Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΤΟΥ Ι.ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΞΥΛΟΥ








Με μεγάλη προσέλευση πιστών ιδιαίτερα νέων παιδιών συνεχίζεται το προσκύνημα των ιερών σεβασμάτων του Τιμίου και Ζωοποιού Ξύλου και της άφθαρτης χειρός της Ευαγγελίστριας της Αναστάσεως Μαρίας της Μαγδαληνής στον Ι. Ναό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού στη Ν. Φιλαδέλφεια. Το πρωί της Δευτέρας τελέσθηκε η Θεία Λειτουργία και το μεσημέρι η Ιερά Παράκληση, το απόγευμα θα τελεσθούν ο Εσπερινός, αγιασμός  με το Τίμιο Ξύλο και ομιλία υπό του Αρχιμανδρίτου π. Νεκταρίου  Μουλατσιώτη . Αύριο Τρίτη το πρωί θα τελεσθεί Θεία Λειτουργία για τους Μαθητές και το απόγευμα Εσπερινός, Ιερό Ευχέλαιο και ομιλία υπό του Αρχιμανδρίτου π. Επιφανίου Αρβανίτη. Την Τετάρτη το πρωί θα τελεσθεί η Θεία Λειτουργία, στις 12 το μεσημέρι οι Χαιρετισμοί της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής και το απόγευμα στις 6 δέηση και στις 6,30 αναχώρηση των ιερών σεβασμάτων .

ΕΚ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ    














Τρίτη 9 Μαΐου 2017

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για την αγία Μαρία Μαγδαληνή

Γράφει ο Κωνσταντίνος Ι. Αντωνόπουλος, θεολόγος M.Th.

Στο παλαιοδιαθητικό ποίημα του βιβλίου των Παροιμιών με τίτλο “Η ἀνδρεία γυναίκα” (Πρμ 29,10-31) και στο ερώτημα “Γυναίκα ανδρεία ποιός θ᾿ ανακαλύψει; Αυτή είναι πολυτιμότερη κι απ᾿ τά πολύτιμα πετράδια” είναι σαν να δίνει απάντηση ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος όταν χαρακτηρίζει την αγία Μαρία τη Μαγδαληνή «σπουδαιοτάτη», «τέτραθλος καὶ ἀνδρεία γυνή» (Ι. Χρυσοστόμου λόγος 40).


Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσό­στομος ερμηνεύοντας τα Ευαγγέλια, ξεκαθαρίζει ποιες και πόσες ήταν οι γυναίκες που ά­λειψαν με μύρα την κεφαλή και τα πόδια του Κυρίου και ότι δεν έχουν καμία σχέση με την αγία Μαρία Μαγδαληνή. Ο άγιος μάλιστα έχει γράψει και Λόγους με θέμα την πόρνη γυναίκα που μετανόησε και η οποία είναι ένα πρόσωπο άγνωστο και ανώνυμο. ( Ι. Χρυσοστόμου Ερμηνεία στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, Ομιλία Π” και Ερμηνεία στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον Ομιλία Ξβ”- «Εις την πόρνην και εις τον Φαρισαίον, τη αγία και μεγάλη Τετάρτη». Ρ.G. τόμ. 59, 531. ).



Στην ερμηνεία του στο Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο αναφέρεται στην αγία Μαρία Μαγδαληνή που μόνη της μέσα στη νύχτα ξεκινά να πάει πρώτη στον Τάφο και γράφει «πάνυ γαρ περί τον Διδάσκαλον φιλοστόργως έχουσα…» (Ομιλία ΠΕ”). Καθώς φτάνει, βρίσκει τον Τάφο αδειανό, τον λίθο αποκεκυλισμένο. Και τότε σκέφτεται ότι κάποιοι έκλεψαν το Άγιο Σώμα του Ιησού (Ιω. κ”, 1). «Το ασθενέστερον γένος ανδρειότερον εφάνη τότε», γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Στην 86η Ομιλία του ερμηνεύει την αγγελοφάνεια και την πρώτη εμφάνιση του αναστάντος ως προνόμιο της πονεμένης γυναίκας, της οποίας η ανάγκη για παρηγοριά ήταν μεγάλη. Για τον θρήνο μάλιστα της Μαρίας της Μαγδαληνής έξω από τον Τάφο γράφει: «Το γυναικείο φύλο διακρίνεται κατά κάποιον τρόπο για την λεπτότητα των αισθημάτων του και έχει μεγαλύτερη τάση προς οίκτο. Αυτό το λέγω, για να μην απορήσεις, γιατί τέλος πάντων, η Μαρία θρηνούσε πικρά στον τάφο, ενώ ο Πέτρος δεν έκανε κάτι παρόμοιο… Οι μαθητές, λοιπόν, έφυγαν για να επιστρέψουν στα Ιεροσόλυμα, ενώ εκείνη στάθηκε κοντά στον τάφο. Ήταν μεγάλη παρηγοριά να βλέπει το μνήμα. Να, την κοιτάζεις, που σκύβει και θέλει να δει τον τόπο όπου βρισκόταν το σώμα, προκειμένου να παρηγορηθεί; Γι” αυτό και έλαβε μεγάλο μισθό, γι” αυτήν την μεγάλη φροντίδα της. Γιατί εκείνο που δεν είδαν οι Μαθητές, το είδε πρώτη η γυναίκα. Είδε δηλ. δύο Αγγέλους, να κάθονται ο ένας προς το μέρος των ποδιών και ο άλ­λος προς το μέρος της κεφαλής, με λευκή ενδυμασία και το πρόσωπο γεμάτο από πολλή φαιδρότητα και χαρά» ( Ι. Χρυσοστόμου Ερμηνεία στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, Ομιλία Πστ”)
Την περικοπή του Κατά Ιωάννη 20 την παρουσιάζει ο Χρυσόστομος σαν μια εισαγωγή της Μαγδαληνής στο μυστικό της πίστης: ούτε ο κενός τάφος ούτε τα μόνα οθόνια, ακόμη και αυτή η εμφάνιση του αγγέλου ή του Κυρίου δεν επιτρέπουν στη Μαρία Μαγδαληνή να κατανοήσει τα πράγματα. Μόλις ο αναστημένος Κύριος την καλεί με το όνομά της, τότε μόνο μπορεί να πιστέψει ότι εκείνος ζει. Την ορθή ερμηνεία του «μη μου άπτου» δίνει ο ιερός Χρυσόστομος λέγοντας ότι ο Κύριος, θέλει να την διδάξει ότι είναι πλέον στη δόξα του, ότι αυτός είναι ο Θεός και ανήκει τόσο σ ‘ αυτήν όσο και σ‘ ολόκληρο τον κόσμο, ότι πρέπει να πλησιάζει μ’ ένα άλλο φρόνημα. Υψώνει το νου της στα υψηλότερα, έμμεσα και σιγά-σιγά, λέγοντας ότι «δεν ανέβηκε ακόμη στον Πατέρα του». Έτσι, επισημαίνει ο ιερός Χρυσόστομος, δείχνει ότι εκεί, στον Πατέρα, σκοπεύει και σπεύδει να πάει. «Τον δε εκεί μέλλοντα απιέναι και μηκέτι μετά ανθρώπων στρέφεσθαι, ουκ έδει μετά της αυτής οράν διανοίας, ης και προ τούτου» (Εις Ιωάννην, Ομιλία 86,2• ΕΠΕ 14,704).
Στο τέλος της ομιλίας του, ο Ιωάννης Χρυσόστομος εξάγει το συμπέρασμα ότι η Μαρία Μαγδαληνή έλαβε προσωπικά από τον Κύριο την εντολή να αποβεί η παραμυθία των μαθητών με τον ευαγγελισμό της εμφάνισής Του και των λεγομένων Του: «απήγγειλε δε και την όψιν και τα ρήματα, άπερ ικανά ην αυτούς παραμυθήσασθαι».
Αξιώθηκε έτσι η αγία Μαρία να συναντηθεί πρώτη με τον αναστημένο Χριστό και στη συνέχεια τιμήθηκε από τον Κύριο με το να γίνει απόστολος στους αποστόλους Του, κήρυκας στους μαθητές Του, ευαγγελίστρια στους Ευαγγελιστές. Γνωστοποίησε πρώτη δηλαδή στον κύκλο των μαθητών Του την έγερσή Του από τον τάφο (Ι. Χρυσοστόμου, Ερμηνεία στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, Ομιλία Πστ”).





πηγη aktines.blogspot.gr

Σάββατο 6 Μαΐου 2017

ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ



Είναι αρκετοί αυτοί  που γνωρίζουν το Ποίημα του Αγγέλου Σικιελιανού «Μαγδαληνή» , που κλείνει με τους παρακάτω στίχους:
«Μαγδαληνή, Μαγδαληνή, του πόθου μέγα αστέρι · 
σέ μοναστήρι ανέβασες κ΄ εμένανε πιστό, 
γιά νά φιλήσω λείψανο τό ατίμητό Σου χέρι · 
κ ήταν ακόμα, ώς πίθωσα τά χείλια μου, ζεστό!»
(Πάσχα των Ελλήνων, «Μαγδαληνή»,διαβάστε παρακάτω ολόκληρο το ποίημα).

Λίγοι όμως είναι αυτοί που γνωρίζουν από πού τους εμπνεύστηκε ο μεγάλος ποιητής.
Η ιστορία είναι η εξής:
Τον Νοέμβριο Του 1914, νεαρός ο Άγγελος Σικιελιανός επισκέπτεται Το Άγιον Όρος . Ήταν τότε μόλις 30 ετών και βρισκόταν σε μία περίοδο έντονης αναζήτησης.
Είχε μαζί τον Νίκο Καζαντζάκη.
Σαράντα μέρες περιπλανήθηκαν ως προσκυνητές στα μονοπάτια του Άθωνα και επισκέφθηκαν τα μοναστήρια και τις σκήτες του, αφήνοντας και οι δύο και γραπτές τις έντονες εντυπώσεις από την πνευματική αυτήν περιπλάνηση.
Στα Μοναστήρια Ανάμεσα που επισκέφθηκαν τότε ήταν και η Σιμωνόπετρα.
Ανέβηκαν από το μονοπάτι του Αρσανά.
Όταν έφτασαν στο μοναστήρι, ο Σικελιανός «θα συναντηθεί» με την Αγία Μαγδαληνή .
Η συνάντησή του χαράχθηκε πολύ βαθιά μέσα του.
Όταν ασπάστηκε το άφθαρτο χέρι της, που φυλάσσεται στην μονή, θα το αισθανθεί θερμό.
Πρόκειται για φαινόμενο που παρατηρούν συχνά άνθρωποι που προσκυνούν το λείψανο της αγίας.
Η Κατάπληξη του Σικελιανού ήταν τόσο Μεγάλη, που θα ασπαστεί το χέρι της αγίας τρεις φορές !
Στη συνέχεια θα αποτυπώσει την θαυμαστή αυτή εμπειρία, που τον συγκλόνισε, σε στίχους:
«Κ ήταν ακόμα, ώς πίθωσα τά χείλια μου, ζεστό!»
Και την 1η Σεπτεμβρίου του 1915 θα γράψει στο ημερολόγιό του, αναπολώντας αυτήν την στιγμή:
Στής Σιμωνόπετρας
«Το έβγα μας στον αρσανά. Θάλασσα · 
ο αφρός φαίνεται άξαφνα ζεστός, σα να καίει μια αγαλλίαση ζωής. 
Και θυμούμαι άξαφνα το ζεστό χέρι της Μαγδαληνής, στη Σιμωνόπετρα . 
Ο ανήφορος στη Σιμωνόπετρα. 
Η δάφνη δεξιά ζερβά βλαστομανάει απίστευτα · 
δαφνοπόταμος. 
Δίπλα τρέχει λαγκαδιά που τα ξερόδεντρα τυλίγουν άφθονα οι κισσοί . 
Το κύμα ακούεται κάτου, κι πάνου το νερό. 
Δάσος δαφνών βαΐα. 
Απάνου καλεί ένα σήμαντρο χαρούμενο, τρεμάμενο 
Σα Γεράκι που ζυγιάζεται στο γκρεμό και φέρνει κύκλους. 
Μη τον ξεχνάς αυτόν τον δρόμο · τη θεία θέρμη της Μαγδαληνής. 
Όλο το σώμα νικητήριο μέσ απ τα άγια ». 
Μέσα από την θέρμη του χεριού της αγίας ο ποιητής βίωσε την αγάπη της για τον Χριστό , που νίκησε και αυτό τον θάνατο. 




Αγγελος Σικελιανος, «Μαγδαληνη»
Απο τη συλλογη «Πασχα των Ελληνων»

Την ώρα σ’ όλα τα πουλιά γλυκός που πέφτει ο ύπνος
και στο χαμηλοθώρητο σβημένο δειλινό
των ασταχυών ο ανασασμός είναι μεστός σα δείπνος·
π᾽ ο αποσπερίτης αρχινά νά τρέμει στο βουνό·

που στην καρδιά μας, άφθαρτη ξεχύνεται η πραότη,
τού σπλάχνου μας σα να ‘φτανε — πανάχραντη θροφή —
λίγο ψωμί για να γευτεί κατάβαθα τη θεότη,
κι ακολουθάει τον Έσπερον ο νους μας στην κορφή·

που ᾽ναι αγαθή στά πόδια μας όλου του δρόμου ή σκόνη,
και μια συμπόνια αξήγητη, στα πάντα αναρροεί,
ένας καημός αμίλητος τα στήθια μας φουσκώνει
σαν αρχινά από πάνω μας των αστεριώ ή ροή·

που, κι αν με μόνο ενα σκυλί στη στράτα απαντηθούμε,
κρυφή η ευλάβεια μέσα μας ανθίζει περισσή·
την ίδια λάτρα ως να ‘χουμε, τον ίδιο ως νά ποθούμε
πόθο, ζωσμένοι απ’ τ’ άπειρο, σάν έρημο νησί,

λύχνο να ιδούμε από μακρά σε σπίτι να σαλεύει,
θαρρούμε κ’ ήλιος έλαμψε στην ήσυχη βραδιά,
κι ως πεταλούδα, γύρα του, σπουδαχτικά παλεύει
νά ζεσταθεί στ᾽ αντίκρισμα τ’ ανθρώπινο ή καρδιά —

κι ό Ιησούς κ’ οί μαθητές, ανάμεσα στά πλήθη,
μ’ όλο της μέρας τον καρπό χυμένο στην ψυχή,
σέ κάθε άνθρωπου διάνεμα, ν’ απλώνεται στα στήθη,
μες στα σκοτάδια, νιώθουνε ζεστή την προσευχή.

Περνά διαβάτης βιαστικός, κι άλλος κρατεί το ψώνι
για να δειπνήσει σπίτι του, να πιει και να χαρεί·
κι ο Ιησούς, γνωρίζοντας το σπίτι του τελώνη,
μπαίνει, ανοιχτόν ως το ‘βρηκε που Τόνε καρτερεί.. .

Κ’ έκεί που κόβει το ψωμί, κι απλώνει στο προσφάι,
ξάφνου, απ’ τή θύρα ορθάνοιχτη που ξέμεινεν, ορμά,
σαν ένα κύμα θεόρατης αναπνοής του Μάη,
τό πλούσιο μύρο σπάζοντας στά πόδια του σιμά,

σα με τον ήλιο τρικυμιά κυλώντας, δοξασμένη
απ’ όση μες στό σπλάχνο της έστέναξε ηδονή,
με των μαλλιών την άμετρη φεγγοβολή λυμένη,
τα δάκρυα της σφουγγίζοντας κρουνό, ή Μαγδαληνή !

Τα μάτια της να σήκωνε και να ‘βλεπε τα χίλια
της νύχτας άστρα σα φιλιά, κι ο μέγας τους σφυγμός
να χτύπαε στ’ αναμμένα της απ’ τις αγάπες χείλια,
βαθιός δε θα χυνότανε μες στη νυχτιά ο λυγμός,

σαν τούτος οπού γιόμισεν ολάκερο το δώμα,
κύμα, στο κύμα π’ άπλωνεν από την ευωδιά·
με κολλημένο άκράταγα στα πόδια του το στόμα,
με τον άπάντεχο έρωτα που φούσκωνε η καρδιά!

Λοξά ο τελώνης την κοιτά· κι ο Ιούδας, στη σπατάλη
του μύρου, ως φίδι μέσα του να σούριξε βαθύ,
μεσ’ απ’ τά δόντια του μιλεί, κουνώντας το κεφάλι:
«Γιά τους φτωχούς δε δύνονταν αυτό να πουληθεί;»

Το χέρι μέσα στα μαλλιά τ’ αθάνατα κρατώντας,
στους πλοκάμους όπου σκορπάν τριγύρα, τους χρυσούς,
βαθιά αναγάλλιαν άμετρη, στά πόδια του κοιτώντας
το μέγα κύμα, απόκριση τους δίνει ό Ιησούς:

«Ήρθ’ από δρόμο σπίτι σου, κ’ εσύ δε μου ‘χεις πλύνει
τα πόδια, μηδέ μ᾽ άλειψες μέ μύρο τα μαλλιά·
κι αύτη, στιγμή δεν έπαψε στά δάκρυα ν’ αναλύνει,
κι αυτή, στιγμή δέ μου ‘παψε στα πόδια τά φιλιά·

» κι όπου κι ο Λόγος ο άγιος μου ξαπλώσει, και για κείνη·
στον αιώνα, αυτό που μου ‘καμε, παντού θα μιληθεί.»
Κι ακόμα αυτή το κλάμα της βρύση λαμπρή να χύνει
δεν παύει, μηδ’ απ’ το λυγμό το στήθος το βαθύ.

                              *

Μαγδαληνή, Μαγδαληνή, του πόθου μέγα αστέρι·
σε μοναστήρι ανέβασες κ’ εμένανε πιστό,
για να φιλήσω λείψανο το ατίμητο Σου χέρι·
κ᾽ ήταν ακόμα, ως πίθωσα τα χείλια μου, ζεστό!




Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στον Εσπερινό του Ψυχοσαββάτου

  Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος χοροστάτησε σήμερα, 21 Ιουνίου 2024, κατά τον Εσπερινό του Ψυχοσαββάτου, στον πάνσεπτο Πατριαρ...