ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ ΤΩ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ, ΕΛΕΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝΠΑΡΑ ΤΟΥ ΕΝ ΒΗΘΛΕΕΜ ΓΕΝΝΗΘΕΝΤΟΣΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ
* * *
Αδελφοί και Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
«Παιδίον εγεννήθη ημίν, υιός και εδόθη ημίν»!
(Ησ. θ΄ 5)
Ενθουσιωδώς και χαρμοσύνως ο Προφήτης μας γνωστοποιεί προορατικώς πρόαιώνων πολλών την εκτής Αειπαρθένου Γέννησιν του Παιδίου Ιησού. Βεβαίως, δεν ευρέθηκαί τότε, περίοδον απογραφής επί Καίσαρος Αυγούστου,
τόπος εν τω καταλύματι διά την στέγασιν της κυοφορούσης εκ Πνεύματος Αγίου Παρθένου και ούτως ην αγκάσθη ο μνήστωρ καίφύλαξ αυτής άγιος Ιωσήφ να την οδηγήση εις σπήλαιον, εις την φάτνην των αλόγων, «του τεκείντό Παιδίον».
Ο ουρανός και η γη υποδέχονται, προσφέροντες την ευχαριστίαν εις τον Δημιουργόν: «οι Άγγελοι τον ύμνον˙ οι ουρανοί τον αστέρα˙ οι Μάγοι τα δώρα˙ οι ποιμένες το θαύμα˙ η γη το σπήλαιον˙ η έρημος την φάτνην˙ ημείς δε Μητέρα Παρθένον»˙οι ποιμένες αγραυλούν επί «την ποίμνην αυτών» και φυλάσσουν «φυλακάς νυκτός», και άγγελοι θεωρούντες εκστατικοί το Μυστήριον υμνολογούν (Εσπέρια Εορτής Χριστουγέννων).
Η γλυκύτης της Αγίας Νυκτός των Χριστουγέννων περιβάλλει και πάλιν τον κόσμον. Καί εν μέσω των ανθρωπίνων καμάτων και πόνων, της κρίσεως και των κρίσεων, των παθών και των εχθροτήτων, των ανησυχιών και των απογοητεύσεων, προβάλλει πραγματικόν και επίκαιρον όσον ποτέ το μυστήριον της Ενανθρωπή-σεως του Θεού Λόγου, Όστις κατήλθεν ως υετός επί πόκον εις την κοιλίαν της αειπαρθένου Μαρίας ίνα ανατείλη δικαιοσύνην και πλήθος ειρήνης (πρβλ. Ψαλμ. Οα΄ 7).
Υπό την σιωπήν και την ειρήνην της ιεράς Νυκτός των Χριστουγέννων, Ιησούς Χριστός, ο άναρχος, ο αόρατος, ο ακατάληπτος, ο άϋλος, ο αεί ων, ο ωσαύτως ων, εισέρχεται σαρκοφόρος, άσημος, απλούς, πτωχός, άγνωστος, εις το δράμα της ιστορίας. Εισέρχεται συγχρόνως ως «μεγάλης βουλής άγγελος, θαυμαστός σύμβουλος, [...] εξουσιαστής, άρχων ειρήνης, πατήρ του μέλλοντος αιώνος» (Ησ. θ΄ 6). Ναί, ερχεται ως άνθρωπος υπό Μητρός Παρθένου και λύει την περιπλοκήν της ανομίας και δίδει με την Χάριν και το Έλεός Του διέξοδον εις τας απορίας της ζωής, προορισμόν και αξίαν και περιεχόμενον και υποδειγματικόν ήθος και πρότυπον εις την ανθρωπίνην περιπέτειαν.
Ο Κύριος προσελάβετο άπασαν την ανθρωπίνην φύσιν και ηγίασεν αυτήν. Ο προαιώνιος Θεός κατεδέχθη να γίνη δι᾿ημάς έμβρυον και να κυοφορηθή εις την γαστέρα της Θεοτόκου. Ούτως ετίμησε και την ανθρωπίνην ζωήν εκ του πρωταρχικού σταδίου αυτής και εδίδαξε τον σεβασμόν εις τον άνθρωπον από της αρχής της κυήσεως αυτού. Ο τα πάντα Δημιουργήσας συγκατέβην άγεννηθή ως Βρέφος και να γαλακτοτροφηθή υπό της Παρθένου. Ούτως ετίμησε την παρθενίαν και την μητρότητα, την πνευματικήν και την φυσικήν. Διά τούτο ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος προτρέπει: «γυναίκες παρθενεύετε, ίνα Χριστού γένησθε μητέρες» (Λόγος ΛΗ', Εις τα Θεοφάνεια, PG 36, 313A).
Καί ώρισεν ο Κύριος την συζυγίαν του άρρενος και του θήλεος εν τη ευλογημένη οικογενεία. Αυτός ο θεσμός της χριστιανικής οικογενείας αποτελεί το κύτταρον της ζωής και την θερμοκοιτίδα της υγιούς ψυχικώς και σωματικώς αναπτύξεως των τέκνων. Ως εκ τούτου, αποτελεί οφειλήν της Εκκλησίας αλλά και καθήκον της ηγεσίας εκάστου λαού η διάποικίλων τρόπων ενίσχυσις του θεσμού της οικογενείας.
Διά να αναπτυχθή εν παιδίον υγιώς και ομαλώς απαιτείται μία οικογένεια όπου ο ανήρ και η γυνή ζούν αρμονικώς, ως εν σώμα, μία σαρξ, μία ψυχή, υποτασσόμενοι ο ένας προς τον άλλον.
Είμεθα βέβαιοι ότι πάντες οι πνευματικοί και εκκλησιαστικοί ηγέται, ως άλλοι αγραυλούντες ποιμένες, αλλά και οι ιθύνοντες τα του κόσμου, γνωρίζουν και αποδέχονται την θείαν αλήθειαν και πραγματικότητα ταύτην, την οποίαν διακηρύττομεν από του Οικουμενικού Πατριαρχείου και κατά τα εφετεινά Χριστούγεννα.
Πάντες οφείλομεν να ενθαρρύνωμεν την δημιουργίαν και την λειτουργίαν των φυσιολογικών οικογενειών διά να αναπαράγουν υγιείς ψυχικώς και χαρούμενους πολίτας, πλήρεις αισθημάτων ασφαλείας, στηριζομένους εις το αίσθημα της προστασίας του ισχυρού και προστατεύοντος πατρός και της στοργικής και αγαπώσης μητρός. Οικογενείας, εις τας οποίας θα αναπαύεται ο Θεός.
Προσκαλούμεν και προτρεπόμεθα άπαν το πλήρωμα της Αγίας Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας όπως πολιτευόμενον αξίως της ης εκλήθη κλήσεως πράττη πάντό δυνατόν διά την στήριξιν του θεσμού της οικογενείας.
Αδελφοί, «η νυξ προέκοψεν, η δε ήμερα ήγγικεν» (Ρωμ. ιγ΄ 12). Ήδη οιποιμένες πορεύονται προς την Βηθλεέμ το θαύμα ανακηρύττοντες και προσκαλούν ημάς να τους ακολουθήσωμεν, ως άλλοι «αστεροσκόποι μάγοι χαράς πληρούμενοι» (τροπάριον δ΄ ωδήςΌρθρου Εορτής Χριστουγέννων), «δώρατί μια» προσάγοντες Αυτώ «χρυσόνδόκιμον, ως Βασιλεί των αιώνων, και λίβανον ως Θεώ των όλων, ως τριημέρω δε νεκρώ σμύρναν τω αθανάτω» (Ανατολίου, Στιχηρόνιδιόμελον Εσπερινού Εορτής Χριστουγέννων). Δηλαδή τα δώρα της αγάπης και της πίστεώς μας και της δοκιμής μας ως χριστιανών καί μάλιστα ορθοδόξων εις το ήθος και την παράδοσιν, την οικογενειακήν, την πατερικήν, την εκκλησιαστικήν, την ορθοπράττουσαν πάντοτε ανά τους αιώνας και συνέχουσαν μέχρι σήμερον την ευλογημένην κοινωνίαν μας, της οποίας κύτταρον κατά Θεόν βιο της και αυξήσεως είναι, επαναλαμβάνομεν, η οικογένεια.
Αδελφοί και τέκνα,
-2013 χρόνια συνεπληρώθησαν από της κατά σάρκα Γεννήσεως του Χριστού˙
-2013 χρόνια και ο Χριστός, όπως τότε, δεν παύει να καταδιώκεται εν τω προσώπω των αδυνάτων από τον Ηρώδην και τους παντοειδείς συγχρόνους Ηρώδας˙
-2013 χρόνια και ο Ιησούς διώκεται εις τα πρόσωπα των χριστιανών εν Συρία -και όχι μόνον˙
-2013 χρόνια και ο Χριστός φεύγει, ως πρόσφυξ μετ᾿ αυτών, όχι εις την Αίγυπτον, αλλά εις τον Λίβανον, εις την Ευρώπην, εις την Αμερικήν και αλλαχού δι᾿ ασφάλειαν εν τη ανασφαλεία του κόσμου˙
-2013 χρόνια και το Παιδίον Ιησούς είναι ακόμη φυλακισμένον με τους δύο Ιεράρχας της Συρίας Παύλον και Ιωάννην, με τας Ορθοδόξους μοναχάς και πολλούς ακόμη ανωνύμους και επωνύμους χριστιανούς˙
-2013 χρόνια και ο Χριστός σταυρώνεται μαζί με αυτούς που βασανίζονται και φονεύονται διά να μη προδώσουν την πίστιν των εις Αυτόν˙
-2013 χρόνια και ο Ιησούς φονεύεται καθ᾿ ημέραν εις το πρόσωπον των χιλιάδων εμβρύων, τα οποία οι γονείς των δεν αφήνουν να γεννηθούν˙
-2013 χρόνια και ο Χριστός εμπαίζεται και ονειδίζεται εις το πρόσωπον των δυστυχισμένων παιδίων, τα οποία ζούν υπό την κρίσιν της οικογενείας, της ανεχείας, της πτωχείας.
Τον πόνον, την θλίψιν και τα παθήματα των ανθρώπων ήλθε και έρχεται και κατά τα εφετεινά Χριστούγεννα να αναλάβη ο Κύριος, ο ειπών «εφ᾿ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε» (Ματθ. κε΄ 40-41). Δι᾿ αυτούς ήλθεν εκ Παρθένου, δι᾿ αυτούς εγένετο άνθρωπος, δι᾿ αυτούς έπαθεν, εσταυρώθη, ανέστη. Δι᾿ ημάς όλους, δηλαδή. Ας άρωμεν, λοιπόν, έκαστος ημών τον προσωπικόν αυτού σταυρόν διά να εύρωμεν χάριν και έλεον εις εύκαιρον βοήθειαν˙ διά να είναι «μεθ᾿ ημών ο Θεός», ο τεχθείς Εμμανουήλ, Σωτήρ και Κύριος. Αμήν.
Χριστούγεννα ,βιγ΄
Ο Κωνσταντινουπόλεως
διάπυρος προς Θεόν ευχέτης πάντων υμών.