Πέμπτη 29 Αυγούστου 2024

ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΝ ΜΗΝΥΜΑ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 2024





 ΣΕΠΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΝ ΜΗΝΥΜΑ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ

ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 2024

† Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ

ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ 

ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ

ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ 

ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ

ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

* * *

Τιμιώτατοι αδελφοί Ιεράρχαι και τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Τριακονταπενταετία όλη παρήλθεν από της καθιερώσεως υπό της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου της 1ης Σεπτεμβρίου, εορτής της Ινδίκτου και ενάρξεως του εκκλησιαστικού έτους, ως Ημέρας προσευχών υπέρ της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος. Η ευλογημένη αυτή πρωτοβουλία έσχε μεγάλην απήχησιν και εκαρποφόρησε πλουσίως. Αι πολυδιάστατοι οικολογικαί δράσεις της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας επικεντρώνονται σήμερον εις το φαινόμενον της κλιματικής αλλαγής, μάλλον δε κρίσεως, το οποίον έχει δημιουργήσει μίαν κατάστασιν «πλανητικής εκτάκτου ανάγκης». 

Εκτιμώμεν την συμβολήν των οικολογικών κινημάτων, τας διεθνείς συμφωνίας δια το περιβάλλον, την ενασχόλησιν των επιστημόνων με το πρόβλημα, την προσφοράν της περιβαλλοντικής εκπαιδεύσεως, την οικολογικήν ευαισθησίαν και στράτευσιν αναριθμήτων ατόμων και ειδικώτερον εκπροσώπων της νέας γενεάς. Όμως, επιμένομεν ότι απαιτείται μία αξιολογική «κοπερνίκεια στροφή», μία ριζική αλλαγή νοοτροπίας παγκοσμίως, μία ουσιαστική αναθεώρησις της σχέσεως του ανθρώπου με την φύσιν. Άλλως, θα συνεχίσωμεν να θεραπεύωμεν τας καταστροφικάς επιπτώσεις της οικολογικής κρίσεως, με αθίκτους και ενεργούς τας ρίζας του προβλήματος.

Η περιβαλλοντική απειλή είναι μία διάστασις της εκτεταμένης κρίσεως του συγχρόνου πολιτισμού. Εν τη εννοία ταύτη, η αντιμετώπισις του προβλήματος δεν είναι δυνατόν να δοθή επί τη βάσει των αρχών αυτού του πολιτισμού, της λογικής δηλαδή η οποία το εδημιούργησε. Έχομεν εκφράσει κατ᾿ επανάληψιν την πεποίθησίν μας ότι εις την ζωτικήν δια το μέλλον της ανθρωπότητος και του πλανήτου μας πνευματικήν και αξιολογικήν μεταστροφήν δύνανται να συμβάλουν μεγάλως αι Εκκλησίαι και αι θρησκείαι. Η γνησία θρησκευτική πίστις καταλύει την αλαζονείαν και τον τιτανισμόν του ανθρώπου, αποτελεί ανάχωμα εις την μετατροπήν του εις «ανθρωποθεόν», ο οποίος καταργεί μέτρα, όρια και αξίας, αυτοαναγορεύεται εις «πάντων μέτρον», εργαλειοποιεί τον συνάνθρωπον και την φύσιν δια την ικανοποίησιν των ακορέστων αναγκών και των αυθαιρέτων επιδιώξεών του. 

Η πείρα των αιώνων διδάσκει ότι, άνευ ενός «αρχιμηδείου» πνευματικού και αξιολογικού στηρίγματος, η ανθρωπότης αδυνατεί να αποφύγη τους κινδύνους ενός μηδενιστικού «ανθρωπολογισμού». Αυτή είναι η παρακαταθήκη του αρχαίου πνεύματος, όπως διετυπώθη υπό του Πλάτωνος δια της αρχής «Θεός ημίν πάντων χρημάτων μέτρον» (Νόμοι 716c). Η κατανόησις του ανθρώπου και της ευθύνης του μέσα από την σχέσιν του με τον Θεόν εκφράζεται δια της χριστιανικής διδασκαλίας περί της δημιουργίας του ανθρώπου «κατ᾿ εικόνα Θεού» και «καθ᾿ ομοίωσιν» Αυτώ, καθώς και περί της προσλήψεως της ανθρωπίνης φύσεως υπό του σαρκωθέντος δια την σωτηρίαν του ανθρώπου και ανακαίνισιν της όλης δημιουργίας προαιωνίου Λόγου του Θεού. Η χριστιανική πίστις αναγνωρίζει υψίστην αξίαν τόσον εις τον άνθρωπον, όσον και εις την κτίσιν. Εν τω πνεύματι τούτω, ο σεβασμός της ιερότητος του ανθρωπίνου προσώπου και η προστασία της ακεραιότητος της καλής λίαν δημιουργίας είναι αδιαίρετοι. Η πίστις εις τον Θεόν της σοφίας και της αγάπης εμπνέει και στηρίζει τας δημιουργικάς δυνάμεις του ανθρώπου, τον ενδυναμώνει ενώπιον των προκλήσεων και των δυσκολιών, ακόμη και όταν η υπέρβασίς των εμφανίζεται κατ᾿ άνθρωπον ως ανέφικτος. 

Ηγωνίσθημεν και αγωνιζόμεθα δια την διορθόδοξον και διαχριστιανικήν συνεργασίαν δια την προστασίαν του ανθρώπου και της κτίσεως και δια την ένταξιν της θεματικής αυτής εις τον διαθρησκειακόν διάλογον και τας κοινάς δράσεις των θρησκειών. Τονίζομεν δε ιδιαιτέρως την ανάγκην να κατανοηθή ότι η σύγχρονος οικολογική κρίσις πλήττει πρωτίστως και εντονώτερον τους πτωχοτέρους κατοίκους της γης. Εις το κείμενον του Οικουμενικού Πατριαρχείου «Υπέρ της του κόσμου ζωής». Το κοινωνικόν ήθος της Ορθοδόξου Εκκλησίας» υπογραμμίζεται μετ᾿ εμφάσεως το θέμα αυτό και η αναγκαία μέριμνα της Εκκλησίας ενώπιον των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής: «Πρέπει να κατανοήσουμε ότι η διακονία του πλησίον και η διαφύλαξη του φυσικού περιβάλλοντος είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Παρόμοια άρρηκτα συνδεδεμένες μεταξύ τους είναι και η φροντίδα μας για τη δημιουργία και η διακονία μας προς τα μέλη του σώματος του Χριστού, όπως είναι αλληλένδετες και οι οικονομικές συνθήκες των φτωχών με τις οικονομικές συνθήκες του πλανήτη. Οι επιστήμονες μας λένε ότι εκείνοι που έχουν πληγεί περισσότερο από την τρέχουσα οικολογική κρίση είναι και θα είναι όσοι κατέχουν ελάχιστα. Επομένως, το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής αποτελεί και ζήτημα κοινωνικής πρόνοιας και κοινωνικής δικαιοσύνης» (§ 76).

Περαίνοντες τον λόγον, ευχόμεθα προς υμάς, τιμιώτατοι αδελφοί και προσφιλέστατα τέκνα, πλήρη θείων ευλογιών και καλλίκαρπον τον νέον εκκλησιαστικόν ενιαυτόν, επικαλούμενοι επί πάντας υμάς, μεσιτεία της Παναγίας της Παμμακαρίστου, την θαυμαστήν και θαυματουργόν εικόνα της οποίας τιμώμεν σήμερον εορτίως και ταπεινοφρόνως κατασπαζόμεθα, την ζωήρυτον χάριν και το αμέτρητον έλεος του Κτίστου των απάντων και Θεού των θαυμασίων.  

 ,βκδ’ Σεπτεμβρίου α’

Ο Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος

διάπυρος προς Θεόν ευχέτης πάντων υμών

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2024

Μητροπολίτου Πέργης Ευαγγέλου: Του Δεκαπενταυγούστου


 



 Μητροπολίτου Πέργης Ευαγγέλου (1928-2018) 

Ει μη γαρ Συ προΐστασο, τις ημάς ερρύσατο εκ τοσούτων κινδύνων;

Ο Αύγουστος έχει τη χάρη του. Είναι το ύστατο χαίρε του καλοκαιριού. Αλλά έχει και τη “χάρη”, του. Είναι “η Παναγία του Δεκαπενταύγουστου”, με το χαίρε, “εκ γης προς ουρανόν”. Το πρώτο, μια έκφανση της χαρίεσσας φύσης. Το δεύτερο, μια έκφραση της πάσχουσας φύσης. Η ίλεως της Θεοτόκου σε αναζήτηση. Την θυμάται με πάθος ο Παρακλητικός. Αυτήν που κατέστησε τα επίγεια ουρανό. Και που δεν είναι απλός σταλαγμός λυτρώσεως. Ούτε απλή μαρτυρία συναισθηματικής χροιάς. Αλλά καταστάλαγμα ιστορημένων εμπειριών. Αναμόχλευση μνήμης. 

Αυτό είναι το αυγουστιάτικο χαίρε, που σε λειτουργική συμφωνία με το εαρινό των χαιρετισμών, πλαισιώνουν μέσα στο φως και την ανοιχτοσύνη του κόσμου την “πλατυτέραν των ουρανών”. Αυτήν που γνώρισε “τα μείζω των μεγαλουργημάτων”, ωθώντας μας στο τελικό στάδιο της Θέωσης. Αυτήν που υπερυψωμένη στη σκέψη και τη συνείδησή μας, καλύπτει την καθημερινότητά μας “ως Σκέπη του κόσμου”. 

Την Παναγία η Ρωμιοσύνη την έχει σε αδιάσπαστη ενότητα μαζί της. Συνευρίσκονται μέσα στο “κεκρυμένον μυστήριόν” της που το κατευθύνει ο Θεός. Χώρα Της θεωρεί την Πόλη. Το χώρο της ακοίμητης περιπέτειας του νου. Γι’ αυτό και χώρο της ζωντανής παρουσίας Της. Και όχι μόνον “τη βουλή του Υψίστου”, ως Χώρας του Αχωρήτου. Αλλά και με την κρίση των θνητών, ως Χώρας των ζώντων. Με τη συνδρομή των γεγονότων και με τη συμπαράσταση των τελεσιουργουμένων. Με τη συμμαρτυρία των ονείρων του ύπνου της και με τη λύση των φανερών οραμάτων της. 

Είναι μια βεβαίωση η Παναγία του Θρύλου της Ρωμιοσύνης, που βαδίζει με μοναστική και μοναδική υποταγή στο μυστήριο της δικής της ιστορίας. Είναι χρώμα έντονο στη ζωή της από χρωστήρες νηστεμένων μέσα στο κάλλος και την κρισιμότητα του χρόνου της. Είναι και Θεία, επιστασία της χάριτος στη διατήρηση της ιερής ιθαγενείας της και του τόπου της. Της Πόλης. 

Λειτουργούμαι στον πατριαρχικό ναό. Ακούω τη μια μετά την άλλη τις εκφωνήσεις του ιερέα. Έρχεται και η σειρά της αποκλειστικής για την Παναγία, που βρίσκει τον πατριάρχη γονατιστό από τον προηγούμενο ύμνο της ευχαριστίας. Και δεν τον βλέπω να ανεβαίνει μετά στο Θρόνο του. Τον βλέπω “εξαιρέτως” να παραμένει όρθιος και ασκεπής στο δάπεδο. Σα να τον καθηλώνει η χάρη Της, κι εκείνος να δείχνει στην οικουμένη ότι “άξιον εστί”, να ορθοστατεί. 

Μα βλέπω και κάτι άλλο στον πατριάρχη. Να σταυροκοπείται και πάλι εξαιρέτως, τρις πριν ανέβει τα σκαλιά του θρόνου του. Με σχήματα αρχοντικά μετανοίας την κάθε φορά. Μια, ατενίζοντας κατάματα την Εικόνα τη δεσποτική της Παναγίας του τέμπλου, κι ευχαριστώντας Την για την προστασία Της στο κέντρο της Ορθοδοξίας. Μια γι’ αυτή που τετρακόσια χρόνια αγρυπνεί στο κλίτος το δεξί. Και μια για την εικόνα “της ανταλλαγής”, που σχηματίζει το τόξο της χάριτος από τ’ αριστερά. Και στοχάζομαι την κρίσιμη ταραχή αυτών των προσευχητικών κινήσεων. Αυτών των σημείων αναφοράς και λόγου της Ρωμιοσύνης στο μεγαλόχαρο “παρών” του ουρανού. 

Ώρα λειτουργική μέσα στον πάνσεπτο ναό του Φαναρίου, που με την ορατή της φανέρωση η Μεγάλη Εκκλησία σχεδιάζει την ευγνωμοσύνη της για την “εις το κρείττον αλλοίωσίν” της. Και πάνω στη λαμπερή επιφάνεια της εικόνας της Παναγίας, βλέπει όλο τον αθέατο πόνο του λαού της να γίνεται ένα με το μήνυμά Της. Και να την καλεί με ονόματα που τις τα αφιέρωσε το γένος. Παμμακάριστο, Φανερωμένη, Μπαλουκλιώτισσα, Βλαχερνήτισσα… 

 


Ξέφυγε η σκέψη από την ώρα τη λειτουργική. Κι άρχισε να πλανάται στις μνήμες. Αυτές που δροσίζουν με νάμα πολίτικο τον πάνσεπτο ναό. Να διαλέγεται με τ’ άρρητα και να μυσταγωγείται χαϊδεύοντας λόγια παρακλητικά του Κανόνα, “ποίημα του Βασιλέως Θεοδώρου Δούκα του Λασκάρεως”. Το Αυγουστιάτικο δειλινό κλείνει, ανοίγοντας την ψυχή “εν τω κεκραγέναι”, το “και πού λοιπόν άλλην ευρήσω αντίληψιν;”. 

Ένιωσα την Παμμακάριστο μπροστά μου, με αποτυπωμένο στο χέρι Της το φιλί του Πατριάρχη. Έλαμπε το μωσαϊκό της από τις τελευταίες ακτίνες του ήλιου. Την άγγιξα, μήπως και τυπωθούν στην παλάμη μου οι αιώνες και πέσουν μέσα της λουλούδια από τις παννυχίδες Της. Μήπως και φανερωθούν μπροστά μου βασιλιάδες, πατριάρχες και λαός, από την ώρα που την κατηφόριζαν από τον πέμπτο λόφο στο καινούργιο αρχονταρίκι Της. Ευωδίασα, σαν το ορθόδοξο μύρο. Και τη φίλησα κι εγώ. Στο ίδιο μέρος που θα την ασπάζεται τα δειλινά του Δεκαπενταύγουστου στον αιώνα ο δεσπότης της Ρωμιοσύνης, πάνω στο ρυθμό “των προσκυνούντων την εικόνα Της την σεπτήν”, για να ‘χουν εύλαλα χείλη. Και Της άναψα άλλο ένα κερί, να φέξει πιο πολύ η μορφή Της, να Τη γνωρίσουν και τα καινούργια παιδιά. Να σταθούν κι αυτά ακίνητα μπροστά Της, αποθηκεύοντας το ήδυσμα, την ανάχυσιν, το ευφροσύνης αμβρόσιον”. Να ‘ρχονται συχνά να Τη φιλούν. 

Είχε τελειώσει η Ακολουθία. Μα όχι κι ο δικός μου ακήρατος λόγος των ιδεών για τη Μεγαλόχαρη. Και πέρασα στ’ αριστερά. Εκεί που έφθανε το τρίτο σταυροκόπημα του πατριάρχη. Στη Φανερωμένη, με την άλω του γένους. Αυτή την ιστορημένη Ανατολή με τα χίλια φυλαχτά και τ’ άλλα τόσα επωνύμια. 

Βραδιά Δεκαπενταύγουστου και δεν συνδιαλέγομαι με μια ιδέα άσαρκου λόγου θεωρητικού. Καλύπτει τη σκέψη μου η πιο εύχυμη μερίδα του κηρύγματος του Λόγου. Κι ο πιο καυτός λόγος της τελευταίας ιστορίας μας. Και χτυπημένη από την ενδημούσα λάμψη Της η ψυχή μου, ζωγραφίζει μέσα της αυτή την άλλη εικόνα της Ρωμιοσύνης που την έφερε στο Φανάρι η δονούσα φλόγα της. 

Μου ήρθαν “ηθελημένοι οπτασιαμοί” με τρικυμισμένη σκέψη, σαν εκείνα τα νερά της Προποντίδας την ώρα που δεχότανε τη μεγαλόχαρη. Όλα σαν σκόρπια φύλλα ενός τόμου. Και σαν σκόρπια μηνύματα, για να πάρει ο καθείς από ένα κι από μια γεύση του χρέους της Ρωμιοσύνης, που δεν έπαυσε να γεύεται την ουσία της υποταγής στο θέλημα του Θεού. Έτσι βγαίνει η αστραπή που φωταγωγεί την ευγενική εγκαρτέρηση και σπρώχνει τον πατριάρχη του γένους να στείλει κι έναν ακόμα ασπασμό στην Παναγία, ξαναλέγοντας χίλιες φορές το “άξιον εστίν”. 

Πόσο ομορφαίνει ο χρόνος στο Φανάρι με την Παναγία τη Φανερωμένη. Μας σπρώχνει σε ώρες φιλίας με τη μοίρα. Μας ωθεί μέχρι να νηστέψουμε, να υπερβούμε τον εαυτό μας; να μεταλάβουμε. Να φθάσουμε και πάλι στο θέρος. Να ξανάρθουμε εδώ μια βραδιά του Δεκαπενταύγουστου. Να μιλήσουμε μαζί Της για τα περασμένα. 

Μένω στον πατριαρχικό ναό με την εικόνα των Εικόνων του της Παναγίας κατενώπιόν μου. Ένας καινούριος Παρακλητικός Κανόνας του είναι μου, τροφοδοτεί το ψάλμα μου: “Ει μη γαρ Συ προΐστασο πρεσβεύουσα, τις ημάς ερρύσατο εκ τοσούτων κινδύνων;”. Και μια καινούρια “Δέηση” φανερώνεται μπροστά μου, με τις εικόνες τις θεομητορικές και τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, σύναθλο κι αυτόν ιστορικά της Παμμακαρίστου. 

Ποια φωτισμένη από Άγιο Πνεύμα πολιτεία κυριαρχεί μέσα σε αυτή τη δική μας την εγκόσμια και μας κάνει και αντέχουμε και παίρνουμε γεύση αυτών των Θείων παρουσιών; Παίζουμε με δωρεές γεμάτες από φως και αλήθεια, και ζωγραφίζουμε καινούργιες διεισδύσεις στο ανεξιχνίαστο και αποκεκρυμμένο, να μας αγγίζει συνεχώς με το προσδοκώμενο η ελπίδα. 

Πάντα μια “Δέηση” μπροστά μας στον πατριαρχικό ναό με το Χριστό, την Παναγία και τον Ιωάννη. Και γύρω από τη βασίλειο Πύλη και στα κλίτη και με μόνιμες προσκυνήτριες και ικέτιδες τις Μοναχές των Λείψάνων. Είναι γεμάτες από ειρμούς και στίχους παρακλητικούς, από Συναξάρια διαβασμένα μπροστά τους σε παννυχίδες από το λαό της χάριτος. Ποια “εσώτερη σοφία”, όπως έγραφε ο πατριάρχης Λούκαρις για τους ορθοδόξους, μας έδωσε αυτή την παράδοση, να ασπάζεται ο πατριάρχης αυτή τη δέηση του κλίτους με τις μωσαϊκές παραστάσεις της χάριτος τις βραδιές του Δεκαπενταύγουστου; Σκεφθήκατε τι θα πει ασπασμός της Παμμακαρίστου από τον πατριάρχη την ώρα που τα πάντα σωπαίνουν με το “άλαλα τα χείλη των ασεβών”; Είναι η δραματική διάσταση του οικουμενικού πατριαρχείου που εκφράζεται σε ώρα λειτουργική. Είναι και η σάρκωση του λυτρωτικού του λύγου. Συγκεφαλαίωση της μαρτυρίας του που καταγράφεται εκείνη τη στιγμή πάνω στο χέρι της Οδηγήτριας. 

Ελάτε να ορθοστατήσουμε μπροστά στη “Δέηση” της Μεγάλης Εκκλησίας, ψάλλοντας τον Μεγάλο Παρακλητικό Κανόνα, που παρακάμπτοντας τα επίπλαστα των καιρών μας, ξεπερνάει το φθαρτό και φευγαλέο, μνημειώνοντας το άδυτο και το αληθινό.

Από το “ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ” της “Καθημερινής” (16/8/1998) 


 


ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΣ «Π Α Ν Α Γ Ι Α»

Στήν αὐλή μας φουντώνει ο βασιλικός. Ἔθιμο καί μήνυμα ἐποχικό. Θά οὐρανωθεῖ σέ λίγο στόν καιρό του, μαζί μέ τοῦ Σταυροῦ τήν ὕψωση. Τώρα ἄρχισαν νά τοῦ χαμογελοῦν καί τά πρῶτα μελτέμια. Καί μᾶς μοσχοβολεῖ εὐγενικά, γιά τόν Δεκαπενταύγουστο. Γιά τή συνάντησή μας μέ τήν «Ἀχώριστον». Τήν Παναγία! 

«Προσδράμωμεν!» 

Ἔτσι μᾶς ἐπιτάσσει ὁ ὕμνος. Καί μάλιστα, «νῦν προσδράμωμεν»! Μέ συντροφιά σελίδες συντριβῆς. Διάτριτες ἀπό λόγια ἀνθρώπινα, παρακλήσεως. «Μικρᾶς», ἀπό ἕνα Μοναχό, τόν Θεοστήρικτο. «Μεγάλης», ἀπό ἕνα βασιληά, τόν Θεόδωρο Δούκα Λάσκαρη. Κι᾿ ἀτέλειωτης, ἀπό ἕνα ἱεράρχη, τόν Ἀνδρέα Κρήτης. 

Βρισκόμαστε σέ χρόνο λειτουργικό. Καί ἀκοῦμε νά σημαίνει μιά ὥρα. Εἶναι ἡ ὥρα τῆς Μεγαλόχαρης. Παίρνουμε τή θέση μας, μέ τά μάτια ἐνοραματικά στό βλέμμα Της, μέ τήν καρδιά νά Τή θέλει ἕτοιμη σέ ἀντίληψη «καί πρός σωτηρίαν καθοδηγοῦσα». Ἡ κάθε στιγμή μᾶς θυμίζει τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. 

Μυστήριο καί θαῦμα στήν Ἐκκλησία μας γιορτάζουν καθημερινά. Γιατί ἐνεργοῦνται ζωντανά. Καί θέλουν γρηγοροῦντα τόν πιστό. Γι΄αὐτό καί, «τῇ Θεοτόκῳ νῦν προσδράμωμεν». 

Γι᾿ αὐτό καί «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό Κεφάλαιον», ὁ Εὐαγγελισμός. «Σήμερον γεννᾶται, ἐκ Παρθένου», ὁ Χριστός, κ.τ.λ. 

Φορεμένοι τόν χιτῶνα τῆς ἱκεσίας μέ τό χρῶμα τῆς πάντα ἀθέριστης ἐλπίδας, συνεχίζουμε: «Οὐ σιωπήσωμεν ποτέ». 

Ἔχουμε κερασθεῖ ἀπό τό ἔλεος Της, ἔχουμε καθαρθεῖ μέ τό ἁγίασμα Της, ἔχουμε στολίσει τό εἶναι μας γιά κατοικητήριο τῆς χάριτος Της.Τήν ὥρα πού ἡ σκέψη μας Τῆς ἀνήκει. Τήν ὥρα πού ὀρθοῦται ὡς «ἀνθρωπίνη Προστασία», σάν ἕνα μυστήριο καί θαῦμα παρόντα, μέ τά χρώματα τῆς γῆς καί τ᾿ οὐρανοῦ μαζί. Μέ τήν ὑπέρβαση τοῦ κτιστοῦ, μπροστά στά μάτια μας, βιώνοντας τή μνήμη Της «πεποικιλμένην τῇ θείᾳ δόξῃ». 

Ἀνάβω κερί στήν Ἀρτακηνή Φανερωμένη. Στή Φαναριώτικη σήμερα Κυρά. Καί οἱ στιγμές μου πνευματώνονται. Ὁ κόσμος μου εἰσπνέει σέ θεῖο χρόνο. Ὁραματίζομαι τή Μητροφάνεια τῆς Παναγίας πάνω ἀπό τήν Πόλη, μέ τούς Πατέρες μας νά τήν εὐχαριστοῦν ἀπ᾿ αὐτή τή Μόνη τῶν ἀκοιμήτων. Τήν Πόλη. 

Καί γίνεται λαμπάδα τό «νῦν» μου. 

Μέσα στό Δεκαπενταύγουστο. 

Σέ μιά «Παράκληση».

Πηγή Φως Φαναρίου

Παρασκευή 2 Αυγούστου 2024

Αριστείδης Πανώτης " Η Ἐκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως εἶναι τὸ στυλωτικὸ «Ραβδί» τοῦ Γένους"

 


«Ὁ Κύριος εἶπε  στὸν Μωϋσῆ: Πάρε τὸ  ραβδί σου καὶ συγκάλεσε τὴν κοινότητα ἐμπρὸς στὸν βράχο και μίλησε του ἐμπρός τους καὶ θὰ δώσει νερό σὲ αυτοὺς καὶ στὰ ζώα τους».Ἀριθ. κ΄7-8. «Ὁ βράχος   αὐτὸς από τὸν ὁποῖον ὃλοι ἢπιαν τὸ ἲδιο θεόσταλτο νερὸ εἶναι ὁ ἳδιος ὁ Χριστὸς». Α΄Κορ. ια΄ 2-4. . Μικρογραφία ἐκ τῆς «Ὁκτατεύχου» (Fol.163 r ) τῆς μονῆς Βατοπεδίου ¨Αγίου Ὀρους τοῦ 13ου  αἰώνα.
 

Η   Ἐκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως εἶναι     τὸ στυλωτικὸ «Ραβδί» τοῦ Γένους.

       Από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδος του 326 μεχρι τον 6ον αιώνα  ὃλες οι ἀρχαίες ἱεραποστολικές πόλεις τῆς Εκκλησίας αναγνωρίστηκαν  Ἀποστολικοί Θρόνοι καὶ τοὺς ἀπέδωσε τὰ «πρεσβεῖα τιμής», ἀναγνωρίζοντας τὴν μέχρι τότε πνευματική τους ἀκτινοβολία ὡς αὐθεντικῶν φορέων τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως τοῦ Πέτρου καὶ τοῦ Παύλου ἢδη ἀπό τὸν 3ον  αἰώνα. Ἡ πρώτη Αποστολική Καθέδρα εἶναι της Πρεσβυτέρας Ρώμης και η δεύτερη από το 381 μ.Χ. η νέα πρωτεύουσα στην Ανατολή  της Νέας Ρώμης. Αυτό συνέβη μετά τὴν  τελευταία δοκιμασία τῆς Ἐκκλησίας επί Ιουλιανού που ἐπιχείρησε να  παλινδρομίσει στην  παγανιστική λατρείας χάρη  στὴν  ζωροαστρική ιδέα της διαρχίας καλού και κακού.  Τότε  ἡ Ἐκκλησία ἀμύνθηκε  αντλοῦσα από την εγκυημένη αρχαϊκή αποστολική παράδοση  τῶν Πρωτοκορυφαίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ  Παύλου στην οποία  ἀκέραια διασώθηκε  η γνησιότητά της στην Συνείδηση της μιᾶς Εκκλησίας. 

            Η νέα Βασιλεύουσα Πόλη του Κωνσταντίνου ἒχει ήδη  ἀποκτήσει πλέον εκ της Μικράς Ασιας τὶς ἀναγκαίες ἐκκλησιολογικὲς προϋποθέσεις γιὰ νὰ  νὰ καταστεῖ κέντρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς ως ἡ κατ’ Ἀνατολὰς θεσμικὴ πηγὴ τῆς ἀποστολικῆς εὐθύνης γιὰ ἱστορικοὺς καὶ γεωπολιτικοὺς λόγους.  Όταν ἀπὸ τὸ 379-474 ἡ Αὐτοκρατορία ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴν ἀρχαιολατρεία τῶν παγανιστῶν ὁριστικά στηρίζει  τὴν  Τριαδικὴ πίστη στὸν Ἕνα Θεό καὶ στρέφεται κατὰ πάσης μορφῆς Ἀρειανισμοῦ. Ἀποφασιστική είναι ἡ πράξη τῆς Πολιτείας να σιγήσουν οἱ ἱερείς και οἱ  μάντεις καὶ οἱ λατρευτικές μυστηριακές ἐκδηλώσεις και τὰ αγωνιστικά  ἒθιμα τοῦ παρελθόντος καὶ νὰ προσαρμοστοῦν  οἱ νομοταγεῖς πολίτες πρὸς τὰ πιστεύματα της Α΄ Οἰκουμενικής Σύνοδος του 325 Ἒτσι μετά 56 χρόνια συνέρχεται τὸ 381 ἡ Β΄ Γενική Σύνοδος τῶν ἐπισκόπων τῆς  Ανατολῆς επί του  ἐπισκόπου τῆς «Πρεσβυτέρας» Ρώμης Δάμασου ( 366-384) καὶ  μὲ τὴν συμμετοχή ἐπροσώπων του. Σὲ αυτήν  επιδιώχθηκε  να ἀποσαφηνισοῦν  τὰ περί τῆς   θεότητος τοῦ  Ἁγίου Πνεύματος  και δια τοῦ  3ου κανόνας της αποδίδεται   η ὐψιστη τιμή της κληρονομίας των αποστολικών Πρεσβείων Πέτρου και Παύλου  τοῦ επισκόπου της «Πρεσβυτέρας»  Ρώμης στον ἑκάστοτε  πρωθιεράρχη της Κωνσταντινουπόλεως. Τα  «Πρεσβεία» αυτά ἐμπεριέχουν τὴν βεβαιωμένην αποστολικήν παράδοσιν  που παραδόθηκε μέν προφορικά αλλά και  καταγράφηκε πιστά καὶ εὐσυνείδητα  δια τῆς  κανονικῆς «ἀλύσεως» τῆς διαδοχικῆς τῶν επισκόπων.    Το κύρος του «Πρώτου» της Εκκλησίας που παρέλαβε ἡ «Πρεσβυτέρα» Ρώμη διά  του μαρτυρίου των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου επί Νέρωνος,  φαίνεται ὁτι  ἧταν πολύ πλέον το βαρυσήμαντο γεγονός για την Μία Εκκλησία του Χριστού διότι  αντιλαμβανόμεθα οἱ  ἀποστολικοί θρόνοι Πρεσβυτέρας και Νέας Ρώμης  έχουν  ιδιάζουσα σημασία για τὸ μέλλον της Εκκλησίας στὴν Ἀνατολή και αυτό το επιβεβαίωσε η  Ἱστορία. Ὃμως φαίνεται ἡ διακονία του «Πρώτου» της Ανατολής  θὰ προσελάμβανε ιδιαίτερη σημασία ιδίως για τους «εν τοις βαρβαρικοις»λαούς, για να  στερεωθεί τὸ περιεχόμενο τῆς γνησίας πίστεως  τους και τῆς προσηλώσεώς τους ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας     Περὶ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀρχίζει νὰ συγκροτεῖται ἡ σύναξη τῆς ἱεραρχίας τῆς Θράκης καὶ τῆς Βυθινίας καὶ νὰ προάγεται ὁ εὐαγγελισμὸς τοῦ πλήθους τῶν φυλῶν στὴν αὐτοκρατορία, ποὺ παρέμεναν ἀκατήχητοι καὶ ἀβάπτιστοι στὶς στέπες καὶ στὰ δάση «ν τος βαρβαρικος».  Τότε ἀρχίζει νὰ οἰκοδομεῖται περί τὴν κεντρικήν Ἐκκλησίαν της Κωνσταντινουπόλεως τὸ ἀπόθεμα της «Ἀποστολικῆς εὐθύνης» ποὺ φρόντιζε μέχρι τότε ο  Θρόνος τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμηςστην δυτικά Αυτοκρατορία.    Ὁ πάπας Δάμασος στὴν λέξη «πρεσβεία» συνόψισε ὃ,τι παραδώθηκε στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ὑπὸ τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου.  Ίσως εξ αυτού  και έγινε   ὁ βασικὸς ἀναστηλωτὴς τῶν τάφων τῶν πρώτων ἐπισκόπων τῆς  Ρώμης, που  μάλλον δείχνει το βάθος της διδαχής των «πρεσβείων» τοῦ πάπα Δαμάσου που πιθανόν γνώριζε και ὁ ἐξ Ἲβηρίας Θεοδόσιος Α΄ καὶ οι 150 ἐπίσκοποι ποὺ συνήλθαν στὴν πόλη τοῦ Κωνσταντίνου τὸ 381 καὶ  «ἐπιμέρισαν τα πρεσβεία του Πρώτου της Εκκλησίας μὲ τὸν 3ον  κανόνα» ὡς ἲδια εὐθύνη και του  ἀρχιεπισκοπο τῆς Νέας Ρώμης. Τὴν ἒγκυρη ἑρμηνεία αὐτοῦ τοῦ κανόνα ἒδωσε μὲ τὰ πεπραγμένα τῆς περιοδείας του στὴ Μικράν Ἀσίας πρῶτος ὁ Ἃγιος Ίωάννης ὁ Χρυσόστομος!

                Η ἐν Τρούλλῳ ΣΤ´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος διατύπωσε μὲ τὸν λστ´ (36) Κανόνα της που  διαλλούν  τα «Δίπτυχα της Εκκλησίας», που άρχισαν να συγκροτούνται συνοδικά και κανονικά από το 325,  δηλαδή  τον 4ον  αιώνα,  και  ολοκληρώθηκαν τον 767 δηλαδή  τον 8ον  αιώνα και ἐξ αυτών των κανονικών δεδομένων  προέκυψε η «Πενταρχία» που στέφει όλην την πρώτη χιλιετία την Εκκλησία μας.

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2024

Ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι

 



Ανακοίνωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι

Οι Ολυμπιακοί αγώνες αποτελούν κορυφαίο αθλητικό γεγονός, το οποίο προσελκύει το ενδιαφέρον εκατομμυρίων συνανθρώπων μας από κάθε γωνία της υφηλίου και η τελετή έναρξής τους έχει βαρύνουσα σημασία, καθώς προσφέρεται για την ανάδειξη της ιστορίας και του πολιτισμού της διοργανώτριας χώρας και τη διάχυση θετικών μηνυμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο.  Με πολλή θλίψη παρακολουθήσαμε να προβάλλονται, κατά τη διάρκεια της τελετής στο Παρίσι, προσβλητικές παραστάσεις για τον Χριστιανισμό και το ιερό Ευαγγέλιο, αλλά και για κάθε πολιτισμένο άνθρωπο, ο οποίος αναγνωρίζει το δικαίωμα της πίστης και του σεβασμού στα θρησκευτικά σύμβολα.  Οι εικόνες αυτές όχι μόνο δεν ελάμπρυναν την τελετή αλλά την αμαύρωσαν. Δεν είναι πρόοδος η βλασφημία προς τον Θεό, ούτε δικαίωμα η προσβολή των θρησκευτικών πεποιθήσεων των συνανθρώπων μας. Η αυθόρμητη έκφραση αποστροφής και αποδοκιμασίας από πλευράς του κόσμου, ευελπιστούμε ότι έστειλε ένα αρκούντως ηχηρό μήνυμα στους ιθύνοντες και αποτελεί πηγή ελπίδας για αποφυγή παρόμοιων ενεργειών στο μέλλον. 


Φανάρι, 29 Ιουλίου 2024.


Παρασκευή 21 Ιουνίου 2024

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στον Εσπερινό του Ψυχοσαββάτου

 






Τετάρτη 5 Ιουνίου 2024

Ο Τιμόθεος Ματθαιάκης ως Μητροπολίτης Ν. Ιωνίας και Φιλαδελφείας




 Αρχιμ. Τιμόθεος Ηλιάκης, Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος Ι. Μητροπόλεως Ν. Ιωνίας και Φιλαδελφείας 

Ο ΤΙΜΟΘΕΟΣ ΜΑΤΘΑΙΑΚΗΣ ΩΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ Ν. ΙΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ 

Ομιλία στην Ημερίδα για τα 50 χρόνια από την ίδρυση της Ι. Μητροπόλεως Ιερός Καθεδρικός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Ν. Φιλαδελφείας 2 Ιουνίου 2024

Σεβασμιώτατε άγιε Ανέων, Σεβασμιώτατε Πάτερ και Δέσποτα, Θεοφιλέστατε άγιε Ρωγών, άγιε Πρωτοσύγκελε, κ. Δήμαρχε, σεβαστοί Πατέρες, κυρίες και κύριοι. ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ.

Υπάρχουν στη ζωή της Εκκλησίας, των Εθνών και των Λαών κάποιες προσωπικότητες και κάποια γεγονότα που αποτελούν φωτεινό ορόσημο και σημαδεύουν την ιστορική τους πορεία. Συνήθως τέτοια ορόσημα είναι σπάνια και αναφαίνονται που και που, αλλά η επίδραση τους είναι τόσο μεγάλη που ξεπερνάει τα στενά πλαίσια του χρόνου και του χώρου, γίνεται διαχρονική και υπερόρια. Οσοι έχουν το προνόμιο να διαθέτουν στην ιστορία τους είτε φυσιογνωμίες, από όποιον χώρο κι αν αυτές προέρχονται, είτε συμβάντα που μπορούν να παίξουν το ρόλο τέτοιων οροσήμων, λογίζονται ευτυχείς, γιατί μπορούν με αυτά να προσδιορίζουν την πορεία τους μέσα στην ιστορική κονίστρα, να διδάσκονται, να πορεύονται σωστά, μακριά από παρεκκλίσεις και επικίνδυνες λοξοδρομήσεις. Τρία σημαντικά γεγονότα ορόσημα στη πορεία του Τόπου μας τιμούμε και εορτάζουμε κατά το τρέχον έτος. Την ίδρυση προ εκατό χρόνων υπό των προσφύγων Προπατόρων μας των Πόλεων που συγκροτούν τον Δήμο μας. Τον Δήμο της Ν. Φιλαδέλφειας και της Ν. Χαλκηδόνος, την ίδρυση προ πενήντα χρόνων, υπό της σεπτής Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Ιεράς μας Μητροπόλεως, της Μητροπόλεως Ν. Ιωνίας, Φιλαδελφείας, Ηρακλείου και Χαλκηδόνος και βέβαια την ίδρυση προ εκατό χρόνων της Αθλητικής Ένωσης Κωνσταντινουπόλεως. Τα τρια αυτά ιστορικά γεγονότα, αποτελούν, πρέπει να αποτελούν, ορόσημο στη πορεία του Τόπου και της Τοπικής μας Εκκλησίας. Γυμνοί και πένητες έφτασαν εδώ οι ξεριζωμένοι από τις πατρογονικές εστίες προπάτορες μας, κι όμως στέριωσαν, δούλεψαν, ίδρωσαν, εργαζόμενοι σκληρά πολλές φορές με τα ίδια τους τα χέρια για την διαμόρφωση του τόπου, όπως για παράδειγμα του ‘Αλσους αλλά και χώρου του γηπέδου της ΑΕΚ, έτσι δημιούργησαν πολιτισμό και μας παρέδωσαν δυο Πόλεις κόσμημα της Πατρίδος μας, που τώρα αποτελούν ενιαίο Δήμο, που μεγάλωσαν, ομόρφυναν, έγιναν ανεξάρτητοι Δήμοι, απέκτησαν δική τους Μητρόπολη και συνεχίζουν να μεγαλουργούν. Εφόδια των προπατόρων μας η Πίστη στον Θεό, στα ιδανικά του Γένους, η Ενότητα, η σύμπνοια και η δίψα για μια καλύτερη ζωή. Ορόσημο για όλους εμάς η παρακαταθήκη που μας άφησαν. Έχουμε όμως το προνόμιο να λογιζόμεθα ευτυχείς και ευλογημένοι όλοι εμείς οι αποτελούντες το Ποίμνιο της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Ελλάδος και ιδιαίτερα της Ιεράς Μητροπόλεως Ν. Ιωνίας, Φιλαδελφείας, Ηρακλείου και Χαλκηδόνος, είμεθα ευλογημένοι διότι από της πρώτης ημέρας της προ 50 χρόνων ιδρύσεως της, Αστήρ πολύφωτος, ο από Μαρωνείας και Κομοτηνής Τιμόθεος, ετέθη εις το Πηδάλιο αυτής καταυγάζοντας έκτοτε τον ορίζοντα και οριοθετόντας την πορεία της. Ο αοίδμος Ιεράρχης παρέλαβε μια νεοσύστατη Μητρόπολη  χωρίς ουδεμία οργάνωση και υποδομή και μας παρέδωσε μια Μητρόπολη άρτια οργανωμένη σε όλους τους τομείς, όπως θα δούμε παρακάτω και τούτο διότι έθετε πάνω από όλα το καλό της Εκκλησίας συμφέρον και την πνευματική πρόοδο και σωτηρία του Ποιμνίου που Εκείνη του εμπιστεύθηκε. Αυτή την Παρακαταθήκη μας παρέδωσε και Δόξα τω Θεώ αυτή φύλαξαν, τίμησαν και τιμούν και φυλάτουν ως φωτεινό ορόσημο οι κατά πάντα άξιοι διάδοχοι του, ο μακαριστός Κωνσταντίνος και ο σημερινός μας Ποιμενάρχης κ. Γαβριήλ. Χρέος λοιπόν ιερό μας συγκέντρωσε σήμερα εδώ στον Ιερό και ιστορικό τούτο Ναό .το σπιτάκι της Παναγίτσας της Βουρλιώτισσας, όπως τον αποκαλούσε η αείμνηστη γιαγιά Φιλιώ Χαϊδεμένου, προκειμένου να αποδώσουμε φόρο ευλαβικής τιμής σε άνδρα σοφό και τίμιο, Ιεράρχη αγαθό και πιστό οικονόμο των μυστηρίων του Θεού, τον αείμνηστο πρώτο Μητροπολίτη της Θεοστηρίκτου Μητροπόλεως Ν. Ιωνίας, Φιλαδελφείας, Ηρακλείου και Χαλκηδόνος Τιμόθεο τον Α΄ τον Ματθαιάκη, επί τη συμπληρώσει 50κονταετίας από της ιδρύσεως της Ιεράς μας Μητροπόλεως. Σεπτή εντολή του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Γαβριήλ θα προσπαθήσω εν ολίγοις να παρουσιάσω στην εκλεκτή ομήγυρη αυτή την μεγάλη εκκλησιαστική προσωπικότητα ως Μητροπολίτη Ν. Ιωνίας και Φιλαδελφείας μέσα από γεγονότα που έζησα και στιγμές βγαλμένες από το σεντούκι της μνήμης, δεδομένου ότι με την Χάρη του Θεού αξιώθηκα να βρίσκομαι κοντά του από την στιγμή της εκλογής του, ενώ η πνευματική μας σχέση είχε  ξεκινήσει πολλά χρόνια πριν. Στο πλαίσιο της μνημοσύνης και τιμής του αοιδίμου Μητροπολίτου Τιμοθέου και μέσα από το βιβλίο του, «Απομνημονεύματα» θα μας διηγηθεί ο ίδιος με την γλαφυρή του γραφίδα ορισμένα βιογραφικά του στοιχεία ....<<Εγεννήθην εν Αθήναις την 1ην Μαιου 1914,εκ ευσεβων γονεων του Εμμανουηλ και της Αικατερινης Ματθαιακη,καταγομενων εξ Ηρακλειου Κρητης.Οι γονεις μου απεκτησαν 10 τεκνα, εξ ων το δεκατον η Ταπεινοτης μου.Το κατα κοσμον ονομα μου ητο Σταυρος,δοθεν μοι υπο του αναδοχου μου Γεωργιου Πόθου.Εκ της οικογενειας μας προηλθον τρεις Κληρικοι,ο αδελφος μου Μητροπολιτης πρ. Παραμυθιας Τιτος και ο υιος της πρωτης μας αδελφης Στεφανος,Μητροπολιτης Τριφυλιας και Ολυμπιας...Εις ηλικιαν 12 ετων εχειροθετηθην Αναγνωστης υπο του αειμνηστου Αρχιεπισκοπου Αθηνων Χρυσοστομου Α...Μετα την αποφοιτησιν μου εκ του Γυμνασιου εισηχθην εις την Θεολογικην Σχολην Αθηνων το ετος 1930 ,αποφοιτησας εξ αυτης και λαβων το πτυχιον με τον βαθμον αριστα το 1935...Την 8ην Αυγουστου 1937 εχειροτονηθην εις Διακονον εν τω Ιερω Ναω ζωοδοχου Πηγης οδού Ακαδημιας υπο του Αρχιεπισκοπου Αθηνων Χρυσοστομου Α. Η κουρα μου ελαβε χωραν εις την Ι.Μονην Πεντελης, ηγουμενευοντος του Αρχμ. Χρυσοστομου Δασκαλακη, μετεπειτα Μητροπολιτου Μεσσηνιας...Την 13ην Απριλιου 1940 εχειροτονηθην Πρεσβυτερος εις τον Ι.Ναον Ζωοδοχου Πηγης Ακαδημιας, εντολη του Αρχιεπισκοπου κυρού Χρυσάνθου,υπο του τοτε Επισκοπου Ταλαντιου Παντελεημονος του μετα ταυτα Εδεσσης και Θεσσαλονικης, τοποθετηθεις Προεδρος του Εκκλ.Συμβουλιου εις τον Ι.Ναον της Αγιας  Ειρηνης  οδου Αιολου.Το οφφίκιον του Αρχιμανδρίτου μοι απένειμεν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Δαμασκηνός εις το Ι. Παρεκκλήσιο του Αγίου Ανδρέου παραά τη Ι. Συνόδω ( οδος Αγίας Φιλοθέης). Την 28ην Οκτωβριου 1940,επιστρατευθην και υπηρετησα ως Εφεδρος Στρατιωτικός Ιερεύς....επανελθών εις τα καθήκοντα μου εις τον Ι.Ναόν Αγίας Ειρήνης, ειχον ως Διάκονον τον Μακαριον Κυκκωτην τον μετα ταυτα Αρχιεπίσκοπον Κύπρου. Τον Δεκέμβριον του 1941 μετετέθην εις τον Ι.Ναόν του Προφήτου Ηλιού Παγκρατίου. Την 28ην Φεβρουαρίου 1951, εξελέγην Επίσκοπος Μυρέων, Βοηθός του αειμνήστου Μητροπολιτου Θεσσαλονικης Γενναδιου. Διετελεσα Τοποτηρητης της Ι. Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης και την 26ην Μαρτίου 1954  εξελέγην Μητροπολίτης Μαρωνείας....Τον Μαιο του 1974 εκατεστάθην πρώτος Μητροπολίτης της νεοσυστάτου Ι. Μητροπόλεως Ν.Ιωνίας και Φιλαδελφείας...>>. 

Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό μια ιδιαίτερη αναφορά στην σχέση Μακαρίου Αρχιεπισκόπου και Εθνάρχου της μαρτυρικής Κύπρου και Μητροπολίτου Τιμοθέου. Όταν ο Μακάριος διακονούσε κοντά του στην Αγία Ειρήνη Αιόλου ο Τιμόθεος ήταν το στήριγμα του, ήταν ο Πατέρας και Αδελφός του που φρόντιζε να βρίσκεται πάντα στο πλευρό του για να μην αισθάνεται μόνος σε μια «ξένη» Πόλη, τον είχε ομοτράπεζο του στην κατοικία του με την αείμνηστη μητέρα του Αικατερίνη να τον φροντίζει σαν δικό της παιδί.  Ο Τιμόθεος ήταν αυτός που εκτίμησε τα προσόντα του και τον ενθάρρυνε να δεχθεί την υποτροφία του Π.Σ.Ε. και να φύγει για περαιτέρω σπουδές στην Αμερική από όπου και εξελέγη Μητροπολίτης Κιτίου. Αυτά δεν τα ξέχασε ποτέ ο Μακάριος και κάθε φορά που ερχόταν στην Αθήνα ως Αρχιεπίσκοπος και Πρόεδρος της Κύπρου, πάντα εύρισκε χρόνο να τον επισκεφθεί ενώ συχνά του ζητούσε συμβουλές πάνω σε ποικίλα θέματα τηλεφωνώντας από την Κύπρο. Δυο σημαντικές λεπτομέρειες όπως τις έζησα. Ο αείμνηστος Μακάριος ποτέ δεν εμφανίστηκε ενώπιον του Τιμοθέου με εγκόλπιο ενώ στο τηλέφωνο τον ζητούσε ως εξής «Παρακαλώ μπορώ να ομιλήσω με τον Σεβασμιώτατο Τιμόθεο; Πείτε του παρακαλώ ότι τον ζητεί ο Διάκος του από την Κύπρο ο Μακάριος», ο δε Τιμόθεος πάντα όταν μιλούσε στο τηλέφωνο μαζί του στεκόταν όρθιος, κάτι που έπραττε και όταν μιλούσε με τον Πατριάρχη και τους Αρχιεπισκόπους Ιάκωβο και Σεραφείμ. Στην απλοϊκή ερώτηση μου γιατί το κάνει αυτό αφού οι συνομιλητές του δεν τον βλέπουν απάντησε «Το επιβάλλει ο σεβασμός προς το αξίωμα τους». Κατά την εξόδιο Ακολουθία του αοιδίμου Μακαρίου παρέστει και ο μακαριστός Τιμόθεος, ως Μέλος της υπό τον Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ, Αντιπροσωπείας της Εκκλησίας της Ελλάδος. 

Στις 22 Μάιου 1974 εκλέγεται, « προς μείζονα της Εκκλησίας ωφέλειαν», πρώτος Μητροπολίτης της νεοσύστατης Ι. Μητροπόλεως Ν. Ιωνίας και Φιλαδελφείας και ενθρονίζεται  στις 2 Ιουνίου 1974 στον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων Ν. Ιωνίας τον οποίο αμέσως καθιερώνει ως Καθέδρα Επισκοπική και Μητροπολιτικό Ναό της νέας Μητροπόλεως. «Βαθυτάτη είναι η συγκίνησις μου κατά την εύσημον ταύτην ημέραν κατά την οποίαν εισέρχομαι εις την νέαν μου Επαρχίαν, και βαθυτάτη η ευγνωμοσύνη μου δια τους θερμούς λόγους της αγάπης με την οποίαν με υποδέχεται το διαμέρισμα τούτο της πρωτευούσης. Μεταφέρω τον χαιρετισμόν της Βορείου Ελλάδος, φέρω την αύραν της Ροδόπης και τον ασπασμόν της αδελφικής αγάπης ενός Λαού εξόχως ευσεβούς, προς τον ευσεβή φιλόνομον, φιλόπατριν και ευγενή Λαόν της Ιεράς Μητροπόλεως Ν. Ιωνίας και Νέας Φιλαδελφείας. Απευθύνω προς πάντας την ταπεινήν μου ευλογίαν. Βλέπω στα πρόσωπα σας από σήμερον τα παιδιά μου».  Αυτά ήταν τα πρώτα λόγια του, απαντητικά στη προσφώνηση του Δημάρχου Ν. Ιωνίας, όταν με δάκρυα στα μάτια εισήλθε εκείνο το θερινό μεσημέρι Κυριακής της Πεντηκοστής 2 Ιουνίου 1974 στην προσφυγούπολη της Ν. Ιωνίας. Και από την στιγμή εκείνη ξεκινάει η υλοποίηση όλων όσων εξήγγειλε κατά την ενθρόνιση του στον Μητροπολιτικό Θρόνο της Μητρόπολης της  προσφυγιάς. «Αδελφοί μου, «ερχόμενος προς υμάς εν πληρώματι ευλογίας του Ευαγγελίου του Χριστού», ( Ρωμ. Ιε΄29), θα αναλώσω τας πνευματικάς και σωματικάς μου δυνάμεις εις την διακονίαν του Θείου Λόγου, αποβλέπων εις «τον καταρτισμόν των αγίων εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού»(Εφες. Δ’ 11) έχων κατά νούν, ότι «το πνεύμα το Άγιον έθετο Επισκόπους ( Πραξ. Κ΄28) θέλω ποιμάνει μετ επιστήμης, αφιερών το υπόλοιπον της ζωής μου και προσφέρων την άχρι τούδε μακράν πείραν εις την άσκησιν των ποιμαντορικών μου καθηκόντων, εμπνεόμενος πάντοτε από το υπέροχον παράδειγμα των αγίων μορφών των Θεοφόρων της Ορθοδοξίας Πατέρων». Ο δρόμος στην νέα του Μητρόπολη δεν ήταν πάντα στρωμένος με ροδοπέταλα, υπήρξαν και αγκάθια και πέτρες ειδικά στην αρχή της νέας του Ποιμαντορικής διαδρομής η οποία συνέπεσε με την ένα σχεδόν μήνα μετά, μεταπολίτευση που έδωσε την ευκαιρία στους εχθρούς της Εκκλησίας να εκδηλωθούν με ποικίλες μορφές αντιδράσεων σε όποια ενέργεια καλής διαθέσεως και προοπτικής. Θα ήταν ασέβεια προς την ιστορία αν δεν αναφέραμε εδώ την παρέμβαση του μακαριστού Ιεράρχου στην Ιερά Σύνοδο του Νοεμβρίου του 1973,που είχε συγκροτηθεί όπως ορίζει ο Πατριαρχικός Τόμος, με την οποία, παρέμβαση, ζήτησε από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Α΄ να επισκεφθεί τους εξεγερθέντας εις το Πολυτεχνείο νέους, ο Αρχιεπίσκοπος δήλωσε αδυναμία λόγω ανάγκης να μεταβεί εις την Τήνον και η Ι. Σύνοδος όρισε ως εκπρόσωπο Της, τον αείμνηστο Μητροπολίτη Θήρας Γαβριήλ, ως υπεύθυνο Νεότητος, να μεταβεί εις το Πολυτεχνείο προς ηθική συμπαράσταση εις τους φοιτητές, όπερ και εγένετο, όπως επίσης ότι λίγους μήνες πριν τον Μάρτιου του 1973 ο τότε Μητροπολίτης Αττικής Νικόδημος είχε προτείνει στην Ι. Σύνοδο την παραπομπή του σε δίκη διότι ετόλμησε να εκφράσει δημόσια ( εφημ Βραδυνή 22-3-73) επιφυλάξεις τινάς ως προς τας προθέσεις του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου Κοτσώνη έναντι του Οικουμενικού Θρόνου! Τα θυμάται αυτά κανείς; Εύκολη η παραποίηση γεγονότων προς παραπλάνηση της Κοινής Γνώμη και σπίλωση προσωπικοτήτων αλλά ποτέ της ιστορίας.  Παρά την αρχική πολεμική που δέχθηκε, και για να είμαστε ακριβείς όχι μόνο από πολιτικούς αλλά και εκκλησιαστικούς η μάλλον παραεκκλησιαστικούς κύκλους,  ο μακαριστός Ιεράρχης εργάζεται με τον ζήλο, με την αυτή αγωνιστικότητα που τον διέκριναν πάντα, με τόλμη και εμπειρία σε όλους τους τομείς των Ποιμαντικών του καθηκόντων. Ο αείμνηστος Πρωτοσύγκελλος και διάδοχος του Μητροπολίτης Κωνσταντίνος αναφέρει σε άρθρο του στον επετειακό Τόμο Τεσσαρακονταετούς Αρχιερατείας του αοιδίμου Τιμοθέου  που εξέδωσε η Ι. Μητρόπολις το 1991, « Ίσως πολλοί επίστευαν, όταν ο πρώτος Ποιμενάρχης της νεαράς Μητροπόλεως Ν. Ιωνίας και Φιλαδελφείας, ο από Μαρωνείας Τιμόθεος, ανελάμβανε εις τας χείρας του το πηδάλιον αυτής, κουρασμένος από την 30ετή δράσιν του εις την προτέραν του Μητρόπολιν, δεν θα ηδύνατο να ανταποκριθεί εις τας προσδοκίας του Ποίμνίου του και εις τας απαιτήσεις των καιρών, ίσως ακόμη να έχαιρον δια τούτο. Μετ΄ολίγον όμως τα πράγματα ήρχοντο να διαψεύσουν τας σκέψεις αυτάς» Ο μακαριστός Τιμόθεος επιλαμβάνεται του έργου του «μετ επιστήμης». Διοργανώνει εκ του μηδενός πρωτοποριακά την Ιερά Μητρόπολη με την οποία τον συνδέουν δεσμοί ισχυροί από την εποχή της νεότητας του όταν ως Διάκονος κατά το έτος 11935 διορίσθηκε από την Ι. Αρχιεπισκοπή Αθηνών, Κατηχητής και Ιεροκήρυκας στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Ινεπόλεως Ν. Ιωνίας και κατά το έτος 1937 του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου Ελευθερουπόλεως  Ν. Ιωνίας, πλησίον του μακαριστού πρόσφυγα Επισκόπου Πατάρων Μελετίου, Αρχιεπισκοπικού Επιτρόπου, τότε, Ν. Ιωνίας. Περιβάλλει με αγάπη και προβάλλει με σθένος τον ιερό της Οικογενείας θεσμό. Αγκαλιάζει την Νεότητα και τα γηρατειά, παρηγορεί και ενισχύει τους πρόσφυγες τιμώντας τις αλησμόνητες Πατρίδες. Υψώνει και εγκαινιάζει νέους Ιερούς Ναούς, Επισκοπείο,το οποίο ειρήσθω εν παρόδω θα είχε ανεγερθεί στον περιβάλλοντα χώρο του περικαλλούς  Ναού της Αγίας Αναστασίας Περισσού αν δεν υπήρχαν αντιδράσεις από την τότε Δημοτική Αρχή της Ν. Ιωνίας. Εγκαινιάζει παλαιούς Ναούς, Ιδρύει Ιερά Μονή αφιερωμένη εις την Πανάχραντο Θεοτόκο, Φιλανθρωπικά Ιδρύματα, Γηροκομείο, Ορφανοτροφείο Θηλέων, Εστίες αγάπης, Εκκλησιαστικές Κατασκηνώσεις,  καθώς και ευαγές ταμείο προικοδοτήσεως απόρων κορασίδων, ανακαινίζει ιερούς Ναούς, χειροτονεί νέους Ιερείς, ιδρύει Χριστιανικούς Ομίλους Νέων και Νεανίδων, φροντίζει για την κατά Θεό κατάρτιση του Λαού του Θεού ενιχύοντας την κατηχητική διακονία και το έργο του θείου κηρύγματος,  υπηρετεί  το Ποίμνιο του μετ αυταπαρνήσεως ως στοργικός Πατέρας και Επίσκοπος και κερδίζει την αγάπη και τον σεβασμό του.  Αρχικώς η Ι. Μητρόπολις περιελάμβανε εις την δικαιοδοσία της 17 εν συνόλω Ενοριακούς Ναούς,10 εις τον Δήμο Ν. Ιωνίας, 3 εις την Ν. Φιλαδέλφεια, 3 εις το Ν. Ηράκλειο και 1 στην Ν. Χαλκηδόνα. Με ενέργειες του αειμνήστου Ιεράρχου υπήχθη εις την Ι. Μητρόπολη ο Ιερός Ναός της Αγίας Μαρίνης Ν. Φιλαδελφείας, αποσπασθείς εκ της Ι. Μητροπόλεως Αττικής στη οποία υπήγετο, ως ευρισκόμενος εντός των ορίων του Δήμου Ν. Φιλαδελφείας. Ακολούθως δημιουργήθησαν 3 ακόμη Ενορίες, του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Νεαπόλεως Ν. Ιωνίας, του Αγίου Νεκταρίου Ν. Ηρακλείου και των Αγίων Βασιλείου του Μεγάλου και Κοσμά του Αιτωλού Ν. Φιλαδελφείας, ενώ ετέθησαν οι βάσεις για την δημιουργία της Ενορίας Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Ν. Χαλκηδόνος, καθώς και η δημιουργία των Ιερών Παρεκκλησίων Αγίας Παρασκευής, Αγίας Φωτεινής και Αγίου Τιμοθέου, εντός του Μητροπολιτικού Μεγάρου, Αγίας Φιλοθέης στο Ορφανοτροφείο Καλογρέζης, Παναγίας Ελεούσας στον Οίκο Ευγηρίας Ν. Ιωνίας και Ζωοδόχου Πηγής και Αγίου Λευκίου στο Άλσος Ν. Φιλαδέλφειας, καθώς και ιερών παρεκκλησίων εντός των Ιερών Ναών.   Εν συνεχεία κατεβλήθη τεράστια προσπάθεια δια την ανέγερση των νέων Ιερών Ναών και τον εξωραϊσμό των υπολοίπων.  Όλους τους υπό ανέγερση η εξωραϊσμό Ιερούς Ναούς ενίσχυσε οικονομικά ο αείμνηστος Ποιμενάρχης δια σεβαστής προσωπικής του δωρεάς της τάξεως των 500.000  δρχ. προς ταχυτέρα αποπεράτωση τους. Επιτρέψτε μου παρακαλώ σε αυτό το σημείο μια επιβεβλημένη εκ της ιστορίας αναφορά. Ο μακαριστός Τιμόθεος είχε υποστεί κριτική ουχί τυχαία διότι ελάμβανε μέρος σε πολλά μυστήρια, οι επικριτές του όμως παρέλειπαν να πουν πως τα όποια φιλότιμα των Πιστών από αυτά,  όλα κατέληγαν στο Γενικό Φιλόπτωχο Ταμείο της Ι. Μητροπόλεως προς ενίσχυση των Φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων και των Ι. Ναών.   

Οι Ιεροί Ναοί που ανηγέρθησαν είναι.

Ι. Ναός Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Αλσουπόλεως, Ι. Ναός Ζωοδόχου Πηγής Καλογραίζης, Ι. Ναός Αγίας Μαρίνης Ν. Φιλαδελφείας,  Ι. Ναός Αγίων Βασιλείου και Κοσμά του Αιτωλού Ν. Φιλαδελφείας, προς τον οποίο ο μακαριστός Ποιμενάρχης εκτός της οικονομικής ενισχύσεως της τάξεως του 1. 500.000 δρχ, προσέφερε και τον Αρχιερατικό Θρόνο, ο δε κατά σάρκα αδελφός του, μακαριστός Μητροπολίτης πρ. Παραμυθίας Τίτος την αγιογράφηση της Πλατυτέρας εις το άγιο Βήμα. 

Ιερός Ναός Αγίου Σπυρίδωνος Ν. Ιωνίας, ο οποίος πέραν της προσωπικής οικονομικής ενισχύσεως υπο του μακαριστού Τιμοθέου, ενισχύθηκε οικονομικά δια του ποσού των 6.000.000 δρχ, υπό του αυταδέλφου του μακαριστού Μητροπολίτου πρ. Παραμυθίας Τίτου Μτθαιάκη. Τους παραπάνω Ι. Ναούς εγκαινίασε ο αοίδιμος Τιμόθεος όπως και τους εξής παλαιοτέρους Ι. Ναούς.

 Αγίου Νεκταρίου Ηρακλείου, προς τον οποίο προσέφερε τα ιερά σεβάσματα του Αγίου Νεκταρίου που είχε στην κατοχή του. Αγίας Αναστασίας Περισσού, Κοιμήσεως Θεοτόκου Ηρακλείου, Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Ν. Ιωνίας, Κοιμήσεως Θεοτόκου Ινεπόλεως Ν. Ιωνίας, Αγίας Ευφημίας Ν. Χαλκηδόνος, Αγίου Ιωάννου Μαδύτου, Ν. Φιλαδελφείας και Αγίας Τριάδος Ν. Φιλαδελφείας. Ενώ εγκαινιάσθηκαν και τα Ιερά Παρεκκλήσια Αγίας Φιλοθέης Ορφανοτροφείου Καλογρέζης και Ζωοδόχου Πηγής Άλσους Ν. Φιλαδελφείας.

Κατά το έτος 1977 και αφού είχε προηγηθεί κατά το έτος 1974 από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας, η ηθική αποκατάσταση του κατά σάρκα αδελφού του, μακαριστού Μητροπολίτου πρ. Παραμυθίας Τίτου και όλων των αδίκως και αντικανονικώς απομακρυνθένων Αρχιερέων κατά την διάρκεια της Αρχιεπισκοπίας Ιερωνύμου του Α, κάνοντας χρήση σχετικού Νόμου και αποφάσεως της Ιεραρχίας αλλά και με την σύμφωνη γνώμη του τότε Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, παρεχώρησε τους συνοικισμούς Περισσού και Αλσουπόλεως της Ν. Ιωνίας προς δημιουργία προσωποπαγούς Μητροπόλεως με τον τίτλο Μητρόπολις Αλσουπόλεως προς πλήρη αποκατάσταση του Μητροπολίτη Τίτου. Η ευγενής αυτή κίνηση του αοιδίμου Ιεράρχου δεν ευδοκίμησε, γεγονός που του προκάλεσε μεγάλη πικρία, το ακμαίο ομως εκκλησιαστικό φρόνημα που τον διέκρινε δεν του επέτρεψε ουδεμία αντίδραση και συνέχισε την διακονία του στην Εκκλησία με αξιοπρέπεια και ήθος καθώς και την άριστη συνεργασία του με τον Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ, ιδιαίτερα την περίοδο που ως πρύτανης της Ιεραρχίας ήτο Αντιπρόεδρος Αυτής.  Ο αείμνηστος Ιεράρχης διακρινόταν  για την ευγένεια, την ιεροπρέπεια, την διάκριση, το ήθος και το εκκλησιαστικό του φρόνημα, τον σεβασμό του προς τους θεσμούς και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την αγιότροπο και αρχοντική παρουσία, το πηγαίο χιούμορ, την αγάπη του για κάθε Άνθρωπο και ειδικά για κάθε πονεμένο οδοιπόρο της ζωής, ουδέποτε προσέβαλλε κανέναν, αγαπούσε και προστάτευε την Θεία Δημιουργία και ως  Ψυχή βιούσα τον Χριστό και το ιερό Ευαγγέλιο, διέθετε κάλαμο γλυκύ, λογοτεχνικό, ποιητικό μέσα από τον οποίο εκφραζόταν συγκινητικά, σοφά και πρωτότυπα προφέροντας στην Ορθόδοξη Εκκλησία όσα πλείστα συγγράμματα με αποκορύφωμα το « Ευχολόγιον περιστασιακών Ευχών» το οποίο συνέταξε ,« Εις δοξολογίαν του Τιμίου Ονόματος του Κυρίου και Θεού ημών και εις έκφρασιν της μεγαλοπρεπείας των θαυμασίων Του». Το έτος 1991 επι τη συμπληρώσει 40ετίας από της εις Επίσκοπον χειροτονίας του η Ιερά Μητρόπολις Ν. Ιωνίας οργανώνει σεμνές τελετές για να τιμήσει το γεγονός και τον πολιό Ποιμενάρχη της. Ο Ίδιος μετέχει της χαράς της μεγάλης που του επιφύλαξε ο Θεός μεταφέροντας την χαρά του στο ευσεβές Ποίμνιο και τον Ιερό Κλήρο της Ιεράς Μητροπόλεως με την μνημειώδη εγκύκλιο του στην οποία τονίζει μεταξύ άλλων, «Καθ όλον αυτόν τον χρόνον της Αρχιερατικής μου διακονίας, ειργάσθην με όλας μου τας δυνάμεις το έργον του Κυρίου, όπου με έταξεν η Αγία ημών Εκκλησία. Εκείνος θα κρίνη το ταπεινόν έργον μου, κατά την μεγάλην και επιφανή ημέραν της ενδόξου Αυτού παρουσίας.. Ότι προσέφερον εις το γεώργιον του Κυρίου, το έκαμα προς δόξαν και αίνον του αγίου Ονόματος Αυτού και εύκλειαν της αγίας ημών Εκκλησίας… Το έργον της Εκκλησίας δεν περατούται ποτέ, οσονδήποτε και αν αναπτυχθή, διότι το έργον της Εκκλησίας είναι αιώνιον και ενώ συντελείται εις την γήν, προεκτείνεται εις τον ουρανόν. Η Ταπεινότης μου έκαμε το παν, προς επιτυχίαν του έργου τούτου, και πιστεύω, ότι εις την ευλογημένην αυτήν περιφέρειαν της Ιεράς Μητροπόλεως μας, η Εκκλησία, με ότι ‘εχει επιτευχθεί μέχρι σήμερον, ημπορεί να επιτελέσει απροσκόπτως το έργον και την αποστολήν της». Ο αοίδιμος Μητροπολίτης Τιμόθεος τιμήθηκε με πλειάδα παρασήμων, μεταλλίων, διπλωμάτων τιμής και ευφήμων μνειών από την Ελληνική Πολιτεία, τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και τις λοιπές Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες.

Ο μακαριστός Ιεράρχης εργαζόταν συστηματικά με ζήλο και αυταπάρνηση έως την τελευταία στιγμή της επίγειας ζωής του διατηρώντας ακμαίες τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις εθαυμάζετο δε από όλους για την εργατικότητα και ενεργητικότητα του. Την 14η του μηνός Φεβρουαρίου του έτους 1992  ο μέγιστος Τιμόθεος, εξεδήμησε εις Κύριον, πέντε μόλις μήνες μετά την εκδημία του κατά σάρκα αδελφού του, μακαριστού Μητροπολίτου Παραμυθίας Τίτου. Ο θάνατος που επήλθε συνεπεία εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιακής ανακοπής και ήταν ακαριαίος, τον συνάντησε ενώ ετοιμαζόταν να αναχωρήσει εκ της οικίας του για το Μητροπολιτικό Γραφείο εις το οποίο εργαζόταν καθημερινώς διευθετών ο ίδιος κάθε λεπτομέρεια. Την παραμονή της εκδημίας του εθεμελίωσε το νέο Δημαρχιακό Μέγαρο της Ν. Φιλαδέλφειας και εκπλήρωσε μέσω δωρεάς την απέναντι στον Δήμο ηθική υποχρέωση του για την παραχώρηση τάφου είς το Δημοτικό Κοιμητήριο προς ταφή του αυταδέλφου του Μητροπολίτου Τίτου. Λίγο ενωρίτερα στις 10 Φεβρουαρίου παρέλαβεν εκ του Τυπογραφείου το «Εγκόλπιον Ευχολόγιον» το οποίο επανέκδωσε εμπλουτίσας αυτό με νέες ευχές, ενώ την Κυριακή 9 Φεβρουαρίου μετά τον εκκλησιασμό του στον Ιερό Ναό του Αγίου Κοσμά, παρέστει σε εκδηλώσεις τοπικών Συλλόγων. Ξετυλίγω το κουβάρι των αναμνήσεων και φτάνω στην τελευταία μας συνάντηση. Ήταν Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 1992, επέτειος του θανάτου του κατά σάρκα πατέρα μου, από το πρωί με διακατείχε μια απέραντη θλίψη ξεκίνησα και πήγα στο Κοιμητήριο του Κόκκινου Μύλου, έκανα τρισάγιο στον Πατέρα μου  και μετά έσυρα τα βήματα μου ως τον τάφο του πνευματικού μου Πατέρα, αείμνηστου Μητροπολίτη Τίτου, που είχε φύγει τον Σεπτέμβριο του 1991, άναψα το καντήλι έκαμα τρισάγιο και μετά του μίλησα απλά όπως του μιλούσα πάντα, « Γέροντα τι συμβαίνει έχω την αίσθηση ότι ετοιμάζουμε κηδεία, σε λίγο θα δω τον Δεσπότη, σε παρακαλώ βοήθησε με δεν πρέπει να με δει σε αυτή την κατάσταση». Έφυγα από το Κοιμητήριο και στις 12 το μεσημέρι ήμουν στο κέντρο της Πόλης μας όπου θα ερχόταν ο Μητροπολίτης Τιμόθεος για να θεμελιώσει το νέο Δημαρχιακό Μέγαρο. Ο Δεσπότης ήρθε, ήταν ευδιάθετος, χαιρέτισε τους παρευρισκομένους χρησιμοποιώντας το ανεξάντλητο χιούμορ του με το οποίο πολλές φορές φιλοφρονώντας  δίδασκε, έκανε τον αγιασμό και φεύγοντας μου κράτησε το χέρι και μου είπε, «Σε παρακαλώ Τιμόθεε μου μίλησε στον Δήμαρχο κ. Παντελή Γκρετζελιά για τον τάφο του Αδελφού μου δεν ξέρω αύριο τι  μπορεί να μου συμβεί και θέλω να είμαι ήσυχος, δεν θέλω να του μιλήσω εγώ για να μη γίνομαι φορτικός, επίσης σε παρακαλώ μη ξεχνάς τις οδηγίες που σου έχω δώσει, για την διαθήκη μου, την διαδοχή μου και τις σπουδές σου», Ο συγκινησιακός  φορτισμός και η θλίψη που με κατείχε από το πρωί δεν  μου επέτρεψαν να  ελέγξω τη σκέψη πριν απαντήσω και αυθόρμητα του είπα, «Σεβασμιώτατε ο τάφος έχει ήδη τακτοποιηθεί  μην ανησυχείτε όλα τα άλλα θα γίνουν κατά το θέλημά σας». Αυτή ήταν η τελευταία μας συζήτηση, τώρα πια αν με ελεήσει ο Θεός, θα ξαναμιλήσουμε στον Ουρανό.  Την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 1992 ο Μητροπολίτης Τιμόθεος αναχωρεί για το ταξίδι της Αιωνιότητος. Τον συντροφεύουν τα έργα της αγάπης του, τα πολυάριθμα συγγράμματα του και τα δάκρυα των πνευματικών του παιδιών. Η εκδημία του μακαριστού Επισκόπου έθλιψε βαθύτατα την Ορθόδοξη Εκκλησία και τον ευσεβέστατο Λαό της Ι. Μητροπόλεως Ν. Ιωνίας, Φιλαδελφείας, Ηρακλείου και Χαλκηδόνος. Οι πένθιμες καμπάνες μετέδωσαν αμέσως την θλιβερή είδηση και η Παρασκευή εκείνη σημαδεύτηκε από τις πρωτόγνωρες αντιδράσεις των πιστών που θρηνούσαν την απώλεια του Επισκόπου τους. Της νεκρωσίμου αυτού Ακολουθίας, στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Αναργύρων Ν. Ιωνίας, προέστη ο τότε Αντιπρόεδρος της Ιεράς Συνόδου, μακαριστός Μητροπολίτης Πατρών Νικόδημος, χειροτονηθείς Επίσκοπος υπό του μεταστάντος Αρχιερέως και εκπροσωπών τον ασθενούντα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, αείμνηστο, Σεραφείμ, παρουσία του Πάπα και Πατριάρχου Αλεξανδρείας κυρού Παρθενίου,20αδος Αρχιερέων, του ιερού Κλήρου, των Αρχών και του πενθούντος ευσεβούς Λαού. Η ταφή του σεπτού σκηνώματος του έγινε προ του ιερού Βήματος εις τον περίβολο του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Ν. Ιωνίας, όπου αργότερα ανεγέρθη ανδριάντας του υπό του Διαδόχου του αειμνήστου Μητροπολίτου Ν. Ιωνίας Κωνσταντίνου. Ο Μητροπολίτης Τιμόθεος πέρασε στην αιωνιότητα και στην εκκλησιαστική ιστορία ως Τιμόθεος ο Καλοκάγαθος ! Εισήρθε στο επουράνιο Θυσιαστήριο κρατώντας θυμίαμα εύοσμο τις φιλάνθρωπες και αγαθές του πράξεις. Όλα αυτά τα σφράγισε με την Διαθήκη του, με την συγκλονιστική φράση «Ο,τι απέκτησα, το απέκτησα από την Εκκλησία και στην Εκκλησία με άπειρη ευγνωμοσύνη το επιστρέφω». 

Φωτεινό ορόσημο η εμβληματική παρουσία του στο ιστορικό γίγνεσθαι της Ιεράς μας Μητροπόλεως, παρακαταθήκη ιερή και πολύτιμη κληρονομιά για τις επόμενες γενιές ο βίος, η εργατικότητα, το ήθος και το ακμαίο εκκλησιαστικό του φρόνιμα. Του μακαριστού Μητροπολίτου Τιμοθέου είη η μνήμη άληστος και αιωνία.


















 
















































ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΝ ΜΗΝΥΜΑ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 2024

  ΣΕΠΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΝ ΜΗΝΥΜΑ  ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 2024 † Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ...