Στις 8 Ιανουαρίου 2013 εκοιμήθη εν Κυριω ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Παναχράντου της Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας και Προϊστάμενος του Ιερού Ναού Αγίου Ευσταθίου Περισσού ,Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Θεόφιλος Μπουγιουλέκας.
Ο μακαριστός υπήρξε άνθρωπος του Θεού. Μικρασιάτης το σαρκικό γένος, Αγιορείτης το πνευματικό. Ειχε κρατήσει μέσα του οτι πιο όμορφο έχουν αυτοί οι δυο ευλογημένοι Τόποι προσφέρει στην οικουμένη.Την ευλάβεια και ακράδαντη πίστη στον Θεό και την αγάπη στην Πατρίδα.
Κατωτέρω δημοσιεύεουμαι την επικήδειο ομιλία του Αρχιμ. Ηλία Καρατζά,που εκφωνήθηκε κατά την εξόδιο Ακολουθία του μακαριστού στις 9 Ιανουαρίου στον Ι.Ναό του Αγίου Ευσταθίου Περισσού Νέας Ιωνίας.
ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΓΕΡΟΝΤΑ .
EΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΚΦΩΝΗΘΕΙΣ ΥΠΟ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣ.
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΟΥ π. ΗΛΙΑ ΚΑΡΑΤΖΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΞΟΔΙΟΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ
ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΜΠΟΥΓΙΟΥΛΕΚΑ
Πανοσιολογιώτατε Εκπρόσωπε της Α.Θ.Π.
του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου,
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Προικονήσου κ. Ιωσήφ,
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Χαλκίδος κ.
Χρυσόστομε,
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Πειραιώς κ.
Σεραφείμ,
Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κ.κ. Κωνσταντίνε,
Θεοφιλέστατε Επίσκοπε Ελαίας κ. Θεοδώρητε,
Τίμιον Πρεσβυτέριον,
Αξιότιμε κ. Αντιπεριφερειάρχα Πειραιώς κ. Χρήστου,
Αξιότιμε Δήμαρχε Νέας Ιωνίας κ.
Γκότση,
Αξιότιμοι κύριοι Δημοτικοί Σύμβουλοι και Εκπρόσωποι Φορέων και Σωματείων της Πόλεώς μας,
Οσιώτατοι Μοναχοί και Μοναχαί,
Πενθηφόρε Λαέ του Κυρίου,
Η σημερινή συνάθροιση είναι μία συνάθροιση
εξόδου και αποχαιρετισμού, που κατ΄ αρχήν φαίνεται πενθηφόρος, στην ουσία της
όμως είναι πνευματική και γεμάτη από ελπίδα Χριστού, πλήρης αναστασίμου φωτός
και ευωδίας ζωής αιωνίου. Σκοπός της σημερινής συνάξεώς μας είναι να
προπέμψουμε στην αιωνιότητα, στην ουράνιο πατρίδα και στη βασιλεία του Θεού, με
τη συνοδεία της αγάπης και της προσευχής μας, τον αείμνηστο Καθηγούμενο της
Ιεράς Μονής Παναχράντου και πνευματικό μας πατέρα, αείμηστο Αρχιμανδρίτη π.
Θεόφιλο Μπουγιουλέκα .
Εν τω πνευματι του χαροποιού ορθοδόξου πένθους προπέμπουμε τον αγαπητό και
σεβαστό Γέροντά μας και την ώρα αυτή έχουμε να απευθύνουμε σε εκείνον λόγο
προσευχής, και το λόγο μας αυτό τον προσφέρουμε πρόσωπον προς πρόσωπον, μιας
και είμεθα άπαντες βέβαιοι ότι η μακαρία και αγιασμένη του ψυχή είναι παρούσα
ετούτη την ώρα.
Ο μακαριστός Γέροντάς μας αντιμετώπισε τον θάνατο, ΄΄τόν ἔσχατο ἐχθρό τοῦ
ἀνθρώπου΄΄ (Α΄ Κορινθ. 15,26), με θάρρος που αρμόζει σε μία γνήσια χριστιανική
ψυχή, σε ένα γνήσιο Λευίτη που με ακρίβεια εφήρμοσε το παράδειγμα του
αρχιποίμενος Ιησού Χριστού, σε ένα όντως ΄΄τέκνον φωτός΄΄. Αυτόν τον θάνατο που
εμείς φοβούμεθα και να τον αναλογιστούμε ακόμα, εκείνος τον αντίκρυσε με θάρρος
και με απαράμιλλο ψυχικό σθένος. Οι περισσότεροι βιώνουμε το γεγονός της
σωματικής μας απώλειας με την αγωνία που νιώθει ένα θήραμα καθώς πέφτει στα
χέρια του κυνηγού• ταραχή κατακλύζει τη ψύχη καθώς εγγίζει η ώρα της εξόδου.
Όμως ο αείμνηστος έχοντας βαθιά μέσα στη καρδιά του το υπόδειγμα του Κυρίου,
που με την Ανάστασή του συνέτριψε την παγίδα αυτή, έκαμε πράξη το λόγο του
ψαλμωδού :΄΄ἡ παγίς συνετρίβη, και εγώ ἐῤῥύσθην, διότι ἡ βοήθειά μου ἐν ὀνόματι
Κυρίου΄΄ (Ψαλμ 123,7). Και πράγματι εν τω ονόματι Κυρίου, γλίτωσε από το
αίσθημα της φρικτής θανατηφόρου παγίδος .
Ο θάνατος μέσα από μία τέτοια ματιά απογυμνώνεται από το φρικτό κάλυμμα του
φόβου και της αγωνίας και μεταλλάσσεται σε στιγμή εξόδου, σε μία δίοδο προς την
όντως ζωή και μακαριότητα. Η ορθόδοξη πράξη άλλωστε δεικνύει με τρόπο μοναδικό
και αδιαμφισβήτητο πώς η ώρα της καινής ζωής, η στιγμή της δικαίωσης φθάνει. Ο
ίδιος ο Κύριος αψευδώς δηλώνει : ΄΄ μὴ θαυμάζετε τοῦτο· ὅτι ἔρχεται ὥρα ἐν ᾗ
πάντες οἱ ἐν τοῖς μνημείοις ἀκούσονται τῆς φωνῆς αὐτοῦ, καί ἐκπορεύσονται οἱ τὰ
ἀγαθὰ ποιήσαντες εἰς ἀνάστασιν ζωῆς• ΄΄ (Ιω. 5, 28-29), ενώ ο Απόστολος
απευθύνει λόγο παρηγορίας: ΄΄μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες
ἐλπίδα΄΄ (Α΄ Θεσ. 4,13.).
Λυπούμεθα προς στιγμήν μαζί με τον Ιερό Υμνωδό για τον νεκρόν άνθρωπο, ΄΄τόν
πλασθέντα ὡραῖον καί διά χάριν ἀθάνατον΄΄ από τα χέρια του Θεού, εκείνον που
όλοι μας τον εγνωρίσαμε δοξασμένο, τίμιο λειτουργό και μεγαλοπρεπή διάκονο του
ιερού Θυσιαστηρίου, εκείνον που υπέμεινε τον βαρύ αλλά χρηστό ζυγό της
ιερωσύνης, εκείνον που ενθυμούμεθα ασκητικό και μέγα αθλητή των πνευματικών
παλαισμάτων, να καταλήγει ΄΄ἂμορφος, ἂδοξος, μή ἒχον εἶδος΄΄. Η δική του όμως
πίστη και βεβαιότητα στην Ανάσταση του Χριστού και στην επουράνιο βασιλεία Του,
έρχονται να διαλύσουν την πρόσκαιρη θλίψη και να γλυκάνουν τη πικρία της
απουσίας και της απώλειας. Έρχονται να δώσουν σιωπή στους λόγους προσευχής,
στους λόγους της απορίας και της αγωνίας, στα ρήματα που στέκονται τόσο μάταια
και ανώφελα μπροστά στη προσπάθεια ενός ανθρώπου να ξεπεράσει τα δεσμά του
ανθρωπίνου πόνου, των θλίψεων της σάρκας και να αφεθεί στην αιώνια μακαριότητα.
Τώρα μόνο χωρά στη σκέψη όλων μας η ηρεμία και η ανάπαυση που είναι τόσο
εμφανής στη μορφή του. Η υφ΄απάντων μαρτυρουμένη αγαλλίαση του προσώπου του
δηλοί και βεβαιώνει την μακαριότητα της ψυχής του.
Και καθώς προστάζει το τυπικό μίας τέτοιας ομιλίας, επιτρέψατέ μου να αναφέρω
εν συντομία ορισμένα βασικά στοιχεία από το βίο του αειμνήστου.
Ο μεταστάς εγεννήθη στη Θεσσαλονίκη 1934, από τους ευσεβείς Μικρασιάτες (Αλατσατιανούς) γονείς Κωνσταντίνο και Μαρία. Εκεί στη βυζαντινή
πόλη των Αγίων επέρασε τα παιδικά του χρόνια μέσα εις την πνευματική αγκάλη της
ενορίας του Αγίου Σπυρίδωνος Τριανδρίας.
Όντας όμως από τα πρωιμότατα εφηβικά και νεανικά του χρόνια πνευματικά
διψασμένος για περαιτέρω αφιέρωση στην Εκκλησία του Χριστού και για επίδοση
στην άσκηση και καλλιέργεια των αγιοπνευματικών χαρισμάτων, εγγράφεται εν έτει
1947, δόκιμος μοναχός εις την Ιερά Μονή Παντοκράτορος Αγίου Όρους, και την
8-7-1951 κείρεται μοναχός λαμβάνοντας το όνομα Θεόφιλος. Το 1953 χειροτονείται
Διάκονος υπό του Μακαριστού Μητροπολίτου πρώην Μιλητουπόλεως κυρού Ιεροθέου,
στο Ιερό Παντοκρατορινό Κελίον της Θείας Μεταμορφώσεως στις Καρυές. Σοβαρά ασθένεια, τον αναγκάζει σύντομα να
επιστρέψει στην εν κόσμω διακονία, διακονώντας διαδοχικά εν Θεσσαλονίκη, Τριπόλει,
Αθήναις και Πειραιεί. Το 1963 χειροτονείται Πρεσβύτερος υπό του αοιδίμου
Μητροπολίτου Δρυινουπόλεως και Κονίτσης κυρού Χριστοφόρου, στον Ιερό Ναό Αγίων
Κωνσταντίνου και Ελένης Πειραιώς εντός δε του ιδίου έτους λαμβάνει το οφφίκιον
του Αρχιμανδρίτου υπό του Μακαριστού Μητροπολίτου Σισανίου και Σιατίστης κυρού
Πολυκάρπου, τη ευλογία του οποίου διακονούσε το Ιερό Παρεκκλήσιον του Αγίου
Χαραλάμπους εν Πειραιεί. Στα 1968 με αφορμή την εξυπηρέτηση των τουρκοφώνων
κατοίκων της Νέας Ιωνίας, μιας και ήτο γνώστης της τουρκικής, διορίζεται
εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Ευσταθίου Νέας Ιωνίας και Πρόεδρος του
Εκκλησιαστικού Συμβουλίου αυτού, ενώ λίγα έτη αργότερα με τη σύσταση της Ιεράς
Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας, ο αοίδιμος Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας
και Φιλαδελφείας κυρός Τιμόθεος τον διορίζει Ηγούμενο της Ιεράς Μονής
Παναχράντου. Και από τις δύο αυτές θέσεις και διακονίες ακαμάτως προσέφερε
ημέρα και νύκτα υπηρεσίαν Χριστού. Ως Ηγούμενος διοργάνωσε την νεοιδρυθείσαν
Ιερά Μονή Παναχράντου, κείροντας συνολικά καθ’ όλη τη διάρκεια της ηγουμενίας
του δεκάδες μοναχών, οι οποίοι εν συνεχεία ως ιερομόναχοι εκάλυψαν τις
λειτουργικές και ποιμαντικές ανάγκες ενοριών της εδώ μητροπόλεως αλλά και
αλλαχού. Εις δε τον Ιερό Ναό του Αγίου Ευσταθίου, στο Ναό με τη θρησκευτική και
πολιτισμική κληρονομιά της αλησμόνητης πατρίδος, κατέβαλε ολόψυχο κατά
κυριολεξία προσπάθεια δια την αποπεράτωση και αγιογράφησή του και την εν γένει
αναδιοργάνωση της ενορίας. Επί 44 έτη εθυσίασε εαυτόν πολυειδώς και πολυτρόπως
δια την πνευματική στερέωση και προκοπή του ποιμνίου του. Υπήρξε ονομαστός
πνευματικός της ευρυτέρας περιοχής, ανακουφίζοντας με τις πατρικές συμβουλές
και υποδείξεις αλλά και με την γνήσια εν Χριστώ αγάπη του πλήθος χριστιανών. Οι
λόγοι και οι παραινέσεις του πάντοτε μεστοί νοημάτων, με ασύγκριτο δυναμισμό
και θεολογική ακρίβεια, κέρδιζαν το θαυμασμό και τον έπαινο των ακροωμένων.
Η μεγάλη του ευλάβεια προς την εκκλησιαστική ζωή, προς την τήρηση της τάξεως
και ευπρεπείας και την ορθή τέλεση των Ιερών Ακολουθιών, τον ανέδειξαν
ακριβέστατο τηρητή του τυπικού της ορθοδόξου ημών Εκκλησίας και γνήσιο
συνεχιστή των εκκλησιαστικών μας παραδόσεων. Ποιος θα ξεχάσει τις ευλογημένες
πολύωρες και αρτιότατες Ιερές Αγρυπνίες και Πανηγυρικές Ακολουθίες, που
μετέφεραν τους μετέχοντας νοερώς στη μεγαλοπρέπεια του αθωνικού τυπικού; Ποιός
μπορεί να λησμονήσει την χαρακτηριστική, την ηδύμολπη και κατανυκτική φωνή του
με την οποία απέδιδε με βάθος ψυχής τα τροπάρια της ιεράς Υμνολογίας;
Μα τώρα, καθώς αναλογίζεται κανείς όλα αυτά, καθώς ο κάθε ένας από εμάς
ανακαλεί εις το νου του μνήμες και στιγμές από τη συναστροφή μαζί του, όλοι
βρίσκουμε έναν κοινό παρανομαστή! Την μεγάλη του ευλάβεια και αγάπη εις τον
θησαυρό του Ιερού τούτου Ναού. Τον Άγιο ένδοξο Ιερομάρτυρα Γεώργιον, τον εκ
Νεαπόλεως Μικράς Ασίας. Ο αείμνηστος Γέροντας υπήρξε εκείνος που ανέδειξε και
πρόβαλε τη μνήμη και τιμή προς τον προστάτη της Μητροπόλεως μας, τον ΄΄παπά
Γιώργη΄΄, όπως τον αποκαλούσε. Η μέριμνα και επιμέλεια δια την έκδοση
Ακολουθίας δια τη μνήμη του Αγίου, ο εμπλουτισμός της με εγκώμια, μεγαλυνάρια
και χαιρετιστηρίους οίκους, εντάσσονται στη συνεχή προσπάθειά του για ανάδειξη
του ιερού Λειψάνου με διάκριση και σεβασμό. Ποιος μπορεί να λησμονήσει την
πολύωρη και αγγελική αγρυπνία στη μνήμη του Αγίου, με τη δική του μοναδική
παρουσία;
Και βέβαια ο μεγάλος του πόθος ήτο η επίσημη αγιοκατάταξη του Αγίου Γεωργίου
εις τας αγιολογικάς δέλτους της Εκκλησίας μας και η εσχάτως υπογραφή του
επισήμου σιγιλλίου της σχετικής Πατριαρχικής Πράξεως, το οποίο και δεσπόζει από
τον περασμένο Νοέμβριο εις τον Ιερό Ναό. Το Πατριαρχικόν σιγίλλιον υπεγράφη υπό
της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, στο πρόσωπον του
οποίου ο αοίδιμος Γέρων απέδιδε τον προσήκοντα σεβασμό ως Πατέρα του Γένους.
Δια τον λόγον αυτόν και η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος,
τη σεπτή προτάσει και παρακλήσει του Ποιμενάρχου μας, του απένειμε προ μηνός το
οφφίκιον του Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου, το οποίο και θα του
απενέμετο κατά την αυριανήν Θείαν Λειτουργίαν του εν Αγίου Πατρός ημων
Γρηγορίου Επισκόπου Νύσσης.
Εν κατακλείδι, η πολύπτυχος δράση και διακονία του βρίσκει αντιστοιχία προς τον
αποστολικό λόγο :΄΄ἔχοντες δέ χαρίσματα κατά τήν χάριν τήν δοθεῖσαν ἡμῖν
διάφορα΄΄. Ο Γέροντάς μας εφρόντισε να καλλιεργήσει, να επαυξήσει και να
αξιοποιήσει προς όφελος του δοθέντος αυτώ ποιμνίου, κάθε χάρισμα και κάθε
τάλαντον που είχε υπό του Αγίου Θεού. Τι ποιο όμορφο και πιο ουσιώδες για έναν
άνθρωπο, και δη για έναν κληρικό, από το να περαιώσει το σκοπό της ζωής του! Το
να αναλωθεί δηλαδή ολοψύχως εις την διακονία του Κυρίου και των αδελφών!
Όμως ο δούλος Κυρίου την πίστιν τετήρηκε• τον δρόμον τετέλεκε. Σήμερον το
σκήνωμα του μεγάλου αυτού ανδρός, βρίσκεται ενώπιόν μας.
Από όλους εμάς, που ζώντας έχει τον ύστατο ασπασμό της αγάπης, της συγχώρησης
και της ευγνωμοσύνης. Με δάκρυα λύπης και συνάμα αγαλλιάσεως φιλούμε το
αγιασμένο χέρι του, αναμένοντας την εν ουρανώ συνάντηση, όπου, ει Κύριος
επιτρέψει, θα μετέχουμε εις την ακατάπαυστον λατρεία στον αχειροποιήτο Ναό εν
Παραδείσω.
Ας είναι για όλους εμάς, τα πνευματικά του τέκνα, τους αδελφούς και
συλλειτουργούς του, τους ενορίτες, τους συγγενείς και οικείους του παρηγορία η
σκέψη της εν ουρανώ ανταμείψεώς του και της εν Κυρίω αναπαύσεώς του.Ύπαγε οὗν
ἐν εἰρήνῃ, «παράστηθι τῇ Ἁγίᾳ Τριάδι» και αἰωνία ἐν τῷ Χριστῷ Ιησού τῷ Κυρίῳ
ἡμῶν ἡ μνήμη σου. Η ευχή σου ας είναι βοηθός και φύλαξ στα
βήματά μας. Καλήν ανάστασιν
Γέροντα!