Τρίτη 28 Μαΐου 2019

ΕΓΚΏΜΙΟΝ ΜΕΓΑΛΟΜΆΡΤΥΡΟΣ ΣΕΒΑΣΤΟΚΡΆΤΟΡΟΣ ΚΑΙ ΕΛΈΩ ΘΕΟΎ ΠΙΣΤΟΎ ΒΑΣΙΛΈΩΣ ΡΩΜΗΏΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝΟΥ ΙΑ΄ ΠΑΛΑΙΟΛΌΓΟΥ (+29 ΜΑΪ́ΟΥ 1453)









ΕΓΚΏΜΙΟΝ ΜΕΓΑΛΟΜΆΡΤΥΡΟΣ ΣΕΒΑΣΤΟΚΡΆΤΟΡΟΣ ΚΑΙ ΕΛΈΩ ΘΕΟΎ ΠΙΣΤΟΎ ΒΑΣΙΛΈΩΣ ΡΩΜΗΏΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΊΝΟΥ ΙΑ΄ ΠΑΛΑΙΟΛΌΓΟΥ (+29 ΜΑΪ́ΟΥ 1453)
Γράφει ο Ιωάννης Ελ. Σιδηράς Θεολόγος – Εκκλησιαστικός Ιστορικός – Νομικός
«Το δε την Πόλιν σοι δούναι ουτ’ εμόν εστί ουτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών» (Απόκριση Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στον Μωάμεθ Β΄, την 21η Μαΐου 1453 μ.Χ.)
Η μέχρι θανάτου υπεράσπιση της Θεοτοκοσκεπάστου και Αγιοτόκου Κωνσταντινουπόλεως υπό του φιλοχρίστου και ευσεβεστάτου Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου αποτελεί διαχρονική πράξη αυτοθυσίας «υπέρ πίστεως και πατρίδος»
Η Πολίτικη Ρωμιοσύνη συνεχίζει να ζει στους μητρικούς σωστικούς κόλπους της μαρτυρικής και καθαγιασμένης Μητρός Αγίας Μεγάλης του Χριστού Κωνσταντινουπολίτιδος Εκκλησίας
Το χρονόμετρο της ιστορίας έπαυσε να χρονομετρά το κλέος της Αγίας Ρωμαϊκής (ουχί της λεγόμενης Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας κατά τις μεσημβρινές «Μεγάλες Ώρες» της απαφράδος ημέρας Τρίτης, της 29ης Μαΐου του 1453, όταν «απ’ άκρου εις άκρον ηκούσθη η σπαραξικάρδια ιαχή, εάλω η Πόλις». 



Ο Μυρίπνοος μήνας Μάιος και το αυτοκρατορικό όνομα Κωνσταντίνος εσφάγισαν ανεξίτηλα στο διάβα των αιώνων την ιστορία της Παναγιοσκεπάστου Θεοτοκουπόλεως Κωνσταντινουπόλεως. Ήταν 11 Μαΐου του 330 μ.Χ., ημέρα μνήμης του μαρτυρίου του Αγίου Μωκίου, ο οποίος ήταν ο πολιούχος του αρχαίου Βυζαντίου, όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος εγκαινίασε την «Νέα Ρώμη», την Κωνσταντινούπολη, ως τη νέα πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας για να μένει στους αλήκτους αιώνες η άληστος υπενθύμιση: «Γενεθλίων σων δει τιμάν ημέραν, εν σοι Πόλις τυχόντα των γενεθλίων», καθώς και για να διακηρύττεται ψαλλόμενο το Απολυτίκιο: «Της Θεοτόκου η Πόλις, τη Θεοτόκω προσφόρως, την εαυτής ανατίθεται σύστασιν, εν αυτή γαρ εστήρικται διαμένειν, και δι’αυτής περισώζεται και κραταιούται, βοώσα προς αυτήν, Χαίρε η ελπίς πάντων των περάτων της γης».
Ήταν 29η και πάλι του μυρίπνοου μηνός Μαΐου του 1453 μ.Χ. και επί των ημερών της Βασιλείας του μεγαλομάρτυρος Ελέω Θεού πιστού Σεβαστοκράτορος των Ρωμηών Κωνσταντίνου ΙΑ’ του Παλαιολόγου όταν «εάλω η Πόλις και επάρθεν η Ρωμανία», κατά την ημέρα της εορτίου μνήμης της Αγίας Θεοδοσίας της οποίας ο ιερός ναός και η εφέστιος εικών εφέραν τα ανοιξιάτικα ρόδα (Γκιουλ) της προσευχής και των δεήσεων των πολιορκημένων Ρωμηών που έκαμαν ολονυκτία ικετεύοντας για τη σωτηρία τους. Εκείνα τα «έσχατα ρόδα» πρωταντίκρισαν οι Οθωμανοί όταν εισήλθαν στο ναό της και αφού τον μετέτρεψαν σε Τζαμί, έδωσαν την ονομασία «Γκιουλ Τζαμί», που σημαίνει «Τέμενος των Ρόδων».
Η ιστορική ιχνηλασία ως «εγκώμιον τιμής» μάς ανακαλεί στη μνήμη πρόσωπα και γεγονότα που συνθέτουν το «κύκνειον άσμα» της Βασιλεύουσας. Φθινόπωρο 1448/ Άνοιξη 1449: Πεθαίνει ο Αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος (Οκτώβριος) και διάδοχός του στο θρόνο της Βασιλευούσης ορίζεται ο αδερφός του Κωνσταντίνος, «δεσπότης του Μορέως», ο οποίος στέφεται στον Μυστρά (6 Ιανουαρίου) και γίνεται «δεκτός παρά πάντων ασπασίως» στην Κωνσταντινούπολη. Όταν τον Χειμώνα ή Φθινόπωρο του 1451 πεθαίνει ο Τούρκος Σουλτάνος Μουράτ Β΄, ανακηρύσσεται στην Αδριανούπολη ως διάδοχός του ο υιός του Μωάμεθ Β΄, ο Μεχεμέτ, Μεχέμετις, Μεχμέτης, Μεεμέτης των βυζαντινών πηγών, ο οποίος από το Φθινόπωρο του 1452 διαμένοντας στην Αδριανούπολη «οίκοι διάγων ουκ εδίδου ανάπαυσιν τοις βλεφάροις, αλλά και εν νυκτί και ημέρα την πάσαν φροντίδα της πόλεως είχε, πώς αυτήν λάβοι, πώς κύριος αυτής γένοιτο».
Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, άνθρωπος βαθύτατης πίστεως, ταπεινοφροσύνης και ανιδιοτελούς αγάπης και αφοσιώσεως προς την Εκκλησία και τον λαό του αντιλαμβάνεται ότι εγγίζει η «Μεγάλη Ώρα» της πολεμικής συγκρούσεως με τον «υπέρ άγαν» φιλόδοξο νεανίσκο Σουλτάνο, Μωάμεθ, ενώ η χριστιανική Δύση ίσταται απαθώς ως άλλος «Πόντιος Πιλάτος».
Όταν ο Κωνσταντίνος αντελήφθη ότι «ήγγικεν η ώρα», έκλεισε την 2α Απριλίου με την τεράστια αλυσίδα την είσοδο (το στόμιον) του Κερατίου Κόλπου προκειμένου να παρεμποδίσει τα πλοία των οθωμανών να πλησιάσουν τα θαλάσσια τείχη της Βασιλεύουσας. Την 5η Μαΐου άρχεται η πολιορκία της Πόλεως, η οποία διήρκησε επί 54 ή κατ’ άλλους 57 ημέρες και οι επιθέσεις των οθωμανών ήταν σφοδρές και καθημερινές, ενώ οι Ρωμηοί υπερασπιστές της Κωνσταντινουπόλεως υπεραμύνονταν του πατρίου εδάφους μέχρις εσχάτων βλέποντας τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο να μένει νυχθημερόν άγρυπνος και ως αεικίνητος ιπτάμενος αετός να διέρχεται ανά τας ρύμας και τας οδούς της Πόλεως καθώς και σε όλα τα σημεία των χερσαίων και θαλασσίων μακρών τειχών, εμψυχώνοντας τους ακατάβλητους μαχόμενους κάθε ηλικίας υπεραμύντορες της Βασιλίδος και τον άμαχο πληθυσμό αυτής.
Οι Βυζαντινοί χρονογράφοι Φραντζής (ή Σφραντζής), Δούκας, Κριτόβουλος και Χαλκοκονδύλης διασώζουν στα πολύτιμα ιστορικά πονήματά τους «περι την άλωση της Πόλεως» διάφορα ιστορικά γεγονότα και τους κατά περίσταση λόγους του τελευταίου Σεβαστοκράτορος και Μεγαλομάρτυρος του Ρωμαίηκου γένους Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου και του νεαρού Σουλτάνου Μωάμεθ Β’ μέσα από τους οποίους σκιαγραφείται η προσωπικότητα των δύο πρωταγωνιστών στην τραγωδία της ψυχορραγούσης Κωνσταντινουπόλεως. Έτσι στις καταγεγραμμένες «δημηγορίες» των δύο ανδρών διαπιστώνουμε ότι ο Μωάμεθ πολεμούσε για «δόξα και φήμη», ενώ ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος για «Πίστη και Πατρίδα». Η μάχη για την Κωνσταντινούπολη αποκαλύπτει ότι συγκρούονταν δύο κόσμοι, η «ύλη με το πνεύμα», το «σκότος με το φως», τα «επίγεια με τα ουράνια».   
Ο ιστορικός βυζαντινός χρονογράφος Μιχαήλ Δούκας αναφέρει ότι το μεγαλύτερο πλήγμα στην άμυνα της Βασιλεύουσας ήταν η καταστροφή των μέχρι τότε ακατάβλητων τειχών από το κανόνι του Ουρβανού. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος αντιληφθείς την σοβαρότητα της καταστάσεως «και κακόν σημείον κατά της Πόλεως και κατ’ αυτού κρίνων την πτώσιν (των τειχών)… απήλπισεν», οπότε απέστειλε πρέσβεις στον Σουλτάνο και του ζήτησε να αποχωρήσει για να συναφθεί ειρήνη υπό τους όρους που αμφότερα τα μέρη θα συμφωνούσαν.
Ο πείσμων και φιλόδοξος νεαρός Μωάμεθ απαντά στον αυτοκράτορα: «Δεν είναι δυνατόν να αποχωρήσω. Είτε θα λάβω την Πόλη είτε η Πόλη θα με λάβει ζωντανό ή νεκρό. Εάν όμως θέλεις να αναχωρήσεις απ’ αυτή με ειρήνη, θα σου δώσω την Πελοπόννησο και στους αδερφούς σου θα δώσω άλλες επαρχίες και θα είμαστε φίλοι. Εάν όμως δεν μου παραχωρήσεις την είσοδο ειρηνικώς και δια μάχης εισέλθω, όλους τους μεγιστάνες σου μαζί και εσένα θα πατάξω με ρομφαία καθώς και άπαντα τον λαό… καμοί η Πόλις αρκεί μοι κενή…». Ο δε αυτοκράτορας ακούγοντας την πρόταση του επίμονου Σουλτάνου ουδέ κατ’ ελάχιστον εσκέφθη να παραδώσει την Πόλη και όπως γράφει ο Μιχαήλ Δούκας: 
«… δεν ήταν δυνατόν να παραχωρηθεί η Πόλη στους Τούρκους από τα χέρια των Ρωμαίων. Γιατί εάν μπορούσε να γίνει αυτό, ποιά οδό ή ποιό τόπο ή πόλη είχαν για να μετοικήσουν οι χριστιανοί χωρίς να καταπτύονται, να ονειδίζονται και να σφακελίζονται οι Ρωμαίοι;».
Όταν ξημέρωσε η 21η Μαΐου, εόρτιος και πανεύσημος ημέρα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, κατά την οποία ο Αυτοκράτορας εόρταζε τα σεπτά ονομαστήριά του, σύμφωνα με τα γραφόμενα του Μιχαήλ Δούκα, ο Μωάμεθ απέστειλε πρόσωπα της εμπιστοσύνης του προς τον Κωνσταντίνο, τα οποία ομίλησαν εξ ονόματος του Σουλτάνου: «Τί λέγεις; Θέλεις να εγκαταλείψεις την Πόλη και να αποχωρήσεις, όπου επιθυμείς, μαζί με τους άρχοντές σου και τα υπάρχοντά τους, αφήνοντας αζήμιο τον λαό και μαζί μας και μαζί σου; ή (θέλεις) να αντισταθείς και να απολέσεις μαζί με τη ζωή σου και τα υπάρχοντά σου, και συ και οι δικοί σου, ο δε λαός αφού αιχμαλωτισθεί από τους Τούρκους να διασπαρεί σε όλη τη γη». Στη δε νέα πρόταση του Μωάμεθ ο αυτοκράτορας ομοφώνως μετά της Συγκλήτου απήντησε απερίφραστα και ανδροπρεπώς: «Εάν μεν θέλεις, καθώς και οι πατέρες σου έζησαν, και συ συζήσε μαζί μας ειρηνικώς, χάρις στο Θεό. Διότι εκείνοι τους γονείς μας ως πατέρες θεωρούσαν και τοιουτοτρόπως τιμούσαν, την δε πόλη αυτή (τιμούσαν) ως πατρίδα τους. Και σε έκτακτες περιστάσεις εντός αυτής αφού εισήλθαν, εσώθησαν… Έχε επιπλέον και τα αδίκως από εμάς αρπαγέντα κάστρα και την γη… και απόκοψε φόρους, σύμφωνα με την δύναμή μας, για να σου δίνω κατ’ έτος και άπελθε εν ειρήνη… Το δε την Πόλιν σοι δούναι, ουτ’ εμόν εστίν ουτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη. Κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών».
Στις 23 Μαΐου, ημέρα Τετάρτη, μία ώρα πριν από τα ξημερώματα, επιστρέφει από τα Δαρδανέλια το μπριγιαντίνι που είχε στείλει ο αυτοκράτορας προς αναζήτηση του Βενετικού στόλου. Οι ναύτες πηγαίνουν στον αυτοκράτορα και του αναφέρουν ότι ούτε ένα κατάρτι πλοίου χριστιανικού φάνηκε στον ορίζοντα. Ο Κωνσταντίνος δακρύζει πικρά και τους ευχαριστεί. Δύο ημέρες αργότερα, την Παρασκευή της 25ης Μαΐου, οι σύμβουλοι του αυτοκράτορος προσέρχονται στα ανάκτορα και τον ικετεύουν να εγκαταλείψει την Πόλη και να οργανώσει αντίσταση έξω από αυτή, να συσπειρώσει όλους τους χριστιανούς της Δύσεως και της Ανατολής σε μία εκστρατεία εναντίον των Οθωμανών. Ενώ τους ακούει, λιποθυμά από την εξάντληση. Οι φρουροί του σπεύδουν να τον στηρίξουν. Μόλις συνέρχεται, απαντά στους συμβούλους του: «Δεν θα εγκαταλείψω τον λαό μου. Αν είναι να χαθεί η Πόλη, τότε ας χαθώ και εγώ μαζί της».
Κατά το απόγευμα της 28ης Μαΐου (ημέρα Δευτέρα) μία μακρά πομπή, η οποία αποτελούνταν από το λαό και τον κλήρο της Κωνσταντινουπόλεως, άνδρες και γυναίκες, γέρους και μικρά παιδιά, με τις άγιες εικόνες και τα ιερά  λάβαρα, κάνει λιτανεία γύρω από τα τείχη, ψάλλοντας με δάκρυα στα μάτια το «Κύριε Ελέησον». Ευστόχως και προσφυώς έχει γραφεί ότι ο δημόσιος λόγος (Δημηγορία) του αυτοκράτορος ήταν ένα «μυστήριο» που συντελούνταν «εν κοινωνία προσώπων». Μετά το τέλος λοιπόν της πομπής ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος αφού συγκέντρωσε τους άρχοντες της πόλης και τους αξιωματικούς του στρατού του, απηύθυνε τους εξής λόγους: «Ευγενέστατοι άρχοντες, εκλαμπρότατοι δήμαρχοι και στρατηγοί, γενναιότατοι στρατιώτες, τιμημένοι και πιστοί πολίτες, γνωρίζετε όλοι πολύ καλά ότι έφθασε η ώρα που ο εχθρός της πίστεώς μας απεφάσισε να μας πιέσει ακόμη περισσότερο με όλα τα πολεμικά μέσα και τεχνάσματα που διαθέτει. Θέλει να αρχίσει γενική επίθεση και πόλεμο από την ξηρά και από την θάλασσα, έτοιμος να μας δαγκώσει σαν φαρμακερό φίδι και να μας καταβροχθίσει σαν ανήμερο λιοντάρι.
Γι’ αυτό το λόγο, σας παρακαλώ να φερθείτε με γενναιότητα και θάρρος, όπως κάνατε μέχρι τώρα, απέναντι στους εχθρούς της πίστης μας. Αφήνω στα χέρια σας την τύχη της δοξασμένης και λαμπρής πατρίδας μας, της μεγαλοπρεπεστάτης και ευγενούς Βασιλεύουσας όλων των πόλεων. Ξέρετε πολύ καλά, αδέλφια μου, ότι για τέσσερις λόγους είμαστε υποχρεωμένοι να προτιμήσουμε το θάνατο παρά τη ζωή. Πρώτον, για την πίστη και τη θρησκεία μας, δεύτερον, για την πατρίδα, τρίτον, για τον Βασιλέα, τον αντιπρόσωπο του Κυρίου μας, και, τέταρτον, για τους συγγενείς και τους φίλους μας.
Αν, λοιπόν, αδέλφια μου, πρέπει να αγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου για έναν από τους παραπάνω λόγους, τότε έχουμε υποχρέωση να πολεμάμε ακόμα σκληρότερα όταν πρόκειται για και για τα τέσσερα μαζί, διαφορετικά θα χάσουμε τα πάντα.
Αν ο Θεός, εξαιτίας των αμαρτιών μας, δώσει τη νίκη στους απίστους, διατρέχουμε τον κίνδυνο να χάσουμε την άγια πίστη που μας έδωσε ο Χριστός με το αίμα Του και είναι το σημαντικότερο πράγμα απ’ όλα. Τί όφελος μπορεί να έχει κανείς αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο αλλά χάσει την ψυχή του; Δεύτερον, θα χάσουμε την ένδοξη πατρίδα και την ελευθερία μας. Τρίτον, το άλλοτε ένδοξο κράτος μας, που τώρα πια είναι εξασθενημένο και ταπεινωμένο, θα πέσει στα χέρια του απίστου τυράννου. Τέλος, θα χάσουμε τα αγαπημένα μας παιδιά, τις γυναίκες και τους υπόλοιπους συγγενείς μας.
Ο Βάρβαρος Σουλτάνος μάς έχει αποκλείσει 57 μέρες τώρα με όλες τις δυνάμεις του και μάς πολιορκεί μέρα-νύχτα με κάθε μέσο που διαθέτει, αλλά καταφέραμε να τον αποκρούσουμε με τη βοήθεια του Κυρίου μας Χριστού που βλέπει τα πάντα. Είδατε ότι, ακόμα και στα μέρη όπου έπεσε το τείχος από τα τηλεβόλα και τις πολιορκητικές μηχανές, καταφέραμε να τον επισκευάσουμε με τον καλύτερο τρόπο. Έχουμε στηρίξει όλες τις ελπίδες μας στην ακαταμάχητη δόξα του Θεού. Οι εχθροί μας διαθέτουν όπλα, ιππικό, δύναμη και πλήθος, αλλά εμείς έχουμε εμπιστοσύνη στο όνομα του Κυρίου και Σωτήρα μας, στα χέρια μας και στη γενναιότητα που μας χάρισε ο Θεός.
Ξέρω ότι η τεράστια αγέλη των απίστων θα επιτεθεί εναντίον μας, όπως συνηθίζει, με βάναυση ορμή, αλαζονεία και θράσος, επειδή είμαστε λίγοι, ώστε να μας τρομάξουν, να μας κουράσουν και να μας κάνουν να χάσουμε το ηθικό μας με τις φωνές και τους αλαλαγμούς τους…
Ήρθε λοιπόν, αδέρφια μου, ο Σουλτάνος, μας πολιόρκησε και έχει ορθάνοιχτο το τεράστιο στόμα του για να καταβροχθίσει τόσο εμάς όσο και την πόλη που έχτισε ο αείμνηστος μεγάλος αυτοκράτορας, ο Κωνσταντίνος, ο οποίος αφιέρωσε στην Παναγία Δέσποινα Θεοτόκο και αειπάρθενο Μαρία, εκφράζοντας την ευχή να την έχουμε πάντα βοηθό και προστάτη της πατρίδας μας, που αποτελεί καταφύγιο των χριστιανών, ελπίδα και χαρά των Ελλήνων και καύχημα όλου του κόσμου.
Ο άπιστος όμως Σουλτάνος θέλει να υποδουλώσει την πόλη που ήταν κάποτε ένδοξη, ανθούσε σαν τριαντάφυλλο του αργού και είχε υποτάξει ολόκληρη σχεδόν την υφήλιο. Αυτή, λοιπόν, την πόλη θέλει να υποδουλώσει και να την έχει υπό την εξουσία του. Θέλει να πάρει τις άγιες Εκκλησίες μας, όπου προσκυνάμε την Αγία Τριάδα και δοξολογούμε το Άγιο Πνεύμα του Θεού και όπου οι άγγελοι υμνούν τον Θεό και την ενανθρώπισή του, για να τις κάνει τόπο λατρείας και ψεύτικης θρησκείας του ανοήτου ψευτοπροφήτη Μωάμεθ και στάβλο για άλογα και καμήλες. Αδέρφια και συμπολεμιστές μου, θέλω να τα σκεφτείτε αυτά καλά, για να μείνουν το όνομα, η δόξα, η ελευθερία σας στην αιωνιότητα».
Στη συνέχεια ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος απευθύνεται σθεναρώς προς τους Βενετούς και τους Γενουάτες, ζητά στο όνομα του Χριστού να πολεμήσουν με ανδρεία και γενναιότητα φανερώνοντας εμπράκτως την αγάπη τους στο Χριστό και βοηθώντας να σωθεί η αγιοτόκος και θεοτοκούπολη Βασιλεύουσα.
Όταν περάτωσε τον δημόσιο λόγο του (δημηγορία), ευχαρίστησε τον Θεό με αναστεναγμούς και δάκρυα στα μάτια ενώ οι ακούοντες παριστάμενοι απήντησαν συγκινημένοι «εν ενί στόματι και μιά καρδία»: «Ας πεθάνουμε όλοι για την πίστη του Χριστού και για την πατρίδα μας». Ο αυτοκράτορας άκουσε τα λόγια τους με χαρά, τους ευχαρίστησε εκ μέσης καρδίας και τους υποσχέθηκε πλούσια δώρα. Πριν αποχωρήσει, τους είπε τον έσχατο λόγο του: «Λοιπόν, αδέρφια και συμπολεμιστές μου, να είστε όλοι έτοιμοι το πρωί. Με τη δύναμη που μας δίνει ο Θεός και τη βοήθεια της Αγίας Τριάδος, στην οποία στηρίζουμε όλες μας τις ελπίδες, ας κάνουμε τους εχθρούς μας να φύγουν νικημένοι από την πόλη μας».
Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος για τελευταία φορά εισέρχεται στην «Μεγάλη Εκκλησία» της Του Θεού Σοφίας και με δάκρυα στα μάτια και συντετριμμένη καρδία προσεύχεται και κοινωνεί από χειρών Ορθοδόξου Ιερέως τα άχραντα μυστήρια. Ο βυζαντινός χρονογράφος Φραντζής (ή Σφραντζής) αναφέρεται στην τελευταία κοινωνία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και γράφει: «Ο δε βασιλεύς, εν τω πανσέπτω ναώ της Του Θεού Λόγου Σοφίας ελθών και προσευξάμενος μετά κλαυθμού τα άχραντα και θεία μυστήρια μετέλαβεν. Ομοίως και έτεροι πολλοί εν τη νυκτί εποίησαν. Είτα ελθών εις τα ανάκτορα ολίγον σταθείς και εκ πάντων συγχώρησιν αιτήσας εν τήδε τη ώρα, τις διηγήσεται  τους τότε κλαυθμούς και θρήνους τους εν τω παλατίω, ει και από ξύλου άνθρωπος, ή εκ πέτρας ην, ουκ ηδύνατο μη θρηνήσαι».
Μετά από μακρά πολιορκία και ηρωϊκή αντίσταση των γενναίων υπερασπιστών της Πόλεως, ο Θεός  ανέτειλε την 29η Μαΐου του 1453, ημέρα Τρίτη, και ακόμη εκυμάτιζε επί της Πύλης του Ρωμανού η σημαία του δικέφαλου αετού. Ο αυτοκράτορας ακούραστος και ακατάβλητος έτρεχε ενθαρρύνοντας τον στρατό και λέγοντας: «ημών εστίν η νίκη, ο Θεός υπέρ ημών πολεμεί». Οι Οθωμανοί πολεμούσαν λυσσαλέως, ενώ οι ημέτεροι ανθίστατο ερρωμένως. Ένα Αλλάχ! Ακουγόταν με άγρια φωνή και οι ορμητικές επιθέσεις στρατιωτών, σοφτάδων, γενιτσάρων επήρχοντο ως κύματα θαλάσσης, τα οποία συντρίβονταν επάνω στον βράχο του ηρωϊσμού των Ελλήνων. Παντού αντηχεί βοή, κρότοι, αλληλοσπαραγμοί. Ο αυτοκράτορας με πέδιλα χρυσά τα οποία έφεραν τον δικέφαλο αετό και με την σπάθη στα χέρια εμάχετο ηρωϊκότατα στην Πύλη του Ρωμανού και ανέκραζε: «συστρατιώται αδελφοί… στήτε ανδρείως δια τους οικτιρμούς του Θεού!»…
Στο τέλος ήλθε η φοβερά και φρικώδης στιγμή, όταν ο Κωνσταντίνος, ο οποίος επί τέσσερις ήδη ώρες είχε αποκρούσει τέσσερις μεγάλες εφόδους και ήλπιζε ότι θα κατίσχυε της επιμονής Μωάμεθ του Β’, είδε απροσδοκήτως να εισορμούν εντός των τειχών οι πολέμιοι και να περικυκλώνεται πανταχόθεν ακούγοντας την απαίσια κραυγή του πλήθους, «η Πόλις εάλω, εάλω η Πόλις». Απελπισθείς εκέντησε τον ίππο και όρμησε στο πυκνότερο μέτωπο του εχθρού, αγωνιζόμενος ως ο έσχατος των στρατιωτών «και το αίμα ποταμηδόν εκ των ποδών και των χειρών αυτού έρρεεν»… Παρά ταύτα η σπάθη του Βασιλέως πολλούς εχθρούς είχε θερίσει έως ότου εθραύσθη και τότε βλέποντας ο ίδιος τον επικείμενο θάνατό του από χείρες αλλοθρήσκων κατακτητών ή ακόμη χειρότερο φοβούμενος μήπως πέσει ζωντανός στα χέρια των αλλοφύλων, ανέκραξε γοερώς: «Ουκ έστι τις των χριστιανών του λαβείν την κεφαλήν μου απ’ εμού;» Ο δε Μιχαήλ Δούκας γράφει: «είχε απομείνει μονώτατος. Τότε ένας από τους Τούρκους τον έπληξε με χτύπημα στο πρόσωπο, όπως και ο ίδιος ανταπέδωσε το χτύπημα, ενώ άλλος Τούρκος από πίσω κατάφερε καίριο πλήγμα κατ’ αυτού, όποτε έπεσε κατά γης. Δεν γνώριζαν ότι είναι ο Βασιλεύς, αλλά ως κοινό στρατιώτη αφού τον εθανάτωσαν, τον εγκατέλειψαν». Σύμφωνα με άλλη γραφή, κατά την κρίσιμη εμπλοκή, κάποιος φοβερός αράπης αφού όρμησε από πίσω, απέκοψε την κεφαλή του.
Άξιο μνείας είναι το γεγονός ότι ο αυτοκράτορας όταν είδε την είσοδο των γενιτσάρων από την πύλη του Ρωμανού, επεδίωξε να πεθάνει μαχόμενος παρά να ζήσει και να γευθεί το πικρόν ποτήριον της αλωθείσης πόλεως: «είλετο ξυναποθανείν τη πατρίδι τε και τοις αρχομένοις, μάλλον δε και προαποθανείν αυτοίς, όπως μη ταύτην τε αλούσαν επίδοι». Τούτο πιστοποιείται και από την ύστατη φωνή του: «η Πόλις αλίσκεται καμοί ζην έτι περίεστιν;».
Ο Σουλτάνος Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής αφού εζήτησε να μεταφερθεί η αποκοπείσα κεφαλή του μεγαλομάρτυρος αυτοκρατόρος Κωνσταντίνου Παλαιολόγου ενώπιόν του και αφού αναγνωρίσθηκε από τον Μέγα Δούκα και τους Οθωμανούς στρατιώτες που τον εθανάτωσαν, σύμφωνα με τα γραφόμενα του Μιχαήλ Δούκα: «Τότε προσήλωσαν αυτήν εν τω κίονι του Αυγουσταίου και ίστατο έως εσπέρας. Μετά δε ταύτα εκδείρας και αχύροις το δέρμα στοιβάσας, έπεμψε πανταχού δεικνύων το της νίκης σύμβολον, τω των Περσών αρχηγώ και των Αράβων και τοις άλλοις Τούρκοις».
Σύμφωνα με τον Σκαρλάτο Βυζάντιο, κάποιος τάφος που σώζεται στον τοίχο του Ιερού Βήματος της Εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής στην συνοικία Τζιμπαλί (Αγιά) ανήκει στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, ενώ σύμφωνα με άλλη παράδοση η οποία βασίζεται στα γραφόμενα του Φραντζή, αφού το άψυχο σώμα του αποκεφαλισθέντος αυτοκράτορος ανεγνωρίσθη από τους δικεφάλους αετούς στα πέδιλά του, όπως είχε βρεθεί στη Πύλη του Ρωμανού, ο Σουλτάνος με εντολή του επέτρεψε οι χριστιανοί να ενταφιάσουν με όλες τις τιμές τον τελευταίο Βασιλέα τους και εκείνοι τον ενταφίασαν στο ναό της Αγίας Θεοδοσίας, επειδή κατά την 29η Μαΐου επανηγύριζε ο ναός αυτής και την ίδια ημέρα «εάλω η Πόλις» και μαρτυρικώς εκοιμηθή ο αυτοκράτορας.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση, ο τάφος του τελευταίου αυτοκράτορος βρίσκεται στην ίδια συνοικία αλλά κοντά στο «Βεφά Μεϊντάνι», μέσα σε ένα Χάνι, στην αυλή, όπου είναι θαμμένος ο Βασιλιάς. Άλλοτε είχαν αναμμένη και μια κανδήλα πάνω στο μνήμα του, τώρα είναι πολύς καιρός που δεν την ανάβουν…
Το ελάχιστο τούτο «Εγκώμιον» προς τον τελευταίο μεγαλομάρτυρα «Ελέω Θεού» πιστό Βασιλέα και Σεβαστοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ’ τον Παλαιολόγο κατακλείουμε με την ανεπανάληπτη ιστορική γραφή του αοιδίμου Μητροπολίτου Τραπεζούντος Χρυσάνθου, ο οποίος γράφει: «ούτω δια του μαρτυρικού αίματος επισφραγίζει ο αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος ο Δραγάτσης την ιστορία του Βυζαντίου, της οποίας και η τελευταία αύτη σελίς θα παραμείνη δια την ελληνικήν φυλήν χρυσή και αθάνατος ιδία δια την ηρωϊκήν αντίστασιν χιλιάδων τινών γενναίων ανδρών, προπάντων και κατά το πλείστον Ελλήνων, οι οποίοι επί δύο μήνας και δια μόχθων ατελευτήτων επολέμουν εναντίον εχθρού εικοσάκις υπερτέρου κατά τον αριθμόν, εναντίον των πρώτων στρατευμάτων του κόσμου κατά την εποχήν εκείνην, και μέχρι τελευταίας πνοής υπερήσπισαν τα φρούρια της βασιλίδος των πόλεων, του θεοφρουρήτου Βυζαντίου, της ακροπόλεως ταύτης του χριστιανικού πολιτισμού εν τη Ανατολή.
Και την αθανασίαν της τελευταίας ταύτης χρυσής σελίδος της βυζαντινής ιστορίας επιστέφει ο ένδοξος θάνατος του ήρωος μάρτυρος αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, ηρωϊκώς υπέρ της πατρίδος πεσόντος παρά την Πύλην του Ρωμανού την πρωΐαν της 29ης Μαΐου 1453, εν ηλικία 49 ετών, τριών μηνών και είκοσιν ημερών.
Ο τάφος του αυτοκράτορος Κωνσταντίνου παραμένει άγνωστος, «αλλ’ ανδρών αγαθών πάσα γη τάφος», το δε ευκλεές αυτού όνομα περιφέρεται από γενεάς εις γενεάν εν τη διανοία και τη καρδία πάντων και παραμένει αθάνατον…».
Υ.Γ. Το παρόν επετειακό ιστορικό κείμενο πάνυ ευλαβώς αφιερούται στους ανά τους αιώνες «ανυστάκτους φύλακες» της πατρώας πίστεως και των ιερών ναμάτων του ευσεβούς Ρωμαίϊκου Γένους, ήτοι στους Φαναριώτες κληρικούς του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο ζει και θα ζει ως «παρεμβολή Θεού» επί της γης και ως «εύλαλον αντίφωνον» Ορθοδοξίας εν μέσω αλλοτρίων…    








Τετάρτη 24 Απριλίου 2019

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ: ΠΑΣΧΑΝΙΝΟ ΜΗΝΥΜΑ 2019




† Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ 
ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ 
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ – ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ 
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ 
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ EΛΕΟΣ 
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝΔΟΞΩΣ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ 
* * * 
Τιμιώτατοι ἀδελφοί καί προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ, 
Διατρέξαντες ἐν νηστείᾳ καί προσευχῇ τόν δόλιχον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρα-κοστῆς, φθάσαντες δέ τό σωτήριον πάθος Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καθιστάμεθα σήμερον κοινωνοί τῆς χαρᾶς τῆς λαμπροφόρου Ἐγέρσεως Αὐτοῦ. 
Τό βίωμα τῆς Ἀναστάσεως ἀνήκει εἰς τόν πυρῆνα τῆς ταυτότητος τῶν Ὀρθοδόξων. Ἑορτάζομεν τήν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου ὄχι μόνον κατά τό Ἅγιον Πάσχα καί τήν πασχάλιον περίοδον, ἀλλά κάθε Κυριακήν καί εἰς κάθε Θείαν Λειτουργίαν, ἡ ὁποία εἶναι πάντοτε ὁλόφωτος πανήγυρις. Ἡ χριστιανική ζωή εἰς ὅλας τάς πτυχάς της, εἰς τήν θείαν λατρείαν, εἰς τήν βιοτήν καί μαρτυρίαν μας ἐν τῷ κόσμῳ, ἔχει ἀναστάσιμον πνοήν, δονεῖται ἀπό τήν νίκην τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ ἐπί τοῦ θανάτου καί ἀπό τήν προσδοκίαν τῆς αἰωνίου Βασιλείας Του. 
Ὁ ἄνθρωπος δέν δύναται ἀφ᾿ ἑαυτοῦ νά διαχειρισθῇ τόν φόβον καί τό ἀναπόφευκτον τοῦ θανάτου, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου εὑρίσκεται καθ᾿ ὅλην τήν διάρκειαν τῆς ζωῆς του καί ὄχι μόνον εἰς τό τέλος της. Ἡ αἴσθησις ὅτι ἡ ζωή του εἶναι «πορεία πρός τόν θάνατον», ἄνευ ἐλπίδος διαφυγῆς, δέν ὁδηγεῖ εἰς τόν ἐξανθρωπισμόν τῆς ἀναστροφῆς του καί εἰς ἐνίσχυσιν τῆς εὐθύνης καί τῆς μερίμνης του διά τό παρόν καί τό μέλλον. Μᾶλλον, ὁ ἄνθρωπος συρρικνώνεται, ἀποκόπτεται ἀπό τά οὐσιώδη τοῦ βίου, καταλήγει εἰς τόν κυνισμόν, τόν μηδενισμόν καί τήν ἀπόγνωσιν, εἰς τήν φενάκην τῆς ἀκωλύτου αὐτοπραγματώσεως καί εἰς τόν ἀχαρίτωτον εὐδαιμονισμόν τοῦ «φάγωμεν καί πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν». Ἡ ἐπιστήμη, ἡ κοινωνική καί πολιτική δρᾶσις, ἡ οἰκονομική πρόοδος καί ἡ εὐημερία δέν δύνανται νά προσφέρουν διέξοδον. Ὅ,τι εἶναι δημιούργημα τοῦ ἀνθρώπου φέρει τό στίγμα τοῦ θανάτου, δέν σώζει, ἀφοῦ καί αὐτό ἔχει ἀνάγκην σωτηρίας. Ὁ πόθος τῆς αἰωνιότητος δέν καλύπτεται μέ ἐπίγεια ἀγαθά, δέν ἱκανοποιεῖται μέ τήν παράτασιν τῆς ζωῆς μας καί μέ ὑποσχέσεις ψευδῶν παραδείσων. 
Ἡ Ὀρθοδοξία προσφέρει εἰς τόν σύγχρονον λογοκρατούμενον ἄνθρωπον τήν Ἀλήθειαν τοῦ σωτηριώδους Εὐαγγελίου τῆς Ἀναστάσεως. Δι᾿ ἡμᾶς τούς Ὀρθοδόξους, τό Πάσχα δέν εἶναι ἁπλῶς ἀνάμνησις τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἀλλά βίωσις καί τῆς ἰδικῆς μας ἀναγεννήσεως ἐν Χριστῷ Ἀναστάντι, πρόγευσις καί βεβαιότης τῆς ἐσχατολογικῆς πληρώσεως τῆς θείας Οἰκονομίας. Ὁ πιστός γνωρίζει ὅτι ἡ ὑπαρξιακή πληρότης εἶναι δῶρον τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἐν Χριστῷ, ἡ ζωή μας μεταμορφώνεται, μετατρέπεται εἰς πορείαν πρός τήν θέωσιν. Οἰ χριστιανοί διακρίνονται, κατά τόν Ἀπόστολον Παῦλον, ἀπό τούς «λοιπούς», τούς «μή ἔχοντας ἐλπίδα» (πρβλ. Α’ Θεσσ. δ’, 13). Ἐλπίζουν είς Χριστόν, ὁ ὁποῖος εἶναι, «ἡ ζωή καί ἡ Ἀνάστασις ἡμῶν», «ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος καί ὁ ζῶν» (Ἀποκ. α’, 17 – 18). 
Ἡ σωτήριος παρουσία τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν ζωήν μας καί ἡ ἐλπίς τῆς ἐπουρανίου Βασιλείας εἶναι ἀρρήκτως συνδεδεμέναι εἰς τήν χριστιανικήν ὕπαρξιν, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ καί πραγματώνεται ὡς δημιουργική καί μεταμορφωτική δύναμις ἐν τῷ κόσμῳ. Δέν εἶναι καθόλου τυχαῖον, ὅτι πρίν ὁ νεωτερικός πολιτισμός κατανοήσῃ καί ἐγκαθιδρύσῃ τόν ἄνθρωπον ὡς δημιουργόν τῆς ἱστορίας, οἱ πιστοί ἐκλήθησαν νά καταστοῦν «Θεοῦ συνεργοί» (πρβλ. Α’ Κορ. γ’, 9). Ἀποτελεῖ πλήρη παρανόησιν τῆς Ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας καί τοῦ κοινωνικοῦ καί φιλανθρώπου ἔργου τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ὑποστηρίζηται ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἐσωστρεφής, ἀκοσμική καί ἀδιάφορος διά τήν ἱστορίαν καί τόν πολιτισμόν. 
Ἱερώτατοι ἀδελφοί καί τέκνα ἀγαπητά, 
Τό Πάσχα δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ μεγαλυτέρα ἑορτή καί πανήγυρις τῶν Ὀρθοδόξων. Ἀνάστασις εἶναι ὅλη ἡ πίστις, σύνολος ἡ ἐκκλησιαστική ζωή, ὁλόκληρος ὁ πολιτισμός τῆς Ὀρθοδοξίας, ἡ ἀνεξάντλητος πηγή, ἐκ τῆς ὁποίας ἀντλεῖ καί τρέφεται ἡ ἐσχατολογική ὁρμή τῆς ὀρθοδόξου βιοτῆς καί μαρτυρίας. Ἐν τῇ Ἀναστάσει καί ἐκ τῆς Ἀναστάσεως γνωρίζομεν οἱ πιστοί τόν αἰώνιον προορισμόν μας, ἀνακαλύπτομεν τό περιεχόμενον καί τήν κατεύθυνσιν τῆς ἀποστολῆς μας ἐν τῷ κόσμῳ, εὑρίσκομεν τό νόημα καί τήν ἀλήθειαν τῆς ἐλευθερίας μας. Ὁ κατελθών ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς καί συντρίψας τάς πύλας τοῦ Ἅδου καί τό κράτος τοῦ θανάτου, ἀναδύεται ἐκ τοῦ τάφου ὡς ἐλευθερωτής τοῦ ἀνθρώπου καί ἁπάσης τῆς κτίσεως. Αὐτό τό δῶρον τῆς ἐλευθερίας καλεῖται ὁ ἄνθρωπος νά ἀποδεχθῇ ἐλευθέρως, ἐντασσόμενος εἰς τήν «κοινότητα τῆς θεώσεως», τήν Ἐκκλησίαν, ἐν τῇ ὁποίᾳ ἡ ἐλευθερία εἶναι θεμέλιον, ὁδός καί προορισμός. Ἡ χριστοδώρητος ἐλευθερία βιοῦται καί ἐκφράζεται ὡς «ἀληθεύειν ἐν ἀγάπῃ» (πρβλ. Ἐφεσ. δ’, 15), ὡς γεγονός κοινωνίας καί ἀλληλεγγύης. «Ὑμεῖς γάρ ἐπ᾿ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθητε, ἀδελφοί. μόνον μή τήν ἐλευθερίαν εἰς ἀφορμήν τῇ σαρκί, ἀλλά διά τῆς ἀγάπης δουλεύετε ἀλλήλοις» (Γαλ. ε’, 13). Ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ «ὑπάρχομεν μέ τόν τρόπον τῆς Ἀναστάσεως», ἀφορῶντες εἰς τήν «κοινήν ἀνάστασιν» ἐν τῇ ἀνεσπέρῳ ἡμέρᾳ τῆς Βασιλείας. 
Μέ αὐτάς τάς σκέψεις, δοξάζοντες ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ τόν Ἀναστάντα καί «ἀνατείλαντα πᾶσι τήν ζωήν» Κύριον, τόν Θεόν «μεθ᾿ ἡμῶν» καί «ὑπέρ ἡμῶν», τόν ἐπαγγειλάμενον ἔσεσθαι μεθ᾿ ἡμῶν μέχρι τερμάτων αἰῶνος, καί ἀναβοῶντες τόν πασχάλιον πανευφρόσυνον χαιρετισμόν «Χριστός Ἀνέστη!», δεόμεθα τοῦ πανδώρου Ποιητοῦ καί Λυτρωτοῦ τοῦ κόσμου, ὅπως καταυγάζῃ τήν ζωήν πάντων ἡμῶν διά τοῦ φωτός τῆς πανσωστικῆς Ἀναστάσεως Αὐτοῦ καί χαρίζηται τοῖς πᾶσι χαράν πεπληρωμένην καί πάντα τά σωτήρια δωρήματα, ἵνα ὑμνῆται καί εὐλογῆται τό πανάγιον καί ὑπερουράνιον ὄνομα Αὐτοῦ. 
Φανάριον, 
Ἅγιον Πάσχα ,βιθ´ 
† Ὁ Κωνσταντινουπόλεως 
διάπυρος πρός Χριστόν Ἀναστάντα 
εὐχέτης πάντων ὑμῶν. 






Δευτέρα 22 Απριλίου 2019

Ν.Ιωνίας Γαβριήλ : Πασχάλιον μήνυμα 2019





«Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής της αιωνίου, απαρχήν» (Ζ’ Ωδή του Κανόνος της Αναστάσεως)
Αγαπητοί μου αδελφοί, παιδιά μου αγαπημένα,
Τη νέκρωση του θανάτου εορτάζουμε… μα πόσο οξύμωρο μήνυμα; Δε χωρά ο φθαρτός νους το γεγονός της Αναστάσεως. Μικρός ο άνθρωπος μπροστά στο μέγιστο και θαυμαστό σημείο της αιωνίου ζωής. Ο Χριστός μας νικάει τον θάνατο και εγκαθιστά την βεβαιότητα της ελπίδος, κατατροπώνει την αμαρτία και προσφέρει την γλυκύτητα της συγχώρησης για κάθε αμαρτωλό άνθρωπο.
Καθαιρεί τον Άδη και σαλπίζει τον ερχομό μιας άλλης βιωτής. Μιας άλλης ζωής. Αιώνιας. Καινούριας. Φωτισμένης από το ανέσπερο φως του Θεανθρώπου Ιησού, του άλλοτε φτωχού ξυλουργού από τη Ναζαρέτ και νυν Βασιλέως των βασιλέων. Ενός πνευματικού βασιλείου, που συνέδεσε τη γη με τον Ουρανό και εξύψωσε τον φθαρτό και πεσόντα άνθρωπο, οδηγώντας τον στην κατά χάριν Θεότητα με στόχο να τον ανακαινίσει, να τον αναβαπτίσει εν Χριστώ και να τον οδηγήσει με σιγουριά στην αγιότητα.
Έτσι, νικώντας τον θάνατο, κατατρόπωσε τον φόβο. Τον φόβο των Μυροφόρων γυναικών μπροστά στους Ρωμαίους στρατιώτες, τον φόβο των μαθητών του Κυρίου από την μανία των Ιουδαίων, τον φόβο καθενός από εμάς ενώπιον της συναντήσεώς μας με τον Θεό, με την ύπαρξή Του, με την Ανάστασή Του, με την παρουσία Του στη ζωή μας.
Όπου και αν γυρίζουμε σήμερα το βλέμμα μας αντικρίζουμε αυτόν τον απροκάλυπτο και απαίσιο φόβο. Την ανασφάλεια της ανεργίας, την αβεβαιότητα του μέλλοντος, τον εκφοβισμό των αδυνάτων, τον διωγμό των προσφύγων, την μανία του ανθρώπου για να εξουσιάσει χωρίς αναστολές και προϋποθέσεις. Παντού κυριαρχεί ὁ φόβος. Παντού προβάλλει η ρηχή πραγματικότητα. Παντού εξαφανίζεται η ειλικρίνεια και η ντομπροσύνη. Παντού το σκοτάδι προσπαθεί να καλύψει το φως.
Η πίστη μας όμως, η βεβαιότητα της Αναστάσεως, η δύναμη της συγγνώμης και η βαθιά μας πεποίθηση για τη νίκη του θανάτου από τον Κύριό μας, μεταμορφώνει την οικουμένη και δημιουργεί στον άνθρωπο τη δύναμη για να αποβάλλει κάθε ρανίδα φόβου, κάθε ψήγμα εγωισμού. Τον ετοιμάζει για να καταφέρει να αγαπήσει. Να αγαπήσει τον Θεό και τούς ανθρώπους. Ολόκληρη τη δημιουργία. Να αγαπήσει χωρίς προϋποθέσεις, να δείξει πως κάθε φόβος μπορεί να νικηθεί από την αγάπη, μπορεί να μετατραπεί σε ευκαιρία για την σωτηρία μας, για την πορεία μας προς την αιωνιότητα.
Αδελφοί μου,
«Η αγάπη έξω βάλλει τον φόβον». Ο Χριστός νικά τον θάνατο και μας θωρακίζει από την φθορά της αμαρτίας και την ανασφάλεια της καθημερινότητας. Ας πορευθούμε γεμάτοι με αγάπη και θάρρος… χωρίς φόβο και πάθη. Χωρίς μικρότητες και μισαλλοδοξίες. Ας δεχθούμε το δώρο του Αναστάντος Κυρίου μας στη ζωή μας. Όποιος καταφέρει να μας φοβίσει, μας έχει νικήσει. «Η αγάπη έξω βάλλει τον φόβον».
Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη!
† Ὁ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ Ν.ἸΩΝΙΑΣ και ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΓΑΒΡΙΗΛ 








Τετάρτη 17 Απριλίου 2019

Μήνυμα συμπαθείας του Οικουμενικού Πατριάρχου για την καταστροφική πυρκαγιά στον Καθεδρικό Ναό της Παναγίας των Παρισίων



Μήνυμα συμπαθείας του Οικουμενικού Πατριάρχου για την καταστροφική πυρκαγιά στον Καθεδρικό Ναό της Παναγίας των Παρισίων
Με επιστολές του προς τον Ρωμαιοκαθολικό Αρχιεπίσκοπο Παρισίων και τον Πρόεδρο της Γαλλίας
* * *

Την βαθύτατη λύπη του για την καταστροφική πυρκαγιά που έπληξε τον ιστορικό Καθεδρικό Ναό της Παναγίας των Παρισίων, ένα από τα σημαντικότερα σημεία αναφοράς της ιστορίας και της πνευματικής ταυτότητας της γαλλικής πρωτεύουσας, και τη συμπάθειά του προς τους ρωμαιοκαθολικούς πιστούς της πόλης και συνολικά προς τον λαό της Γαλλίας εκφράζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, με επιστολές του προς τον Ρωμαιοκαθολικό Αρχιεπίσκοπο Παρισίων Michel Aupetit και τον Πρόεδρο της Γαλλίας Emmanuel Macron.

Η Παναγία των Παρισίων δεν ήταν απλώς ένας Καθεδρικός Ναός, τονίζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αλλά αποτελεί ένα ορατό σημείο «συνάντησης» της χριστιανικής πίστης και της ανθρώπινης μεγαλοφυΐας, ένα σύμβολο των κοινών ιδανικών της ανθρωπότητας, μία «φωνή» από την οποία πηγάζει μια ηχηρή έκκληση για ειρήνη και αγάπη.
«Ο κόσμος είναι σήμερα τραυματισμένος, βιώνει ένα ιδιαίτερο πένθος, συλλογικά, πέρα από ομολογιακές και θρησκευτικές δεσμεύσεις», σημειώνει ο Οικουμενικός Πατριάρχης και εύχεται για την ταχεία αποκατάσταση του ιστορικού Ναού. 




Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019

Η Τίμια Κάρα του Αγίου Νεομάρτυρος Κωνσταντίνου του Υδραίου στη Ν.Ιωνία






Η Ιερά Mητρόπολη Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας έχει την μεγάλη τιμή και ευλογία να υποδέχεται στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγ. Αναργύρων Νέας Ιωνίας την Τιμία Κάρα του Αγίου ενδόξου Νεομάρτυρος Κωνσταντίνου του Υδραίου.
Πιο συγκεκριμένα την Κυριακή 31 Μαρτίου και ώρα 6.00μ.μ. θα πραγματοποιηθεί η επίσημη υποδοχή της Τιμίας Κάρας και στη συνέχεια θα τελεσθεί ο Δ’ Κατανυκτικός Εσπερινός, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κ. Γαβριήλ.
Μετά το πέρας του Εσπερινού ο Αιδεσ. Πρωτοπρεσβύτερος Ακίνδυνος Δαρδανός, Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως Ύδρας, θα ομιλήσει με θέμα: «ο Άγιος Κωνσταντίνος ο Υδραίος ως πρότυπο μετανοίας».
Τη Δευτέρα 1 Απριλίου 2019 και ώρα 07.00π.μ. θα τελεσθεί Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία.

Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως  





Κυριακή 24 Μαρτίου 2019

Άγιο Φως:Μαρτυρίες των Πατριαρχών Ιεροσολύμων Δαμιανού, Βενεδίκτου, Διοδώρου και Ειρηναίου









Ιστορικές μαρτυρίες για το Άγιο Φως
Η ιστορία καταδικάζει τους αρνητές τού θαύματος
Συνέντευξη τής κας Αγγελικής Χατζηιωάννου στον κ. Λυκούργο Μαρκούδη
Στον Ραδιοσταθμό τής Πειραϊκής Εκκλησίας, στην εκπομπή "Διάλογοι", ο κ. Λυκούργος Μαρκούδης φιλοξενεί την κα. Αγγελική Χατζηιωάννου, η οποία έχει εκπονήσει μεταπτυχιακή επιστημονική έρευνα για το Άγιο Φως βασισμένη σε στοιχεία από αρχαίους κώδικες.
Από την σημαντική αυτή επιστημονική εργασία της κ. Χατζηιωάννου μεταφέρουμε εδώ όσα κατέγραψε  μέσα από μαρτυρίες των Πατριαρχών Ιεροσολύμων Βενεδίκτου, Διοδώρου και Ειρηναίου καθώς και Μαρτυρίες τού 20ού αιώνα για το θαύμα τού Αγίου Φωτός 



"Και μετά φθάνουμε στις μαρτυρίες τού 20ού αιώνα, οι οποίες ίσως είναι και οι πιο ενδιαφέρουσες, γιατί είναι πολύ κοντά σ' εμάς.
-Είναι τωρινές. Είναι αυτό το μεγάλο θαύμα που αιώνες τώρα συμβαίνει, που στηρίζει τους Ορθοδόξους, και που μέχρι και σήμερα, βλέπουμε τη συγκεκριμένη μέρα, η Ιερουσαλήμ να κατακλύζεται από τους Ορθοδόξους κάθε εθνότητος, για να είναι εκεί, να λάβουν αυτή την ευλογία, πολλοί δε εξ αυτών να το μεταφέρουν στη συνέχεια στις πατρίδες τους, στα σπίτια τους, και βέβαια, με την ειδική πτήση που έχει καθιερωθεί εδώ και περίπου 20 χρόνια, να έρχεται στην Ελλάδα, και να μεταφέρεται σχεδόν σε κάθε μέρος τής πατρίδας μας, και όχι μόνο.
Αυτό από μόνο του, η αγάπη τού κόσμου για να λάβει αυτή την ευλογία, θα μπορούσε πολύ εύκολα να αποδείξει όσα κάποιοι άλλοι πολύ εύκολα έρχονται να αμφισβητήσουν.
Μπροστά σε περίπου 15-20.000 ανθρώπους που χωράει ο ναός το μεσημέρι τού Μεγάλου Σαββάτου, (που δεν είναι όλοι Ορθόδοξοι), γιατί πάνε και οι Αρμένιοι, και οι Κόπτες και οι λοιποί Μονοφυσίτες, για να είναι και αυτοί μπροστά την ώρα που βγαίνει το Άγιο Φως, δε νομίζω, (αυτό είναι το δικό μου επιχείρημα, δεν έχω ψάξει σε τόσο βάθος το θέμα τού Αγίου Φωτός), αλλά έχοντας βρεθεί Μεγάλα Σάββατα στην Αγία Γη, δεν νομίζω, ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι θέλουν πραγματικά κάποιος να τους κοροϊδεύει και πηγαίνουν επειδή τους αρέσει μια πολύ όμορφη παράσταση.
Όσο ωραίο και αν είναι ένα θεατρικό έργο, πόσες φορές θα το δεις; Θα πας, θα το δεις και θα φύγεις. Και μάλιστα αν καταλάβεις ότι ήταν και λίγο απάτη, δεν θα ξαναπάς.
Εάν λοιπόν πιστεύουμε όλους αυτούς που εύκολα βρίσκουν λόγο στα ηλεκτρονικά μέσα, να θίξουν την πίστη μας, ή να υποστηρίξουν τα όσα οι ίδιοι πρεσβεύουν, τότε ναι, είμαστε αφελείς. Εμείς και οι χιλιάδες τών ανθρώπων που κάθε χρόνο τέτοια μέρα, πηγαίνουμε εκεί, γιατί μας αρέσει, αυτοί οι λιγοστοί Έλληνες Αγιοταφίτες που υπάρχουν, να μας κοροϊδεύουν. Και μας κοροϊδεύουν επειδή όλοι τους είναι πεπειραμένοι Χημικοί, με πολλές σπουδές και πτυχία στο εξωτερικό, με διδακτορικά, όχι με μεταπτυχιακά, στη χημεία, και μπορούν όχι απλά τα κεριά που κρατάει ο Πατριάρχης, αλλά και όλα τα κανδήλια που είναι σβηστά να τα κάνουν να ανάβουν.
Αυτό είναι ένα μικρό, αφελές ίσως, αλλά και ουσιαστικό επιχείρημα - απάντηση σε όσους δεν έχουν ζήσει αυτή τη στιγμή, μέσα στον Πανάγιο και Ζωοδόχο  Τάφο, στον Πανίερο Ναό τής Αναστάσεως, και να πω για μία ακόμα φορά, (το έχω πει πολλές φορές στην Πειραϊκή Εκκλησία), ότι δεν το έχω δει το Άγιο Φως, μολονότι έχω βρεθεί Μεγάλο Σάββατο εκεί, αλλά το Άγιο Φως γίνεται, χωρίς να με έχει ανάγκη. Συμβαίνει, εμφανίζεται, γιατί ο Θεός έτσι επιτρέπει. Και νομίζω ότι και αυτό είναι κάτι, (πριν φθάσουμε στις μαρτυρίες τού 20ού αιώνα), που θα έπρεπε να αναφερθούμε, αν μπορούμε βέβαια εμείς να εξηγήσουμε, το γιατί κάποιοι το βλέπουν και κάποιοι δεν το βλέπουν, και γιατί αυτοί που το βλέπουν δεν το βλέπουν πάντα με τον ίδιο τρόπο. Ή μπορεί να στέκονται τρεις άνθρωποι δίπλα - δίπλα, ακριβώς στο ίδιο σημείο, και να το βλέπουν εντελώς διαφορετικά.
-Κάποιες θεολογικές απαντήσεις υπάρχουν, όσο μπορούμε βέβαια να προσεγγίσουμε το γεγονός ενός θαύματος, γιατί το θαύμα είναι θαύμα. Ή κανείς το αποδέχεται, ή το απορρίπτει. Λογικές εξηγήσεις δεν υπάρχουν, γιατί αν προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τα θαύματα με τη λογική, θα καταλήξουμε στο σχολαστικισμό τής Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, την οποία ξέρουμε πόσο πολύ τη ζημίωσε. Προσπάθησε και η ίδια να απεγκλωβισθεί, αλλά δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν έχουν καταφέρει να το πετύχουν. 




Τον 20ό λοιπόν αιώνα, έχουμε πολλές μαρτυρίες. Το 1926, ο Αγιοταφίτης Μοναχός Μητροφάνης Παπαϊωάννου, ο οποίος καταγόταν από την Κερασούντα τού Πόντου, κατάφερε να μπει απαρατήρητος μέσα στο Κουβούκλιο τού Παναγίου Τάφου. Προσποιούμενος ότι ήθελε να καθαρίσει κάτι στον Τρούλο, ανέβηκε σε μία σκάλα, (από την παραμονή βέβαια).
Όποιος έχει επισκεφθεί το Κουβούκλιο τού Παναγίου Τάφου, γνωρίζει ότι από πάνω έχει έναν πολύ μικρό Τρούλο. Εκεί κρύφτηκε, είναι συγκλονιστική η μαρτυρία του. Θα ήθελα να τη διαβάσω τη μαρτυρία, όπως ο ίδιος την περιγράφει.
-Όντως είναι συγκλονιστική και αξίζει να την ακούσουμε:
-"Ήκουσα ένα ελαφρό συριγμό. Ήταν παρόμοιος με λεπτήν αύρα πνοής ανέμου. Και αμέσως, (αλησμόνητον θέαμα), είδα ένα γαλάζιο φως να γεμίζει ολόκληρο τον Ιερό χώρον τού Ζωοδόχου Τάφου. Το γαλάζιον εκείνο φως, το είδα εις την συνέχεια να στριφογυρίζει ως δυνατός ανεμοστρόβιλος, που με την ορμή του ξεριζώνει πανύψηλα δένδρα και τα αρπάζει, και τα μεταφέρει μίλια μακριά.
Πόση ανησυχίαν είχε εκείνο το γαλάζιο φως! Μέσα από το φως εκείνο, έβλεπα καθαρά τον Πατριάρχη από το πρόσωπο τού οποίου κυλούσαν χονδρές σταλαγματιές ιδρώτος.
Όπως ήτο γονυκλινής, έφερε το χέρι του και έβαλε το δάχτυλό του εις τον ανοιχτό χώρο τής ιεράς φυλλάδος, που εδημιουργούσε το κερί.
(Αυτό το κερί πρέπει να πούμε, είναι ένα κερί που κρατάει ο Πατριάρχης για να το ανάψει, μαζί με τις δύο δεσμίδες που έχει μαζί του).
Εν τω μέσω τοποθέτησεν επί τού Ζωοδόχου Μνήματος τέσσερας δεσμίδας λευκών κηρίων, από τριάκοντα τρία κεριά η κάθε μία. Και ως να εφωτίζετο από το φως εκείνο το μυστηριώδες, άρχισε να αναγινώσει τας ευχάς.
Μόλις ήγγισεν επί τής ιεράς φυλλάδος και άνοιξε την σελίδα, και άρχισε να αναγινώσκει τας ευχάς, εκείνο το κάπως ήρεμο γαλάζιο φως, ήρχησε και πάλι μίαν ανήσυχον κίνησιν. Ήτο ένα αφάνταστον και απερίγραπτον στριφογύρισμα δυνατότερο από το πρώτο. Και αμέσως, άρχισε να μεταβάλλεται εις ένα ολόλευκο φως, όπως περιγράφει ο Ευαγγελιστής εις την Μεταμόρφωσιν τού Σωτήρος Χριστού.
Εν συνεχεία το ολόλευκο εκείνο φως, μετεμορφώθη εις ένα ολοφώτεινο υπέρ τον ήλιον δίσκον, και ενετοπίσθη ακίνητον άνωθεν ακριβώς τής κεφαλής τού Πατριάρχου.
Κατόπιν είδα τον άγιο γέροντα Πατριάρχη, να παίρνει στα χέρια του τις δεσμίδες τών τριάκοντα τριών κεριών. Τας ανύψωσε, και έδινε την εικόνα τής αναμονής. Ανέμενεν εκ Θεού την έλευσιν τού αοράτου Φωτός. Και όπως σιγά - σιγά ύψωνε τα χέρια του, δεν έφθασε ακόμα στο ύψος τής κεφαλής του. Αμέσως, εν ριπή οφθαλμού, ως να έγγισεν επί αναμμένης καμίνου, ήναψαν αυτομάτως η αγία Κανδήλα, και οι τέσσερεις δεσμίδες τών κεριών.
Αιφνιδίως, χωρίς καν να αντιληφθώ εξηφανίσθη από τών οφθαλμών μου ο ολοφώτεινος εκείνος δίσκος.
Ο άγιος γέροντας Πατριάρχης, γεμάτος από ιεράν ικανοποίηση, με καταφανή την συγκίνηση στο πρόσωπό του, απεχώρησε. Έκανε δύο - τρία βήματα προς τα πίσω σεβόμενος τον άγιο χώρο, και εξήλθε στον προθάλαμο τού αγίου Λίθου. Είχε στας χείρας του το Άγιο Φως". 



-Είναι, όχι απλώς συγκλονιστική, είναι ανατριχιαστική αυτή η περιγραφή. Ο μακαριστός γέροντας Μητροφάνης, είχε διηγηθεί, και δεν έπαψε μέχρι και το τέλος τής ζωής του να διηγείται αυτή του την εμπειρία. Είναι καταγεγραμμένη εδώ και πάρα πολλά χρόνια σε βιβλία που κυκλοφορούν, και μάλιστα λίγο πριν παραδώσει την ψυχή του, είχε μιλήσει ο ίδιος και σε Δημοσιογράφο στη Θεσσαλονίκη, (γιατί εκεί κοιμήθηκε), και κατεγράφη σε κάμερα πλέον η μαρτυρία αυτή η συγκλονιστική, γιατί δεν την είχε ξεχάσει, μολονότι, αυτό το περιστατικό συνέβη το 1926.
Μέχρι και πριν από 15 περίπου χρόνια που κοιμήθηκε ο παππούλης, το έλεγε και το διηγείτο με την ίδια ακριβώς θέρμη, και το περιέγραφε πάντα με τα ίδια ακριβώς λόγια, και είναι νομίζω από τους πιο μεγάλους και αδιάψευστους μάρτυρες τού Αγίου Φωτός. Κρυμμένος ο ίδιος, μετανοιωμένος μετά, πήγε να εξομολογηθεί στον Πατριάρχη (να πούμε όλη την ιστορία ε;)
-Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι μόλις συγκλονίσθηκε τόσο πολύ, ζητούσε να εξομολογηθεί στον Πατριάρχη. Πρέπει να πούμε ότι οι πατέρες τής Αγιοταφικής Αδελφότητας, δεν εξομολογούνται στον Πατριάρχη, υπάρχει ο Πνευματικός, τής αδελφότητος, ο οποίος είναι συνήθως κάποιος Επίσκοπος.
Τότε οι αδελφοί τού είπαν "να πας να εξομολογηθείς στον Πνευματικό". Εκείνος φώναζε κλαίγοντας ότι "θέλω να εξομολογηθώ στον Πατριάρχη". Φοβήθηκαν οι Πατέρες, γιατί υπέθεσαν μήπως είχε κάνει κάποιον φόνο.
Συναντήθηκε λοιπόν με τον Πατριάρχη τον Δαμιανό τότε, και τού εξομολογήθηκε ότι κρύφτηκε και είδε, ό,τι είδε. Ο Πατριάρχης Δαμιανός τού είπε: "Δεν θα πεις τίποτα όσο είμαι ζωντανός. Από τη στιγμή που θα κλείσω τα μάτια μου, τότε έχεις την ευχή και την ευλογία να περιγράψεις οτιδήποτε είδες".
Του έκανε βέβαια την παρατήρηση, όπως την παρατήρηση τού έκανε και ο τότε Μητροπολίτης Τιμόθεος Θέμελης, και μετέπειτα Πατριάρχης Ιεροσολύμων Τιμόθεος. Τον επέπληξε και εκείνος για το γεγονός ότι κρύφθηκε για να διαπιστώσει αν το θαύμα τού Αγίου Φωτός είναι Θαύμα.
Βέβαια το 1960 έχουμε κάτι παρόμοιο. Όταν ο επίτροπος τού Πατριάρχου Βενεδίκτου τού Α΄ μπήκε στον ναό τής Αναστάσεως για να παραλάβει το Άγιο Φως.
Εδώ πρέπει να κάνουμε μια διευκρίνιση. 



Κάποιοι λένε ότι ο Πατριάρχης Βενέδικτος δεν έμπαινε στον Πανάγιο Τάφο πέρα από μία - δυο φορές για να πάρει το Άγιο Φως. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Ο Πατριάρχης Βενέδικτος έμπαινε κάθε χρόνο, μέχρι κάποια στιγμή που η υγεία του δεν το επέτρεπε. Από εκεί και πέρα, όριζε τον επίτροπο τού Πατριαρχείου, ο οποίος πήγαινε και στη θέση του ως Ορθόδοξος Αρχιερέας έπαιρνε το Άγιο Φως.
Το 1960 λοιπόν ο Επίτροπος τού Πατριαρχείο μπήκε στον Πανάγιο Τάφο, (ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Σεβαστείας Αθηναγόρας).
Κάποιος Αβυσσίνιος Μοναχός, (ξέρουμε ότι οι κάτοικοι τής Αβυσσινίας είναι έγχρωμοι). Μπήκε λοιπόν απαρατήρητος στον προθάλαμο τού Παναγίου Τάφου. Ακριβώς επειδή το σκούρο χρώμα τού προσώπου του τον διευκόλυνε, δεν φαινόταν. Διότι όπως θα περιγράψουμε, μέσα δεν υπάρχει φως.
-Απόλυτο σκοτάδι.
-Έμεινε λοιπόν εκεί απαρατήρητος. Μπήκε δηλαδή ο Αρχιεπίσκοπος Σεβατείας, μπήκε και ο Αρμένιος εκπρόσωπος, κανείς δεν τον παρατήρησε όμως. Εκεί λοιπόν, το είδε, και όταν βγήκε έξω, είπε τα εξής:
"Έβλεπα τον Ορθόδοξο Αρχιερέα να ευρίσκεται ολόκληρος μέσα εις μίαν φλόγα καιομένης καμίνου. Έβλεπα από το στόμα του να εξέρχονται φλόγες. Έβλεπα ολόκληρο το Άγιο Κουβούκλιο τυλιγμένο μέσα σε φως".Είναι πράγματι συγκλονιστική μαρτυρία, ενός ανθρώπου που πρέπει να δηλώσουμε ότι δεν είναι και Ορθόδοξος.Μιλήσαμε περί Αγίου Φωτός. Ξεκινήσαμε για το πώς δημιουργήθηκε το θέμα τής αμφισβήτησης, αλλά και το πώς άρχισε το Ίδιο να εμφανίζεται. Όπως πολύ ωραία μας είπε η Αγγελική, ξεκινάει ακριβώς από την ημέρα τής Αναστάσεως.
Πόσες φορές έχεις βρεθεί εσύ στα Ιεροσόλυμα ημέρα τού Αγίου Φωτός;
-Δύο φορές.
-Είχες την ευλογία να το δεις το Άγιο Φως;
-Ναι. Την πρώτη φορά ήταν το 2002 και τη δεύτερη το 2004.
Προσέξτε τώρα τι θα κάνουμε για τους ακροατές. Επειδή έχουμε μία ζωντανή μαρτυρία εδώ στο στούντιο τής Πειραϊκής Εκκλησίας, δεν θα αφήσουμε την Αγγελική να μας το πει σήμερα. Θα κρατήσουμε όλη την αγωνία μας, για να ακούσουμε από πρώτο χέρι τη δική σου μαρτυρία.
Εγώ ξαναλέω για μία ακόμα φορά, και δεν με ενοχλεί καθόλου, ούτε μου μειώνει το θαύμα, ότι εγώ δεν το 'χω δει, αλλά δεν με πειράζει καθόλου. Και ήμουν εκεί, και μάλιστα το 1990 ήμουνα σχεδόν 1,5 μέτρο μακριά από την είσοδο τού Παναγίου Τάφου, αλλά το Άγιο Φως, εγώ δεν το είδα πώς βγήκε. Όμως το Άγιο Φως βγήκε, δεν με είχε ανάγκη ευτυχώς. Και ένοιωσα την ίδια χαρά που ένοιωσαν όλοι οι άνθρωποι, που δεν το βλέπουν όλοι οι άνθρωποι. Και το είπαμε και νωρίτερα αυτό.
Όμως έχω τη χαρά να έχω άνθρωπο που το έχει δει, και θα το "εκμεταλλευθώ" (εντός εισαγωγικών το "εκμεταλλευθώ"), την επόμενη Κυριακή Αγγελική, που θα ξεκινήσουμε αν θέλεις, με τη δική σου μαρτυρία, ή θα την κρατήσουμε για πιο μετά, γιατί έχουμε ακόμα πολλές μαρτυρίες που μπορείς να μας αναφέρεις, και πολλά στοιχεία.
Κλείνοντας αυτή την εκπομπή, αυτούς τους σημερινούς Διαλόγους, που μάλλον ήταν μια απλή συζήτηση για ένα καθόλου απλό θαύμα, αλλά ένα πάρα πολύ μεγάλο θαύμα, θα ήθελα εσύ, να μας πεις έτσι μέσα σ' ένα λεπτό με δυο λόγια, τι θα έλεγες σε όλους αυτούς που λένε ότι το Άγιο Φως δεν είναι θαύμα. Αν μπορούσες δηλαδή πολύ - πολύ σύντομα, χωρίς ιστορικά στοιχεία, χωρίς τίποτα.
Θα ήθελα απλώς να τελειώσω με μία φράση τού Ευαγγελίου.
Το θαύμα τού Αγίου Φωτός, ήταν και θα παραμείνει "σημείο αντιλεγόμενο". Ίσως για να επιβεβαιωθούν για άλλη μία φορά, οι αψευδείς λόγοι τού Κυρίου, ότι "Το Φως ελήλυθεν εις τον κόσμον, αλλά οι άνθρωπο αγάπησαν μάλλον το σκότος ή το Φως.
-Δυστυχώς, και αυτό το βλέπουμε να επαναλαμβάνεται από τότε μέχρι και σήμερα. Είδαν την εποχή τού Κυρίου μας τον Ίδιο τον Κύριο να ανασταίνει νεκρούς, και δεν τον πίστεψαν. Πόσο μάλλον τώρα, που δεν είμαστε σε θέση να Τον αισθανθούμε μέσα από τις ενέργειές Του, πόσο μάλλον να Τον δούμε. Γιατί είναι αδύνατον.






 Ραδιοφωνική μαρτυρία τού θαύματος από τον Πατριάρχη Διόδωρο
-Για να έρθουμε λίγο στα πιο πρόσφατα χρόνια, για τον Πατριάρχη Διόδωρο.
Όλοι έχουμε δει τα βίντεο στην τηλεόραση, όπου ο μακαριστός πατέρας Διόδωρος βγάζει το Φως από το Κουβούκλιο τού Παναγίου Τάφου.
Ο Πατριάρχης Διόδωρος είχε δώσει μία συνέντευξη σε κάποιο ραδιοφωνικό σταθμό στην Αμερική. Και εκεί η Δημοσιογράφος τον είχε ρωτήσει ότι υπάρχουν πάρα πολλές θεολογικές απόψεις σχετικά με την πραγματικότητα τού Αγίου Φωτός.
Ο Πατριάρχης απήντησε καταφατικά και η δημοσιογράφος ρώτησε: "Από την εμπειρία σας Μακαριότατε, το Άγιο Φως είναι υπερφυσικό;"
Ο Πατριάρχης απήντησε:
"-Το άγιο Φως είναι Άγιο Φως."
"-Δηλαδή; Είναι θαύμα;" τού λέει η Δημοσιογράφος.
Ο Πατριάρχης απήντησε: "-Είναι ένα αληθινό θαύμα, ένα αληθινό θαύμα".
Ο Πατριάρχης Διόδωρος ήταν σαφής και κατηγορηματικός. Τονίζω άλλη μια φορά ότι αυτές οι μαρτυρίες καταρρίπτουν το επιχείρημα όσων λένε ότι "κανείς Πατριάρχης εν ζωή δεν παραδέχθηκε ότι το Άγιο Φως είναι θαύμα. Εδώ έχουμε μία μαρτυρία σαφέστατη.
-Νομίζω μία ακόμα, επειδή την προηγούμενη Κυριακή είχαμε ακούσει κι άλλες, απλώς εδώ είναι μία πρόσφατη.
-Πολύ πρόσφατη!



Το φωτοφόρο περιστέρι τού 1985
Επίσης, θέλω να καταθέσω ένα περιστατικό το οποίο γνωρίζω, από τον Αρχιμανδρίτη Πανάρετο. Είναι Πατριαρχικός Επίτροπος στη Βηθλεέμ, ο οποίος μου αφηγήθηκε το εξής:
Το Μεγάλο Σάββατο τού 1985 ο Πατριάρχης Διόδωρος αμέσως μετά την ακολουθία τού Αγίου Φωτός πήγε  στην Πατριαρχική Σχολή τής αγίας Σιών, (για όσους γνωρίζουν  τα Ιεροσόλυμα), προκειμένου να τελέσει μία Εξώδιο Ακολουθία. Κάποιος είχε κοιμηθεί, και ο Πατριάρχης ανέβηκε για να τελέσει την Εξώδιο.
Καθ' όλη τη διάρκεια από την άφιξή του ο Πατριάρχης μέχρι την ώρα που θα ξεκινούσε η Εξώδιος ακολουθία,ο Πατριάρχης έκλαιγε. Ήταν πολύ συγκινημένος, στεκόταν στο θρόνο, αλλά από τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα.
Ο πατέρας Πανάρετος λοιπόν πήγε και ρώτησε τον Πατριάρχη, "Τι ακριβώς σάς συμβαίνει Μακαριώτατε;".
Εκείνος λοιπόν του αφηγήθηκε το εξής, ότι: "-Όση ώρα (τού είπε) εγώ βρισκόμουν μέσα στο Κουβούκλιο τού Παναγίου Τάφου και διάβαζα την ευχή, από πάνω μου είδα ένα περιστέρι. Το περιστέρι (λέει) από το ράμφος του έβγαζε μια ακτίνα φωτός η οποία φώτιζε το βιβλίο. Όταν (λέει) σταμάτησα να διαβάζω την ευχή, το περιστέρι χάθηκε, και το Άγιο Φως είχε έρθει.
-Αυτό είχε πει ο Μακαριστός Πατριάρχης Διόδωρος το 1985;
-Το 1985.
-Να πούμε πάλι λίγο για χάρη τών ακροατών μας, ότι μέσα στον Πανάγιο και Ζωοδόχο Τάφο, από το πρωινό τού Μεγάλου Σαββάτου, δεν υπάρχει τίποτα που να προκαλεί φως. Έχουν σβησθεί τα πάντα. Όλα τα καντήλια έχουν αφαιρεθεί. Κεριά, έχουν αφαιρεθεί, φυτίλια έχουν αφαιρεθεί, σπίρτα, αναπτήρες, οτιδήποτε θα μπορούσε να προκαλέσει φωτιά, φως, λάμψη. Και αυτό από τον Ορθόδοξο Επιτετραμμένο, αυτόν δηλαδή που έχει το δικαίωμα να το κάνει, τον εκπρόσωπο τού Πατριαρχείου μας, από τους εκπροσώπους τών άλλων δογμάτων, και από τον Γενικό Αστυνομικό Διευθυντή τής Παλαιάς πόλεως τών Ιεροσολύμων.
Όλοι μαζί πιστοποιούν ότι δεν υπάρχει τίποτα που να προκαλεί φως μέσα στον Πανάγιο Τάφο και τότε σφραγίζουν και την θύρα τού μνημείου. Και αποσφραγίζεται η θύρα τού μνημείου την ώρα που θα είναι η κατάλληλη για να μπει ο Πατριάρχης ο Ελληνορθόδοξος και να φθάσει στον 2ο χώρο, τον μέσα χώρο, εκεί που βρίσκεται ο Πανάγιος και Ζωοδόχος Τάφος.
Κι εκεί επάνω υπάρχει ακουμπισμένη η Μεγάλη Φυλλάδα τών Ευχών, με την ευχή τού Αγίου Φωτός. Και αυτή είναι η ευχή που ακούσαμε προηγουμένως τη μαρτυρία αυτή, απ' τον μακαριστό Πατριάρχη Διόδωρο. Είναι η Φυλλάδα, που του φώτιζε το περιστέρι, το ανύπαρκτο περιστέρι, το οποίο εξαφανίσθηκε μετά.
-Το οποίο φυσικά δεν θα μπορούσε να μπει από οπουδήποτε, γιατί το Τρουλαίο τμήμα που καλύπτει το Κουβούκλιο τού Παναγίου Τάφου, είναι κλειστό με τζάμι. Φυσικά από την πόρτα δεν θα μπορούσε να μπει, και φυσικά δεν θα μπορούσε να έχει φως. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι κάποιο πουλί μπήκε.
-Ακόμα και αν ήταν μέσα κάποια στιγμή θα 'πρεπε να φύγει. Θα το έβλεπαν πολύ περισσότεροι.
-Ακριβώς! Αλλά και πώς είχε φως;
Ήταν πράγματι συγκλονιστική αυτή η μαρτυρία τού Πατριάρχου Διοδώρου.
-Νομίζω ότι και οι Πατριάρχες θα πρέπει να νιώθουν αυτό που νιώθουμε όλοι μας, εκτός από το δέος, άλλες φορές να βλέπουν κάτι, και άλλες φορές να μη βλέπουν. Έτσι;



 Πνευματική ετοιμότητα τού Πατριάρχη να δει το θαύμα
-Ο Πατριάρχης Δαμιανός είχε πει ότι αναλόγως με την προετοιμασία την πνευματική που έχω κάνει, άλλες φορές (είχε πει ο Δαμιανός), νιώθω αγαλλίαση, όταν (λέει) δεν είμαι πνευματικά έτοιμος, μπαίνω μέσα και βρίσκω την Κανδήλα αναμμένη. Ουσιαστικά δηλαδή δεν τον άφηνε να δει τίποτα, το άναβε ο Χριστός για να το πάρουν όλοι, αλλά εκείνος δεν έβλεπε τίποτα. Αυτή τη μαρτυρία την έχουμε από τον Πατριάρχη Δαμιανό.
-Είναι κάτι που συμβαίνει σε όλους μας, όχι στο Άγιο Φως, νομίζω σε οτιδήποτε κάνουμε που έχει σχέση με την πίστη και τον Θεό μας. Αν είμαστε καλά προετοιμασμένοι, αυτή η έρμη η συνείδηση δεν μάς ελέγχει τόσο. Αν δεν είμαστε καλά, μάς ελέγχει σε όσους διαθέτουμε συνείδηση, γιατί αρχίζει να γίνεται και αυτή κάτι δυσεύρετο πλέον στις μέρες μας.
-Βέβαια κατηγορηματικές παραδοχές για το θαύμα τού Αγίου Φωτός έχω ακούσει και από τον σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναζαρέτ κο Κυριακό, αλλά και από άλλους Ιερείς και Αρχιμανδρίτες τού Πατριαρχείου οι οποίοι δεν αμφισβητούν το θαύμα.



Μαρτυρία τού Πατριάρχη Ειρηναίου το 1996
Και τώρα νομίζω ότι μπορούμε να πάμε σε μία πολύ πρόσφατη και για μένα συγκλονιστική μαρτυρία, την οποία μου κατέθεσε ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων κος Ειρηναίος. Σ' εμένα, και μπροστά σε άλλους βέβαια, περιγράφοντάς μου το τι συνέβη μέσα στο Κουβούκλιο τού Παναγίου Τάφου. Αυτό δηλαδή, η μαρτυρία που μάς έλειπε, για το τι συμβαίνει μέσα, όταν όλοι εμείς είμαστε έξω, μου την έδωσε ο Πατριάρχης Ειρηναίος.
-Και είναι καταγεγραμμένη και αυτή στην συγκεκριμένη εργασία.
-Ναι.
-Είναι κατατεθειμένη στη Θεολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου τής Αθήνας.
-Και με τα ονόματα τών μαρτύρων βέβαια, οι οποίοι ήταν μπροστά και τον άκουσαν να αφηγείται. Υπήρξαν και άλλοι αυτόπτες μάρτυρες.
-Πιστοποιημένο λοιπόν, ότι δεν το βγάζουμε από το κεφάλι μας, αφού ήταν τόσοι μάρτυρες εκεί, που κατέθεσαν ακριβώς το ίδιο.
Και έχουμε φθάσει στο σημείο να το λέμε αυτό και να το τονίζουμε, γιατί δυστυχώς πρέπει (έτσι έχουμε φθάσει σε αυτό το σημείο, αυτής τής εποχής μάλλον), να απολογούμαστε για το αυτονόητο. Δεν το 'χουμε ανάγκη, αλλά για κάποιους που μπορεί να πουν διάφορα.
-Ακριβώς!
Βέβαια ο Μακαριότατος Πατριάρχης, είχε κάνει και άλλη φορά περιγραφή τής τελετής τού Αγίου Φωτός, όταν ήταν Έξαρχος τού Πατριαρχείου στην Ελλάδα. Έχει καταγραφεί αυτή από τον Ελλογιμότατο καθηγητή τής Θεολογικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Αθηνών κο Σπυρίδωνα Κοντογιάννη, και υπάρχει καταγεγραμμένη σε κάποια Εγκυκλοπαίδεια, στην Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, (όποιος θέλει μπορεί να τη βρει), που περιγράφει την  τελετή πώς γίνεται.
-Ως Έξαρχος που δεν είχε μπει στο Κουβούκλιο την ώρα τού Αγίου Φωτός.
-Ακριβώς! Δεν είχε μπει. Το 1996 έχει γίνει αυτή καταγραφή.
Εμένα λοιπόν ο Πατριάρχης μού είπε ότι μετά που τελείωσε είπαμε αυτή η Λιτανεία η κυκλική που γίνεται τρεις φορές γύρω από τον Πανάγιο τάφο, απεκδύθη όπως είπαμε τη Μίτρα του, το Σάκκο, και έμεινε μόνο με το Στιχάρι, τη Ζώνη και τα Επιμάνικα, παίρνει τη φυλλάδα, παίρνοντας το βιβλίο, τη Φυλλάδα, δηλαδή το βιβλίο, Φυλλάδα λέγεται στη Λειτουργική Γλώσσα, τα κεριά, και μπαίνοντας, και από πίσω του ο Αρμένιος.
-Ο Αρμένιος που στέκεται στον προθάλαμο, για μια ακόμα φορά.
-Ο Πατριάρχης στάθηκε όπως μπαίνουμε στον Πανάγιο Τάφο, κοντά στην πόρτα, φράζοντας έτσι και την είσοδο, (για ευνόητους λόγους), και αρχίζει να διαβάζει τη Ευχή.
Εγώ ρώτησα τον Πατριάρχη, πώς μπορούσε να δει για να διαβάσει, εφ' όσον όπως γνωρίζουμε δεν υπάρχει φως.
Ο Πατριάρχης, μού είπε ότι επειδή ακριβώς έχει ένα μικρό Τρούλο πάνω από το Κουβούκλιο τού Παναγίου Τάφου, κινούσε το βιβλίο, ώστε να μπορεί να φθάσει έστω και λίγο φως, για να μπορέσει να διαβάσει αυτά που έβλεπε, την Ευχή.
Πράγματι μού είπε, "κουνώντας το βιβλίο, μπόρεσα να τη διαβάσω την ευχή".
Και ξαφνικά βλέπει άγνωστο από πού, (ούτε κι εκείνος μου είπε μπόρεσε να καταλάβει), μία σφαίρα φωτός, κυανού χρώματος. Αυτό το γαλάζιο-μπλε, που ήταν κάτι μεταξύ γαλάζιου και μπλε.
Αυτή άρχισε να περιστρέφεται γρήγορα πάνω από το κεφάλι του. Αυτό μοιάζει με αυτό που είχε πει ο Πατριάρχης Δαμιανός περίπου, που είχε δει και ο Μητροφάνης, ο Αγιοταφείτης αυτή τη σφαίρα.
Από εκεί και πέρα, λέει ότι δεν θυμάται τίποτα άλλο. Και μού είπε κατά λέξη τα εξής:
"Συνειδητοποίησα ότι ζω, μόλις βγήκα από τον Πανάγιο Τάφο. Έβλεπα τον κόσμο να φωνάζει, τις λαμπάδες αναμμένες, αλλά δεν κατάλαβα ούτε τι έγινε, ούτε πώς βγήκα έξω".
Δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει τι έγινε, (μάς είπε), ούτε να δώσει περισσότερες πληροφορίες. Άλλωστε μάς είπε σαφώς και κατηγορηματικώς ότι η φανέρωση τού Αγίου Φωτός είναι θαύμα, το οποίο δεν μπορεί ούτε να ερμηνευθεί, ούτε να περιγραφεί στο σύνολό του.
Αυτή ήταν η περιγραφή τού Πατριάρχου. 












Πηγή  Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας
http://www.oodegr.com/oode/asynithista/thavmata/agio_fws_aggelikh_2.htm#13

Απομαγνητοφώνηση Ν. Μ.

Κάποια Χριστούγεννα...

  Κάποια Χριστούγεννα... ''Πήγε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης στα γραφεία της εφημερίδας «Ἀκρόπολις» για να παραδώσει ένα χριστουγεννιά...