Ο ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Α Ο ΣΟΦΟΣ + 23 Νοεμβρίου
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΚΤΗΤΩΡ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΕΙΚΟΣΙΦΟΙΝΙΣΣΗΣ ΔΡΑΜΑΣ
Ο Διονύσιος Α΄, ο επονομαζόμενος Σοφός, διετέλεσε Οικουμενικός Πατριάρχης την περίοδο 1467-1471 και 1488-1490.
Γεννήθηκε στη Δημητσάνα πριν το 1410. Σπούδασε στη Σχολή της Μονής Φιλοσόφου στην πατρίδα του. Εκάρη μοναχός στη Μονή Μαγγάνων στην Κωνσταντινούπολη και πνευματικός του πατέρας ήταν ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, Μητροπολίτης Εφέσου, ο οποίος τον χειροτόνησε διάκονο και πρεσβύτερο.Κατά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης συνελήφθη και οδηγήθηκε αιχμάλωτος στην Αδριανούπολη. Εκεί εξαγοράστηκε από τον άρχοντα Κυρίτζη και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Φιλιππουπόλεως από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Τον Ιανουάριο του 1467 εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης, υπό την προστασία της χριστιανής μητριάς του Μωάμεθ του Πορθητή, κυρα-Μάρως, η οποία ήταν κόρη του Δεσπότη της Σερβίας Γεωργίου Α΄ Μπράγκοβιτς και σύζυγος του Σουλτάνου Μουράτ Β΄.Πατριάρχευσε μέχρι το 1471. Συκοφαντήθηκε ότι κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας του στην Αδριανούπολη υπέστη περιτομή, αλλά ο ίδιος απέδειξε το αβάσιμο της κατηγορίας. Κατόπιν παραιτήθηκε και αποσύρθηκε στη Μονή Εικοσιφοινίσσης Δράμας, ως το 1488, οπότε επανεξελέγη από Σύνοδο που συνεκλήθη από τον Σουλτάνο Βαγιαζήτ Β΄. Το 1490 παραιτήθηκε λόγω γήρατος και επέστρεψε στην ίδια Μονή, της οποίας θεωρείται δεύτερος κτίτωρ, και παρέμεινε εκεί μέχρι το 1492, οπότε πέθανε.Επί Πατριαρχίας Ιωακείμ Α΄ ανακηρύχθηκε άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ορίστηκε να τιμάται η μνήμη του στις 23 Νοεμβρίου. Το σκήνωμά του φυλλάσσεται στη Μονή Εικοσιφοινίσσης, εκτός από ένα τεμάχιο που δόθηκε το 1881 στη Σκήτη του Αγίου Ανδρέα στο Άγιο Όρος και ένα άλλο που δόθηκε το 1955 στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Δημητσάνα. Μετά το θάνατό του είχε συνταχθεί ακολουθία προς τιμήν του, από τον Πρωτοσύγγελο της Μητρόπολης Ξάνθης Χρύσανθο, η οποία συμπληρώθηκε το 1819, κατόπιν εντολής του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, από τον ιερομόναχο Ιλαρίωνα τον Σιναΐτη.
Επί Πατριαρχίας Ιωακείμ Α΄ ανακηρύχθηκε άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ορίστηκε να τιμάται η μνήμη του στις 23 Νοεμβρίου.
Το σκήνωμά του φυλλάσσεται στη Μονή Εικοσιφοινίσσης, εκτός από ένα τεμάχιο που δόθηκε το 1881 στη Σκήτη του Αγίου Ανδρέα στο Άγιο Όρος και ένα άλλο που δόθηκε το 1955 στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Δημητσάνα.
Η Ιερά Μονή Εικοσιφοινίσσης καταστράφηκε από τους Βούλγαρους το 1917. Πριν την καταστροφή της στο σκευοφυλάκειο της Μονής ήταν αποθησαυρισμένα πολλά και σημαντικά κειμήλια, ενώ ιδιαίτερα αξιόλογη ήταν η βιβλιοθήκη της, η οποία αριθμούσε 1300 τόμους βιβλίων, από τα οποία τα 400 ήταν χειρόγραφες μεμβράνες. Τη Μεγάλη Δευτέρα 27 Μαρτίου 1917, ο Βούλγαρος κομιτατζής Πανίτσας, άρπαξε τα περισσότερα κειμήλια και τα μετέφερε στη Βουλγαρία, όπου φυλάσσονται μέχρι σήμερα στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Σόφιας. Τον Ιούνιο του ιδίου έτους Βούλγαροι στρατιώτες ανάγκασαν τους μοναχούς να εγκαταλείψουν το Μοναστήρι. Το 1923 ο Διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών, καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας Γεώργιος Σωτηρίου μετέβη στη Σόφια, για να ζητήσει την επιστροφή των κλαπέντων αντικειμένων (907 ιερά λατρευτικά αντικείμενα, 430 χειρόγραφους κώδικες, 467 αρχέτυπα, κ.ά.), αλλά επεστράφησαν μόνον επτά «Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε μέχρι τέλους την –με κάθε νόμιμο και ηθικό μέσο– διεκδίκηση των πατρώων θησαυρών μας» υπογράμμισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος σε εκδήλωση παρουσίασης έκδοσης αφιερωμένης στα εκατό χρόνια από τη λεηλασία σπάνιων ιστορικών κειμηλίων από τη Μονή Εικοσιφοινίσσης του Παγγαίου από Βούλγαρους επιδρομείς, κατά τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης απηύθυνε έκκληση προς τις ελληνικές κρατικές και πολιτικές Αρχές να εντάξουν το αίτημα «της απροφασίστου επιστροφής όλων των υπό των Βουλγάρων αρπαγέντων θησαυρών των μονών της Μακεδονίας» στις διμερείς επαφές, αλλά και στο νομικό πλαίσιο της ΕΕ. Ανέφερε ότι σπάνιας ιστορικής αξίας κειμήλια, αρχαία χειρόγραφα, αφιερώματα, εικόνες και άλλοι «θησαυροί πνευματικοί και πολιτιστικοί των Ελλήνων» οι οποίοι «ηρπάγησαν, χωρίς φόβο Θεού» από μοναστήρια της Μακεδονίας, εκείνη την εποχή, «εφυγαδεύθησαν» στη γειτονική χώρα και είτε κρύπτονται σε μυστικές συλλογές, είτε εκτίθενται σε μουσεία «ως δείγματα ενός δήθεν βουλγαροβυζαντικού πολιτισμού», ή και πουλήθηκαν παράνομα σε μουσεία και βιβλιοθήκες τρίτων χωρών. Εξήρε, μάλιστα, τη στάση της Λουθηρανικής Θεολογικής Σχολής του Σικάγου, η οποία προ διετίας επέστρεψε μια Καινή Διαθήκη του 9ου αι., κειμήλιο της μονής της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας (Κώδιξ 1424), που είχε αποκτήσει σε δημοπρασία, και πρόσθεσε: «Όλα τα υπόλοιπα κατακρατούνται ακόμη παρά πάσα έννοια δικαίου, πάντα νόμον ηθικής και παρά τις αλλεπάλληλες εκκλήσεις του Οικουμενικού Πατριάρχου προς την ανωτάτην πολιτική και πολιτειακή ηγεσία της Βουλγαρίας και προς το πατριαρχείο της Σόφιας. Πρόκειται για μια μεγάλη πληγή στο σώμα της Ρωμιοσύνης, η οποία παραμένει ανοιχτή και χάσκουσα, επί ένα ολόκληρο αιώνα».Ο Πατριάρχης συνέχισε λέγοντας ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η μητρόπολη της Δράμας και άλλες πληγείσες μητροπόλεις, δεν θα παραιτηθούν από το στόχο της επιστροφής όλων των κλεμμένων κειμηλίων και πρόσθεσε: «Οφειλετικώς, κρατούμε το θέμα ανοιχτό και δεν θα πάψουμε να αγωνιζόμαστε μέχρι της πλήρους και τελείας διευθετήσεώς του, δηλαδή μέχρι να μας επιστραφεί και το τελευταίο εκ των διαρπαγέντων ιερών και οσίων».
Ο κ. Βαρθολομαίος τοποθετήθηκε για το θέμα σε ομιλία του με αφορμή την παρουσίαση του τόμου Η λεηλασία της Εικοσιφοινίσσης – Εκατό χρόνια από την κλοπή (1917-2017), σε κοινή εκδήλωση των μητροπόλεων Δράμας και Νεαπόλεως-Σταυρουπόλεως, στη μονή Λαζαριστών. Στην εκδήλωση μίλησαν επίσης οι μητροπολίτες Δράμας Παύλος και Νεαπόλεως-Σταυρουπόλεως Βαρνάβας, ο αγιορείτης γέρων Νικόδημος Αγιοπαυλίτης, ο συγγραφέας του βιβλίου, καθηγητής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης Γιώργος Παπάζογλου, και ο αναπληρωτής καθηγητής αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου Πατρών Σταύρος Μαμαλούκος.