Την επομένη πήραμε το δύσκολο δρομάκι που σε ορισμένα σημεία είναι κατασκευασμένο από τον αγιορείτη Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης αείμνηστο Παντελεήμονα Παπαγεωργίου, και ανηφορίσαμε προς τη Μικρά Αγία Άννα που τότε ήταν δύσβατος τόπος, άγριος και άνυδρος, για να συναντήσουμε τον Άνθρωπο που έκλεινε μέσα του όλο το άγιο Όρος, όπως μας είχε πει ο Γέροντας άγιος Παίσιος. Τον βρήκαμε με ένα παλιό αλλά πεντακάθαρο ζωστικό να περιποιείται τα ζώα που ξεκουραζόταν από τον κάματο της ημέρας, αργότερα θα μάθουμε και θα βιώσουμε την ιδιαίτερα αγαπητική σχέση του Οσίου με τα ζώα και γενικότερα την θεία Δημιουργία. «Μεταφέρουν σωλήνες στη Κερασιά» μας είπε χαμογελώντας δείχνοντας τα, «από εκεί θα φέρουμε με τη βοήθεια της Παναγίας, το νερό εδώ να λύσουμε αυτό το μεγάλο πρόβλημα της ερήμου». Η Κερασιά  είναι μια Σκήτη σε πολύ μεγάλη απόσταση από την Μικρά Αγία Άννα που την συναντάμε ανηφορίζοντας προς την κορυφή του Άθωνα, από εκεί και λίγο πιο πέρα έφεραν το νερό που άλλαξε τον τόπο και την ζωή των Ασκητών με σκληρή δουλειά από τους δύο νέους τότε αξέχαστους και λατρεμένους Πατέρες τον παπα Μητροφάνη και τον Γέροντα Σπυρίδωνα. Μας αγκάλιασε όλους στοργικά και αφού συνεχάρη τον Δάσκαλο μας για την πρωτοβουλία του να μας πάει στο Άγιο Όρος, ήταν και ο 17χρονος γιός του μαζί, και μας οδήγησε πρώτα στο σπήλαιο των Αγίων Πατέρων Διονυσίου και Μητροφάνους που το είχε ο ίδιος μετατρέψει σε κατανυκτικό παρεκκλήσι και είχε ζητήσει η ταφή του να γίνει, όπως και έγινε στον περίβολό του. «Μου κρατούσαν οι άγιοι συντροφιά όταν ήμουν εντελώς μόνος εδώ» μας είπε κάνοντας το σημείο του Σταυρού. Επιτρέψτε μου  παρακαλώ στο σημείο αυτό να ανατρέξω για λίγο στα λόγια του μακαριστού Γέροντα Σπυρίδωνα του αφοσιωμένου μαθητή του Οσίου Γερασίμου όπως αυτά διασώθηκαν στο πόνημα του «Ο Γερασιμάκης» αγιορείτικο από αγάπη προσωνύμιο του Οσίου. «Θυμάμαι χαρακτηριστικά το γερο-Γερόντιο των Δανιηλαίων να μου λέει: «Άκου, πάτερ, ο Γεράσιμος είναι ήρωας γιατί κάθισε μόνος και εγκαταλελειμένος στην ερημιά και γι’ αυτό τον ευλόγησε ο Θεός. Αν δεν έχεις κότσια δεν κάθεσαι. Λοιπόν να τον σέβεσαι και να τον ακούς». Στις αρχές της Μοναχικής του ζωής ο Όσιος Γεράσιμος είχε βιώσει την πλήρη εγκατάλειψη και μοναξιά όταν ο Γέροντάς του Μελέτιος  παρασυρμένος από τις εμπόλεμες σειρήνες των αντιδρώντων στην επιβολή του νέου ημερολογίου, πέφτοντας στη παγίδα του πειρασμού, εγκατέλειψε το Άγιο Όρος και την ασκητική του ζωή για να «σώσει τον κόσμο», όπως μάλιστα μας διηγείτο αργότερα ο ίδιος ο Όσιος στην πρόταση και προτροπή του Γέροντα του να τον ακολουθήσει στον κόσμο απάντησε σεμνά και ταπεινά, «δεν εγκατέλειψα τον κόσμο για να γυρίσω στον κόσμο, εκεί έχουν την Εκκλησία που φροντίζει για την σωτηρία τους, εγώ θα μείνω εδώ με συντροφιά μου τον Θεό φροντίζοντας για την σωτηρία της ψυχής μου και μέσω της προσευχής για την του κόσμου ζωή και σωτηρία». Τότε ήταν που του φανερώθηκε ο Κύριος λάμποντας σαν τον ήλιο όπως γράφει ο αείμνηστος Γέροντας Σπυρίδων «Η απερίγραπτη δύναμή του σ’ αυτό οφείλεται. Η όλη του ζωή εξαρτήθηκε άπ’ αυτή την Θεοφάνεια. Τον αγάπησε ο Θεός και δεν τον εγκατέλειψε. Απομακρύνθηκε για δοκιμή και πάλι επέστρεψε και τον στερέωσε. Τον ήθελε˙ τον ήθελε Υμνογράφο Του, υπηρέτη Του και υμνητή των αγίων Του». Την Θεοφάνεια αυτή αντιλήφθηκαν οι αείμνηστοι Πατέρες Αβιμέλεχ και Διονύσιος που ασκήτευαν λίγο παρακάτω από την καλύβα του Τιμίου Προδρόμου όπου ζούσε τότε μόνος ο όσιος όταν εν μέσω νυκτός είδαν φλόγες να βγαίνουν από το παρεκκλήσι που προσευχόταν, όπως ο αείμνηστος παπα Διονύσης μας έλεγε.

Εκεί έξω από το σπήλαιο των Αγίων Πατέρων στη γη την ποτισμένη από τα δάκρυα τους μεταφέραμε στον όσιο τους χαιρετισμούς του οσίου Παισίου που τους δέχθηκε με χαρά και συγκίνηση λέγοντας «είστε ευλογημένοι συναντήσατε ένα σύγχρονο άγιο, όπως είχα κι εγώ την ευλογία στα νεανικά μου χρόνια να συναντήσω τον Άγιο Νεκτάριο στην Αθήνα». Σε μια λαξευμένη σχισμή του βράχου που σκεπάζει το παρεκκλήσι υπήρχε μια στάμνα με δροσερό νερό για τους κουρασμένους οδοιπόρους προσκυνητές μα παράλληλα και προάγγελος της αβραμιαίας φιλοξενίας που θα απολάμβανε όποιος περνούσε την είσοδο του κελιού της ευλογημένης συνοδείας του Γέροντα. Ήταν δύσκολοι οι καιροί τότε και για τον Τόπο και για την Εκκλησία και δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι κατατρεγμένοι που εύρισκαν δροσερό καταφύγιο εκεί στην γεμάτη αγάπη αγκαλιά του Οσίου και ανάπαυση στο ευλογημένο πετραχήλι ενός άλλου μεγάλου Πατέρα της ερήμου του μακαριστού παπα Διονύση του Πνευματικού.  Έτσι γνώρισα εκ του πλησίον τον σύγχρονο Άγιο της Εκκλησίας μας. Τον φιλάρετο, φιλόθεο, φιλάγιο, φιλακόλουθο, φιλόξενο, τον γλυκύτατο μελωδό του Άθωνα, τον καθηγητή της ερήμου Γεράσιμο. Από τότε η γνωριμία έγινε σχέση αγαπητική Πατέρα προς παιδί και το αντίστροφο, έγινε σχέση πνευματική και βίωμα ζωής. Αν για κάτι, εξομολογούμε δημόσια, έχω μετανιώσει στη ζωή μου είναι ότι δεν έμεινα μόνιμα κοντά του να αντλώ χάρη από τη χάρη του, αγάπη από την καρδιά του, γνώση από τις αστείρευτες γνώσεις του. Να τον ακολουθώ στις προσευχές και τους αναστεναγμούς του, να τον απολαμβάνω στις αγρυπνίες γνήσιο αλλά  και αυστηρό εκφραστή και τηρητή  του Αγιορείτικου Τυπικού, να ασπάζομαι την αγιασμένη του δεξιά που συνέταξε αυτές τις υπέροχες Ακολουθίες προς τιμή όλων σχεδόν των Αγίων της Ορθοδοξίας. Μοναδικό χάρισμα δοσμένο από τον Θεό που το καλλιέργησε μόνο προς Δόξα Θεού και την σωτηρία των ανθρώπων. Όταν πλέον είχα χειροτονηθεί Πρεσβύτερος και τοποθετήθηκα στον Ιερό Ναό των Αγίων Βασιλείου του Μεγάλου και Κοσμά του Αιτωλού στη Ν.  Φιλαδέλφεια τον παρακάλεσα αν είναι εφικτό να συντάξει ένα κοινό Απολυτίκιο για τους Αγίους, θυμάμαι έκανε το σημείο του Τιμίου Σταυρού, πήρε ένα τετράδιο και σε λίγα μόνο λεπτά μου έδωσε το Κοινό Απολυτίκιο των Αγίων. Αγαπούσε πολύ τον Άγιο Κοσμά και πάντα με ρωτούσε για την πορεία των έργων Ανεγέρσεως του Ναού του «Δάσκαλου του Γένους» όπως τον αποκαλούσε. Όταν τον ευχαρίστησα μου είπε «όχι εμένα τον Θεό, Εκείνος μου έδωσε το χάρισμα ότι κάνω ότι γράφω είναι από τον Θεό δικό μου δεν είναι τίποτα». Τότε ήταν που μου εμπιστεύθηκε την Ακολουθία της Αγίας Οικογενείας του Μεγάλου Βασιλείου με τον προτροπή να την γιορτάζουμε, όταν μετά από χρόνια το θέμα του εορτασμού της Αγίας Οικογένειας ήρθε στην Ιερά Σύνοδο από τον Μητροπολίτη Γουμενίσσης κ. Δημήτριο ο τότε Αρχιεπίσκοπος μακαριστός Χριστόδουλος ρώτησε ποιος ο συντάκτης της Ακολουθίας και όταν άκουσε το όνομα του Γέροντα είπε «Δεν χρειάζονται άλλα εγκρίνεται", κι έτσι θεσπίστηκε με Συνοδική απόφαση να εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά τα Φώτα «προς ενίσχυση του ιερού της Οικογενείας θεσμού». ο  μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος είχε γράψει για τον όσιο Γεράσιμο ότι ανήκει στην χορεία των Αγίων Υμνογράφων Ρωμανού του Μελωδού, Ιωάννου του Δαμασκηνού και Ανδρέου Κρήτης, Ο αείμνηστος Μητροπολίτης Κινσάσας Νικηφόρος, μέλος της Συνοδείας του Οσίου και αφοσιωμένος μαθητής του, μας διέσωσε αρκετές μαρτυρίες της αγιότητας του Οσίου από τις από τις οποίες μεταφέρω το θαυμαστό γεγονός, που το έζησα γιατί ήμουν εκεί, του πολλαπλασιασμού των άρτων της πανηγύρεως των Αγίων Πατέρων, όταν από ανθρώπινη αμέλεια διαπιστώθηκε η έλλειψη ψωμιού για τους προσκυνητές, γεμάτος αγωνία ο αείμνηστος Νικηφόρος το ανέφερε στον Γέροντα εκείνος του είπε  «Πήγαινε παιδί μου και συνέχισε το διακόνημά σου. Θα φροντίσει ο Θεός και οι Άγιοί μας». Έφυγα, λέει ο αείμνηστος και αγιασμένος Νικηφόρος, συνέχισα το διακόνημα, ξεχάστηκα εκεί κόβοντας ψωμί, χωρίς πλέον να υπολογίζω. Αφού τελείωσε η πανήγυρη, βλέπω εκεί που είχα τα ψωμιά, ότι είχαν περισσέψει τρία ψωμιά και είχαν φάει πολύ, γιατί ήταν αρκετός ο κόσμος σε ’κείνη την πανήγυρη». . Σε μια άλλη περίπτωση βίωσα κι εγώ την θαυμαστή επικοινωνία του Οσίου με τα ζώα όταν χρειάστηκε να με στείλουν στα Κατουνάκια για μια δουλειά  και ο Γέροντας μου είπε «μη νοιάζεσαι που δεν ξέρεις τον δρόμο, θα σε πάει και θα σε φέρει το Αραπάκι, το αγαπημένο μουλάρι που χρησιμοποιούσε ο άγιος, τον άκουσα λοιπόν να λέει στο Αραπάκι « Θα πας τον π. Τιμόθεο στους Δανιηλαίους κι θα περιμένεις να τον φέρεις πίσω». Κι έτσι έγινε με πήγε και με έφερε χωρίς καμία άλλη εντολή, παρόμοια κατάσταση έζησε και μας διέσωσε ο αείμνηστος Μητροπολίτης Νικηφόρος, βέβαια το αξιολάτρευτο Αραπάκι δεν έκανε άμισθή υπακοή, ήθελε πριν και μετά μια τεράστια αγκαλιά κι ένα φιλί από τον 'Οσιο και τα είχε. Σε μια από τις πολλές μου επισκέψεις στη Μικραγιάννα αποφασίσαμε με τον αδελφό του μακαριστού Νικηφόρου τον Βασίλη να επισκεφθούμε τα φοβερά Καρούλια, αναρριχόμενοι με την χοντρή αλυσίδα τον κρημνώδη βράχο ξαφνικά κοιτώντας πίσω μου το τεράστιο βάθος παρέλυσα από φόβο, έτρεμα, ήταν αδύνατο να συνεχίσω την αναρρίχηση, ο Βασίλης που είχε προηγηθεί άρχισε να με ενθαρρύνει φωνάζοντας εγώ στη φωνή του Βασίλη άκουσα τη φωνή του Γέροντα «Δημητράκη μου ψιλά κοίτα μη κοιτάς πίσω» ο Γέροντας σκέφθηκα είναι εδώ και θα στεναχωρηθεί πολύ αν πέσω θα μπλέξει θα τους χαλάσω τη πανήγυρη, όχι θα τα καταφέρω θα ανέβω και ανέβηκα. Ο Γέροντας βέβαια δεν ήταν εκεί μόνο ο Βασίλης ιδρωμένος από την αγωνία ήταν. Όταν επιστρέψαμε στο Κελί και είπα κατ ιδίαν στον Γέροντα τι ακριβώς συνέβη μου απάντησε, « Πάει πέρασε οι Άγιοι βοήθησαν αλλά δεν θα πεις σε κανένα ότι με άκουσες να σε φωνάζω», πρώτη φορά το λέω εδώ.

Μεγάλη  αγάπη και τον σεβασμό που έτρεφε ο Όσιος προς την Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως τον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη, την Πόλη και την Αγία Σοφία, στη Συνοδεία του ποτέ δεν έγινε διακοπή της μνημονεύσεως του ονόματος του Πατριάρχη και ο ίδιος ερχόταν αρωγός με όλες του τις δυνάμεις στις όποιες ανάγκες του Πατριαρχείου. « Να αγαπάς και να σέβεσαι  τον Ιερό Θεσμό του Πατριαρχείου και τον Πατριάρχη», ήταν μια από τις πρώτες συμβουλές που μου έδωσε όταν χειροτονήθηκα  συμπληρώνοντας πως, «το Γένος επέζησε από το αίμα των Πατριαρχών που όπως ο πελεκάνος έβγαζαν το αίμα τους από την πλευρά τους και το έθρεφαν». Θεωρούσε ως τη μεγαλύτερη ευλογία στη ζωή του την επίσκεψή του στη Βασιλεύουσα και το προσκύνημα του στη Μεγάλη Εκκλησία της του Θεού Αγίας Σοφίας. «Ένιωσα έντονη την παρουσία του Θεού, μας έλεγε, και την ανάσα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου». Ο Θεός τον αξίωσε η τελευταία επιστολή που έγραψε εν ζωή να απευθύνεται προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη  Βαρθολομαίο στην Πόλη που χτυπούσε η καρδιά του. Την ίδια αγάπη έτρεφε για όλα τα πρεσβυγενή Πατριαρχεία και τις κατά Τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες που του την ανταπέδωσαν με τις ανώτατες τιμητικές διακρίσεις που του απένειμαν εν ζωή και την τιμή και δόξα της Αγιοκατατάξεώς του. Σε μια από τις πολλές μου επισκέψεις ως λαϊκός στη Μικραγιάννα συνάντησα τυχαία στη Δάφνη τον μακαριστό Μητροπολίτη Λεοντοπόλεως Διονύσιο, του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, στον οποίο πρότεινα να έρθει μαζί μου στη Μικραγιάννα για την πανήγυρη των Αγίων Πατέρων, εκείνος δέχτηκε με χαρά γιατί δεν είχε ποτέ συναντήσει τον Όσιο και ΄θελε πολύ να τον γνωρίσει. Όταν φτάσαμε σκέφτηκα πως ίσως ήταν λάθος μου η πρόσκληση γιατί δεν υπήρχε προηγούμενη συνεννόηση με τους Πατέρες που είχαν ήδη καλέσει τον Επίσκοπο Ροδοστόλου κ. Χρυσόστομο, μετά την εγκάρδια υποδοχή του Αρχιερέως την ώρα που με καλωσόριζε ο Γέροντας του είπα σιγά, « Γέροντα συγνώμη ενήργησα αυτοβούλως έφερα τον Δεσπότη χωρίς να σας το πω», «Μας έφερες την Αλεξάνδρεια στην έρημο της Μικραγιάννας και ζητάς συγνώμη, όχι παιδί μου εμείς σ ευχαριστούμε» και έγινε μια αξέχαστη γιορτή με συλλείτουργο των δύο Αρχιερέων. 

Η Ορθοδοξία ευτύχησε να έχει στο σώμα της στους δύσκολους τούτους χρόνους αυτή την Μεγάλη μορφή που αποτελεί, «Το καύχημα του αγιορειτικού μοναχισμού, τη δόξα της κατά Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας, το σέμνωμα του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου». Καθήκον όλων μας η προβολή του σπουδαίου έργου του και της κατά Χριστόν ζωής του, ο Όσιος Γεράσιμος υπήρξε πρώτα Μοναχός και μετά Υμνογράφος και όπως γράφει ο μεγάλος λόγιος Μοναχός αείμνηστος  Θεόκλητος Διονυσιάτης «Η αναγνώριση του Γέροντος Γερασίμου ως Αγίου έχει και ποιμαντικές διαστάσεις, αποτελεί «ανάγκη παρουσιάσεως ενός αληθινού χριστιανού, σε μίαν εποχήν εκτεταμένης διαφθοράς και προκεχωρημένης σήψεως ιδεών και ηθικής παγκοσμίως». 

 Ελπίζουμε στις προσευχές του Οσίου Πατρός  προς τον Κύριο, για το Αγιώνυμο όρος. Την ευλογημένη του Συνοδεία και τα κατά πνεύμα παιδιά του, για την Ελλάδα μας, την Βόρειο Ήπειρο και όλο τον πονεμένο κόσμο που τόσο πολύ αγάπησε. Κλείνουμε γόνυ στην μνήμη του και τον ευχαριστούμε για όσα μας πρόσφερε και όσα μας άφησε, τον τιμούμε, τον υμνούμε, τον προσκυνούμε και δοξολογούμε την Χάρη του. 

Σας ευχαριστώ!
















Το απόγευμα της Τετάρτης, 21ης Ιουνίου, στο Παύλειο Πολιτιστικό Κέντρο Βεροίας πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των «ΚΘ´ Παυλείων» η καθιερωμένη Εσπερίδα με τίτλο: «Σύγχρονες Μορφές της Εκκλησίας», η οποία φέτος ήταν αφιερωμένη στον νέο Άγιο της Εκκλησίας μας, Όσιο Γεράσιμο τον Υμνογράφο – Μικραγιαννανίτη. Την εκδήλωση προλόγισε και παρουσίασε ο Αρχιερατικός Επίτροπος Βεργίνης Αρχιμ. Ιερεμίας Γεωργαλής, ενώ χαιρετισμό απηύθυνε o Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σμύρνης κ. Βαρθολομαίος, εκπρόσωπος της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου. Στη συνέχεια ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, πνευματικός υιός του Οσίου Γερασίμου, εκφώνησε την εναρκτήρια εισήγηση και αναφέρθηκε στις προσωπικές του εμπειρίες από τον Όσιο Γεράσιμο. Για τον θαυμαστό βίο και το υμνογραφικό χάρισμα του Οσίου Γερασίμου ομίλησαν ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας Αρχιμ. Τιμόθεος Ηλιάκης, ο Αρχιμ. Νεκτάριος Μικραγιαννανίτης και ο ομ. Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. κ. Γεώργιος Μαρτζέλος. Παρευρέθηκαν και τίμησαν με την παρουσία τους ο εκπρόσωπος της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους Γέρων Γεράσιμος Αγιοπαυλίτης, τοπικοί πολιτικοί άρχοντες, κληρικοί, μοναχοί, μοναχές και πλήθος ευσεβών Βεροιέων. Στην αρχή και στο τέλος της διαδικτυακής ομιλίας ακούγεται το Απολυτίκιο του Οσίου Γερασίμου, το οποίο ψάλλουν οι Ιεροψάλτες κ. Θεμιστοκλής Στεργίου και κ. Θωμάς Μούτσιος.

Πέμπτη 15 Ιουνίου 2023

Μητροπολίτου Νικηφόρου Μικραγιαννανίτη: Εμπειρίες από τον όσιο Γεράσιμο Υμνογράφο




 Εμπειρίες από πνευματικά τέκνα του Γέροντα Γερασίμου Μικραγιαννανίτου (1903-1991)

Νικηφόρου Μικραγιαννανίτη, Αρχιεπισκόπου Κινσάσας και Εξάρχου Κεντρώας Αφρικής 



Από την πρώτη στιγμή που γνώρισα τον πολυσέβαστο Γέροντά μας Γεράσιμο, με είλκυσε η απλότητά του, η ταπείνωσή του, η αγάπη του και η σοφία του. Αυτά σε μαγνήτιζαν, μιλούσαν στην καρδιά σου με έναν διαφορετικό τρόπο, ο οποίος ήταν ανερμήνευτος. Είχες μπροστά σου έναν σοφό, έναν χαρισματούχο, έναν άγιο που είχε την απλότητα ενός μικρού παιδιού. Βρισκόσουν μπροστά σε έναν άνθρωπο που ένοιωθες ότι είχε κάτι άλλο, που οι άλλοι άνθρωποι δεν το είχαν. Κάτι που δεν ήταν του κόσμου τούτου. Το βλέμμα του σε διάβαζε. Διάβαζε τα κατάβαθά σου, αλλά δεν τα αποκάλυπτε. Με τρόπο όμως σε οδηγούσε, ήξερε να κρύβεται και να οδηγεί, να βοηθά χωρίς να καταλαβαίνεις.

Θυμάμαι περιπτώσεις που γύριζα στη Μικρά Αγία Άννα από την Αθωνιάδα, γεμάτος προβλήματα, στενοχώριες και άλλα και μόνο με το βλέμμα του μου τα έλυε, μ’ έναν διαφορετικό τρόπο χωρίς να τα συζητάμε, μ’ έναν μυστηριώδη τρόπο που δεν μπορώ να το εξηγήσω. Το βλέμμα του αρκούσε να σε ειρηνεύσει, να σε γαληνεύσει, μάλιστα εκείνα τα μάτια του έμπαιναν βαθειά στην ψυχή σου. Έκρυβε συνέχεια την αρετή του, θα έλεγα, με πολύ πείσμα. Θυμάμαι την περίοδο 1971-1974 ήμουν φοιτητής της Θεολογικής Σχολής της Θεσσαλονίκης και ο πατήρ Πολύκαρπος Μαντζάρογλου (†), ο ιδρυτής του Μοναστηριού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Σουρωτή και μετά της Παναγίας της Μάκρης, μου είχε αναθέσει το Κατηχητικό των αρρένων στα Βασιλικά της Χαλκιδικής. Τότε πήρα μια ομάδα από τα παιδιά και ήρθαμε να προσκυνήσουμε στο Άγιον Όρος, με σκοπό να συναντήσουμε και τον Γέροντα Γεράσιμο και για καλή τύχη στο πλοίο μέσα από τη Δάφνη στην Αγία Άννα συναντήσαμε τον Γέροντα. Τρέξανε τα παιδιά αμέσως κοντά του γιατί τους είχα μιλήσει γι’ αυτόν. Αυτός καθόταν σε μια γωνιά στο πλοίο μέσα σε κείνα τα ξύλινα πλοία που υπήρχαν τότε και προσηύχετο με το κομποσχοίνι του. Μόλις μας είδε σταμάτησε και με πολλή αγάπη δέχτηκε τα παιδιά και τους μίλησε. Τα παιδιά χάρηκαν, άρχισαν να τον ρωτούν διάφορα, άνοιξαν την καρδιά τους και του είπαν κάτι που τότε ένας καθηγητής του Γυμνασίου στα Βασιλικά τους είπε, κάτι πολύ περίεργο. Συζητιόταν μάλιστα εκείνες τις μέρες πολύ στα Βασιλικά. Γέροντα, του λένε, ο καθηγητής μας στο Γυμνάσιο μάς είπε, ότι επειδή ο Χριστός ήταν ψηλός και αδύνατος, κάποιος Ισπανός ερευνητής επιστήμονας είπε ότι ήταν φυματικός, τί λέτε εσείς; Ο Γέροντας ταράχτηκε, προσπάθησε να τους πει ότι αυτό που τους είπε ο καθηγητής ήταν μεγάλη ανοησία και δεν ευσταθεί. Μερικά παιδιά όμως επέμεναν και έλεγαν: Μα ο καθηγητής μας το είπε αυτό! Ο Γέροντας τότε άλλαξε τη μορφή του, έλαμψε και φώναξε: «Μα παιδιά μου, τον είδα τον Χριστό, είναι ωραίος, όμορφος, δεν είναι όπως το λέει ο καθηγητής σας, λάμπει, είναι γεμάτος φως». Μόλις κατάλαβε όμως ότι έβγαλε αυτό, αποκάλυψε δηλαδή αυτή τη θεοφάνεια που είχε, σταμάτησε και κούρνιασε σαν φοβισμένο πουλί. Κάποια άλλη φορά, προσπαθώντας να μου εξηγήσει τι είναι η νοερά προσευχή και ποιά διαφορά έχει από αυτό που νομίζουν οι άνθρωποι ότι, όταν λένε το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με» κάνουν νοερά προσευχή, μου τόνισε για την καθαρότητα την οποία πρέπει να έχει κανείς στον νου, μου τόνιζε για την αγάπη που πρέπει να έχει, για τον αγώνα, για την εκκοπή του θελήματος, για την υπακοή και τέλος κατέληγε, αυτό είναι μόνο των τελείων αγίων ανθρώπων, των τελείων ασκητών και άρχισε μετά να μου διηγείται, πώς γίνεται αυτή η επίσκεψη του Θεού. Και έλεγε κατά την ώρα της επισκέψεως της Χάριτος του Θεού, ο άνθρωπος γεμίζει με φως, το σώμα του όλο φωτίζεται, γίνεται διαμπερές και όλη αυτή την εικόνα μου την εδιηγείτο. Και τέλος τον ρώτησα: «Γέροντα, πώς είναι δυνατόν αυτό να γίνει;». Άρχισε τότε να μου διηγείται μια τέτοια κατάσταση, που χωρίς να λέει τον εαυτό του, φαινόταν ότι ήταν αυτός ο ίδιος και προσπαθούσε να το κρύψει όταν κατάλαβε ότι εγώ άρχισα να καταλαβαίνω, ότι εννοούσε τον εαυτό του, σταμάτησε απότομα και άλλαξε τη συζήτηση!  Ήταν παραμονές της πανηγύρεως των Αγίων Πατέρων Διονυσίου και Μητροφάνους. Νέο καλογέρι τότε, βρισκόμουν εκεί πέρα. Όλοι οι πατέρες ήταν απασχολημένοι με την προετοιμασία της πανηγύρεως. Έπρεπε κάποιος να πάει στα Κατουνάκια που ήταν ο ράπτης ο Χρυσόστομος ο Κύπριος για να του δώσει κάποια υφάσματα για την πανήγυρη, να τα διορθώσει και να πάρει κάποια άλλα επιδιορθωθέντα ιερατικά άμφια. Με κάλεσε ο Γέροντας και μου είπε να πάρω το «αραπάκι», δηλαδή το μουλάρι που συνέχεια αυτός χρησιμοποιούσε, και να πάω στον ράπτη τον Χρυσόστομο. «Μα», του λέω, «Γέροντα δεν έχω ξαναπάει, δεν ξέρω πού μένει. Θα χαθώ μέσα στα Κατουνάκια», μια και δεν ήξερα καθόλου τα Κατουνάκια και ιδιαίτερα την περιοχή όπου ήταν η Αγία Αικατερίνη και ασκήτευε ο πατήρ Χρυσόστομος ο ράπτης ο Κύπριος. «Μην στενοχωριέσαι -μου λέει- θα πας με τον “αράπη”, θα του πω και θα σε πάει στην πόρτα. Δεν θα έχεις κανένα πρόβλημα». Ετοιμάστηκα, δεν σας κρύβω ότι είχα μεγάλη αγωνία, που θα πάω στο άγνωστο, αφού δεν είχα πάει προς τα ’κεί. Τον πατέρα Χρυσόστομο τον είχα γνωρίσει βέβαια, γιατί ήταν τραπεζάρης σε διάφορες πανηγύρεις. Τότε ο Γέροντας πήγε στο αυτί του μουλαριού και σαν να μιλούσε σε έναν άνθρωπο, του είπε: «Αραπάκι, θα τον πας τον Νικηφόρο στον πατέρα Χρυσόστομο τον ράπτη». Το ζώο έκανε μια κίνηση συγκαταβάσεως σαν να απαντούσε σε αυτό που είπε ο Γέροντας. Γυρνάει ο Γέροντας και μου λέει: «Μη φοβάσαι, άστο μόνο του, θα σε πάει αυτό εκεί στον ράπτη». Πράγματι ξεκίνησε, δεν σας κρύβω την αγωνία μου, φύγαμε από τη Μικρή Αγία Άννα, ανεβήκαμε προς τα Κατουνάκια, περνούσαμε μέσα από πυκνούς θάμνους, μέχρι να φτάσουμε ψηλά στην Αγία Αικατερίνη, βρεθήκαμε μπροστά σε μια καγκελόπορτα και σταμάτησε το ζώο. Απόρησα. Περίμενε εκεί ώρα. Λέω, τί έκανε; Έκανε λάθος τώρα; Τί είναι αυτή η καγκελόπορτα; Λέω, μάλλον θα πρέπει να την ανοίξω. Κατέβηκα, άνοιξα την καγκελόπορτα, προχώρησε λίγο το ζώο ίσα-ίσα για να μπορέσω να την κλείσω και περίμενε, κατάλαβα ότι έπρεπε να κλείσω την καγκελόπορτα. Την έκλεισα, περίμενε να ανέβω επάνω και να συνεχίσω. Συνέχισα αφού ανέβηκα πήγε και με σταμάτησε μπροστά στην πόρτα του Κελλιού του πατρός Χρυσοστόμου. Εκεί, κατέβηκα, έκανα τη δουλειά που μου είχε πει ο Γέροντας, πήρα τα άμφια που έπρεπε να πάρω και γύρισα πίσω. Γύρισα στο Κελλί, ο Γέροντας με υποδέχτηκε με ένα πηγαίο χαμόγελο και μου είπε: «Καλά σε πήγε. Γιατί αγωνιούσες;». Χάιδεψε το «αραπάκι», του έδωσε ένα παξιμάδι και του λέει· «μπράβο αραπάκι, μπράβο». Απόρησα τότε και λέω· και τα ζώα υπακούν στον Γέροντα! Είχαμε πανηγύρι στο Κελλί, δεν ήταν η πανήγυρη των Αγίων Διονυσίου και Μητροφάνους, και είχα το διακόνημα του τραπεζάρη και ετοίμασα την τράπεζα. Κάποια στιγμή βλέπω, ότι όλα τα ψωμιά τα οποία υπήρχαν ήταν μόνο τρία. Τότε δεν είχα προβλέψει ότι έπρεπε νά ’χουμε περισσότερα ψωμιά. Ήταν δικό μου φταίξιμο, δεν είχα ενημερώσει τον Γέροντα ότι είναι λίγα τα ψωμιά και πώς θα βγάλουμε την πανήγυρη; Τότε μ’ έπιασε κρύος ιδρώτας. Τώρα τί θα κάνουμε; Ο κόσμος μαζευόταν, τα ψωμιά σε καμμιά περίπτωση δεν θα έφταναν. Πήγα αρκετά τρομαγμένος στον Γέροντα και του λέω: «Ευλόγησον, Γέροντα, δεν προέβλεψα, μόνο τρία ψωμιά έχουν μείνει, τί θα κάνουμε;». Να ζυμώσουνε δεν γινόταν, από τη Δάφνη δεν ερχόταν κανένας εκείνη την ώρα να μας φέρει ψωμιά. Έτσι θα μέναμε χωρίς ψωμιά και ο κόσμος μαζευότανε. Εκείνος όμως με χτύπησε στην πλάτη και με ήρεμο ύφος μου είπε: «Πήγαινε παιδί μου και συνέχισε το διακόνημά σου. Θα φροντίσει ο Θεός και οι Άγιοί μας». Έφυγα, συνέχισα το διακόνημα, ξεχάστηκα εκεί κόβοντας ψωμί, χωρίς πλέον να υπολογίζω. Αφού τελείωσε η πανήγυρη, βλέπω εκεί που είχα τα ψωμιά, ότι είχαν περισσέψει τρία ψωμιά και είχαν φάει πολύ, γιατί ήταν αρκετός ο κόσμος σε ’κείνη την πανήγυρη. Ο Γέροντας για μια περίοδο όταν έβγαινε στη Θεσσαλονίκη, έμενε στο πατρικό μου σπίτι και εκεί τον επεριποιείτο η αείμνηστη μητέρα μου. Πολλές φορές, μου έλεγε η μητέρα μου, αλλά και άλλοι επισκέπτες, ότι ευωδιάζει το δωμάτιο του Γέροντα. Την ευωδία αυτή την είχα νοιώσει και εγώ και άλλα μέλη της οικογενείας μας και μάλιστα ακόμη και στα ρούχα τα οποία έδινε για να πλυθούνε. Θυμάμαι μια άλλη μέρα, ήταν μεσημέρι και είχε στρωθεί το τραπέζι. Ο Γέροντας αργούσε να κατέβει στο τραπέζι. Με έστειλε τότε ο αείμνηστος πατήρ Διονύσιος, ο Πνευματικός μας να πάω να τον φωνάξω. Ανεβαίνοντας τις σκάλες φώναζα, «Γέροντα, Γέροντα», δεν απαντούσε. «Γέροντα έλα για φαγητό». Τίποτα. Πάω στο γραφείο του, δεν τον βλέπω. Πάω στο δωμάτιό του έλειπε. Είχα δει ανοιχτή την μπαλκονόπορτα, βγαίνω έξω και τον βλέπω να είναι αφοσιωμένος στο κομποσχοίνι του. Φωνάζω πάλι, δεν με άκουγε. Τότε τον κούνησα και σαν να είχε έλθει από άλλο κόσμο -και πράγματι ήταν σε άλλο κόσμο- ταράχτηκε και τότε ένοιωσα τη μεγαλύτερη ένοχή που έχω νοιώσει στη ζωή μου. Μια άλλη φορά πάλι, ήταν απόγευμα, και ήταν πάλι η ώρα του φαγητού και αργούσε να κατέβει. Μ’ έστειλε πάλι ο π. Διονύσιος, να πάω να τον φωνάξω. Ήταν στο γραφείο του και έγραφε. Φώναξα, ξαναφώναξα, μπήκα μέσα και ’κείνη την ώρα ταράχτηκε και μου λέει: «Αχ τί μ’ έκανες! Τώρα ήταν εδώ πέρα ο Άγιος Δημήτριος και έγραφα». Πάλι ένοιωσα αρκετά ένοχος που τον σταμάτησα από αυτή την ουράνια οπτασία. Αλλά εκείνο που μας συγκινούσε πολύ, ήταν η ταπείνωσή του. Όταν ένοιωθε ότι κάτι μπορεί να είχαμε σκεφθεί ή νόμιζε ότι μας είχε στενοχωρέσει, ερχόταν εκεί που βρισκόμασταν και έβαζε μετάνοια και μας ζητούσε συγγνώμη. Μια φορά ήμουν στο εργαστήρι του Κελλιού και εκεί που καθόμουν, βλέπω τον Γέροντα να έρχεται να μου βάζει μετάνοια. «Γέροντα, του λέω, τί έγινε; τί έπαθες;». «Αχ παιδί μου, μήπως δεν πρόσεξα και σε σκανδάλισα, συγχώρεσέ με, μήπως πέρασε κάποιος λογισμός και σε σκανδάλισα». Λόγω της υπηρεσίας μου στην Αθωνιάδα και της διακονίας μου εκεί, με την πολλή δουλειά που είχαμε εκεί πέρα, οι Ακολουθίες ήταν, φυσικά, μικρότερες λόγω της Σχολής, δεν μπορούσα να κάνω πάντα όλο τον κανόνα μου. Δεν μπορούσα να ζω όπως όλοι οι άλλοι πατέρες, με τις αγρυπνίες τους, με τις πλήρεις Ακολουθίες τους και πάντα είχα το παράπονο και πήγαινα και του το έλεγα. Η απάντησή του ήταν: «Παιδί μου νά ’χεις πάντα τον νου σου στον Θεό, ό,τι κάνεις, όπου βρίσκεσαι νά ’χεις στον νου σου τον Θεό, κάνε κάτι, αν δεν μπορείς να το κάνεις όλο κάνε λίγο, αλλά μην αφήνεις ούτε μια μέρα χωρίς να κάνεις κάτι». Μια φορά άκουσα που διηγούνταν σ’ ένα Μοναχό ο οποίος είχε έλθει να τον επισκεφθεί για μια περίπτωση. Του έλεγε για να μπορέσει να τον στηρίξει, ότι είδε σε όραμα έναν ασκητή που ζούσε εκεί στα Καρούλια ενάρετα, τον όποίο γνώριζε και ο οποίος έχει μεγάλο όνομα, δεν αναφέρω το όνομά του τώρα, και είχε κοιμηθεί. Τον είδα σαν σε οπτασία να είναι πολύ στενοχωρημένος και να μου λέει: «Αχ γερο-Γεράσιμε, εδώ στον θρόνο του Θεού μεγαλύτερη αξία έχουν αυτοί που κάνουν υπακοή σε Γέροντα από μας πού ασκητέψαμε μέσα σε σπηλιές. Μακάρι να ήμουν και εγώ σε υπακοή Γέροντα». Όταν ό Γέροντας μιλούσε για την Κωνσταντινούπολη, για την Αγιά Σοφιά, τον έβλεπες να δακρύζει, να διηγείται με πάθος, και πάντα δάκρυα έβγαιναν από τα μάτια του. Ήμασταν μια φορά στη Στρατονίκη. Τότε δεν είχε κτιστεί ακόμη ο Άγιος Μητροφάνης. Ήμασταν στον Άγιο Νικόλαο και ήταν εκεί ο Ιερεύς π. Θεόδωρος, ο οποίος αγαπούσε πολύ τον Γέροντα. Δεν είχε γίνει, ακόμη, η Ακολουθία για τον Άγιο Μητροφάνη που έγινε μετέπειτα, η οποία αναφέρεται στη Στρατονίκη όπου εκεί ιεραποστολικά διακόνησε ο Άγιος Μητροφάνης. Ο π. Θεόδωρος του λέει: «Γέροντα, όλο θα λέμε το τροπάριο που λέτε στο Άγιον Όρος; Δεν μπορείτε να μας κάνετε ένα τροπάριο για εδώ, που να αναφέρεται στη Στρατονίκη και για το θαύμα το οποίο έκανε ο Άγιος Μητροφάνης εδώ;». Και ο Γέροντας του λέει, «φέρε μου ένα χαρτάκι». Του έδωσε ένα χαρτί, έκανε τον σταυρό του και αμέσως άρχισε να γράφει το Απολυτίκιο του Αγίου. Όλοι εντυπωσιαστήκανε, το πόσο η χάρις του Θεού τον επεσκίασε και έγραψε ένα θαυμάσιο Απολυτίκιο." 


















Σάββατο 3 Ιουνίου 2023

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στην ορκωμοσία του Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας



Η Α.Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, ανταποκρινόμενος σε σχετική επίσημη πρόσκληση, θα μεταβεί το μεσημέρι του Σαββάτου, 3 Ιουνίου 2023, αεροπορικώς στην Άγκυρα, συνοδευόμενος από τον Ιερολ. Διάκονο της Σειράς κ. Βαρνάβα Γρηγοριάδη, προκειμένου να παραστεί στην τελετή ορκωμοσίας του επανεκλεγέντος Εξοχ. Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας κ. Recep Tayyip Erdoğan. Το βράδυ της ίδιας ημέρας θα επιστρέψει, συν Θεω, στην Έδρα του.

φωτο Οικουμενικό Πατριαρχείο Νίκος Παπαχρήστου 

Κάποια Χριστούγεννα...

  Κάποια Χριστούγεννα... ''Πήγε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στα γραφεία της εφημερίδας «Ἀκρόπολις» για να παραδώσει ένα χριστουγεννιά...