Το πλέον οικείο πρόσωπο για τους ανθρώπους είναι αυτό της Θεοτόκου, της Παρθένου Μαρίας, της Κυρίας των Αγγέλων, της Παναγίας μας. Οι άνθρωποι, όχι μόνο οι απλοί άνθρωποι του λαού ή οι βαθιά θρησκευόμενοι, αλλά όλοι οι Χριστιανοί, στρέφουν το βλέμμα σ’ Εκείνην που κυοφόρησε την Ελπίδα, τη Ζωή, που γαλούχησε και κανάκεψε τον «τροφέα της κτίσεως» και έζησε τα μαρτύρια Του και είδε πρώτη την ένδοξη Ανάσταση Του. Ελπίδα των κατατρεγμένων, Των πονεμένων, των απελπισμένων και μάλιστα χωρίς να ξεχωρίζει θρησκείες και έθνη ( τα παραδείγματα είναι πολλά από τις θαυματουργικές παρεμβάσεις της σε Μουσουλμάνους μέχρι και σήμερα, ενώ το Κοράνιο, το ιερό βιβλίο του Ισλάμ της αποδίσει ιδιαίτερη τιμή). Ένα πρόσωπο Αγάπης και Ταπείνωσης, γλυκύτητας και παρηγοριάς, δεν θα μπορούσε να αφήσει ασυγκίνητους τους Υμνογράφους, τους ποιητές και τους συγγραφείς μας. Από τον Ιωάννη τον Δαμασκηνό, τον Ρωμανότον Μελωδό, τον Κοσμά Μαιουμά, την Οσία Κασσιανή την Υμνογράφο, τον άγιο Ιωάννη τον Κουκουζέλη μέχρι τον σύγχρονο μας αείμνηστο Μοναχό Γεράσιμο Υμνογράφο τον Μικραγιαννανίτη, ύμνοι και μελωδίες ουράνιες τιμούν και δοξάζουν « Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ». Δεν υπάρχει εκκλησιαστικός συγγραφέας, από του ιερούς Ευαγγελιστές μέχρι τον πλέον σύγχρονο που να μην αναφέρεται στο πανσεβάσμιο πρόσωπο της Κυρίας των Αγγέλων. Δίπλα στην ορθόδοξη υμνολογία και αγιογραφία από τον πρώτο χρωστήρα του αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Λουκά που απεικόνισε το πανσεβάσμιο πρόσωπο Της , μέχρι αυτόν του πλέον σύγχρονου αγιογράφου, αναπτύσσεται μια μεγαλειώδης ζωγραφική, μια συναρπαστική ποίηση, και μια γοητευτική πεζογραφία που με άπειρες παραλλαγές υμνολογεί και δοξάζει την Παναγία. Από το Δημοτικό τραγούδι, τον Διονύσιο Σολωμό, τον Ελύτη, τον Σεφέρη, τον Ρίτσο αλλά και άλλους, κι όχι μόνο Έλληνες, η Παναγία απετέλεση πηγή έμπνευσης και δημιουργίας. Δεν υπάρχουν χριστιανικά χείλη πού να μήν επικαλούνται το άγιο όνομα της Παναγίας Μητέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Στις ώρες της χαράς και της λύπης μας, στην ευτυχία και την δυστυχία μας οι Χριστιανοί όλοι δοξάζομε και υμνούμε το άγιο όνομά της καθώς η ίδια η Παναγία μας το είχε προφητεύσει κατά την επίσκεψή της εις την συγγενή της Ελισάβετ, την μητέρα του Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, στην Ορεινή της Ιουδαίας. " Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γεννεαί, ότι εποίησέ με μεγαλεία ο δυνατός" ( Λουκ. Α΄48 ). Και η Κυρία Θεοτόκος αποδέχεται την τιμητική προσκύνηση των Πιστών και τείνει πάντοτε ευήκοον ους στις παρακλήσεις και ικεσίες τους και δεν παύει να μεσιτεύει στον Υιό και Θεό Της υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτήριας. Ιδιαίτερα δε αγαπά και προστατεύει το ευσεβές Ορθόδοξο Γένος των Ελλήνων, την πονεμένη Ρωμιοσύνη που άντεξε και αντέχει γιατί κρατιέται γερά από το φόρεμα, το φουστάνι της Παναγίας, όπως έλεγε ο άγιος Παίσιος ο Αγιορείτης και είναι άπειρες οι ευεργετικές και σωτήριες παρεμβάσεις Της στην ιστορική πορεία του Ελληνισμού. Στη συνείδηση του ελληνισμού η Παναγία είναι η μάνα της ρωμιοσύνης, η κυρά της Ελλάδος, η Παναγία του έθνους. Από το φουστάνι της Παναγίας κρατήθηκαν οι αείμνηστοι Μικρασιάτες πρόγονοί μας όταν τους βρήκε η συμφορά της καταστροφής και του ξεριζωμού από τις πατρογονικές τους εστίες και έφτασαν στη μητέρα Πατρίδα φέρνοντας μαζί τους τα ιερά σεβάσματα του Τόπου τους ,τα λείψανα και τις εικόνες των Αγίων με πρώτη τη Κυρά Παναγιά που μητρικά τους πρόφερε δύναμη και κουράγιο σκουπίζοντας με το φουστάνι της τα δάκρυα του πόνου και της απελπισίας, στηρίζοντας και βοηθώντας τους να ορθοποδήσουν και να μεγαλουργήσουν στις νέες τους εστίες. Ζωντανό παράδειγμα στέκει ενώπιον μας η πανσεβάσμια εικόνα της Παναγίας της Βουρλιώτισσας ,σημείο αναφοράς , στήριξης και ελπίδας των απανταχού Μικρασιατών, αλλά και του ευσεβούς Λαού της Πόλεως και της Μητροπόλεως μας. Της Παναγίας που δεν εγκατέλειψε η Χάρη Της τα παιδιά Της αλλά τα ακολούθησε με θαυματουργικό τρόπο στη ξενιτειά. Σε τρείς γενναίες κοπέλες, αιωνία τους η μνήμη, την Λυγερή και την αδελφή της Ελπίδα Γερμακοπούλου και την Σοφία Τσούτση, οφείλετε τόσο η θαυμαστή διάσωση όσο και η μεταφορά της Ιερής Εικόνας στη Πατρίδα μας σύμφωνα με την ιστορική μελέτη «Παναγία Βουρλιώτισαα, η θαυματουργή διάσωση της εικόνας» του Στρατηγού ΌθωνοςΚυπριωτάκη από την οποία και μεταφέρουμε εν συντομία ορισμένα συγκλονιστικά στοιχεία, «Επειδή τα τουρκικά στρατεύματα (τακτικά και άτακτα) δεν μπορούσαν να ελέγξουν τη μεγάλη πόλη των Βουρλών (35.000 πληθυσμός), έβαλαν φωτιά για να υποχρεώσουν τους Έλληνες να βγουν από τα σπίτια και τα καταφύγιά τους. Στην αρχή, άναψαν στάχυα από την πίσω μεριά για να δημιουργήσουν καπνό και να τους αναγκάσουν να αφήσουν τα σπίτια και τα αγαθά τους. Ήταν, όμως, ένας ζεστός Σεπτέμβριος και σύντομα οι φωτιές ξέφυγαν από κάθε έλεγχο. Την 3 προς 4 Σεπτεμβρίου, με το παλαιό ημερολόγιο που ίσχυε τότε, ο δυνατός νότιος άνεμος οδήγησε στην καταστροφή των κεντρικών και βορείων συνοικιών… Η Λυγερή με την αδελφή της Ελπίδα, το γείτονα και συγγενή Παραρά και τη Σοφία ψυχοκόρη της οικογένειας Τσούτση (δεν ήταν Βουρλιώτισσα) μπήκαν στην εκκλησία της Παναγίας, που είχε προηγουμένως λεηλατηθεί από τους Τσέτες, είχε γεμίσει καπνό από την πυρκαγιά, αλλά δεν είχε πιάσει ακόμη φωτιά, ( ποιος αλήθεια δεν θυμάται την αξέχαστη γιαγιά Φιλιώ Χαιδεμένου να λέει με αναφιλητά στην εικόνα μπροστά « ήμουν εκεί Παναγία μου όταν σε κάψανε»). Βρήκαν τη «Χάρη Της» πεσμένη κάτω. Η Λυγερή και ο Παραράς έβγαλαν την εικόνα από το κτήριο και τη μετέφεραν στο σπίτι των Γερμακόπουλων. Οι τρεις κοπέλες φόρεσαν αντρικά ρούχα και τραγιάσκες. Έντυσαν την εικόνα με ένα παπλωματάκι. Η ψιλόλιγνη και δυνατή Λυγερή Την φορτώθηκε στην πλάτη της, με το εικόνισμα προς τα μέσα, ώστε το ξύλο να είναι από την έξω μεριά, και για να μην είναι εύκολα ορατή μέσα στους καπνούς και ξεκίνησαν προς τα νότια. . Η Ελπίδα και η Σοφία την ξεκούραζαν που και που. Σε κάποιο σημείο, με σκαρπέλο αφαίρεσαν το «πουκάμισο» της εικόνας και τα τάματα και άφησαν μόνο το ξύλο και την απεικόνιση, έσκαψαν και θάψανε τα μαλάματα ελπίζοντας πως κάποια στιγμή θα μπορέσουν να τα ξαναπάρουν. Ο Παραράς άφησε τις κοπέλες για να γυρίσει να σώσει την οικογένειά του. Όπως προχωρούσαν μόνες, οι τρεις κοπέλες έμεναν κατάπληκτες από το αποτρόπαιο θέαμα. Όπου δεν υπήρχε φωτιά, υπήρχαν Τούρκοι που άρπαζαν τα αγαθά, λεηλατούσαν σπίτια και καταστήματα, βίαζαν γυναίκες και σκότωναν ανθρώπους. Θαυματουργικά όμως, οι κοπέλες δεν αντιμετώπιζαν κανένα πρόβλημα. Έμειναν νότια προς τη μεριά των Αλατσάτων για λίγες μέρες και διατρέφονταν με φρούτα. Τα βράδυα, η Λυγερή κοιμόταν πάνω στην εικόνα, τυλιγμένη με το παπλωματάκι. Όταν ειδοποιήθηκαν από συγγενικό ζεύγος, που έμενε στη Σκάλα, ότι εκεί επικρατούσε κάποια ηρεμία και είχαν έλθει καράβια για να τους πάρουν στην Ελλάδα, άρχισαν μια τρομακτική πορεία προς τα βόρεια. Έμειναν μια νύκτα στο δρόμο του Τσεσμέ στο ύψος του «Πεπεή» και άλλη νύκτα στους «Τρεις Μύλους». Το τελευταίο ξημέρωμα, μάλλον 12 Σεπτεμβρίου, οι τρεις κοπέλες (Λυγερή, Ελπίδα και Σοφία) προχώρησαν προς τη Σκάλα. Πάντα θαυματουργικά, κανένας δεν τις ενόχλησε. Πέρασαν από το καρνάγιο, δυτικά από την Καραντίνα, και μπήκαν σε μια βάρκα που τους πήγε σε γαλλικό πλοίο. Όταν ανέβηκαν στην ασφάλεια, η Λυγερή αφαίρεσε την εικόνα από επάνω της. Δεν Την έδειξε, όμως, σε κανένα. Τα δύο βράδια που απαιτήθηκαν για να φθάσει το πλοίο στον Πειραιά, τα πέρασαν κάτω από μια σκάλα. Όταν κατέβηκαν στον Πειραιά βρήκαν τον αδελφό τους Βασίλειο, που τους μετέφερε στο διαμέρισμά του στην οδό Μαιζώνος 9 στο κέντρο της Αθήνας ». Εκεί παρέμεινε και η ιερά Εικόνα της Παναγίας με το καντήλι πάντα αναμμένο και το θυμίαμα να ευωδιάζει στη Χάρη Της. Αργότερα η εικόνα της «Χάρης Της» παραδόθηκε από τη Λυγερή Γερμακοπούλου στον αρχιμανδρίτη Κύριλλο, πατριώτη από τα Βουρλά, για να τοποθετηθεί σε ιερό ναό προς τιμή Της, ο οποίος θα χτιζόταν στο νέο προσφυγικό οικισμό στον Ποδονίφτη, όπου είχαν καταφύγει και άλλοι γνωστοί τους Βουρλιώτες (οικογένειες Τρυπιά, Μισυρλή, Βιτζηλαίου, Κλειδαρά, Παπασταματιάδη, Τσιριγώτη, κ.α). Ο πατήρ Κύριλλος κράτησε την εικόνα και όταν συστήθηκε από τη Ιερά Σύνοδο Επιτροπή καταγραφής Κειμηλίων υπό τον πρόσφυγα Μητροπολίτη Σεβαστείας Γερβάσιο, φρόντισε για την καταγραφή Της. Η εικόνα φυλάχθηκε για κάποιο καιρό στο γειτονικό σπίτι του Κλειδαρά γιατί υπήρχε φόβος ότι θα Την έκλεβαν ενώ υπήρχε και ο κίνδυνος της πυρκαγιάς επειδή ο Ναός ήταν ακόμα πρόχειρος και ξύλινος. Μετά την ονομασία των συνοικισμών, του Ποδονίφτη σε Νέα Φιλαδέλφεια και του Συντριβανιού σε Νέα Χαλκηδόνα, ξεκίνησε και η ανοικοδόμηση των νέων πέτρινων ναών της Παναγίτσας (των Βουρλών), όπως και της αγίας Ευφημίας στη Νέα Χαλκηδόνα. Τότε, ξεκίνησε και η συλλογή χρημάτων για την κατασκευή νέου «πουκαμίσου» για την εικόνα της «Χάρης Της», που πλέον εγκαταστάθηκε στο νέο Της σπίτι για να μείνει αιώνια ευλογία τόσο των προσφύγων, σε ανάμνηση των αγαπημένων τους πατρίδων, όσο και της φιλόξενης γης, που την υποδέχθηκε». Αγαπητοί μου όπως προαναφέραμε, ο ελληνικός λαός είδε πάντοτε με σεβασμό τη γαλήνια και πονεμένη μορφή της Παναγίας και το υπερύμνητο πρόσωπό της βρίσκεται βαθύτατα ριζωμένο στην εθνική και πνευματική του παράδοση. Η τιμή των Ελλήνων προς τη Θεοτόκο είναι πάντα συνυφασμένη με την εθνική τους ύπαρξη. Η Υπεραγία Θεοτόκος είναι η Παναγία του Γένους που έγινε ύμνος, δύναμη και ελπίδα, ιστορία και αγώνας στις κρίσιμες ώρες του Ελληνισμού .
Ζούμε κρίσιμες ώρες, θλίψις και στεναχωρία, αβεβαίωτης και μελαγχολία μας συντροφεύουν στην καθημερινότητα μας που άλλαξε ριζικά λόγω της επάρατης πανδημίας που πλήττει την ανθρωπότητα. Δύναμη και ελπίδα μας η Παναγία μας, η Μεγάλη Παρηγοριά μας, η Βουρλιώτισσα μας , η γλυκιά και πονεμένη Μητέρα μας, ελάτε να πιαστούμε όλοι όπως τα μικρά παιδιά από το φουστάνι Της κι Εκείνη ξέρει τον τρόπο που θα μας γιατρέψει τον καημό, θα μας παρηγορήσει και θα μας προστατέψει από κάθε κακό.
Ας γονατίσουμε μπροστά Της με δέος και συντριβή κι ας Της μιλήσουμε με λόγια βγαλμένα μέσα από τη καρδιά μας. «…Έτσι όπως μας κοιτάς, Παναγιά Βουρλιωτισά μας, Μάνα και Οδηγήτρια μας, μέσα στην τρυφερότητα της γαλήνιας ματιάς Σου, με το σάρκινό Σου φόρεμα σπαραγμένο απ’ το ρίγος της αγωνίας στο δρόμο της εξορίας και της φυγής, απ’ τον άφατο πόνο και το δάκρυ της πονεμένης Ρωμιοσύνης, σκύψε και αγκάλιασε μας, κράτα μας στη αγκαλιά σου όπως τρυφερά κρατάς το Σταυρωμένο Σου Παιδί, ελπίδα και παρηγοριά μας, Μεγαλόχαρη, συγχώρεσε μας, και βοήθησε μας « Υπάρχεις γάρ σκέπη προς ημάς, αρδεύουσα θαυμάτων παροχήν» Προσκυνούμεν την Χάρη Σου Θεοτόκε .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.